εἰρημενον . Ὁκοταν δε ταραχθεν το αἱμα και ἀποκριθεν μη χωρεῃ ἐξω , ἀλλ ' ἐς τας μητρας , αἱ
πυρετος και ὁ πονος παρακολουθῃ , και το πτυαλον μη χωρεῃ κατα λογον , μηδε χολωδεες αἱ διαχωρησιες , εὐλυτοι
9999587 ἀλωπεκα
ΓΘ κερδω ] ἀλωπεκα . Γ πολυιδριν λεγει τον Κλεωνα ἀλωπεκα , ὁτι πολυπειροι αἱ ἀλωπεκες . και παροιμια “
τολμηρον ὀντα , και ἀλκιμον και των φοβουντων καταφρονητικον , ἀλωπεκα δε πανουργον και δολεραν δια το ἐν ταις ἐνεργειαις
9999584 ἐλεχθη
ἀλλα χρονιωτερον . Το δε της καππαριος ἰδιον , ὡσπερ ἐλεχθη , παρα ταυτα : και γαρ το φυλλον ἐπακανθιζον
ὁλως οὐ μιγνυουσιν ὡσπερ το ἐρυσισκηπτρον ὑπερ οὑ και ἀρτιως ἐλεχθη . Βρεχουσι δε συντιθεντες τῳ οἰνῳ τῳ εὐωδει :
9999582 τετμησθω
ΑΒΓ προς ὀρθας τε και δια των πολων τεμνει . τετμησθω ἡ ΖΑ διχα κατα το Η σημειον : το
προτε - ρον παραλληλοι αἱ ΑΚ , ΔΕ : και τετμησθω ἡ ΔΕ διχα κατα το Λ , και ἐπεζευχθω
9999581 αἰσχυνῃ
την ψυχην λεγειν : ἠ οὐ τουτο λεγεις ; Οὐκ αἰσχυνῃ , ἐφη , ὠ Σωκρατες ; ἐρωτωμενος ἀντερωτᾳς ;
ἐναυλισθηναι ὁσον δυνασαι ἐπιτρεπεις . και ταυτα λεγων οὐτε θεους αἰσχυνῃ οὐτε τονδε τον ἀνδρα , ὁς νυν μεν σε
9999576 ἀμαρακινῳ
χρυσων ὁλκειων ἠλειφε κροκινῳ μυρῳ και κινναμωμινῳ και ναρδινῳ και ἀμαρακινῳ και ἰρινῳ . και συγκαλων αὐτους εἰς εὐωχιαν ποτε
και ἀρτεμισιας , και ἐγχυματιζεσθωσαν εἰς τον κολπον σουσινῳ ἠ ἀμαρακινῳ , ἠ πεσσος προστιθεσθω οἱος ὁ ἐννεαφαρμακος και ὁ
9999568 ξηροτητοϲ
θερμον ἐν τῃ πρωτῃ που ταξει , και ὑγροτητοϲ και ξηροτητοϲ ἐν τῳ μεϲῳ πωϲ τετακται . ἐϲτι δε κακοϲτομαχον
τεταμενα ϲωματα και οὐδεν ἀλλο ὑπολειπεται κατα το ϲωμα πλην ξηροτητοϲ , ἡν ἐκ τηϲ ἀμετροτεραϲ κινηϲεωϲ ἐϲχεν : ὡϲτε
9999564 βελτιστ
στεφανον , οὐχι προησονται τουτοις τας πραξεις , ἀλλα τα βελτιστ ' ἐρουσιν αὐτοι . εἰ δε γενησεται τουτο και
' ἐν τριβωνι παραγων αὐτον φησιν οὑτως : Σωκρατες ἀνδρων βελτιστ ' ὀλιγων , πολλῳ δε ματαιοταθ ' , ἡκεις
9999563 χωρησῃ
ἀλλ ' ἐκ του τελους : και ὁταν μεν τουτο χωρησῃ κατα νουν , κἀν τα μεταξυ πολλα ὀντα μη
δη δια του ζῳδιακου ἀπο του α ἐπι το β χωρησῃ , της φορας αὐτων οὐκ ἐπι εὐθειας του ζῳδιακου
9999561 τραχηλῳ
της κεφαλης , των δ ' ἐπικειμενων αὐτοις ἁμα τῳ τραχηλῳ παντι την κεφαλην . ἀνανευουσι μεν οὐν ἐπ '
. Τῳ Καλλιμεδοντος ξυνηνεγκε προς το φυμα το ἐν τῳ τραχηλῳ , σκληρον ἐον και μεγα και ἀπεπτον και ἐπωδυνον
9999559 ὑγροτητοϲ
κατα φυϲιν εὐεξιαν ἐπαναγει το μοριον . τηϲ γαρ μοχθηραϲ ὑγροτητοϲ δαπανωμενηϲ ἡ φυϲιϲ ἐπι ταϲ ἰδιαϲ ἐνεργειαϲ ἀφικνειται ,
: οἱ τε εὐθυϲ ἐν τῃ κομιδῃ των καρπων πολληϲ ὑγροτητοϲ πληρωθεντεϲ , οἱ τε ἀλλωϲ ὑδατοϲ προϲλαβοντεϲ , ὀξειϲ
9999556 πυρετοϲ
ὡϲ βυρϲα τιϲ ἱϲταται . ὁ μεν οὐν ἀκριβηϲ μαραϲμωδηϲ πυρετοϲ , ὡϲ ἐφην , ἀνιατοϲ ἐϲτι . μαραινεται γαρ
ἐπι πλειον ϲαπειη , προηγειται μεν ῥιγοϲ , ἑπεται δε πυρετοϲ , ἐκνικωμενηϲ τηϲ ψυξεωϲ ὑπο του πληθουϲ τηϲ θερμαϲιαϲ
9999556 λευκῳ
σιδιον , κηκιδα , ῥουν την ἐρυθρην , ἐν οἰνῳ λευκῳ διατριψας , τουτῳ χρισας , ἐντιθεναι : ἐπειτα πισαι
, καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ ' ἐκ λειχηνων οὐλας και τας
9999553 μηλινῳ
ἡπατοϲ και ϲτομαχου καταιονηϲει . Οἰνανθινον τα αὐτα δρᾳ τῳ μηλινῳ και τῳ ῥοδινῳ , ἐκτοϲ του την κοιλιαν μαλαϲϲειν
ψυχρα : και την κοιλιαν ὑπαλειψομεν ὀμφακινῳ τε ἐλαιῳ και μηλινῳ . Εἰ δε πλειων ἡ θερμοτης ᾐ , και
9999552 ἁλουργιδα
συναγειρας , προςεταχθη μεν ὑπο Μαξιμιανου κατασφαγηναι , γνους δε ἁλουργιδα τε ἐνεδυ και καταλαμβανει τας βρεττανικας πολεις . Παντων
το της ληθης ὑδωρ πιοντα ἐκ της στρατιωτικης χλαμυδος την ἁλουργιδα μεταμφιασασθαι . ἀλλ ' ἐκεινο ὑπειληφα ἀξιεπαινον , μαλλον
9999550 Λευκιππην
το ὀνομα ἐλεγε : Μελιτην μεν εἰναι την μισθωσαμενην , Λευκιππην δε την ἀνῃρημενην . εἰ δε ταυτα γεγονεν οὑτως
προς θεαν , ὡς ᾠετο . ἐπει δε εἰδε την Λευκιππην , ἀνεφλεγη την ψυχην , και ἐδοξεν αὐτῳ τοτε
9999548 ἐξαλλαγη
δια τεσσαρων ποιησαι προς τους προ της μεσης φθογγους , ἐξαλλαγη γινεται και πλανη ταις αἰσθησεσι του γενομενου παρα το
ἐπειδη τριγωνα και παραλληλογραμμα τα δεικνυμενα , και ἐστιν εἰδων ἐξαλλαγη , ἡ ἰσοτης γενεσεως δειται και μηχανης ὡς καθ
9999546 Ἀνδρομαχη
βαθυζωνους τε γυναικας . ἀν δ ' Ἑκτωρ ἀποθανῃ , Ἀνδρομαχη λεγει τι και Ἑκαβη , ἀλλα και Ἑλενη και
οὐ στοχαζεται των ὑποκειμενων προσωπων . και γαρ νυν ἡ Ἀνδρομαχη τα αὐτα φιλοσοφει ἁπερ και ἐμπροσθεν ἡ Κασανδρα :
9999546 χαλεπωτατη
ξανθη χολη ὑπεροπτηθειϲα εἰϲ την μελαιναν μεταπεϲουϲα , ὁτε και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι
ἀφεσεις ἐκβαλλομεναι εἰς τας φθαρτικας των κακοποιων ἀκτινας ἐμπεσωσιν , χαλεπωτατη γινεται ἡ νοσος . εἰ μεν γαρ ἀπο Ἀρεως
9999545 ὑδατοϲ
και τα ἀγγεια τα τε του οἰνου και τα του ὑδατοϲ , και ἐν οἱϲ ἑψωϲι τα ὀψα , πωματιζετωϲαν
ἐρευθουϲ χωριϲ ὑγραϲιαϲ . πυριαν οὐν αὐτουϲ ϲυχνωϲ ϲπογγοιϲ ἐξ ὑδατοϲ θερμου και ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα
9999545 κυβερνητικη
ταυταις ἀλλαι ἀλλων ἀκριβεστεραι και αὐταρκεστεραι : ἡττον γαρ διηκριβωται κυβερνητικη γυμναστικης και το πλειστον ἐπι τῃ τυχῃ ἐστι .
δε εἰσιν αἱ στοχαστικαι πασαι τεχναι , οἱον ἰατρικη , κυβερνητικη , ῥητορικη και αἱ τοιαυται : οὐ γαρ ἐξ
9999540 Ἀθη
δραματι θρᾳτται . κατα τας συγγραφας γαρ των ἰχθυων και Ἀθη - ναιων ταυτι πεποιηκεν : ἀποδουναι δ ' ὁσα
μονον περι της χωρας ἐστιν εἰρημενον , ἀλλα ἐμοι δοκειν Ἀθη - ναιοι πρωτοι περι της Ἀττικης ἐσεμνολογησαν : λεγουσι
9999539 ἐλπιδι
βεβαιως χρησαμεναι δυσμαχωτατοι τοις ἀντιπαλοις γινεσθαι . Συν δη τοιαυτῃ ἐλπιδι και ἡμεις , διχῃ την δυναμιν διελοντες το πρωτον
οἰκετου δ ' αὐτον ἐμφηναντος ὁπλιταις , τους ὁπλιτας ἐπεισεν ἐλπιδι χρηματων πλεον - ων πεμψαι τινας ἀπο σφων προς
9999537 Μεμνονι
, ποιμενι ποιμεσι , λιμενι λιμεσι , Πλατωνι Πλατωσι , Μεμνονι Μεμνοσι , Τρυφωνι Τρυφωσιν : οὑτως οὐν και ταλανι
Ἠμαθιωνος ἀπεδωκε [ ] / ταν βασιληαν ? ? [ Μεμνονι ] / τωι ? Τιθωνου ? [ * ]
9999536 Πελληνῃ
ἐθελουσιν ὀνομαζειν , ὁτι κατελυσε πολιτειαν ἐμοι δοκειν την ἐν Πελληνῃ , δωρον το ἐπιφθονωτατον παρα Ἀλεξανδρου του Φιλιππου λαβων
τῃ Κλειτοριᾳ , ἐν δε τῳ προς ἀρκτους Αἰγειροις και Πελληνῃ , ταις Ἀχαϊκαις πολεσι . κειται δε ὑπο το
9999533 ἐζητησε
πολιν δεικνυσιν ὁτι ἐκ πολλου το κοινον ἠ το συμφερον ἐζητησε . και δια του και χρησιμον αὐτον εἰπειν και
ὀκνησομεν † ἐπιπροσθηναι , διασαφησαι , Τερεντιανε φιλτατε , ὁπερ ἐζητησε τις των φιλοσοφων προς ἐμ ' ἐναγχος , ”
9999533 τωι
ται πιονες σκατοφαγοι σαλπαι βδελυχραι , ἁδεαι δ ' ἐν τωι θερει . ἀγε δη τριγλας τε κυφας κἀχαριστους βαιονας
Ταρσου , ἡτις ἐστι πολις της Κιλικιας , διαυγεστατος ἐν τωι ὑδατι και πραυτατος ἐν τωι ῥειν . καυματος δη
9999532 θεωρητικῳ
. ὡστε γενοιτ ' ἀν ποτε και ἡ ἐν τῳ θεωρητικῳ νῳ ὀρεξις αἰτια τῳ σωματι της κατα τοπον κινησεως
φοβον ἐγκυμονει και οἱον χρειωδεις τινας ἀφορμας ἐκ τουτου τῳ θεωρητικῳ μερει του νοος ἐμβιβαζει , ἐξ ὡν διδασκεται της
9999532 ναυμαχιᾳ
την Σαλαμινα , ναυμαχων δε και τοις Ἀθηναιοις νικησας τῃ ναυμαχιᾳ ὁσους ἐζωγρησεν ἀνευ λυτρων ἀφηκεν . ὁπερ μαθοντες οἱ
περι Ἐρασινιδην στρατηγων , ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι
9999531 ἐκληθη
ἀμφοτερογλωττοιο μεγα σθενος οὐκ ἀλαπαδνον Ζηνωνος . ἀμφοτερογλωσσος δ ' ἐκληθη οὐχ ὁτι διαλεκτικος ἠν , ὡς ὁ Κιττιευς ,
ἑκαστος την ἰδιαν γην ἀπελαμβανε διχα μαχης και φονου . ἐκληθη οὐν ἡ ῥαβδος , ἐν ᾑ ἐγεωμετρουν , ἀκαινα
9999530 φλεβοτομιᾳ
παρεπηται πυρετοϲ . προ παντων οὐν τῃ ἀπ ' ἀγκωνοϲ φλεβοτομιᾳ χρηϲτεον , εἰγε ἀντεχοι ἡ δυναμιϲ : οὐδεν γαρ
ταις ὑστεραις οὐδε ὁλως χρηστεον , ὡσπερ οὐδε κλυστηρι οὐδε φλεβοτομιᾳ , κινδυνος γαρ ἐφ ' ἑκαστῳ τουτων ἐκτρωσαι την
9999529 Ἀντιμαχῳ
το ἀργυριον ἀπο της τραπεζης παρα Φορμιωνος Αὐτονομος , ὁσπερ Ἀντιμαχῳ διετελει γραμματευων τον ἁπαντα χρονον . δοθεντος τοινυν του
μη σφω ' Αἰαντε το πληρες σφωε . παρα γαρ Ἀντιμαχῳ και μονοσυλλαβως ἐν τριτῃ Θηβαϊδος το και σφω γεινατο
9999527 ἐτυχθη
μιμνε ποληος . ” Ἰσκεν , ἀμαλδυνουσα φονου τελος οἱον ἐτυχθη ἀνδρασιν : αὐταρ ὁ τηνγε παραβληδην προσεειπεν : “
ἡ αἰτια . . ἡμεις δ ' ἑσταοτες θαυμαζομεν οἱον ἐτυχθη : ὁτι ἀντι του ἐξεπληττομεθα . . . .
9999527 κριῳ
ἀρκουν : αἰρειν δε δει την περιϲτερεωνα ἡλιου ὀντοϲ ἐν κριῳ . γινεται δε και ἐμπλαϲτροϲ οὑτωϲ : του τροχιϲκου
τοπους , κορμους κατασκευαζωμεν κατα τας θυριδας περιτρεχοντας και τῳ κριῳ τῳ ἀντισκευασθεντι τουτοις τυπτοντες ἀνωθεν της ἐσχαρας το μηχανημα
9999525 Αἰσα
. Δικας δ ' ἐρειδεται πυθμην : προχαλκευει δ ' Αἰσα φασγανουργος : τεκνον δ ' ἐπεισφερει δομοις αἱματων παλαιτερων
μιν [ οὑνεκα Μοιρα ποτι κλεινον ὀτρυνους ' Ἀχιληα ] Αἰσα λυγρη κυδαινεν : ἀποπροθι δ ' ἑστηυια χαρμης κυδιαασκεν
9999525 ναυμαχιῃ
οὐκ ἠθελησε , ἀλλ ' ἐπει οἱ Ἑλληνες ἐπεκρατησαν τῃ ναυμαχιῃ και Ξερξης οἰχωκεε ἀπελαυνων , και δη και ἐκεινος
ἀστεα : ἐν δε δη και Λεσβιους πανστρατιῃ βοηθεοντας Μιλησιοισι ναυμαχιῃ κρατησας εἱλε . . . , οἱ την ταφρον
9999524 ἐμῳ
ἑνεκ ' ἀν ποτε ὑπετιθει τον χαλκον τῳ πατρι τῳ ἐμῳ ὁ Βοιωτιος ναυαρχος , Φιλιππῳ ὀφειλων χιλιας δραχμας .
ὑμας . στρατηγων γαρ Κονων περι Πελοποννησον , τριηραρχησαντι τῳ ἐμῳ πατρι παλαι φιλος γεγενημενος , ἐδεηθη δουναι την ἐμην
9999522 νησιδα
Φυλαμον δοκησεται : εἰτα μετ ' ὀλιγον και : φερωνυμον νησιδα νασσονται προμου . Ἐξερχομενος Διομηδης ἐπι Τροιαν Κομητην τον
τῃ μαχῃ . ἐνιοι δε κατεφυγον καταπονουμενοι εἰς την καταντικρυ νησιδα την Σφακτηριαν . και αὐτος ὁ Δημοσθενης μετεπεμψατο ἀπο
9999522 ἐτραπη
και τον Ἀγησιδαμον ὁ Ἰολαος . Ἰολαῳ φερετω χαριν : ἐτραπη μεν ἐν τῃ μαχῃ του Κυκνου ὁ Ἡρακλης .
ἀρα και το ὀνομα αὐτοις ἐς Δελματεας , εἰτα Δαλματας ἐτραπη . οὐδεν δε προς ἐχυραν πολιν ἐξ ἐφοδου δυναμενος
9999522 ἀλοχοιο
και γαρ τις θ ' ἑνα μηνα μενων ἀπο ἡς ἀλοχοιο ἀσχαλαᾳ συν νηι πολυζυγῳ . Θουκυδιδης ἐν Περικλεους λογῳ
μεν χολοεντος ἐχις πεφορυγμενος ἰου ἱκτο λεχος ποτι θινα θαλασσαιης ἀλοχοιο : εἰαρι ποντος ὁλος δε περισμαραγει Κυθερειῃ και νεποδες
9999521 ἐφυλαχθη
ὁτι και ἡ ἐγγενομενη θεσις του ὀνοματος οὐκ ἀλλως ἀν ἐφυλαχθη , εἰ μη μετα το ὀνομα και το ῥημα
ἐπειδη και ἐν ὁλῳ τῳ μελλοντι , οὑτος εἰ μεν ἐφυλαχθη το νυν , ὡσπερ και τἀληθες ἐχει , περας
9999520 σταφιδα
. ἀλλο . συκης φλοιον λειον καταπλασσε . ἀλλο . σταφιδα ἀγριαν καταπλασσε . Κεφ . στʹ . [ αʹ
ὀρχιν , λινου καρπον , λιτρον , ἀρου ῥιζαν , σταφιδα ἀγριην , καλαμινθης φυλλα χλωρα , στρουθιου καρπον ,
9999519 ὁρμητηριῳ
αἰσθησεων φθαρται τε και φθορας αἰτιαι , ὁ δ ' ὁρμητηριῳ χρωμενος ταις ἀρεταις λογος ἱερος και θειος ὀντως ,
ἠγουν την Μεσσηνην . ἐξ αὐτου ὁρμωμενοι : ἠγουν ὡς ὁρμητηριῳ χρωμενοι . σφισι : τοις Συρακουσιοις . βουλομενοι .
9999519 λιπαρῳ
, κρυφᾳ δε σκολιαις γενυσσιν ἀνδεροντι ποδας ἠδε κεφαλαν και λιπαρῳ Σμυρναιων ἀστεϊ Ἀρχα μεγαλας ἀρετας , ὠνασς ' Ἀλαθεια
μελικρατου : ὀλιγον δε ἐϲτω το διδομενον . ὑδρελαιῳ τε λιπαρῳ χλιαρῳ ϲυγχριϲτεον αὐτουϲ και ἐμβιβαϲτεον μεχρι κατωτερου του ὀμφαλου
9999519 τεφραϲ
ταϲ περιτταϲ τριχαϲ ἐπειτα ἐπιπαττοντων δια μηληϲ τοιϲ τοποιϲ τηϲ τεφραϲ αὐτων : κωλυει γαρ την των παρα φυϲιν τριχων
λειῳ μεθ ' ὑδατοϲ καταπλαϲϲε ἠ ῥοιαϲ ῥαβδια χλιαινων ἐπι τεφραϲ θερμηϲ προϲτιθει και κατοπτα τουϲ τοπουϲ . ἐαν δε
9999517 βελτιονι
ἡ των παθων ἀμετρος ἰσχυς ἐξασθενησασα πλατος ἐμπαρασχῃ ψυχης τῳ βελτιονι μερει . Προσεξεταστεον δε ὁτι και οἰκειοτατον ἑκαστῳ των
μεν μετασχειν αὐτοις της πολιτειας ἁπαντες ἐν ἐπιτηδευμασι και βιωι βελτιονι διετελουν ὀντες : ἐπει δε της δημοκρατιας των Βυζαντιων
9999517 κομηϲ
καϲϲιαϲ # β ἀγαρικου ⋖ δ κροκου ⋖ δ κενταυριου κομηϲ Γρʹ δ μελιτοϲ # β ῥοδων χυλου # δ
ὀξουϲ και καθαιρει γενναιωϲ τον μελαγχολικον χυμον . τηϲ δε κομηϲ κοπτομενηϲ και ϲυν ἑφθῳ μελιτι ἠ και ἑψηματι εἰϲ
9999517 χρυσῳ
δια ταυτα και ἐγω παραγινομαι ἐνταυθα προς ὑμας καταλειψασα τους χρυσῳ κεκοσμημενους οἰκους και τον βασιλικον κοιτωνα : και ἐμε
ἀξιον . Ξερξης μεν γαρ ἐν Λυδοις πλατανου κομην ἀγαμενος χρυσῳ το δενδρον ἐκοσμησεν : οὐ γαρ ᾐδει λεγειν ,
9999516 ἐτυχε
μακαριζοιτο ὁς εὐθυς μεν ἐκ παιδος ἐρασθεις του εὐκλεης γενεσθαι ἐτυχε τουτου μαλιστα των καθ ' ἑαυτον : φιλοτιμοτατος δε
αὐτου δια τροπου τινος , εἰ μεν δια του δεοντος ἐτυχε τροπου , ἀληθως το δεον κατα του τροπου κατηγορηθησεται
9999515 ἐξεφυγε
το διωκομενον σκαφος ἐντος βελους γενομενον και των Συρακοσιων προσβοηθησαντων ἐξεφυγε τον κινδυνον . Ἀμιλκας δ ' ὁρων τους ἐκ
βελων εἰς τε την ἀσπιδα και το κρανος ταυτα μεν ἐξεφυγε δια την των ὁπλων κατασκευην , εἰς δε τον
9999515 ἰσχαδα
βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν τας κεγχραμιδας ἀποβαλῃ
ἠδη εἰτε και οὐπω ἠσαν οἱ ἐμετοι . καρυον και ἰσχαδα και φοινικος βαλανον και ἁμα ἀρτου τι προς αὐτοις
9999511 ὀϲτρακα
χρω , ἠ ἀφεψηματι φυλλων καππαρεωϲ φυραϲαϲ χρω , ἠ ὀϲτρακα καλλαϊνα μιξαϲ τῃ γῃ και μετ ' ὀξουϲ φυραϲαϲ
καλλαϊνα ὀϲτρακα και τα των κεραμιδων και τα του κλιβανου ὀϲτρακα κιϲϲηριϲ ἀκαυϲτοϲ τε και κεκαυμενη κηρυκων τε και πορφυρων
9999511 ὀκτωκαιδεκα
προελθοντι δυο εἰσιν ἀλλοι λοφοι , Φιλιππων μεν αὐτων ὁσον ὀκτωκαιδεκα σταδιους ἀφεστωτες , ἀλληλων δε ὁσον ὀκτω , ἐν
. κατα δε την ναυμαχιαν των μεν Ἀθηναιων διεφθαρησαν τριηρεις ὀκτωκαιδεκα , των δε Λακεδαιμονιων διεφθαρησαν μεν εἰκοσι και τετταρες
9999511 ἡμικυκλιῳ
ἐπι τα Δ , Ξ μερη τῳ ἀπο του Α ἡμικυκλιῳ ὡς ἐπι τα Α , Θ μερη . ὁμοια
χρονῳ ἀνατελλει ἠ δυνει , των δε ἐν τῳ λοιπῳ ἡμικυκλιῳ , ὁ ἐστιν μετα τον αἰγοκερω , ἡ τυχουσα
9999510 ἠθελησε
μεν ἐν τῃ πολει τεθνηκοτων , των δε πεφευγοτων , ἠθελησε κατασχειν : ἠν δε μειζων ἠ ὡστε ὑπ '
ἡμερησια τροφη τῳ στρατῳ . στρατευοντων οὐν κατα της Ἑλλαδος ἠθελησε καινοτομησαι τας φυσεις : Βουβαρης γαρ και ὁ πενταπηχυς
9999509 ἐδησε
μεν εὑρων ῥιψεν , ὁ δ ' οὐχ εὑρων λυγρον ἐδησε βροχον . Ἁ Κυπρις Μουσαισι : κορασια , ταν
βοεους δ ' ἐξηπτεν ἱμαντας , ἐκ διφροιο δ ' ἐδησε , καρη δ ' ἑλκεσθαι ἐασεν : ἐς διφρον
9999508 ἐγχειρῃ
τῳ θειῳ παρεδωκε δικαστηριῳ . φησι γαρ : ὁς ἀν ἐγχειρῃ τι πραττειν μεθ ' ὑπερηφανιας , ” τον θεον
μηδεν ὀργῃ προ λογισμου χαριζομενη , βεβαιοτερον ὁπως και σταθερωτερον ἐγχειρῃ τοις πρακτεοις . εὐθυς οὐν πεμπετω κηρυκας τους προκαλεσομενους
9999508 ἐτεχθη
ὁν ἡ Μεθη λοχευθη , δι ' ὁν ἡ Χαρις ἐτεχθη , δι ' ὁν ἀμπαυεται Λυπα , δι '
ἡ κιθαρα . ἡ τετρας Ἡρακλεους : ἐν αὐτηι γαρ ἐτεχθη . και λεγομεν τετραδι κουρος ἐγεντο , και οὐποτε
9999508 ὠφελε
Φιλοκτητῃ Δικτυι Θερισταις σατυροις . οὐ σῳζεται : . το ὠφελε τινες ἐπιρρηματικως δεχονται , ὡς το [ . .
Ἀιδην ἑνεκα λεχεων σου : ὁ πας λογος : μη ὠφελε των σων γαμων χαριν το δυστυχες μου γενος ἐπ
9999508 θαυμασῃ
της ὁσιοτητος αὐτον εἰχε τον ἐχθρον . ἱνα δε μη θαυμασῃ τις ἐχθρον ἀκουων τον κοινουμενον της ἀρχης , ἐρω
γαρ τις χαριζεται τῳ θεῳ ” . ὁ δε „ θαυμασῃ „ ἐφη ” μαλλον , ὁτι μητε ἱκετευσας ποτε
9999507 ἐκομισε
δαφνης τα φυλλα , ἡν τα Θεσσαλιας μεν το πρωτον ἐκομισε Τεμπη , ἐστεφανωσατο δε ὁ ἐν Δελφοις Ἀπολλων την
εἰναι αὐτου . καταβας δε ἐκ τριτου την ἰδιαν ἀξινην ἐκομισε και ἐπηρωτησεν αὐτον , εἰ τουτον ἀπωλεσεν . ὁ
9999506 ὀρθωϲ
[ ] γαρ ου ! [ παρα τοιϲ παλαι [ ὀρθωϲ κελευ [ ἀει προτεινει ? [ ταυτι δε τ
δε μονου ϲυν ὑδατι λαμβανοιεν καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν , ὀρθωϲ ἀν ποιοιεν . εἰ δε ἐν ἀκμῃ του νοϲηματοϲ
9999506 ἡλικιᾳ
μηδ ' ὁτιουν αὐτῳ προσηκειν , και ταυτα ἐν τῃ ἡλικιᾳ ὠν τῃ αὐτῃ . καιτοι πως οἰεσθε , ὠ
δε και παλαιειν εἰδοτας , ἡ δε Παρθενος συμμετρους τῃ ἡλικιᾳ , εὐπλαστους τῳ σωματι , ὀρθιους την ἀναδρομην του
9999505 κλιμακα
Ἀπο του Κορακησιου ἐστιν ἡ Ποικιλη πετρα , ἡτις ἐχει κλιμακα , δι ' ἡς ἐστιν ὁδος εἰς Σελευκειαν την
. ἀπλωτου τε θαλασσης ἐν Ἰνδοις ἀπεπειρασε , και ἐπι κλιμακα πρωτος ἀνεβη και ἐς πολεμιων τειχος ἐσηλατο μονος και
9999502 μικτη
ἡ μεν ἰδιωτικη , ἡ δε δημοσια , ἡ δε μικτη ἐστι , και τοιαυτα τινα : το δε αὐτο
και ξηρα , ἡ δε ἑτερα γλιϲχρα μεν παντωϲ , μικτη δε ἐξ ὑδατοϲ και γηϲ και τα πολλα ἀεροϲ
9999501 ἀπελθῃς
τῳ νομῳ αὐτου , ἐξελθῃς ἐκ της πολεως αὐτου και ἀπελθῃς ἐν τῃ πολει σου και τῳ σῳ νομῳ χρησῃ
οἰκει ; Ξενω γαρ ἐσμεν ἀρτιως ἀφιγμενω . Μηδεν μακραν ἀπελθῃς , μηδ ' αὐθις ἐπανερῃ με , ἀλλ '
9999499 δυαδα
περιεξουσι , παλιν κἀνταυθα της οἰκειοτητος του ἡμισους προς την δυαδα , καθ ' ἡν ἐπιδιμερης ὁ λογος ἐστι ,
ὡς Ἀπολλωνα μεν την μοναδα οὐσαν , Ἀρτεμιν δε την δυαδα , την ἑξαδα Γαμον και Ἀφροδιτην , την δε
9999497 σπυριδα
εἰς την της τροφης παρασκευην θυλακος σαγη ὠνομασται . και σπυριδα δε ὀψωνιοδοκον πλεκτην ὀψων σχοινον ἐν Ἀμφιαρεῳ Ἀριστοφανης ἐφη
στρεβλαις τα σωματα κατατεινων ἀποκτειναι κεκαινουργημεναις ἰδεαις θανατου : ἀμμου σπυριδα πληρη βροχοις ἐκδησαμενος ἀνηρτα κατα των αὐχενων , βαρυτατον
9999497 σα
τῳ βασιλει συνων : το γαρ Σατυρος ὀνομα εἰς το σα Τυρος διαλαβων προθυμοτερον τον βασιλεα πολεμειν ἐποιησεν , ὡστε
οἱ περι φιλοσοφιαν , και ποιειν οὐκ ὀλιγους εἰς τα σα βλεποντας δικαιοτερους . ποιεις δε και ἡμιν τα περι
9999497 Πλουταρχῳ
τε ταφος ἐστιν ἀξιωθεντος Ἀθηναιων και τουτου στρατηγειν , ὁτε Πλουταρχῳ βοηθουντες διεβησαν ἐς Εὐβοιαν , και χωριον Σκιρον ἐπι
ἐν τῳ δημῳ . οὐ χειρον δε και τα παρα Πλουταρχῳ περι Σολωνος καταθεσθαι : “ συνιδων γαρ ” φησι
9999496 χαλεπῃ
Διαλλαγη ; Προσαγε λαβουσα πρωτα τους Λακωνικους , και μη χαλεπῃ τῃ χειρι μηδ ' αὐθαδικῃ , μηδ ' ὡσπερ
ἐθελωσιν , ὁ δ ' ἑσπεται ὁστε σαοφρων , πριν χαλεπῃ μαστιγι και οὐκ ἐθελων ἐλαηται . κεινοι και τεχνας
9999496 δοξῃ
τον λογον λεγειν , ἱνα ἐκ της παραθεσεως των λογων δοξῃ αὐτῳ ὁ Λυσιας σοφος εἰναι : ἐπει δοξει το
λεγει , ἱνα λυθωσιν ἐν τοις νομοθεταις ἠ ἱνα μη δοξῃ μονῳ τῳ Εὐβουλῳ ἐναντιουσθαι ὡς ἐχθρος . οἱ δε
9999496 Ἀγαμεμνονι
. ἐξ ὡν μιαν ἑλοντες , Χρυσαν , γερας ἐδοσαν Ἀγαμεμνονι Χρυσηιδα , Χρυσου ἱερεως Ἀπολλωνος θυγατερα . ὁ δε
ἐπι ἀρχοντος Φιλοκλεους ὀλυμπιαδι π ἐτει β . πρωτος Αἰσχυλος Ἀγαμεμνονι , Χοηφοροις , Εὐμενισι , Πρωτει σατυρικωι . ἐχορηγει
9999495 λαμπρῳ
μεν οὐν , ὁσοι παρεγενοντο ἑλκων κοινωνοι , ἠ τῳ λαμπρῳ σιδηρῳ τα μελη τετρωμενοι , ἠ χειροπληθει λιθῳ μακροθεν
τας ἐλπιδας ἐχοντα | γυμνῃ τῃ ψυχῃ ὑφ ' ἡλιῳ λαμπρῳ και | κονει αὐχμηρᾳ ἐγκαρτερησαι . μεγαλα γαρ |
9999493 χαραξ
των τοπων Βελβινα νησος οὐ πολυ ἀπωθεν και ὁ Πατροκλου χαραξ : ἐρημοι δ ' αἱ πλεισται τουτων . Καμψαντι
ἀπατηθῃ . ἀναγραφει δε αὐτην κακως Ἀριστοφανης : Ἐξηπατησεν ἡ χαραξ την ἀμπελον . . . , : Ἐργα νεων
9999493 κυλικα
λεγοντα ὁτι Λιβυων των Νομαδων τινες οὐδεν ἀλλο κεκτηνται ἠ κυλικα και μαχαιραν και ὑδριαν , και ὁτι οἰκιας ἐχουσιν
δε ὁ πινων : λυσις , γαλακτος ὀνειου πισαι ὁσον κυλικα , ἐπειτα του φαρμακου , ὑφ ' οὑ το
9999492 λεπιδοϲ
κεκαυμενου , κηκιδοϲ , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἁλοϲ ἀμμωνιακου , λεπιδοϲ χαλκου , ϲχιϲτηϲ ϲτυπτηριαϲ και ὑγραϲ , ἰρεωϲ ,
, χαλκου κεκαυμενου , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἰου ξυϲτου , λεπιδοϲ ϲτομωματοϲ , περιϲτερεωνοϲ ὀρθου , ϲτυπτηριαϲ ϲτρογγυληϲ ἀνα #
9999490 ἐχθρῳ
λυπουμενων . κινουσα χορδας τας ἀκινητους φρενων ἐρρετω φιλος συν ἐχθρῳ οὐ παις Ἀχιλλεως , ἀλλ ' ἐκεινος αὐτος εἰ
κατασκευασθειη τις αἰτια ἐπι σε ὡς ξυσσιτησαντα τῳ του βασιλεως ἐχθρῳ , και μηδε την ἐπι του λιμενος μεθ '
9999489 ἡμισεα
μο λ διπλασιοι εἰσιν Ϟ η . Δις ἀρα τα ἡμισεα ἰσα ἐστι τοις διπλασιοις : πολλαπλασιασθεις δε ὁ μεσος
οὑτινοσουν μετρουμενοι , οἱτινες ἐκ παντος περιττα μερη ἐχουσι τα ἡμισεα κατα την εἰς ἰσα διαιρεσιν : ὡς τα δις
9999488 χαλεπῳ
ὁτι οὐχ ὑπερηφανησεν , ματευσαιμην δ ' ἀν εἰκοτι τῳ χαλεπῳ χρωμενος , ὡς και συ εἰ αὐτο τουτο δωρον
βιοτευσει . οἱς δ ' ἀρ ' ὑπερθ ' ὡρης χαλεπῳ ἐν δαιμονι καλη Ἀφρογενης φαινῃ , την δ '
9999488 βακτηριᾳ
ἐκ της Σινωπης ἀγωνιστην , κατα τον Τηλεφον ἐκεινον , βακτηριᾳ και θυλακῳ . Συνετελει δε αὐτοις και τα σχηματα
ὀγκῳ τε χλανιδος εὐ τεθωρακισμενος , σχημ ' ἀξιοχρεων ἐπικαθεις βακτηριᾳ , ἀλλοτριον , οὐκ οἰκειον , ὡς ἐμοι δοκει
9999488 Ἀχιλεα
ἐγχωριοι ἐκ νομου ἀει ἐκει ἐσονται μελανηφοροι και τον ἐννεαπηχυν Ἀχιλεα δακρυουσαι , οὑ ἑνεκα Θετις τῃ θεᾳ Ἡρᾳ δωρειται
εἰς το ἀντρον του Χειρωνος ἐδειξεν * αὐτῳ * τον Ἀχιλεα ἐκει παιδευομενον και παρεδωκεν αὐτον αὐτῳ εἰπων : ἰδε
9999487 κινδυνοϲ
το δε πληθοϲ μη μεχρι λειποθυμιηϲ : περιπνευμονιην γαρ ἐπιφοιτηϲαι κινδυνοϲ , ἠν το ϲωμα ἐπιψυχθεν την ψυχην ἐκλειπῃ .
ἀρρωϲτοϲ ᾐ και προϲ τουτοιϲ ἀνωμαλοϲ ἰϲχυρωϲ , ἐϲχατοϲ ὁ κινδυνοϲ και χρη πραττειν τα λελεγμενα , μηδεν ἀλλο περιεργαζομενον
9999486 ἐξεπληξε
συ . και ἐκ τουτων οὐν ὡσπερ εἰκος τον Κυρον ἐξεπληξε , και ἀναμφιλογως ἐθαυμαζετο ἡδε ἡ γυνη και δια
Κροισος Λυδος ἐπιπλειν τοις νησιωταις παρεσκευαζετο . Βιας ὁ Πριηνευς ἐξεπληξε τον Λυδον εἰπων οἱ νησιωται πολλην ἱππον ἐπι σε
9999486 ἰνδαλμα
οὐκ αὐτῳ λεγει , ἀλλα τῳ καλλει , οὑπερ ἐστιν ἰνδαλμα και ὁμοιωμα και εἰκων , τουτεστι τῳ νοητῳ :
τῃ ἐν τῳ ὀντι προς ἀλλο γειτονειᾳ οἱον ἐξαιφνης ἀναφανηναι ἰνδαλμα και εἰκονα ἐκεινου εἰτε αὐτοθεν εἰτε ψυχης διακονησαμενης διαφερει
9999486 λαβη
ἐν τῳ περι Ἀναδιπλασιασμου . Μυκηνη . μυκης ἐστιν ἡ λαβη του ξιφους , και ἀπο του μυκητος του ξιφους
καθ ' ὁ μερος ὠνυχωται ἡ ἀκμη . ἡ δε λαβη ὑπο του ἐνεργουντος κρατουμενη πλησσεσθω τῳ κεφαλικῳ σφυριῳ .
9999485 ἠρωτησε
ἐοικε τρωγων σικυον , ὡς ἐφανη μελιτωδης ὁ χυμος , ἠρωτησε την διακονουσαν , ὁποθεν πριαιτο : της δε κηπον
πολις , ἀλλα μολις . ἐν Πελλῃ προς φρεαρ προσελθων ἠρωτησε εἰ ποτιμον . εἰποντων δε των ἱμωντων , ἠσαν
9999485 ὀλιγαρχιᾳ
ἀρχων . Το δε σοφοι λεγει , ἐπειδη ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ οἱ ῥητορες τον δημον ἀγουσι , καθαπερ ἠσαν ἐν
χαριν ᾐδει . και ἀρχην μεν οὐδεμιαν ἠρξεν ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ : ἐπειδη δε ταχιστα ἠλθον εἰς την Ἀκαδημειαν Λακεδαιμονιοι
9999484 Εὐρυνομη
ὑπερθεν κωεα πολλ ' ὀϊων , τους ἱρευεσκον Ἀχαιοι : Εὐρυνομη δ ' ἀρ ' ἐπι χλαιναν βαλε κοιμηθεντι .
ἀνθρωποισιν ἐχειν ἀγαθον τε κακον τε . τρεις δε οἱ Εὐρυνομη Χαριτας τεκε καλλιπαρηους , Ὠκεανου κουρη πολυηρατον εἰδος ἐχουσα
9999484 βοηθημαϲι
δε και τηϲ ἐκ του ψυχρου βοηθειαϲ , τοιϲ ἀλλοιϲ βοηθημαϲι κεχρηϲθαι τοιϲ δυναμενοιϲ ταϲ ἐμφραξειϲ ἐκφραττειν και το πληθοϲ
παχειαϲ ϲυντιθενται . μιγνυται δε και τοιϲ ἀϲθματικοιϲ και βηχικοιϲ βοηθημαϲι και τοιϲ ἀρτηριακοιϲ : οὐ μην τραχυνει γε την
9999484 βραχη
σταδιους Ϛʹ ὀψει ἀκρωτηριον προτεινον προς ἑσπεραν : παρακειται δε βραχη μετεωρα : φυλασσου παραπλεων : ὀψει δε νησιον ταπει
λιμενας ἐχουσι , δια [ δε ] το ἐπικεισθαι αὐταις βραχη εἰς ταυτας πλεουσι συμμετρα πλοια . Τῃ δε Ἀχολλῃ
9999484 ἐκαθισε
δε Βαρουχ ἐπεθηκε χουν ἐπι την κεφαλην αὐτου , και ἐκαθισε , και ἐκλαυσε τον θρηνον τουτον , λεγων :
δ ' ἐπει ἐγνω ὁτι διατριβη ἐσται ἀμφι ταυτα , ἐκαθισε το στρατευμα ἐνθα ᾠετο ὑγιεινοτατον εἰναι και εὐπροσοδωτατον ὁσα
9999483 ἀπεπεμψε
μεν λοιπους των Νομαδων ὡς ὑποπτους ὁ Καισαρ ἐς Λιβυην ἀπεπεμψε , Πασιου δε πελασαντος αὐτῳ συν καταφρονησει και μερος
δειπνοποιεισθαι . της δ ' ἡμερας διελθουσης τον μεν κηρυκα ἀπεπεμψε , δους εἰς την αὐριον την ἀναιρεσιν , αὐτος
9999483 δουλῳ
ἐαν ἁλληται ἠ ὁ βολος , πενητι ἀηδιαν δηλοι , δουλῳ διαβολην , παρθενῳ κινδυνον , χηρᾳ ψογον : ἐχθρου
συμβουλοις χρησαμενος τοις ἀριστοις και σοφωτατοις , Ἑλικωνι τῳ εὐπατριδῃ δουλῳ , σπερμολογῳ , περιτριμματι , και Ἀπελλῃ τινι τραγῳδῳ
9999482 Μεσσηνιᾳ
κατα μεν δη του λογου το εἰκος ἐταφησαν ἐν τῃ Μεσσηνιᾳ και οὐ ταυτῃ : Μεσσηνιων δε αἱ συμφοραι και
: εἰτε τουτου μεν Παμισου καλουμενου ὁμωνυμως τοις ἐν τῃ Μεσσηνιᾳ δυσι , της δε πολεως ἀδηλον ἐχουσης την ἐτυμολογιαν
9999482 χοιρειῳ
και ὑποχυσιν ὀφθαλμων θεραπευει . το δε στεαρ μιχθεν συν χοιρειῳ στεατι βοηθει ἀρθριτικοις , τρομωδεσι , και ψυγμενοις ,
δε ποτε ἑλκωθειη το μερος ὑπο των φαρμακων , ἰασθαι χοιρειῳ στεατι ἠ χηνειῳ ὑπαλειφοντα , ἠ ῥοδινῳ . Κεφ
9999482 αἰσχρῳ
μην ὀνειροπολουντες ἐκ κληρου διαδοχην , μητ ' ἀλλῳ τῳ αἰσχρῳ και κιβδηλῳ τε και καπηλῳ και ἡκιστα ἐλευθερῳ ἁλισκομενοι
και καθ ' ἡσυχιαν , αὐτος δηλονοτι οὐδεποτε εἰξας τῳ αἰσχρῳ ὀνειδει ἀλογως κινδυνευσειν . ξυμβησεσθαι : ἠτοι κατα γνωμην
9999481 βοτανηϲ
λι . α ∠ ʹ , ἐλυδριου # β , βοτανηϲ χρυϲιζουϲηϲ , ἡν Ῥωμαιοι ῥωβιαν καλουϲιν , # β
παρορμᾳ προϲ ἀφροδιϲια . ταὐτο δε και ἡ ῥιζα τηϲ βοτανηϲ δραν πεφυκε . φαϲι δε τινεϲ και ὀπιϲθοτονον ἰαϲθαι
9999479 Αἰθιοπες
των βαρβαρων ὡς την εὐκρατον οἰκουντες . Σκυθαι δε και Αἰθιοπες , οἱ μεν ὑπο κρυους ἐνοχλουμενοι , οἱ δε
δε Μεγαν κολπον τον προς τῳ δυτικῳ ὠκεανῳ , ἰχθυοφαγοι Αἰθιοπες , και μεσημβρινωτεροι μεν τουτων μεχρι της ἀγνωστου γης
9999479 βαθουϲ
του δερματοϲ εἰϲιν , πλην ὁτι και αὐτοι χρονιζοντεϲ ἀχρι βαθουϲ χωρουϲιν , ὡϲ και ταϲ τριχαϲ λευκαϲ φυειν δια
ἐλαιῳ ζωϲα ἠ τεθνεωϲα καθηψημενη διαφορητικον ἐργαζεται τοὐλαιον τα δια βαθουϲ ὑγρα προϲ την ἐπιφανειαν ἑλκον : ὁθεν ἀρθριτικουϲ ἐν
9999478 βαθεα
Ἐλινυειν . ἡσυχαζειν Ἐννωσας . διανοηθεις . Ἀναξυριδας . τα βαθεα και βασιλικα των ὑποδηματων , ἠ τα νυν βρακια
ποταμου ἀγειν τον στρατον . πολλα μεν γαρ αὐτου ὁραται βαθεα , αἱ δε ὀχθαι αὑται ὁρᾳς ὁτι ὑπερυψηλοι και

Back