ταυτα διαμπερεως ] ? ἀγορευσον ? [ : ] [ τιπτ ' ἀρ ' ὁδον τοσσηνδε ] ? κατηλυθες ?
, Καλχας δ ' αὐτικ ' ἐπειτα θεοπροπεων ἀγορευε : τιπτ ' ἀνεῳ ἐγενεσθε καρη κομοωντες Ἀχαιοι ; ἡμιν μεν
9999734 τιπτε
. τελειν ] πληρουν . στροφη κωλων ιγʹ . + τιπτε μοι τοδε : τα τοιαυτα εἰδη των χορων καλειται
; ἱνατι ; τι δηποτε ; τιποτε : και ποιητικως τιπτε ; του χαριν ; ἠ ὁτου ἠ τινος ἠ
9999725 κωμῳδιαις
. τριων δ ' ὀντων προσωπων , καθαπερ ἐν ταις κωμῳδιαις , του διαβαλλοντος και του διαβαλλομενου και του προς
ἀπετελουν ἐοικοτα βροντῃ . ἁμα και βροντης : ἐν ταις κωμῳδιαις τα καλουμενα ἠχεια , ὡν ὁ κτυπος σχηματιζεται εἰς
9999723 ἐγενετ
ἐπιορκησῃ τις , αὐτος εὐθεως ὁ διδους τον ὁρκον , ἐγενετ ' ἐμβροντητος , ὡς οἰμαι δικαιως , ὁτι πεπιστευκεν
τηνδ ' ἀδελφην και κασιγνητον νεκρον : φιλος γαρ ἐχθρος ἐγενετ ' , ἀλλ ' ὁμως φιλος . θαψον δε
9999722 Βασσαρικων
. Διονυσιος δε δια διφθογγου Κραπασειαν αὐτην φησιν ἐν τριτῳ Βασσαρικων „ ἠδ ' ὁποσοι Κινυρειον ἰδ ' αἰπεινην Κραπασειαν
πολιτης Τεγεστραιος . Τεγησσος , πολις Κυπρου . Διονυσιος ἐν Βασσαρικων τριτῳ . το ἐθνικον Τεγησσιος και Τεγησσευς . Τεγυρα
9999722 ἀναπηδαν
ὑπ ' ὀργης και θυμου ἐπιστρεψει . τον δε ταχυ ἀναπηδαν , το δε προβολιον μεμνησθαι ἐχοντα ἀνιστασθαι : οὐ
ἀπεκτυπει της γλωττης . φησι δε αὐτον ὁ Ἡρωδης και ἀναπηδαν του θρονου περι τας ἀκμας των ὑποθεσεων , τοσουτον
9999719 ὑαιναν
εὐθυς εἰς ἀγωνας : ἐπι των ἀνδρειως ἀγωνιζομενων ⋮ Την ὑαιναν τητες μεν εἰ θεασαιο ἀῤῥενα , την αὐτην εἰς
ἀδυνατον . . . . : Φασι γαρ την μεν ὑαιναν πολλοι , τον δε τροχον Ἡροδωρος ὁ Ἡρακλεωτης ,
9999719 Παλληνην
ἐοικεν , ἀποδεξαμενος οὐτε [ την ] των περι την Παλληνην τους Ἁλιζωνους ὑπολαβοντων , ὁμοιως διαπορει και πως ἐκ
. Φλεγρα , πολις Θρᾳκης , ἡν Εὐδοξος μετα ταυτα Παλληνην φησι κληθηναι . ὁ πολιτης Φλεγραιος και Φλεγραια και
9999718 διαφραγμα
και κατασπᾳ την κλειν και βηχια κινει και στενοχωρει το διαφραγμα και μαλλον βαρους ἠ ὀδυνης συναισθησιν ποιει . εἰ
διαφραγμα , ἐξ οὑ το ἡπαρ ἠρτηται : το δε διαφραγμα τον ὑπο τῃϲι πλευρῃϲι ὑμενα βριθει : ξυνηπται γαρ
9999717 Καλλιμεδων
μονος τας Προιτιδας ἐπαυσε μαινομενας , καταστησειεν ἀν . και Καλλιμεδων μετ ' Ὀρφεως ὁ Καραβος στεφανους τε πολλους κρεμαμενους
Δι ' . ὠ Ζευ , τις ποτε , ὠ Καλλιμεδων , σε κατεδετ ' ἀρτι των φιλων ; οὐδεις
9999717 μαλακου
μεν την του ἐναρμονιου , τρεις δε του χρωματικου , μαλακου τε και ἡμιολιου και τονιαιου , τας δε λοιπας
φαρμακον , εἰτ ' εἰς χαλκουν ἀναληφθεν ἀγγειον ἑψεται ἐπι μαλακου πυρος , μεχρι γενηται ἰξωδες , εἰτα μεταχειται εἰς
9999716 πανσεληνῳ
ἐν ἑαυτῳ εὐδιαν σημαινει . Ὡς δ ' αὑτως σεληνη πανσεληνῳ . Και δυομενος ἡλιος χειμωνος εἰς καθαρον εὐδιεινος ,
ἀγνοειν μοι δοκει , λεγων αὐτον ἀφανη γινεσθαι ἐν τῃ πανσεληνῳ δια την μικροτητα των ἀστερων : δειν δε σημειουσθαι
9999716 λογισμοις
, ἐκστασιν ἡμιν ἐνεποιει και φρικην . Πλην ὁτι τοις λογισμοις θατερου τουτων παλαιοντες , οὑτω τας ἐφεξης ἡμερας διετελουμεν
. και ταυτα μεν περι τουτων . τοις δε ὀρθοις λογισμοις ἐξ ἀναγκης ἑπεται και περι των δοκουντων ἀτακτως κατα
9999716 Παλαιστινης
τῃ θαλασσῃ ὑπεφιεσαν . Ὁ δε αὐτοματως ἐν Βυβλῳ της Παλαιστινης ηὑρισκετο και τουτον τον κεραμον ὑποδεχομενοι οἱ της Ἀφροδιτης
ἐπι θατερα του ποταμου . ἠκουσα δε ἐγωγε και της Παλαιστινης Συριας ἐν Σκυθων πολει περι τον τοπον , ὁς
9999716 λελεγμενα
πεμψω σον κασιγνητον ταχυ , ᾡ παντα λεξεις τἀξ ἐμου λελεγμενα , και αὐτος λαλησει βασιλεως ἐναντιον , συ μεν
τοι των αἰτιων , πιστωσαιτ ' ἀν τις μαλλον τα λελεγμενα . Και ὁ μεν περι της διαγνωσεως οὐρων λογος
9999715 θερμης
λεπτα καταθραυομενης και οἱον συμπεττομενης ἀπο τινος συστοιχου , ὡρας θερμης ἠ ἡλικιας ἠ καταστηματος θερμου γινομενου , λυεται το
ἐχει τας ποιουσας αἰτιας : ποτε μεν γαρ ἀρχεται ἀπο θερμης δυσκρασιας , ἐσθ ' ὁτε δε και ἀπο ψυχρας
9999714 ὀρθογωνιου
εἰδων παραλαμβανομενων , ὡς φασιν οἱ ἀπο των μαθηματων , ὀρθογωνιου τριγωνου : αἱ γαρ τουδε πλευραι ἐκ τριων οὐσαι
ὑποτεινουσης και καθετου πολλαπλασιον εἰναι κατα τον ὑποτεινουσης και καθετου ὀρθογωνιου τινος . ἐστω το ἑν των ὀρθογωνιον γ .
9999714 Ἀσκανιου
ἐτει της βασιλειας τελευτησαντος παρελαβε την ἡγεμονιαν Σιλουιος ἀδελφος ὠν Ἀσκανιου , μετα τον Αἰνειου θανατον γενομενος ἐκ Λαυνας της
την πατρῳαν ἀρχην εἰς Τροιαν ἀφικνειται . και περι μεν Ἀσκανιου τοσαυτα λεγεται : τους δε ἀλλους παιδας Αἰνειας παραλαβων
9999714 Παρθενιου
. . . . . . ξ μγ ∠ ʹ Παρθενιου ποταμου ἐκβολαι ξ δʹ μγ ∠ ʹ αἱ πηγαι
οὑς ἱστορουσι την ἐφεξης οἰκησαι παραλιαν τοις Μαριανδυνοις μεχρι του Παρθενιου ποταμου πολιν ἐχοντας το Τιειον , οἱ μεν Σκυθας
9999714 κινουν
μηδε συνεχης ἡ τοιαυτη κινησις : οὐδε γαρ ἑν το κινουν , ἀλλ ' ἐχομενα ἀλληλων , ἀλλ ' οὐδ
του λοιπου μερους , τουτο το μερος ἐσται ὁλον ἑαυτο κινουν . ἀλλα κἀν ὑπο του ὁλου το μερος ,
9999714 θερμασιης
της ψυχης θερμον κινηται ἐκ του ἠθεος ὑπο πονων ἠ θερμασιης ἠ ὑπο του ἡλιου ἠ τροφης ἠ θερμασιης ἠ
του φλεγματος ἐν τῃ κοιλιῃ ἐοντος , το αἱμα ὑπο θερμασιης ἁλισθεν προσεπεσεν ἐς τα πλευρα , και ἐρυθηματα ἐκχειται
9999714 ἀπελθωμεν
παντα ποιησομεν τοις θεοις και τοις κατω νεκροις , ὁποταν ἀπελθωμεν εἰς τους οἰκους ἡμων . . ἐφιεσαι ] ἀποδεχῃ
ὁ δε ἑτερος ἠρωτα ποιῳ τροπῳ ; ὁ δε εἰπεν ἀπελθωμεν εἰς τον παραδεισον αὐτου και ἀφανισωμεν ἐκει τα του
9999713 βραχυκαταληκτον
τεταρτον χοριαμβικον , του δευτερου ποδος ὀντος διτροχαιου , τριμετρον βραχυκαταληκτον . το εʹ ἀναπαιστικον διμετρον ἀκαταληκτον . το Ϛʹ
το ιαʹ χοριαμβικον τριμετρον καταληκτικον . το ιβʹ ἰαμβικον διμετρον βραχυκαταληκτον . το ιγʹ Πινδαρικον , δια το πολλακις τον
9999713 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια
9999713 δυσι
∠ ʹ και δʹ ἐγγιστα , περιδρομαις δε του ἀστερος δυσι και μοιρᾳ α και διμοιρῳ και εἰκοστῳ , ἐπειδηπερ
των ἐν τῃ κεφαλῃ . Ἀνατελλει δε ὁ Ἀετος ἐν δυσι πεμπτημοριοις της ὡρας . Του δε Δελφινος ἀνατελλοντος συνανατελλει
9999713 Ἑρμιππος
Ἐλευσινα . γεγονε δε και ἑτερος κωμῳδουμενος ἐπι μεγεθει , Ἑρμιππος ἐν Μοιραις μειζων γαρ ἠ νυν δη ' στι
της δυσμενειας Μακεδοσιν ἀποδειξιν δεδωκε . ταυτα μεν οὐν ὁ Ἑρμιππος φησι τον ἀναγνωστην του Καλλισθενους Στροιβον Ἀριστοτελει διηγεισθαι .
9999713 δεκαδας
, δι ' ὡν πολλας μεν ποιει πενταδας πολλας δε δεκαδας , ἀφεισθω : παντως γαρ ἐξ ὡν ἠδη προειπομεν
ἑβδομηκοντα ἡμεραι . Ἐχει δε και το ἑπταμηνον γενομενον τρεις δεκαδας ἑβδομαδων , ἐς δε την δεκαδα ἑκαστην ἑβδομηκοντα ἡμεραι
9999713 Λεγωμεν
ἑν εἰ ἐστιν , ἀρα οὐ σκεπτεον ; Σκεπτεον . Λεγωμεν δη , ἑν εἰ ἐστι , τἀλλα του ἑνος
σου , τον δε δη νομον ἡμιν ἐφεξης περαινε . Λεγωμεν δη δι ' ἡντινα αἰτιαν γενεσιν και το παν
9999713 οἰκοδεσποτου
εὑρεθωσι [ παρ ' ἑν ὠσι ] συμπαροντος και του οἰκοδεσποτου , μεγαλη ἡ γενεσις και εὐτυχης . ὁσοι δε
ἡ Ἀφροδιτη παρεστιν εἰς το ἐτησιον ζῳδιον ἐχουσα και λογον οἰκοδεσποτου , και γαμος ἐστιν , και πατερα και τεκνα
9999713 Ἀναξιμενης
οὐτε διαβολας καθ ' ἑτερων ἐγνωκως ποιεισθαι συγγραφεων , ὡσπερ Ἀναξιμενης και Θεοπομπος ἐν τοις προοιμιοις των ἱστοριων ἐποιησαν .
Κιλικιαν ἀντιταξαμενος συν Δαρειωι εἰς Κυπρον διεδρα , καθα φησιν Ἀναξιμενης ἐν τηι † θ Των περι Ἀλεξανδρον . .
9999713 σπληνικοις
ἑλενιου ἰσα , και ἡμεις οὑτως . Ἀντιδοτος ἡπατικοις , σπληνικοις , ἰκτερικοις , προς θωρακος πονους , ὑποχονδρια διῳδηκοτα
α # βαλλουσιν . Το δια σπυραθων κειται ἐν τοις σπληνικοις . Ἰπωτηριον ὑδρωπικοις , σπληνικοις , ἰσχιαδικοις , ἀρθριτικοις
9999712 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999712 λογισμους
μεν οὐδε ἐκεινον οἰμαι λεγων πεποιηκεναι τουτο : και τους λογισμους ἐκθησομεθα δι ' οὑς οὐκ ἀν ἐπραξεν : εἰ
ἐγωγε . και των περι ἀστρονομιαν τε και ἁρμονιας και λογισμους ; προθυμουμαι γε δη . και γαρ ἐγω ,
9999712 αἰσχυνας
λευκος μυελος γλυκερος , λεπτοις ἀραχνας ἐναλιγκιοισι πεπλοις συγκαλυπτων ὀψιν αἰσχυνας ὑπο , μη κατιδῃ τις μηλογενες . . .
προς τῳ τους ἀφ ' αἱματος διαφθειρειν βλαβας ἁμα και αἰσχυνας προδηλοι . Ἡ περι ὀδοντων κρισις πολλην ἐπιδεχομενη διαιρεσιν
9999712 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999711 εὐπορησας
μετα σου ἐν ταις παραταξεσι γενομενος , ὁτε εὐτυχουν στρατιωτων εὐπορησας προς το καλως ἐργασασθαι ἠ συνηθειᾳ ἠ εὐχερειᾳ ,
εἰς αὑτον ἀνελαβε , δια δε μιας ἀνοσιου πραξεως χρηματων εὐπορησας και των ἀλλοτριως διακειμενων προς αὐτον καθαραν ποιησας την
9999711 μετριᾳ
, ἀποδοτε . και γαρ αὐτος ἐν χρειᾳ εἰμι οὐ μετριᾳ και περιπεμπω χρηματα δανειζομενος εἰς ἁπασαν Σικελιαν . και
ἐφ ' ᾡ : ἀντι του οὑ χαριν . τῃ μετριᾳ : ἠγουν φιλανθρωπῳ . περι του πλεονος ξυμβαθῃ :
9999711 ἰσοσυλλαβον
γαρ ἠν ἐκ του ἐδω βαρυτονου , ἐτυς ὠφειλεν εἰναι ἰσοσυλλαβον τῳ ἐδω , ὡσπερ γραφω γραπτυς , πρασσω πρακτυς
προϋπηρξεν αὐτῳ ὀνομα , οὑ το τελος εἰς Ω τραπεν ἰσοσυλλαβον ῥημα ἀπετελεσε . και βαρυνεται μεν ταυτα : βαζω
9999711 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999711 πλησμονην
και τρεφουσι , και οὐτε φυσαν παρεχουσιν οὐτε στροφον οὐτε πλησμονην . Κρεων τα διεφθα και τα ἐξοπτα ἀσθενεα μεν
κατω ἠ εὐημετος προς τα ἀνω και εἰ , προς πλησμονην τινα γινομενος , ἡ διαρροια ἐπιγινεται αὐτῳ : ταυτα
9999710 ἁπασης
ἀλλ ' ὑπερ των κοινῃ συμφεροντων βασιλει πολεμειν δια γης ἁπασης και θαλαττης ποσῃ τινι χρη τῃ μεγαλοψυχιᾳ προσθειναι ,
και ἡδονων ἁπασων κρειττων . γενομενης οὐν της Ἑλλαδος σχεδον ἁπασης ὑπ ' αὐτον κυριον ἐν οὐδεμιᾳ φανησεται των πολεων
9999710 Καλλιππον
οἱ δε διδοασιν ἀμφοτεροις . ἠ ποθεν οἰει τον ἀπορον Καλλιππον ἑστιατορα εἰναι λαμπρον πειρωμενον οὐδεν ὀντα ἀποφηναι τον Ῥωμαιον
ἐν δε ταις Συρακουσσαις στασεως γενομενης τοις Διωνος φιλοις προς Καλλιππον οἱ μεν του Διωνος φιλοι ἡττηθεντες ἐφυγον εἰς τους
9999710 λοιδοριαις
: λοιδορουσαν , ὑβριζουσαν , χλευαζουσαν : γραφεται κερτομιῃσι : λοιδοριαις . κερτομω ἀπο του κηρ τεμνειν : ἡ γαρ
δεινη , δοξαν ἀβελτηριας παρεχομενη . ἐν τε γαρ ταις λοιδοριαις ἰδιον ἐχει οὐδεν οὐδενα λοιδορειν αὐτος οὐκ εἰδως κακον
9999710 ὑβρισθεις
πολλους μηδενος ἀξιους . Ὁ αὐτος ὑπο μειρακιου παρα ποτον ὑβρισθεις ἐφη : ” μειρακιον : ἐαν νεος ὠν τον
ἀξιος ὁ ἀνηρ : οὐ γαρ κτεινειε Παρσωνδην , ἀλλα ὑβρισθεις και δεινα παθων ἀνθυβρισειεν . Εἰ δε και θανατου
9999710 Ἱππονικου
ἐοντας ἑτερου πρηγματος εἱνεκα ἀγγελους Ἀθηναιων , Καλλιην τε τον Ἱππονικου και τους μετα τουτου ἀναβαντας , Ἀργειους δε τον
δεοι σε τἀληθη λεγειν , φαιης ἀν εἰναι Καλλιου του Ἱππονικου πλουσιωτερος ; καιτοι οὐκ ἀν ἀμαθεστερος γε ὁμολογησαις ἀν
9999710 Καλυδνας
γεγονε σημειον της Ἰλιου ἁλωσεως . παιδοβρωτος Πορκεως νησους τας Καλυδνας λεγει , ἐξ ὡν πλευσας ὁ Πορκις ὀφις και
τε και Κων , Εὐρυπυλοιο πολιν „ , νησους τε Καλυδνας . „ ἐξω γαρ της Κω και της Ῥοδου
9999710 ἐκκειμενῃ
ἑαυτῃ . και ἐστιν ὁλη ἡ ΓΜ συμμετρος μηκει τῃ ἐκκειμενῃ ῥητῃ τῃ ΓΔ : ἡ ἀρα ΓΖ ἀποτομη ἐστι
Ἀποτομη δε ἐστι γʹ , ὁταν μηδετερα συμμετρος ᾐ τῃ ἐκκειμενῃ ῥητῃ μηκει , ἡ δε ὁλη της συναρμοζουσης μειζον
9999710 φλεγμονην
τοιαυτας παρασχεθεισας . το δε μετα τεινεσμου ἐκκρινεσθαι δηλοι ἠ φλεγμονην ἠ ἑλκος γινομενον ἐν τοις τοποις ἐκεινοις . τι
ὑπο διπλης δαπανηθεισαν αἱμορραγιας , κρατηθεισης δε οὑτως , ὡστε φλεγμονην ὑστερον ὡς ἀπο σκυλμου πλειονος ἐπιγινεσθαι , καταλληλον |
9999710 κωλυσαι
ὁ λογος , τους Ἀρεοπαγιτας φησιν ἀριστησαντα τινα ἐν καπηλειῳ κωλυσαι ἀνιεναι εἰς Ἀρειον παγον . . . . οἱ
χειροτονιαν . Λιβιον τε Δρουσον , ἑτερον δημαρχον , ἐπεισε κωλυσαι τους Γρακχου νομους , οὐκ ἐπιλεγοντα τῳ δημῳ τας
9999710 ἀνανδρως
ψεγουσι , και ἐθελησωσιν ἀνδρικως πολυν χρονον ὑπομειναι και μη ἀνανδρως φευγειν , τοτε ἀτοπως τελευτωντες οὐκ ἀρεσκουσιν αὐτοι αὑτοις
ποτε διανοηθειην ἀδικειν , ἐπιλιπειν τἀδικειν , και εἰπερ ζην ἀνανδρως , ἐπιλιπειν το ἀκολασταινειν , και εἰ θρασεως μεντοι
9999710 βουλευτηριου
οἱ Ἀννιβου φιλοι , προυθηκε νυκτος λαθων γραμματα προ του βουλευτηριου , ὁτι παντας ὁ Ἀννιβας τους βουλευτας παρακαλοιη τῃ
ἐμελλον ἐγχειρησειν , ἱδρυσαν αὐτους ἐν ὁπλοις μεταξυ του τε βουλευτηριου και του θεατρου ἐν τῳ Πομπηιου περιπατῳ . Ἠν
9999710 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999710 Θεσσαλου
δ ' ἀπο Θεσσαλιην λαοι μετεφημιξαντο . οἱ δε ἀπο Θεσσαλου του Φειδιππου πατρος , του Ἡρακλειδου , μετα τα
πανηγυρις ἐξ ἀρχης νενομοθετημενη . † Ποσειδωνος . οὑτος πατηρ Θεσσαλου . * * αὐτου . πλειονες ὡν ἐφην .
9999710 πηλικου
και ἑστωτος πηλικου ἐξετασιν καταγινομενῃ συλληπτρια ὑπηρξεν ἡ σφαιρικη κινουμενου πηλικου ἐπιγνωμων καταστασα , του τελειοτατου δηλονοτι και τεταγμενην και
του μεν οὐν ποσου στοιχειον ἡ μονας , του δε πηλικου στιγμη , λογου δε και ἀναλογιας ἰσοτης . οὐτε
9999710 ἐκλειπτικων
τον ὁριζοντα . τουτων δ ' ἑκατερον ἐν ἑκαστῳ των ἐκλειπτικων χρονων πλειστην ἀν και ἀπεριληπτον παρασχοι περι τας μετα
μειζων ἡ κατα πλατος μηνιαια παροδος γινηται της ὑπο των ἐκλειπτικων ὁρων του ἡλιου περιεχομενης , κἀν ἀδιαφορως ταις τε
9999709 συμβαινοι
ἀγων ἀληθειαν καλλιεπειας ; Τουτο δε οὐκ ἀν ἀλλως αὐτῳ συμβαινοι , εἰ μη ἐγκυπτων πρωτον εἰς ἑαυτον και τα
του τονιαιου δυναμει τιθειη το του συντονωτερου σπονδειασμου ἰδιον , συμβαινοι ἀν δυο ἑξης τιθεσθαι διτονα , το μεν ἀσυνθετον
9999709 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999708 γονης
σπερματικον φυσι - κως ἁπασι κινειται , ἀρρεσι μεν δια γονης , θηλειαις δε δι ' ἐμμηνου καθαρσεως : διοπερ
ἀπολλυται το γεννητικον , προθυμιας μεν εἰς συνουσιαν γινομενης , γονης δε οὐδολως ἐκκρινομενης , και ἐστιν ἀνιατος ἡ διαθεσις
9999708 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999708 βελονην
το ἐπιγαϲτριον , ἀρκτεον ἀπο του δερματοϲ ἐξωθεν ἐϲω διειραντα βελονην : ἐπειδαν δε το δερμα και τον μυν τον
' ὑπερβαινονταϲ ἀμφω τα χειλη του περιτοναιου παλιν ἀντιϲτρεφειν την βελονην ἐξωθεν ἐϲω δι ' ἀμφοτερων των χειλων του περιτοναιου
9999708 Συβαρις
ἠν τις πιῃ , ἐκβαλλει τους ὀδοντας . ὁ δε Συβαρις ποταμος τους ἀνδρας ἁγνους ποιει . το δ '
και ἡμιν τοις ἐκ Φοινικης . Ποθεν οὐν μετεσκευασθε ; Συβαρις Ἰωνικη την Φοινικην κατεσχεν ὁμου πασαν , και γραφην
9999708 εὐπορησαι
των πραγματων , δια τουτο εἰπεν ὁτι θαυμαζω εἰ τις εὐπορησαι των ἀποντων προς ἁ δει δυνησεται . οἱ γαρ
δικην των ἀσυλλογιστων δια των ὁρων ἐλεγχεσθαι : ἐστιν γαρ εὐπορησαι ὁρων το ἐξ ἀναγκης οὐδενι συναγοντων : λευκον ,
9999708 εὐδια
του χειμωνος , οἱονει μετα την χειμερινην των φθασαντων καταστασιν εὐδια ἀλυπος παρα των θεων ὑμας διεδεξατο . ἀεισομαι χαιταν
. Ἡ ΕΥ διφθογγος ψιλουται , οἱον : εὐχη εὐλαι εὐδια εὐθεια και τα λοιπα , πλην του εὑδω και
9999708 νεανιαν
τινες ὁ ἐντρεχης και κεκινημενος [ ] , τινες δε νεανιαν , Νικανδρος νομεα : Ὁμηρος δε μαλλον ἐπι του
και κρατειν ἐπειρατο . ἠδη τε ὁρωσα ἐν ἀκμῃ τον νεανιαν γενομενον , και δεδοικυια μη ἀρα ἡλικια ἀκμαζουσα ὑπηρετουσης
9999708 τυραννικην
και βαρυτερος ἀει μαλλον τοις προσταγμασι γινομενος ἀπεσκηψεν εἰς ὠμοτητα τυραννικην και ποικιλων ἀνομηματων ὑπερβολας . αἰτια δ ' ἠν
προτροπην ἐχων της δωρεας , και ὁτι μηδεις ἐτι την τυραννικην καλεσῃ οἰκιαν : μηδεις εἰπῃ τον του τυραννου πατερα
9999708 καισαρα
, του ἀδελφου Σενωνος προτερου την κεφαλην ἀποκοψας , ὁν καισαρα χειροτονησας ἐπεστησε ταις Γαλλιαις , ὁτε ἀντεξηγε Κωνσταντιῳ την
Οἱ βαρβαροι δε ἀδειας δραξαμενοι ἐκυκλουν ἀδεως τους περι τον καισαρα : το δε περι αὐτον βαρβαρον μεχρι μεν τινος
9999708 Παναθηναιοις
' Ἀθηναιοις εἰναι μεγιστην προειρηται . ἐπει οὐν ἐν τοις Παναθηναιοις πασαι αἱ ἀπο των Ἀθηνων ἀποικισθεισαι πολεις βουν τυθησομενον
' ὀργης ἀλλα τε ἀμφοτερους προὐπηλακισεν , και ἀδελφην Ἁρμοδιου Παναθηναιοις ἡκουσαν ἐπι την πομπην κανηφορουσαν ἐξηλασεν ἐπ ' ἀτιμιᾳ
9999708 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999708 Ἀμφιδαμαντος
Κερκυονος του Ποσειδωνος . ὡς δε Ἑλλανικος , Μειλανιωνος του Ἀμφιδαμαντος του Ἐποχου του † ἀργηπου του Κηφεως του Ποσειδωνος
καλλιγυναικα . ἐνθα δ ' ἐγων ἐπ ' ἀεθλα δαϊφρονος Ἀμφιδαμαντος Χαλκιδα [ τ ' ] εἰσεπερησα : τα δε
9999707 συγκειμενῳ
ὁν ἐχει ἡ ΔΓ προς ΓΘ ὁ αὐτος ἐστι τῳ συγκειμενῳ λογῳ ἐκ τε του ὁν ἐχει ἡ ΔΓ προς
, τουτεστι το ἀπο της ΑΓ , ἀσυμμετρον ἐστι τῳ συγκειμενῳ ἐκ των ἀπο των ΑΒ , ΒΓ . ῥητον
9999707 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999707 ἱκετευομεν
ἡν ὑπεσχου σωαν ἡμιν ἀποδωσειν . και νυν τουθ ' ἱκετευομεν , οὐχ ἱνα της σαυτου φυσεως ἀναξιον τι φρονησῃς
, ῥεθος ἀελιωι δειξον . βαρος ἀντιπαλον δακρυοις συναμιλλαται : ἱκετευομεν ἀμφι γενειαδα και γονυ και χερα σαν προπιτνων πολιον
9999707 ἐξουσια
ἀγορασταις , ὡς Δεινων φησιν , ὠνεισθαι , ὡς ἀν ἐξουσια γενηται αὐτων λαμβανειν ὁταν θελῃ και μη ἀγοραζῃ .
λεγεις . Τι δ ' ἐν νηι , εἰ τῳ ἐξουσια εἰη ποιειν ὁ δοκει , νου τε και ἀρετης
9999707 μονοσυλλαβων
των ἀκναπτων ἱματιων κροκυδα . οὑτως Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . , : ναμα : παρα το
, χωρητικος ὠν των ἐγγραφομενων . Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . . . . . χαρτης ,
9999707 τεταρτημοριου
του ΑΕΓ και δια των του ΗΕΚ πολων γεγραπται , τεταρτημοριου μεν ἑκαστη γινεται των ΒΗ και ΒΘ και ΕΗ
σημειοις δωδεκατημοριου τους λβ ιϚ χρονους , ὁλου δε του τεταρτημοριου τους Ϙ συμφωνως . και ἐστιν αὐτοθεν φανερον ,
9999707 πηγανινου
ἠ κηρωτῃ ὑγροτερᾳ δια τινοϲ των τοιουτων ϲκευαϲθειϲῃ ἠ δια πηγανινου ἐλαιου . ἐμβρεκτεον δε και την κεφαλην ἐν μεν
μυουρου βοτανης και αὐτης κεκομμενης , ἐλαιου τηλινου , ἐλαιου πηγανινου , ἐλαιου ἀνηθινου . εἰς το ἐλαιον ἐμβαλε προς
9999707 γοητες
ἀρχουσι , μαθειν ἠρα : οἱς πασιν ἐναντιον χρημα οἱ γοητες , εἰ γαρ ἰσχυοι ταυτα , οὐκ ἐσται ἡ
και ἐπιδειξις . δη ] * διαβαλλονται οἱ Θετταλοι ὡς γοητες . και μεχρι νυν δε φαρμακιδες παρ ' ἡμιν
9999707 ἀλεξιφαρμακον
ἐοικεναι . Τουτον δε φασι τριβομενον μετα σκοροδου και πινομενον ἀλεξιφαρμακον των ὑπο σκορπιου δηγματων γινεσθαι . Και μετα ῥοδινου
ἀπο ξιφων , εἰτε και ἀπο ἑτερων τινων αἰτιων , ἀλεξιφαρμακον γινεται . Και στειραις δε γυναιξι περιδεσμουμενος εὐτοκιαν παρεχει
9999707 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999707 συμμετρως
ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε δει πραττειν , και ἐφ
' αὐτοις ἐπιλαμπει στιλβηδων μετρια , ταις δ ' ὑποστασεσι συμμετρως ἐχοντα φαινεται τῳ λογῳ του ποσου , ἀφαιρουνται δ
9999707 Αἰσωπος
τῳ Ξανθῳ το τελος και ἀπηλλαγησαν . Ὁ μεν οὐν Αἰσωπος ἠκολουθει προς την οἰκιαν ἀπιοντι τῳ Ξανθῳ . μεσημβρινου
Ζηνας ἀκουσας του Αἰσωπου οὑτως λαλουντος ἐθαμβηθη και φησιν ” Αἰσωπος λαλειν ἀρξαμενος ἐμε κεκρουκε : προκαταλαβωμαι αὐτου , ἐπει
9999707 ἀπουν
λογον ποιεισθαι του ἀνθρωπου , ἀλλα διαιρειν και τουτο εἰς ἀπουν και διπουν και πολυπουν : οὑτω γαρ το τελειον
την περιοδον ταυτην ἁτ ' οὐδεν ποδων δεον ἀσκελες και ἀπουν αὐτο ἐγεννησεν . Οὑτος δη πας ὀντος ἀει λογισμος
9999706 τυραννησας
ἐν οἱς ἠν και Διονυσιος ὁ μετα ταυτα των Συρακοσιων τυραννησας . Των δε κατα τον ἐνιαυτον τουτον πραξεων τελος
ἐστιν ὁμωνυμος τε τῳ Δεινομενους και ἐν Συρακουσαις και οὑτος τυραννησας , Ἱερων δε ἐκαλειτο Ἱεροκλεους : μετα δε την
9999706 σεληνιακου
. τα δε περι μητρος λαμβανεται οὑτως . ἀπο του σεληνιακου ζῳδιου , ἐφ ' οὑ ἑστηκεν ἡ Σεληνη ,
κατα το ἑτερον διδοσθαι , ὡς ἐστιν ιβʹ θεωρηματι του σεληνιακου ἀποστηματος δοθεντος και των διαμετρων ἡλιου και σεληνης ,
9999706 καμνω
, ἀπο του ἀνιω το λυπω , κημος ἀπο του καμνω , φιμος ἀπο του ἰφιμος εἰναι , ἠγουν στεῤῥος
λογος ; τι χρημ ' ἐρωταις ; και γαρ οὐ καμνω σχοληι . πατηρ Ἐρεχθευς σας ἐθυσε συγγονους ; ἐτλη
9999706 Τερπανδρον
υἱον Μαρσυαν , εἰτ ' Ὀλυμπον : ἐζηλωκεναι δε τον Τερπανδρον Ὁμηρου μεν τα ἐπη , Ὀρφεως δε τα μελη
προ Τερπανδρου τιθεις Λεσχην τον Λεσβιον Ἀρχιλοχου νεωτερον φερει τον Τερπανδρον , διημιλλησθαι δε τον Λεσχην Ἀρκτινῳ και νενικηκεναι .
9999706 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999706 Ἀναλυτικοις
Ἀναλυτικα της παρουσης πραγματειας : εἰπεν γαρ ὡς ἐν τοις Ἀναλυτικοις λεγεται . λαβε οὐν το λεγεται ἀντι του λεχθησεται
του ἁπλως ὑπαρχειν αὐτα , ἀλλ ' ὁπερ ἐν τοις Ἀναλυτικοις ἐπι της μιξεως του ἀναγκαιου και ὑπαρχοντος ἐλεγε ,
9999706 ῥητινης
ἐπι των πετρων , πισσα μιγνυμενη κηρωτῃ , θειον μετα ῥητινης , σιαλον ἀνθρωπου ἐπι παιδος , κροκοδειλου χερσαιου κοπρος
. κολοφωνιας της λιβανιζουσης και πιτυινης και της ῥυπαρας ξυλωδους ῥητινης της ἐν τοις κεραμιοις κομιζομενης ἀποχυματος πισσης ξηρας πισσης
9999706 Ἀνακρεοντα
τους νεους τοις μελεσι διαφθειροντας παρεδειξεν τον Ἰβυκον και τον Ἀνακρεοντα και τους ὁμοιους , ἀλλα τοις διανοημασι : και
ἀνθρωπους , και μαλιστα τους ἡγεμονας , και δια τουτο Ἀνακρεοντα μεν οὑτως εἰπειν ” ἐγωγ ' οὐτ ' ἀν
9999706 σφενδονητας
, Δημοσθενης δ ' ἐκ των περι την Ἀκαρνανιαν χωριων σφενδονητας τε και ἀκοντιστας ξυναγειρων . Οἱ δ ' ἐκ
δημου των Περσων δεκα μεν πελταστας προσελεσθαι , δεκα δε σφενδονητας , δεκα δε τοξοτας : και οὑτως ἐγενοντο μυριοι
9999706 Δικαιογενης
ὠ ἀνδρες , περι τουτων ἐμελλον ἀπολογησεσθαι μονον Λεωχαρης ἠ Δικαιογενης , ἀρκει ἀν μοι τα εἰρημενα : ἐπειδη δε
ἠ τας θυγατερας ἠξιουτε διαιτασθαι . . . προὐκειτο . Δικαιογενης δε τεως μεν ᾠκει παρ ' ἡμιν , δοκιμασθεις
9999706 κλυσμος
, σκεπη : προς το νεφριτικον , ἐκ της σικυης κλυσμος . Τῳ Παρμενισκου παιδι , κωφωσις : ξυνηνεγκε μη
ἐν ἀρχῃ δια φλεβοτομιας και σικυας , ἀφαιρεσις δε και κλυσμος και ἀποσιτια ἁρμοδιος . ἐνσταντος δε του παθους ἐπιβροχαι
9999705 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999705 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999705 στυπτηριας
ὀπτων λεκιθων , κηρου τυρρηνικου ἀνα δραχ . δ . στυπτηριας σχιστης δραχ . β . οἰσυπου ὑγρου , πομφολυγος
γρ . Ϛʹ σμυρνης τρωγλιτιδος . . γρ . Ϛʹ στυπτηριας . . . . . γρ . Ϛʹ ὀμφακιου
9999705 ἀναπνοην
, αἰων γιγνεται . ἀλλ ' ἐν πελαγει συγκλυσμος ; ἀναπνοην ἐχει ” Ζευ σωτερ ” εἰπειν „ ἀντεχου των
διενηχετο λανθανων ἐπι πολυ , μονην ἐκ διαστηματος ἀνισχων την ἀναπνοην , μεχρι φιλιᾳ νηι προσπελασας ὠρεξε τας χειρας και
9999705 ἀφοριαν
προς ἑσπεραν . Ἐν δε Ταυρῳ κατ ' Αἰγυπτον μεν ἀφοριαν σιτου και ὀχλων ἀκαταστασιαν της ἐκλειψεως γενομενης ἀπο δʹ
την κομην προς βορραν ἀνατεινῃ , λυπας και δενδρικου καρπου ἀφοριαν ἀποτελεσει . ἐν δε Αἰγοκερωτι ἀμαυρωθεις τῳ ἡγουμενῳ Αἰγυπτου
9999705 Μελησιου
Λυσιμαχος ἀρτι περι του πατρος του αὑτου τε και του Μελησιου , πανυ μοι δοκει εὐ εἰρησθαι και εἰς ἐκεινους
: ἀλλ ' οὐκ Ἀνδροτιων , ἀλλα και αὐτος τον Μελησιου . . . . . , : Κλεων δημαγωγος
9999705 Καλλικρατους
πελαγος κατεποντωσαν . . . : Καλλιστρατος δε φησιν ὁ Καλλικρατους ὁ δημαγωγος και αὐτος προς μεν τας ἡδονας ἠν
και Περσεως . ὁ μεν δη ταυτα ἐλεγεν ὑπο διδασκαλιᾳ Καλλικρατους : ἀναστας δε μετ ' αὐτον Ξενωνἠν δε ὁ
9999705 ἀγνοουντα
, ὠ θαυμασιοι , ληρειτε ; ἐγω γαρ οὐδεν ' ἀγνοουντα τἀληθες ἀναγκαζω μανθανειν λεγειν , ἀλλ ' , εἰ
ἠ κακιας κρινεσθαι ; χαλεπαινει γουν ὁ δικαστης οὐ προς ἀγνοουντα ἀλλα προς ἐθελοκακουντα . ἀλλ ' ὠ της των

Back