ἁπαλὸν καλοῦμεν , οὗ περὶ τὴν σκευασίαν καὶ ἄλλων πολλῶν ἀδηκτοτάτων ὄντων ἐκθήσομαι . παυσαμένης δὲ τῆς ὀδύνης ὀλίγον τι
ὀφθαλμῶν προϲαγόμενον , ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων ὅϲα τῶν ἀδηκτοτάτων δεῖται φαρμάκων , ὡϲ τὰ καθ ' ἕδραν τε
5425394 εἰσηλθεν
αὐτῶν ταύτην ἀπέστη ἀπ ' αὐτῶν ἡ σύνεσις , καὶ εἰσῆλθεν εἰς αὐτοὺς ἀφροσύνη μωρά . ἐπαινοῦσι δὲ ἑαυτοὺς ὡς
βοάσας : καθ ' ὃ μέρος ᾠκοδόμει ὁ Αἰακὸς , εἰσῆλθεν ὁ δράκων , δι ' οὗ οἱ Ἕλληνες εἰσῆλθον
5219470 ἠγωνιζετο
τὸν . . . ὀμνύει , ὅτι . . . ἠγωνίζετο τὸν Διόνυσον ] τὸν ἔφορον τοῦ οἴνου . .
καρπὸν τῶν μήλων λέγει , καθὰ καὶ Μίλων ῥοιὰν ἔχων ἠγωνίζετο . τὸ λυσσᾶν ἴδιον τῶν κυνῶν : ἀλλ '
5134687 ὡραιοτατον
, ἐτόλμησε τὸν Ἀλκιβιάδου υἱὸν φιλῆσαι , ὄντα εὐπροσωπότατον καὶ ὡραιότατον ; Ἀλλ ' εἰ μέντοι , ἔφη ὁ Ξενοφῶν
ὁ τῶν Αἰγυπτίων βασιλεύς , ταώνων ἰδεῖν μέγιστόν τε καὶ ὡραιότατον , οὐκ ἀξιοῖ σὺν τοῖς ἀγελαίοις τρέφειν , ὡς
5130219 ἀνεβη
ἀναβάλλει αὐτὸν ἐπὶ τὸν ἑαυτοῦ ἵππον . ὡς δ ' ἀνέβη ὁ Κῦρος , κατεῖδε πάντοθεν ἤδη παιομένους τοὺς Αἰγυπτίους
Κῦρος εἰς Σάρδεις ἀφίκετο . ἐπεὶ δ ' ἧκεν , ἀνέβη πρὸς αὐτὸν σὺν τοῖς ἐκ Λακεδαίμονος πρέσβεσιν . ἐνταῦθα
5127485 Ἀλκινουν
Πολύπους , πολύποδος , ἡ αἰτιατικὴ τὸν πολύπουν , ὡς Ἀλκίνουν : Ἀριστοτέλης δὲ πολύποδα φη - σίν . ὅ
Ὀδυσσεὺς πρεσβύτερός ἐστιν αὐτοῦ γενεᾷ , τὸν δὲ Ὀδυσσέα πρὸς Ἀλκίνουν περὶ τῶν ἐν Ἅιδου καὶ ἄλλα διηγούμενον καὶ ὅτι
5114489 ἐγελα
τὴν ἀποφράδα ὥς τι ξένον καὶ ἀλλότριον τῶν Ἑλλήνων ὄνομα ἐγέλα εὐθὺς καὶ τὸν ἄνδρα τοῦ πάλαι ἐκείνου γέλωτος ἠμύνετο
δὲ ὑφ ' ἡδονῆς μετέωρος ἑωρᾶτο , καὶ νῦν μὲν ἐγέλα τῷ προσώπῳ πάνυ ἀσελγῶς , πάλιν δὲ εὐθὺς ἐθρήνει
5107689 ἐφιλοφρονειτο
φιλοξενίας ἔπαυσεν ἑστιάσεις , ἀλλὰ πλήρεσι τοῖς ἱστίοις τοὺς πάντας ἐφιλοφρονεῖτο . ἀλλ ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φάσιν θερείαις :
κατὰ Δημάδου Φίλιππόν φησι τὸν βασιλέα προπίνειν κέρατι τούτοις οἷς ἐφιλοφρονεῖτο . τοὺς δὲ Παιόνων βασιλεῖς φησι Θεόπομπος ἐν δευτέρᾳ
5099365 ἠσκηκοτων
ἀντέλεγεν οὐδὲ εἷς τῶν ληρεῖν συνειθισμένων καὶ τὸν κοινὸν φλήναφον ἠσκηκότων . [ . . . . , . ]
καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις . τῶν δὲ τὴν μέσην διάλεκτον ἠσκηκότων , ἣν δὴ κρατίστην ἀποφαίνομαι , κατὰ ταυτὶ διαφέρειν
5077435 Πανοπεα
μὲν Θορικοῦ τῆς Ἀττικῆς Κέφαλον συμμαχοῦντα , ἐκ δὲ Φωκέων Πανοπέα , ἐκ δὲ Ἕλους τῆς Ἀργείας Ἕλειον τὸν Περσέως
τοῖς Πανοπεῦσι καθέστηκε : καὶ ἡ ἐπίκλησις ἡ ἐς τὸν Πανοπέα Ὁμήρου ὑποσημαίνειν τῶν Θυιάδων δοκεῖ τὸν χορόν . Πανοπεῦσι
5066490 Αἰγεα
καὶ Λύκος ὁ Πανδίονος , ὅτε καὶ αὐτὸς τὸν ἀδελφὸν Αἰγέα ἐξ Ἀθηνῶν ἔφευγε : καὶ τὰ ὄργια ἐπέδειξε τῶν
κατὰ τὸ παρὸν ἐκ τούτου βοήθειαν καταφυγεῖν εἰς Ἀθήνας πρὸς Αἰγέα τὸν Πανδίονος . ἐνταῦθα δ ' οἱ μέν φασιν
5058293 Μηνις
διοιδοῦσα . δʹ Πικρία δὲ ὀργὴ παραχρῆμα ἐκρηγνυμένη . εʹ Μῆνις δὲ ὀργὴ εἰς παλαίωσιν ἀποτιθεμένη . Ϛʹ Κότος δὲ
δὲ ἔφορος τῆς γῆς . Φιλότης : ἡ φιλία . Μῆνις : ἡ ὀργή . ἔρις . Ἔρις : ἡ
5047343 καθιζων
οὐδέν ς ' ἐπωφέλησεν , οὐδ ' ὁ Πύθιον τρίποδα καθίζων Φοῖβος , ἀλλ ' ἀπώλεσεν . [ ὦ δυστάλαινα
οὐκ ἄδοξον ἀνὴρ προαγωγὸς καὶ μισθὸν τῆς πράξεως εἰςπραττόμενος καὶ καθίζων ἐπὶ πορνείᾳ δικαστήριον : παράδειγμα ἄλλο . Φιλοκράτης ἐκμισθώσας
5041376 Θερσανδρος
οὕτως θερμὸν εὑρήσεις τὸ πῦρ . ” Ταῦτα ἀκούσας ὁ Θέρσανδρος παντοδαπὸς ἦν : ἤχθετο , ὠργίζετο , ἐβουλεύετο .
Πολυνείκη καὶ Ἐτερόκλη δι ' ἀλληλοφονίας : ὑπελείφθη δὲ ὁ Θέρσανδρος ζώπυρον τοῦ Πολυνείκους , τιμώμενον ἐν μάχαις τοῦ καὶ
5035404 ἐπεθυμησε
Ὡς δὲ τῷ Κύρῳ καὶ τοῦτο τὸ ἔθνος κατέργαστο , ἐπεθύμησε Μασσαγέτας ὑπ ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι . Τὸ δὲ ἔθνος
τῶν τε ἄλλων Ἑλλήνων καὶ αὐτῶν Λακεδαιμονίων , παρθένου Βυζαντίας ἐπεθύμησε : καὶ αὐτίκα νυκτὸς ἀρχομένης τὴν Κλεονίκηντοῦτο γὰρ ὄνομα
5035290 ἐξωρμα
ἐγὼ δ ' ἀμύνων θῆρας ἐξεγείρομαι πώλοισιν : ἔννυχος γὰρ ἐξώρμα φόβος . κλύω δ ' ἐπάρας κρᾶτα μυχθισμὸν νεκρῶν
, καὶ ὁ μὲν κρατῶν αὐτίκα πρὸς τὸν ἐν Βλαχέρναις ἐξώρμα ναὸν τῆς Θεομήτορος , ὁ δὲ Κομνηνὸς τὸ γράμμα
4962158 κατηρχεν
ἡμῖν : θαυμαστὸν γάρ τινα , ὦ Κρίτων , ἁνὴρ κατῆρχεν λόγον , οὗ σοὶ ἄξιον ἀκοῦσαι , ὡς παρακελευστικὸς
ἀεὶ ἐπὶ τῶν ἵππων ὀχεῖσθαι , καὶ αὐτὸς οὕτω ποιῶν κατῆρχεν , ἐπὶ δὲ τοὺς πεζοὺς τῶν ὁμοτίμων ἀνθ '
4959246 ἐπεπληξε
ἐκ τούτων παρὰ Λακεδαιμονίοις , ὡς ἀθανατίζοντα , ἐπεὶ μὴ ἐπέπληξε τῷ Πυθίῳ προσρηθεὶς τούτοις , ἀλλὰ ξυνετίθεντο τῷ μαντείῳ
ὡς κακουργῶν ἀλλ ' οὔτω νομίζων . ὃν ὁ Σωκράτης ἐπέπληξε πλείονας ἅμα ἐρωτήσεις ἐρωτήσαντα . εἶπε γάρ : ”
4956924 δεινοπαθων
τοῦ περιόρθρου . οὕτως ἐκεῖνον ἔκτεινεν ὁ στρατηγὸς Ἀρβάκης , δεινοπαθῶν εἰ λέγοιτο δοῦλος ἀνδρὸς τοιούτου . Ἄλλοι δ '
τοῖς Δολίοσι . τὸ δὲ ἐυξείνοισιν , ὥσπερ καὶ αὐτὸς δεινοπαθῶν ἐπὶ τοῖς συμβεβηκόσι τοῦτό φησιν . Ἱερὴ δὲ φατίζεται
4956375 ἀλληγορει
ὄκχον : ἵνα ἐπιβιβάσωμεν ἐν καθαρᾷ ὁδῷ τὸ ὄχημα . ἀλληγορεῖ δὲ νῦν , περὶ τοῦ ὕμνου λέγων : ἵνα
περὶ τούτων ἀποδιδούς φασιν ἐν οἷς περὶ Πρωτέως καὶ Εἰδοθέας ἀλληγορεῖ , τὸ μὲν πρῶτον καὶ ἀρχικώτατον αἴτιον Πρωτέα καλῶν
4951217 ἀπηντηκεν
τὴν οἰκίαν λυπεῖ , μὴ δυσχερές τι περὶ τοὺς παῖδας ἀπήντηκεν : εἶτα ταύτην ἠθοποιΐαν ἐκτείνας πρόσθες μετὰ βαρύτητος ἅμα
ἐῤῥεῖτο ἡ γῆ , καὶ ὅτι πρὸς τὸ δεύτερον πρότερον ἀπήντηκεν . . ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν
4948111 Δικαιοπολις
ἔλεγε σωρόν . Γ μόλις γ ' ἐνέδησα : ὁ Δικαιόπολις λέγει τὸν συκοφάντην . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους
ἐπεὶ οὐκέτι τοῖσιν ἐῴκει ” . Γ οὗτος ] ὁ Δικαιόπολις . Γ Ἡράκλεις : διπλῆ : εἶτα ἕπεται δυὰς
4943588 ἐκαθισεν
τοῦ “ σημερινή ” . φρόντιζε δὴ καὶ διάθρει : ἐκάθισεν αὐτὸν ἐπὶ τοῦ ἀσκάντου . τὸ “ δὴ ”
' ᾗ ἡ Δημήτηρ , ὅτε τὴν κόρην ἐζήτει , ἐκάθισεν . Ἀγαθῶν θάλασσα : καί : Ἀγαθῶν θησαυρός :
4915024 παρηγαγε
τὸ πρόσω ὀξέως ἐκίνησε καὶ ἐπὶ τὰ κέρατα ἄλλοτε ἄλλῃ παρήγαγε . καὶ οὕτω πολλὰς τάξεις τάξας τε καὶ μετακοσμήσας
λεπτῶν καὶ μεμεριμνημένων . οὐ γὰρ ἐν ὑποκορισμῷ εἴρηκεν . παρήγαγε δὲ ἀπὸ τοῦ πληθυντικοῦ τοῦ οἱ νοῖ τὸ νοΐδιον
4899949 Ὑλαν
. , : Σωκράτης ἐν τῷ Πρὸς Εἰδόθεόν φησι τὸν Ὕλαν ἐρώμενον Πολυφήμου , καὶ οὐχ Ἡρακλέους , γενέσθαι .
: Ἑλλάνικος δὲ Θειομένη ἀντὶ Θειοδάμαντος ὀνομάζει . : τὸν Ὕλαν ὁ μὲν Ἀπολλώνιος Θειοδάμαντός φησιν υἱὸν εἶναι , Ἑλλάνικος
4899893 φροντιστηριον
μὴ πειθομένου δὲ τοῦ υἱοῦ αὐτὸς ἀφικνεῖται πρὸς τὸ σωκρατικὸν φροντιστήριον . καὶ πολλὰ μὲν ὑπὸ γήρως δῆθεν καὶ ἀγροικίας
θεωρία καὶ τὸ ἐξετάζειν περί τινων ἀπόρων , ὅθεν καὶ φροντιστήριον ἡ σχολὴ τῶν φιλοσόφων . ἐξήμβλωκας ] ἐξέβαλες .
4896483 Δολωνα
στίχος τέτακται , μετὰ ταῦτα δὲ οὐκέτι , λεγόμενος πρὸς Δόλωνα . . αἰεί μιν ἐπὶ νῆας ἀπὸ στρατόφι προτιειλεῖν
ἀφώρισεν αὐτῷ . ἐπιφανέντες δὲ οἱ περὶ τὸν Ὀδυσσέα , Δόλωνα μὲν ἀνῃρηκότες , ἐπὶ δὲ τὴν Ἕκτορος κατηντηκότες σκηνὴν
4894584 ἐπεμψ
πρὸς βίαν , Εὐρυσθέως ἀρχαῖς ὑπείκων , ὅς μ ' ἔπεμψ ' Ἅιδου κύνα ἄγειν κελεύων ζῶντα πρὸς Μυκηνίδας πύλας
ἔμελλον οὐ πέμψειν φίλοι κήρυκας , ἐλθεῖν κἀπικουρῆσαι χθονί ; ἔπεμψ ' : ὀφείλων δ ' ἦλθε συμπονεῖν ἐμοί .
4889976 λῳστον
μέγιστον ἀνθρώποις καὶ λυσιτελέστατον . τὸ γὰρ λῷστα ἀντὶ τοῦ λῷστον , ὅ ἐστι βέλτιστον , πληθυντικὸν ἀντὶ ἑνικοῦ .
ς ' ἀναπτεροῖ φόβος ; κάλλιστόν ἐστι τοὔνδικον πεφυκέναι , λῷστον δὲ τὸ ζῆν ἄνοσον , ἥδιστον δ ' ὅτῳ
4877683 ἀμετατρεπτος
μὲν ᾖ τὸ τοῦ ὡροσκόπου ζῴδιον στερεὸν ἔσται ὁ κατηγορῶν ἀμετάτρεπτος καὶ ἐπίμονος , ἐὰν δὲ δίσωμον ἐν μετανοίᾳ γενόμενος
φύσει καὶ τοῖς ἀνθρώποις . Ἀνάγκη ἐστὶ κρίσις βεβαία καὶ ἀμετάτρεπτος δύναμις προνοίας . Καὶ ἡ μὲν διακρατοῦσα τὸν ὅλον
4856901 λατρευει
ψυχῆς οὐδεμίαν θέμενος : ἄλλος γῆν τέμνων πολυδένδρεον εἰς ἐνιαυτὸν λατρεύει , τοῖσιν καμπύλ ' ἄροτρα μέλει : ἄλλος Ἀθηναίης
. ἐντεῦθεν ὁ μῦθος . Εἴρηται περὶ Ὀμφάλης ὡς Ἡρακλῆς λατρεύει παρ ' αὐτῇ . μάταιος δὲ ὁ λόγος .
4853578 Φορβαντα
τὴν Ἀμαζόνα ἁρπάζει . Καὶ Πολέμων δὲ ἱστορεῖ πάλην εὑρηκέναι Φόρβαντα Ἀθηναῖον , ὅτι δὲ Θησεὺς παρ ' Ἀθηνᾶς ἔμαθε
Ἀμαζόνα ἁρπάζει . Καὶ Πολέμων δὲ ἱστορεῖ , πάλην εὑρηκέναι Φόρβαντα Ἀθηναῖον . Ὅτι δὲ Θησεὺς παρ ' Ἀθηνᾶς ἔμαθε
4839666 νοστων
ἡμῖν ἀρτίως νεοσφαγὴς κεῖται κρυφαίῳ φασγάνῳ περιπτυχής . Ὤμοι ἐμῶν νόστων : ὤμοι , κατέπεφνες , ἄναξ , τόνδε συνναύταν
τε , εἰ οὕτως πέπεισται , τί ζητεῖ περὶ τῶν νόστων ; . Νέστορ ' ἐπεὶ περίοιδε δίκας ἠδὲ φρόνιν
4839099 ἐκαθευδεν
κατὰ τρεῖς : ἦσαν γὰρ ἐφ ' ὧν ὁ Κύκλωψ ἐκάθευδεν , ἔμελλε δὲ ὁ μέσος ἄρα ἄνδρα οἴσειν τῶν
ἔδοξεν ὑπὸ τῷ σκίμποδι κατακεῖσθαι σκύμνον , ἐφ ' ᾧ ἐκάθευδεν ὁ Νικόστρατος . Νικοστράτῳ μὲν δή , ὡς ηὐξήθη
4831097 Ἀμμωνι
δυνάμενος ἐξεδήμησεν εἰς Κυρήνην , πρόφασιν μὲν ὡς εὐχὰς ἀποδιδοὺς Ἄμμωνι , τῇ δ ' ἀληθείᾳ διαφθεῖραι βουλόμενος τὸ μαντεῖον
οὐκ ἐσποιοῦσιν Ἀριστομένην Ἡρακλεῖ παῖδα ἢ Διί , ὥσπερ Ἀλέξανδρον Ἄμμωνι οἱ Μακεδόνες καὶ Ἄρατον Ἀσκληπιῷ Σικυώνιοι : Ἀριστομένει δὲ
4819748 σταζεις
: ὦ Ἔρως , ὅστις διὰ τῶν ὀμμάτων τῶν ἀνθρώπων στάζεις τὸν πόθον , διὰ τούτου εἰσάγων ταῖς ψυχαῖς τὴν
ὑπὲρ ἄκρων βακχεῖον Διονύσου , οἴνα θ ' ἃ καθαμέριον στάζεις , τὸν πολύκαρπον οἰνάνθας ἱεῖσα βότρυν , ζάθεά τ
4802407 μετελαβεν
τὸν δὲ λόγον ἐρωτῶν εἰς τὸ ἐν τόπῳ τὸ ποῦ μετέλαβεν εἰπών : εἰ γὰρ πᾶν τὸ ὂν ἐν τόπῳ
ἀγαθόν . Μεταλήψει μὲν δὴ αὐτὸ ἀγαθόν : οὗ δὲ μετέλαβεν , οὐδὲν τῶν πάντων . [ Οὐδὲν ἄρα τῶν
4783401 ὑβρισμενων
, ἐξήλασαν βίᾳ . καὶ τοσούτου ἐδέησεν αὐτῷ μεταμελῆσαι τῶν ὑβρισμένων , ὥστε ἐξευρὼν οὗ ἐδειπνοῦμεν ἀτοπώτατον πρᾶγμα καὶ ἀπιστότατον
τὴν μοιχευομένην , καὶ εἴασε κεῖσθαι κατὰ τῶν στρωμάτων τῶν ὑβρισμένων καὶ τῆς εὐνῆς τῆς πεπατημένης , ὡς ἐλθόντα τὸν
4773938 Θυμοιτην
ἦσαν . Οἳ δ ' ἀμφὶ Πρίαμον καὶ Πάνθοον ἠδὲ Θυμοίτην Λάμπόν τε Κλυτίον θ ' Ἱκετάονά τ ' ὄζον
ὁ οὖν Ξάνθος ὁ τῶν Βοιωτῶν προεκαλέσατο εἰς μονομαχίαν τὸν Θυμοίτην , ἐφ ' ᾧ , εἰ μὲν αὐτὸς νικήσει
4769321 ἀτρεμης
, σημαίνει δὲ τὸν ὑγιῆ : ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος
ὀρύνω . . . . ἀρτεμής : ὁ ὑγιής : ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος
4759735 μηνισας
. τοῖς δὲ Ἀργοναύταις τὸν Ἠριδανὸν ποταμὸν ἤδη παραπλέουσι Ζεὺς μηνίσας ὑπὲρ τοῦ φονευθέντος Ἀψύρτου χειμῶνα λάβρον ἐπιπέμψας ἐμβάλλει πλάνην
ἔλυσεν : εἰ μή τις θεός ἐστι κοτεσσάμενος Τρώεσσιν ἱρῶν μηνίσας : χαλεπὴ δὲ θεοῦ ἔπι μῆνις . Τὸν δ
4750826 Μεγαβυζος
, καὶ ἄλλα πολλὰ ἐπέδωκε . Ζωπύρου δὲ τούτου γίνεται Μεγάβυζος , ὃς ἐν Αἰγύπτῳ ἀντία Ἀθηναίων καὶ τῶν συμμάχων
αὐτῶν . ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνῄσκει νέος . οὐ Μεγάβυζος ἦν , ὅστις γένοιτο ζάκορος . περιττὸν ἄχθος ὄντα
4742288 ὀψοφαγον
αὐτῷ τὸ σανδάλιον . τοῦτον ὁ κωμωδιοποιὸς Μνησίμαχος ὡς πάνυ ὀψοφάγον λοπαδοφυσητὴν ἐκάλεσεν . ὅτι ὁ Ἑρμιονεὺς Λᾶσος παίζων ἔφασκε
τὸν δ ' Ἀριστοτέλην , ὀψαρτεύοντα πλεονάκις ἐν τοῖς συγγράμμασιν ὀψοφάγον εἶναι καὶ λίχνον . τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπὶ τοῦ
4742217 διελεγετο
τὰς διαλέξεις γεωμετρίαν , ἀστρονομίαν , μουσικήν , ῥυθμούς : διελέγετο δὲ καὶ περὶ ζωγραφίας καὶ περὶ ἀγαλματοποιίας : ταῦτα
πυνθανόμενοι καὶ περὶ Σωκράτους , ὅτι σοφός τε ἦν καὶ διελέγετο τοῖς προσιοῦσι λόγους φρονίμους , καὶ περὶ Διογένους ,
4742167 παρωρμησε
εἴκοσι τρεῖς στίχους , ἀλλ ' ἀντὶ τοῦ ἐκίνησε καὶ παρώρμησε κατὰ τὸ ἐρωτικόν . . τρεῖς εἴκοσι . ζῶμά
τὴν δημοκρατίαν ἀκέραιον , πλούσιον πρὸς τὸν καθ ' ἑαυτοῦ παρώρμησε πόλεμον ; νῦν δὴ τοῦ περὶ τὴν πολιτείαν ὁ
4738933 ἐζητει
δὲ κορεσθεὶς ἀνελθεῖν οὐκ εὐπόρει , ὃς μετενόει καὶ βοηθὸν ἐζήτει , ὅπως ἀνέλθῃ ἐκ τοῦ βάθους ὁ τράγος .
' ἑαυτοῦ μόνον ἀλλ ' ἤδη καὶ διὰ τοῦ αὐτοκράτορος ἐζήτει καὶ ἐπενόει κακοῦν ἡμᾶς . τιμὰς γάρ , ὅσας
4729966 ῥιψασπις
: δειλὸς γὰρ καὶ ῥίψασπις ὁ Κλεώνυμος . ΓΘ ] ῥίψασπις γὰρ οὗτος . Γ οὐδ ' ἀγοράσει ] οὐ
νυν ] δή . εὐνούστατος μὲν ἦν Γ : ὅτι ῥίψασπις καὶ δειλὸς ἦν . Γ ψυχήν γ ' ἄριστος
4727464 ἐκδοντος
, ὅτι δεινὸν οὐδ ' ὁτιοῦν πέπονθεν τὸν ἄνθρωπον οὐκ ἐκδόντος ἐμοῦ βασανίζειν , ἀλλὰ καὶ τὸ πρᾶγμ ' αὔτ
συγγραφεὺς καὶ ] περὶ τὸν καλὸν ἡμῶν Ἄδραστον ἐγένετο . ἐκδόντος γὰρ τούτου πέντε μὲν βιβλία Περὶ τῶν παρὰ Θεοφράστῳ
4724435 ἐγκελευσαμενος
. Καταστήσας οὖν εἰς τάξεις τὸ στράτευμα καὶ ἱππεῖς παρεδρεύειν ἐγκελευσάμενος , πλὴν ὀλίγων τῶν ἐνεδρεύειν καὶ λοχίζειν μελλόντων ,
δὲ ἀναπηδήσας ἐπὶ τὸν ἵππον καὶ τοῖς ἀμφ ' αὑτὸν ἐγκελευσάμενος ἕπεσθαί τε καὶ ἄνδρας ἀγαθοὺς γίγνεσθαι , τοὺς μὲν
4716474 Βελλεροφοντην
τῶν κάτω καταφρονῶν ἄνθρωπος δηλαδή , καὶ οἷον ὑπερπηδῶν . Βελλεροφόντην δέ φησι τὸν φονεύοντα τὰ κακά : ὑπερενίκησε γὰρ
καὶ Εὐριπίδης περὶ τῆς Σθενεβοίας φησίν , ἐπειδὴ νομίζει τὸν Βελλεροφόντην τεθνάναι : πεσὸν δέ νιν λέληθεν οὐδὲν ἐκ χερός
4713127 ἡμαρτεν
σου . οὐ φροντίζω , φησὶ , κἂν λέγῃς ὅτι ἥμαρτεν . 〚 οὐ δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον
αἰτίαν ἐπήνεγκεν ἐρωτικὴν ἢ τούτῳ : ὁ δὲ ἀνὴρ γενόμενος ἥμαρτεν ἃ ἐν παισὶν ἔφευγεν . ὁ μὲν οὖν κατήγορός
4707038 διενηνοχως
μάλιστα ὁ γενναιότερός τε καὶ εὐτολμότερος , μεγέθει τῶν λοιπῶν διενηνοχώς , κατ ' ἐμὲ γενόμενος ἐπεχείρει μοι τὴν μάχαιραν
τριάκοντα , ἁπάντων τῶν πρὸ αὐτοῦ τυράννων πρᾳότητι καὶ ἐπιεικείᾳ διενηνοχώς . δύσπνοιαν . Φάρμακον οὖν αὐτῷ τοῦδε τοῦ πάθους
4703929 ἠρυθριασε
εἶ Ἀλέξανδρος , ὃν λέγουσιν ὑποβολιμαῖον ; καὶ ὃς ἀκούσας ἠρυθρίασε μὲν καὶ ὠργίσθη , κατέσχε δ ' ἑαυτόν :
ἥσθη τὰ μειράκια καὶ ἐπεγέλασεν , ὁ δ ' ἕτερος ἠρυθρίασε . Καὶ ἐγὼ εἶπον , Τί οὖν ; σὺ
4700037 μειξας
γενέσθαι : Ἡρόδικος δὲ παιδοτρίβης ὢν καὶ νοσώδης γενόμενος , μείξας γυμναστικὴν ἰατρικῇ , ἀπέκναισε πρῶτον μὲν καὶ μάλιστα ἑαυτόν
' ἄλλης γῆς ἥπτετο μὲν λύρας , ἥπτετο δὲ δάκρυα μείξας τοῖς κρούμασιν , Ἰάσονα δὲ τὸν Θετταλὸν μετὰ τὴν
4694939 κατεφυγεν
, καθάπερ αὐτὸς εἴρηκεν , ἐπὶ τὸ γράφειν ἃ διανοηθείη κατέφυγεν , οὐ περὶ μικρῶν τὴν προαίρεσιν ποιούμενος οὐδὲ περὶ
ἀνθρώποις διὰ τοῦ Ἀπόλλωνος : ὃς δὴ ἀετὸς ἰδὼν ταύτην κατέφυγεν ἐπὶ τὴν ἐσχάραν . . θέλουσα θῦσαι πέλανον ]
4694803 παραληψομενον
Ἀρταξέρξης μὲν ὁ τῆς Ἀσίας βασιλεὺς καταπεπολεμηκὼς Κῦρον ἀπεστάλκει Τισσαφέρνην παραληψόμενον πάσας τὰς ἐπὶ θαλάττῃ σατραπείας . διόπερ οἱ Κύρῳ
σταδίους ὅσον εἴκοσιν : Ἀμύνταν δὲ τὸν Ἀνδρομένους τὴν ἄκραν παραληψόμενον ἐκπέμπει ἐς Σάρδεις : καὶ Μιθρήνην μὲν ἐν τιμῇ
4692804 ἐπιστρεφων
ὡς εἶχεν ἕκαστός τις φιλίας ἢ γνώσεως ἐς αὐτόν , ἐπιστρέφων τε καὶ πυνθανόμενος . ὡς δὲ οὐδεὶς ἀπεκρίνετο ,
νήσου , τὸ δὲ χωρίον τοῦτο λιμήν ἐστιν ἐς κεραίας ἐπιστρέφων λεπτάς , νέφους δὲ τὴν δρῦν περισχόντος καὶ σκηπτοῦ
4690040 μεταγνους
ἀποκήρυξιν δὲ ἐπέστη νύκτωρ ὁ παῖς ξιφήρης τῷ πατρί , μεταγνοὺς ὥρκωσε μὴ ἐξειπεῖν καὶ ἀποκηρύττεται ὑπὸ τοῦ πατρός :
καὶ οἷός τε ἦν διαρπάσαι τὴν Λακεδαιμονίων πόλιν : ἀλλὰ μεταγνοὺς οὐχ ἁψάμενος τῆς πόλεως ἀνέζευξεν . οἱ συνάρχοντες ἠπείλουν
4687011 τοξευσας
κατισχυθεὶς ὑπὸ τῆς πληγῆς . εὐθὺ δ ' ὁ μὲν τοξεύσας Ἰνδὸς καταφρονήσας προσέδραμε καὶ καταφέροντος αὐτοῦ πληγὴν ὁ Ἀλέξανδρος
βοηθοὺς ἐπεκαλεῖτο : καὶ Διὸς κεραυνώσαν - τος αὐτὸν Ἡρακλῆς τοξεύσας ἀπέκτεινε . τῶν δὲ λοιπῶν Ἀπόλλων μὲν Ἐφιάλτου τὸν
4685801 μανεις
' , ὅς τ ' ἐπ ' Ἀλφειοῦ ῥοαῖς θεοῦ μανεὶς ἔρριψε Σαλμωνεὺς φλόγα . Ἑλλὰς μὲν οὖν ἐστὶ ,
γεωργῶν ἐπιμέλειαι εὑροῦσαι κατ ' ἔτος ἐκνεάζοντα . καὶ οὐδὲ μανεὶς ἂν εἴποι τις ὅτι δρῦς στάχυος ἀμείνων . τί
4685529 ἐφθονει
ἐδίδασκε καὶ ἐπέπληττε τὸν μὴ καλῶς αὐλοῦντα , καὶ μὴ ἐφθόνει τούτου , ὥσπερ νῦν τῶν δικαίων καὶ τῶν νομίμων
ἔχθραν τινὶ προῆλθε τῶν πολιτευομένων . ὁ δὲ ζῶντι μὲν ἐφθόνει μόνον , τελευτήσαντος δὲ πρᾶγμα πάντων ἀνοητότατον καὶ ἀσεβέστατον
4684286 ἐλεγειας
κατ ' Ἀναξίμανδρον ἦν . γέγραφε δὲ ἐν ἔπεσι καὶ ἐλεγείας καὶ ἰάμβους καθ ' Ἡσιόδου καὶ Ὁμήρου , ἐπικόπτων
καὶ ἄλλοι τρεῖς Ἀρκεσίλαοι : ποιητὴς ἀρχαίας κωμῳδίας , ἄλλος ἐλεγείας , ἕτερος ἀγαλματοποιός : εἰς ὃν καὶ Σιμωνίδης ἐποίησεν
4684113 ἀχολον
ὅτι κερατοφόρον ἐστί . διὰ τί ἔλαφος μακρόβιον ; ὅτι ἄχολον . ἀλλ ' ἐνταῦθά ἐστι μέσον ὃ ἐξ ἀνατομῆς
. ἐγένοντο ] δειλότατον γὰρ τὸ τῶν ἐλάφων γένος ὡς ἄχολον . Κλεισθένην ] τοῦτον ὡς μαλακὸν καὶ θηλυδρίαν διαβάλλει
4683056 βασανισθεις
ἔμφροσι , δείξει δὲ οἶμαι σαφέστερον ὁ λόγος τὰ μέτρια βασανισθείς . Τοσοῦτον οὖν προειπόντες , ὅτι οὐδὲ περὶ τὰς
μάλιστά γε δὴ πάντων ὁ λόγος αὐτὸς ἂν δηλώσειε μέτρια βασανισθείς . τοῦτο οὖν αὐτὸ πρῶτον θεασώμεθα , εἰ μή
4681259 κηρυσσει
; καὶ κνώδαλα πτεροῦντα καὶ πεδοστιβῆ . † καρπώματα στάζοντα κηρύσσει Κύπρις κάλωρα κωλύουσαν θωσμένειν ἔρῳ , † καὶ παρθένων
ὄλβιον πάροιθε . τῆι δὲ νῦν τύχηι βροτοῖς ἅπασι λαμπρὰ κηρύσσει μαθεῖν , τὸν εὐτυχεῖν δοκοῦντα μὴ ζηλοῦν πρὶν ἂν
4678988 μετεδωκε
γνωρίμων καὶ τοῖς γε προσκριθεῖσι τῆς περὶ τοῦ ἀγαθοῦ ἀκροάσεως μετέδωκε : τὸ μέντοι ἡμέτερον ἀγαθόν , εἴ τις ἀκριβῶς
στοργῆς , πάντως που καὶ τῷδε τῷ ζῴῳ τῷ λογικῷ μετέδωκε μᾶλλον . ἀλλὰ οὐ χρῶνται τῷ δώρῳ . καὶ
4675069 παραλογιζομενος
τὸ ἐρεῖν τὸ λέγειν . εἴρων δὲ ὁ διὰ λόγων παραλογιζόμενος . Εἰλικρινής . παρὰ τὸ ἐν ἕλῃ κεκριμένον .
κἀν τοῖς προοιμίοις εἴρηται : ὁ γὰρ ὑφ ' ἑτέρου παραλογιζόμενος ῥᾳδίως καὶ τοῦτο μὴ διαισθανόμενος κἂν αὐτὸς ὑφ '
4669836 δυϲεντερικων
ἀθρόα , κατὰ κοιλίαν τε αὐτοῖϲ μυξώδη φέρεται ὡϲ ἐπὶ δυϲεντερικῶν . οἷϲ βοηθητέον πρὸ τοῦ τούτων τι παρακολουθῆϲαι διὰ
οὔρων : φέρεται δὲ αὐτοῖϲ κατὰ κοιλίαν ὅμοια τοῖϲ ἐπὶ δυϲεντερικῶν , λειποθυμίαιϲ τε καὶ ἄϲαιϲ καὶ ϲκοτοδίνῳ περιπίπτουϲιν ,
4669456 ἐνεχειρησεν
ὡς πολὺν χρόνον ἔπραττεν , ὡς οὐδεὶς ἄλλος πρότερος τούτοις ἐνεχείρησεν , ὡς μετὰ τούτων ἔπραξε μεθ ' ὧν οὐδεὶς
ἀφελῶς πιστεύσας ἀπώλεσεν , οἰκείοις δὲ καὶ δούλοις τὰς πίστεις ἐνεχείρησεν , ὧν δι ' ἀμέλειαν καὶ σπάνιν χρεωστίαις περιπεσὼν
4666654 ὁμολογησας
γενεὰ πολυάνθρωπος , προτρέπει μεταναστῆναι πανοικὶ τὴν βαθυγειοτάτην Αἰγύπτου μοῖραν ὁμολογήσας δεδωρῆσθαι τοῖς ἀφιξομένοις . ἀπήνας οὖν καὶ ἁρμαμάξας καὶ
. φιλοφρονησάμενος δὲ τὸν Κουρίωνα καὶ χάριν ὑπὲρ τῶν γεγονότων ὁμολογήσας ἐσκόπει περὶ τῶν παρόντων . Κουρίωνι μὲν δὴ συγκαλεῖν
4662511 ἐτιτρωσκετο
' ὅτι πρὸς Σωκράτην οὐχ ἑώρα τὸν Σωφρονίσκου , οὐδὲ ἐτιτρώσκετο ὑπὸ τῶν λόγων , οὓς θαμὰ εἰώθει λέγειν ἅπασιν
καθ ' αὑτὸν ἀνθεστηκόσιν ἐμπεσὼν ἐκείνους τε ἔκτεινε καὶ αὐτὸς ἐτιτρώσκετο , προεμπλήσας δὲ τὸν θυμὸν τῷ φόνῳ τῶν ἐχθρῶν
4660322 ὑπειπων
τὸ ” ὑπειπὼν “ ἐνταῦθα εἴρηται ἀντὶ τοῦ προειπών . ὑπειπὼν ] προειπών . λίαν μέγα ] μετριάζων τοῦτό φησιν
τῶν βασιλέων αὐτὸ πρέπειν καὶ προσέτι γε λυσιτελεῖν , ἐνταῦθα ὑπειπὼν ἐπὶ τὰ λοιπὰ βαδιοῦμαι . ἐγὼ νομίζω τὸν μὲν
4656949 ἐσταλην
αὐτήν : λαμβάνομαι τὸ στόμα , κλείω κατέχω : γράφεται ἐστάλην : οὐ καταλείψω τὸ τέμενος τῆς θεοῦ , εἰ
ὑψόροφα μέλαθρα καὶ γεραιὰ δέμνι ' ἀμφὶ βάκτροις ἔρεισμα θέμενος ἐστάλην ἰηλέμων γέρων ἀοιδὸς ὥστε πολιὸς ὄρνις , ἔπεα μόνον
4652913 καθεδειται
ἄνθρωπος οὔτε πεζὸν οὔτε δίπουν , οὔτε διαλέξεταί ποτε οὔτε καθεδεῖται . ἀλλὰ κατὰ τὸν δεύτερον ; ἀλλ ' ἀδύνατον
' ἕξουσιν αὐτοί , τοῖς δ ' ἀγαθοῖς ἐφεδρεύων ἕτερος καθεδεῖται . οὔκουν προοῖντ ' ἂν αὑτοὺς εἰς τοῦτο ,
4651100 ὑπερεσχε
πρῶτον μὲν τοῖς περὶ τὰς ἐπιστολὰς ἀκροβολισμοῖς καὶ πείραις τοσοῦτον ὑπερέσχε φρονήματι καὶ τοσοῦτον ἀπέσχε τοῦ πτοηθῆναι πρὸς τὰς τῶν
βλέποντος , αὐτὸς ὥσπερ θεός τις τῶν ἀπὸ μηχανῆς χεῖρα ὑπερέσχε καὶ διεκώλυσε διαφθαρῆναι τὰ πράγματα ἀπ ' αἰσχρᾶς οὕτω
4649570 ξυνοντων
αὐτοὺς πείσεσθε , ἐπειδή περ ὑμῖν ἔθος ἐστὶν ἕνα τῶν ξυνόντων ἀεὶ κακῶς λέγειν καὶ ποιεῖν : ἐπειδὰν ὑμῖν ἐγὼ
γὰρ ὁ γέρων ἀτηρότατον ἄρ ' ἦν κακὸν καὶ τῶν ξυνόντων πολὺ παροινικώτατος ; καίτοι παρῆν Ἵππυλλος , Ἀντιφῶν ,
4646619 θεοπρεπει
, τὸν ἀπὸ τῆς θείας κρίσεως ἀπονεμηθέντα κλῆρον ἀσπάζεσθαι , θεοπρεπεῖ δὲ χαίρεσθαι φρονήματι καὶ πρὸς τὸ βέλτιον μεθιστάναι τὴν
βασιλὶς ἡ τούτου [ ] γυνὴ ὑπεράνω αὐτοῦ ἀνέκειτο [ θεοπρεπεῖ ] κάλλει κοσμουμένη . τοῦ ? ? [ δὲ
4641934 θοιματιον
μεσούσης ἡμέρας , καὶ καταλαβὼν αὐτὴν καθεύδουσαν , ὑποδὺς ὑπὸ θοιμάτιον καὶ παρακλιθεὶς ἠρέμα , ἀψοφητὶ ἔμενεν αὐτὸς μὲν ἀτρεμῶν
αὐτῶν καταγῆναι δεῖν , κατεαγὼς ἔσται αὐτίκα μάλα , κἂν θοιμάτιον διεσχίσθαι , διεσχισμένον ἔσταιοὕτω μέγα ἐγὼ δύναμαι ἐν τῇδε
4640042 πλαττομενος
, μεταλαβὼν αὖθις τὸν τοῦ βασιλέως αὐτῶν αἰτεῖται παῖδα , πλαττόμενος , ὃν εἶχεν αἰχμάλωτον , ὥσπερ οὐκ ἔχων .
' αὐτῷ γενομένας λοιδορίας , ἀπεχώρησεν ἐπὶ τῆς Γαλλίας , πλαττόμενος ὑπὸ τοῦ παιδὸς ἐληλάσθαι , ὥςτε ἀφορμὴν αὐτῷ τοῦτο
4632642 ἀπορηθεις
στρατηγὸς ἔφευγεν ἀνὰ κράτος . ὅπερ ὡς ἔγνω δείλαιος , ἀπορηθεὶς ἐκ πάντων , πυρὰν ὑφῆψε λιπαρὰν ὕλαις ἀφθόνοις θρέψας
εἰς τὴν τῶν Μακεδόνων κρίσιν παραχθεὶς καὶ κατὰ τὴν ἀπολογίαν ἀπορηθεὶς λόγων ἐθανατώθη . ὁ δ ' Ἀλέξανδρος ἐκπέμψας τινὰς
4631781 ἀνεσταυρωσε
τε στρατόπεδον τῶν Περσῶν κατέκοψε καὶ τὸν Κῦρον αἰχμάλωτον γενόμενον ἀνεσταύρωσε : τό τε συσταθὲν ἔθνος τῶν Ἀμαζόνων τοσοῦτον ἀνδρείᾳ
δὴ πρότερον τούτων βασιλεὺς Δαρεῖος ἐπ ' αἰτίῃ τοιῇδε λαβὼν ἀνεσταύρωσε , ἐόντα τῶν βασιληίων δικαστέων : ὁ Σανδώκης ἐπὶ
4630189 ἀναστησων
, Κάσσιος μὲν ἐς τὸν Πόντον ἔπλει πρὸς Φαρνάκην ὡς ἀναστήσων αὐτὸν ἐπὶ Καίσαρα , Σκιπίων δὲ καὶ Κάτων ἐς
δὲ Ῥώμην ἐπανελθὼν ἠξίου πεμφθῆναι στρατηγὸς ἐς Λιβύην , ὡς ἀναστήσων Ἀννίβαν ἐξ Ἰταλίας καὶ Καρχηδονίοις δίκην ἐπιθήσων ἐν τῇ
4626555 ᾐσε
μὲν Κόρκυραν ὡς μιχθείη Ποσειδῶν αὐτῇ : τοιαῦτα δὲ ἕτερα ᾖσε Πίνδαρος ἐς Θήβην τε καὶ ἐς Δία . ἰδίᾳ
πεπόνθαμεν ; τετίμηται Πρισκιανὸς τιμῇ τῇ προσηκούσῃ . καὶ καλὸν ᾖσε τὸ προοίμιον Φλωρέντιος καλῶν ἀντὶ τῶν δοῦναι δυναμένων τοὺς
4625834 Σμινθιον
ἔνθεν τοι καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν παρ ' αὐτοῖς τιμώμενον Σμίνθιον καλοῦσί φασιν . ἔτι γὰρ καὶ τοὺς Αἰολέας καὶ
τοῦ στρατοπέδου , πάσας ἤδη φωνὰς ἠφίει τὸν Ἀπόλλωνα καλῶν Σμίνθιον , Τενέδιον , Χρύσιον , Καλλίτοξον , πάντα ὀνομάζων
4623347 μεθιστησι
ἀντεγκληματικὴ ἡ ἀντίθεσις , ἀντέγκλημα ἡ στάσις : ἐὰν δὲ μεθίστησι τὴν αἰτίαν εἰς ἕτερον , μεταστατικὴ ἡ ἀντίθεσις ,
ζητήματι ᾧ προειρήκαμεν τῷ ἀναζεύξαντι Ἀρχιδάμῳ καὶ κρινομένῳ δημοσίων : μεθίστησι μὲν γὰρ τὸν ἐπὶ τὴν αἰτίαν καιρόν : ἐρεῖ
4622543 συνδειπνειν
: γείτονες γὰρ ἀλλήλων τυγχάνουσιν ὄντες : τὸ μὲν πρῶτον συνδειπνεῖν ἐκέλευεν , ἐπειδὴ δὲ οὐκ ἠθέλησεν . . .
ἀλλ ' ὅτι αὐτῷ δι ' ὅλου τοῦ βίου μόνῳ συνδειπνεῖν ὑπῆρχεν τῷ βασιλεῖ , οὐχ ὥσπερ τοῖς λοιποῖς στρατιώταις
4618840 ἀπολαυσεσθαι
τοὺς οἰκέτας . ᾤμην οὖν μοι τὴν κεφαλὴν τῶν αὐτῶν ἀπολαύσεσθαι φαρμάκων : σὺ δὲ φίλῳ μὲν σύνει , φίλου
χρὴ προσιέναι τοῖς ἀνδράσι μετ ' εὐλαβείας τὸν μέλλοντα αὐτῶν ἀπολαύσεσθαι καὶ πρὸς ἀλήθειαν , οὐ πρὸς δόξαν , καὶ
4617168 κακουργηματος
τὸ ἐκποδὼν εἶναι τὸν πατέρα . πάλιν ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ κακουργήματος ἔμεινεν , οὐ γὰρ τὸ ἐκποδὼν εἶναι τὸν πατέρα
καίτοι εἰ μὲν εἰς πίστιν ἔδωκας , τί πρὸ τοῦ κακουργήματος ἂν τὰ βέβαι ' ἐποιοῦ ; εἰ δ '
4615255 ἐλυπησεν
. τοιγαροῦν ἀπιὼν ἀνιᾷ τοὺς βελτίους , διότι παρὼν οὐκ ἐλύπησεν . ἐμοὶ δὲ δεομένῳ τοσοῦτον ἀπεῖχεν ἀπειθεῖν ὥστ '
, νῦν δέ γε τῶν συμμάχων . οὐ μέντοι πλείω ἐλύπησεν , ἡνίκα ἦν δυσμενής , ἢ φίλος γενόμενος εὔφρανεν
4609554 ζευξαμενος
ἀνθρώπου ἐν Μασσαλίᾳ οἱ Πρωτιάδαι καλούμενον . ὅτι Θεμιστοκλῆς ἅρμα ζευξάμενος ἑταιρῶν , ὥς φησιν Ἰδομενεύς , πληθούσης ἀγορᾶς εἰσήλασεν
καθορᾶν ἐδύνατο . αὐτίκα γέ τοι ὁ μὲν Ἥλιος οὑτοσὶ ζευξάμενος τὸ ἅρμα πανήμερος τὸν οὐρανὸν περιπολεῖ πῦρ ἐνδεδυκὼς καὶ
4608369 ἡκε
δὲ γοργὸν ποιεῖ , οἷον ἑσπέρα μὲν γὰρ ἦν , ἧκε δ ' ἀγγέλλων τις ὡς τοὺς πρυτάνεις καὶ πάλιν
ἀειφυγίαν αὐτοῦ καταγνοὺς ἐδήμευσε τὴν οὐσίαν καὶ ὅτι πρὸς Ἀρταξέρξην ἧκε φεύγων , σαφὲς ποιεῖ Ἰδομενεὺς διὰ τοῦ βʹ τὸν
4604561 ἱκετευσεν
αὐτῶν ἀποθνήσκειν . ἐπὶ ταύτης τῆς ὑποθέσεως τὸ θρυλούμενον ἐκεῖνο ἱκέτευσεν ἐπιτέγξας τοὺς ὀφθαλμοὺς δακρύοις „ ναὶ Νικία , ναὶ
ἐλθέτω τοίνυν ὁ βελτίων πανταχῆ λόγος , ὡς Δεκέντιος μὲν ἱκέτευσεν , ὁ βασιλεὺς δὲ ἐπένευσεν , καὶ ὁ μὲν
4601406 φιλοπλουτος
φιλογύνης , φιλόθηρος φιλόμουσος , φιλοσώματος φιλόψυχος , φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος ,
τῶν δογματικῶν ἀγωγῶν δύναται καταστέλλεσθαι , ἀλλ ' ὁ μὲν φιλόπλουτος ἢ φιλόδοξος ἐκπυρσεύεται μᾶλλον τὴν ἐπιθυμίαν ὑπὸ τῆς Περιπατητικῆς
4601364 Μαχαιρα
πολλοῖς ἀγνοουμένων . Μάρμαρον : λέγεται διὰ τὸ μαίρω . Μάχαιρα : διὰ τὸ χαίρειν τοῖς αἵμασι . Μάρμαρον :
. . : Γεννᾶται δ ' ἐν αὐτῷ λίθος καλούμενος Μάχαιρα : ἔστι γὰρ σιδήρου παραπλήσιος : ὃν ἐὰν εὕρῃ
4599696 σκωμμα
δεινῆς ἀκούεις , Ἡράκλεις , τοῦτ ' ἔστι σοι τὸ σκῶμμα ἀσελγὲς καὶ Μεγαρικὸν καὶ σφόδρα ψυχρόν . † γελᾶς
εὐδαίμονα ποίει τὸν Ἀλέξανδρον στρατιώτην καὶ τὸ καθ ' ἡμῶν σκῶμμα λύειν ὡς τῆς ἀγαθῆς Τύχης φευγούσης τοὺς μετέχοντας λόγων
4599592 Φιντιαν
δ ' οὖν ἤδη τοῦ ἡλίου περὶ δυσμὰς ἥκειν τὸν Φιντίαν ἀποθανούμενον , ἐφ ' ᾧ πάντας ἐκπλαγῆναί τε καὶ
ἀντιλεγόντων δέ τινων καὶ γινομένης φιλονικίας συνταχθῆναι ἐπὶ τοὺς περὶ Φιντίαν δρᾶμα τοιόνδε : μεταπεμψάμενος ὁ Διονύσιος ἔφη τὸν Φιντίαν
4595385 συντονωτερον
ἴσον ἔχοντες τῷ πρόσθεν , ἐσφιγμένον δὲ καὶ μυωδέστερον καὶ συντονώτερον . ὁμοίως οὖν ἐπ ' αὐτοῦ κατὰ τὴν δευτέραν
εἴς τινα τῶν φίλων διά τινα τότε καλοῦσαν χρείαν καὶ συντονώτερον ἀφικέσθαι φήσας . Ἦν γὰρ ὡσεὶ τριάκοντά που οἶμαι
4594118 μητρωα
. καὶ νῦν μὲν ὁ Πίνδαρος τὸν ἐκ μητρὸς πάππον μήτρωα ὀνομάζει : Ὅμηρος δὲ καὶ οἱ λοιποὶ τὸν τῆς
: Ὅμηρος δὲ καὶ οἱ λοιποὶ τὸν τῆς μητρὸς ἀδελφὸν μήτρωα καλοῦσιν . φησὶν οὖν ἐν τῇ Ἰλιάδι : Ἀσίῳ
4593635 νωνυμον
ᾧ νῦν ἡ Ὀλυμπία , ἐβρέχετο πρόσθεν ἐν πολλῇ νιφάδι νώνυμον , ἤτοι ἀνώνυμον . εἰκότως δὲ εἶπε τὸ νιφάδι
ἀγαυοὶ οἴκαδ ' ἰόντα λοχῶσιν , ὅπως ἀπὸ φῦλον ὄληται νώνυμον ἐξ Ἰθάκης Ἀρκεισίου ἀντιθέοιο . ἀλλ ' ἦ τοι
4590447 Ἐρχεται
μόνον . οὕτως ἔσθ ' ἅγιον παντελῶς τὸ θηρίον . Ἔρχεται , μετέρχεθ ' αὕτη , προσέρχετ ' , οὐ
μὲν διὰ τύχην γίγνεται , τὸ δ ' αἱρέσει . Ἔρχεται τἀληθὲς εἰς φῶς ἐνίοτ ' οὐ ζητούμενον . Ἆρ
4590397 ἐπιορκησαντα
οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν ὅρκων αἱρεῖσθαι : ὁρᾶν δὲ τὸν ἐπιορκήσαντα παραχρῆμα ταῦτ ' ἔχοντα περὶ ὧν ὤμοσε , τὸν
Ἀπόλλω . δεδιότα δὲ δίκης ἕνεκα δρασκάζειν . Τοῦτο τὸ ἐπιορκήσαντα ὀμόσαντά ἐστι , τό τε δρασκάζειν , ὃ νῦν

Back