νεφελαις πολλακις κατεχομενη : ἐκ δε τουτων ὑετοι γινονται και χειμωνες εὐκαιροι και ποιουντες την θερινην ὡραν εὐκρατον . ἡ
τροφης ἠ ποιοτης , ἀπο δε των ἐξωθεν ὁταν ἠ χειμωνες ὑπερβαλλοντες ἠ καυματα ἠ ἐπομβριαι ἠ ἀλλη τις δυσκρασια
9999956 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999955 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999955 ὑπεμνησεν
. λεγουσι ] δ ' οἱ μεν ὁτι ? [ ὑπεμνησεν ] | αὐτον ? [ ὡν ] | περι
και τον ἑαυτου διανυοντος δρομον , οὐδε εἱς των θεων ὑπεμνησεν ὡστε και αὐτῳ του κοσμου μεριδα φυλαχθηναι . οὐδεπω
9999955 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999954 Ἀγαθοκλεους
τουτων τραγον ἀμελγειν , ὁ δε αὐτῳ κοσκινον ὑποτιθεναι ; Ἀγαθοκλεους δε του Περιπατητικου μεγα φρονουντος ὁτι μονος αὐτος ἐστι
βυβλου ταυτης συν τοις ἀλλοις περιεχουσης και την τυραννιδα την Ἀγαθοκλεους ἀφιεμενοι το περι αὐτης προλεγειν τα συνεχη τοις προειρημενοις
9999953 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999952 θαυμαστικως
, ᾡ τα πολεως πραγματα ἐφορμει , μη καταπλαγεις τους θαυμαστικως ἐχοντας αὐτου , και πολλας μεν ἐμφωλευουσας νοσους εὑρησεις
Γης . βουπαις οὐπω πολλος Τιτυον μεγαν : το μεγαν θαυμαστικως εἰρηται , ὁτι βουπαις ὠν μεγαν ἐτοξευσεν . και
9999952 ποιεισθε
, συνιασιν ὀψομενοι τους νεους ἀγωνιζομενους , οὐδεποτε ἐν ὁπλοις ποιεισθε την ἁμιλλαν , ἀλλα γυμνους εἰς το μεσον παραγαγοντες
ὁ Ἀπολλωνιος „ ἐφ ' ἱεροις οὐν ” ἐφη ” ποιεισθε και ταυτας , ὡσπερ τας ἐξοδους τε και τας
9999952 γλυκυτης
ποιοτης μενει , οἱον γλυκυτης ἡ του μελιτος οὐδεν ἐλαττον γλυκυτης ἐστιν ἡ ἐφ ' ἑκαστῳ , οὐκ ἀν εἰη
ἐπιτμηθεντος του ἐρινου και ἐκρυεντος του ὀπου . ἡ δε γλυκυτης προσεμφερης τῳ συκῳ και τα ἐσωθεν τοις ἐρινοις :
9999951 Αἰσχυλου
] [ ] ντι [ ] Σατυρου βιων ἀναγραφης Ϛʹ Αἰσχυλου Σοφοκλεους Εὐριπιδου [ ] ! [ ] [ και
οὐκ ἀληθης διανοια . το δ ' ἑξης ἐκ Νιοβης Αἰσχυλου . 〛 ἠν ' ἰδου : Ἠνι ἰδου ἐκ
9999951 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999951 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999951 Εὐριπιδου
“ ὠφελε μηδ ' ἐγενοντο θοαι νεες ” και το Εὐριπιδου ἐν Μηδειᾳ κατ ' ἀρχας του δραματος , ἱν
μακρῳ λογιωτατος Ἀθηναιων και εὐφυϊᾳ παντας ὑπεραιρων , ζηλῳ δε Εὐριπιδου † † , τοις δε μελεσι λεπτοτερος . ἐδιδαξε
9999951 ἐσπουδακοτες
: και οἱ πλουσιοι της χειροτονιας πλησιαζουσης ἐνδηλοι σαφως ἠσαν ἐσπουδακοτες ἐς την ἀρχην τοις μαλιστα Γρακχῳ πολεμιοις . ὁ
μαθητας πολλους ἐχειν ; οὐδαμως . ὀψονται οἱ περι τουτο ἐσπουδακοτες . ἀλλα θεωρηματα δυσκολα ἀκριβουν ; ὀψονται και περι
9999951 ες
ης : οὐδε γαρ ἐστιν ἀρσενικων ἠ θηλυκων χαρακτηρες εἰς ες : παραλειπει δε κἀνταυθα τα μονοσυλλαβα δια την προειρημενην
Τρωας : ὁτι τας παρ ' ἡμιν προφερομενας δια του ες εὐθειας των πλη - θυντικων ἐκεινοι δια της αι
9999950 θαυμαστως
καιπερ ὀντων ποτιμων . ἐστι δε και προς βαφην ἐριων θαυμαστως συμμετρον το κατα την Ἱεραν πολιν ὑδωρ , ὡστε
συμπλεοντων τῳ Ὀδυσσει και τῳ Νεοπτολεμῳ . τα τε ἠθη θαυμαστως σεμνα και ἐλευθερια , το τε του Ὀδυσσεως πολυ
9999949 λυπης
αὐτων ἐστεφανωμενοι ἐμφασιν ποιουσιν εὐφροσυνης τινος , οἱ δε ἀστεφανωτοι λυπης και ταραχης και τας κνημας και τας κεφαλας δοκουσι
της οἰκαδε ἐς την Θεμισκυραν σωτηριας μαλλον ἐτι ἀπορουσαν ὑπο λυπης τελευτησαι : και θαψαι αὐτην ἀποθανουσαν , και οἱ
9999949 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999949 κρεισσονες
ὀντως αὐτων προς ἀφροδισια οἱ βασιλικοι λεγομενοι , οἱ και κρεισσονες των ἀλλων εἰσι : μεθ ' οὑς οἱ πυρροι
τουτο της ὑμετερας ἀδικιας και ἐργον και ὀνομα ; ποσῳ κρεισσονες Ἐφεσιων λυκοι και λεοντες . οὐκ ἐξανδραποδιζονται ἀλληλους ,
9999949 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999949 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999949 ἀνθρωπινῳ
τεξεσθαι παιδα των πωποτε καλλει και σοφιᾳ διοισοντα και τῳ ἀνθρωπινῳ γενει μεγιστον ὀφελος εἰς συμπαντα τον βιον ἐσομενον .
γενομενης , ἐδοξαν ἀν ἡμιν πολλοι βιοι εἰναι ἐν ἑνι ἀνθρωπινῳ βιῳ , συνεχους οὐσης της ζωης ἐν τοις ἑβδομηκοντα
9999949 εὐφροσυνην
γυναικειοισιν ἐπ ' ἐργοις , ἐξ ὡν χρηματα πολλα και εὐφροσυνην πορεν ἐσθλην : δηθακι δ ' αὐθ ' ὑποτασσει
, θαυματι μεν κατεχον τους ὁρωντας , θεσπεσιαν δ ' εὐφροσυνην παρεχομενον , ἀρρητῳ δε τῃ συμμετριᾳ ἀναφαινομενον , ἐξῃρημενον
9999949 ἀφαιρεθεν
δε ἡμεραι δεκα γενωνται ἀπο του ἐμετου , κομισασθω το ἀφαιρεθεν σιτιον ἁπαν : τοισι δε πονοισι και τοισι περιπατοισι
τι παντως μερος ἱερουργηθηναι , μερος ἐσπουδασε λαβειν , ὁπερ ἀφαιρεθεν οὐτ ' ἀλγηδονας οὐτε λωβην ἀπεργαζεται : του γαρ
9999949 ἐκεκτηντο
χαρας . . οὐσιαν τ ' εἰχον συχνην : Πλουτον ἐκεκτηντο πολυν . . οὐσιαν : Περιουσιαν . συχνην :
Οἰδιποδας ἰδοι τις ἀν πασας τας τραγῳδιας , οἱ πλειστα ἐκεκτηντο χρηματα χρυσου και ἀργυρου και γης και βοσκηματων :
9999948 ἰδιωτικης
οὐκ ἐστι τα χρηματα : οἱον εἰ μεν γαρ ἐξ ἰδιωτικης οἰκιας εἰληφας τα χρηματα , καλως κλοπην ὀνομαζεις το
στοργην ἰσχυραν προς ἑαυτον προηγαγεν . ἐπεμεληθη δε και της ἰδιωτικης των στρατιωτων διαταξεως και πολλα προς την εὐχρηστιαν ἐπινοησαμενος
9999948 ἐλαλησεν
ἐθεασατο Τρυφων : ἐμοι και σοι και τοις περι Διονυσιον ἐλαλησεν Τρυφων , ὁ γενησεται ἡμιν ἐλαλησεν : ἐκ δε
ὁ θεος ἀπεκρινετο αὐτῳ φωνῃ ” , οὐ κατα συντελειαν ἐλαλησεν , ἀλλα κατα μηκυνομενην παρατασιν ἐλαλει , και ὁ
9999948 κρηπιδας
ἐστα , και μυχους * δεινασατο ” βαλλομενος [ ] κρηπιδας ἀλσεων . ” οὐκ εὐ δ ' ὁ Ἀλκαιος
μεταβαλουσα και αὐτη το ὀνομα ἀνελομενου Θησεως ὑπ ' αὐτῃ κρηπιδας τας Αἰγεως και ξιφος : προτερον δε βωμος ἐκαλειτο
9999948 παρεσκευαζετο
περι αὐτον στρατιας ἐπανελθων εἰς Μεμφιν τα προς την πολιορκιαν παρεσκευαζετο . Ὁ δε της πρωτης μεριδος ἀφηγουμενος Λακρατης ὁ
λοφου ὀντος μεταξυ οὐκ ἐθεωρουν ἀλληλους , ἐτασσε τε και παρεσκευαζετο ὡς ἐς μαχην . τῳ δε Ἱπποκρατει ὀντι περι
9999947 ἐλθουσης
των Τρωων και της Εὐρωπης τοτε πρωτον κατα της Ἀσιας ἐλθουσης , ἐχοντες οἱ τε Τρωες ἀποδοντες την Ἑλενην ἀδεως
θεος ὁ ἐν Δελφοις . ὁμως δε και της μαντειας ἐλθουσης ἠν ἀπορια τοις πολλοις τι ποτ ' εἰη το
9999947 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999947 ὁποτε
οὑτος δε προτερον ὁτε ἐγυμναζετο μαθητης ἠν διδασκοντος ἑτερου : ὁποτε δε ἱκανος φυλαττειν ἐγενετο , διδασκαλου δυναμιν και ταξιν
μεν ἀπο των τειχων ἐς τους πρε - σβεις , ὁποτε ἡξουσιν , ἀφεωρων και βραδυνουσιν αὐτοις ἠχθοντο και τας
9999947 κολοιοι
φαυλα ὠνια ἐωνημενων . Τοτ ' ᾀσονται κυκνοι , ὁταν κολοιοι σιωπησωσι . Το σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον :
. Ἐνταυθα οἱ κωμηται ταραχθεντες ἐπιπηδωσιν αὐτοις ὡσει ψαρες ἠ κολοιοι : και ταχυ μεν ἀφαιρουνται τον Δαφνιν ἠδη και
9999947 μοναδες
ἀρα ὁλαι εἰσιν ἰσαι ἀριθμοις ε . Ἀναλυθεντων αἱ ὀκτω μοναδες εἰς πεμπτα : μ ἀρα πεμπτα ἰσα ἐστι ἀριθμοις
και λεπτα κε και δευτερα μϚ , καταλειφθησεται ἡ ΒΔ μοναδες η και λεπτα λδ και ιδ . γινεται δε
9999947 γιγνωσκων
αὐτον ἡ γη ἑως ἑσπερας . Λεγει ὁτι ὡς και γιγνωσκων την μορφην του ἡλιου ὁποια ἠν . Και ἐξωρισεν
' αὐτο ἐφαμεν τοιουτον εἰναι , ὁτι ἐνιοτ ' ἐγω γιγνωσκων Σωκρατη , πορρωθεν δε ὁρων ἀλλον ὁν οὐ γιγνωσκω
9999947 αἰσθανοιτο
φερειν ἀν αὐτους : ἐπει δε κατασταιη τις ἀρχων και αἰσθανοιτο ταυτα , χαλεπως ἀν ἐδοκουν αὐτῳ φερειν , νομιζοντες
οὐδεις νυν αἰσθανεται , και ὀν δε τις οὐκ ἀν αἰσθανοιτο ἁ νυν : ἀμφω δε λεκτα και διανοητα *
9999947 πρακτικα
παραπεπτωκοτος ὁ κληρος του δαιμονος και τα σωματικα και τα πρακτικα μεριζει . ὁμοιως και ἡ τυχη ἀμφοτερα μεριει του
Ἡλιος ἠ και Σεληνη ἠ και ἀμφοτεροι μαλιστα περι τα πρακτικα κεντρα τυχοντες και κατα τροπον ὑπο παντων των ἀστερων
9999947 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999947 γυναικειᾳ
αὐτη προς ἐμαυτην ἁμιλλωμενη και ζητουσα εἰ δυνατον και τῃ γυναικειᾳ φυσει ἐρευναν τα του βιου πραγματα και εἰδεναι τι
λεγουσιν , ἀπονυμφην δ ' ἠ ἀπονυμφον τον φιλοπαιδα και γυναικειᾳ ὁμιλιᾳ δυσχεραινοντα , ὁν και μισογυνην ἐρεις ὡς τον
9999946 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999946 μαντειᾳ
Ὀλυμπιᾳ , οὑ ἀρχηγος γεγονεν Ἰαμος τῃ δια των ἐμπυρων μαντειᾳ : ᾑ και μεχρι του νυν οἱ Ἰαμιδαι χρωνται
δε εἰσι των ἐπιγραμματων , πρωτον μεν ἀνατεθηναι τα ἀγαλματα μαντειᾳ του θεου τιμησαντος τα ἐς τους πενταθλους δοξαντα Ἠλειοις
9999946 Λακεδαιμονιοισι
την Ἀσιην Δημαρητος και τοιαυτῃ χρησαμενος τυχῃ , ἀλλα τε Λακεδαιμονιοισι συχνα ἐργοισι τε και γνωμῃσι ἀπολαμπρυνθεις , ἐν δε
Σπαρτης προ δυντος ἡλιου : οὐδενα γαρ λογον εὐεπεα λεγεις Λακεδαιμονιοισι , ἐθελων σφεας ἀπο θαλασσης τριων μηνων ὁδον ἀγαγειν
9999946 μαθηματικη
, ῥᾳδιον ἐντευθεν καταμαθειν . οὐκ ἐστιν ἡ των Πυθαγορειων μαθηματικη τοιαυτη , ὁποιαν οἱ πολλοι ἐπιτηδευουσιν . ἐκεινη μεν
τοιαυτα , οὑτω , φησι , και περι μεγεθων ἡ μαθηματικη διαλεγομενη περι αἰσθητων μεν διαλεγεται , οὐχ ᾑ δε
9999946 Παιονες
χρονον ἐγινετο μαχομενων ἀμφοτερων γενναιως . ἐπειτα ἐπεκρατουν πολλῳ οἱ Παιονες , και οἱ ὁπλιται πιεζομενοι σφοδρα ἐκακοπαθουν πιπτοντες αὐτου
Ὁμηρος δε χωριζει „ προς ” μεν ἁλος Καρες και Παιονες ἀγκυλοτοξοι και Λελεγες „ και Καυκωνες . ” ἑτεροι
9999946 δυσεντεριη
και ἡ λειεντεριη . Αὑται αἱ νουσοι , ἡ τε δυσεντεριη και ἡ λειεντεριη και διαῤῥοια , παραπλησιαι εἰσι ,
μανιαι , ὀδυναι πλευρου ὀξειαι , ἠ ἐμπυησις , ἠ δυσεντεριη , ἠν ἐρυθρα μαλλον ᾐ τα οἰδηματα . Ἠν
9999946 Εὐκλειδης
Ἀριστιππος ὁ Κυρηναιος , Ἠλιακης Φαιδων ὁ Ἠλειος , Μεγαρικης Εὐκλειδης Μεγαρευς , Κυνικης Ἀντισθενης Ἀθηναιος , Ἐρετρικης Μενεδημος Ἐρετριευς
συμποδιζων προαιρεσει , ὁ δε βελτιστῃ ὠφελων , ὡς ὁ Εὐκλειδης δια των ψευδαριων πειραται και γυμναζει : και οὐ
9999946 δριμυτης
φυσαν , ἐαν μη πληθος ᾐ ξυλων . ἡ δε δριμυτης του καπνου κατα την ὑγροτητα την ἑκαστου . διο
ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον ἠ πληθος θερμασιας : ὡς τοις γε δια
9999946 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999946 ἐλλειπτικως
ἐρχομενος δηλονοτι προς των ἐχθρων και παρα των ἐχθρωντουτο δε ἐλλειπτικως ἐστιντι ποιει ; στειχει και ἀνερχεται προς τας ἀναβασεις
ὠλεσας την στρατιαν των Περσων των μεγαλαυχων και πολυανδρων . ἐλλειπτικως δε το και : και το ἀστυ των Σουσων
9999946 κατεμεμφετο
οὐν αἰτιωμενος και ταις σφαγαις ὁρων ηὐξημενα τἀκεινων ἐφυγεν ἁ κατεμεμφετο και τους μεν δυναμενους γενεσθαι βελτιους εἰσηγεν εἰς τἀληθες
ὁτι οἱ προς χαριν ἁπαντα πολιτευομενοι τοιαυτα πασχουσιν . λεων κατεμεμφετο Προμηθεα πολλακις , ὁτι μεγαν αὐτον ἐπλασεν και καλον
9999946 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999946 σπουδης
τειχει ἰδοντες και πηδωντα ἐσω ἐς την ἀκραν , ὑπο σπουδης τε και φοβου μη τι αὐτοις ὁ βασιλευς παθῃ
ὑποφερομενοις αὐτοις εἰξομεν , οὐδε μεταβαλλομενοις ἐκ της περι φιλοσοφιαν σπουδης εἰς ἑτεραν τινα του βιου προθεσιν ἐπακολουθησομεν και αὐτοι
9999946 τλημονες
παρ ' ἡμων διωρθωθη τοδε το σχολιον : οἱ γαρ τλημονες γραφοντες ἀγνοουσι τα μετρα . τλημονες ] ἀθλιαι .
. αἰαι . τα τουτων οὐχι σοι στενακτεον . ὠ τλημονες γυναικες . οὐ συ τωνδ ' ἐφυς . εἰπω
9999946 αἰσχυνην
μεν χωραν ἀνεσωσε τῃ πολει , την δ ' ὑπαρχουσαν αἰσχυνην ἀπηλλαξεν : οὑτος δ ' , ἡν βασιλευς και
, την δε , ὁπως μη φωραθεις ὑπο των ἐναντιων αἰσχυνην ἀνοιας ὀφλησω : τα γαρ τοιαυτα του πολεμου κλεμματα
9999946 ἀναιδειᾳ
, ὑπ ' αὐτου τῃ βοῃ , περιγενῃ δε ἐν ἀναιδειᾳ , οὐδεν ἡττον ἡμετερα ἡ νικη . πυραμους δε
αὐτων και παιδων παιδες ἀναισχυντοι . ἀκολουθει δε ἀναισχυντιᾳ και ἀναιδειᾳ ὑβρις και ἀδικια , τουτοις δ ' ἑπεται ὀλεθρος
9999946 κυριοι
στρατιωται εἰς ἑν ἁπαντες , ὁπλων τε και σημειων ὀντες κυριοι , Σικιννιου τινος Βελλουτου παροξυναντος αὐτους ἀφιστανται των ὑπατων
παντων ἠν ἀκυρος πλην της χλαμυδος , οἱ στρατηγοι δε κυριοι , ταυτα γαρ ἐδεδοκτο τῳ πεπομφοτι τους μεν ἐπιταττειν
9999946 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999946 Θετταλου
Ποθεν τοις Ἑλλησιν ἠδη συναχθεται Πατροκλος οὐπω τουτο παθοντος του Θετταλου ; ἀμφω μεν γαρ συνηθεις και φιλοι , κοινα
και Φειδιππου , των Θετταλου του Ἡρακλεους , ἐπελθοντας ἀπο Θετταλου του ἑαυτων προγονου την χωραν ὀνομασαι . εἰρηται [
9999945 ὡρμισαντο
ἐλαττω δε των κατ ' ἐμποριαν πλεοντων ἐπ ' ἀγκυρων ὡρμισαντο . την δε Τριπτολεμου δια του ἀερος λεχθεισαν πορειαν
πολεμιοις ἀφθονα παρα βασιλεως . τῃ δε προτεραιᾳ , ἐπειδη ὡρμισαντο , τα πλοια παντα και τα μικρα συνηθροισε παρ
9999945 ἐξεδεξαντο
εἱμαρτο ἁλωναι : ἡ διπλη ὁτι ἐκ τουτου οἱ νεωτεροι ἐξεδεξαντο λευγαλεον τον διυγρον : ἐστι δε κατα κοινωνιαν στοιχειων
, πυρ και δικελλας αἰτων . τινες ἐκ του Τυφωνος ἐξεδεξαντο ἑνος των γιγαντων : τυφων : τεραστιος δαιμων .
9999945 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999945 ἐρυσαντο
οὐδε συνεργος της των ἀλλων Λημνιων ἀσελγειας . ἐς Οἰνοιην ἐρυσαντο : εἰληφε την ἱστοριαν παρα Θεολυτου . Σικινος δε
παρ ' Ἀριστοφανει . . . . ὠπτησαν δε περιφραδεως ἐρυσαντο τε παντα : σημειουνται τινες ὁτι Ἡσιοδος ἐποιησεν ὠπτησαν
9999944 μυριοι
[ ! ! ! ⌊ ε παρεσσονται ] ⌋ μαλα μυριοι οὐδε ⌊ κεν [ ἀνηρ ⌋ ! ! !
ἑκαστῳ πεντηκοντ ' ἐσαν ἀνδρες παρεχει λογιζεσθαι ὁτι ἠσαν πεντακις μυριοι ἀνευ των συμμαχων . Την δε μουσικην , οἰκειοτατην
9999944 ἐδεησεν
κενη δοξα ; ἀλλα μην και οἰκιας δια τας αὐτας ἐδεησεν ἡμιν αἰτιας , και ὁπως μη προς θηριων ἠ
ἀσφαλει χωριῳ θεμενη δια το καταφρονειν των πολεμιων ὀλιγου τινος ἐδεησεν πασα διαφθαρηναι : οἱ γαρ ἐν τῃ πολει φρουροι
9999944 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999944 λειμωνα
ἐκδικησεως ἀδικειται τις . ] χηνες και γερανοι τον αὐτον λειμωνα ἐνεμοντο . ἐπιφανεντων δε αὐτοις θηρευτων αἱ μεν γερανοι
, αὐθις ἐπι σταθμους ἠλυθες ἡμετερους ἡνιοχον τε ποθων ἀγαθον λειμωνα τε καλον κρηνην τε ψυχρην ἀλσεα τε σκιερα .
9999944 δουπησεν
οἱον σχεδην ἐκ του συνεγγυς . . . , . δουπησεν δε πεσων : ἡ διπλη ὁτι ἐκ του παρακολουθουντος
οὐτασε δουρι στρεφθεις ἐξαπινης , ὁτε μιν κατεμαρπτε διωκων : δουπησεν δε πεσων : πυκινον δ ' ἀχος ἐλλαβ '
9999944 Αἰολικως
ἐτευξε θαλυσια ὁ Φρασιδαμος και ὁ Ἀντιγενης . το Λυκωπεος Αἰολικως προπαροξυνεται : ἐπειδη οἱ Αἰολεις Ἀχιλλευς και Πηλευς λεγουσι
μελλων πρωτος αἰδεσομαι και αἰδεσεται και πλεονασμῳ του ἑτερου σ Αἰολικως αἰδεσσεται : οἱ γαρ Αἰολεις διπλασιαζουσι τα συμφωνα ,
9999944 ἀναλυτικη
τινος ἀρχεται και εἰς συνθετα τινα τελευτᾳ , ἡ δε ἀναλυτικη ἀπο συνθετου ἀρχεται και εἰς ἁπλα καταντᾳ : και
καθο ἐκεινη μεν ἑν λαμβανουσα πολλα ποιει , ἡ δε ἀναλυτικη εἰς ἑν τελευτᾳ : λαμβανουσα γαρ και ἀναλυουσα τον
9999944 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999944 ἐβουλευοντο
οὑς αὐτων οὐδε ἀχθομενους τῳ γεγενημενῳ , συλλεξαντες τους ἐπικαιριωτατους ἐβουλευοντο τι χρη ποιειν . ἐπει δε πασιν ἐδοκει ὑποσπονδους
σοι και ἐπι παραδειγματος γενηται φανερον , οἱ πιθηκοι συνελθοντες ἐβουλευοντο περι του χρηναι πολιν οἰκιζειν : και ἐπειδη ἐδοξεν
9999944 κομιδην
ὑμας μεμαθηκεναι . ὁτι δ ' ὑστερον οὐκ ἐνι την κομιδην γεγενησθαι τουτων των χρηματων , τουτο βουλομαι δειξαι .
μην και φερειν ὀλιγωριαν δεσποτου εἰσιν . οὐτε γουν αὐτοις κομιδην προσφερουσιν οἱ δεσποται , οὐ καταψωντες , οὐ καλινδηθραν
9999944 κολαζει
τιμην οὐσης . κολαζει γαρ τον θυμον ἡ πραοτης : κολαζει δε δι ' ἀτιμιας : εἰ δε τουτο ,
ἠ τυχῃ , οὐδεις θυμουται οὐδε νουθετει οὐδε διδασκει οὐδε κολαζει τους ταυτα ἐχοντας , ἱνα μη τοιουτοι ὠσιν ,
9999944 γονασι
μηρους και τας γαστροκνημιας , σφιγγουσα δε τα προς τοις γονασι και ταις ἰγνυαις τα τε κατα τους ταρσους τε
ἡδειᾳ αὐτων φωνῃ ἠσπαζοντο τον Ξενοκρατην της τιμιας Νικης τοις γονασι προσελθοντα : ἐκ δε τουτου , νικωντα . ἠσπαζοντο
9999944 σατραπης
Τεριτουχμης , ὁς και του πατρος τελευτησαντος ἀντ ' αὐτου σατραπης κατεστη . ἠν δε ὁμοπατρια αὐτωι ἀδελφη Ῥωξανη ,
κυριον . Στρουθης : Λυσιας ἐν τῳ κατα Θρασυβουλου . σατραπης τις βασιλεως ἠν . Στροφαδες νησοι : Δειναρχος Τυρρηνικῳ
9999944 ἐδεισεν
μονον ἀπεφαινον ἐξ ἁπαντων σφων ἐλευθερον , ὁς οὐτε πολεμιων ἐδεισεν ἐπιοντων ὀχλον οὐτε πολιτων αὐθαδεις και παρανομους ἐκολακευσεν ὁρμας
και κορυφαι , Τρωων τε πολις και νηες Ἀχαιων . ἐδεισεν δ ' ὑπενερθεν ἀναξ ἐνερων Ἀϊδωνευς , δεισας δ
9999943 κρατησειεν
, συντιθεται ταλαντα ἑξηκοντα δωσειν , εἰ δι ' αὐτου κρατησειεν Ἀκροκορινθου . Ἐργινος ὑπισχνειται μετα των ἀδελφων τουτο πραξειν
συσταιη , ἀλλα και ἐφοδους ποιησαιτο ἐπι την ἀλλοτριαν και κρατησειεν οὐ των ἐγγυς μονον ὡστε και μεχρι της νυν
9999943 τεσσαρα
γουν ἡμιολιος και ἐπιτριτος ποιουσι τον διπλασιον : του γαρ τεσσαρα προς τον γ ἐπιτριτου ὀντος και του γ προς
αἱ πλευραι ιϚ , ξγ , ξε . Και γινεται τεσσαρα τριγωνα ὀρθογωνια ἰσας ἐχοντα τας ὑποτεινουσας : ἐλθων οὐν
9999943 ἀναισχυντιᾳ
γε μη των συνειλημμενων τις ἀγανακτησας ἐπι τῃ του Ἀντιφιλου ἀναισχυντιᾳ και τον ἀθλιον Ἀπελλην κατελεησας ἐφη μηδενος αὐτοις κεκοινωνηκεναι
τῳ ὀργανῳ , δι ' οὑ πρασσεις . Ὁταν τινος ἀναισχυντιᾳ προσκοπτῃς , εὐθυς πυνθανου σεαυτου : δυνανται οὐν ἐν
9999943 φλεγματι
ἐν τοις ἑξης . οἱ τοινυν διαλειποντες πυρετοι ἠ ἐπι φλεγματι σηπομενῳ γινονται και ποιουσι τον καλουμενον ἀμφημερινον πυρετον ,
ην . ] και αἱματι [ . . ] και φλεγματι [ μα . ] και σαρκι [ ας .
9999943 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999943 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999943 σωφρονες
, ἐν πεινωσι δ ' οὐ . Ἐνεισι και γυναιξι σωφρονες τροποι . Ἐν γαρ γυναιξι πιστιν οὐκ ἐξεστ '
κοσμιοι αὐτων ; οὐ ταὐτον τουτο πεπονθασιν : ἀκολασιᾳ τινι σωφρονες εἰσιν ; καιτοι φαμεν γε ἀδυνατον εἰναι , ἀλλ
9999943 θαυμαζεις
φαινεται δια παντων . τι δε περι ῥητορικης εἰ στοχαζεται θαυμαζεις ; φαινεται γαρ ὁμοιως διακειμενη τῃ μαντικῃ , πλην
. ἐνταυθα τοινυν ἐστι τῳ Δημοσθενει , οὑ συ τοὐνομα θαυμαζεις μονον , ὡς ἐοικεν , Ἐπεπεισμην δε ὑπερ ἐμαυτου
9999943 γεγραμμενη
τουτεῳ τῳ τροπῳ της ὀλισθησιος κἀκεινη ἡ κατατασις ἡ προσθεν γεγραμμενη , ὡς χρη κατατεινειν τα ὀστεα του βραχιονος κατεηγοτα
μεν του ἐνδιαθετου ἐστιν , ἡ περι ἐνθυμηματων και ἐπιχειρηματων γεγραμμενη , ἡ διδασκουσα πως δει ἐνθυμεισθαι και λογιζεσθαι :
9999943 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999943 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999943 Ἀμφιλοχου
, και χραν τοις δεομενοις και θεσπιζειν , παρ ' Ἀμφιλοχου του ἐν Κιλικιᾳ το ἐνδοσιμον λαβωνκαι γαρ ἐκεινος ,
ἐστι παλαιον . λεγεται δε Καλχας ὁ μαντις μετ ' Ἀμφιλοχου του Ἀμφιαραου κατα την ἐκ Τροιας ἐπανοδον πεζῃ δευρο
9999943 εὐπειθες
τους θωπευοντας ἀγριαινεις . ὁ τοινυν προὐθεμην , το γαρ εὐπειθες τουτο αὐτο και εὐαγωγον εὐμαθειας εἰναι τεκμηριον τις οὐκ
ἐτι την ἀρχην ἐν Ῥωμῃ διατιθεσθαι : το δε ὑμετερον εὐπειθες εἰδως ὁμως ἀναμενω την ἀποκρισιν . “ Ἀναβοησαντος δε
9999943 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999943 θελοιεν
, εἰς ὁσον δυνανται . Καλως προσεθηκε το , εἰ θελοιεν . δει γαρ χαριζεσθαι τι και τῃ του καμνοντος
ἐθελων Ὁμηρος τρισυλλαβως . . Η . ο . ὁττι θελοιεν . ὁττ ' ἐθελοιεν . . , . ἡμεις
9999943 κατελθῃ
την μηρινθον κρατουσιν οἱ ἐν τῳ πλοιῳ : ἡνικα οὐν κατελθῃ ἐν τῳ βυθῳ , ἀποπτυει το ἐλαιον και στιλβει
παρατηρειτωσαν : ἐαν μεν εἰς τα δεξια μερη ὁ βους κατελθῃ , ἀῤῥεν το τεχθησομενον τεκμαιρεσθω : ἀν δε ἐπι
9999943 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999943 συντεθεισα
ἡ ὑπο ΗΒΘ μετα της ὑπο ΒΖΓ και του ἡμικυκλιου συντεθεισα , τουτεστιν λειπουσα νυν την ὑπο ΑΖΒ , ποιει
του τριτον εἰναι μερος της οἰκουμενης ἡ Λιβυη ὡστε και συντεθεισα μετα της Εὐρωπης οὐκ ἀν ἐξισαζειν δοξειε τῃ Ἀσιᾳ
9999943 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999943 ἐπελαβετο
παροδευοντες ἐκτεινον ἐπι σταδιους ἑκατον και εἰκοσιν , ἐστε νυξ ἐπελαβετο . τοτε δ ' ἀναστρεφοντες ἐσκυλευον : ἐδιδου γαρ
ἱνα μοι ἐπιδειξῃ ὁ ἐπηγγειλατο ὁραμα . ἡ δε παλιν ἐπελαβετο μου της χειρος και ἐγειρει με και καθιζει ἐπι
9999943 εἰληφθωσαν
ΑΒΓ , ΔΕΖ κυκλοι περι τους αὐτους πολους εἰσιν . εἰληφθωσαν γαρ του ΑΒΓ κυκλου οἱ πολοι και ἐστωσαν οἱ
ἐμπιπτει ἀριθμος . ἐμπιπτετω και ἐστω ὁ Γ , και εἰληφθωσαν ἐλαχιστοι ἀριθμοι των τον αὐτον λογον ἐχοντων τοις Α
9999943 ἀμεινονι
ἐρυσατο κυδιμα τευχη , ὡν ἑνεκ ' ἀφραδεως μεγ ' ἀμεινονι δηριαασκες . Κεισο , κυον : σε γαρ οὐ
δικαιον ἐπιδιδοιην μη ἀνελομενος , κτημα ἀντι κτηματος ἀμεινον ἐν ἀμεινονι κτησαμενος , δικην ἐν τῃ ψυχῃ πλουτου προτιμησας ἐν
9999943 ἐγραψας
νυν αὐτος γραφεις , ὡσπερ διοβλης και κατεβροντημενος τοις οἱς ἐγραψας λοξοσυστροφοις λογοις μνημης ἁπασων ἐστερηθην ἁθροως . τι γαρ
γαρ εἰ τις ἐκεινων προεαλω , συ ταδε οὐκ ἀν ἐγραψας , οὑτως ἐαν συ νυν δικην δῳς , ἀλλος
9999943 κωμικως
τους ἀμεινους , ὡς και το κωμικον ἀψευδως μαλλον ἠ κωμικως εἰρησθαι δοκειν ἀν πανθ ' ὁ δουλος ἡσυχαζειν μανθανῃ
μεγεθος τῃ περιττοτερᾳ ἑρμηνειᾳ και την ὑβριν τραγῳδων . Του κωμικως λεγειν ἁμα και σκωπτειν ἀρχαιως τρεις μεθοδοι : το

Back