βληχωδεστερα ἀναισθητον ἀνδρα δηλοι . ὁσοις δε ἀπο βαρεος ἀρξαμενοις φθογγου εἰς ὀξυ τελευτᾳ , τραχεις τε και δυσθυμοι ὑπαρχουσιν
ἐχοντες προς θρηνους . τινες δε φασιν ὁτι προ του φθογγου και της ἀγγελιας του σου νοστου ἠ προ της
9999973 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999972 στρατευσαντα
δε της ἐπιβολης καθικομενου . Καμβυσην μεν γαρ μεγαλῃ δυναμει στρατευσαντα την τε στρατιαν ἀποβαλειν ἁπασαν και αὐτον τοις ὁλοις
' οὐ φησι συστρατευσαι : Ἀλκμαιωνα γαρ τον Ἀμφιαρεω , στρατευσαντα μετα Διομηδους και των ἀλλων Ἐπιγονων και κατορθωσαντα τον
9999972 δαιμονιου
των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον , ἐννοησατω πρωτον μεν ὁτι οὑτως ἠδη τοτε
' αὐτοις και των κακων ἀρχη ἐγενετο , μηνισαντος του δαιμονιου . ἐδοξαν γουν οἱ ἀρχοντες αὐτων μετ ' ὀλιγον
9999972 μεταγενεστεροι
δια των θεωρηματων ἐκματτομενη το παραδειγμα , ὡς δε οἱ μεταγενεστεροι λογος [ ἠ πραξις ] ὁμοιωσιν εὐ ἐχουσαν του
, ἐπιεικως και φιλανθρωπως προσφερομενοι τοις ὑποτεταγμενοις : οἱ δε μεταγενεστεροι βιαιως και χαλεπως χρωμενοι τοις συμμαχοις , ἐτι δε
9999972 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999972 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999972 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999971 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999971 δαιμονιος
δει και τουτο προσθειναι , φανερος ἐστι και αὐτος ὁ δαιμονιος Ἀριστοτελης , ἐν οἱς οὐ φιλονεικει , και την
ταις ὀροφαις ὀντων τε και ὁρωντων και ἐκπληττομενων διακαρτερησας ὁ δαιμονιος εἰς δειλην ὀψιαν τον μεν θεον ἐπραϋνε , τον
9999971 διαλεκτικην
. . . . . ἐλυε δε σοφισματα και την διαλεκτικην ὡς τουτο ποιειν δυναμενην ἐκελευε παραλαμβανειν τους μαθητας .
ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον . νουν ] ἀποδεικτικην , φρονησιν
9999971 προθυμια
δε βουβωνες και ἐφηβαιον , και συνεχης γινεται προς ἀπουρησιν προθυμια : φερεται δε ὑγρον πλειστον , εἰτα και αἱμα
δε ἀγαν προθυμια κακον ὡς ὑπερβολη . και ἡ ἁπλως προθυμια μεσοτης , ἡ δε ἀγαν ὑπερβολη και κακια ὡσπερ
9999971 ἀπαραιτητος
και την συνουσιαν οὐκ ἠνεγκεν . ἀλλ ' εἰδως ὁτι ἀπαραιτητος ἐστιν ὁ πατηρ , και προς τα τοιαυτα ἀσυγγνωστος
Νεμεσεως ἐστιν ἱερον , ἡ θεων μαλιστα ἀνθρωποις ὑβρισταις ἐστιν ἀπαραιτητος . δοκει δε και τοις ἀποβασιν ἐς Μαραθωνα των
9999971 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999971 ἀνθορισμου
του ἀνθορισμου : ὁ τεχνικος οὐν πολλακις συλλογισμον ὠνομακεν ἀντι ἀνθορισμου , εἰδως ὁτι ταὐτον ἐστιν : εἰ δε τις
τα τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον
9999971 σπογγον
οἰδηματωδους ὀγκου προϋπαλειψας ἐλαιῳ το μοριον , εἰτ ' ἐπιθεις σπογγον ἐκ κονιας και σφιγξας βιαιοτερον , οἰδα τελεως ἐκθεραπευσας
και προστιθησιν εἰς τον πρωκτον . ὁ δε τιθησι τον σπογγον εἰς το αἰδοιον αὐτου γελωτος χαριν . πως δειλος
9999971 ἐκλυσις
μανδραγορου . ] Μανδραγορου δε ποθεντος εὐθεως καρος ἐπακολουθει και ἐκλυσις , καταφορα τε ἰσχυρα , κατα μηδεν διαφερουσα παθους
ἀδυνασια , ἀσθενεια , ἀργια , ἀρρωστια , ὀκνος , ἐκλυσις , ἀθυμια , ῥᾳθυμια , ἀνανδρια , νωθεια ,
9999971 συμπτωσεων
: συμπεσειται δη ταις τομαις , και αἱ ἀπο των συμπτωσεων ἐπι το Λ ἐφαψονται των τομων . ἐκβεβλησθω και
τομης συμπιπτουσα ταις προς ὀρθας εὐθειαις , αἱ ἀπο των συμπτωσεων ἀγομεναι εὐθειαι ἐπι τα ἐκ της παραβολης γενηθεντα σημεια
9999970 κυαμινου
ϲαμψυχου λι . α , ἀγνου ϲπερματοϲ , γληχωνοϲ , κυαμινου ἀλευρου και θερμινου ἀνα # Ϛ , χαμαιλεοντοϲ μελανοϲ
και ἡμερου ἠ πτιϲανηϲ , ϲυν τουτοιϲ δε και ἀλευρου κυαμινου ἠ θερμινου ἠ μυροβαλανινου ἠ του πεπονατου ϲκευαζομενου .
9999970 φυλακων
της θηρας ὡς οἱ πολεμιοις νυκτωρ ἐφισταμενοι και εἰ των φυλακων κρατησαιεν ἐπ ' αὐτην ἰοντες εὐθαρσως την ἀκροπολιν και
, και ἐκελευον σφας δεχεσθαι . Βαρυνομενοι δε ὑπο των φυλακων και ἐρωτωμενοι τινες εἰεν , ἐφασαν ὁτι κατα προσταξιν
9999970 συγγενικων
οὑτω καλουσιν , ὡς δηλοι και ὁ ἐν τῳ περι συγγενικων ὀνοματων ὡδε πως διαστειλας : Τηθη ἐστιν ἡ του
ἐνιοτε ἐπι των συγγενων λεγει . Ἀριστοφανης ἐν τῳ Περι συγγενικων . οἰκεται : οἱ κατα την οἰκιαν παντες .
9999970 ἐλευθεριοτητος
δαπανηματα . τοιαυτη δ ' οὐσα ποτερον εἰδος ἐστι της ἐλευθεριοτητος ἠ μερος ; εἰ μεν γαρ εἰδος , ἐπει
προς την μεγαλοπρεπειαν : ὡς γαρ ἡ μεγαλοπρεπεια διαφερει της ἐλευθεριοτητος τῳ μεγαλῳ , περι τα χρηματα και αὐτης οὐσης
9999970 ἐναρμονιος
χρωματος διαιρεσιν : τετταρων δ ' οὐσων παρυπατων ἡ μεν ἐναρμονιος ἰδιος ἐστι της ἁρμονιας , αἱ δε τρεις κοιναι
ἡμας ἐφηφθαι των ὀξυτερων συστηματων . αἱ δε μετα ταυτην ἐναρμονιος χρωματικη τε και διατονος δι ' ἁς προειπομεν αἰτιας
9999970 δεισιδαιμονιαν
γενομενην ὁπλα λαβειν οὐ θελησαντες , ἀλλα δια την ἀκαιρον δεισιδαιμονιαν χαλεπον ὑπεμειναν ἐχειν δεσποτην . . : , ,
τας θυσιας , ὁπως ἁμα ταυτῃ ἑσμον κακων εἰσηγαγον , δεισιδαιμονιαν , τρυφην , ὑποληψιν του δεκαζειν δυνασθαι το θειον
9999970 φιλοτιμεισθαι
αὐτων διεφερετε , οὐδεν ἰσως ἐδει καθ ' ἑν τουτο φιλοτιμεισθαι και σκοπειν ὁπως κρειττους δοξετε . νυν δε οὐθεν
ἀνθρωπινον τι πεπονθοτα , ἀποτρεπετε δ ' ἐπι τοις αὐτοις φιλοτιμεισθαι ὡς ἀνηκεστα ἡμαρτηκοτα . Νικοκλης ὁ Συρακουσιος γυναικος ἀποθανουσης
9999970 τρισχιλιας
Ζηνωνα δε κωλυσαι λαβειν . φασι δε και Ἀντιγονον αὐτῳ τρισχιλιας δουναι . ἡγουμενον τε των ἐφηβων ἐπι τινα θεαν
νυμφιοις ἐκδοθηναι δημοσιαι της πολεως τον γαμον ἐγγυωσης και προικα τρισχιλιας δραχμας ἑκατεραι ψηφισαμενης : Λυσιμαχωι δε τωι υἱωι μνας
9999970 χωρουσαν
. Και κυλικα * * θηρικλειον εἰσφερει πλεον ἠ κοτυλας χωρουσαν ἑπτ ' ἀγαθης τυχης . Τις φησι τους ἐρωντας
την φημην , αἰνιττομενος την ἡλιου ἀκτινα δι ' ἀερος χωρουσαν ὀϊστου θαττον , ἀκρατοτεραν της των σωματων συμμετριας .
9999970 ζητουσι
σε : Δυναται μεν ἐπι του ἐποπος λεγειν , οὑτοι ζητουσι σε ἐπιτριψαι δια την ὀψιν : δυναται δε και
πασαις ταις Κατηγοριαις συμβαλλεται , εἰ και ταις Ἀριστοτελους . ζητουσι δε δια τι το πλειστον μερος του χρησιμου προεταξε
9999970 συμβουλοι
λαφυρων ἐγκρατης ἐγενετο . οἱ δε συνοντες τῳ Ἀγησιλαῳ Σπαρτιαται συμβουλοι και οἱ τας ἡγεμονιας ἐχοντες ἐθαυμαζον , πως δραστικος
ἐπιχειρεις οὐδ εἰδως , εἰ εἰσιν „ ; εἰσιν οἱ συμβουλοι οἱ δοκουντες εἰναι δεινοι ἐν ταις και λεγουσιν τουτῳ
9999970 ἀπαραιτητον
δει . ὁ τε γαρ προλαβων , | ὡς οὐκ ἀπαραιτητον ἀλλ ' εὐμενες δι ' ἡμεροτητα φυσεως ἐστι το
εἰς την οἰκιαν ἀπεκτεινε . το μεν οὐν πικρον και ἀπαραιτητον της των πατερων ὀργης εἰς υἱους ἀδικουντας και μαλιστ
9999970 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999970 μετεισι
ἐξοιστρει αὐτην φοβων , τα νεογνα ἐπειδαν τεχθῃ , αὐτικα μετεισι και τιμωρησει τῃ μητρι . συ δε ἀπαγγελλε τῳ
ἐνεργειαν λογικην ζωην . εὑρων δε το ἐργον του ἀνθρωπου μετεισι λοιπον ἐπι το τελος και την εὐδαιμονιαν . Εἰ
9999970 καταρατε
κληθηναι και κληθεντι φησι : „ λεγε μοι , ὠ καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας , ὡς εἰς το ταμιειον
παρεγενετο . και φησιν ὁ δεσποτης ” λεγε μοι , καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας ὁτι εἰς το ταμειον εἰσελθων
9999970 Ἀργου
Νειλου τυγχανουσαν . . . . : Περι Ἰους και Ἀργου . Ἰω ἡ Ἀρεστορος ἱερατο τῃ Ἡρᾳ . Προ
: ἀλλως : ἰδιως ὁ Εὐριπιδης ἐνια μεν των του Ἀργου ὀμματων συνανατελλειν τοις ἀστροις φησι δεδορκοτα , τα δε
9999970 συμπληρωτικον
ἀν εἰη ἀτοπον ; Ἡ λαλια κεφαλης μεν ἐχει τι συμπληρωτικον και βαρους ἐμποιητικον : ἐστι δε και δυναμεως καταλυτικη
δε κυμινον και δια την πληκτικην ἀποφοραν της κεφαλης ἐστι συμπληρωτικον . Ἀφθης δε γενομενης μικρας μεν ἐσχαρας οὐσης μελιτι
9999970 ἀναγραφης
ἐναπο - γραφεται . πρωτος δε [ ὁ ] της ἀναγραφης τροπος ὁ δια των αἰσθησεων : αἰσθανομενοι γαρ τινος
διασωθηναι . ὁ δε Ἰαμβουλος [ οὑτος ] ταυτα τε ἀναγραφης ἠξιωσε και περι των κατα την Ἰνδικην οὐκ ὀλιγα
9999970 σαρκων
ἑλκωσις ἐν τῳ βαθει των μυκτηρων μεχρι των καλουμενων ἡθμοειδων σαρκων , πυωδες και δυσωδες ὑγρον ἀφιεισα , την αἰσθησιν
του λογιζεσθαι και | μεταλλοιωσαντες εἰς την ἀψυχον και ἀκινητον σαρκων φυσινἐγενοντο ” γαρ οἱ δυο εἰς σαρκα μιαν ”
9999970 τιμιωτατον
. Οὑτω δη ἐγωγε φημι Ἐρωτα θεων και πρεσβυτατον και τιμιωτατον και κυριωτατον εἰναι εἰς ἀρετης και εὐδαιμονιας κτησιν ἀνθρωποις
προς δε τον ἡλιον τιθεμενον ἀνθρακος καιομενου ποιει χροαν . τιμιωτατον δ ' ὡς εἰπειν : μικρον γαρ σφοδρα τετταρακοντα
9999970 ζητουμενα
νικης . σεσημειωται ὁ τοπος προς τα περι των Μολιονιδων ζητουμενα . . οἱ δ ' ἀρ ' ἐσαν διδυμοι
ἐν τε ταις ἠρεμιαις και ταις ἡσυχιαις μαλλον εὑρισκομεν τα ζητουμενα και κατα τας ἀναγνωσεις αὐτας , ἀν σφοδρα τισιν
9999970 οἰκειοι
γαρ ἐστιν μητηρ Νικαρετη Δαμοστρατου θυγατηρ Μελιτεως . ταυτης τινες οἰκειοι μαρτυρουσιν ; πρωτον μεν ἀδελφιδους , εἰτα του ἑτερου
ὁδος ἐξιεναι , εἰ μη εἰη εὐδαιμονειν . Εἰ δε οἰκειοι αὐτῳ αἰχμαλωτοι , οἱον ἑλκομεναι νυοι και θυγατερες τι
9999970 ἐγχειρησιν
γενομενου του σκληρωματος πλησιον της ἑδρας , ὑπερτιθεσθαι δει την ἐγχειρησιν : προς δε τῳ ὀσχεῳ [ της ἑδρας ]
ἀναλεξαμενος . δια την ἐξ ἀγνοιας τοινυν συμβασαν τῳ νεῳ ἐγχειρησιν ἐπισκεπτεον ἀν εἰη , τι ποτε βουλεται ἡ ῥηθεισα
9999970 ἁλισκομενης
οὐ πολυ την ἑαυτων ἀποβαλειτε . . Μετα βραχυ δε ἁλισκομενης της πολεως οἱ μεν ὁμοσε τοις πολεμιοις χωρουντες ἀνδρες
φοβοις ἠν και δακρυσιν , ὡς της πατριδος κατα κρατος ἁλισκομενης . οὐ μην ἀλλα τοις παρεισπεσουσιν ἐντος του τειχους
9999970 τοιουτουϲ
γνωριϲμα πεψεωϲ ἐν τοιϲ πρωτοιϲ οὐροιϲ οὐδεποτε φαινεται κατα τουϲ τοιουτουϲ πυρετουϲ . Των δυναμεων ἰϲχυρων οὐϲων τον ἐπι ϲηπεδονι
δε ἐν τοιϲ ποταμοιϲ γεννωμενων ἀμεινουϲ , οἱ κατα τουϲ τοιουτουϲ ποταμουϲ , ἐν οἱϲ ὀξυ και πολυ το ῥευμα
9999970 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999970 ὑπηρετουντα
„ Ὁ αὐτος ἰδων τινα πασιν ἑξης προχειρως χαριζομενον και ὑπηρετουντα ” κακος κακως ” εἰπεν „ ἀπολοιο , ὁτι
και τα διακοσμουμενα τοις διακοσμουσι , τοις χρωμενοις τε τα ὑπηρετουντα ὡς ὀργανα ἐστιν οὐκ ἀναρμοστα . Διοπερ τοις μεν
9999970 κρατηρων
θεοις τοις ἐγχωριοις και δαιμοσι , ἱνα σπονδων ἁμα και κρατηρων ἁψαμενοι μετα Θηβαιων ἐπι τους Περσας ὁρμησωμεν . ταυτα
ζωμον τε φερειν ἐν χοϊ χρυσῃ , και γευομενον των κρατηρων προτερον μεθυειν των πινοντων . αὐλειν δ ' αὐτοις
9999969 συνηκεν
ἀρχομενου , προεκοπτεν ἡ γαστηρ : ἐν δε τῳ λουτρῳ συνηκεν ἡ Πλαγγων , ὡς ἀν ἠδη πειραν ἐχουσα των
χρυσος ἐν αἰθερι λαμπρος ” ἀντι του μαρτυρων . ξυνετο συνηκεν . ξυνεσις συναφεσις , ἠ εἰς το αὐτο συμβολη
9999969 ἐρωτικοις
. ἡ γαρ γυνη πολλοις τοις φιλημασι , και τουτοις ἐρωτικοις , προσκαλουμενη ὡς εἰδεν οὐ κατεχοντα , ὡσπερ ἀνδρι
θεον των γαμων : χαιρει δε διηγημασιν ἐπαφροδιτοις τε και ἐρωτικοις : ταυτα γαρ οἰκεια τῃ ὑποθεσει . μετεχειρισαντο δε
9999969 ἁρμονικος
„ . κρουμα , διασχεσιν . εἰσουμενα ἐπι Ἀριστοξενους λεπτοετι ἁρμονικος . Ἐνεπισκηψασθαι και Ἐγγυην καταβολης . καταδικασθεντων τινων δημευεσθαι
και τἀποβαινον : ὀξυ το περικομμ ' , ἀφες . ἁρμονικος , οὐ μαγειρος . ἐπιτεινον το πυρ . ὁμαλιζετω
9999969 προσαρκτια
της Ἰοπης εἰρηται ὁτι ἐστιν ἐν ὀψει : ταυτα μεν προσαρκτια : τα πολλα δ ' ὡς ἑκαστα ἐστιν ὑπο
, προς τα ἑσπερια , τα κατα μεσημβριαν , τα προσαρκτια : λεγεται γαρ , ὁτι ” πλατυνθησεται ἐπι θαλασσαν
9999969 κἀμου
εἱς ἀνηρ ἐφησε Πιστιας Ἀρεοπαγιτης ὠν ἀδικειν με , καταψευδομενος κἀμου και της βουλης , ἰσχυσεν ἀν το ψευδος της
, ἡ συνηγορος εἰρηκεν ὑπερ της Μεθης , ἠν δε κἀμου μετ ' εὐνοιας ἀκουσητε , εἰσεσθε ὡς οὐδεν αὐτην
9999969 περιτυγχανει
δε αὐξησῃ την σαρκα , ἐς ἀλλον μετοικιζεται οἰκον . περιτυγχανει δε τοις προειρημενοις πολλοις . Οἱ δε στρομβοι και
, εἰτα ἐν τοις ὀρεσιν ἠλατο , και ἀνδρι ὑλουργῳ περιτυγχανει : ὁ δε ἐδεισε και ἀφιησι τον πελεκυν ,
9999969 ϲπογγον
ἑξεων , ὁταν ἡλιουϲθαι μελλῃ τιϲ : [ εἰ ] ϲπογγον πλατυν πυκνον και κοιλον βρεξαϲ εἰϲ ὑδωρ και ἐκπιεϲαϲ
ἰϲα ἐπιπαϲϲε , ἀνωθεν δε μοτον δι ' οἰνου και ϲπογγον ἐπιτιθει . Ἀλλο . χαλκιτεωϲ , λεπιδοϲ , ϲιδιων
9999969 κατεισι
περι του ἀμεινονος ἐρωτος διαλεγεται , πως ἀνεισι και πως κατεισι , και ἀνω και κατω μεταφερεται , και κατακρατει
ἐποιει : παντων δε ἀνηλωμενων φευγει κἀν ἀπειπῃ φευγων , κατεισι , και παλιν αὐτῳ της οἰκιας ἡ φυγη κουφοτερον
9999969 Κλεωνας
καλως , ὡστ ' οἰκειως εἰρησθαι μοι δοκει το ἐυκτιμενας Κλεωνας . ἐνταυθα δε και ἡ Νεμεα μεταξυ Κλεωνων και
θεωρους τους Μολιονιδας ἰοντας εἰς Κορινθον λοχησαντα τον Ἡρακλη περι Κλεωνας ἀποκτειναι : ὁθεν Ἠλειοις ἀπωμοτον εἰναι τα Ἰσθμια ἀγωνιζεσθαι
9999969 ἐριδος
νεανιδος : ὁμοιως και ὁσα ἐχουσι το Ρ , ἐρις ἐριδος , κιθαρις κιθαριδος , Κυπρις Κυπριδος , πλην ὀλιγων
παυει δ ' ἐργα διχοστασιης , παυει δ ' ἀργαλεης ἐριδος χολον , ἐστι δ ' ὑπ ' αὐτης παντα
9999969 προσεχωρουν
πολεμιοι εἰσι : και ποτε μεν ἀφισταντο , ποτε δε προσεχωρουν . και ἐν τῃ πρωτῃ των Ἑλληνικων . ἐμβροντητους
φοβερῳ ὀντι και δραστηριῳ , και οἱ ἐκεινου φιλοι τουτῳ προσεχωρουν . Τελευτων δε και της ἀρχης τον Ἰσοδημον ἀπεστερησε
9999969 ἀπαιτησις
τῳ ἀπο γνωμης ὀντι ἁπλῳ οὐκ ἐμπιπτει ἡ των ἐλεγχων ἀπαιτησις : οἱον ὡς ἐπι τουτου : νομος την ἐπιτροπευομενην
μεταληψις , πιθανη ἀπολογια : το δε παραγραφικον και ἐλεγχων ἀπαιτησις ἐξωθεν ἐστιν : ἐκλειποντος οὐν του πραγματος ἐκλειπει και
9999969 φθογγοις
μηκεσι και ἐν βαθεσι ποικιλματα , και δη και ἐν φθογγοις και κινησεσι ταις τε κατα την εὐθυποριαν της ἀνω
εὐθυς ἐνεστιν ἐχειν . εἰ δε μη των ἐν τοις φθογγοις ὑπεροχων φησαιεν εἰναι τας παραβολας , τινων ἀλλων εἰσιν
9999968 σκοτεινης
δια του σπηλου . διαϊξασα : ἐξελθουσα . μελαινης : σκοτεινης , κελαινης , της βαθειας . Γυρωσασα : κυρτωσασα
φως . εἰ ζῃ δηλονοτι . λαμπραν . ἡμεραν . σκοτεινης . μελαινης . Ἀρτεμβαρης ] ὁ . πολλης .
9999968 ἀδιαφορου
δε ἠ και ἐπι κακῳ , ἐπειδη κατ ' ἐμφασιν ἀδιαφορου πραγματος οὐ κινειται παθος : παντα γαρ συνισταται ἠ
μονομετρου ἰαμβικου και τροχαϊκης κατακλειδος ἠτοι τροχαιου και μιας συλλαβης ἀδιαφορου : αἱ γαρ ληξεις των μετρων παντων ἀδιαφοροι :
9999968 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999968 σφετερισασθαι
Ξενοκρατη , ὡς φασιν οἱ Πυθαγορειοι , τα μεν καρπιμα σφετερισασθαι δια βραχειας ἐπισκευης , τα δε ἐπιπολαια και ἐλαφρα
, ἁμα δε και του μη ἑτερον τινα το αὐτου σφετερισασθαι συνταγμα ʃ το προσωπον ξυνεγραψε : ἐστιν ἀλλο γραψαι
9999968 στατηρας
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! στατηρας ] ἐλαβε : συ δ ' ὁ τωι ψηφισματι
και αὐτοθεν ξυναγειραντες , αἱρουσι Ῥοιτειον , και λαβοντες δισχιλιους στατηρας Φωκαϊτας ἀπεδοσαν παλιν οὐδεν ἀδικησαντες : και μετα τουτο
9999968 γελωτοποιος
ἐπεισηγαγεν . ἠν γαρ τις Λατινος ὀνομα μεν Σαυνιων , γελωτοποιος δε και χαριτας ὑπερβαλλουσας ἐχων εἰς ἱλαροτητα : οὐ
τα συμβολα των βασιλικων γνωρισματων , συννουν προσωπον . οὐ γελωτοποιος αὐτον προσαγεται ἐξω του μετρου , οὐ θαυματοποιος ἐκπληττει
9999968 χαλκος
μεταφορας της στηλης : στηλη δε ἐστιν ἠ λιθος ἠ χαλκος ἐν ἐπιμηκει τετραγωνῳ σχηματι , ἐν ᾑ ἐγγεγραπται ἡ
γυναιξιν ἐσχατον : ἐνθα δε οἱ κειμηλια κειτο ἀνακτος , χαλκος τε χρυσος τε πολυκμητος τε σιδηρος . ἐνθα δε
9999968 ὠφελειαις
δηλωσει . βλαβαι δ ' ἐξ ὑπνων εἰσιν αἱ ταις ὠφελειαις ἐναντιαι , το τε τον πυρετον ἠ μη λυεσθαι
, τον δε ἐπι γηραος οὐδῳ . Θεος ἐπ ' ὠφελειαις συστελλει και ἐπι μακροτατον προαγει τον βιον . Εἰ
9999968 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999968 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999968 νοσουντα
Πανι , κτημα δε τερπνον πασιν ἀνθρωποις , ὁ και νοσουντα ἰασεται , και λυπουμενον παραμυθησεται , τον ἐρασθεντα ἀναμνησει
μαλιστα εἰ παραληφθειη οὐκ ἀπο του ὑγιαινοντος τοπου ἐπι τα νοσουντα , τοτε γαρ ἐπισυρεται , ἀλλ ' ἀπο του
9999968 δουλευομεν
δε του βιου τον ὀγκον ἐχομεν τωι τ ' ὀχλωι δουλευομεν . ἐγω γαρ ἐκβαλειν μεν αἰδουμαι δακρυ , το
, ὑποπεπωκοτας , αὐλουμενους . εἰτα ἐπαγει : ἀπαιδευτῳ τυχῃ δουλευομεν . φιληδονον δ ' οἱ ποιηται και τον ἀρχαιον
9999968 λεγουσης
ἡμερας μεν ἡσυχαζει , νυκτωρ δε ᾀδει . της δε λεγουσης ὡς οὐ ματην τουτο πραττει , ἡμερας γαρ ποτε
λευκον και ἐστιν οὐ λευκον : της γαρ καταφασεως της λεγουσης ἐστι λευκον οὐκ ἐστιν ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον
9999968 γεγραφθαι
τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον ἀρχηθεν τον ἀξιουντα κτεινειν τους μοιχους .
και προκαταστασις γενησεται της διηγησεως , ὁτι μητε ἐκεινον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον
9999968 λογισασθαι
ἐξ ἐκεινου την του γενους ἑλκοντων σειραν δικαιοτερον εἰς τουτο λογισασθαι , ἠσχαλλεν , ἐδυσφορει , παρεζηλου το δικαιον ὁρων
. τεκουσι ] τοις πατρασι . φροντισαι ] † ἠγουν λογισασθαι . δοκειν ] ἐστι . ταχ ' ] ταχεως
9999968 καρα
: ἐπι δε μερους σωματικου δια το περδιξ περδικος περδικειος καρα , γραφομενον και αὐτο δια της ει διφθογγου .
, ὁπερ κατα πασαν πτωσιν ἀποκοπτεται , το καρηνον το καρα , του καρηνου του καρα , τῳ καρηνῳ τῳ
9999968 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999968 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999968 γεγενημενης
ὁρους αὐτων , νυνι δ ' ἐρημου της πλειστης χωρας γεγενημενης και των κατοικιων και μαλιστα των πολεων ἠφανισμενων ,
ποσον ἰατρικης ψαυσασιν . Της των ῥαφων διαστασεως ἐκ ῥευματισμου γεγενημενης , τα πρωτα ἐργα γινεσθω ὁσα εἰρηται ἐπι των
9999968 συγγραφων
και ἑδνων και ὑποσχεσεων και ἀπατων , ὁμολογιων τε και συγγραφων , και τελευταιον πολλακις ἐν αὐτοις τοις γαμοις λοιδοριων
: οὑτως δηλον ἐστιν ὁτι περι των καθολου λογων και συγγραφων ὁ παρων ἐστι λογος . Πολιτικον δε λεγει τον
9999968 διαδοχοι
] ὑπεικοντα σωμασιν ] ἐν θνητοις ] ἠγουν τοις ἀνθρωποις διαδοχοι ] αἰροντες αὐτους και οὐκ ἐωντες μοχθειν πεζῃ βαδιζοντας
σωμασι ] δια σωματων . ὁπως ] ἱνα . . διαδοχοι ] ἀνακουφισται . . κουφισται . ἀπο μερους δεχομενοι
9999968 Ἀττικαις
Ἀττικη δε ἡ λεξις , κειμενη και παρα Ἀριστοφανει ἐν Ἀττικαις Λεξεσι και παρα Αἰσχυλωι ἐν Σισυφωι και Εὐριπιδηι ἐν
, ἐν ἀλλοις τε και ὁτι ἐν ταις σπονδαις ταις Ἀττικαις ἐγεγραπτο εὐορκον εἰναι προσθειναι και ἀφελειν ὁτι ἀν ἀμφοιν
9999968 ἀσπαραγον
δυναμιν ἐχουσι λεπτυντικην τε και ἐκφρακτικην : διο και τον ἀσπαραγον του ἀσφοδελου τοις ἰκτεριωσι διδοασι τινες ὡς μεγιστον ἰαμα
τε και ἑφθην , σισαρον , ἀνδραχνην , ἀρνογλωσσον , ἀσπαραγον | ἀγριον : των δε ἀπο ταμειου ἐλαιας κολυμβαδας
9999968 συγγενει
Κολλατεια , χρειας τινας ὑπηρετησων στρατιωτικας παρ ' ἀνδρι κατηχθη συγγενει Λευκιῳ Ταρκυνιῳ τῳ Κολλατινῳ προσαγορευομενῳ . τουτον τον ἀνδρα
, δυναται παυσαι παραφροσυνην . ὡσπερ και τῳ του Δεξιππου συγγενει . παλιν μερικου ἐμνησθη πασχοντος , ἱνα δηλωσῃ ὁτι
9999968 μετεωροι
και πικροτηϲ ἐρυγαι ἀηδειϲ και βρομωδειϲ και πνευματοϲ δυϲωδια ὑπνοι μετεωροι και ἀηδειϲ ἐμπνευματωϲειϲ ϲτροφοι εἰλεοι : πληθωρικαϲ τε και
τε και εὐχωλη πελεν ἀνδρων , ὀλλυντων τε και ὀλλυμενων μετεωροι : ἠγουν ἐν τῳ πελαγει ὀντες . ʃ ἀποροι
9999968 ποσι
κυων οὑτος τι ἐθελει ; περιεισι γαρ με προσκνυζομενος τοις ποσι και παρεχων το οὐς ἁπαλον τε και πρᾳον .
ἐξεσσυτ ' ἀυτμη : ὡς των μαρναμενων μεγ ' ὑπαι ποσι γαια πελωρη ἐβραχε , θεσπεσιου δε δι ' ἠερος
9999968 παρασκευαζουσι
παρον ἡμιν της ἡσυχιας ἀπολαυειν , ἡν οὑτοι καλως ποιουντες παρασκευαζουσι , τουτοις τε ἐνοχλουμεν οὐδεν δεομενοις και αὐτοι κακων
φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους ποθους ἐμβαλλοντες παρασκευαζουσι τον παλαι συνθεμενον και ὁμολογησαντα φιλιαν ἀλυτον διαφυλαξειν παλιν
9999968 Ἑλληνικαις
ἐκεινου μεχρι και νυν τῃ διαδοχῃ του χρονου παραδοθεντα ταις Ἑλληνικαις ἱστοριαις και ξυγγραφαις ᾀδεσθαι και θαυμαζεσθαι παρα πασι και
ἀνδρειαν των Ἑλληνων ἀγνοεις : τους γαρ ἀφισταμενους των βαρβαρων Ἑλληνικαις δυναμεσι καταπολεμεις : ὡστε μη νομιζε τους ὑπερ της
9999968 λοιδορησαι
' ἐναντια ψεξαι , κακισαι , αἰσχυναι , καθυβρισαι , λοιδορησαι , διαβαλειν , ἐλεγξαι , φαυλισαι , διασυραι ,
. Εὐπρεπειας μεν , οἱον ὡς Πλατων Ἀριστιππον και Κλεομβροτον λοιδορησαι θελησας , ἐν Αἰγινῃ ὀψοφαγουντας δεδεμενου Σωκρατους Ἀθηνησιν ἐπι
9999968 παρατιθεμενα
δυο πλεκεται ἀγκυλια [ και ] κατ ' ἐναλλαγην ἀλληλοις παρατιθεμενα , το μεν ἐσωθεν ἐξω , το δ '
τουτοις : εἰπερ αἱ δυο γραμμαι μια γινονται , τα παρατιθεμενα ἀλληλοις σωματα ἑνι ἀκρῳ ἐσται ἐλασσονα : γεγονασι γαρ
9999968 γενικωτατα
ὁμολογουμενως το ὀν οὐ διαιρειται ὡς εἰς ἀτομα εἰς τα γενικωτατα γενη . τι οὐν ; ὡς ὁλον εἰς μερη
του εἰπειν οὑτως ἁπλως και ἀπροσδιοριστως δεκα μεν οὐν τα γενικωτατα , ἐπειδη το ἀπροσδιοριστον τῳ καθολου ἰσοδυναμει , δια
9999968 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999968 φλεγμοναις
χωρις συμπτωματων . οὐκουν ἐνταυθα οὐ διαλεξεται περι των ἐπι φλεγμοναις γινομενων πυρετων , ἀλλα περι των ἀλ - λων
μονον τοις ἐρυσιπελασιν , ἀλλα και τοις ἑκτικοις πυρετοις και φλεγμοναις ταις ἐν αἰδοιοις κατ ' ἀρχας πριν νομωδη τινα
9999968 αἱμορραγουντων
ἡ τοιαυτη ἀφαιρεσις , πολλων ἀγγειων κατα τον αὐτον καιρον αἱμορραγουντων : διο μοι δοκει τα ἀσαρκοτερα μερη του κωλου
. Ἀντιϲπαϲεωϲ μεν ἑνεκα ἑκαϲτοτε ταϲ κατ ' εὐθειαν των αἱμορραγουντων τεμνε φλεβαϲ , οἱον δεξιου μυκτηροϲ αἱμορραγουντοϲ την ἐν
9999968 διψωδεις
τα περι το προσωπον και την κεφαλην . και οὐτε διψωδεις εἰσιν οὐτε ἁλμυρον ἀναπτυουσι . και βλαπτονται μεν ὑπο
Σαβινον γνησιον ἠ Ἀδριανον εἰς εὐκρατον , εἰ και μαλιστα διψωδεις εἰσι και καταξηροι . Των δε λαχανων αἱ μεν
9999968 ἁρμοσασθαι
λοιποι τεχνικοι προταττουσι την μεταθεσιν της αἰτιας : δει γαρ ἁρμοσασθαι προς ἀμφοτερους , και κατηγορουντας μεν ταττειν την ἀντιληψιν
ὁ Θηρων , οἱα πανουργος ἀνθρωπος και προς παντα καιρον ἁρμοσασθαι δεινος , ἡπτετο τροφης και ἐφιλοφρονειτο ταις προποσεσι τον
9999968 ἀπαγγειλαντων
ἐπεθετο τουτων ἡμαρτεν οὐδενος . Δυο νεανισκων κεκονιμενων και ἀγγελιαν ἀπαγγειλαντων . Ὁτι Ὁμηρος πρωτος περι της ἐν τοις πολεμοις
. ἀνελθοντων δε των πρεσβεων και την εὐποριαν των Ἐγεσταιων ἀπαγγειλαντων , συνηλθεν ὁ δημος περι τουτων . προτεθεισης δε
9999968 ἀξιολογους
το μεν παλαιον ἀνδρειᾳ διενεγκοντες χωραν πολλην κατεκτησαντο και πολεις ἀξιολογους και πολλας ἐκτισαν . ὁμοιως δε και ναυτικαις δυναμεσιν
ἐν ἡμεραις ταις πασαις τεσσαρακοντα καταπολεμησας το ἐθνος και πολεις ἀξιολογους ἐν ταις δυσχωριαις κτισας ἀνελαμβανε την δυναμιν . *
9999968 φυλακος
προ των πυλων ἱστασαν ἀγαλματα του Ἀπολλωνος ὡς ἀλεξικακου και φυλακος των ὁδων . δια γαρ τουτο Ἀγυιευς : τα
δε τοις προφυλαξιν μη πορρωτερω προενεγκειν την σκυταλιδα του ἐχομενου φυλακος . Ἐαν δ ' ὁ ἐλθων καταλαβῃ τοπον ἐρημον
9999968 ἀντικειμενῳ
ἐστι δε οὐχ ὁ αὐτος : ἐν μεν γαρ τῳ ἀντικειμενῳ ἐστι πραγμα γεγονος , οἱον ἠριστευκεν , οὐκ ἠριστευκε
ἠν ὁ του Λυσιου λογου χαρακτηρ , εἰκοτως αὐτος τῳ ἀντικειμενῳ ἠθελησε χρησασθαι τῳ σεμνοπρεπεστερῳ προς καταπληξιν και χειρωσιν του
9999968 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .
9999968 τελευτησαι
αὐτον ἐπιγαμιαν ἐποιησατο . ἀλλ ' ἐπει συνεβη τον Λουκιον τελευτησαι , μενοντων τῃ Λουκιλλῃ των της βασιλειας συμβολων Πομπηιανῳ
κελευειν τους παιδας βολβιτοις καταπλαττειν : οὑτω δη κατατεινομενον δευτεραιον τελευτησαι και ταφηναι ἐν τῃ ἀγορᾳ . Νεανθης δ '

Back