ποιεῖσθαι : κωλυθέντα γὰρ παραχρῆμα πνιγέντα διόλλυται μηδὲ πρὸς τὸ ἀκαρὲς ἀντισχεῖν οἷά τε ὄντα πρὸς τὸ κωλῦον τὴν συνέχειαν
μέν ἐστιν ἔξω πᾶς ἄφρων , κἂν συνημερεύων μηδ ' ἀκαρὲς ἀπολείπηται , εἴσω δὲ πᾶς σοφός , κἂν μὴ
6159243 βαδιζοντι
τὸν ἄνδρα , ἀλλὰ τοῦτόν γε Πλάτωνι τῷ Ἀρίστωνος περιτυχόντα βαδίζοντι ἔξω τοῦ τείχους μετά τινων γνωρίμων καὶ ἰδόντα σεμνὸν
, λευκὸν τινὶ βαδίζοντι ὑπαρχόντως , καὶ συνάγεται κίνησις παντὶ βαδίζοντι ἐξ ἀνάγκης . καὶ τὸ οὐδενὶ οὕτως : κίνησις
6034697 ἐκτετασθαι
δὲ δοκεῖ καὶ ταύτης τῆς διαστάσεως τὸ πρὸς ἀνατολὰς μέρος ἐκτετάσθαι πλέον ἢ δεῖ , συναιρέσεώς τε τῆς εὐλόγου κἀνταῦθα
παράλληλον οὖσαν τῷ ἰσημερινῷ διὰ τὸ τὴν μεταξὺ χώραν ἀντίαν ἐκτετάσθαι τῇ μεσημβρίᾳ : τὴν δ ' ἀπὸ Ζαβῶν ἐπὶ
6020005 ἐκκρεμασθαι
: ἀλλ ' ἐπὴν κατακλίνῃ , δοκέει οἷόν περ λίθος ἐκκρέμασθαι , καὶ ἐξοιδέει , καὶ ἐξερεύθει , καὶ οἱ
ὁ μαθηματικὸς τοῦ φυσικοῦ καὶ ἀρχηγικώτερος : ἐκ γὰρ τούτου ἐκκρέμασθαι ὑπελάμβανε τὴν τῶν ἄλλων εἰλικρινῆ νόησιν . χαρακτὴρ μὲν
6013231 βλεπομενον
νεμόμενον ἢ ἑρπετὸν φαρμάξῃ συρόμενον ἢ χρόνος δαπανήσῃ ἐπικείμενον , βλεπόμενον , ἐπαινούμενον . Τοῦτο Ἀφροδίτη κάλλους ἔλαβεν ἆθλον :
δειλότατον ἦν : ἐὰν γὰρ ὑπό τινος ὀφθῇ καὶ αἴσθηται βλεπόμενον , ᾗ ποδῶν ἔχει φεύγει , καὶ κέχρηται προθυμίᾳ
5977476 ὑπηχουν
τὸ οὖς ἐπὶ τῷ κρυστάλλῳ , κἂν μὲν αἴσθηται μὴ ὑπηχοῦν κάτωθεν τὸ ῥεῦμα μηδὲ ὑποψοφοῦν ἡσυχῇ εἰς βάθος ,
παραβάλλει τὸ οὖς τῷ κρυστάλλῳ : κἂν μὲν αἴσθηται μὴ ὑπηχοῦν κάτωθεν τὸ ῥεῦμα μηδὲ ὑποψοφοῦν ἡσυχῆ ἐς βάθος ,
5860235 ἐπικαθεζεσθαι
φόβον καὶ εἰς τοσοῦτον κατεφρόνησαν αὐτοῦ , ὥστε ἐπιβαίνειν καὶ ἐπικαθέζεσθαι τούτῳ . μὴ ἀξιοῦντες δὲ τοῦτον ἔχειν βασιλέα ἐκ
τὸ ἡγεμόνι ὑποτετάχθαι , ἀναιροῦσι δὲ διὰ τὸ τοῖς ἀψύχοις ἐπικαθέζεσθαι . ἐγκλείειν δὲ μελίσσας ἀγαθόν , καὶ ἀναιρεῖν ὁμοίως
5831227 ἀσμενους
καταφυγοῦσα , ἀλλ ' οὕτω διαθεῖσα τοὺς πολεμίους ὥστ ' ἀσμένους ἂν ἐκείνους ἰδεῖν , εἴ τις εἰρήνην ἄγειν δυνηθείη
' ὄντας ἀριθμῆσαι πάρα , τοὺς δ ' ἐκ θαλάσσης ἀσμένους πεφευγότας , νεκρῶν φέροντας ὀνόματ ' εἰς οἴκους πάλιν
5802165 Λαβρον
ὀφθαλμοὺς , τὸ δὲ στόμα ἐν μέσῳ τῶν ὀφθαλμῶν . Λάβρον : λαίμαργον . Αἰεί : διηνεκῶς . ψαμάθοισι :
ἀποπέμψῃ , ὑπαντλήσῃ . ἀέξῃ : σωρεύσῃ , συναθροίσῃ . Λάβρον : σφοδρὸν , πολὺν , βαρὺν , μέγαν :
5793630 μετεωρῳ
Τέτμητο καὶ διακέκριτο πάντα καὶ στέλεχος στελέχους ἀφειστήκει , ἐν μετεώρῳ δὲ οἱ κλάδοι συνέπιπτον ἀλλήλοις καὶ ἐπήλλαττον τὰς κόμας
τε καὶ Παιόνων Ἰλλυριῶν καὶ ὁπόσα ἔθνη μέχρις Ἰταλίας φέρεσθαι μετεώρῳ νύκτας ἐφεξῆς καὶ ἡμέρας , οὐ Πληιάδας ἱστοροῦντι καὶ
5779151 μελλητας
ὁρίοις τυχών . ὁ Κρόνος ἐν τόπῳ Ἄρεως νωθεῖς , μελλητάς , ἐν ἰδίαις καὶ ἐν δημοσίαις πράξεσιν ἀτόνους .
δὲ ἐξικέσθαι ἀντὶ τοῦ ἀρκεῖν . πιστεῦσαι : θαρρῆσαι . μελλητάς : ἀναβεβλημένους . ἀποδημηταί : ὑπερόριοι τῆς οἰκείας πατρίδος
5742898 ἐξακουεσθαι
ὁ δὲ ὄχλος κατεβόα καὶ τὴν φωνὴν τοῦ κινδυνεύοντος ἐκώλυεν ἐξακούεσθαι : τὸ γὰρ πλῆθος τῶν δημοτικῶν , ἀπωσμένον τῆς
καὶ καχλάζει ἐπὶ μέγα , ὡς καὶ πόρρω ἔτι ὄντων ἐξακούεσθαι τὸν κτύπον τοῦ κύματος . καὶ ἦν μὲν προεξηγγελμένα
5720532 ἀλεᾳ
' ὑπὸ τὰ πτερύγια τὸν λεγόμενον οἶστρον . χαίρει δὲ ἀλέᾳ : διὸ καὶ πρὸς τὴν ἄμμον πρόσεισι . γίνεται
οὐκοῦν ἐν κρυμῷ μέν φησιν ὁ Ἀβδηρίτης συμμένει , ἐν ἀλέᾳ δὲ ὡς τὰ πολλὰ ἐκπτύεται . ἀνάγκην δὲ εἶναι
5712017 πεπλωματος
διὰ τοῦ κόλπου . φέρουσα ] χοῦν δηλονότι . βυσσίνου πεπλώματος ] τοῦ βασιλικοῦ ἱματίου . . μηδέ τῳ δόξῃ
γυνή περ οὖσα , τῷδε μηχανήσομαι , κόλπῳ φέρουσα βυσσίνου πεπλώματος , καὐτὴ καλύψω : μηδέ τῳ δόξῃ πάλιν .
5711918 πεπερανθαι
γὰρ τὸ ἄπειρον ὅλον φησίν , ὁ δὲ τὸ ὅλον πεπεράνθαι μεσσόθεν ἰσοπαλές [ , ] . . . ,
ἔχειν . ἐνίοις μὲν οὖν συμβαίνοι γ ' ἂν καὶ πεπεράνθαι καὶ πρός τι συνάπτειν , τοῖς δὲ πεπεράνθαι μέν
5675371 διαπνοιαν
ταύτην ἠστερικέναι . Διογένης δὲ κισηροειδῆ τὰ ἄστρα λέγει , διάπνοιαν δ ' αὐτὰ νοεῖται κόσμου . Πλάτων δὲ ἐκ
ὑποκάτω μικρὸν τοῦ τραχήλου , ὥστε μὴ πνίγεσθαι , ἀλλὰ διάπνοιαν ἔχειν . δεῖ δὲ τοὺς ἐκκενουμένους πίθους παραχρῆμα σμήχειν
5672453 βυσσινου
χῶμα , διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ὀρύττειν . κόλπῳ φέρουσα βυσσίνου πεπλώματος : τὸ τοῦ βυσσίνου πέπλου χῶμα παρακομίζουσα πρὸς
. μηχανήσομαι ] ἐκ μηχανῆς ποιήσω . θ τῷ τοῦ βυσσίνου πέπλου κόλπῳ τὴν γῆν παρακομίζουσα , ὡς ἐπιβάλλειν μέλλουσα
5663410 πλεωσιν
τὸ κοίλωμα τοῦ ναυτικοῦ προσαγαγεῖν , ἵνα κατὰ πρύμναν αὐτῶν πλέωσιν . Ὅτι τις πλείονας κεκτημένος ὀφείλει προτάξαι τὰς ἴσας
Ἀσφάλειος ] τιμᾶται Ποσειδῶν Ἀσφάλειος παρ ' Ἀθηναίοις ἵνα ἀσφαλῶς πλέωσιν . τονθορύζοντες : λάθρᾳ φθεγγόμενοι ἢ ὑπότρομοι τὰ χείλη
5653261 ὀρρομενον
πολλά . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον . ὀρρόμενον ] διεγειρόμενον . ὀρρόμενον ] κινούμενον . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον , διεγειρόμενον ,
κακὸν τὸ καθ ' ἡμῶν διεγειρόμενον καὶ ἐπαιρόμενον πολλά . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον . ὀρρόμενον ] διεγειρόμενον . ὀρρόμενον ]
5587628 κρυσταλλῳ
καλούμενος . Διπλοῦς οὗτος τὸ εἶδος , ὁ μὲν ἐοικὼς κρυστάλλῳ , πλὴν ὅσον καθάπερ ἀκτῖνές τινες ἢ τρίχες αὐτῷ
Γεννᾶται δὲ ἐν τῇ Ἰνδικῇ . Ὅμοιος δέ ἐστι τῷ κρυστάλλῳ , ἔξαυγος καθὰ καὶ ὁ κρύσταλλος . Ὁ μέντοι
5585804 φλεγεθει
πῦρ , τό τ ' ἐπεσσύμενον πόλιν ἀνδρῶν ὄρμενον ἐξαίφνης φλεγέθει , μινύθουσι δὲ οἶκοι ἐν σέλαϊ μεγάλῳ : τὸ
παναληθῶς Διὸς ἵμερος : οὐκ εὐθήρατος ἐτύχθη . παντᾷ τοι φλεγέθει κἀν σκότῳ μελαίνᾳ ξὺν τύχᾳ μερόπεσσι λαοῖς . πίπτει
5579831 ἐπειγομενης
καὶ τὸ ποιὸν ἐπαυξηθείσης : ἤδη δὲ καὶ πρὸς ἕτερον ἐπειγομένης εἶδος χολῆς . Τὰ δὲ φαιὰ καὶ πελιδνὰ καὶ
ἐπιταχύνων , ὃ μάλιστα τῶν ἐπὶ σήψει ἐστὶν ἴδιον , ἐπειγομένης τῆς δυνάμεως διὰ τῆς συστολῆς ἐκκρῖναι τὰ σηπεδονώδη καὶ
5561413 κεασαι
κόσμος κεφαλῆς . κεάσαι σχίσαι : “ διὰ δὲ ξύλα κεάσαι . ” σημαίνει καὶ τὸ καῦσαι . κεδνή σώφρων
καὶ ὀσφύος , καὶ ἀπὸ τοῦ ὀρχέεσθαι καὶ πτίσαι καὶ κεάσαι καὶ δραμεῖν πρὸς ἄναντες χωρίον καὶ πρὸς κάταντες ,
5561346 Κυψελοις
κατὰ στάσιν ἐπικαλεσαμένων σφᾶς , ἅμα δὲ καὶ τὸ ἐν Κυψέλοις τεῖχος ἀναιρήσοντες , ἢν δύνωνται , ὃ ἐτείχισαν Μαντινῆς
λιμένι τὸν στόλον τήν τε τοῦ βασιλέως ἀθρόαν ἔφοδον ἐν Κυψέλοις μαθόντες ἐξεπλάγησάν τε τῷ γινομένῳ καὶ τὴν αἰτίαν μηδαμοῦ
5557794 ἰχθυι
: ἁλιεύς . Οἱ : αὐτῷ , ἁλιεῖ , τῷ ἰχθύι . τυτθόν : ὀλίγον , μικρόν . ὑπείξεται :
ποιητέον , τὰ κοινὰ καὶ παντὶ ὑπάρχοντα ἢ ὄρνιθι ἢ ἰχθύι τὰ μὲν ἐκ τῶν διαιρέσεων τοῦ ἀνωτέρω γένους λαμβάνοντας
5556847 Ὁλῳ
γένους φείδεσθαι , εὐλαβουμένους τὴν ὑπὸ τῶν βαρβάρων δουλείαν ; Ὅλῳ καὶ παντί , ἔφη , διαφέρει τὸ φείδεσθαι .
' εἴπερ , τὸ μὴ ὂν ἐν τῷ ὄντι . Ὅλῳ οὖν ἐντυγχάνει τῷ ὄντι : οὐ γὰρ ἦν ἀποσπᾶσθαι
5556521 ἐρυματι
μὴ γνοῖεν ἥκοντας αὐτοὺς οἱ πολέμιοι , πρὶν ἐπὶ τῷ ἐρύματι γένωνται . ὡς δὲ πλησίον ἐγένοντο τοῦ χάρακος οἱ
μαίων ἱππεῖς ἐν τάξει ἠκολούθουν . ἐπεὶ δὲ πρὸς τῷ ἐρύματι ἦσαν , ἑτέρα γίνεται μάχη τῶν ἱππέων ἐπιβαινόντων τοῖς
5537221 ἀνυποδητον
ἐμμελῶς πάντων ἔχοντα , τὸν δὲ ἄνθρωπον γυμνόν τε καὶ ἀνυπόδητον καὶ ἄστρωτον καὶ ἄοπλον : ἤδη δὲ καὶ ἡ
† ἀνεγκαῖον , ὅπερ ἐστὶ τὸ Διοσκούρειον . . . ἀνυπόδητον : διὰ τοῦ η . . . ἀνθρώπινον καὶ
5528380 φορτιῳ
ἐξάψαντες ὅπλον ἐξ αὐτοῦ ἐπισπώμεθα τοσαύτῃ βίᾳ , ὅση τῷ φορτίῳ ἰσόρροπός ἐστιν . ἐὰν δὲ ἑλκύσαντες ἐκ τοῦ φορτίου
σιτηγεῖν αὐτὸς ἐθελήσας , εἶθ ' ὡς οὐκ ἀρκῶν τῷ φορτίῳ τόνδε αὑτῷ συμπλεῖν ἀξιοῖ , οὐχ ἵνα συμπλεύσειεν ,
5525115 γηλοφῳ
Ἀλέξανδρος ἔχων τοὺς ἀπὸ τῶν ἵππων καταβεβηκότας πεζοὺς πρὸς τῷ γηλόφῳ ἦν . καὶ οὗτοι ἐπιγενόμενοι μόγις ἐξέωσαν τοὺς Ἰνδοὺς
ἑκάστην σχήματα ἀδύνατον περιλαβεῖν , ἢ πᾶσα ἐν ὄρει καὶ γηλόφῳ ἕστηκεν ἢ πᾶσα ἐν πεδίῳ ἢ πῆ μὲν ἐν
5518365 ἐπενεχθεντος
, καθάπερ ἐν ταῖς ἀναβάσεσι τῶν ποταμῶν , τοτὲ μὲν ἐπενεχθέντος ἑτέρωθεν τοτὲ δ ' αὐξηθέντος τοῦ ὕδατος . ἀλλ
ἀπόροις γυμνάσαντες ἐξασθενοῦσι καὶ καθάπερ οἱ καταλευσθέντες ἢ τείχους αἰφνίδιον ἐπενεχθέντος προκαταληφθέντες , οὐδ ' ὅσον ἀνακύψαι δυνάμενοι πνιγῇ τελευτῶσιν
5515754 ἐνεπνευσεν
αὐτὸν τῆς κακοπαθείας ἐποίησεν . ἰστέον ὅτι , ἐὰν γράφηται ἐνέπνευσεν κάματον βίῃ , ἐπὶ τοῦ ὄφεως ἀκουστέον , τουτέστιν
ὁ ἔχις εὐθέως πόνον καὶ ἀλγηδόνα εἰς τὴν δύναμιν αὐτοῦ ἐνέπνευσεν καὶ ἐνέβαλεν . εἰ δὲ γράφεται ἀνέπνευσεν καμάτων τοιοῦτόν
5515260 κατεηγοτος
Διὰ οὖν ταύτας τὰς προφάσιας , τοῦ μὲν ἔξωθεν ὀστέου κατεηγότος , ταχεῖαι αἱ ἐπιβάσιες , τοῦ δὲ ἔσωθεν κατεηγότος
ἐπὶ τὸ σκέλος πολλῷ βραδύτερον δύναιντ ' ἂν , τουτέου κατεηγότος . Ἢν δὲ τὸ ἔξω ὀστέον κατεηγῇ , πουλὺ
5508219 διτονῳ
, ὁ δὲ τῷ μεγίστῳ τῶν ἀσυνθέτων διαστημάτων ὀξύτερος τῷ διτόνῳ θηλύτερος : οἱ δὲ μέσοι λογιζέσθωσαν ὡς ἐπαμφοτερίζοντες .
βαρὺ καὶ ἐπὶ τὸ ὀξὺ τεθήσεται . Τόνος δὲ πρὸς διτόνῳ ἐπὶ τὸ ὀξὺ μόνον τίθεται . τιθέσθω γὰρ ἐπὶ
5504487 χαινειν
καθίϲτανται . καθίϲαντεϲ τοίνυν τὸν ἄνθρωπον πρὸϲ αὐγὴν ἡλίου καὶ χαίνειν κελεύϲαντεϲ ὑπηρέτου διακρατοῦντοϲ τὴν κεφαλὴν ἑτέρου τε τῷ γλωϲϲοκατόχῳ
οὐδ ' ἄν γε χρυσίου λέγῃ . εἴρηται παρὰ τὸ χαίνειν χάνη καὶ ἀχάνη τοῦ α ἐπιτατικοῦ νοουμένου , ὡς
5494397 ἐμπληκτως
ὕπατος ὑπ ' Ἀλπείοις καταλαβών , οὐ δυσχερῶς ἐκράτησεν ἀνδρὸς ἐμπλήκτως ἀλλόκοτον ἔργον ἐπὶ νοῦν λαβόντος τε καὶ ἐς πεῖραν
ὑπομεῖναν νουθεσίας ἐπιβολὴν παρ ' αὐτοῦ , πρὸς δὲ καὶ ἐμπλήκτως ἀποσκορακίσαν τὴν τοῦ Πυθαγόρου συντυχίαν . Ἐμπεδοκλῆς δὲ σπασαμένου
5490337 ἑστος
ἀλλὰ σεμνὸν καὶ ἅγιον , νοῦν οὐκ ἔχον , ἀκίνητον ἑστὸς εἶναι ; Δεινὸν μεντἄν , ὦ ξένε , λόγον
ταύτης τό τε κινούμενον μεταβάλλει ἐπὶ τὸ ἑστάναι καὶ τὸ ἑστὸς ἐπὶ τὸ κινεῖσθαι . Κινδυνεύει . Καὶ τὸ ἓν
5479899 καυτηριοις
πλείονος μὲν φερομένου αἵματος , ἐπιφλέγειν διαφανέσι καὶ πάχος ἔχουσι καυτηρίοις , προϋποκειμένου ὀθονίου διπτύχου τοῖς ἐξ ὧν τὸ αἷμα
, ὡς ἐπὶ τῶν σκελῶν εἴρηται , ἢ τοῖς πυρηνοειδέσι καυτηρίοις καίειν ὁμοίως ἐκ συνεχῶν συμμέτρων τῶν μεταξὺ διαστημάτων πρὸς
5477955 ποτιμωτατον
τὴν εἰς βάθος δεχομένην τὰ σπέρματα . . εὐτραφέστατον ] ποτιμώτατον , γλυκύτατον . . ὅσων ἵησιν Ποσειδῶν ] τὸν
ἥδιστα ; τὸ γὰρ αὐτὸ ψυχρόν τε καὶ διαυγὲς καὶ ποτιμώτατον καὶ χάρισιν ἐγκεχρισμένον καὶ προσηνὲς ὁμιλῆσαι σώμασιν . οὐ
5477843 ἐπιβαθρας
μηχανήματα ὅταν ἐγγὺς ᾖ , καὶ τοὺς κριοὺς καὶ τὰς ἐπιβάθρας πρῶτον μὲν κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον ἐπᾶραι τὸ τεῖχος
ἐργάσασθαι θέλων : τὰ γάρ τοι κατολισθαίνοντα οὐ κρατεῖ τῆς ἐπιβάθρας , ἀλλ ' ἐκεῖνα μὲν κατηνέχθη , ὁ δὲ
5466537 ἀκλινως
σάρκινον ὄγκον , „ τὰ ὑποδήματα „ λέγω , περιειληφότας ἀκλινῶς καὶ παγίως ἑστῶσι ” τοῖς ποσί ” , καὶ
ᾧ ὁ λόγος ὅρκος ἐστίν , ἕνεκα τοῦ τὴν διάνοιαν ἀκλινῶς καὶ παγίως ἔτι μᾶλλον ἢ πρότερον ἐρηρεῖσθαι . πρεσβύτερος
5465894 ἐφαλλομενοι
καὶ ἀθλητὰς λέγουσιν . Ἀσκωλίζοντες . ἐφ ' ἑνὸς ποδὸς ἐφαλλόμενοι ἢ στερούμενοι τῶν κατὰ φύσιν . Ἀσπαλιεύς . ἁλιεύς
ἀλλὰ καὶ οἱ δελφῖνες ἀνασκιρτῶντες καὶ τῆς θαλάττης ἀνοιδούσης λείως ἐφαλλόμενοι χειμῶνα καὶ τάραχον ἐπιόντα μηνύουσι . Ταύρου δέ φασιν
5463065 διοδων
ἄπειροι μὲν ὄντες οἱ πλείους ἐν σκότῳ καὶ πηλῷ τῶν διόδων ᾗ χρὴ σωθῆναι , ἐμπείρους δὲ ἔχοντες τοὺς διώκοντας
ἐν τοῖς λόφοις ἔδεισαν διὰ τὸ ἄνυδρον , μὴ τῶν διόδων ἀφαιρεθῶσι . καὶ συμφεύγουσιν ἐς τὴν Πρωμόναν . ὁ
5460803 ἀσθενεστερῳ
] + ἐλεύσεται . θαλερωτέρῳ ] χαυνοτέρῳ . θαλερωτέρῳ ] ἀσθενεστέρῳ καὶ ἀναπεπτωκότι . θαλερωτέρῳ ] ἀσθενεστέρῳ . Ξ θαλερωτέρῳ
μόνον τῷ μὲν βιαιοτέρῳ τὸ μεῖζον ἑπόμενον , τῷ δὲ ἀσθενεστέρῳ τὸ ἔλαττον . ἡ δὲ παρὰ τὰ δι '
5447068 συνελκεται
ἢ μυόντων . Διὰ τί ἐν ταῖς χολέραις τὰ ἄκρα συνέλκεται καὶ σπᾶται καὶ καταψύχεται , καὶ ἀμαυρὸν τὸν σφυγμὸν
τῆς τοῦ πνεύματος παραθέσεως : τὰ δὲ ἄκρα ψύχεται καὶ συνέλκεται , τῷ καὶ τὸ ἐν τούτοις θερμὸν πρὸς τὴν
5443332 μεμετρημενον
ὄντιἢ ἐν μεμετρημένῳ : ἀλλ ' οὐχ οἷόν τε τὸ μεμετρημένον ἀμετρίαν ἔχειν καθ ' ὃ μεμέτρηται . Καὶ οὖν
ἀκρίτοις καὶ ἀφειδέσι μεγαλοδωρίαις ἐντρυφᾶν τὴν ἐς τὸ σωφρονέστερον καὶ μεμετρημένον διὰ σπάνιν χρημάτων μεταβολὴν οὐ φειδὼ σώφρονα οὐδὲ σύμμετρον
5442701 ἐσκιρρωμενον
πυρίᾳ : πολλάκις γὰρ ἐν τῷ διακινεῖσθαι καὶ αἰωρεῖσθαι τὸν ἐσκιρρωμένον σύνδεσμον ἢ τένοντα ὑπὲρ τὸν ἀναφερόμενον ἀτμὸν διελύθη ὁ
ἐὰν δὲ τὸ ἄκρον τοῦ μαστοῦ ἢ καὶ ἕως ἡμισείας ἐσκιρρωμένον ᾖ , δοκιμαζέσθω ὁ ἀκρωτηριασμὸς χωρὶς καύσεως , οὐ
5441993 Νομιζουσι
σφι ἐδέδοκτο ἐκ τοῦ φανεροῦ τοῖσι Πέρσῃσι πολεμίους εἶναι . Νομίζουσι δὲ ταῦτα καὶ διαβεβλημένοισι ἐς τοὺς Πέρσας ἐν τούτῳ
ἐνύδριες ἐν τῷ ποταμῷ , τὰς ἱρὰς ἥγηνται εἶναι . Νομίζουσι δὲ καὶ τῶν ἰχθύων τὸν καλεόμενον λεπιδωτὸν ἱρὸν εἶναι
5441345 στενουσθαι
, μηδὲ εὐσύνοπτον τοῖς ἐχθροῖς γίνεσθαι , μηδὲ εἰς βοσκὰς στενοῦσθαι . Ἐγγιζόντων δὲ τῶν ἐχθρῶν ὡς περὶ ἓξ ἢ
στέφους σοῦ σκῆπτρα λαμπρύναντος ἐν μοναρχίᾳ , ἐκεῖνον εἱρκτῇ καὶ στενοῦσθαι καὶ μένειν , ἀλλ ' ἢ σὺν αὐτῷ σὲ
5440615 ἀκαταστατον
ἀξίωμα ἔχοντα τὸν λόγον ἐργάζεται , ὥσπερ ἐν θαλάττῃ πνεῦμα ἀκατάστατον ὡς ἂν τύχῃ κινούμενον , καὶ πάλιν ὥσπερ σκηπτὸς
τῶν πάντων καὶ ἀσυνθετώτατον , ὥσπερ ἐν θαλάττῃ κῦμ ' ἀκατάστατον , ὡς ἂν τύχῃ κινούμενον . ὁ μὲν ἦλθεν
5436047 Γεροντα
τρυφὴ λάμπει μέν , ἐς δ ' ὀλίγον χρόνον . Γέροντα δυστυχοῦντα τῶν αὑτοῦ κακῶν ἐπαγόμενον λήθην , ἀνέμνησας πάλιν
' αὐτοῖς Πύλῳ , καὶ γνωρίσματα δεικνύντες Γέρηνον τόπον καὶ Γέροντα ποταμὸν καὶ ἄλλον Γεράνιον , εἶτ ' ἀπὸ τούτων
5424795 ἐδαφει
Κάραβος . παρὰ τὸ βαίνειν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς προηκούσης τῷ ἐδάφει . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ Συμποσίῳ . Κοίρανος .
τούτοις γὰρ καὶ ζητεῖν ὅλως δεῖ τὰς ἀλλοιώσεις καὶ μεταβολὰς ἐδάφει καὶ ὕδατι καὶ ἀέρι καὶ ἐργασίᾳ . Καὶ γὰρ
5418269 κυκλωθεν
Ἀθηναίων καὶ τοὺς τόπους τοὺς θαλασσίους , ἄλλας δὲ νῆας κύκλωθεν περὶ τὴν τοῦ Αἴαντος νῆσον , τουτέστι τὴν Σαλαμῖνα
καὶ ἐξ αὖ τῆς προσθέσεως γίνεται ἐπίῤῥημα πέριξ ἀντὶ τοῦ κύκλωθεν . Αἰόλα : ποικίλα τῇ πονηρίᾳ . Ἀλλ '
5415184 ἐρραφθαι
εἶναί φησι Διόνυσον θεόν , ἐκεῖνος ἐν μηρῶι ποτ ' ἐρράφθαι Διός : ὃς ἐκπυροῦται λαμπάσιν κεραυνίαις σὺν μητρί ,
τοῦ στόματος φυσηθὲν ὀδύνην δῆθεν ποιήσῃ τῷ στόματι ἐν τῷ ἐρράφθαι . . . . Λεωσθένην ] ὁ Λεωσθένης Ἀθηναῖος
5402553 κατοπτριζεσθαι
κατέβη φήσας εὐλαβεῖσθαι μὴ ἱπποτυφίᾳ ληφθῇ . τοῖς μεθύουσι συνεβούλευε κατοπτρίζεσθαι : ἀποστήσεσθαι γὰρ τῆς τοιαύτης ἀσχημοσύνης . πίνειν δ
ἐν τῇ πλατείᾳ πλησίον ἀγορᾶς καὶ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὸ κατοπτρίζεσθαι . † ἐπὶ δὲ τούτοις συγχωρηθὲν αὐτῷ † κατωπτρίσατο
5386381 Μαρωνειᾳ
πολύ γε μᾶλλον , ἔφη , ἢ ἀνθρώπου . ἐν Μαρωνείᾳ δ ' ἔφη οὐ γίνεσθαι ἔαρ , ἀλλ '
. ὁ δὲ πολυμαθέστατος Ἀρχέστρατός φησιν : σηπίαι Ἀβδήροις τε Μαρωνείᾳ τ ' ἐνὶ μέσσῃ . Ἀριστοφάνης Θεσμοφοριαζούσαις : ἰχθὺς
5378930 βιαζηται
πάλιν οὔσης τῆς ἀναχωρήσεως , ἢν καὶ ὑφ ' ἡμῶν βιάζηται , τό τε πλῆθος αὐτῶν οὐκ ἄγαν δεῖ φοβεῖσθαι
. χρηϲτέον δὲ ὅμωϲ καὶ τούτοιϲ , ὅταν ἀνάγκη μεγάλη βιάζηται : μεγίϲτη δὲ ἀνάγκη τοῦ χρῆϲθαι φαρμάκοιϲ ἐϲχαρωτικοῖϲ ἢ
5374196 ἐκφρονα
τῇ νάρδῳ , ποιεῖ δὲ ἐπισφαλῶς τῷ βαδίζειν χρῆσθαι , ἔκφρονα πρὸς τούτοις καθίστησιν , ἐν μιᾷ τὸν πιόντα αὐτὸ
αὐτόθι ἱερόν . ταύτας τὰς θεάς , ἡνίκα τὸν Ὀρέστην ἔκφρονα ἔμελλον ποιήσειν , φασὶν αὐτῷ φανῆναι μελαίνας : ὡς
5371253 ἀμαυρουμενον
δοκεῖ τοῖς πολλοῖς τοιοῦτον ἡ φιλία εἶναι , εὐδιάλυτον καὶ ἀμαυρούμενον ὑπὸ τῆς ἀπουσίας , ὅταν χρόνιος ᾖ . οὐ
μᾶλλον φωτίζοντος καταλάμπηται καὶ ἀφανὲς τὸ παρὰ τούτων γίνηται φῶς ἀμαυρούμενον τῷ λαμπροτέρῳ . ἐν μέντοι τῇ νυκτὶ μέχρι τινὸς
5352630 ἐφελκομενον
ἦν ἀποπτάμενον τοῦ σώματος , οὐκέτι τι τῆς ἐκείνου ὕλης ἐφελκόμενον ἐφαντάζετο , τὸ δὲ καθαρώτατον τῆς ψυχὴς ἀπελθὸν αὐτὸς
μὲν πρῶτον ἐφήδρευε * τῇ πόλει πρὸς τὸν Εὔμαχον , ἐφελκόμενον βαρὺ τὸ στρατόπεδον διὰ τὰς ἐκ τῶν ἁλουσῶν πόλεων
5351733 ἀχανη
χρυσίου λέγῃ . εἴρηται παρὰ τὸ μὴ χαίνειν χάνη καὶ ἀχάνη , τοῦ α ἐπιτατικοῦ νοουμένου ' . . .
χρυσίου λέγει „ . εἴρηται παρὰ τὸ χαίνειν χάνη καὶ ἀχάνη τοῦ α ἐπιτατικοῦ νοουμένου , ὡς τὸ ἀχανές πέλαγος
5345523 λεπτωι
μῆνα ἕκαστον , ὁ δὲ ἥλιος ἐν τξεʹ ἡμέραις καὶ λεπτῶι , ὃς δὴ χρόνος καλεῖται ἐνιαυτὸς ἡλιακός . ὁμοίως
, . τὸ δὲ βρέφος περιέχεται χιτῶσι , τῶι μὲν λεπτῶι καὶ μαλακῶι : ἀμνίον αὐτὸν Ἐ . καλεῖ .
5343501 θανατηρον
. ᾧ : τῷ τραύματι . ἀνάρσιον : ὀλέθριον , θανατηρὸν , ἀναιρετικόν . Ἐννέμεται : ἐστὶ , τρέφεται ,
ὅλον . ὀδόντων : ἀπό . Πευκεδανόν : πικρὸν , θανατηρὸν , ἀπὸ μεταφορᾶς τῆς οὔσης φύσει πικρᾶς . ζαμενῆ
5339135 ξυνοισετον
ξυνοίσετον ] συνάψουσι . θ ξυνοίσετον ] ἀλλήλοις . Ξ ξυνοίσετον ] συνάψουσι καὶ κομίζουσιν . Ξ πολεμίους ] +
οἶδε τὸν Δία νικηθέντα πώποτε παρά τινος . . . ξυνοίσετον ] συνάψουσι . . ὁ μὲν ] Ἱππομέδων .
5336467 ἐξισχῃ
τοῦ πήχεος καὶ βραχίονος : ἃ γὰρ ἂν τούτων ἐξαρθρήσαντα ἐξίσχῃ ἕλκος ποιησάμενα , πάντα , ἢν ἐμβληθῇ , θάνατον
μυκτῆρι πονηροῦ . καὶ ἐὰν μὲν ὅλος ὁ ὀφθαλμὸς ἔξω ἐξίσχῃ ἀναιδοῦς ἦθος : μικρὸς δὲ ὑπάρχων πανούργου καὶ ἀβεβαίου
5334589 μεταρριπτει
ὅπερ διακωλύει τὴν ἐπ ' ὀρθὸν φορὰν ἀλλὰ περικλᾷ καὶ μεταρρίπτει . τοῦτο μὲν οὖν πρὸς τῷ μὴ ἀληθὲς οὐδ
ἔστ ' ἀνεπιδόκητον ἀνθρώποις κακόν , ὀλίγῳ χρόνῳ δὲ πάντα μεταρρίπτει θεός . οὐ μέθυσός ἐσθ ' ; ὁ γὰρ
5331170 μωρως
καὶ ἐνόμιζεν οὐκ ἐν εὐβουλίᾳ , ἀλλ ' ἀβούλως καὶ μωρῶς κρατήσειν πάντων τῶν θεῶν καὶ τοῦ Ποσειδῶνος αὐτοῦ ,
: τὴν φωνὴν μιμούμενος ὁ Σωκράτης φησίν . ἠλίθιον : μωρῶς , ἀπαιδεύτως , ἀνοήτως . ὡς ἠλίθιον : ὡς
5330401 κακοπραγουντι
ὕδεροι μάλιστα τοῖς φθινώδεσι . διαγνώσῃ δὲ τοὺς ἐπὶ σπληνὶ κακοπραγοῦντι , ἑτοίμως δὲ καὶ τοὺς ἄλλους ἐπὶ φθίσει γινομένους
τόνου καὶ πάρεσις . γίνεται δὲ τοὐπίπαν ἐπὶ στόματι γαστρὸς κακοπραγοῦντι καὶ στομάχῳ μεθ ' ἱδρώτων ἀκατασχέτων . τινὲς δὲ
5328250 ἑστωτι
εἰ γὰρ καὶ ἐλέγομεν τὸ λευκὸν μηδενὶ ὑπάρχειν βαδίζοντι μηδὲ ἑστῶτι , ἐπειδὴ ἀποφάσκεται αὐτῶν καὶ οὐ κατηγορεῖται , διὰ
τινα κινουμένη κίνησιν . δῆλον δὲ τῷ ἐπὶ τοῦ αἰγιαλοῦ ἑστῶτι κατὰ τὴν κυμάτωσιν : ἅμα γὰρ κλύζονται οἱ πόδες
5328187 σφηνουται
ἐν τῷ ὑμένι τῷ περικειμένῳ τῷ ἥπατι , καὶ ἐκεῖσε σφηνοῦται , καὶ βήττοντες οὐδὲν ἀναπτύουσιν ἄξιον λόγου . ὀλίγιστον
κενοῦται . ποτὲ δὲ παχύ ἐστι , καὶ τοῦτο μένον σφηνοῦται καὶ ἐμπυΐσκεται . ποῦ δέ ; μάλιστα γὰρ ἐν
5327459 ἐπαιρομενη
ἀριθμῆται κινδύνους τῳ συμπάντων ἄρχειν ἀξιοῦντι , τοτὲ δ ' ἐπαιρομένη , ἐπειδὰν τὸ μέγεθος τῆς ἐξουσίας τε καὶ τιμῆς
ἔννοιαν , ὡς ἡ μὲν ὑφ ' ὧν ἐπάγεται χρημάτων ἐπαιρομένη τὰ πολλὰ κρατεῖν ἀξιώσει τοῦ συνοικοῦντος , ἡ δὲ
5320285 ἀπληρωτον
πολυβλαβές . τὸ ἀβλαβές . τὸ βλαβερόν . καὶ τὸ ἀπλήρωτον . ἀβληχρόν βʹ : τὸ ἀβίαστον . καὶ τὸ
. Φιλῶν ἃ μὴ δεῖ οὐ φιλήσεις ἃ δεῖ : ἀπλήρωτον γὰρ ἡ ἐπιθυμία , διὰ τοῦτο καὶ ἄπορον :
5315887 οὐρειν
. οὕτως Ἡρακλείδης ὁ Ποντικός . Οὐρανός . ἀπὸ τοῦ οὐρεῖν καὶ φυλάττειν πάντα , καὶ κηπωρὸς , καὶ θυρωρὸς
' ἐν προχοῇς ποταμῶν ἅλαδε προρεόντων μηδ ' ἐπὶ κρηνάων οὐρεῖν , μάλα δ ' ἐξαλέασθαι : μηδ ' ἐναποψύχειν
5315247 ὠτι
τὸ ἣν τῷ μεταγνῶναι λύσαιτε . καὶ μὴν καὶ τὸ ὦτί ἂν εἰπὼν μήτε ἁμαρτάνειν δοκοίνη μήτε ψευσαίμην ; λίαν
. ὁ σός , Αἰσχίνη ] ἀποστροφή . εἶτ ' ὦτί ἂν εἰπών σέ τις ὀρθῶς προσείποι ; ] διὰ
5314224 εὐκοπως
, ταῦτα ἀποβαλοῦνται , ἀλλὰ τὴν καθ ' ἡμέραν ζωὴν εὐκόπως εὑρήσωσι : μέθυσοι : εὐσεβεῖς δὲ αἱ πράξεις αὐτῶν
ῥήγνυσθαι μήτε ἐπέκτασιν λαμβάνειν : δύναται δὲ μετὰ τὴν χρείαν εὐκόπως ἐξαιρεθεὶς ὁ τόνος ἐκ τοῦ πλινθίου τίθεσθαι εἰς ἔλυτρον
5303590 τυφωδης
ἐλαιώδη καὶ νοτώδη προσαγορεύουσιν , ἱδρῶτας ἐπιφέρων δυσώδεις . ἢ τυφώδης ἐστὶ πυρετὸς ὁ μετὰ νωθρείας γιγνόμενος καὶ μετ '
ὁ θεράπων ὁ τοῦ Ἀττικοῦ , ὑπὸ τεταρταίου ἁλισκόμενος , τυφώδης , ἱδρύθη . Ἕτερος τὴν αὐτὴν ὥρην ἀληθεῖ τυφωμανίῃ
5302675 ἰλιγγιᾳ
πρὸς τὴν θάλασσαν , οὕτω καὶ ὁ δῆμος ναυτιᾷ καὶ ἰλιγγιᾷ ἀφορῶν πρὸς τὰ πράγματα . καὶ τοῖς συναντῶσιν ἐρωτώμενοι
κυβερνήτης ὅπως χρὴ σώζειν τὴν ναῦν πολλάκις ἤδη σεσωκὼς , ἰλιγγιᾷ δὲ ὁ κρείττων ὑπὸ τοῦ χείρονος , κιχάνῃ δὲ
5300577 ὑπακουοι
διανοίγειν καὶ διαστέλλειν κατ ' ὀλίγον : εἰ δὲ μὴ ὑπακούοι , κατακλίνειν τὴν γυναῖκα καὶ καταπλάσσειν ὠμῇ λύσει τὸ
' ἀρχὰς ῥᾳδίως πρὸς τὸν καταρτισμόν . εἰ δὲ μὴ ὑπακούοι , διὰ σπόγγου περιφεροῦς προστεθέντος ἐνδιατάσσειν μετεωριζομένων τῶν μηρῶν
5296694 ἐπαλληλον
μυρία : τὴν παρ ' ὅλον τὸν βίον συνεχῆ καὶ ἐπάλληλον ἁγνείαν , τὸ ἀνώμοτον , τὸ ἀψευδές , τὸ
πολλάκις διά τε τὰς ἄλλας αἰτίας , καὶ δι ' ἐπάλληλον ἔκτρωσιν . παρέπεται δὲ ταῖς πασχούσαις συνουσίας ἀποστροφὴ ,
5293090 ῥᾳθυμουντα
τοῖς ἄλλοις πρᾴως προσφερόμενος Ἀλβανίῳ : περὶ δὲ λόγους εἰ ῥᾳθυμοῦντα λάβοις , χαλεπὸς ἴσθι καὶ δίκην ἀπαίτει : κἂν
μηδὲ εἷς αὐτὸν ἐξελέγξει μηδὲ κωλύσει πίνοντα καὶ καθεύδοντα καὶ ῥᾳθυμοῦντα , ἑτέρωσε ἀποχωροῖ ποι , ἆρα τούτους ἀναχωρεῖν ῥητέον
5290103 εἰσδυεται
, ἀναφερομένης γὰρ τῆς τοιαύτης ἀναθυμιάσεως ἕλκεται τῇ πνοῇ καὶ εἰσδύεται πόρρω . διὸ καὶ βαρύνει τὰς κεφαλὰς καὶ ὅλα
καὶ διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν θερμότατον ὂν τῶν λοιπῶν . εἰσδύεται γὰρ μάλιστα καὶ πλεῖστον , ὥστε θιγγάνειν τῆς ἀρχῆς
5287703 ἐκμαθω
πόδα κρύψον κατ ' ἄλσος , τῶνδ ' ἕως ἂν ἐκμάθω τίνας λόγους ἐροῦσιν : ἐν γὰρ τῷ μαθεῖν ἔνεστιν
. Τοῦτ ' αὐτὸ νῦν δίδασχ ' , ὅπως ἂν ἐκμάθω . Δώσων ἱκάνω τοὐμὸν ἄθλιον δέμας σοὶ δῶρον ,
5287124 παρῳχημενῳ
ἀμερής ἐστιν , οὔτε ἀρχὴν ἕξει , ᾗ συνάπτει τῷ παρῳχημένῳ , οὔτε πέρας , ᾧ συνάπτει τῷ μέλλοντι :
ἀναγινώσκω παραγίνεται Τρύφων : ἀκα - τάλληλον γὰρ τὸ ἐν παρῳχημένῳ . ὁμοίως καὶ ὁ ἵνα ἀποτελεστικός , ἵνα φιλολογήσω
5284965 λαρυγξ
. Κυνάγχη ἐστὶ φλεγμονὴ τῶν ἔνδον μυῶν τοῦ λάρυγγος : λάρυγξ δέ ἐστι τὸ στόμα τῆς ἀρτηρίας , ὅθεν ἀναπνέομεν
ἡ μὲν ἔξωθεν λέγεται φάρυγξ , ἡ δὲ ἔσω λέγεται λάρυγξ . Φωνητικὰ ὄργανα ταῦτα : γαργαρεών , λάρυγξ ,
5283756 φειδωλον
νωθέστερος τῷ κεκινημένῳ πλέον : ἐνέγκαι δ ' ἂν καὶ φειδωλὸν ὁ περὶ τὰς δαπάνας ἐκκεχυμένος , καὶ πρὸς φιλόδοξον
τοῦ ποτέ , ποτὲ δὲ , τοῦ πῶς . . φειδωλὸν : Φειδωλός ἐστιν ὁ φεύγων τὸ δοῦναι , ὁ
5277333 κεκυφοτα
ἐκαρτέρησεν . ἐγὼ δὲ πρὸς ἐμαυτόν , ὡς ἑώρων ἤδη κεκυφότα τῷ γήρᾳ , τὴν Ἀγαμέμνονος ἐποιούμην εὐχήν , ἣν
ἐκ τοῦ βυθοῦ ἀναφαίνονται . Δύσιν δὲ λέγοντες , κροκόδειλον κεκυφότα ζωγραφοῦσιν : ἀποκῦπτον γὰρ καὶ κατωφερὲς τὸ ζῷον .
5275684 ἐκπεσῃς
μῆλον Ἀφροδίτης ἐστὶν ἱερόν . ἀποθραυσθῇς : ἀντὶ τοῦ ” ἐκπέσῃς “ . μηδ ' Ἰαπετὸν καλέσαντα : λῆρον ,
] τὸ πλῆθος . κῦμα ] ταραχή . τουτέστι μὴ ἐκπέσῃς τοῦ δέοντος καιροῦ . καὶ τόνδε καιρὸν λαβέ :
5275089 Οὐρον
, τουτέῳ ᾑμοῤῥάγησεν ἐξ ἀριστεροῦ , καὶ ἐλύθη πεμπταίῳ . Οὖρον πολλὴν ὑπόστασιν ἔχον ῥύεται τὰς παρακρούσιας , οἷον καὶ
, καὶ περὶ τούτων , ὅσον εἰκός , μνημονεύσομεν . Οὖρον οὖν ἄριστον τῷ κατὰ πάντα συμμέτρῳ ἀνθρώπῳ ὑπόξανθον ἢ
5274795 ἀφεστος
ἐν διαστολῇ τοῦ ὑγροῦ συλλελεγμένου , περιτρῆσαι δεῖ ὅλον τὸ ἀφεστὸς ὀστέον καὶ ἐκκόψαι . ἐν δὲ τῷ περιτιτρᾶν τοῦ
σύριγγος μετὰ τὴν διαίρεσιν ἀπαιωροῖτο τοῦ δέρματος , περιελοῦμεν τὸ ἀφεστὸς τῆς συμφύτου σαρκός : εἰ δὲ τὸ σχῆμα τῆς
5273109 ἀβουλητῳ
' ἀγνοηθείς : ὀργὴ γὰρ θεοῦ ἀλλότριον : ἐπ ' ἀβουλήτῳ γὰρ ἡ ὀργή , θεῷ δὲ οὐδὲν ἀβούλητον .
ὄντι , εἰ τοῦθ ' οὕτως ἔχοι , περιπίπτοιεν ἂν ἀβουλήτῳ πράγματι . ἀλλ ' ἴδωμεν εἴ τι τοιοῦτον πάσχουσι
5271516 κατερριμμενον
ἐπὶ τειχομαχίᾳ γεγενημένην ποτέ , καὶ μάλιστα δὴ περὶ τὸ κατερριμμένον τοῦ τείχους . μεθυσθέντες γὰρ τῷ πολέμῳ καὶ ὅλους
δὲ ἐντὸς τοῦ ἄστεος ὁρῶντες τό τε πολὺ τοῦ τείχους κατερριμμένον καὶ τὸν βασιλέα ὅσον οὐκ ἤδη προσβαλοῦντα αὐτοῖς ἰσχυρῶς
5270088 λεπτοτατων
συμβαίνει πάθη . Ἀναξίμανδρος ἄνεμον εἶναι ῥύσιν ἀέρος , τῶν λεπτοτάτων ἐν αὐτῷ καὶ ὑγροτάτων ὑπὸ τοῦ ἡλίου κινουμένων ἢ
ἐκουφίσθη , κρέμαται . λεπτολογεῖν ] ἐξετάζειν , ἀδολεσχεῖν περὶ λεπτοτάτων , ἀκριβῶς ἐρευνᾶν . , λεπτολογίας ζητεῖν . ζητεῖ
5268287 διακοπηναι
κατὰ τὴν ὁδὸν ἐδάφους εἰς τάφρου γεωργικῆς εὖρος καὶ βάθος διακοπῆναι , κατὰ δέος μή τι πρὸς ἐπιβουλὴν ἀφανῶς ἐπικρύπτηται
ὄρνιθες ἢ τοῖς ἀγκίστροις οἱ ἰχθύες , σιδήρῳ δὲ ὅτι διακοπῆναι οὐ χαλεπὴ ἦν : καὶ ὀπὸν ὅτι ἀνίει πολὺν
5264867 πληγηι
, τῆι μὲν συνθραύσει τὸν κτύπον ἀποτελεῖ , τῆι δὲ πληγῆι καὶ τῶι σχισμῶι διαυγάζει , τῆι δ ' ὀξύτητι
. . , Δ . φύσει ἀκίνητα λέγων τὰ ἄτομα πληγῆι κινεῖσθαί φησιν . ̈ . , Δ . ἓν
5263353 περιφερεσθαι
ἄνδρα τιμήσαντες . Φαβωρῖνος δέ φησι γηράσαντα αὐτὸν ἐν φορείῳ περιφέρεσθαι : καὶ τοῦτο λέγειν Ἕρμιππον , παρατιθέμενον ἱστορεῖν Ἀρκεσίλαον
ἐπιβουλότατον δὲ καὶ ταραχωδέστατον : ἅπαντα γὰρ εὐθὺς ἐδόκει μοι περιφέρεσθαι πιόντι καὶ τὸ σπήλαιον αὐτὸ ἀνεστρέφετο καὶ οὐκέτι ὅλως
5258447 ἀερωδει
ὥστε ἐκδεδαπανῆσθαι μὲν τὴν ὑποτεταγμένην ὑγρότητα , ξηρᾷ δὲ καὶ ἀερώδει ἀναθυμιάσει ἀναμεμίχθαι . Μέσος ἐστὶ σφυγμὸς ὁ μηδὲ μὲν
εἰς διαπύρους ἄνθρακας καὶ ῥίπιζε συνεχῶς : ὅταν δὲ σποδῷ ἀερώδει μᾶλλον ἐμφερὴς γένηται τὴν χρόαν , ἀνελόμενος ἀπόθου .
5257811 ὑποχωρει
τρωθέντος δὲ τοῦ ἀνευρύσματος , ἐξακοντίζεται τὸ αἷμα δυσεπισχέτως . ὑποχωρεῖ μὲν οὖν κἀν τοῖς οἰδήμασι θλιψάντων ἡ ὕλη τοῖς
' ἔξω διαστρέφεται , ἔσθ ' ὅτε δ ' ὀπίσω ὑποχωρεῖ . πάλιν δὲ δεῖ , τοῦ πάσχοντος καθεδρίου ἐσχηματισμένου
5257792 συνεσταλμενος
δυνάμεως οὐ κατεπλάγη τοὺς βαρβάρους , καίπερ εἰς ὀλίγους στρατιώτας συνεσταλμένος . ἔχων δὲ πόλεμον πρὸς Ἱκέταν διελύσατο πρὸς αὐτὸν
, ἐκπλαγείς , φρίττων , τρέμων , ἐπτοημένος ἐξεπτοημένος , συνεσταλμένος , τεθορυβημένος , τεταραγμένος , ἐξεστηκώς . φοβερῶς ἔχων
5256393 γηϊνοις
καὶ ἐπιστημόνων ἀεὶ καὶ ἐπὶ γῆς πολιτεύεσθαι μὴ πεφυκότων μηδὲ γηΐνοις συζῇν σώμασιν . ἡ γὰρ τοῦ καταχθονίου δαίμονος πρόσρησις
ὑπὸ δὲ λήθης τῶν ἐκεῖθι καλῶν καὶ ἐκπλήξεως τῆς ἐπὶ γηΐνοις ἐς τὰ στερεώτερα καὶ ὕλῃ σύντροφα καταφερομένην . διὸ
5249172 ἀσκωλιαζειν
ποδὸς αἰωρουμένου κατὰ μόνου τοῦ ἑτέρου πηδᾶν ἐποίει , ὅπερ ἀσκωλιάζειν ὠνόμαζον . ἤτοι εἰς μῆκος ἡμιλλῶντο , ἢ ὁ
ὀποπάνακος ἔμιξα , τὸ λιπαρώτατον ἐκλέγων καὶ πρόσφατον . καὶ ἀσκωλιάζειν δὲ κατὰ θατέρου σκέλους ἐποίουν τὸ παιδάριον , ὅπως
5241436 ἀνελλιπες
παναρκεῖς . . παντοδύναμοι . . τέλειοι ] ἀνελλιπεῖς : ἀνελλιπὲς γὰρ τὸ θεῖον . . δορύπονον ] ποταπὴν αἰχμάλωτον
αὕτη ὁμοίως διέμεινε πολύυδρος . Παρὰ τὸ βέβαιον οὖν καὶ ἀνελλιπὲς , Βεβαία . : Φέρεται δὲ τοῦτο καὶ ἐν

Back