ἀνάγκῃ , ἀκουσιότητι . θΞ ἀνάγκῃ ] ἀνάγκῃ ἤγουν καὶ ἄκοντος τοῦ Διός . τόδ ' αὐδᾷ : τοῦτο φωνεῖ
ἴσως , σχεδόν . ἧττον . τὸ ἧττον ἐπὶ τοῦ ἄκοντος ἀποθνήσκοντος ἀδίκως , οὐκ ἐπὶ τοῦ ἐλπίδας ἔχοντος ἐπιδώσειν
7091340 συνειδοτος
ἐξειπόντα ἀπέκτεινεν : οὐκ ἐπέξεισιν ὁ πατὴρ , καὶ κρίνεται συνειδότος . Πικρὸς καὶ ἀπαραίτητος ἐχθρὸς ὁ πλούσιος , ὃς
κακῶν συνειδήσεως : ἀλλὰ ἑαυτοὺς οὐκ εἶχον καὶ τὸ τοῦ συνειδότος κριτήριον ; εἶχον μὲν οὖν , ἀλλ ' ἠγνόουν
7016858 κελευοντος
ἀπολογίας ἐγκλήματός σοι τῆς παραιτήσεως γενομένης , ὡς ἔγωγε σοῦ κελεύοντος ἕτοιμος ἐγχειρεῖν , κἂν ὕδωρ , φασί , παραρρέῃ
Σινωπεὺς Βάτων αὐτὸν οὐκ ἐθέλειν μάχεσθαί φησι τὸν Ἆγιν Ἀράτου κελεύοντος , οὐκ ἐντετυχηκὼς οἷς Ἄρατος γέγραφε περὶ τούτων ,
6816602 ἀκων
ἑκὼν ψευδόμενος ἀσεβεῖ , καθόσον ἐξαπατῶν ἀδικεῖ : ὁ δὲ ἄκων , καθόσον διαφωνεῖ τῇ τῶν ὅλων φύσει καὶ καθόσον
, ὃν οὐδὲν διέφευγε τῶν θηρίων : ὃς ἀπέκτεινεν . ἄκων τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα Πρόκριν , καθηράντων αὐτὸν τῶν Καδμείων
6755817 ἀτιμωρητον
καὶ δεήσεις αὐτῶν ἐτράπετο , μὴ περιιδεῖν μήτ ' αὐτὸν ἀτιμώρητον γενόμενον μήτε τὴν πατρίδα προπηλακιζομένην . λέγοντι δ '
πολιτεύεσθαι μήτε ἄλλο τι τῶν κοινῶν ποιεῖν , ἀλλὰ τὸν ἀτιμώρητον . ἀριστίνδην . κατ ' ἐκλογὴν καὶ αἵρεσιν τῶν
6729742 πηρωσας
τοῦ ὄντος καταλέλοιπεν , τὸ ᾧ μόνῳ βλέπειν ἠδύνατο ἑκουσίως πηρώσας . Ἄξιον δὲ σκέψασθαι καὶ τὴν χώραν , εἰς
ἐπὶ τοῦ ἤθους , καὶ οὗτος , τουτέστιν ὁ ἑκὼν πηρώσας ἑαυτόν , τοῦ ἄκοντος . Ἐντεῦθεν λέγει ἡμῖν περὶ
6727766 βοησαντος
κάλλος ὑπὸ Νηρηΐδων ἁρπαγεὶς ἀνεβόησε . Καὶ Πολύφημος ἀκούσας αὐτοῦ βοήσαντος , σπασάμενος τὸ ξίφος ἐδίωκεν , ὑπὸ λῃστῶν ἄγεσθαι
τρωθῆναι τὸν ἵππον αὐτοῦ , καὶ μέλλοντος ἤδη ἀνῃρῆσθαι , βοήσαντος αὐτόν , ἔστη καὶ ἐδέξατο τὸν Μέμνονα καὶ ἀνῃρέθη
6682125 ἐχθρου
τοῦ μοιχοῦ τρία τάλαντα δώσειν ἀφῆκεν , ὕστερον παρ ' ἐχθροῦ τοῦ μοιχοῦ λαβὼν ἓξ τάλαντα παρέδωκεν ἐκείνῳ τὸν μοιχὸν
* τοῦτο δὲ λέγει διὰ τὸ φάσκειν περὶ τοῦ Τυφῶνος ἐχθροῦ ὄντος τοῦ Διὸς καὶ τοιαῦτα ὑπ ' ἐκείνου παθόντος
6672445 ἀνελων
καὶ εὐνομίας ἐφιέμενα . τοῦτον οὖν εὐλαβείσθω πᾶς ὁ ἀκουσίως ἀνελὼν ὡς ὑπέρμαχον καὶ προαγωνιστὴν τῶν ἀναιρεθέντων καὶ εἴσω τῆς
ἔστησε τούτους κατὰ πᾶν τὸ ἐκεῖσε πεδίον . Ὕστερον δὲ ἀνελὼν ὁ Δαυνὸς αὐτὸν ἔρριψε καὶ τοὺς ἀνδριάντας εἰς τὴν
6656487 πεισθεις
εἰσάγεται ὅτε ἐμπίπτει λέγοντος ἀλλ ' ὁ δῆμος αἴτιος μὴ πεισθείς . Καὶ πάλιν ταύτην ὁ κατήγορος λύσει μεταλήψει :
, κατὰ τὴν συνήθειαν τῶν ἀρχαίων . . πειθόμενος ] πεισθείς , καταπειθόμενος . τέφρα ] ἡ στάκτη . ,
6635227 ἀποκτεινας
. ταῦτα ἤδη Ἀχιλλέως καθάπτεται , ὅτι τὸν ἄνδρα αὐτῆς ἀποκτείνας ἔχει αὐτὴν συνοικοῦσαν , καὶ δεῖ αὐτῇ πολλῆς παραμυθίας
λέγοντι δὲ ἐπ ' ἀληθείᾳ Πάτροκλός ἐστιν ὁ τὸν Λᾶν ἀποκτείνας : οὗτος γὰρ καὶ ὁ μνηστευσάμενός ἐστιν Ἑλένην .
6545015 ἀμυνομενος
καὶ μὴν ἔχοι γ ' ἄν τις τοὺς σοὺς λόγους ἀμυνόμενος διπλᾶ στρέφειν κατὰ σοῦ καὶ κατὰ Σωκράτους , ὡς
αὐτόν . δαμῆναι : δαμασθῆναι . Νηός : πλοίου . ἀμυνόμενος : μαχόμενος , τιμωρούμενος , ἀντιπαρατασσόμενος . κενεῶνα :
6523701 ἀποθανοντος
ἀποκτείνας ἐκεῖνον , οὔτε κίνδυνος αὐτῷ ὑπῆρχεν οὐδεὶς ὅντινα διέφευγεν ἀποθανόντος ἐκείνου . Τεκμήριον δὲ μέγιστον ὡς οὐκ ἐβούλετο αὐτὸν
ὁμοίως λέγεσθαι ταῦτα ὥσπερ ἄν τις περὶ ἀνθρώπου ὑφάντου πρεσβύτου ἀποθανόντος λέγοι τοῦτον τὸν λόγον , ὅτι οὐκ ἀπόλωλεν ὁ
6520590 ἐβοα
δὲ νοῦς : τοῦ δὲ Μεσσηνίου γέροντος ταραχθεῖσα ἡ φρὴν ἐβόα τὸν παῖδα . ἄλλως : καὶ Πίνδαρος τὸν Νέστορα
κλασθείσης ἔρρευσε χρυσὸς ἐξ αὐτῆς , ὅνπερ συναγαγὼν ὁ ἄνθρωπος ἐβόα : ” στρεβλὸς τυγχάνεις , ὡς οἶμαι , καὶ
6510102 ἀπελυσατο
ἐπετίμησεν , ἐζημίωσεν , ἀπέγνω , ἀπεψηφίσατο , ἀφῆκεν , ἀπελύσατο , ἀπεδίκασεν . κλήρωσις κλῆρος , σύστασις , σύνοδος
ἐπεὶ δὲ αὐτός τε ἀπολογηθεὶς κράτιστα περὶ αὑτοῦ τὴν διαβολὴν ἀπελύσατο καὶ ὁ κηδεστὴς αὐτοῦ Τύλλιος , ᾧ τὴν ἑτέραν
6506691 ξενου
δὲ τοὔμπαλιν , σύ μοι γενοῦ τιμωρὸς ἀνδρός , ἀνοσιωτάτου ξένου , ὃς οὔτε τοὺς γῆς νέρθεν οὔτε τοὺς ἄνω
καὶ μεστοὶ λάπης . Μένανδρος δ ' ἐν Τροφωνίῳ : ξένου τὸ δεῖπνόν ἐστιν ὑποδοχή . τίνος ; ποδαποῦ ;
6496531 αὐτοχειριᾳ
καὶ πρὸς τοὺς γνωρίμους προσιοῦς ' ἐνεκάλει , λαβὼν αὐτὸς αὐτοχειρίᾳ πρὸς τὸ πωλητηρίον τοῦ μετοικίου ἀπήγαγεν : καὶ εἰ
. τοιοῦτος δ ' ὢν καὶ αὐτὸς αὖ ἀποθνῄσκει , αὐτοχειρίᾳ μὲν ὑπὸ τῶν τῆς γυναικὸς ἀδελφῶν , βουλῇ δὲ
6489125 αὐτοχειρα
' ἤκουεν εὐαγγέλια τοῦ φόνου : ἴσως μὲν ἀποδεξαμένη τὸν αὐτόχειρα , λαθραίως δὲ καὶ ἀγγέλου τινὸς ἥκοντος , ὥσπερ
τελευτῆς παρέχων , ἀπῄτεις ἂν καὶ τότε παρ ' ἐμοῦ αὐτόχειρα τὴν σφαγήν , ἢ ἐνδεῖν ἔλεγές μοί τι πρὸς
6485104 ἠγανακτει
πλησιάζουσιν ; ἀπαιτῶν γὰρ παρά τινος τῶν μαθητῶν τὸν μισθὸν ἠγανάκτει , λέγων ὑπερήμερον εἶναι καὶ ἐκπρόθεσμον τοῦ ὀφλήματος ,
οὐκ ἠξίου τὰ δοθέντα μισθὸν εὐαγγελίων ἔχειν , ἀλλ ' ἠγανάκτει μαρτυρόμενος καὶ βοῶν , ὅτι Κῦρον οὐδεὶς ἕτερος ἀλλ
6464431 ἀδικουμενου
ὁ ἀποστερήσας ἢ φαῦλος , ὁμοίως οὐδ ' ἐπὶ τοῦ ἀδικουμένου , ἀλλ ' ὡς ἴσους τούτους τιθεὶς ἐξετάζει ,
διαφερόντως τῶν ἄλλων ἀνθρώπων , καὶ ἀεὶ τὸν ἀδικοῦντα τοῦ ἀδικουμένου ἀθλιώτερον εἶναι καὶ τὸν μὴ διδόντα δίκην τοῦ διδόντος
6436233 ἀπατησας
ὠμὰ καὶ ἄχρηστα ὄντα τῇ ἰδέᾳ πέπειρα φαίνονται . φηλώσας ἀπατήσας δολώσας . τὸ φηλῶσαι , ὃ σημαίνει τὸ δολῶσαι
τῆς Μολιόνης υἱοί . ὑπέρφρονες διὰ τὴν ἀνδρίαν . ὁ ἀπατήσας τὸν Ἡρακλῆν τῷ μισθῷ . * Αὐγείας . *
6432570 κατηγορουντος
' αὐξήσας τὸν λόγον τῇ λέξει καθάψηται Πλάτωνος , ὡς κατηγοροῦντος , οὐ δοκιμάζοντος . περιττὸν μὲν οὖν ἐντεῦθεν οἶδ
μὲν φεύγοντος κατηγοροῦντος τοῦ ἐγκλήματος , τοῦ δὲ διώκοντος ὁμοίως κατηγοροῦντος τοῦ πεποιηκότος καὶ λέγοντος , ὡς χαλεπὸν τὸ ἐπ
6431435 ἀπολεσαι
ἐμὲ ἀποδείκνυμι , σὺ δέ με ἐν ἀφανεῖ λόγῳ ζητεῖς ἀπολέσαι . Ταῦτα μὲν ὑμῖν λέγω , ὡς αὐτῷ μοι
ἢ δειπνεῖν παρ ' ἑαυτῷ ἢ πίνειν ἢ συντείνειν ἢ ἀπολέσαι τι : ταῦτα γὰρ καὶ ὅσα τούτοις ὅμοια πῇ
6424641 σωθεις
μὲν ἀπὸ Ἀδράστου φασὶν ὀνομασθῆναι , ὅτι μόνος τῶν ἑπτὰ σωθεὶς μόνος πάλιν τὸν υἱὸν ἀπέβαλεν ἐν τοῖς ἐπιγόνοις ,
ἀπὸ τῆς μίξεως διάθεσιν ἔχουσα πρὸς αὐτόν : οὗτος δὲ σωθεὶς ἐξεδίκησε τοὺς αὐτοῦ ἀδελφούς . ἐφόνευσε γὰρ τὰς θυγατέρας
6422051 ἀδικηθεις
τοίνυν ἔσται καὶ πέρας τοῦ κακοῦ ; εἰ γὰρ ὁ ἀδικηθεὶς ἀμύνεται , ἀεὶ μεταβαίνει τὸ κακὸν ἀπ ' ἄλλου
ὑμῶν καὶ πολέμιος ὑμῖν ἐτόλμησεν ἐκ τοῦ φανεροῦ γενέσθαι , ἀδικηθεὶς μὲν οὐδέν , τὸ μὴ δύνασθαι δὲ τὰ χρέα
6393914 ᾐτησατο
πολιορκίαν Πνυταγόραν ἀποστέλλων ἄλλας τε δωρεὰς ἔδωκε καὶ χωρίον ὃ ᾐτήσατο . πρότερον δὲ τοῦτο Πασίκυπρος [ ὁ ] βασιλεύων
ὅτι τῶν δημάρχων παρόντων οὐ παρ ' ἐκείνων ὁ δημαγωγὸς ᾐτήσατο τὴν χάριν , ἐπιτρέπουσιν αὐτῷ λέγειν . σιωπῆς δὲ
6346213 ἐξελεγχθεις
ἐστ ' οὐδεὶς ὑπὸ ταύτῃ τῇ προσηγορίᾳ , πρὶν ἂν ἐξελεγχθεὶς ἁλῷ . ποῦ τοῦτο δηλοῖ ; ἔν τε τῷ
καθάπερ οἱ παῖδες ἡδονῇ τινι πρὸς τέχνην παρακαλούμενοι , ἢ ἐξελεγχθεὶς καὶ πᾶν ὅ τι τῆς ψυχῆς ὕπουλον γυμνώσας καὶ
6329709 τεθνεωτος
, ἡγούμενος δεῖν τὴν αὑτοῦ πονηρίαν κληρονόμον εἶναι τῶν τοῦ τεθνεῶτος χρημάτων . ὃ δὲ πάντων δεινότατον , ὦ ἄνδρες
τὸ συμβεβηκὸς περί τινας τῶν οἰκείων τοῦ κρινομένου ἢ τοῦ τεθνεῶτος . . . καὶ ὁ Λυσίας ἐν τῷ ὑπὲρ
6321295 αἰτουμενος
ἔφη δεῖν ἀποδειχθῆναι τὴν ἀρχὴν ὅρκοις ἐμπεδωθεῖσαν , κρείττω τιμὴν αἰτούμενος ἧς δεδώκατε ὑμεῖς τοῖς ὑπάτοις . ὑπεμείνατε καὶ τοῦτο
ἀνθρωπίνου καὶ ἀνωφελὴς ἔνοικος , σπλὴν ἀπέναντι εὕδει πρᾶγμα μηδὲν αἰτούμενος . Μέση δὲ τουτέων χορηγεῖ πανδέκτειρα κοιλίη , καὶ
6315074 ἡττηθεντος
καταστὰς ἐνεπιστεύσατο τὸ ναυτικὸν Ἀντιόχῳ : οὗ καὶ ὑπὸ Λυσάνδρου ἡττηθέντος φοβηθεὶς Ἀλκιβιάδης μεταχωρεῖ πρὸς Λακεδαιμονίους , οὓς καὶ πείθει
χεῖράς τε εἶχον λαγωβόλον . ὁ δὲ νικήσας ἐλάμβανε τοῦ ἡττηθέντος τὸν ἄρτον . κἀκεῖνος μὲν ἐπὶ τῆς τῶν Συρακουσίων
6286961 ἀποκτειναι
, πλὴν αὐτοῦ , καὶ ὡς ἡλίσκετο , αὑτὸν ἐπιχειρεῖν ἀποκτεῖναι , Νικίᾳ δὲ τὴν παράδοσιν ἐθελοντῇ γενέσθαι . Τούτων
. κεκριμένον δὲ ἦν τοῖς θεοῖς ὥστε καὶ αὐτοὺς ἀλλήλους ἀποκτεῖναι : ἀπέτυχον : ἀπαιδεύτως : οὔτ ' ἔξοδον διδόντες
6284131 ἀποκτειναντος
πήγανον ταύτην τὴν ἡμέραν : ὥστε Κλεάρχου τοῦ τυράννου πολλοὺς ἀποκτείναντος φαρμάκωι καὶ πειρωμένου λανθάνειν , ὡς ἐγένετο συμφανές ,
ὁμολογῶν τὸ ἔργον ὡς ἡμεῖς λέγομεν γενέσθαι , ὑπὲρ τοῦ ἀποκτείναντος ἀμφισβητεῖ , ὃν ἀδύνατον ἀλλαχόθεν ἢ ἐκ τῶν πραχθέντων
6266673 φονου
: οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : λέγει δὲ τοῦ φόνου τοῦ κατὰ τῆς μητρός : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ
καὶ κατασκευάσας ὡς Κυρηναῖοι εἴησαν , προεῖπεν αὐτῷ ἐπὶ Παλλαδίῳ φόνου . καὶ ἔλεγεν τὴν δίκην Στέφανος οὑτοσί , διομοσάμενος
6236998 καταγνους
καὶ ἀφ ' οἵας τύχης ὁρμώμενον ἐπρώτευε τῶν Ἀθηναίων . καταγνοὺς : θεωρήσας . περιττὴ ἡ κατά , οἷον καταμαθών
ὁμολογουμένην διδοὺς τιμωρίαν τῷ δαιμονίῳ . τὸ δὲ τέλος ἑαυτοῦ καταγνοὺς θάνατον ἀπεκαρτέρησε , πολλὴν τοῖς πολίταις ἀπο - λιπὼν
6232367 ᾐτησε
, θέσει , ποιότητι καὶ γνώμῃ . οἷον ἀριστεύσας τις ᾔτησε πολίτου φόνον καὶ ἔλαβεν , εὕρηται προαπεκτονὼς αὐτὸν καὶ
Ἰωνιτῶν πόλει τοῦ λεγομένου Δράκοντος , νυνὶ δὲ Ὀρόντου , ᾔτησε τοὺς Ἰωνίτας εὔξασθαι : καὶ ἐν τῷ εὔχεσθαι αὐτοὺς
6226544 ἁλους
ἄν : μᾶλλον δὲ πολὺ μετριώτερος ἐκεῖνος , ἔρωτι μὲν ἁλούς , ὡς ἔφασκεν ἀπολογούμενος , ἑκὼν δὲ μάλα εὐψύχως
. ἐπ ' ὀφθαλμοῖς , ἐπ ' αὐτῷ τῷ κλέμματι ἁλούς . παραγγέλσεις . παραγγέλσεις . τὸν βίον . .
6223590 ἀφεθεις
ἀφῆκε τὸν κατεχόμενον : με - τὰ ταῦτα ἐκεῖνος ἐτυράννησεν ἀφεθείς : κωλυθείσης τῆς τυραννίδος κρίνεται συνειδότος ὁ στρατηγός :
φθονεῖν καὶ φοβεῖσθαι , μὴ πρωτεύσηι μᾶλλον ὅδ ' αὐτῶν ἀφεθείς , ταύτην μὲν πάλιν μετεβάλετο τὴν γνώμην , δικάσων
6216063 ἀνῃρησθαι
συγγενῶν , οὓς ἐκεῖνος ἀδίκως καὶ παρὰ τοὺς ὅρκους οἴεται ἀνῃρῆσθαι . τά τε οὖν ὅπλα λαμβάνωμεν , καὶ τῇ
Σώστρατος ἐν μέρει ταὐτὰ ἔλεγε καὶ ὡς εἴη αὐτὸς τῆς ἀνῃρῆσθαι δοκούσης πατήρ . οἱ δὲ παρόντες τὸ πᾶν μαθόντες
6207713 δοντος
, οὐ συνήγαγεν : εἶτα δίπουν ἢ ἄπουν ; καὶ δόντος δίπουν τὸ ὅλον φησὶν εἶναι ζῷον πεζὸν δίπουν .
τὰ ὄρη τὰ ἐν Ὠρωπῶι διείλοντο , τοῦ δήμου αὐταῖς δόντος . τοῦτο τὸ ὄρος ἔλαχεν Ἀκαμαντὶς καὶ Ἱπποθοωντίς .
6203599 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
6201751 πλουσιου
ὠφέλησε , διασκευὴν τοῦ πάθους , ἠθοποιΐαν , καταδρομὴν τοῦ πλουσίου , παροξυσμὸν ἐπὶ τὴν τιμωρίαν τῶν δικαστῶν , καὶ
φιλίαν αὐτῷ : ἔχεις δὲ καὶ ἄλλην ἠθοποιΐαν παρὰ τοῦ πλουσίου : προςελθὼν γὰρ εἶπεν , ἐσφάλην , ἔγνων ὅτι
6201370 τυραννου
Φασί γέ τοί τινα αὐτῶν εἰπεῖν ἐπὶ τεθνηῶτι : Ἅλις τυράννου θεραπείας . Οἰκέται δὲ δὴ τρεῖς , οἵπερ ἦσαν
ποιήσεσθαι , πεισθέντες ὑπὸ τῶν ἀφικομένων ὡς αὐτοὺς παρὰ τοῦ τυράννου γραμμάτων , ὅτι βούλεται προειδέναι , τίνας αὐτῷ προσήκει
6193189 κἀκεινος
ἡρώων , καὶ τὸν σύνοικον ἀγαθὰ δαψιλῆ ποίει . ” κἀκεῖνος αὐτῷ νυκτὸς ἐν μέσαις ὥραις “ ἀγαθὸν μὲν ”
ὃν τοῖς νεωτάτοις συλλαβεῖν κελεύσας ἡγεμόνα ποιεῖται τῆς ὁδοῦ . κἀκεῖνος αὐτοὺς ἄγων περὶ τὸ ὄρος σὺν πολλῷ χρόνῳ καθίστησιν
6188034 ἀποδρας
ἤχθοντο , τῶν δὲ ῥητόρων ὁ τοῦτ ' ἀναπείσας εὐθὺς ἀποδρὰς ᾤχετο . ναῦς δεῖ καθέλκειν : τῷ πένητι μὲν
οὔπω τις ἕτερος : οὓς γὰρ ἀπολωλεκέναι ᾤετο , τούτους ἀποδρὰς ᾤχετο . ἐγὼ δὲ καὶ Ξέρξου θεωρῶν ἐπὶ μὲν
6166835 ἐραστου
Ἀνακρέοντος ᾠδὰς καὶ ἐπαίνους καὶ ὅσα εἰκὸς ἦν παρὰ ποιητοῦ ἐραστοῦ . Εἰ δή τις παραβάλλοι ἔρωτα ἔρωτι , τυραννικὸν
ὡς κατειργάσατο τὸ κάλλιστον ἔργον , ἔφευγεν ὤκιστα εὐθὺ τοῦ ἐραστοῦ . μετῄεσαν δὲ αὐτὸν οἱ δορυφόροι , καὶ διέφυγεν
6166816 Βαγωου
τῇ Καρμανίᾳ πέρατος καὶ κυρτωθεῖσα πρὸς ἄρκτους ἐπιστρέφει διὰ τοῦ Βαγώου ὄρους πρὸς ἀνατολὰς μέχρι πέρατος , οὗ ἡ θέσις
μὲν δύσεως καὶ ἄρκτων Ἀρείᾳ κατὰ τὴν ἐκτεθειμένην διὰ τοῦ Βαγώου ὄρους γραμμὴν , ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Ἀραχωσίᾳ κατὰ μεσημβρινὴν
6162082 φοβουμενος
ἐπιθυμίαν ὡς ἀρχικὰ ὑπάρχοντα καὶ ἁπλᾶ . Ὅ τε γὰρ φοβούμενος οὐ παντελῶς ἐστέρηται ἡδονῆς : οὐδὲ γὰρ τὸν τυχόντα
ὁ ἱπποτέκτων καὶ Ἐπειὸς ὁ ποδαπός ; ὁ πεφρικὼς καὶ φοβούμενος τὸ ἔγχος καὶ τὴν φάλαγγα τὴν θουρίανδιὰ τί δὲ
6158703 πενητος
ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ ι , οἷον Λάχητος λέβητος Δάρητος πένητος τάπητος : πρόσκειται ἀρσενική διὰ τὰ παρὰ τοῖς Δωριεῦσι
κατὰ τὸ ἦθος οὐδαμῶς εὐδοκιμεῖν ! ! ! Αἰσχίνου τε πένητος ὄντος καὶ μαθητὴν ἕνα ἔχοντος Ξενοκράτην , τοῦτον περιέσπασε
6158391 παρακαλουντος
ὁ τῆς Σικελίας στρατηγός , διαπεμπομένου πρὸς αὐτὸν Σύλλα καὶ παρακαλοῦντος μετ ' αὐτοῦ τάττεσθαι , τοσοῦτον ἀπέσχε τοῦ πειθαρχεῖν
ὑμῶν δὲ τοιαῦτα ψηφιζομένων , τοῦ δὲ στρατηγοῦ Βυζαντίους τε παρακαλοῦντος καὶ διαγγέλλοντος πρὸς ἅπαντας , ὅτι πολεμεῖν αὐτῷ προστάττετε
6157604 διαφθειρας
. Φιλοκλῆς , Πτολεμαίου στρατηγὸς , Καύνῳ προσεστρατοπέδευσε καὶ χρήμασι διαφθείρας τοὺς σιτοφύλακας συνέθετο . οἱ μὲν ἐν τῇ πόλει
πάροδον : πάνυ δὲ λαμπρῶς ἀγωνισάμενος καὶ τῶν βαρβάρων πολλοὺς διαφθείρας καὶ ἀδελφοὺς δύο τοῦ Ξέρξου , τέλος ὑπὸ τοῦ
6139641 αἰσχυνθεις
, μὴ τὴν τελευταίαν τοῦ νῦν εἶναι , ἀλλ ' αἰσχυνθεὶς τήν τε χρείαν τὴν κοινὴν καὶ τοὺς πρέσβεις ἡμᾶς
τίθεσθαι . ” Τὰ ὅπλα “ μοι δοκεῖς βουληθεὶς εἰπεῖν αἰσχυνθεὶς ἀπολιπεῖν . Ἔστω νῦν ταῦτα ταύτῃ ὅπῃ σοι δοκεῖ
6128352 κτειναι
ἀνύποπτον καὶ † τοῦ ὀμνύειν . Ἁρμόδιος γὰρ καὶ Ἀριστογείτων κτεῖναι θέλοντες Ἵππαρχον τὸν τύραννον , ἐν μύρτοις τὸ ξίφος
ἀληθὲς ὅτι οὐδεὶς ἄλλος ] σε ἀνθρώπων ἠδύνατο / [ κτεῖναι ἀλκῆι διαφέροντα πάντων ] ? , ἀλλ ' ἡ
6124685 βουλομενου
μεγάλως ἐβλάπτοντο . Τοῦ βασιλέως δὲ τὸν ὑπὲρ τῶν ὅλων βουλομένου κίνδυνον ἀναδέξασθαι , βάδην ἑπομένου καὶ προσδοκῶντος φάλαγγα Τούρκων
μόνῳ δὲ Περσαίῳ διαπρύσιον εἶχε πόλεμον : ἐδόκει γὰρ Ἀντιγόνου βουλομένου τὴν δημοκρατίαν ἀποκαταστῆσαι τοῖς Ἐρετριεῦσι χάριν Μενεδήμου , κωλῦσαι
6094959 Κλεωνυμου
Κακοδαίμων ἐγώ . Ἔμ ' ἥτις εἴμ ' ἤρου ; Κλεωνύμου γυνή . Γιγνώσκεθ ' ὑμεῖς ἥτις ἔσθ ' ἡδὶ
γάρ τις αὐτοὺς ἔροιτο διὰ τί ἀξιοῦσι κληρονόμοι γενέσθαι τῶν Κλεωνύμου , τοῦτ ' ἂν εἰπεῖν ἔχοιεν , ὅτι καὶ
6093819 μειρακιου
τῇ Ἀσπασίᾳ : καί πως ἔπρεψεν αὐτῇ καὶ τὰ τοῦ μειρακίου , καὶ ἔτι μᾶλλον τὰ τῆς ὥρας αὐτῇ πρὸς
μονωθεὶς ὁ νεανίσκος μᾶλλον ὑπήκοος αὐτῷ γένηται . τοῦ δὲ μειρακίου ταῖς γενομέναις παρανομίαις προσκόπτοντος καὶ φανεροῦ καθεστῶτος ὅτι τιμωρήσεται
6089514 ὑποπτευων
ἐβράδυνεν ἑκών , τὰ μὲν αἰσχυνόμενος , τὰ δ ' ὑποπτεύων τὰ πράγματα . καὶ διὰ τοῦτο ἐπὶ μνηστείαν ἐτράπησαν
διάνοια , οἷον περὶ ἀποδημοῦντος ἐρωτῶ , μὴ ἐλθεῖν αὐτὸν ὑποπτεύων διαφόρως ἐρωτῶ , ὁ δεῖνα ἄρα ἔρχεται ; πεισθήσεται
6077579 φονεα
ἐκ τῆς Ἀπόλλωνος ἀπολογίας κατακρίνουσιν Ὀρέστην . εἰ γὰρ τὸν φονέα οὐχ οἷόν τε τὸν φόνον ἀνακαλέσασθαι , πῶς Ὀρέστης
ἔτυχε τοῖς πρωτουργοῖς αἰτίοις . οἷον φέρε ὁ δικαστὴς τὸν φονέα κολάζειν βούλεται καὶ οὐ τόνδε τὸν ἄνθρωπον , κολάζει
6072969 κολασαι
, ἀφεῖναι δὲ τοῦτον ὃν ὑμῖν πολλῶν ἕνεκ ' ἄξιον κολάσαι , προσέχετε τὸν νοῦν οἷς ἐρῶ , ἵν '
νῦν ὁρᾶται μετῆλθε λέγεται καὶ μετελθεῖν ἀντὶ τοῦ διαχειρίσασθαι καὶ κολάσαι . Πορεύομαι ἐγὼ καὶ πορεύω ἕτερον , ὡς παρὰ
6067074 ἀνῃρηκεναι
μὲν ποταμὸν ἀποστρέψαι εἰς τὴν θάλασσαν καὶ διὰ τοῦτο μεμυθεῦσθαι ἀνῃρηκέναι τὸν ἀετὸν Ἡρακλέα , τὸν δὲ Προμηθέα λῦσαι τῶν
μηδίζειν τὸ φορεῖν Μηδικὴν ἐσθῆτα , καὶ τοῦ τὸν μάγον ἀνῃρηκέναι τὸν τύραννον τὸ εἴσω τῶν παρ ' αὐτοῦ ὑποσχεθεισῶν
6066747 αἰτησας
καὶ ἀξιοῖ πεῖσαι μὴ δοθῆναι αὐτοῖς λέγων ὅτι καὶ Πεισίστρατος αἰτήσας καὶ λαβὼν ἐτυράννησεν . αὕτη δὲ ἡ πίστις οὐκ
δὲ γενομένου ἐλθὼν εἰς τὸ μέσον ὁ Αἴσωπος καὶ σιγὴν αἰτήσας ἔφη “ ἄνδρες εὐσεβεῖς , ἐπεὶ ὁ ἀετὸς τῶν
6059121 προεμενος
' ἔστι μοι τάλαντον ὑπεριδόντι ; τεύξομαι δ ' ὕπνου προέμενος ; οὐ δώσω δὲ κἀν Αἵδου δίκην ὡς ἠσεβηκὼς
ἐμοῦ σοι γινόμενον , οὐδὲ γὰρ τὸν βίον ὑπὲρ σοῦ προέμενος ἀξίαν ἀποδώσειν χάριν ὧν εὖ πέπονθα . τῶν κατ
6057277 ἀπατησαι
. καὶ αὐτὸς δὲ ὁ χρυσὸς δαμασίφρων , ἐπεὶ ἱκανὸς ἀπατῆσαι . ἐνυπνίῳ δ ' ᾇ τάχιστα πείθεσθαι : τοῦ
τυραννοῦντα τὴν καθ ' ἑαυτὸν ἐλαύνειν , τὸ τοὺς δορυφόρους ἀπατῆσαι , τὸ σῶσαι τοὺς νόμους , τὸ δοῦλον ἐλεύθερον
6043520 κατηγορησας
πολεμήσας ἕως Κροτώνης . Ὅτι τῶν Ῥωμαίων ὁ Ἀννίβας πολλὰ κατηγορήσας εἰς ὠμότητα καὶ πονηρίαν , μᾶλλον δ ' ὑπερηφανίαν
μιᾷ : τῇ περιττῇ ὑπέστην : ἀνεδεξάμην δίκην λαχών : κατηγορήσας ὑπερημέρους : ἐκπροθέσμους εἷλον ἐρήμην : ἐρήμη ἐστὶν ὅταν
6036019 ὀργιζομενος
ἐπέλθῃ , ἐπιπεσεῖ , ἀναβράσει . κελεύων : κεντῶν , ὀργιζόμενος . Βουτύπος : ὁ οἶστρος , τὸ κέντρον τοῦ
, τὸ δὲ Αἰσχίνου πως βλάπτει . σωφρονεῖ δὲ καὶ ὀργιζόμενος ὁ ῥήτωρ : κρύπτει γὰρ ἐν προοιμίοις τὴν προσηγορίαν
6035419 ἀνελοντος
πρόσωπον δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ τὸν εὐνοῦχον ὡς μοιχὸν ἀνελόντος , κατὰ τόπον δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ τὸ
τετρακόσια ἐμπρήσαντος ἄστη καὶ μυριάδας ἀνδρῶν τριάκοντα ἐν μόναις μάχαις ἀνελόντος ἐπί τε τὴν Ῥώμην πολλάκις ἐλάσαντος καὶ ἐς ἔσχατον
6030878 φησαντος
Σκέπτου δὲ τοῦ ἀπὸ τῆς Κορίνθου τὸν μὲν πηλὸν εὑρηκέναι φήσαντος , τὸν δὲ Πλάτωνα ζητεῖν , ἐπικόπτων αὐτὸν ὁ
δὲ καὶ Ἀμύντᾳ ἔλεγεν ἑαυτὸν ἐπιτρέψειν . τοῦ Φουρνίου δὲ φήσαντος οὐδ ' Ἀμύνταν ἂν δέξασθαι τόδε ὕβριν ἔχον ἐς
6027747 κατεφρονησεν
τὸ μὲν πρῶτον ἐπέστειλεν ἀπέχεσθαι Χερρονήσου κελεύουσα , ὡς δὲ κατεφρόνησεν ὁ Σκύθης , παραλαβοῦσα ἑκατὸν εἴκοσιν ἄνδρας τοὺς ψυχὴν
ποιήσαντος δὲ δὴ ταῦτα ἐμοῦ οὗτος τοσοῦτον περιεγένετό τε καὶ κατεφρόνησεν καὶ κατεγέλασεν τῆς ἐμῆς ὥρας καὶ ὕβρισενκαὶ περὶ ἐκεῖνό
6026264 φοβηθεις
: Προσπεσεῖν τῷ Ἡρακλεῖ ἐκ λόχου οἱ Μολιονίδαι , αὐτὸς φοβηθεὶς ἔφυγε . Οὐκ ἐπιγλωττήσομαι : Ἀριστοφάνης , οὐ βλασφημήσω
παρηγορῶν . εἰσελθέτω σε μήποθ ' ὡς ἐγὼ Διὸς γνώμην φοβηθεὶς θηλύνους γενήσομαι , καὶ λιπαρήσω τὸν μέγα στυγούμενον γυναικομίμοις
6023803 τρισαριστεως
πρᾶξις ἐκ τῆς προαιρέσεως δοκιμάζεται : οἷον ὡς ἐπὶ τοῦ τρισαριστέως τοῦ τὸν παῖδα ἀποκτείναντος : ἐπειδὴ γὰρ οὗτος ἀποκέκλειται
ἔχουσιν , εἴπερ μηδὲ πρᾶγμα ἐξεταζόμενον : οὔτε γὰρ ἐπὶ τρισαριστέως τοῦ μητρυιὰν ἔχοντος καὶ αἰχμάλωτον καὶ ἐπὶ σημείοις φαρμάκων
6004556 ἀδικουμενος
ἡδοναῖς κωλύεται χρῆσθαι : μισεῖ καὶ Χριστιανοὺς ὁ κόσμος μηδὲν ἀδικούμενος , ὅτι ταῖς ἡδοναῖς ἀντιτάσσονται . Ἡ ψυχὴ τὴν
καὶ ἄκων τὰ ἄδικα πάσχων καὶ βλαπτόμενος ἁπλῶς ἂν εἴη ἀδικούμενος , ἀντικείμενος τῷ ἁπλῶς ἀδικοῦντι καὶ τούτων ὡς ὁ
6003839 κτειναντος
ὅτι πολὺ διαφέρει : ἃ γὰρ ἂν ἐπισυνέβη σωφρονοῦντός σου κτείναντος , ταῦτα οὐ γέγονε νῦν μαινομένου ἀποκτείναντος : οἷον
μηδὲν ἀπὸ τῆς τέχνης ἀντιπράξαντι τετυραννοκτονηκέναι δοκεῖν , καὶ μὴ κτείναντος πᾶν τὸ δοθὲν ἑτοίμως ὡς ἐπὶ σωτηρίᾳ μου λαβόντος
6000901 ἀδελφου
μητρὸς ὑμῶν : ἐγὼ γάρ εἰμι ἐκ τῶν υἱῶν Ησαυ ἀδελφοῦ Ιακωβ , οὗ ἡ μήτηρ ὑμῶν ἐστιν Δινα ,
Ἡφαιστίωνος παῖδας : Κρατερῷ δὲ Ἀμαστρίνην τὴν Ὀξυάτρου τοῦ Δαρείου ἀδελφοῦ παῖδα : Περδίκκᾳ δὲ τὴν Ἀτροπάτου τοῦ Μηδίας σατράπου
5999232 ἐπιτρεψαντος
ἀποθανόντος , Ἀτρέως δὲ μητρὸς ἀδελφοῦ ὄντος αὐτῷ , καὶ ἐπιτρέψαντος Εὐρυσθέως , ὅτ ' ἐστράτευε , Μυκήνας τε καὶ
διὰ γραμμάτων τὰ γενόμενα καὶ τί χρὴ ποιεῖν ἤρετο . ἐπιτρέψαντος δ ' αὐτῷ τοῦ συνεδρίου πράττειν , ὅ τι
5997397 μεθειναι
ἐν τῷ φόβῳ νομίζοντες ἡγοῦντο οὐδ ' ἂν Πομπήιον κρατήσαντα μεθεῖναι τὴν μοναρχίαν . Στρατιὰ δ ' ἦν , ὡς
Ἶσιν δεδεμένον παραλαβοῦσαν οὐκ ἀνελεῖν , ἀλλὰ καὶ λῦσαι καὶ μεθεῖναι : τὸν δ ' Ὧρον οὐ μετρίως ἐνεγκεῖν ,
5995455 προσποιησαμενος
ταύτῃ ζητουμένου ἀνδρὸς βασιλικοῦ γένους ἐνεχείρισεν ἑαυτὸν τοῖς συμπράττουσι , προσποιησάμενος Μιθριδάτου τοῦ Εὐπάτορος υἱὸς [ εἶναι ] , καὶ
' ὁ Ῥόδιος ὑπηρετῶν τότε τοῖς Πέρσαις καὶ στρατηγῶν , προσποιησάμενος φιλίαν καλεῖ πρὸς ἑαυτὸν ξενίας τε ἅμα καὶ πραγμάτων
5989358 δεσποτου
, δεύτερον ἀγωνιστὴν τοῦ δράματος ἔχουσα δήμιον δοῦλον , σφαγέα δεσπότου , μαστιγίαν ἀνδρὸς ἀλιτήριον , ὃς ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου
κάλλος , ὅταν ἔχῃ νοῦν σώφρονα . Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν . Ὡς ἡδὺ τῷ σωθέντι μεμνῆσθαι πόνων
5988100 ἐπιβουλευθεις
καὶ ἀποστερηθήσεται ὑπὸ φίλων καὶ γαμήσει γυναῖκα ἣν καὶ ἐκβαλεῖ ἐπιβουλευθεὶς παρ ' αὐτῆς , ἕξει δὲ πολλοὺς ἐχθροὺς οὓς
, ἱππεῖς ὀκτακισχιλίους , ἐλέφαντας διακοσίους . ὑπὸ δὲ οἰκέτου ἐπιβουλευθεὶς ἐσφάγη , στρατηγήσας ἔτη ἐννέα . Κελταὶ δὲ μετὰ
5985196 ἠμυνατο
ἀργῷ πᾶς φαληριῶν λύθρῳ στόρθυγξ , δεδουπὼς τὸν κτανόντ ' ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον ὀρχηστοῦ σφυρόν . τρίτος δὲ τοῦ
' αὐτὸν μοῦνον ἀνθρώπων δόλῳ ἔκτεινεν : εἰ γὰρ ἐμφανῶς ἠμύνατο , Ζεύς τἂν συνέγνω ξὺν δίκῃ χειρουμένῳ : ὕβριν
5984782 Χαιρεας
τὴν θύραν ἐμήνυσε τὴν σπουδήν . ὡς δὲ στρατηγὸς ἀγαθὸς Χαιρέας ” κάλει “ φησί : ” πόλεμος γὰρ ἀναβολὴν
παραδοθήσῃ γὰρ ἀντεραστῇ τυράννῳ , καὶ τάχα μὲν οὐδὲ πιστευθήσῃ Χαιρέας εἶναι , κινδυνεύσεις δὲ μᾶλλον , κἂν ἀληθῶς εἶναί
5983456 ἀταφον
καὶ πάντων ἐγεγένηντο ὠμότατοι , τί πλέον εἶχον ἢ ῥίψαντες ἄταφον ἀπαλλάττεσθαι ; τῶν δ ' ἐν ὁδῷ παριόντων ἴσως
ἀνθρώπων ἀγριότητι , εἴγε καὶ Ἀθηναῖοι Φωκίωνα τὸν χρηστὸν ἔρριψαν ἄταφον . καὶ Ὀλυμπιὰς δὲ ἔκειτο γυμνὴ ἡ τεκοῦσα τὸν
5976249 κοιρανοις
δυσγενὴς εἶναι δοκεῖ . μὴ νεῖκος , ὦ γεραιέ , κοιράνοις τίθου : σέβειν δὲ τοὺς κρατοῦντας ἀρχαῖος νόμος .
συντυχὼν Λαΐῳ ἐφ ' ἅρματος ὀχουμένῳ , κελεύοντος τοῦ κήρυκος κοιράνοις ἐκποδὼν μεθίστασθαι , μὴ πειθόμενος παρὰ τοῦ ἡνιοχοῦντος τῷ
5976013 προσκαλουμενος
: Ἅγιος , ἅγιος , ἅγιος κύριος ὁ θεὸς ὁ προσκαλούμενος αὐτὸν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν . ἔκρυψεν δὲ Ἁβραὰμ τὸ
δικαστῶν . ὁ δὲ βασιλεὺς καθ ' ἕνα τῶν δικαστῶν προσκαλούμενος ἐπηρώτησε , τίσι δικαίοις προσσχὼν ἕκαστος ἀπέλυσε τὸν κατηγορούμενον
5972007 κρυφα
πόλεμον . Ὅτι Διότιμος Ἀθηναίων ναύαρχος πελάγιον πλοῦν μέλλων πλεῖν κρύφα συναγαγὼν τοὺς τριηράρχας προεῖπεν αὐτοῖς , ὅτι τὰς κάλλιστα
τοὺς λόγους ἐκφέρων ] τὰ δικαιώματα τῶν ἀνακειμένων αὐτῷ μηνύων κρύφα τοῖς ἀντιδίκοις καὶ προδιδοὺς τὰ πράγματα . . ἐπικέκλυκε
5970153 τεθναναι
τε τοῦ κατὰ τὸ ζῆν καὶ ἐπὶ τοῦ κατὰ τὸ τεθνάναι : τὸ δὲ οὗτος ἐπὶ μόνου τοῦ τῆς ζωῆς
δὲ τοῦτο , ὃ καλοῦσιν οἱ ἄνθρωποι ζῆν , τῷ τεθνάναι : ὡς οὖν ὁ θάνατος διάκρισις ψυχῆς ἀπὸ σώματος
5969252 δρασειν
μὲν ἔφθασε τοσοῦτον ὅσον Πάχητα ἀνεγνωκέναι τὸ ψήφισμα καὶ μέλλειν δράσειν τὰ δεδογμένα , ἡ δ ' ὑστέρα αὐτῆς ἐπικατάγεται
ὁρῶσιν ὡς κόρυθα ποιούμενος , εἴτε θεοὺς ἐγκαλυπτόμενος ὧν ἔμελλε δράσειν . ἀνελθόντι δὲ ἐς τὸ ἱερὸν καὶ τοῖς Γρακχείοις
5958793 βασανιζομενος
ἐπιφέρειν : ἐπειδὴ δὲ ἀνεγνώσθη τὸ γραμματείδιον καὶ ὁ ὕστερος βασανιζόμενος οὐ συνεφέρετο τῷ γραμματειδίῳ , οὐκέτι οἷόν τ '
δὲ τούτοις κατάμιξον καὶ θρῆνον τοῦ πατρός : ὡς δὲ βασανιζόμενος ὁ πρῶτος ἀπέθανεν , εὐθὺς ἐστρέβλου τὸν δεύτερον ,
5957361 εὐνουχου
ἐποίησεν ἐπίγραμμα τοιοῦτον : [ . . . ] Ἑρμίου εὐνούχου τε καὶ Εὐβούλου τόδε δούλου μνῆμα κενὸν κενόφρων τεῦξεν
ὡς ἤδη πέμπτην ἡμέραν αὐτῷ συγκαθεύδουσα οὕτως ἀνέστην ὡς ἀπὸ εὐνούχου . ἔοικα δὲ εἰκόνος ἐρᾶν : μέχρι γὰρ τῶν
5951891 τιμωρησασθαι
προκείμενον , καὶ κηρύξαι μᾶλλον τὰς ἀριστείας ἢ τὸν ἄνθρωπον τιμωρήσασθαι : ἰστέον δὲ ὅτι τῶν ἀντιλήψεων αἱ μέν εἰσιν
, ὅτι δεῖ τιμωρήσασθαι αὐτόν , ὁ θυμὸς ὥσπερ προσταχθεὶς τιμωρήσασθαι , ᾄττει ἐπὶ τοῦτο . συλλογίζεται μὲν οὐδέν ,
5951350 οἰκετου
παραδοῦσα καὶ τὴν κεφαλὴν στέψασα τῷ διαδήματι , τῷ δὲ οἰκέτου σχῆμα περιέθηκεν : τὸν δέ τινα καλὸν εἶναι ἐκόσμησεν
οἷον ἐπὶ τῆς κατὰ θέλησιν εἰδήσεως , ὡς εἴ τινος οἰκέτου πεπραχότος τι ἄτοπον ἐξετάζομεν , εἰ μετὰ γνώμης τοῦ
5945316 δεδοικως
δώσειν ὑπέσχετο . Ὁ δὲ οἰκτείρει μὲν τὴν κόρην , δεδοικὼς δὲ τὴν Μαντὼ ἔρχεται παρὰ τὴν Ἀνθίαν καὶ λέγει
δι ' Ἀρμενίας ἐποιεῖτο τὴν πορείαν σφοδροτέραν , μάλιστα μὲν δεδοικὼς μὴ καὶ τοῦτο ἐπαίτιον αὐτῷ γένηται πρὸς βασιλέως ,
5944725 ἀναγκαζομενος
ἔπειθ ' ἥρωας ἀγαυούς , ὥστε ὑπὸ νόμου τις αὐτῶν ἀναγκαζόμενος ὀμόσαι , καίτοι εὐορκεῖν μέλλων , ὅμως ὑπὲρ τοῦ
παιδὸς ἑάλω καὶ ἔτι μᾶλλον ἔξω τῶν φρενῶν ἐγένετο πολλάκις ἀναγκαζόμενος παριέναι τὸ διδασκαλεῖον ἤδη κρατούμενος ὑπὸ τοῦ πάθους .
5940912 ἀπεκτεινεν
λοιπὴν διήγησιν ἔληξεν εἰς τὰ τελευταῖα , μέχρι τοὺς μνηστῆρας ἀπέκτεινεν Ὀδυσσεύς , καὶ πρὸς τοὺς γονέας αὐτῶν φιλίαν ἐποιήσατο
Σωφάνης , ὃς τὸν Ἀργεῖόν ποτε πένταθλον Νεμείων ἀνῃρημένον νίκην ἀπέκτεινεν Εὐρυβάτην βοηθοῦντα Αἰγινήταις . στρα - τὸν δὲ ἔξω
5930121 αὐτοχειρ
ἀκόντων τελευτᾷ , καθαρὸς ἔστω κατὰ νόμον . ἐὰν δὲ αὐτόχειρ μέν , ἄκων δὲ ἀποκτείνῃ τις ἕτερος ἕτερον ,
Ἐπάφου λέγων εἶναι τῆς ἀληθείας κυρήσεις καὶ οὐ ψεύσηι . αὐτόχειρ ] αὐτὸς ὁ πατὴρ φυτουργὸς τοῦ γένους , ὁ
5918919 προσταττοντος
κελεύσαντος αὐτὸν σὺν βίᾳ , βασάνους δὲ ἐπιφέρειν τῇ Τιμύχᾳ προστάττοντος : ἐνόμιζε γὰρ , ἅτε γυναῖκά τε οὖσαν καὶ
σὺν βίᾳ , βασάνους δὲ ἐπι - φέρειν τῇ Τιμύχᾳ προστάττοντος , ἡ γενναία συμβρύξασα ἐπὶ τῆς γλώσσης τοὺς ὀδόντας
5917206 καλεσαντος
τῶν γυναικῶν αἱ τρίχες . Πύρρος Ἠπειρώτης ἐνέβαλεν εἰς Ἄργος καλέσαντος αὐτὸν Ἀριστέως Ἀργείου . οἱ μὲν Ἀργεῖοι συνέδραμον ἐς
Ἀραμβούς , ” ὡς τοῦ ποιητοῦ τοὺς νῦν Ἄραβας οὕτω καλέσαντος , καθάπερ καὶ ὑπὸ τῶν ἄλλων ὠνομάζοντο κατ '
5906169 συγχωρουντος
δ ' αὖ καὶ ἄγνωστον ᾖ τὸ λεγόμενον καὶ μὴ συγχωροῦντος τοῦ λαμ - βάνοντος ὅμως λαμβάνηται , τηνικαῦτα αἴτημα
αὐτὸν , μηδενὸς αὐτῷ συγχωροῦντος : ἄλλως : οὐδενὸς αὐτῷ συγχωροῦντος ζῆν οὗτος βιάζεται ἀδίκως τούτου τυχεῖν βουλόμενος , τοῦ
5905637 ἁμαρτων
πληγῇ ταύτῃ δευτέρᾳ πληγεὶς ἀπεχώρουν Ἀθηνῶν τε ὁμοῦ καὶ ἐλπίδος ἁμαρτών . ἦν δέ τις αὐτόθι Διονύσιος , ἀνὴρ Σικελιώτης
* ἀλειφθέντας ὑπὸ Μελησίου . εὐτυχίᾳ θεικῇ . ἀνδρείας . ἁμαρτών , ἀλλὰ καὶ ἀνδρεῖος ὤν . . Δέον εἰπεῖν
5903974 εἰργασμενος
ἀπόλλυσιν νόσος ; ἡ σύνεσις , ὅτι σύνοιδα δείν ' εἰργασμένος . πῶς φήις ; σοφόν τοι τὸ σαφές ,
ἐκεῖνοι μὲν ἔφευγον , ὁ Δεινίας δὲ ὑπεξέρχεται τηλικοῦτον ἔργον εἰργασμένος . Καὶ τὸ μέχρι τῆς ἕω παρὰ τῷ Ἀγαθοκλεῖ
5903577 ὑποπτευσας
τὴν χύτραν ἔρριψε καὶ συνήψει . ὁ δὲ Ξάνθος , ὑποπτεύσας μή πως ὁ Αἴσωπος τὸν λείποντα πόδα μὴ εὑρὼν
τὴν Λυσιακὴν οὐδὲ τὴν εὐστομίαν ἔχουσιν ἐκείνης τῆς λέξεως , ὑποπτεύσας τε καὶ βασανίσας εὗρον οὐκ ὄντας Λυσίου . ὧν
5897493 θελοντος
σε ἀπὸ τῶν δεσμῶν , μὴ βουλομένου τοῦ Διὸς καὶ θέλοντος ; : Πρέπει εἶναι αὐτόν , τὸν μέλλοντά με
αὐτοὺς ἐν ὑποταγῇ τῷ θέλοντι ἀφηγεῖσθαι , μηδενὸς τῶν ἀνδρῶν θέλοντος τήν τε οὐσίαν πᾶσαν εἰς μέσον ἔθηκε καὶ τῆς
5895086 πατρωιαν
] . οὗτος δὲ πῶλος τῆιδ ' ἀνειμένος πόλει θανὼν πατρώιαν γαῖαν ἐκσώσειεν ἄν . πικρὸν δ ' Ἀδράστωι νόστον
Τέκνον , οὐ τολμᾶις ὅσια κτείνων σὰν ματέρα : μὴ πατρώιαν τιμῶν χάριν ἐξανάψηι δύσκλειαν ἐς αἰεί . τίς νόσος

Back