ἀθανατοι : μακρος δε και ὀρθιος οἰμος ἐς αὐτην και τρηχυς το πρωτον : ἐπην δ ' εἰς ἀκρον ἱκηαι
ἐπιβαλλῃ του στομαχου ἐφ ' ἑωυτο , ὁκοθεν οὐν ἠ τρηχυς και πεπωρωμενος ᾐ , σκληρος δε γινεται και ἀπο
9999967 τρυφωντων
. ἐθος δ ' ἠν Ἀθηνησι και τους ποδας των τρυφωντων ἐναλειφειν μυροις , ἰρινῳ ἠ ῥοδινῳ ἠ ἀμαρακινῳ ἠ
το ἐς πολλας ἐχειν την ὁρμην νενεμημενην φαιης ἀν εἰναι τρυφωντων ἐς εὐνην βαρβαρων και , ὡς ἀν εἰποις συν
9999967 ἀνθρωπιναις
των ψυχων λυσις ἐστι και των ἀφυων ἡ θηρα ταις ἀνθρωπιναις ψυχαις ἐλευθερια γιγνεται . Ἠδη δε μελιττουργοι της μελιττης
και το οἰκειωτικον : αἱτινες δυναμεις οὐσαι και ἐν ταις ἀνθρωπιναις ψυχαις μετα το ἐνσωματωθηναι οἱον μεταβολην λαμβανουσιν , ἡ
9999967 τεταραγμενοις
γενομενος , προσπεσων τοις πολεμιοις κεκμηκοσιν ἐν τῃ διωξει και τεταραγμενοις ἐν τῃ των σκευοφορων ἁρπαγῃ πολλους μεν αὐτων διεφθειρεν
ἱενται ἐπ ' αὐτους . ἀσυντακτοις δ ' ἀνθρωποις και τεταραγμενοις και ὑπο του δρομου συγκεκομμενοις τα πνευματα πολλοι και
9999967 ἐμπορευεσθαι
. νυκτερις και βατος και αἰθυια κοινωνιαν προς ἀλληλους στειλαμενοι ἐμπορευεσθαι διεγνωσαν . και ἡ μεν νυκτερις ἀργυριον δανεισαμενη εἰς
εὐτ ' ἀν ἐπ ' ἐμποριην : ὁποταν ἐπι το ἐμπορευεσθαι τρεψας ἑαυτον βουληθῃς τα χρεα σου φυγειν και τον
9999967 ἀφαιρειν
δι ' ἡμερων σπʹ και ὡρων ιβʹ . ταυτας οὐν ἀφαιρειν δεησει ἀπο των του ἐνιαυτου τξεʹ δʹ ἡμερων ,
. , . . β . . . Βλιττειν : ἀφαιρειν το μελι ἀπο των κηριων , ἐκπιεζειν και θλιβειν
9999966 ὑπεμεινας
ποιησῃς . εἰ τοινυν ταυτα παντα φιλανθρωπως και πεποιηκας και ὑπεμεινας δι ' ἐμε , πως νυν ἐασεις , ὠ
ἀνδρος γυναικα γεγονοτα , Ὠ ταλαιπωρε , ἐφη , πως ὑπεμεινας ὡδε λωβηθηναι , και οὐ προτερον ἀπεθανες ; Ὁ
9999966 κρατιστας
ἀπο της ναυμαχιας ἐστησεν . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ τας κρατιστας των νεων ἐπιλεξας , και παρακελευσαμενος μη ἀπολειπεσθαι της
των δε λειων κατα τα μεγεθη και τας διαφορας εἰναι κρατιστας . Ἡγησανδρος δ ' ἐν ὑπομνημασι τας τραχειας φησι
9999966 πλευριτικων
ἐπ ' ἀνθρακων και διδου προ τροφης . Ἐπι των πλευριτικων , των θερμασματων μη λυοντων την ὀδυνην , κενου
συναγχος ᾐ , ἐκλεκτῳ ἀνακαθαιρε εἰτ ' ἀλλο τι των πλευριτικων . ἠν δε ἀσθενεστεροι φαινωνται , ἠν και πλεον
9999966 κατεργασασθαι
εἰπειν ὁρον ῥητορικης ἠναγκαζετο και την της ῥητορικης πασαν κατασκευην κατεργασασθαι : ἀλλως τε και αὐτο τουτο τῳ Μινουκιανῳ ἐγκαλων
πιστευθεις ἀληθευσειν ἁ ἐλεγες ἐπηρας τοσουτους ἀνθρωπους συστρατευεσθαι τε και κατεργασασθαι σοι ἀρχην οὐ τριακοντα μονον ἀξιαν ταλαντων , ὁσα
9999966 τιμωρεισθαι
δε φλεγματωδεις και ὑδατωδεις πονοις και ἱδρωτων ἐκβολαις και ἐμετων τιμωρεισθαι . ἀρκεσει δε και του καστοριου πινειν και τοις
λυπην φυλαττειν αὐτος ἐν πολλοις ἡλιοις ἐφυλαξας ; ἠ ταχα τιμωρεισθαι με βουλει της μελιχρας σου φωνης ἀποστερων ; μη
9999965 συλλαβεσθαι
” ἐλθων δε εἰς την οἰκιαν ἐκελευσε τοις ἰδιοις αἰλουρον συλλαβεσθαι . συλλαβοντες δε ἑνα παμμεγεθη ἠρξαντο δημοσιᾳ μαστιζειν .
. ὁ μεντοι Κιλλος και μετα θανατον τωι Πελοπι δοκει συλλαβεσθαι , ὁπως περιγενηται του Οἰνομαου περι τον δρομον .
9999965 ἐοικεναι
: λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι ταις πολυκρουνοις φιαλαις , οὑτως ἀει δι ' ὀλιγης
του ἐοικεναι μυιας κεφαλῃ . ἐπαυξηθεισα δε πλεον , ὡς ἐοικεναι ῥαγι σταφυλης , σταφυλωμα λεγεται : ὡσπερ εἰ ἐπι
9999965 πλινθιον
στατας και ὑπερεισεις αὐτους ταις καταζυγισιν . καταστησαμενος δε το πλινθιον οὑτως σφυραν συμμετρον λαβων εἰσελαυνε τους σφηνας ἐναλλαξ ἑκαστον
αὐτους μετριως , και το τηνικαδε θεις ἐπι κροταφον το πλινθιον ἐπι στερεου τινος ὑποθεματος τυπτε μειζονι σφυρᾳ και εἰσωθει
9999965 τρωσας
και ἰασεται : ἐπανερομενου δ ' αὐτου και τις ὁ τρωσας ἀκουσαι ὁτι ὁ Ἀχιλλευς : ἀπελθοντα οὐν αὐτον εἰς
περιαπτειν τῳ λογῳ χαριζομενος τῃ φαλαγγι . δευτερῳ δη τουτῳ τρωσας αὑτον λογῳ λογον ἐμον ἑτερον φανηναι διακωλυει τον ἀρχοντα
9999965 ἐμπρακτους
ἀπο της γενεσιακης ὡρας , και γνωσῃ τας καλας και ἐμπρακτους ὡρας . εὐχρηστον δε και προς παντος πραγματος ἐπιβολην
και συστασεις προς ὑπερεχοντα προσωπα και ἀπο ἐπι - δημιας ἐμπρακτους και πιστεις και φιλιας παρεχεται και ἀπο παλαιων πραγματων
9999965 βασιλευς
των Ἀμαζονιδων βασιλευουσα συνεμιξεν Ἀλεξανδρῳ . ιγʹ . Ὡς ὁ βασιλευς ἀνικητον ἑαυτον εἰναι νομισας ἐζηλωσε την των Περσων τρυφην
ἀφρονων ἐλευθερον , κἀν Κροισος ἠ Μιδας ἠ ὁ μεγας βασιλευς ὠν τυγχανῃ . | το δε ἐλευθεριας μεν ἀοιδιμον
9999965 συναναιρει
ζῳον πρωτον λεγεται του ἀνθρωπου , ἐπειδη ἀναιρουμενον το ζῳον συναναιρει τον ἀνθρωπον : ζῳου γαρ μη ὀντος οὐδε ἀνθρωπος
φυσει προτερα ἐστιν ἡ ἀτομος οὐσια παντων : ὁτι γαρ συναναιρει , ἐδειξεν αὐτος ὁ Ἀριστοτελης , ὁτι δε οὐ
9999965 ἐπιταττει
διδασκαλοις δυνασθαι τι ποιειν κατα νουν . ἐμοι μεν οὐν ἐπιταττει Κλεοβουλος ὁ παιδευτης ἁ παρα σοι δυναμαι , ἐγω
ἐπι τα λοιπα βουλομαι στελλεσθαι προς την κρισιν ἡν Φιληβος ἐπιταττει . Καλως εἰπες , ὠ Σωκρατες : ἀλλ '
9999965 παραιτησασθαι
ἑλεσθαι και την παρουσαν ὑποθεσιν ὡς την ἐμην ὑπερβαινουσαν δυναμιν παραιτησασθαι πανυ δικαιως . Λαβων δ ' ἐπι νουν της
δουλον οὐν ἀντι του δουλοποιον : οὐχ οἱον τε γαρ παραιτησασθαι την συγγενειαν : ἀλλως : δουλον : δουλοποιον ,
9999965 προσταττουσι
αὐτῳ μαλλον ἠ ἐντελλεσθαι : κελευουσι μεν γαρ [ και προσταττουσι ] δεσποται δουλοις , ἐντελλονται δε φιλοι ‖ .
Τους δε περι των συμβολαιων νομους Βοκχοριδος εἰναι φασι . προσταττουσι δε τους μεν ἀσυγγραφα δανεισαμενους , ἀν μη φασκωσιν
9999965 κοστου
Ἀμωμου , καρδαμωμου , σχοινου ἀνθους ἀνα ⋖ Ϛʹ , κοστου , καστοριου , σμυρνης ἀνα ⋖ γʹ , κασιας
σπερματος , πετροσελινου , καρδαμωμου , ναρδοσταχυος , κυπερου , κοστου , σαρξιφαγου , σελινου σπερματος , σμυρνης , πεπερεως
9999965 πιστευεσθαι
τα σφετερα ἐπιτρεποντες , μαλιστα δε τοις τελευταιοις τοις παρανομως πιστευεσθαι δοκουσιν : ἠ τοὐναντιον χαλεπον εἰναι το τοιουτον και
μη βουλοιμην βουληθηναι : ἀλλα συ , ὠ Ἀπολλον , πιστευεσθαι δικαιοτερος . Ἐοικα δη σοι μαλλον προσεξειν . Ἀγγειλον
9999965 τροφων
συνταττουσιν , το δε ἀληθες , κατω , ὁτι των τροφων προηγησασθαι δει τα γυμνασια , ἱνα ἐκφερωνται τα λιγνυωδη
αὐτῳ των πολιτων ὑπανοιξαι πυλιδας ἐλεῳ της πολεως και προμηθειᾳ τροφων . Ὡδε μεν ἑαλωκει Ῥοδος , και Κασσιος ἐν
9999965 λαγονος
. Καρκινου ιζ # βο μθ βʹ ὁ ἐπι της λαγονος αὐτων . . . . . . . .
τῳ σκυλευειν τον νεκρον πληγεις ὑπο τινος ξιφει δια της λαγονος ἀποθνησκει . Σεξτος δε Ταρκυνιος του λαιου των Λατινων
9999965 συλλεξαντες
ἀθροιζουσιν αἰγας , ὁποσαι σφισιν ἠσαν ἐν τῃ χωρᾳ , συλλεξαντες δε ἐδησαν προς τοις κερασιν αὐτων δᾳδας , και
παραλαμβανει . δυναμιν δε αὐτικα αὐτος τε και οἱ ἀδελφοι συλλεξαντες ἠλθον ἐπι τας Θηβας : και μαχῃ μεν ἐκρατησαν
9999965 ἐρρωμενοι
ἑτερων ἀπεδεικνυ Μαγνος ἐτι νοσουντας . οἱ δε ὑγιαινοντες και ἐρρωμενοι χαριν ὡμολογουν τοις θεραπευσασιν : ἀλλ ' ἐκρατει των
, τιμωμενοι , [ παλιν ] ὑγιεινοι , πιονες , ἐρρωμενοι , ἁβροδιαιτοι , θρυπτομενοι , πονον οὐκ εἰδοτες ,
9999965 εὐδαιμονειν
πατριδα , κἀν νησιωτης ᾐ , κἀν παρ ' ἀλλοις εὐδαιμονειν δυνηται , και διδομενην ἀθανασιαν οὐ προσησεται , προτιμων
ἐχεγγυον το ἐντιμον ἐν γηρᾳ ἐσεσθαι . Το δ ' εὐδαιμονειν οὐκ ἀνευ του εὐνομειν , το δ ' εὐνομειν
9999965 θαλαμος
κατα την Αἰαν γυμνασια και δισκοι , και της Μηδειας θαλαμος , καθ ' ὁν ἐνυμφευθη ποτε , και προς
' οὑ γραφομεν , καλαμη δε ἡ του σιτου . θαλαμος ὁ ἐνδοτερος οἰκος , θαλαμη δε ἡ ὀπη ,
9999965 ἐσχατου
φυσει τινος τοπου ὡρισμενου , οἱον του μεσου ἠ του ἐσχατου , ἠ προς το τυχον , το δε πορρωτερον
το χαρακτηριστικον , ἐπι δε των ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν ,
9999964 συντιθεμενοι
ἐξ ἑκατερωθεν ἱστασθαι και οἱονει ὑπερασπιζειν αὐτων , οὑτοι οὐν συντιθεμενοι μετα των τετραγωνων παντως τετραγωνους ποιουσιν : οἱον μεταξυ
ἐστι τετραγωνος . και ἁπλως παντες οἱ κατα ταξιν περιττοι συντιθεμενοι τοις γινομενοις τετραγωνοις ἀλλον τετραγωνον ποιουσιν . ἐπι των
9999964 συμβουλευσαντος
τοσουτους πλανους οὐκ ὠκνησεν ἀλασθαι παλιν κωπην φερων , Τειρεσιου συμβουλευσαντος , ἀνδρος τεθνηκοτος , μεχρι ἀν ἀνθρωποις συμβαλῃ μηδε
θεωρημα Δημοσθενης ἐν τῳ περι στεφανου : αὐτου μεν γαρ συμβουλευσαντος , ἑτερων δε στρατηγησαντων , εἰτα , του Αἰσχινου
9999964 φρονιμους
ἑβδομηκοντα το τελος ὑποσταντας . Ὁ τριτος δε ὁ δεκανος φρονιμους , πολυφιλους , βλαβας περι τα σωματα ἐχοντας ὀλεθριας
ιβʹ τυχοντες ἐπι ἑῳας ἀνατολης και δορυφορουντες τον Ἡλιον ποιουσι φρονιμους , πεπαιδευμενους , οὐ μην ἀγαθοθελεις ἀλλα δολερους .
9999964 συγκατατιθεσθαι
ὡς και τουτου προς τι ὀντος : ἀλλους γαρ ἀλλως συγκατατιθεσθαι [ ] και τους αὐτους γε . μετατιθεσθαι και
τον Κλεωνα . παραδιδωμι ] αὐτῳ . ὁμολογειν σε ] συγκατατιθεσθαι και σε . Γ τῃ Κεχηναιων πολει : Ἀθηναιων
9999964 βλαστους
τα μεσα : μαλακωτατα δε ἰσχειν ζευγη τα προς τους βλαστους , σκληροτατα δε τα προς τῃ ῥιζῃ : συμφωνειν
ταυτα διαλιποντα περι τριακοντα ἠ μικρῳ πλειους ἐπιβαλλεται παλιν ἀλλους βλαστους ἀπ ' ἀκρας της κορυνησεως της ἐπι τῳ προτερῳ
9999964 ἀναχωρησαι
λιμῳ μηδεν το περας δυναμενοι ἀνυσαι , λυπουμενοι δε ἐβουλοντο ἀναχωρησαι ἀπρακτοι . και ἰδου θυννος διωκομενος παρα μεγιστου ἰχθυος
ἀπαρνησασθαι ἐξαρνησασθαι , ἐξομοσασθαι , ἀναδυναι ἐξαναδυναι , ἀναφυγειν , ἀναχωρησαι , ἀντειπειν , παραιτησασθαι , ἐξαρνος ἀπαρνος . ταυτα
9999964 συγχαιρειν
μη συνειναι βαρυ . τοις μεν οὐν ἀλλοις ἐπεισι σοι συγχαιρειν , ἐμοι δε ἀμφοιν : σοι μεν , ὁτι
ἐπιχαιρειν μεν γαρ ἐστι το συνεπιγελαν τοις ἀλλοτριοις κακοις , συγχαιρειν δε το συνηδεσθαι τινος ἀγαθοις . ἐπιδοτικος μεν ἐστιν
9999964 παραχωρησαι
ἐργων ἀπολογησομαι . Συν δυσι παισιν ἀριστευσας τις ἐδειτο ἑτερου παραχωρησαι τῳ ἀδελφῳ του γερως : μονομαχησας ἀπεκτεινε τον ἀδελφον
Ἑλληνων τριποδα θειναι : κριθηναι δε Ἀριστοδημον Σπαρτιατην , ὁν παραχωρησαι Χειλωνι . . . . , : Σπαρτιατην δε
9999964 ἀδιαφορων
τελους και εὐδαιμονιας , ἀναγκαιον ἡγησαμεθα και τα περι των ἀδιαφορων λεγομενα κατα την οἰκειαν ταξιν ἐπελθειν . Ἀδιαφορα δ
ἠ ἐπανορθωτικη , το τε τινα ταυτα ζητειν των πανυ ἀδιαφορων ἀχρηστον ἐστιν . οἱον ἰσως τοις θεοις . το
9999964 ἁμαρτησεσθαι
Ὁμηρῳ Τηλεμος Εὐρυμου ἐμαντευσατο Πολυφημῳ τῳ Κυκλωπι ἐκ χειρων Ὀδυσσεως ἁμαρτησεσθαι ὀπωπης . ἐχθρα φερει ποτι οἰκον : ἐχθρα φυλαξει
ὡστε παντα πονον ἀνατληναι και ὁτι ἀν κελευῃ μηδενος αὐτον ἁμαρτησεσθαι . ὁ δε ἀρα κατειρωνευομενος προσεταξεν αὐτῳ ἀπο τινος
9999964 βου
τον ὀροβον τῳ περιπλεκεσθαι και καταλαμβανειν και το λειμοδωρον το βου - κερας εὐθυς τῃ ῥιζῃ παραφυομενον και ἀλλα δ
του βου του σημαινοντος το μεγα , ὡς ἐν τῳ βου - γαϊος βουλιμος , γινεται βουβων , ὁ μεγαλως
9999964 τεταχθαι
- λαττωτοι , καταπεπληχθαι : οἰεσθαι δε μαλλον οὐ πορρω τεταχθαι ἱστοριαν ποιητικης , ἀλλα ἀμφω ταυτα εἰναι ἀδελφα και
ταις φανεραις και παρα παντων ὡμολογημεναις προδοσιαις πρωτην ⌈ ⌉ τεταχθαι την ὀργην και την μετ ' αὐτης ⌈ ⌉
9999964 συλλαβειν
, οἱον συνεβη τινι γυναικι συγγενομενῃ τῳ ἀνδρι και δοξασῃ συλλαβειν , ὁ τε ὀγκος ηὐξανετο της ὑστερας , και
οἰδα δ ' ὁπῃ με ἀρτι διεφυγεν , ὡστε μη συλλαβειν τῳ λογῳ αὐτην και εἰπειν ὁτι ἐστιν . Οὐκουν
9999964 κεκρισθαι
πολυ μειζων τιμη της χαλκης εἰκονος το καλων κἀγαθων ἀνδρων κεκρισθαι πρωτους . και γαρ τοι των ἐργων των τοτ
παρ ' ὑμιν δ ' ἀναιδειαν και προδοσιαν και δειλιαν κεκρισθαι καλλιστον . Εἰ δε μη δυνασθε ὑπ ' ἐμου
9999964 ἐνδιδους
εὐμεταβολος , εὐεξαπατητος , ῥᾳδιως ἐκφερομενος , ἀνημερος , ἐπιθυμιαις ἐνδιδους , ἀκολαστος , ὑβριστης , πολεμοποιος , βαρυς ,
ταυτα παρενοχλει . ἠδη τις νουθεσιαις οἰκειων ἠ φιλων οὐδεν ἐνδιδους μιμους θεασαμενος ἐφαιδρυνθη τα μεν εἰς τουτους ὁρων ,
9999964 ποιητικους
ὑπερ τα ἀτομα και ὑπερ τους καθολου λογους τους τε ποιητικους και τους γνωστικους αἱ κυριως ἀρχαι . οὐδε τα
τοις σωμασιν μαλιστα προσεδρευειν τ ' ἀριστους τῳ ποθῳ , ποιητικους , ἰταμους , προθυμους , εὐπορους ἐν τοις ἀποροις
9999964 κατεχομενην
σπουδαιας οὐσης της ἑτερας την ἑτεραν την φυσιν χειρονα εἰναι κατεχομενην ὑπο της ἑτερας βιᾳ . Ὁσῳ δη σπευδει προς
οὐκ ἐσηκουον , εὐθυς στρατευει ἐπι Τορωνην την Χαλκιδικην , κατεχομενην ὑπο Ἀθηναιων : και αὐτον ἀνδρες ὀλιγοι ἐπηγοντο ,
9999964 φρονιμοις
οὐδεποτε μονα . ὁμιλητα και νοουμενα . τοις σοφοις και φρονιμοις . * ἠτοι εἰς τον πολυν ὀχλον : †
μεν τοις ἀνοητοις ἀνθρωποις ἐχει διαβολην , ὠφελειαν δε τοις φρονιμοις διδωσι . ” συνηκαν εὐθυς ὁτι λῃστειαν ἠ τυμβωρυχιων
9999964 ἀνανδρον
της καταδικης , περιοραν δε καθιερουμενην την χωραν οὐ μονον ἀνανδρον ὑπαρχειν , ἀλλα και κινδυνον ἐπιφερειν * τῃ των
και το σημειον μαρτυρει τοιουτωδες . Πλευραι λεπται ἀσθενη , ἀνανδρον και δειλον σημαινουσι τον ἐχοντα : αἱ δε πανυ
9999964 ἀπολυσασθαι
παραδειγματων σεμνων και κατορθωματων λαμπρων και το καθ ' αὑτον ἀπολυσασθαι και δειξαι ὡς δια το ἐθος ἡ πολις ,
, πολλην ἀναγκην ὁρω κἀμοι περι τουτων εἰπειν και πρωτον ἀπολυσασθαι τας κατ ' ἐμαυτου διαβολας . ὠνειδισται γαρ μοι
9999964 συλλογου
Φουφεττιος χρονον εἰς βουλην ᾐτησατο , και μεταστας ἐκ του συλλογου μετα των παροντων Ἀλβανων εἰ χρη δεχεσθαι τας αἱρεσεις
θαυμαζω . ποιου γαρ τροπαιου , τινος ἐξοδου , τινος συλλογου , ποιας πραξεως ἀπελειποντο Θηβαιοι Λακεδαιμονιων τον προτερον χρονον
9999964 προσεισι
μιᾳ : προς δε μειζονα κυκλον ἐθνους ἠ χωρας οὐ προσεισι , και μαλιστα ἀφ ' οὑ το ὑμετερον γενος
προσαγει ῥᾳδιως : ὁπου δε [ ἡδονων τινων ] τιμωριαι προσεισι , θανατοις ἠ δεσμοις κολαζουσαι τους ἐξαμαρτανοντας ἠ χρηματων
9999964 ἐπιτευκτικους
προκοπτικους , εὐκτημονας , τιμωμενους ἐν πολεσιν , ἡγεμονας , ἐπιτευκτικους ποιει , και μαλλον ἐν οἰκειοις τοποις ὀντες ἁμα
χωρις της προς Κρονον θεωριας ἀγαθους τους χρονους σημαινει , ἐπιτευκτικους και πρακτικους και δοξαστικους και συστασιν ἐχοντας προς ὑπερεχοντας
9999964 ἀδεκαστος
ἀφανεστερα , οἰκεια γουν και γνησια : καθαπερ τε κριτης ἀδεκαστος των γεννησαντων και των εἰσποιησαμενων τους μεν εὐνοιᾳ και
ὠνουμενος παρα δικαστου . Δεκαζεται ὁ κρισιν πιπρασκων . ἐνθεν ἀδεκαστος ὁ μη πιπρασκων καλειται . Δεξαμενη φασι Πλατωνα ἐπι
9999964 λυσασθαι
, καλως εἰχε τουτο λεγειν : ἐπει δε ἐπι τῳ λυσασθαι καθαπερ ἐπ ' ἐργῳ τινι τον μισθον τουτον ἐκηρυξεν
και Φιλιππον ἀξιουν , ὡν ἡμιν ἐδιδου ξενιων , τουτους λυσασθαι : οὑτος δε αὐτικ ' ἀκουσεσθε τι ποιων διετελεσεν
9999964 συντροφων
. ἀγαπητον γαρ , εἰ των ἐκ πονου και μελετης συντροφων και συνηθεστερων ἀγαθων ἐπιλαχοιμεν , | των δ '
ἡμων ἀγαθα ἀν εἰη και κρατουμενα ὑπο των ἡμερων και συντροφων ἡμιν ζῳων : ὑπο δε των ἐχθρων κρατουμενα ἠ
9999964 ἀκαιρους
ἐπιμελειαν υἱου παρηκα ; ποτε ἀποκοιτος ἐγενομην ; τινας ποτους ἀκαιρους , τινας κωμους ἐγκαλεις ; τις ἀσωτια ; τις
τουτων ἀκριβολογιαν . ἐνοχλησεις δε πανυ εἰκοτως εἰπε σοφιστικας τας ἀκαιρους αὐτων ἐνστασεις , πραγματειωδες μεν οὐδεν ἐχουσας , ὀχλον
9999964 ἡγησασθαι
δ ' ἀπογονον ὑπαρξαντα Ὀξυλον φιλον τοις περι Τημενον Ἡρακλειδαις ἡγησασθαι τε την ὁδον κατιουσιν εἰς την Πελοποννησον και μερισαι
συμβαλειν τοις Περσαις ἐν νηϊαις συμβολαις . . ὡστε ἀξιον ἡγησασθαι , τολμησαι . . ἐμβολαις ] συγκρουσεσι . .
9999963 παραδιδους
, και τον μοχλον ἑνα , δια των ἑξης δυο παραδιδους . . αὐτικα δ ' ἀσπιδα μεν προσθ '
πολιτειας συγκεχυμενας διαταττων , ἐλευθεριαν τε ἀπο δουλειας ταις πολεσι παραδιδους και την παρανομιαν παυων , ὑβριν τε καταλυων και
9999963 κληρονομους
οὐν γε τῃ συντομιᾳ και ἀληθειᾳ συγκεκοσμημαι : ὡστε τους κληρονομους ἀτερ δικης και φθονου καρπωσασθαι , ἐφ ' ὁσον
και των ἐπωνυμων ἀτιμους εἰναι και αὐτους και γενος και κληρονομους τους τουτων , ἑως ἀν ἀποδωσιν . Ταυτα παντα
9999963 εὑρασθαι
νυν , οἱ μεν αὐτεων ἀδυνατα εἰναι λεγουσιν ἀνθρωποισι τελος εὑρασθαι μαντικης : οὐ γαρ εἰναι μιν οὐτε πιστην οὐτε
την τιμην εὐνουν πολιτην και σωφρονα . εἰ δ ' εὑρασθαι την ἀρχην οὐχ ὑπωπτευσεν , πως οὐ σφοδρα δουναι
9999963 δωρεισθαι
, ἀπανθρωπως . Εὐεργετειν , εὐ ποιειν , χαριζεσθαι , δωρεισθαι , διδοναι χαριν , εἰσφερειν , προσεπεισφερειν . εὐεργεσια
βασιλεα , ἱνα και ἐγω , ἐφη , ἐχω σοι δωρεισθαι και τιμαν . ὁ δε Ξενοφων ἠπορειτο τι ποιησει
9999963 κοσμους
, το δε κενον , ἁ και στοιχεια φησι . κοσμους τε ἐκ τουτων ἀπειρους εἰναι και διαλυεσθαι εἰς ταυτα
και τα ἐκεινων καλλη και κοσμους της πολεως καλλη και κοσμους εἰναι συμβεβηκε . δυνανται γαρ ὁπερ τοις βασιλειοις τα
9999963 προσταξεως
περι το ῥειθρον ἱππομαχιας , ἁμα και των πεζων ἐκ προσταξεως του βασιλεως προκατειληφοτων ὀφρυν τινα περι τον ποταμον και
ἐστι το ἀγε , το δε γραψον μετα της ἐγκειμενης προσταξεως και το πραγμα ὑπαγορευει και τους συνοντας ἀριθμους ,
9999963 σκοτους
ὁ θεος ἀνα μεσον του φωτος και ἀνα μεσον του σκοτους „ : ἀλλως τε ὡς ἡλιος ἀνατειλας τα κεκρυμμενα
, Θεοφραστος δε ἐοικε διαπορουντι και ἰσως ὑφεωρατο τας ἀπο σκοτους εἰς φως μεταβολας , ὁταν εἰσκομισθεντος εἰς το δωματιον
9999963 ἑπομενως
μετουσιᾳ κἀν τοις ἀριθμητοις πρωτον τι και δευτερον και τἀλλα ἑπομενως τετακται . Θεανω Εὐβουλῃ χαιρειν . Ἀκουω σε τα
δε και ἀπο του βιου των κορυφαιων ἐν φιλοσοφιᾳ ἀνδρων ἑπομενως ταις Πυθαγορου ὑποθηκαις ποιησασθαι την προτροπην . οἱ γαρ
9999963 βλαπτων
ἐχειν . οὑτω γαρ ἀν ὡς το εἰκος μαλιστα δυναιτο βλαπτων τους ἐναντιους μη βλαπτεσθαι ὑπ ' αὐτων . ἀνθρωποις
' ἀληθευων , εἰτε ζηλοτυπουμενος και Μασσανασσην ἐς τα μεγιστα βλαπτων : ὁ δε Σκιπιων Συφακα μεν , συνετον τε
9999963 κατεχουσι
ἐπι θαλασσῃ καλειται Ταινεια ἠ Τενεια . τα δε ἐντος κατεχουσι Γωνιαται , και Προσοδιται , μεθ ' οὑς ἡ
την συμβολην του τε Ἀραρος του ποταμου και του Ῥοδανου κατεχουσι Ῥωμαιοι . εὐανδρει δε μαλιστα των ἀλλων πλην Ναρβωνος
9999963 ἀφορων
δυναμιν , τουτεστιν ἡμας : ὁ δε προς τα ἐργα ἀφορων της ἑαυτου προνοεισθαι σωτηριας ἡγησεται . ἀσφαλεστερον δε εἰπε
, παλιν εἰς τι των ἐν ἑαυτῳ τεταγμενων και ὡρισμενων ἀφορων ταυτα δημιουργησει ; οὐ γαρ δη ἐμπληκτως οὐδε ἀσταθμητως
9999963 ἐπανιστασθαι
: και γαρ τοι κἀκεινος ἐρωτικος εὐ μαλα και οἱος ἐπανιστασθαι παρθενοις . λυσον δε και την ὀφρυν , και
δε ἐκ του ὀχλου πικροτερον ἐπιπλησσων . Ἀλλα και το ἐπανιστασθαι τοις ἀμεινοσι παρα πασι νενομισται , ὁ και αὐτοι
9999963 ἐπαναστασεις
και ἐμφοβους : ἐπαγει γαρ πολεμιων ἐφοδους πολλων και ὀχλων ἐπαναστασεις , λοιμον και λιμον ἐπι πολεων και ἐπιφορας ἐμπρησμους
ἁπαντων ἀφειλετο την ἐλευθεριαν . σκηψαμενος γαρ ὑποπτευειν ταραχας και ἐπαναστασεις ἐκ των πλουσιων εἰς τους δημοτικους δια τον ἀναδασμον
9999963 σιτεισθαι
: ἀντι δε προσκεφαλαιου λιθον εὐμεγεθη προς τῃ κεφαλῃ : σιτεισθαι δ ' ἀντι μεν ἀρτων μαλαχης πτορθους , ἀντι
] μη φορμον ] ψιαθιον . ψιαθον ταπητος ] ἐπευκιου σιτεισθαι ] ἐσθιειν πτορθους ] γωλια θρανους ] ὑποποδιας :
9999963 τρυφος
αὐτην : και το μεν αὐτοθι μεινε , το δε τρυφος ἐμπεσε ποντῳ , τῳ ῥ ' Αἰας το πρωτον
ὀφθαλμους τεχνῃ , και πηραν ἐφερε και ἀρτου ἐν αὐτῃ τρυφος , ῥακεσι τε ἠμφιεστο και αὐχμηρως εἰχε του προσωπου
9999963 προσαναγκαζειν
; δει γαρ δη τα γε τοιαυτα πειθειν , οὐ προσαναγκαζειν . εἰ δ ' ὁ μη τουτο δυναμενος ἐκεινῳ
ὑπηκοων σωφρονουντων : ὡς καλον τα γε τοιαυτα βασιλεα και προσαναγκαζειν . ἡμας μεν οὐν ἐκ τουτων προσερει τις εὐδαιμονας
9999963 ἀποφατικων
του ἑτερου των καταφατικων προσδιορισμων και μονου του καθολου των ἀποφατικων : ὁ γαρ εἰπων μονον το ζῳον αἰσθητικον ἠ
σχηματι ἐκ δυο ἐνδεχομενων οὐ γινεται συλλογισμος οὐτε καταφατικων οὐτε ἀποφατικων οὐσων , οὐτε ἀν ἡ μεν καταφατικη ἡ δε
9999963 αὐθαιρετον
ἐλαττον κρειττον ἐσται σοι πολυ . ἀνοια θνητοις δυστυχημ ' αὐθαιρετον : τι σαυτον ἀδικων την Τυχην καταιτιᾳ ; χαλεπον
. ἐπισμυγερως ἐπιπονως : “ ἐπισμυγερως ναυτιλλεαι . ” ἐπισπαστον αὐθαιρετον : “ ἠ ταχα Ἰρος ἀειρος ἐπισπαστον κακον ἀξει
9999963 ὠνησασθαι
δεσμωτηριῳ εἰναι , ἐστ ' ἀν ἐπιδειξῃ τους ταυτα βουλομενους ὠνησασθαι , ἐπι του λιμενος τινας αὐτων ἐνεβαλον τῳ δεσμωτηριῳ
ἐξον κατα τον αὐτον τουτον ποιητην ἐν Βομβυλιῳ λεγοντα δραχμης ὠνησασθαι τας προσφορους ὑμιν τροφας , σκοροδια , τυρον ,
9999963 συνισταναι
ὡς φασι , το μεν θερμον διακρινειν το δε ψυχρον συνισταναι και των ἀλλων ἑκαστον το μεν ποιειν το δε
περι την τεχνην πονουσι και ζημιουνται : οὑτω γαρ δυνατον συνισταναι τους τεχνιτας , την ἐνδειαν παρα των δεομενων ἀναπληρουντας
9999963 καταφανης
προὐκαλουμην . λεγε την μαρτυριαν . Πως ἀν οὐν μαλλον καταφανης γενοιτο ἀνθρωπος , ὁτι δικαιως μεν οὐδεν βουλεται προς
τυραννους και πολεμειν : ἐπει δε τἀναντια φρονων γεγονε μοι καταφανης και ἐστιν οὐ μονον τῃ φυσει Ταρκυνιων συγγενης ,
9999963 σπασθαι
ῥητορικῳ λεξικῳ εὑρον το σφαδαζειν σημαινειν το δυσθανατειν , ματαιως σπασθαι , χαλεπαινειν , μετ ' ὀργης στεναζειν , ὡς
λεγεται δε σφακελος και ὁ σπασμος , οἱονει ἀπο του σπασθαι και κλασθαι σπακλος και σφακελος : σφακελος δε ἐστι
9999963 ἀπολογησασθαι
ἑν ἀντιθεντες ἐξετασομεν : το γαρ διελειν και χωρις μεν ἀπολογησασθαι δι ' ὁλων των κεφαλαιων , χωρις δε κατηγορησαι
ἐγω λεγω , και οἰηθητε δειν προς ἐκεινους πρωτον με ἀπολογησασθαι : και γαρ ὑμεις ἐκεινων προτερον ἠκουσατε κατηγορουντων και
9999962 ἰδιων
χρονῳ καταπολεμησειν τους πολεμιους . Πτολεμαιος δε πυθομενος την των ἰδιων ἡτταν ἐξεπλευσεν ἐκ της Αἰγυπτου δυναμιν ἐχων ἀξιολογον πεζικην
ἱνα και τα ὑπαρχοντα ἐν ταις κατηγοριαις γνωμεν δια των ἰδιων και τα οἱς αὑται ὑπαρχουσι δια της διαιρεσεως .
9999962 παραγγελλειν
αὐτης , και του πληθους κατα τας ὁδους συντρεχοντος , παραγγελλειν πασι δεχεσθαι την θεον εὐσεβως . παρειναι γαρ αὐτην
ἐστι γαρ ταυτα οὐσια των παντων . κυαμους δε λεγεται παραγγελλειν μη ἐσθιειν . . : Ἀριστοξενος δ ' ἐν
9999962 ἐπικρισεως
ἠμελησαμεν . συμμαχιαν ] των θεων . πεπονθεναι ] σχημα ἐπικρισεως . τουτων ] ὡν ἀπωλεσαμεν ἀνταξιον . ἀντιρροπον ]
την δυναμιν αἱ προκειμεναι προτασεις , ἐπισκεψωμεθα την ἀρχην της ἐπικρισεως ἀπο τινος κοινης περι αὐτων ἐννοιας ποιουμενοι τησδε :
9999962 προστακτικου
. . νηα ἁλις χρυσου και χαλκου νηησασθαι : ἀντι προστακτικου . . . . . οἱ κε σε δωτινῃσι
ἀντι του πειρω . χρωνται δε τῳ ἀπαρεμφατῳ ἐπι ἑνικου προστακτικου και πληθυντικου ὁμοιως , γραφειν λεγοντες ἀντι του γραφετε
9999962 συστρατευεσθαι
τα ἀγορασματα . μων οὐν ὑμιν φαινονται ἀπεικοτως αἱ Μουσαι συστρατευεσθαι τῳ βασιλει και διδοναι αὐτῳ νικας ἐξαιρετους , ὡν
αὐτῳ παραδουναι και ἐπι το ὀρος , εἰ βουλεται , συστρατευεσθαι : εἰ δε μη , αὐτον ἐασαι . τῃ
9999962 ἐμπροσθιοις
Ἰβηρια , ὡς δε και ἐτι οἱ ἀρχαιοτεροι τοις μεν ἐμπροσθιοις Κρητη και οἱ συνεχεις τοποι και τοις μεν ἀριστεροις
δε μεσουρανουσι της τε Ἀρκτου ὁ βορειοτερος των ἐν τοις ἐμπροσθιοις σκελεσι , και του Καρκινου των περι το Νεφελιον
9999962 μελαιναις
περι ζῳων ποικιλερυθρον μελαιναν αὐτην ὀνομαζει και ποικιλογραμμον δια το μελαιναις γραμμαις πεποικιλθαι . χρομις . Νουμηνιος : ὑκκην ἠ
δε περα του μετριου , εἰ δε χλωρα ἰτυς ἐπι μελαιναις , δολερον , ἀδικον , κλεπτην , γυναιξιν ὁμιλουντα
9999962 ἀγορευειν
λιπαρον κατα δωμα λελειπται . τοια τις ἀν δοξειε λιταζομενους ἀγορευειν . ἀλλ ' ὁτε τευ κραδιην παναμειλιχον ἀθρησωσιν ,
. ἀγλαον γʹ : διαυγες . μεγα . λαμπρον . ἀγορευειν βʹ : το ἐπ ' ἐκκλησιας λεγειν . ἀγορη
9999962 διδαξαντος
Ἀμφιονα ἐπινοησαι τον Διος και Ἀντιοπης , του πατρος δηλονοτι διδαξαντος αὐτον . πιστουται δε τουτο ἐκ της ἀναγραφης της
τα ἐς Εὐρωπην ποιησας φησιν Ἀμφιονα χρησασθαι λυρᾳ πρωτον Ἑρμου διδαξαντος : πεποιηκε δε και περι λιθων και θηριων ,
9999962 μεταγενεστεροις
δε ψογος τιμωρια φαυλοτητος ἀνευ πληγης . καλον δε τοις μεταγενεστεροις ὑποκεισθαι , διοτι βιον οἱον ἀν τις ἑληται ζων
. παντα γαρ ἁ ἠκουσεν και εἰδεν γραψας κατελειψεν τοις μεταγενεστεροις πασι του της ἀληθειας πνευματος . ὁμοιως δε και
9999962 λυπεισθαι
γαρ και δυνατον της δοξης παρουσης μη παντως ἐπιγινεσθαι το λυπεισθαι , μηδ ' αὐ το ὀργιζεσθαι δοξης του ὀλιγωρεισθαι
οἱ πολλοι κρατουσι , δια το μηδ ' ὁλως αἱρεισθαι λυπεισθαι ἐν τῳ την ἐπιθυμιαν ἀπειναι , ἀλλ ' ἀει
9999962 ἀνθρωπινην
ἐστι το πραττειν εὐ το ἀγαθον και τελος ἐχει την ἀνθρωπινην εὐδαιμονιαν . και το μεν τελος της πρακτικης καθ
και την Ὑγιειαν συγγεγραφεν † οὐκετι μοι ὡς † ἐπαινων ἀνθρωπινην περιεργειαν ἐχοντας . Το μεν δη περι των εἰς
9999962 ἐρωτησαντος
αὐτον , διαπαιζειν δε τα διαλεκτικα : ὡστε Ἀλεξινου ποτε ἐρωτησαντος εἰ πεπαυται τον πατερα τυπτων , “ ἀλλ '
ὁ Ἡρακλης οὐ προσηγορευσεν αὐτον . του Διος θαυμασαντος και ἐρωτησαντος τον Ἡρακλη , δια τι τουτο , ἀπεκρινατο ,
9999962 μεταπλασμος
των ψαλιων και των ἱππων , ἠτοι τετρωρῳ ἱππῳ : μεταπλασμος : ἀπο του μονονυχον μωνυχα : Ἰσμηνου τ '
το τειχος . τινες δε φασι μεταπλασμον αὐτον εἰναι . μεταπλασμος το ” κρινεσι “ : κρινοις γαρ ἐδει .
9999962 πλατειαν
φυκοφαγος , την γλωτταν ἀπολελυμενος , καρδιαν λευκην ἐχων και πλατειαν . Φερεκρατης Δουλοδιδασκαλῳ : κιθαρος γεγενησθαι κἀγοραζειν κιθαρος ὠν
και μυκτηρων τριχας ἐξεχουσας και μαλα γε ὑψηλας ἐπιδεικνυναι , πλατειαν δε την οὐραν και οἱαν δοκειν καραβου . ἠδη
9999962 περιφραστικως
αἰδω ] εἰς ἐκπληξιν και φοβον ἐκινησε παρθενικην ἐμε : περιφραστικως . ἀπεσεισατο μου την παρθενοις πρεπουσαν αἰδω , την
ἐν νυξι . πυῤῥωδης . συστρεφομενη . ἠτοι τον ποντον περιφραστικως . * * ἠχῳ : κτυπῳ . πυρος .
9999962 φρονιμωτατος
ἑαυτου μηδενος ἐπιμελεισθαι πριν ἑαυτου ἐπιμεληθειη ὁπως ὡς βελτιστος και φρονιμωτατος ἐσοιτο , μητε των της πολεως , πριν αὐτης
ἡνιοχος παντος καλου , ἀδωροδοκητος , ἀγαθων ἀγαθωτατος , φρονιμων φρονιμωτατος . ἐστι δε και πατηρ εὐνομιας και δικαιοσυνης ,
9999962 πιστευειν
και λογῳ χρωμενος ἀναιρησει λογον , ἐτι δε ὁμολογων ψευδεσθαι πιστευειν ἑαυτῳ φησι δειν . Ἀξιον δε ζητησαι ποθεν και
ἀπουλωτικῳ ἑτερῳ , μητε σαρκωτικῳ χρησθαι , ἀλλα μονῃ ταυτῃ πιστευειν : ποιει και προς ἀνθρωποδηκτους και κυνοδηκτους και θηριοδηκτους
9999962 βαραθρον
ἐκεινοι φασι . οἱ δε Ἀθηναιοι ἀπεκτειναν αὐτον ἐμβαλοντες εἰς βαραθρον ἐπι κεφαλην : λοιμου δε γενομενου , ἐλαβον χρησμον
βασανους τελος αὐτοις γενεσθαι της ἡδονης το κωμειον ἠ το βαραθρον . ἀφειδως γαρ χρωμενοι τῳ τολμηματι ἰσορροπον τῃ πραξει
9999962 κοιναις
, εἰ τουτο ἀμεινον , μη και βασκαινειν ἐν ταις κοιναις εὐτυχιαις δοκω . Τις γουν πρωτος ἀρξεται ; Συ
αἱ δε οὐ : και πολιτικαι μεν αἱ ὑποπεπτωκυιαι ταις κοιναις ἐννοιαις , οἱον εἰ ῥητορευτεον και ὁσα τοιαυτα :

Back