γυναικες , ὡς ἐν ἀνθρωποις ἀρα οὐ χρυσος , οὐ τυραννις , οὐ πλουτου χλιδη τοσουτον εἰχε διαφορους τας ἡδονας
, εἰ μη γλωσσαν ἐγκλῃσοι φοβος . Ἀλλ ' ἡ τυραννις πολλα τ ' ἀλλ ' εὐδαιμονει κἀξεστιν αὐτῃ δραν
9999985 τυραννησαι
του μεν γενεσθαι συμφορωτερον ὁρω το μη γενεσθαι , του τυραννησαι δε το μειναι μεχρι ζωης ἰδιωτην . εἰ μεν
, και τεχνιτας ἐπι μισθοις μεγιστοις . Προ δε του τυραννησαι κατασκευασαμενος στρωμνας πολυτελεις και ποτηρια ἐπετρεπε χρησθαι τοις ἠ
9999983 τυραννοι
αἰτιας χρειαν ἐχῃ , οἱον ἐπειδη δε οἱ τε Ἀθηναιων τυραννοι και οἱ ἐκ της ἀλλης Ἑλλαδος ἐπι πολυ και
το ἐτος ὁπως ἀν βουλωνται , ἀλλ ' ὡσπερ οἱ τυραννοι και οἱ ἐν τοις γυμνικοις ἀγωσιν ἐπισταται , ἠν
9999982 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999981 συνισταμενα
ὑπο των αὐτων αἰτιων γινομενα και περι τα αὐτα χωρια συνισταμενα . ἐπιπολαια μεντοι ἡ κατασκευη αὐτων και οὐκ ἐνδιαθετος
γαστερα , παυσεις τον στροφον . Τα ἐν τῳ πνευμονι συνισταμενα παθη ὀξος δριμυ χλιανθεν και ἐγχυθεν ἰαται : ἠ
9999981 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999980 στρεφομενα
, περιφερομενα , φαινομενα , περιιοντα , θεοντα περιθεοντα , στρεφομενα , περιστρεφομενα , κυκλουμενα , εἱλουμενα περιειλουμενα , περιαγομενα
του ἐδαφους μεχρι του ὀροφου καθηκοντα και δια τινος περονης στρεφομενα , ἐφ ' ὡν οἱ Σολωνος νομοι ἀπεγραφοντο .
9999979 τυραννιδων
, ὡσπερ δι ' ὀργανων , δια φιλων , οἱον τυραννιδων καταλυσεις δια φιλων ἐγενοντο και εἰ ἐδεησεν ἀναλωματων ,
πραγματα των προσοδων μειζονων γιγνομενων : την αἰτιαν λεγει των τυραννιδων ἐπι ῥητοις γερασι : ἀντι του ἐπι φανεραις τιμαις
9999979 πεντακοσιους
πεζους μεν πλειους των δισμυριων , ἱππεις δε χιλιους και πεντακοσιους προηγεν δια της Θετταλιας ἐπι τους πολεμιους . οἱ
και ἡκε Μενων ὁ Θετταλος ὁπλιτας ἐχων χιλιους και πελταστας πεντακοσιους , Δολοπας και Αἰνιανας και Ὀλυνθιους . ἐντευθεν ἐξελαυνει
9999979 τυραννησας
ἐν οἱς ἠν και Διονυσιος ὁ μετα ταυτα των Συρακοσιων τυραννησας . Των δε κατα τον ἐνιαυτον τουτον πραξεων τελος
ἐστιν ὁμωνυμος τε τῳ Δεινομενους και ἐν Συρακουσαις και οὑτος τυραννησας , Ἱερων δε ἐκαλειτο Ἱεροκλεους : μετα δε την
9999979 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999979 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999978 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999978 συμποσιου
ἐπιταραττετε ἡμιν την εὐωχιαν , ἠ ἀμφοτερους ὑμας ἀποπεμψομαι του συμποσιου . καιτοι εὐγνωμον , ὠ Ἡρακλεις , προκατακλινεσθαι σου
συγκαθημενου του πληθους παρην εἰς το θεατρον ἐστεφανωμενος ὡσπερ ἐκ συμποσιου , παιδισκην περιειληφως αὐλητριδα κωμαστικα μελη προσαυλουσαν . Διαλυθεισης
9999978 ἀσθενεστεροις
, διδου ⋖ αʹ μετ ' οἰνου , τοις δε ἀσθενεστεροις μετα γαλακτος . Εὐζωμου σπερματος ⋖ βʹ , κυμινου
δ ' αὐ δια την του χυμου συγγενειαν ἐπ ' ἀσθενεστεροις , εἰ μη που τις προσαποδοθεισα αἰτια κἀπι τουτου
9999978 σκολιας
τοις ὑψηλοτεροις μερεσι των ἀγυιων ἐναντιως πνευσῃ , αἱ δε σκολιας ἐχουσαι τας ἀγυιας ἀμεινους : τα γαρ ἐν τοις
ἀγωσι δωρο - φαγοι , κρινωσι δε τας θεμιστας της σκολιας δικης , ῥοθος και θορυβος και ἠχος γινεται ,
9999978 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999978 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999978 χαλεποις
. οὐκ ᾐδειμεν δε παραπλησιοις ἐν αὐτῃ των πρῳην ὁμιλειν χαλεποις , ἠ και χειροσι , και δια ταυτα γε
. . α . , . Ἀταρτηροις : σκληροις και χαλεποις : παρα την ἀτην , ὁ σημαινει την βλαβην
9999978 σκληριας
μαλλον των ἀρχομενων παρακμαζειν . ἀνεπιτηδειοι δε καθολου οἱ μετα σκληριας και φλεγμονης των μεσων νοσουντες ξηροι τε και δυσδιαπνευστοι
: τηξας καταχεε εἰς ἁλμην , και μαλαξας χρω προς σκληριας . Τουτο ἐπουλοι καλλιστα , ἐχει δε οὑτως :
9999978 στακτης
χιας , βδελλιου ἀνα γοβ . λαδανου λιγ . μελαινης στακτης λιστ . κροκου γραμματα στ . Ἐγω δε φησιν
: και ἀναμαλαξας ἱκανως ἐπισταζε κατα βραχυ το ὑπολοιπον της στακτης κονιας , και λειου ἑως ἀναποθῃ πασα ἡ κονια
9999978 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999978 δημοσιοις
ὁσα ἠν ἠ χρυσος ἠ ἀργυρος ἐν ἱεροις τε και δημοσιοις , παντα συλησας ἐκελευσε και τον ἰδιωτικον ἐκφερειν τους
συν ὁπλοις κατακλειουσι τους Ἰταλους ἐν τοις ἐπαρχι - κοις δημοσιοις οἰκοις πεντε και τεσσαρακοντα ὀντας , βουληθεντας μεν ἐς
9999977 δεδομενα
ἁ τον αὐτον ἀει τοπον ἐπεχει : τῳ δε μεγεθει δεδομενα χωρια τε και γραμμαι και γωνιαι λεγονται , οἱς
περιεχουσαι δεδομενον ἠ ὡστε τα ἐπ ' αὐτων των κατηγμενων δεδομενα εἰδη ἠ την ὑπεροχην των εἰδων ἰσην εἰναι δεδομενῳ
9999977 Μιλησιους
και το τειχος ὑπερελθοντες ἁθροοι τε ἐντος γενομενοι κατεκαινον τους Μιλησιους . ἐνθα δη κατ ' ἀγνοιαν ἀποθνῃσκει και Διογνητος
τειχων ἐξω προσωρμισαντο . Καισαρ Ἐπικρατη Μιλησιον οἰκετην πεμπει προς Μιλησιους παρακαλων χρηματα ἐπιδανεισαι : οἱ δε παραχρημα ἐπεμψαν .
9999977 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999977 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999977 πιτυροις
, τους δε ποδας κατα νυκτα ἀντλει θερμῳ ὑδατι συν πιτυροις . [ Περι κεφαλαλγιας . ] Ἀμυγδαλα λιτρ .
, πεπερι , λιμνηστις , κοκκος Κνιδιος , εὐφορβιον . πιτυροις δε και τοις ψωρωδεσιν , ἐτι δε φθειριασεως σμηγματα
9999977 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999977 Χαλκιδικον
ὡμολογηκει , ὁτε την ξυμμαχιαν ἐποιειτο , τον ἐπι Θρᾳκης Χαλκιδικον πολεμον καταλυσειν . ἀμφοτερων οὐν ἑνεκα την ἐφοδον ἐποιειτο
αἱ οἰκουνται ξυμμεικτοις ἐθνεσι βαρβαρων διγλωσσων , και τι και Χαλκιδικον ἐνι βραχυ , το δε πλειστον Πελασγικον , των
9999977 θεμελιους
Θρᾳκων ὁ μυς ἀργιλος καλειται , σκαπτοντων δε εἰς το θεμελιους καταβαλεσθαι πρωτος μυς ὠφθη . . . Αὐταριαται :
και ἐξουσιαν λαμβανειν και μαλιστα των προς βορραν τοπων , θεμελιους τιθεναι οἰκοδομης ἀνευ του στεγαζειν , ποταμους διαιρειν ,
9999977 ἐπικουρια
εἰ μη παραχρημα προληφθειη τοις βοηθημασιν , ἀνονητος ἡ εἰςαυθις ἐπικουρια , της φθοροποιου δυναμεως καταδραξαμενης των σωματων . Διοπερ
Χαρις : ἡ σωματοειδης θεα . και ἡ μετα χαριτος ἐπικουρια . και ἡ δωρεα . χαρμη : χαρα .
9999977 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999977 καθαρτικου
τοιγαρουν ἀπο των προποματων . Ἐκ των Θεωνοϲ : οἰνου καθαρτικου χοληϲ ϲκευαϲια . Καϲϲιαϲ # α , ϲκαμμωνιαϲ #
. ιζʹ . οἰνος δια μηλων . ιηʹ . οἰνου καθαρτικου σκευασια . ιθʹ . οἰνος ἱκανος γυναικι κατασπασαι γαλα
9999977 ἀναλογιαις
του αὐτου δη πνευματος πεφυκοτος , διαφοραι αἰσθητικων πνευματων ταις ἀναλογιαις των αἰσθητηριων γινονται . Ἠ δηλονοτι και τουτο της
ναυς και καταδυειν , μετροις τισι και σταθμοις προτερον και ἀναλογιαις ἀπευθυνουσι τε και διευθετουσιν αὐτοις προς τας ὁλκαδας την
9999977 σημαινομενῳ
ὁρισμου , λεγω δη το αἰτιον , ὀνομασομεν και τινι σημαινομενῳ συνταξομεν ; καθ ' ἑαυτο και τουτο χωριζοντες ,
καθ ' ἡν διαφερειν φησι τοις τονοις τοὐνομα και τῳ σημαινομενῳ . σημειον και τεκμηριον διαφερει . Ἀντιφων ἐν τῃ
9999977 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999977 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999977 οἰκειοτερα
ἐστι και πολιαις κατηρτυμενης ἡλικιας [ ἡ τουτων καταληψις ] οἰκειοτερα , πολλῃ μεν ἱστοριᾳ λογων τε και ἐργων ,
ᾡ θεωρειται ἀληθεια ἠ ψευδος . Ῥητορικης γαρ ἠ ποιητικης οἰκειοτερα ἡ σκεψις . οὐ γαρ περι λογους ἡ φιλοσοφια
9999977 συμποσιοις
προς τε τους καιρους , οἱον ἐν ἑορταις και ἐν συμποσιοις , και ἐν ἐπιπληξεσιν δε προς τους τρυφερωτερους ,
ὁλης ἡμερας ἀξει και τελεσει ἡ πολις τους ἐν τοις συμποσιοις χορους ταις των κυλικων φιλονικιαις . λεγει δε τας
9999977 Μεσσηνιους
εὐγαιον : Σελευκειαν τε και Κτησιφωντα και Βαβυλωνα προςεκτησατο . Μεσσηνιους τε μαχῃ νικησας κτημα τε και τουτους αὐτῳ ποιησαμενος
. τους δε παρα τον πορθμον κατοικουντας Ῥηγινους τε και Μεσσηνιους ὁρων ἱκανην δυναμιν ἐχοντας συντεταγμενην , εὐλαβειτο μηποτε των
9999977 λαμπροτητος
' αὐταις , ἀρκεσθησεσθαι δε τῳ θ ' ἱππῳ της λαμπροτητος των σημειων ἑνεκεν και ἑνι αἰχμαλωτῳ , ὁς ἐτυχεν
τα ἑξης . Ἀλλ ' ὁπερ ἐλεγομεν , κατα μεν λαμπροτητος σχηματα οὑτως ἀκμη γινεται : κατα δ ' αὐ
9999976 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999976 ἐλευθεροις
εὐτελης . μοθωνας γαρ ἐκαλουν οἱ Λακωνες τους παρεπομενους τοις ἐλευθεροις : ἐστι δε και γενος ὀρχησεως . ΓΘ ἀλλως
τους Αἰτωλους αὑτοις βοηθειν , ἐπει και ὁ Κασσανδρος αὐτοις ἐλευθεροις οὐσιν ἐπεχειρει , ὡς ἐν αὐτῳ τῳ λογῳ γιγνεται
9999976 ἀναισθητοι
ἐξ εὐμαρους διωκει τους βαρβαρους : οἱ δ ' , ἀναισθητοι και λογισμων ὀλιγα κοινωνουντες , ὑπ ' αὐτου διωκονται
? ? γεροντες ? [ ] ξηροι ? και ? ἀναισθητοι , ὁτι χωρις ὑγροτητος ? ? : ἀναλογως ?
9999976 βατραχους
γελοιον ἀν εἰη : μιμουνται μεν γαρ οἱ κωμῳδοποιοι τους βατραχους δια του “ βρεκεκεκεξ κοαξ κοαξ ” και τους
ἐν σμικρῳ τινι μοριῳ , ὡσπερ περι τελμα μυρμηκας ἠ βατραχους περι την θαλατταν οἰκουντας , και ἀλλους ἀλλοθι πολλους
9999976 πιστευεις
Τι οὐν ; ἠν δ ' ἐγω : Ὁμηρῳ οὐ πιστευεις καλως λεγειν , λεγοντι ὁτι αἰδως δ ' οὐκ
δη , ὠ Νικια , ὁτι οὐδε την Κρομμυωνιαν ὑν πιστευεις συ γε ἀνδρειαν γεγονεναι . τουτο δε λεγω οὐ
9999976 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999976 ῥητορικον
λεγεις ; ἠ οἰειὁτι Γοργιας ᾐσχυνθη σοι μη προσομολογησαι τον ῥητορικον ἀνδρα μη οὐχι και τα δικαια εἰδεναι και τα
ἐκεινους εἰπον τους λογους . ἀναλογια ἀριθμητικη και γεωμετρικη . ῥητορικον . ὁ πολιτικος φιλοσοφος κρειττονως ἐπισταται τα εἰδωλα της
9999976 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999976 μετωνομασθησαν
Θρᾳκων ἐθνος , ὡν τινες διαβαντες εἰς την Ἀσιαν Φρυγες μετωνομασθησαν : μετα δε Θεσσαλονικειαν ἐστι τα λοιπα του Θερμαιου
τετταρες , Κεκροπις Αὐτοχθων Ἀκταια Παραλια , ἐπι δε Κραναου μετωνομασθησαν Κραναϊς Ἀτθις Μεσογαια Διακρις , ἐπι δε Ἐριχθονιου Διας
9999976 συνεβησαν
Ἑλκομενης δ ' ἐπι πολυ της φιλονεικιας τελευτωντες ἐπι τουτῳ συνεβησαν τῳ δικαιῳ , ὡστε δυειν θατερον , ἠ τους
ἐτι προτερον Πελασγοι πολεως τε της αὐτης τοις Ἀβοριγισι κοινωνησαντες συνεβησαν ὁμοεθνεις νομιζεσθαι . Ἡρακλεους μεν δη στρατειας περι και
9999976 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999975 σημαντικην
ὀνοματος τα σημαινομενα : και γαρ πασαν φωνην κατα συνθηκην σημαντικην ὁτουουν των ὀντων της του ὀνοματος ἀξιοι προσηγοριας ,
δηλον ὡς οὐκ ἀποδεξομεθα τον Διαλεκτικον Διοδωρον πασαν οἰομενον φωνην σημαντικην εἰναι και προς πιστιν τουτου καλεσαντα των ἑαυτου τινα
9999975 ἀσφαραγον
. τρωγουσι μυρτα και πεπονα μιμαικυλα . κἀπειτ ' ἰδων ἀσφαραγον ἐν θαμνῳ τινι δις παιδες οἱ γεροντες ὀρθῳ τῳ
' ἀρ ἀποσφαραγον μελιη ταμε χαλκοβαρεια ” ἐν συναλοιφῃ εἰρηται ἀσφαραγον , οὐ σφαραγον . και ἐστιν ἀσφαραγος φαρυγξ ,
9999975 ἡγεμονικον
και ὀλιγον και ὑδατωδες , ὡς ὁ Σφαιρος φησιν . ἡγεμονικον δ ' εἰναι το κυριωτατον της ψυχης , ἐν
στασιν και Ἀσκληπιαδην τον ἰατρον αἰνιττεσθαι , ἀναιρουντα μεν το ἡγεμονικον , κατα δε τον αὐτον χρονον αὐτῳ γενομενον .
9999975 μονομερες
, Ἑρμογενει δε οὐκ εἰρηται , ὁ καλουσι τινες διπλουν μονομερες , ἐν ᾡ δυο πραγματα ἐστι και προσωπα κρινομενα
και τους ἐξ ἑκατερου μερους λο - γους δια το μονομερες : το γαρ μονομερες τους ἐξ ἑκατερου μερους λογους
9999975 κατηγορημα
, Σωκρατης . ῥημα δε ἐστι μερος λογου σημαινον ἀσυνθετον κατηγορημα , ὡς ὁ Διογενης , ἠ , ὡς τινες
και τα ἐρωτηματα και τα πυσματα . Ἐστι δε το κατηγορημα το κατα τινος ἀγορευομενον ἠ πραγμα συντακτον περι τινος
9999975 μισθον
τους ἐλευθερους . Λατρις : ὁ ἐπιμισθιος : τον γαρ μισθον λατρον ἐλεγον : νυν δε και ὁ δουλος .
θεους . ἐπει ὁ γερων εἰπεν ἀσυναρτητως : ὁτι ” μισθον σοι ὀμνυω [ καταθησειν ] τους θεους “ ,
9999975 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999975 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999975 τριακοσιαις
ὁθ ' οἱ μεν την βασιλεως κακως ἡμων ἐποιουν τριηρεσι τριακοσιαις και ἐτι πλειοσιν , οἱ δε Αἰγινῃ προσεκαθηντο ,
Ἀρκτουρον ἐκπλευσωσιν ἐκ του Ποντου ἐφ ' Ἱερον , ἐπι τριακοσιαις τας χιλιας , ἐπι οἰνου κεραμιοις Μενδαιοις τρισχιλιοις ,
9999975 καθαροι
διαφοροι στοχοι κδʹ , κεντροι και ἰσοι και πλαγιοι , καθαροι τε και ἀηχοι και παραηχοι : και ἀδυνατον ἀλλως
καθαρσια , καθαρτηρια , καθαρται . και οἱ τουτοις χρησαμενοι καθαροι , ὡσπερ οἱ ἐναντιοι ἀκαθαρτοι . καθαρως ὁσιως ὡσιωμεμως
9999975 ἀφορισμον
ἐστιν ἐν χρονοις κειμενος ἠ ἀλογια ἐν χρονοις κειμενη εἰρημενον ἀφορισμον ἐχουσα . Των δε χρονων οἱ μεν εὐρυθμοι ,
νωσιν . ἐαν το λυπηρον κενουται : ἐνθεν ἐπιφερει τον ἀφορισμον , ἠν οἱα δει καθαιρεσθαι , ἀλλ ' ἐν
9999975 συνεστηκοτα
ἐκεινην ποιητεον εὐθυ μετα πλειαδος δυσιν : τοτε γαρ εἰναι συνεστηκοτα τε μαλιστα και ἡκιστα τεμνομενα δακρυρροειν και ῥηγνυσθαι .
αὐτῳ λεγοντι : ” μετα ταυτα ἐστιν ἐπιγνωναι τα τε συνεστηκοτα των ζητηματων και ὁσα μη συνεστηκε „ : τα
9999975 κατεμειναν
' Ἀγαμεμνονος τινες δια νοσον την περι τας πυγας ἐνταυθα κατεμειναν . Πτωματα ἐλαιων : Λυσιας ἐν τῳ κατα Νικιδου
θεου το ἀτρεπτον εἰναι : ἀλλ ' οἱ μεν τραπεντες κατεμειναν ἀχρι παντελους φθορας , οἱ δ ' ὁσον μονον
9999975 γοργοτητος
και δριμυτητος οὐδε ταυτης οὐσης . Μεθοδος τοινυν ὁπερ ἐλεγον γοργοτητος μια , το ταις ἀπαντησεσι ταχειαις χρησθαι και βραχειαις
ὁτι και στερεος ὠν εἰς την του θηλεος εἰκασιαν ἐμαλαττετο γοργοτητος διορθουμενης το θηλυ και εἰς ἐξουσιαν ἀμοιρων κινησεως ᾐδει
9999975 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999975 μνησθηναι
χρη δε και των λοιπων ἰσως καθ ' ὁσον ἐγχωρει μνησθηναι , ἐπισκοπουντας τα θ ' ὑπερ των ἀλλων καταπραχθεντα
οὐκ ἀφισταμην . ἐνι δε μοι σου και σιγης ἑτερας μνησθηναι της μετα τον λογον : οὑ μισθον ἐσχηκως ἀργυρον
9999975 τετρακισμυριων
δ ' Ἀντιγονου χωρις των ἐλεφαντων πεζοι μεν πλειους των τετρακισμυριων , ἱππεις δε ὑπερ τους ἑπτακισχιλιους . ἁμα δε
παραλαβοντες τους συμμαχους μυριοις στρατιωταις ἐβοηθουν τοις Ἀκραγαντινοις . Ὡς τετρακισμυριων Καρχηδονιων ἀπαντησαντων ἐνικησαν οἱ Συρακοσιοι και πλειους των ἑξακισχιλιων
9999975 Μεσσηνιοις
, ὡς ἐκει οἰκουντων αὐτων ἐπι τους Μεσσηνιους : τοις Μεσσηνιοις ἠ κατα των Μεσσηνιων . αἱ νηες : των
δε τους ψιλους των Μεσσηνιων τοξοτας Κρητας ἐπηγοντο μισθωτους . Μεσσηνιοις δε † ἐς ἁπαντα ἐς το ἰσον ἡ τε
9999975 χειρωσασθαι
, ὡν ἀκοῃ ἰσμεν , Ἀσσυριοι λεγονται ἁπασαν την Ἀσιαν χειρωσασθαι , πλην Ἰνδων των ὑπερ Γαγγην ποταμον ἱδρυμενων .
δε τουτο μεν ἀγεννους ἀνδρος ἐργον ἡγουμαι το τον ἀγνοουντα χειρωσασθαι . προηδικημενος δ ' ὑπο σου μεγαλα μηνυω σοι
9999975 Γαλατιαν
ἐχει δε ὑποτεταγμενα κλιματα ταυτα : Ἀσιαν : Ἰταλιαν , Γαλατιαν , Ἀπουλιαν , Φοινικην , Χαλδαιαν , Ὀρχηνιαν .
λεγοντι εἰρηται , πλουτου γεμων ἐς την ὁμορον τῃ Ἰταλιᾳ Γαλατιαν , την ἀμφι τον Ἠριδανον ποταμον , ἡκεν ,
9999975 ὠκεανος
ληπτεον . Ὁπου γαρ μεσος ἐστι τις τοπος , μεσος ὠκεανος λεγεται , ὁπου δε παρα τουτο , τελευταιος .
Ἡρακλειον πορθμον και τον ναον της Ἡρας ἐκδεχεται μεν ὁ ὠκεανος , ἀναπεπταμενος ἐφ ' ἑκατερας τας ἠπειρους , την
9999975 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999975 βλεπομενα
ἐθεασαμην , και ἰδου , νυν ἀκωλυτως λαλω και τα βλεπομενα ὀνομαζω : δικελλα , ὀνος , βους , ἁμαξα
ἐϲτι ταυτα τα γηϲ ἐντερα : προιοντα οὐν και ἡλιοφανη βλεπομενα χειμωναϲ και ὀμβρουϲ προμηνυει . Περι δρακοντοϲ θαλαττιου .
9999975 ἐντυγχανειν
ἰδου γε τοι τολμω μη μονον τοις ἱεροις Μωυσεως ἑρμηνευμασιν ἐντυγχανειν , ἀλλα και φιλεπιστημονως διακυπτειν εἰς ἑκαστον και ὁσα
, προς τῃ ἀνατολῃ οἰκουντες , τεσσαρσιν ὡραις πρωτοι λεγονται ἐντυγχανειν τῃ ἐκβολῃ του ἡλιου των Ἰβηρων , προς δυσμαις
9999975 κρατηθεντα
τοὐπισω πεπλεγμενοις , κατ ' ἀνακλασιν πεπλεγμενοις . ἁλοντα : κρατηθεντα . Ὑπεξεκλεψε : κρυφιως ἠλθεν . ἐξειρυσεν : διεσωσεν
Και τα μεν οὑτω καιρια των μοριων ἐφ ' οἱῳδητινι κρατηθεντα παθει ῥᾳδιως ἀν τα οὐρα ἀλλοιωσει τῃ καιριοτητι ,
9999975 γιγνωσκειν
πολλ ' ἐμαθον ἐν τοισι κουρειοις ἐγω ἀτοπως καθιζων κοὐδε γιγνωσκειν δοκων . ποσου χρονου γαρ συγγεγενησαι Νικιᾳ ; οὐδ
Δει δη καθ ' ἑκαστον γε , ὡς ἐοικε , γιγνωσκειν των ποιηματων ὁτι ποτ ' ἐστιν τον μελλοντα ἐν
9999975 χαλκοις
κλιμακα ἠ το ὑδωρ ἠ το ἐλαιον θερμον ἐν ἀγγειοις χαλκοις , περιβληθεντος σχοινιου τροχιλῳ ἀνω κατα το ἀκρον της
, οἱ δε ἐν τῃ της οἰκιας αὐλῃ ὑπο τοις χαλκοις ἀνδριασιν . ἐστι δε οὐδεν τουτων ἀληθες , εἰ
9999975 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999975 ἐλευθεριοτητος
δαπανηματα . τοιαυτη δ ' οὐσα ποτερον εἰδος ἐστι της ἐλευθεριοτητος ἠ μερος ; εἰ μεν γαρ εἰδος , ἐπει
προς την μεγαλοπρεπειαν : ὡς γαρ ἡ μεγαλοπρεπεια διαφερει της ἐλευθεριοτητος τῳ μεγαλῳ , περι τα χρηματα και αὐτης οὐσης
9999975 ἐνιοι
ἰξιας , ἐλλεβορος μελας , ἀγαρικον , ἐφημερον , ὁ ἐνιοι Κολχικον καλουσιν : λαχανων σμιλαξ , στρυχνον μανικον ,
ζητειν ἀπηλλαγην : ἐδιδαξε γαρ με , ὁτι και ζωντες ἐνιοι τεθνηκασι και τεθνηκοτες ζωσι . τους μεν γε φαυλους
9999975 φαρμακοις
καδμειας . ἐπει δ ' ἐνιοτε συμβαινει τοις ἐπουλωτικοις χρωμενοις φαρμακοις τας οὐλας γινεσθαι του περιξ δερματος ὑψηλοτερας , ὁπως
τας ἀκμας των φλεγμονων ὀλιγακις μεν χρησθαι δει τοις στοματικοις φαρμακοις , διακλυσμασι δε και ἀνακογχυλισμασι παρηγορητικωτεροις πεττειν την φλεγμονην
9999975 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999975 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999975 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999975 σπονδειου
γαρ εἰναι πανυ φημι δικην ” διμετρον ἐξ ἀναπαιστου , σπονδειου και δυο ἀναπαιστων : το ιθʹ “ οὐκ εἰναι
σπονδειου : το νεʹ ἐκ βʹ σπονδειων , δακτυλου και σπονδειου : το νϘʹ ἐκ σπονδειου , ἀναπαιστου και αὐ
9999974 βουλευτης
συμβουλευτικον εἰς τρια : τοπος το συμβουλευτηριον , προσωπον ὁ βουλευτης , τελος δε το συμφερον : του δε πανηγυρικου
πρωτος λαχων ἀποδοκιμασθῃ ἠ τελευτησῃ , ἀντ ' ἐκεινου γενηται βουλευτης ὁ ἐπιλαχων αὐτῳ . ὑποφαινεται δε ταυτα ἐν τῳ
9999974 ἰσχυροτατοις
παντῃ ἀπομαχος ὑπερανῳκισμενη τε της κορυφης του λοφου και τειχεσιν ἰσχυροτατοις ὠχυρωμενη . ἐγνω οὐν δειν λογους πρωτον προσφερειν τοις
δε εἰσω βελων ἐγενοντο , πρωτον μεν ἀνακωχευσαντες μικρον ἀκροβολισμοις ἰσχυροτατοις ἐχρησαντο , τοξευμασι τε και λιθοις τοις ἀπο των
9999974 παρεχουσα
του ἐκτεινομενη ἠ ἐξαπλουμενη ἠ ῥηγνυομενη και ἐκ τουτου ἀλγηματα παρεχουσα . * πιτναμενη : ἀραιουμενη * μυδοεν : σεσηπος
ὁλκασι τε και πλοιοις μακροις ἡ τε ἐμπορια καθειστηκει πολλην παρεχουσα των ἀναγκαιων και των ἀλλων την ἀφθονιαν και ἡ
9999974 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999974 εὐκολιαν
: ἐρρε μυλωθρε κακε . οὑτος δια την ἀπαθειαν και εὐκολιαν του βιου Εὐδαιμονικος ἐκαλειτο : και ἠν ἐκ του
των λεγομενων καταπεπληγμενου και το βαθος των λεξεων και την εὐκολιαν και τον κροτον , και παντων μεν βουλομενων ἐπαινειν
9999974 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999974 λευκοτης
φασιν ἐαν κολληθῃ . εὐτορνοτατον δε φιλυκη , και ἡ λευκοτης ὡσπερ ἡ του κηλαστρου . των δε ἀλλων ἡ
και ὑγιεις και ἐπιστημονες ὡσαυτως : ἀλλα τουτων ἡ μεν λευκοτης και θερμοτης και ὑγεια και ἐπιστημη εἰδος τι και
9999974 ὑποστροφην
οὐ προσδεονται , το δε της αἰτιολογιας παρατεθεν κατα την ὑποστροφην τουτο γοργον σφοδρα ἐποιησε τον λογον αὐται γαρ τουτου
δειπνον , και φοιταν προς αὐτους , και μετα την ὑποστροφην ὡσπερ εὐχην † ἀποδιδουντας ἐν τηι ἑορτηι ἀγειν τους
9999974 τυχουσαν
σωματικας . τοιουτος γαρ ὁ μαλακος , οἱος μηδε την τυχουσαν ἐνεγκειν διψαν ἠ μηδε πειναν μηδε ἀλλην ἀλγηδονα μηδεμιαν
ἀει βιωσεσθαι ὁ ματαιος νομιζων . πλην ἐμοιγε οὐ την τυχουσαν τερπωλην παρεσχον τοτε στενοντες . ἀλλ ' ἠδη μεν
9999974 δημοσιαις
ἐνεκεκαμπτο . ἀναστας δε ἀπο της ἀσκησεως , ταις τε δημοσιαις προοδοις ἐτερπετο , και τον τε ταυτα γραφοντα παραλαβων
ὀλιγον καιρον , ἀλλ ' ὡς πολιν ἰδιαις τε και δημοσιαις οἰκοδομαις ἀποχρωντως , οὐκ ὀντος τοις Τυρρηνοις ἐθους ,
9999974 ἐπαυσαν
αὐτου τουτου τας ἀλλας ἐλαβον δωρειας , ὁτι τους ὑβριζοντας ἐπαυσαν . Ὁτι τοινυν και κεκομισται χαριν , ὠ ἀνδρες
του κοινου μαντεως και ἐξηγητου του πατρῳου τῃ πολει θεου ἐπαυσαν μεν την προς Εὐμολπον μαχην , ἐπαυσαν δε τον
9999974 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999974 τρισχιλιας
Ζηνωνα δε κωλυσαι λαβειν . φασι δε και Ἀντιγονον αὐτῳ τρισχιλιας δουναι . ἡγουμενον τε των ἐφηβων ἐπι τινα θεαν
νυμφιοις ἐκδοθηναι δημοσιαι της πολεως τον γαμον ἐγγυωσης και προικα τρισχιλιας δραχμας ἑκατεραι ψηφισαμενης : Λυσιμαχωι δε τωι υἱωι μνας

Back