αὐτοῖς . ἢ ὅτι τὰ συμβάντα αὐτοῖς ζωγράφος τις Πάμφιλος ἀθηναῖος εἰς τὴν στοὰν τῶν Ἀθηναίων ἔγραψεν . ἀπαρτὶ :
πανδελετίους : ἤτοι ζῶν ἀπὸ συκοφαντιῶν . Πανδέλετος γὰρ ῥήτωρ ἀθηναῖος καὶ συκοφάντης γνώμας καινὰς ἐφευρίσκων . ἦν εἷς τῶν
7220529 Ἀτρεστιδας
κατασκήπτοντ ' αὐταῖς τῇ γνάθῳ . Θεόφιλος δέ φησιν : Ἀτρεστίδας τις Μαντινεὺς λοχαγὸς ἦν , ἀνδρῶν ἁπάντων πλεῖστον δυνάμενος
οὕτως μὰ τὴν γῆν εὐρύθμως τῇ δεξιᾷ ἄρας ἐνώμα . Ἀτρεστίδας τις Μαντινεὺς λοχαγὸς ἦν , ἀνδρῶν ἁπάντων πλεῖστα δυνάμενος
7099175 Κυλων
Περικλῆς ἔχων σὺν αὐτῷ τοὺς συμπράττοντας ἐπανέστη . ὁ δὲ Κύλων δείσας τὸν Περικλέα συνέθετο ὅπως ὑπόσπονδος σὺν ἀδείᾳ κατέλθοι
μία μὲν ὑπὸ τῶν Κυλωνείων λεγομένων ἀνδρῶν τοιάδε γενομένη . Κύλων , ἀνὴρ Κροτωνιάτης , γένει μὲν καὶ δόξῃ καὶ
6987962 Μνησιλοχος
καὶ ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις ἐποίησεν . ὁ γὰρ Εὐριπίδου κηδεστὴς Μνησίλοχος , ἐπιβουλευόμενος παρὰ τῶν γυναικῶν , ἀσκὸν ἁρπάσας παρά
τῶν δήμων Ἀλωπεκῆθεν . ἐδόκει δὲ συμποιεῖν Εὐριπίδῃ : ὅθεν Μνησίλοχος οὕτω φησί : Φρύγες ἐστὶ καινὸν δρᾶμα τοῦτ '
6973917 ἐπιβουλευσας
τεκνοῖ ἐκ ταύτης παῖδα τὸν Φῶκον ὃν ὁ Πηλεὺς ἀνεῖλεν ἐπιβουλεύσας διὰ τὸ ἐν τοῖς ἀγῶσι διαφέροντα αὐτὸν εἶναι Πηλέως
βασιλέως , ὃς ἐπὶ ξένια καλέσας τοὺς τῶν Γαλατῶν ἡγεμόνας ἐπιβουλεύσας αὐτοῖς καὶ αὐτὸς διεφθάρη , φησὶν οὕτως , εἰ
6868337 εὐπορωτερος
εὐχε - ρέστερος εὐχερέστατος , πρόχειρος προχειρότερος προχειρότατος , εὔπορος εὐπορώτερος εὐπορώτατος , εὐπετής : ὁ γὰρ εὐκατεργαστότερος καὶ ἀταλαίπωρος
, ὦ Κριτία , σκέψαι , ἐάν τι περὶ αὐτῶν εὐπορώτερος φανῇς ἐμοῦ : ἐγὼ μὲν γὰρ ἀπορῶ . ᾗ
6847812 ἀρχετω
καὶ οἱ ἀπὸ τῆς πρώτης Ῥαιτικῆς . συμπάντων δὲ τούτων ἀρχέτω Δημήτριος . ἐπὶ τούτοις δὲ οἱ Κελτοὶ ἱππεῖς ,
ὑπὸ τῶν ἄλλων ἀρχόντων τῶν ἑλομένων , πλὴν νομοφυλάκων , ἀρχέτω ἔτη πέντε , ἕκτῳ δὲ κατὰ ταὐτὰ ἄλλον ἐπὶ
6843293 ᾑρειτο
ἦν Πιτθέως θυγατέρα οὖσαν ἐν Σπάρτῃ δουλεύειν , ἀλλ ' ᾑρεῖτο ἀκολουθεῖν εἰς Τροίαν , ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἀδεῶς καὶ
τὸ χωρίον ἔνθα ἔμελλον ἱδρύσειν τὴν πόλιν οὐ τὸ αὐτὸ ᾑρεῖτο ἑκάτερος . Ῥωμύλου μὲν γὰρ ἦν γνώμη τὸ Παλλάντιον
6833151 ξυστησεται
ἐναντιώθη . ξυστήσεται ] ἐναντιωθήσεται . ξυστήσεται ] ξυμμαχήσεται . ξυστήσεται ] συμπαρατάξεται . θ ξυστήσεται ] συστάδην μαχήσεται καὶ
δ ' εὐλόγως ξυνήγαγεν . ἐχθρὸς γὰρ ἁνὴρ ἀνδρὶ τῷ ξυστήσεται , ξυνοίσετον δὲ πολεμίους ἐπ ' ἀσπίδων θεούς :
6816570 ἐπεβουλευθη
γηρῶν ἐνδεής του γίνεται , ῥεμβόμενος ἐχθροὺς εὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον .
γηρῶν ἐνδεής που γίνεται , ῥεμβόμενος ἐχθροὺς ηὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον .
6787553 Κλωδιος
τάδε πράξας ἀνήγετο ταῖς τε ἰδίαις καὶ ταῖς τριάκοντα , Κλώδιος δὲ ἐκ Βρούτου πεμφθεὶς ἐς Ῥόδον ἐπὶ νεῶν τρισκαίδεκα
μάλιστα Καίσαρος ἐχθροί , Καννούτιός τε καὶ Γάιος Φλάυιος καὶ Κλώδιος ὁ Βιθυνικὸς καὶ ἕτεροι . τοῦτο μὲν δὴ τέλος
6783205 Πασιας
καὶ πρὸς τὸν λύχνον ὁρῶν φησιν ἅ φησιν . ὁ Πασίας δὲ δανειστὴς ἦν . οἱ σχολιογράφοι δὲ αὐτὸν ἱπποτρόφον
' ἄνδρα τῶν αὐτοῦ : οὗτος ὁ δανειστής ἐστι Στρεψιάδου Πασίας ἄγων σὺν αὐτῷ μάρτυρα , ᾧ καὶ διαλέγεται ἀσχάλλων
6772498 Σουλπικιον
ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλιάρχους τρεῖς , Μάρκον Μάνιον , Κόιντον Σουλπίκιον Πραιτέξτατον , Σερούλιον Κορνήλιον Κόσσον . ἐπὶ δὲ τούτων
+ + + + + + + + + Κορνηλιανὸν Σουλπίκιον φιλεῖν ἠρξάμην ἡσθεὶς / τῷ τε τρόπῳ τἀνδρὸς καὶ
6770325 ὑπαχθεις
καὶ μετὰ τοιαύτης ἐλθών , ὁ δὲ μὴ οὐκ ἀγαθαῖς ὑπαχθεὶς συμβουλίαις μεταβουλεύεταί τε καὶ τὴν προτέραν μετατίθησι γνώμην καί
λέγεις ὀφθῆναι ; ” „ αὐτό με τοῦτο ἀπολώλεκεν , ὑπαχθεὶς γάρ μου ἐρᾶν οὐ φείδεται ὧν ἐπαινεῖ , ἀλλ
6769626 Πρωτεας
. καὶ μετ ' ὀλίγον τὸ αὐτὸ ποτήριον αἰτήσας ὁ Πρωτέας καὶ πάλιν πιὼν προὔπιε τῷ βασιλεῖ . ὁ δὲ
, ὦ ξένε , ὅστις γ ' ἀκούσας ὅτι τέθνηκε Πρωτέας ἔπειτ ' ἐρωτᾷς : Ἔνδον ἔστ ' ἢ '
6765669 ταξιαρχος
. δῶρα λαμβάνει . . ἢ προδίδωσι φρούριον : οὗτος ταξίαρχος ἦν ἐν τοῖς Πελοποννησιακοῖς τῶν Ἀθηναίων , ὃς πίσσαν
, οἱ δὲ ἔτι τούτων διπλάσιοι τάξις καὶ ὁ ἡγεμὼν ταξίαρχος μὲν πάλαι , νῦν δὲ καὶ ἑκατοντάρχης , οἱ
6751677 Ἀναγυρασιος
τῆς Ἐρεχθηίδος φυλῆς , ἧς ὁ δημότης Ἀναγυράσιος . καὶ Ἀναγυράσιος δαίμων . καὶ τέμενος Ἀναγύρου ἐν τῷ δήμῳ τῶν
κατ ' Εὐέργου καὶ Μνησιβούλου . στρατηγὸς οὗτός ἐστιν , Ἀναγυράσιος τῶν δήμων , στρατηγήσας ἐν τῶι πρὸς Φίλιππον πολέμωι
6745307 Ζητει
ὁρισμὸν καὶ λαμβάνων οὐ συλλογίζεται ἀλλὰ διὰ παραβολῆς δείκνυσιν . Ζητεῖ εἰ οἷόν τε τὸν ὁρισμὸν ἐξ ὑποθέσεως συλλογίσασθαί τε
ἕνεκα ἐποίησεν τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς γῆς . ‖ [ Ζητεῖ ] διὰ τί ἀπειλῶν ἄνθρωπον ἀπαλείψειν , καὶ τὰ
6743610 Ὀλυμπιονικης
τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων : ἐκ γὰρ τοῦ κοτίνου ὁ Ὀλυμπιονίκης δηλοῦται : καὶ φύτευμα σκιαρὸν τῷ πανδόκῳ καὶ πάντας
ης : πρόσκειται παρ ' οὐδετέρων συντεθειμένα διὰ τὸ νίκη Ὀλυμπιονίκης Ὀλυμπιονίκου : τοῦτο γὰρ καὶ εἰς ης ἐστὶ καὶ
6743348 ἐμβαλει
ἐλάμβανον οἱ στρατιῶται ἐξερχόμενοι πρὸς μάχην . ἱππαπαί , τίς ἐμβαλεῖ ; : ἰδίως τὸ κροῦσαι ναυσὶν ἐμβαλεῖν λέγουσιν :
ὡς λήψεται πυρούς . Ὁ Μανῆς δ ' οὑμὸς αὐτοῖς ἐμβαλεῖ . Πρός γε μέντοι τὴν θύραν προαγορεύω μὴ βαδίζειν
6737676 ποιμανωρ
τίς δὲ ποιμάνωρ : τίς δέ , φησίν , ἐστὶ ποιμάνωρ ἤτοι βασιλεὺς τοῦ στρατοῦ , ἤτοι τοῦ λαοῦ καὶ
. τοὺς γὰρ ἐκ διαστημάτων μαχομένους κατηυτέλιξον . τίς δὲ ποιμάνωρ : τίς δέ , φησίν , ἐστὶ ποιμάνωρ ἤτοι
6735639 κληρωθεις
' οὕτως ἐδίκαζεν . εἰ δέ τις δικαστὴς εἰσῄει μὴ κληρωθεὶς εἰς τὸ δικαστήριον , διαφόρως ἐζημιοῦτο . ὁ δὲ
ἱστορικῶν . υἱοὶ δὲ Κόδρου ἦσαν Νηλεὺς καὶ Μέδων . κληρωθεὶς οὖν ὁ Μέδων βασιλεύων , ἐλθὼν ὁ Νηλεὺς εἰς
6735478 ὠφλε
κἂν ὑπὸ τῶν ἐκείνου παίδων ἀκούσῃ κακῶς , πεντακοσίας καταδικασθεὶς ὦφλε τῷ δημοσίῳ , τριάκοντα δὲ τῷ ἰδιώτῃ . Ὑπερείδης
καὶ μὴ θαυμάζετε , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὅτι τοσαῦτα ὦφλε χρήματα . ἔρημον γὰρ αὐτὸν λαβόντες [ αὐτοῦ τε
6733686 Βοκχου
Λιβύων μυριάδας ἀνεῖλεν , ὕστερον δὲ αὐτὸν Ἰουγούρθαν συλληφθέντα ὑπὸ Βόκχου , ὥστε τυχεῖν συγγνώμης παρὰ Ῥωμαίων ὑπὲρ ὧν αὐτοῖς
τὰ γιγνόμενα , αὐτός τε Βόκχος καὶ Μαγδάλσης , φίλος Βόκχου , καί τις ἐξελεύθερος ἀνδρὸς Καρχηδονίου , Κορνήλιος ,
6726666 αὐτομολος
τε ἦν . Ζώπυρος Δαρείου σατράπης ἀκρωτηριάσας τὸ πρόσωπον ἧκεν αὐτόμολος ὡς ταῦτα δὴ ὑπὸ Δαρείου παθών . Βαβυλώνιοι πιστεύουσι
ἐν Πλαταιῇσι κατέστρωντο οἱ βάρβαροι , ἐνθαῦτά σφι ἐπῆλθε γυνὴ αὐτόμολος : ἣ ἐπειδὴ ἔμαθε ἀπολωλότας τοὺς Πέρσας καὶ νικῶντας
6721669 Μετρα
παρὰ ποσσὶ δὲ λύραν [ ] . αὔλει μοι . Μέτρα τίς [ ] ἀν ? ? πλούτου , τίς
μοι , παρὰ ποσσὶ δὲ λύραν . Αὔλει μοι . Μέτρα τίς ἀν πλούτου , τίς ἀνεύρατο μέτρα πενίας ,
6707121 Ἰακωβος
αὐτήν : ἐπάνεισι δὲ Ἡσύχιος ἐν Βυζαντίῳ : ὅπερ γνοὺς Ἰάκωβος ἦλθε πρὸς αὐτόν : καὶ τότε παιδείας ἤρξατο καὶ
ὑπόχρεων τὴν οὐσίαν καταλιπεῖν ταῖς θυγατράσι . , . . Ἰάκωβος Ἰάκωβος , Ἡσυχίου υἱὸς ἰατροῦ , ὁ ἐπικληθεὶς Ψύχριστος
6697558 Ποιος
, ὠνήσασθε τὸν συνετώτατον , τὸν ἅπαντα ὅλως ἐπιστάμενον . Ποῖος δέ τις ἐστί ; Μέτριος , ἐπιεικής , ἁρμόδιος
ἐφόρεσαν , τὸν δὲ ἱματισμὸν τῶν παρθένων οὐκ ἐνεδύσαντο . Ποῖος , φημί , ἱματισμὸς αὐτῶν ἐστι , κύριε ;
6696806 Φλαυιος
. Λευκανὸς δέ τις ἐκ τῶν ἔτι Ῥωμαίοις ἐμμενόντων , Φλάυιος , φίλος ὢν καὶ ξένος Γράκχου , προδιδοὺς αὐτὸν
. Νομάδων δὲ πολλῶν αὐτὸν ἐξ ἐνέδρας κυκλωσαμένων ὁ μὲν Φλάυιος ἐξίππευσεν ἐς ἐκείνους , ὁ δὲ Γράκχος συνεὶς τῆς
6693908 συγγενοιτο
ἐξεδίδαξεν . καὶ γὰρ εἰ μέν τις περὶ αὐτῶν τούτων συγγένοιτο ὁτῳοῦν τῶν δημηγόρων , τάχ ' ἂν καὶ τοιούτους
. ἦλθε δὴ ὁ Πυθαγόρας καλούμενος , οἰόμενος , εἰ συγγένοιτο Φαλάριδι , βελτίω τὸ λοιπὸν αὐτὸν τοῖς ἀρχομένοις ἀπεργάσασθαι
6688073 ἐπραθη
καὶ πεπιστευμένοις . πολλοὶ δὲ καὶ [ ἡρπάσθησαν καὶ ] ἐπράθη - σαν . τὸ δὲ πεπρᾶσθαι τοῦ πωλεῖσθαι ταύτῃ
τῷ λάκκῳ τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας , καὶ οὕτως ἐπράθη ἄσιτος . Καὶ ἀκούσας Ῥουβὴμ ὅτι ἐπράθη ἀπόντος αὐτοῦ
6678830 κατερρυη
Μίλητον ἔθεον . ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῆι καὶ τρυφῆι , κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον , φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης ,
ἐκ πάσης τῆς Ἑλλάδος ἀκληρήματα εἰς τὰς τῆς Βοιωτίας πόλεις κατερρύη . Ὁ στίχος Φερεκράτους : Ἄνπερ φρονῇς εὖ ,
6675068 ἐκοσμηθη
πέφυκε . Καὶ τὰ μὲν ἓξ ἀνὰ μέσον ἐντὸς φύσις ἐκοσμήθη . Οἰσοφάγος δὲ ἀπὸ γλώσσης τὴν ἀρχὴν ποιεύμενος ἐς
Παλαιστίνης ἄρχοντα πεποιηκὼς πέμψας ἐκεῖσε Κλημάτιον , καὶ οἷς Ἀρισταίνετος ἐκοσμήθη , ταῦτα εἰς ἡμᾶς γεγενῆσθαι . πρόσθες δὴ ταῖς
6673738 Πραξιδαμαντος
παῖς , εἶτα Πραξιδάμας ὁ ἐκ Σωκλείδου ἐναγώνιος γίνεται : Πραξιδάμαντος πάλιν σχολάζει ὁ υἱὸς ὁ τοῦ νικηφόρου πατήρ .
νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας , ἴχˈνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατˈροπάτορος ὁμαιμίοις . κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος
6666123 Σωτηριχος
καὶ ἐμμελὲς καὶ ἐναρμόνιον σύστημα . Ταῦτ ' εἰπὼν ὁ Σωτήριχος ἔχεις ἔφη τοὺς ἐπικυλικείους περὶ μουσικῆς λόγους , ἀγαθὲ
δ ' ἐν τῆι α τῆς Ἀλεξανδρειάδος . . . Σωτήριχος Ὀασίτης : ἐποποιός , γεγονὼς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ . Ἐγκώμιον
6654662 κοθεν
, μετεξετέροιϲι δὲ καὶ οὖρα καὶ κόπριον : ἢν δέ κοθεν ἐϲ τὸ πᾶν διαθέον ἥκῃ , ἄτρομα ἠδὲ κραταιὰ
, μετεξετέροιϲι δὲ καὶ οὖρα καὶ κόπριον : ἢν δέ κοθεν ἐϲ τὸ πᾶν διαθέον ἥκῃ , ἄτρομα ἠδὲ κραταιὰ
6636507 Παγκαλον
. κατεστρατοπεδευκὼς [ ] | δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο Πάγκαλον [ ] , ὃς ἐπιβάτης τῷ ναυάρχῳ Χειρικράτει πεπλευκὼς
καὶ χρυσίον ἀποτίθεσθαι . κατεστρατοπεδευκὼς δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο Πάγκαλον , ὃς ἐπιβάτης τῶι ναυάρχωι Χειρικράτει πεπλευκὼς ἐπεμελεῖτο τοῦ
6632571 καταδικασθεις
κυρίως . ἐὰν δέ τις ἀφῃρῆται τὴν ἀρχὴν τὴν καταδικάσασαν καταδικασθείς , εἰσαγόντων μὲν αὐτὸν εἰς τὸ τῶν νομοφυλάκων δικαστήριον
οὔτε τἀρχαῖον ἀπεδίδου καὶ ὅτι ὑπερήμερος ἐγένετο γνώμῃ δικαστηρίου ἐρήμην καταδικασθείς , καὶ ὡς ἠνεχυράσθη οἰκέτης αὐτοῦ στιγματίας , καὶ
6632273 ᾑρητο
τὸ τοῦ Λυγκέως ἔδοξε τῷ νῷ πεποιηκέναι καὶ ὁ αὐτόχειρ ᾕρητο πάνυ δὴ πιστεύων ἀνωτέρω πάσης ἰδέας ἐλέγχων ἠδικηκέναι .
τακτικοῦ Δορυλάου . ἀνδρωθεὶς δ ' ὁ βασιλεὺς ἐπὶ τοσοῦτο ᾕρητο τῇ συντροφίᾳ τῇ πρὸς τὸν Δορύλαον ὥστ ' οὐκ
6626851 Βοηδρομια
προσθήκης μέρει γεγένησθε , ἀγαπῶντες ἐὰν μεταδιδῶσι θεωρικῶν ὑμῖν ἢ Βοηδρόμια πέμψωσιν οὗτοι , καὶ τὸ πάντων ἀνδρειότατον , τῶν
ἃς διείλοντο κατὰ φυλάς . ἢ βοΐδια ] γράφεται καὶ Βοηδρόμια . καὶ γάρ φασιν , ὅτε ἔπεμψε τὴν λείαν
6623468 Εὐκλης
μακρᾷ παραλήγεται διὰ τῆς ει διφθόγγου Εὐήρης Εὐήρους Εὐηρείδης , Εὐκλῆς Εὐκλοῦς Εὐκλείδης , Ἡρακλῆς Ἡρακλοῦς Ἡρακλείδης : χωρὶς τριῶν
. Ἐπειδὴ δὲ οὐδεὶς ὑπήκουεν καὶ ᾤχετο εἰσιὼν ὁ ἐπεξελθὼν Εὐκλῆς οὑτοσί καί μοι κάλει αὐτόν . Πρῶτα μὲν οὖν
6619838 ἀποκληρωσις
οὐ Συνθετικὰ ἐπέγραψεν οὐδὲ Εὑρετικὰ ἀλλὰ Ἀναλυτικά ; τίς ἡ ἀποκλήρωσις ; καὶ λέγομεν ὅτι ἀπὸ τοῦ ἐπιστημονικωτέρου καὶ τοῦ
τοῦτο δὲ ἐνταῦθα ζητήσεως οὐκ ἔστιν ἄξιον . τίς γὰρ ἀποκλήρωσις τὴν μὲν ἄνθρωπος οὐ δίκαιός ἐστι κατάφασιν εἶναι ,
6619272 Πρεσβυτης
ἐπιφανοῦς ὄντα γένους ἀλλὰ τὸν ὑπάρχοντα τῷ τρόπῳ κρείττονα . Πρεσβύτης ἀνόητος ὥσπερ τρίβων σαπρός , εἰς οὐδεμίαν χρῆσίν ἐστιν
δεσπότην , ὅτι τυφλῷ καὶ γέροντι κατακολουθεῖν οὐκ ᾐσχύνετο . Πρεσβύτης τις Χρεμύλος πένης ὢν καὶ ἔχων υἱὸν , κατανοήσας
6617905 Μνησιθειδης
. Τοῦ δ ' ἐνιαυσίου χρόνου διεληλυθότος Ἀθήνησι μὲν ἦρχε Μνησιθείδης , ἐν Ῥώμῃ δ ' ὕπατοι κατεστάθησαν Λούκιος Λουκράτιος
. πρέσβεις Δημοσθένης Δημοσθένους Παιανιεύς , Ὑπερείδης Κλεάνδρου Σφήττιος , Μνησιθείδης Ἀντιφάνους Φρεάρριος , Δημοκράτης Σωφίλου Φλυεύς , Κάλλαισχρος Διοτίμου
6615589 Λογισμος
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
6612246 θαυμαζοι
ὢν οὐκ ἠπίστατο . δεικνύντος δέ μου ὅτι τὰ ἀδικήματα θαυμάζοι , κάλει φησίν , ὅ τι ταῦτα ἐθέλεις :
τὰ ὄντα καὶ ἐπὶ ταῦτα τρέπων ἑαυτοῦ τὴν ὄρεξιν οὐ θαυμάζοι ἂν τὰς ἡδονάς . Δεῖ δὲ καὶ ἐλευθέριον εἶναι
6610137 Ἀναφλυστιος
μαλακίαν καὶ τὸ κόπτεσθαι κακεμφάτως . Σεβῖνον , ὅστις ἐστὶν Ἀναφλύστιος : Ὀνοματοποιεῖ τοῦτο , ὡς πρὸς τὴν μαλακίαν Κλεισθένους
βουλῆς Νέαρχος Σωσινόμου , Πολυκράτης Ἐπίφρονος , καὶ κῆρυξ Εὔνομος Ἀναφλύστιος ἐκ τοῦ δήμου . ] Λέγε δὴ καὶ τὰς
6607557 ὀψαρτυσια
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή
6591315 Πομπιλιος
παρημελημένων ἀνανεούμενος , οὓς Ῥωμύλος τ ' εἰσηγήσατο καὶ Νόμας Πομπίλιος , οὓς δ ' αὐτὸς καθιστάμενος . ταῦτα δ
θάνατον ἀβασίλευτος ἡ πόλις γενέσθαι χρόνον ἐνιαύσιον . ἔπειτα Νόμας Πομπίλιος αἱρεθεὶς ὑπὸ τοῦ δήμου τρία καὶ τετταράκοντα ἔτη βασιλεῦσαι
6590192 Κορινθιακος
Ἀθήνας τε καὶ Θήβας χρήματα ἀποστείλας : ὅ τε ὀνομαζόμενος Κορινθιακὸς πόλεμος ἀπὸ τούτων ἐξήφθη τῶν χρημάτων , ὡς ἀπολείπειν
τούτων τοῦτό ἐστι τὸ αἴτιον : μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Κορινθιακὸς πόλεμος ἐγένετο , ἐν ᾧ ἐγὼ κἀκεῖνος στρατεύεσθαι ἠναγκαζόμεθα
6588583 Συμμαχος
κατελίπησαν αὐτῷ πάντα καταφαγόντι . . . . Δία ] Σύμμαχός φησιν ἐκτείνεσθαι τὸ α τοῦ Δία ἀττικῶς . εἴ
“ πάλαι ποτ ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι ” . ὁ Σύμμαχός φησι : “ Νιτάριος πολὺς ἐπὶ μαλακίᾳ ὀνειδιζόμενος ἐν
6585414 ἐξελευθερος
. ἀπελεύθερος μέν ἐστιν ὁ ἐκ τοῦ δούλου ἠλευθερωμένος : ἐξελεύθερος δὲ ὁ γενόμενος διὰ χρέα προσβλητὸς ἢ κατὰ ἄλλην
. ἤδη μέντοι καὶ ἀδιαφόρως χρῶνται τοῖς ὀνόμασιν ἀπελεύθερος , ἐξελεύθερος . . ἁπλότης μέν ἐστι φρόνησις ἀπηλλαγμένη πανουργίας καὶ
6580109 Ψευδοφιλιππος
Καρχηδονίων μεθ ' ἱππέων χιλίων καὶ διακοσίων . Ὅτι ὁ Ψευδοφίλιππος περιβοήτῳ μάχῃ νικήσας Ῥωμαίους ἐξετράπη πρὸς ὠμότητα καὶ παρανομίαν
μετὰ τῶν ἱππέων καὶ πρὸς Καικίλιον ἀπεχώρησεν . ὁ δὲ Ψευδοφίλιππος ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσιν ἀγανακτήσας τήν τε γυναῖκα καὶ τὰ
6571050 Δικηι
ἔφη ἐντυχεῖν αὐτὸς θεοῖς καὶ θεῶν Λόγοις καὶ Ἀληθείαι καὶ Δίκηι . . . . : ἦλθεν Ἀθήναζε καὶ ἄλλος
ἔφη ἐντυχεῖν αὐτὸς θεοῖς καὶ θεῶν λόγοις καὶ Ἀληθείαι καὶ Δίκηι . . . . καὶ μέντοι καὶ τὸν Νεμεαῖον
6556017 καταγορευει
. ἀληλιμμένων δὲ αὐτῶν καὶ ὄντων ἤδη περὶ τὰς πύλας καταγορεύει τις ξυνειδὼς τοῖς ἑτέροις τὸ ἐπιβούλευμα . καὶ οἳ
δ ' ἄρα ἐλάνθανεν οὐκ ἀποθανοῦσα . τοῦτό τις αὐτῷ καταγορεύει καὶ ὡς ἐνταῦθα εἴη παρά τινι τῶν ἡμετέρων ἐπιτρόπων
6552886 Κεἰ
, ληφθείς γ ' ὑπὸ λῃστῶν ἐσθίοι κριθὰς μόνας . Κεἴ τις στρατηγεῖν βουλόμενος μὴ ξυλλάβοι ἢ δοῦλος αὐτομολεῖν παρεσκευασμένος
οὖν ἡμῖν δοκεῖ ἐξισῶσαι τοὺς πολίτας κἀφελεῖν τὰ δείματα . Κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν , ἐγγενέσθαι φημὶ
6538911 Μυρωνιδου
οἵ τε πρεσβύτατοι καὶ οἱ νεώτατοι ἀφικνοῦνται ἐς τὰ Μέγαρα Μυρωνίδου στρατηγοῦντος . καὶ μάχης γενομένης ἰσορρόπου πρὸς Κορινθίους διεκρίθησαν
, ταύτην τὴν μαρτυρίαν παρέξομαι , ἀλλὰ καὶ ἐκμαρτυρίαν ἑτέραν Μυρωνίδου , ὃς ἦν τῶν δημοτῶν πρεσβύτατος . Καὶ οὗτος
6538711 Μενδαιων
τὸν αὐτὸν χρόνον Σιμωνίδης Ἀθηναίων στρατηγὸς Ἠιόνα τὴν ἐπὶ Θρᾴκης Μενδαίων ἀποικίαν , πολεμίαν δὲ οὖσαν , ξυλλέξας Ἀθηναίους τε
λάθρα νυκτὸς παρελθὼν τὸ καρτερώτατον τῆς πόλεως κατασχὼν , τῶν Μενδαίων ἀγανακτούντων καὶ σπουδῇ συνελθόντων εἰς ἐκκλησίαν , ἐπιστὰς τί
6537558 συνηργησεν
δῆμον ἐπ ' αὐτὸν μεταθεῖναι τὴν μιθριδατικὴν μάχην . Καὶ συνήργησεν αὐτῷ πολὺς ὢν ἤδη λοιπὸν ὁ περὶ Μιθριδάτου λόγος
εἴ τις οὐ βούλεται ἀπιέναι , ἀλλὰ ἔχειν λόγον ὅτι συνήργησεν εἰς τὴν ἀποικίαν , διδότω δραχμὰς πεντήκοντα καὶ μενέτω
6537019 διαβληθεις
καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ Διόγνητος διαβληθεὶς μὲν ὑπὸ τῶν συκοφαντῶν φεύγων ᾤχετο , μετ '
χρόνῳ κριτέον τὴν εὔνοιαν . Ὁ βίος καθάπερ νόμισμα , διαβληθεὶς ἐν ἀρχαῖς ἀδόκιμος εἰς ἅπαντα γίνεται τὸν χρόνον .
6532915 ἑκατονταρχης
Β ὁ βουκινάτωρ ΚΠ ὁ τὴν κάππαν βαστάζων ΡΧ ὁ ἑκατοντάρχης ἢ ἰλάρχης ΙΧ ὁ δεκάρχης , κοντὸν μετὰ σκούτου
καὶ ὁ τούτων ἀφηγούμενος καλεῖται ταξίαρχος , ὑπὸ δέ τινων ἑκατοντάρχης . αἱ δὲ δύο τάξεις καλοῦνται σύνταγμα , λόχων
6526377 Πολυμνιδος
Ἀριστείδης ὁ Λυσιμάχου καὶ Φωκίων ὁ Φώκου καὶ Ἐπαμεινώνδας ὁ Πολύμνιδος καὶ Πελοπίδας ὁ Θηβαῖος καὶ Λάμαχος ὁ Ἀθηναῖος καὶ
ἤδη τὸ Ἑλληνικὸν Κόνων ὁ Τιμοθέου καὶ Ἐπαμινώνδας ἀνεκτήσατο ὁ Πολύμνιδος , ὁ μὲν ἐκ τῶν νήσων καὶ ὅσα ἐγγυτάτω
6521882 ἰχθυοπωλης
ὥσπερ οἱ θεοί . πάλιν : Ἀριστόνικος τίθησι νόμον , ἰχθυοπώλης ὅστις ἂν πωλῶν ἰχθῦν ὑποτιμήσας ἀποδῶτ ' ἐλάττονος ἧς
Ὥσπερ καὶ ὁ Σωφρονίσκου Σωκράτης ὁ λιθοξόος , καὶ ὁ ἰχθυοπώλης Δημάδης , καὶ ὁ τῆς τυμπανιστρίας Αἰσχίνης , Σίμων
6513579 ἐπανηχθη
παρέπλεον , ὁ δὲ Χάρης ὡς ἀναρπασόμενος τὰς τέσσαρας ναῦς ἐπανήχθη ταῖς εἴκοσιν . αἱ δὲ τέσσαρες ἐλαφραὶ καὶ ἀρίστους
, τὰ δὲ ἐξ ἱερῶν , ὁπόσα ὑπ ' αὐτοῦ ἐπανήχθη παραλελυμένα τοὺς θεσμοὺς ἤδη , τὰ δὲ ἐξ ὧν
6512455 πεʹ
καταλύσεως τοῦ τῆς ἀπήνης ἀγωνίσματος : κατελύθη δὲ περὶ τὴν πεʹ Ὀλυμπιάδα . ἄπορον δὲ τὴν πόστην Ὀλυμπιάδα ἐνίκησεν .
καρποφορεῖν . πδʹ . δένδρων θεραπεία ἑκάστην βλάβην ἰωμένη . πεʹ . πῶς ἔστι μεγάλα δένδρα καὶ ἔγκαρπα μεταφυτεῦσαι .
6504975 ἀνατι
τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος καὶ ψωριῶσα πολλῶν ὄνων ἀνατί - θεται φορτία : ἐπὶ τῶν ἐν γήρᾳ μὲν
λόγοις : ἀντὶ τοῦ ἄνευ αἰτίας . ἢ γράφεται καὶ ἀνατί , ἤτοι ἀτιμωρητὶ καὶ ἄνευ ἄτης : συγκοινωνεῖς μοι
6501414 ἐπετροπευε
εὑρήσετε . Τότε μὲν γὰρ ἔτυχε Δεινίᾳ , ὃς ἡμᾶς ἐπετρόπευε , διάφορος ὢν ἡμῖν τε οὕτω χρώμενος τούτοις τε
Διονυσίῳ . οὗτος ὧν τε εἴην , εἰδώς , ἡνίκα ἐπετρόπευε Σύρους , τῷ τε Νικοκλεῖ τούτῳ τῶν πρὸς ἐμὲ
6501159 ὠνειται
γὰρ ἐν τῷ ἄστει γέγονε . τὰ ἔπιπλα δὲ οὐδεὶς ὠνεῖται : οὐδὲ δανείσασθαι οὐδαμόθεν ἔστιν ἀργύριον , ἀλλὰ πρότερον
ἥδιστος , βίος τρισμακάριστος . τίς ἐπιθυμεῖ τρυφῆς ; τίς ὠνεῖται τὸν ἁβρότατον ; Ἐλθὲ σὺ καὶ λέγε ἅπερ εἰδὼς
6496925 Μαγνος
τὴν γέφυραν ζεύξας ἔμελλεν ἐπὶ Γερμανοὺς διαβήσεσθαι . ὁ δὲ Μάγνος ἐλέγετο στρατιωτῶν μὲν ὀλίγους , ἀλλὰ τοὺς ἐξοχωτάτους καὶ
μικρὸν ἀλλᾶντός τε προστετμημένον . ἑξῆς ἁρπάσας τὸν λόγον ὁ Μάγνος ὁ μὲν πάντα ἄριστος , ἔφη , Λαρήνσιος ὀξέως
6496081 Ἀμφιθεας
ἔφην , υἱὸς ἦν Ἀπόλλωνος . ? Τένεδοςἀπὸ Τένου καὶ Ἀμφιθέας ἢ Ἡμιθέας τῶν Κύκνου παίδων . ἐκαλεῖτο δὲ Λεύκοφρυς
, ὡς Ἑκαταῖος , ἐν Ἑλλησπόντωι . ἀπὸ Τέννου καὶ Ἀμφιθέας ἢ Ἡμιθέας , τῶν Κύκνου παίδων , οἱονεὶ Τεννούεδος
6488027 πιστευσει
, ὃν οὔτε εἰπεῖν ῥᾴδιον , οὔτε ἀκούσας τις ἴσως πιστεύσει πρὶν αὐτόπτης γενέσθαι τοῦ θεάματος . εἰς γὰρ τὸν
ἔργα . Ἀλλὰ ἐσθὴς ἐνέκειτο καὶ ἄργυρος : καὶ τίς πιστεύσει νοῦν ἔχων ὅτι τοσαῦτα φέρουσα ναῦς πεῖσμα εἶχε λύγον
6487645 καλασιρεις
καὶ κρόκινα ῥόμβοις ὑφαντὰ καὶ σαράπεις μηλίνους καὶ λευκοὺς καὶ καλασίρεις κορινθιουργεῖς πορφυρᾶς τε καὶ ἰοβαφεῖς καὶ ὑακινθίνας καὶ φλογίνας
τις καὶ φλογίνας καὶ θαλασσοειδεῖς . ὑπάρχουσιν δὲ καὶ Περσικαὶ καλασίρεις , αἵπερ εἰσὶ κάλλισται πασῶν . ἴδοι δ '
6487533 καλεσατω
ἔμεινεν . “ ἡ δέ φησι ” τὸν νεώνητόν τις καλεσάτω . “ μία οὖν καπριῶσα , τῶν ἄλλων μαχομένων
Μενεξένῳ μὲν γὰρ δὴ πάντων μάλιστα ἑταῖρος ὢν τυγχάνει . καλεσάτω οὖν οὗτος αὐτόν , ἐὰν ἄρα μὴ προσίῃ αὐτός
6487170 μεσαιπολιος
δημηγόρου ἡλικίαν ἔχων , προπόλιος , ὑποπόλιος ὡς Δημοσθένης , μεσαιπόλιος , μεσῆλιξ , πολιός : τὸ γὰρ πολιοκρόταφος οὐ
Σύρας ἀγαπητῶς τὰ παιδία βουκολοῦσα . σὺ δὲ ἡμῖν αὐτόχρημα μεσαιπόλιος ἄνθρωπος μειράκιον ἀστικὸν ἀνεφάνης . ἀκούω γάρ σε τὰ
6484095 Βουζυγης
? ? [ ! ! ! ! ! ! ] Βουζύγης νομοθετῆσαι [ ] : μέμνηται δ ' αὐτοῦ [
λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος δέ μοι ζῇ ; καὶ
6483316 ἱπποτροφων
, τῶν Θηβαίων αὐτῶν μᾶλλον Βοιώτιος , ἐν Θετταλίᾳ δὲ ἱπποτροφῶν καὶ ἡνιοχῶν , τῶν Ἀλευαδῶν ἱππικώτερος , ἐν Σπάρτῃ
δὲ λέγει : ἦν γὰρ Θήρωνος ἀδελφός . οὗτος ἐνίκησεν ἱπποτροφῶν καὶ Ἴσθμια καὶ Πύθια , καὶ γράφει ὁ Πίνδαρος
6482790 Ἑπτακαιδεκατη
. Τεσσαρεσκαιδεκάτη Νάξος . Πεντεκαιδεκάτη Κῶς . Ἑξκαιδεκάτη Ζάκυνθος . Ἑπτακαιδεκάτη Λῆμνος . Ὀκτωκαιδεκάτη Αἴγινα . Ἐννακαιδεκάτη Ἴμβρος . Εἰκοστὴ
Ὁμοῦ οἱ ποιμένες καὶ οἱ Θηβαῖοι ϘϚʹ . . : Ἑπτακαιδεκάτη δυναστεία ποιμένες ἦσαν ἀδελφοὶ Φοίνικες ξένοι βασιλεῖς , οἳ
6479682 ἐκδοτω
' ὅτι χρησόμεθά σοι τὸ τηνικάδ ' . ἰώ , ἐκδότω στεφάνους τις ἡμῖν , δᾶιδα . τουτονὶ λαβέ .
, τὸν ὀπισθόδομον ἀεὶ φυλάττων τῆς θεοῦ . Ἀλλ ' ἐκδότω τις δεῦρο δᾷδας ἡμμένας , ἵν ' ἔχων προηγῇ
6468031 τυπτετω
τετύφετε , προσθέσει δὲ τῆς σαν τὸ τρίτον ποιεῖ , τυπτέτω τυπτέτωσαν , βοάτω βοάτωσαν . Ἑνικά . Τέτυφε :
ὅτι ἱπὸ Φιλίππου λοιδορεῖται εἶπεν : ” ἀπόντα με καὶ τυπτέτω ” . Ὁ αὐτὸς εὐχερῶς αὐτῷ ἀργύριον χρήσαντός τινος
6464473 χειροτονηθηναι
εἰργάσθαι τὴν πόλιν ὡμολόγει γεγραμματευκέναι καὶ χάριν ὑμῖν ἔχειν τοῦ χειροτονηθῆναι , καὶ μέτριον παρεῖχεν ἑαυτόν : ἐπειδὴ δὲ μυρί
ἀμετάτρεπτον τῆς μοιριδίου ἀνάγκης . χεῖρας ἀντεῖναι : ἀντὶ τοῦ χειροτονηθῆναι ποιῆσαι , κατὰ μετωνυμίαν . θεῶν δ ' ὅρκον
6457886 ἀϲθενεϲτεροιϲ
τοῖϲ δὲ ἰϲχυροτέροιϲ καὶ Γρʹ ἑπτὰ δίδου : τοῖϲ δὲ ἀϲθενεϲτέροιϲ δίδου Γρʹ ε ἢ Γρʹ δ . Ἄλλο καθαρτικὸν
τοῖϲ ἰϲχυροῖϲ θεραπεύειν , τὰϲ δὲ ἀρχομέναϲ καὶ εὐιάτουϲ τοῖϲ ἀϲθενεϲτέροιϲ . Κρίτωνοϲ πρὸϲ ἀλωπεκίαϲ . ἀρκτείων τριχῶν κεκαυμένων ἀδιάντου
6456252 ἐγκωμιαστικος
ἐγκωμιάζοντες καὶ τῶν προγόνων εἰς μνείαν ἔρχονται , ὡς ὁ ἐγκωμιαστικὸς ἀναγκάζει νόμος . οὐ κωλύει καὶ μὴ πρὸς ἐκείνους
τὸ πᾶν τέμενος εὐφημιῶν καὶ ὕμνων λεγομένων . οὗτος γὰρ ἐγκωμιαστικὸς τρόπος . ἢ οὕτως : ἐνεκωμιάζετο ἐκ τῶν νικώντων
6453990 πενταθλος
δὲ οἱ ἀθληταὶ πένταθλον καὶ ἑτέρους ἄθλους . ὁ δὲ πένταθλος ἦν πυγμή , δρόμος , * δίαλμα * ,
εἴπομεν , υἱὸς ἦν Ἀφροδίτης καὶ Ποσειδῶνος - παλαιστὴς καὶ πένταθλος . καὶ στρέψας φύλλον μάνθανε . Ἔρυκα δὲ ἐκάλεσαν
6452820 προσεμιξε
] Ἡ φράσις ὡς τὸ ἐν Ὀλυμπίοις : Κράτει δὲ προσέμιξε δεσπόταν ἀντὶ τοῦ νίκην τῷ δεσπότῃ προὐξένησεν : οὕτω
τὸ ἀκόλουθον οὕτως : καὶ τοὺς μυρίους ξένους ἐκμισθώσας Ἀμφισσεῦσι προσέμιξε φέρων τῇ πόλει ἀπαρασκεύῳ τὸν κίνδυνον . εἶτα ἡ
6451368 ἀντειπε
ἐπιθέτους φυλὰς ἑαυτοῦ τε καὶ τῶν ἰδίων ἑταίρων ἐπωνύμους μόνος ἀντεῖπε κατὰ τὸ καρτερόν , οὐκ ἐῶν κινεῖν τῶν ὑπὸ
, δραστικὸς ὢν καὶ πρὸς πᾶσαν πράξεως ἀναβολὴν ἀλλοτρίως διακείμενος ἀντεῖπε τούτοις : αἰσχρὸν γὰρ ὑπάρχειν ἀπεφαίνετο τὸν ὑπὸ τῆς
6448344 πανηγυρικος
τίς ὁ ἁπλῶς πανηγυρικός , ἀλλ ' οὐχ ὁ κάλλιστος πανηγυρικὸς ἢ Πλατωνικὸς ἢ Ὁμηρικός , οὕτω καὶ περὶ τῶν
ἢ ὅσα τοιαῦταὡς ἐν τοιούτοις ζητήμασιν οὐκέθ ' ὁμοίως ὁ πανηγυρικὸς ἀλλὰ πολιτικώτερος γίνεται καὶ σχεδὸν δι ' ὧνπερ καὶ
6446770 ἐπιπεμφθεις
καὶ αὐτῶν Ποσηνούς , ἀποχωρήσαντος τοῦ Καίσαρος , ἀποστάντας , ἐπιπεμφθεὶς αὐτοῖς Μᾶρκος Ἕλβιος εἷλεν καὶ τοὺς μὲν αἰτίους ἔκτεινε
δεσπόταις ἐκρέμασε . Τῷ δ ' αὐτῷ χρόνῳ καὶ Λέντλος ἐπιπεμφθεὶς Ἀνδριάκῃ Μυρέων ἐπινείῳ τήν τε ἅλυσιν ἔρρηξε τοῦ λιμένος
6443892 ἐτυραννησε
τῶν λοιπῶν ὁμοίως . καὶ ιʹ πόλεις τῆς Κρήτης ἀποσπάσας ἐτυράννησε καὶ μετὰ τὸν Τρωϊκὸν πόλεμον καὶ τὸν Ἰδομενέα τῇ
: Ἀλεύας , ἀπόγονός τις τοῦ Ἡρακλέους , Θετταλός , ἐτυράννησε Θετταλῶν , εἶτα καὶ οἱ τούτου παῖδες . μὴ
6440123 Παπιριος
τριακοσίοις ἀπῳκισμένους σημείοις , τὴν στρατιὰν ἐκίνησαν , ἦς ἀφηγεῖτο Παπίριος Κούρσωρ , τὴν τῆς δικτατωρίας ἔχων ἐξουσίαν . Χρείας
τὴν γῆν ἅμα τῷ νεωτέρῳ Γράκχῳ διανέμειν Φούλβιος Φλάκκος καὶ Παπίριος Κάρβων , ἀμελούντων δὲ τῶν κεκτημένων αὐτὴν ἀπογράφεσθαι κατηγόρους
6439888 Μεγαρικος
ἔνεστιν , φίλτατε ; ἐν ταῖς τρισὶν μὲν χόνδρος ἀγαθὸς Μεγαρικός . οὐ Θετταλικὸν τὸν χρηστὸν εἶναί φασι δέ ;
. διηγεῖτο δέ μοι περὶ αὐτοῦ Σιμύλος ὁ ναύκληρος ὁ Μεγαρικός , ἐπομοσάμενος ἦ μὴν αὐτὸς ἑωρακέναι τὸ ἔργον .
6437002 καταχρεως
ὑπείπομεν : ἀντὶ τοῦ προείπομεν . Θουκυδίδης . ὑπέρχρεως : κατάχρεως . ὑπόγραμμα : ᾧ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑπογράφουσι . καὶ
τάλαντα τριακόσια ἑπτά . Ὅτι κατὰ τὴν Ῥώμην Κατιλίνας τις κατάχρεως καὶ Λέντλος ὁ ἐπικαλούμενος Σούρας ἀθροίσαντες ὄχλον ἀπόστασιν ἐμελέτησαν
6432422 δουλευσας
γενόμενος διὰ χρέα προσήλυτος ἢ κατ ' ἄλλην τινὰ αἰτίαν δουλεύσας εἶτα ἐλευθερωθείς : ἤδη μέντοι καὶ ἀδιαφόρως χρῶνται τοῖς
θέμενος καὶ ταύτην μίαν ἡδονὴν προστησάμενος , μηδεμιᾷ δὲ ἑτέρᾳ δουλεύσας , εἶτα δύναιτο ταύτης σὺν θεῷ βοηθῷ κατατυχεῖν .
6431774 Ἀρτοξερξου
. καὶ παραγίνεται Δαρειαῖος ἀγόμενος ὑπὸ Ἀρταπάνου εἰς τὴν οἰκίαν Ἀρτοξέρξου , πολλὰ βοῶν καὶ ἀπαρνούμενος ὡς οὐκ εἴη φονεὺς
καὶ Μιθριδάτης ὁ Δαρείου γαμβρὸς καὶ Ἀρβουπάλης ὁ Δαρείου τοῦ Ἀρτοξέρξου παῖς καὶ Φαρνάκης , ἀδελφὸς οὗτος τῆς Δαρείου γυναικός
6430004 χασκεις
” Μέλλων ὁδεύειν τῆς κυνός τις ἑστώσης εἶπεν “ τί χάσκεις ; πάνθ ' ἕτοιμά σοι ποίει : μετ '
μεμνῆσθ ' ἃ λέγω , πρόσεχ ' οἷς φράζω , χάσκεις αὐτός . βλέψον δεῦρ ' εἴ πως αὐτὰ φράσεις
6429124 Τιμοκρατης
, μετὰ τοῦ πεῖσαι τεθέντες ὡς συνοίσουσι τοῖς χρωμένοις . Τιμοκράτης τοίνυν ἐν δημοκρατουμένῃ τῇ πόλει νομοθετῶν τὴν ἐκ τῆς
αἰσχύνῃ ζῆν ἤδη τὸν ἄλλον βίον . ἀλλ ' οὐ Τιμοκράτης , ἀλλ ' ὅπως ἁπλᾶ μέν , ἃ δεῖ
6425838 Ἐνταυθ
συνῆγε στρατόπεδον , τὸ δ ' ἐσόμενον ἄδηλον ἦν . Ἐνταῦθ ' ἡμῖν ἀπόδειξιν ποίησαι , Δημόσθενες , τί ποτ
τοῦτο εὐθέως λέγων . Ἀντιδιαπλέκει : ἀντὶ τοῦ ἀντιλέγει . Ἐνταῦθ ' εἰσέρχεται βουλευτὴς εἰς τὸ βουλευτήριον Δημοσθένης , οὔτε
6422822 Ἀρταφερνης
παρ ' Αἰσχύλῳ ἐν Πέρσαις : Οἷος Ἀμίστρης ἠδ ' Ἀρταφέρνης . εὑρήσεις δὲ τὸν λόγον ἐκεῖ . Πατὴρ δὲ
τὰς πόλεις Πέρσαις εὐνοούσας . ἀποδεξάμενος δὲ τὸ ῥηθὲν ὁ Ἀρταφέρνης ἀπέδωκε τοὺς νόμους ταῖς πόλεσι καὶ τακτοὺς φόρους κατὰ
6420624 ἀντεποιησατο
Καλακτίνων πατρίδα κατέστησε , καὶ πολλοὺς εἰς αὐτὴν οἰκίζων οἰκήτορας ἀντεποιήσατο μὲν τῆς τῶν Σικελῶν ἡγεμονίας , μεσολαβηθεὶς δὲ νόσῳ
εἰς τὴν ἀκρόπολιν εἰσίασιν . “ Προσεποιήσατο : ἀντὶ τοῦ ἀντεποιήσατο : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Νικοδήμου ” οὐδεὶς πώποτε
6415803 εἰκοστος
τέλειος ὁ ἕξ , καὶ ἀπὸ δεκάδος ἕως ἑκατοντάδος ὁ εἰκοστὸς ὄγδοος , καὶ ἀπὸ ἑκατοντάδος ἕως χιλιάδος ὁ τετρακοσιοστὸς
, ἡ δὲ χειμερινὴ σοηʹ ∠ δʹ . κβʹ . εἰκοστὸς δεύτερός ἐστι παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο
6411737 ἐπιδημων
τὸ Ἀττικὸν ἐμπόριον σιτηγεῖν , ἀτελῆ τὸν σῖτον ἐξάγειν , ἐπιδημῶν ἐν τῷ Βοσπόρῳ ὁ Λάμπις ἔλαβε τὴν ἐξαγωγὴν τοῦ
πόλεως μετοικῶν ἐν ἑτέρᾳ καὶ μὴ πρὸς ὀλίγον ὡς ξένος ἐπιδημῶν , ἀλλὰ τὴν οἴκησιν αὐτόθι καταστησάμενος . ἐδίδοντο δὲ
6408933 Πυῤῥος
εἰς δύο ΡΡ ἐπιθετικὰ ὄντα ὀξύνεται : στεῤῥός πυῤῥός . Πύῤῥος δὲ τὸ κύριον , ὥσπερ καὶ τὸ Υῤῥος .
ἀναγινώσκοντα νόμους εἶπεν : ” ὀψὲ τοὺς ἀναγινώσκεις ” . Πύῤῥος ὁ Ἠπειρώτης ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος ποῖος αὐτοῦ τῶν υἱῶν

Back