ἐξελασαντας παρα δυναμιν , μεγα νομιζοντων , εἰ και δεοι τελευταν μαχομενους ἐν τῃ αὑτων γῃ : συμπαντα ταυτα με
ἐρημον φασιν οὐ πολλων μετα πως τε δη και ποι τελευταν ; ἐστι τις σωτηρια ; ἀσμενον μολειν γεφυραν γαιν
9999990 τελευτησει
μγʹ , νβʹ , ξϚʹ , οδʹ , πθʹ : τελευτησει δε ἐπι της ἰδιας κοιτης . ὁ δε το
διαγινωσκειν , ὁπη ἑκαστον , και οἱως , και ὁκοτε τελευτησει , ἠν τε ἐς το ἀκεστον τραπηται , ἠν
9999986 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999985 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999984 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999983 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999983 τετελευτηκεναι
κακον τι αὐτον πεπονθοτα , ἐν γηρᾳ μετ ' εὐδαιμονιας τετελευτηκεναι . ῥᾳδιως δε και πλειονων εὐπορησομεν ἐπιχειρηματων , ἐαν
προσεστι δε τουτῳ και το μη εἰς ἁ ἐδει κεφαλαια τετελευτηκεναι την ἱστοριαν . ἐτη γαρ ἑπτα και εἰκοσιν περιειληφοτος
9999983 τετελευτηκοσιν
μεχρι γονατων διηκει . ἐγχυτριστριαι : αἱ τας χοας τοις τετελευτηκοσιν ἐπιφερουσαι : Πλατων Μινωι ἠ Περι νομου . ἐλεγον
] . ὁ δε Ἀχερων ἀπο των γινομενων ἐπι τοις τετελευτηκοσιν ἀχων παρηχθη [ και ἡ Ἀχερουσια λιμνη ] .
9999983 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999982 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999981 παρεχουσα
του ἐκτεινομενη ἠ ἐξαπλουμενη ἠ ῥηγνυομενη και ἐκ τουτου ἀλγηματα παρεχουσα . * πιτναμενη : ἀραιουμενη * μυδοεν : σεσηπος
ὁλκασι τε και πλοιοις μακροις ἡ τε ἐμπορια καθειστηκει πολλην παρεχουσα των ἀναγκαιων και των ἀλλων την ἀφθονιαν και ἡ
9999981 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999981 ἐξαιρετον
ἀναξ , Ἀτρεως φιλος παις , τησδ ' ἐρωτ ' ἐξαιρετον μαιναδος ὑπεστη : και πενης μεν εἰμ ' ἐγω
φωσι το ὑγιαζειν κοινον ἰατρου τε και οὐκ ἰατρου καθεστηκος ἐξαιρετον γινεσθαι του τεχνιτου , ἐπειδαν ἰατρικως ἀποτελεσθῃ , τοτε
9999981 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999981 λαμπροτητος
' αὐταις , ἀρκεσθησεσθαι δε τῳ θ ' ἱππῳ της λαμπροτητος των σημειων ἑνεκεν και ἑνι αἰχμαλωτῳ , ὁς ἐτυχεν
τα ἑξης . Ἀλλ ' ὁπερ ἐλεγομεν , κατα μεν λαμπροτητος σχηματα οὑτως ἀκμη γινεται : κατα δ ' αὐ
9999981 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999981 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999981 συνισταμενα
ὑπο των αὐτων αἰτιων γινομενα και περι τα αὐτα χωρια συνισταμενα . ἐπιπολαια μεντοι ἡ κατασκευη αὐτων και οὐκ ἐνδιαθετος
γαστερα , παυσεις τον στροφον . Τα ἐν τῳ πνευμονι συνισταμενα παθη ὀξος δριμυ χλιανθεν και ἐγχυθεν ἰαται : ἠ
9999980 εὐστομαχον
, οὐδεν ἀτοπον : ἐχει γαρ τι και εὐκοιλιον και εὐστομαχον και διουρητικον . λαμβανειν δε δει τουτου δια θερμου
οὑτως τε ἐκθλιβειν και ἀποτιθεσθαι . ἱκανως ἐστι στυπτικον και εὐστομαχον ῥευματιζομενῳ τε στομαχῳ και κοιλιᾳ χρησιμον προς τε τας
9999980 πλεκταναις
την ἰδεαν , και ὑπο ταις της τευθιδος ἠ τευθου πλεκταναις φερεται , ὑποφερεται δε γε ὁμοιως και ταις της
, ὡς μη ἁλισκοιτο σαγηνευθεισα και περιπεσουσα ταις του θηριου πλεκταναις . την μεν γαρ ἀνδριαν και την ἀλκην αὐτης
9999980 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999980 ϲτομαχον
ἐμβαλων τῳ ἀργυρῳ περιαπτε : φορειτωϲαν δε ἀει περι τον ϲτομαχον τον χλωριζοντα ἰαϲπιν . Προϲ φλεγμοναϲ ὀφθαλμων . Λυκιον
ὠφελει δε και ταϲ καθ ' ἡπαρ και κοιλιαν και ϲτομαχον φλεγμοναϲ . Ϲχοινου λειαϲ . Ἡ μεν ὀξυϲχοινοϲ ὀνομαζεται
9999980 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999980 διακαθαιρει
. Σκορδιον ἐχει τι πικρον και στρυφνον και δριμυ : διακαθαιρει τε οὐν ἁμα και θερμαινει τα σπλαγχνα . Σκοροδον
οὐρα και καταμηνια κινει και ἐμβρυα καταϲπᾳ και τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει πινομενοϲ : ταιϲ τε ἐκ θωρακοϲ και πνευμονοϲ ἀναγωγαιϲ
9999980 βουλευσεως
και βουλευεται , ἡ δε φυσις ἀπο της ἀρχης ἀπροσδεης βουλευσεως . Και δει του παντος την διοικησιν και τον
, δωροξενιας δωρων , συκοφαντιας , ψευδοκλητειας , ψευδεγγραφης , βουλευσεως , ἀγραφιου , μοιχειας . εἰσαγουσι δε και δοκιμασιας
9999980 σπουδαιων
ἐν γλυ - κει κρητικῳ , ἠ ἑτερῳ τινι των σπουδαιων . Ἐρασιστρατος δε ἐν τῳ περι δυναμεων ἀνεγραψατο ,
διαφοραν των ὀντων , ἀψυχων ἐμψυχων , ἀλογων λογικων , σπουδαιων φαυλων , δουλων ἐλευθερων , νεωτερων πρεσβυτερων , ἀρρενων
9999980 μαντικην
Τυφωνος εἰς την θαλασσαν ἐωσαν . Ἐκ τουτου τα παιδαρια μαντικην δυναμιν ἐχειν οἰεσθαι τους Αἰγυπτιους , και μαλιστα ταις
. Οἱ δε Ἐναρεες οἱ ἀνδρογυνοι την Ἀφροδιτην σφισι λεγουσι μαντικην δουναι : φιλυρης ὠν φλοιῳ μαντευονται : ἐπεαν την
9999980 ὠφεληθηναι
ἀπειρηκοτας ὡς μητε ὑπο της ταφρου μητε ὑπο του ἐρυματος ὠφεληθηναι μηθεν μητε αὐτας διαφυλαξαι τας ναυς . ποια γαρ
ταξιν ἠ θεατου τον ἐπινενοηκοτα λαχειν ἀξιωσας . οὑτως οὐδε ὠφεληθηναι τινες προς ἀδικων ἀξιουσιν , ἀλλα της γενησομενης ὠφελειας
9999980 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999980 Παναθηναιων
δε Ἀρειου παγου πλησιον δεικνυται ναυς ποιηθεισα ἐς την των Παναθηναιων πομπην . και ταυτην μεν ἠδη που τις ὑπερεβαλετο
το ἐν ἀκροπολει ξοανον της Ἀθηνας ἱδρυσατο , και των Παναθηναιων την ἑορτην συνεστησατο , και Πραξιθεαν νηιδα νυμφην ἐγημεν
9999980 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999980 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999980 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999980 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999979 παρεθηκεν
θεων ὀπιν ᾐδεσατ ' οὐδε τραπεζαν , την ἡν οἱ παρεθηκεν : ἐπειτα δε πεφνε και αὐτον . καιτοι θεος
Πολυδωρον τον υἱον Πριαμου : αὐτωι γαρ ὁ βασιλευς Πριαμος παρεθηκεν μικρον ὀντα μετα των χρηματων , ἱνα αὐτος περισωθηι
9999979 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999979 τετραμετροι
ἑφθημιμερες , ὁ καλειται παροιμιακον . ἑξης τουτων στιχοι τροχαϊκοι τετραμετροι καταληκτικοι γʹ . ἑξης τουτων κωλα ὁμοια τοις ἀνω
και ἐκθεσις εἰς αὐτην την παραβασιν . στιχοι ἀναπαιστικοι καταληκτικοι τετραμετροι μαʹ . Γ εἰ μεν τις ἀνηρ των ἀρχαιων
9999979 σημαντικην
ὀνοματος τα σημαινομενα : και γαρ πασαν φωνην κατα συνθηκην σημαντικην ὁτουουν των ὀντων της του ὀνοματος ἀξιοι προσηγοριας ,
δηλον ὡς οὐκ ἀποδεξομεθα τον Διαλεκτικον Διοδωρον πασαν οἰομενον φωνην σημαντικην εἰναι και προς πιστιν τουτου καλεσαντα των ἑαυτου τινα
9999979 μισθουσθαι
ἱλαριας μετεχειν , ἐναντια δε ἀγοραζειν , οἰκιας ἠ χωρας μισθουσθαι ἠ μετοικιζεσθαι , ἐκτιτρωσκειν δε ἐπικινδυνον και ταις αὐτοματως
δε Ταυρῳ σπειρειν , φυτευειν και ἀργην γην γεωργειν , μισθουσθαι δε χωραν ἀσυμφορον , ἐν δε Διδυμοις γεωργειν και
9999979 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999979 βουλευτης
συμβουλευτικον εἰς τρια : τοπος το συμβουλευτηριον , προσωπον ὁ βουλευτης , τελος δε το συμφερον : του δε πανηγυρικου
πρωτος λαχων ἀποδοκιμασθῃ ἠ τελευτησῃ , ἀντ ' ἐκεινου γενηται βουλευτης ὁ ἐπιλαχων αὐτῳ . ὑποφαινεται δε ταυτα ἐν τῳ
9999979 παρεδωκαν
παντας . οἱ δε την ἀκροπολιν ἐπι σωτηριᾳ των οἰκειων παρεδωκαν οὐκ ἀναμειναντες Κροισου τας κενας των Ἑλληνων ἐλπιδας .
της Ἰστωνης ὀρος . οἱ δε [ τα ] ὁπλα παρεδωκαν ἐπιτρεποντες τῳ δημῳ [ τῳ ] των Ἀθηναιων βουλευσασθαι
9999979 μελαιναν
δη εἰναι αἱμα και φλεγμα και χολην ξανθην τε και μελαιναν . Και τουτεων πρωτον μεν κατα νομον τα οὐνοματα
χαλκῳ , ἠνωγει δε μ ' ἰοντα θοην δια νυκτα μελαιναν ἀνδρων δυσμενεων σχεδον ἐλθεμεν , ἐκ τε πυθεσθαι ἠε
9999979 ταλαινης
ὁσα ἀλλα σιτοπονων τε και ὀψαρτυτων περιεργιαι κατα γαστρος της ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων
δε δη ταφον χωσους ' ἀδελφῳ φιλτατῳ πορευσομαι . Οἰμοι ταλαινης , ὡς ὑπερδεδοικα σου . Μη ' μου προταρβει
9999979 πολυειδης
εἰς το τρεπομενον και πασχον καθηκουσιν . Ἡ μεντοι γενεσις πολυειδης οὐσα και ἐκ διαφεροντων συνισταμενη τῃ οἰκειᾳ μεν ἐναντιωσει
της ὀνομασιας ἀπο του περι αὐτον σχηματος . ἐστι δε πολυειδης και πολυκινητος , ἐκ της των ἀνωμαλων και ἀτακτων
9999979 παρεγενετο
συνταξιν ἀποφερεται το βασιλευς : φαμεν γαρ ὁ βασιλεως οἰκετης παρεγενετο , των ἀλλων προσηγορικων ἀπαραδεκτων ὀντων . Και μηποτε
ἠν ἐκ Δηϊανειρας αὐτῳ παις πρεσβυτερος , Ἰολην γημαι , παρεγενετο εἰς Οἰτην ὀρος , ἐνθα πυραν ἐνησεν , ἡς
9999979 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999979 ἀποκριτικης
δικην ἀψυχου : δευτερον , το ἐπι πλημμελει βλαβῃ της ἀποκριτικης δυναμεως γινομενον . Τοιγαρ ὁτι της ἀποκριτικης δυναμεως πλημελως
κρισεως παχος ἐχοντα παρυφισταμενα φαινεται , δια ῥωμην μαλλον της ἀποκριτικης δυναμεως γινεται , τα φαυλα και ἀρχεια πανυ διωθουμενης
9999979 συμβουλευοντι
ποιει τον λογον , ὡς ὁ Ἀριστειδης ἀντιλεγων τῳ Καλλιξενῳ συμβουλευοντι μη θαπτειν τους δεκα στρατηγους , ἐπειδη ἀνῃρεθησαν μιᾳ
ὁτ ' ἀν δε μη πειθεσθαι αὐτῳ , ἐπιστευσας τῳ συμβουλευοντι μη πειθεσθαι : κοινωνει δε και τουτο τοις προλαβουσι
9999979 συμπλακεντα
, οὐδε μην ἀδικημα νενομισται το μη γραψαι νικην , συμπλακεντα δε ἀμφω και ἑνωθεντα ἀδικηματος λαμβανει συστασιν : το
φρονησει . διεζευγμενα μεν οὐν ἀσθενει προς τας ἐπιχειρησεις , συμπλακεντα δε μεγα τι και σφοδρον ἀποτελει προς ἀρετην ἠ
9999979 τεκουσαν
μοι χεροιν σαιν αὐτος ἐξ οἰκου λαβων ἐς χειρα την τεκουσαν , ὡς εἰδω σαφα εἰ τοὐμον ἀλγεις μαλλον ἠ
θροει τις . Ὠ τεκνον , τεκνον , οἰκτιρε την τεκουσαν . Ἀλλ ' οὐκ ἐκ σεθεν ᾠκτιρεθ ' οὑτος
9999979 ποιητρια
ἑτερα ἐν τῃ Λεσβῳ ἐγενετο Σαπφω , ἑταιρα , οὐ ποιητρια . Λεγει Ἡσιοδος , την ἀηδονα μονην ὀρνιθων ἀμοιρειν
; καιτοι Σαπφω , γυνη μεν προς ἀληθειαν οὐσα και ποιητρια , ὁμως ᾐδεσθη το καλον της ἁβροτητος ἀφελειν λεγουσα
9999979 μισθον
τους ἐλευθερους . Λατρις : ὁ ἐπιμισθιος : τον γαρ μισθον λατρον ἐλεγον : νυν δε και ὁ δουλος .
θεους . ἐπει ὁ γερων εἰπεν ἀσυναρτητως : ὁτι ” μισθον σοι ὀμνυω [ καταθησειν ] τους θεους “ ,
9999979 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999979 ἀποφαντικως
παραταξωμαι : προς τι με ἐρωτᾳς τοδε : ἐπιθυμια : ἀποφαντικως , ἀντι του : ἐαν μαχησησθε , παντως ἀπολεισθε
ἐστι δε και λογικως περι τουτων , τουτ ' ἐστιν ἀποφαντικως και πρεποντως τῃ λογικῃ θεωριᾳ , ζητειν . πρεπει
9999979 παραμυθια
ἠν ἡ γραφη , τις ἀν ἐγενετο παρα ζωγραφου μειζων παραμυθια τοις δυστυχημασιν , ἠ γραφεσθαι παρ ' αὐτοις των
ἁπερ ἡκει . μικρα μεν γαρ ταυτα , πενητι δε παραμυθια , Ῥητοριος δε των οὐκ εὐπορων . ἐστι δε
9999979 ἐπιστωσατο
και ἀνδριαντων ἀναστασεσι ταις τε λοιπαις τιμαις την δοθεισαν χαριν ἐπιστωσατο . ἐπει δε αὐτῳ τα προς τον Ἀλβινον δια
προς την Ὀλυνθιαν γυναικα , ἐκ του ἀλλου βιου ταυτα ἐπιστωσατο : οὐκ ἰσασιν οὑτοι σε το μεν ἐξ ἀρχης
9999978 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999978 ἁρμονικων
εἰς την ψιλην κιθαρισιν πρωτος εἰσενεγκειν και πρωτος μαθητας των ἁρμονικων ἐλαβε και διαγραμμα συνεστησατο . ἠν δε και ἐν
περιοδους ἐγκυκλιους τε πασας εἰναι και τεταγμενας και τας των ἁρμονικων συστηματων ἀπο - καταστασεις ὁμοιως ἐχειν . ἐπειδηπερ ἡ
9999978 παρεστωτα
: ἀλλα με οὐχ ἑωρας καιτοι πλησιον μαλα τῃ κορῃ παρεστωτα . Σοι μεν οὐν ἐκεινην ἐδωκα : και ἠδη
ἀποτεμειν , καιτοι μυριων ἀγωνισμα τιθεμενων τουτο , πριν ἠ παρεστωτα οἱ κυνα ἀποκτειναι , ὑπ ' αὐτου τραφεντα και
9999978 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999978 θελησας
ἐστιν ἀγωνιωντος τα ῥηματα και δεδοικοτος το μελλον . εἰτα θελησας εἰπειν ἡξει Φιλιππος ἐπι την πολιν οὐ φανερως αὐτο
ἐπεμπον . . . Ὁ δε Φρυξ ὁ Μιδας ἑλειν θελησας τον Σατυρον , οἰνῳ φαρματτει τα ναματα , και
9999978 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999978 εὐφοριαν
Ἀνατειλασα τοινυν ἡ Σωθις χρυσοειδης εἰς ἁπαντα γινεται συμφορος : εὐφοριαν γαρ και τα καλλιστα τῃ χωρᾳ μηνυει , τας
μαγοι δυο ταυτα ἐμαντευσαντο , εὐετηριαν την ἐξ ὡρων και εὐφοριαν την παρα τον της ἀρχης αὐτου χρονον και πολλους
9999978 παρασκευαζει
ὑπερ . πορσυνεται : εὐτρεπιζει , παρεχει , εὐτρεπιζεται , παρασκευαζει , ποιει , ἀπο του πορω το παρεχω ,
τι ὀξυωπες της διανοιας φαρμακον , ῥωμην αὑτη οὐκ ἀγεννη παρασκευαζει προς την θεαν των ὁλων : ἀθεατοι δε οἱ
9999978 θεραποντι
μοι χρηματα γραψαντας και κατασημηναμενους δουναι την ἐπιστολην τῳ Κροισου θεραποντι φερειν . ταυτα δε ὁσα ἐλεγε και γραψας και
' ἠν , ἱππῳ δε Ποδαργος και κυνι Ληθαργος και θεραποντι Βαβης : Θεσσαλος , ἐκ Κρητης , Μαγνης γενος
9999978 δημοσιοις
ὁσα ἠν ἠ χρυσος ἠ ἀργυρος ἐν ἱεροις τε και δημοσιοις , παντα συλησας ἐκελευσε και τον ἰδιωτικον ἐκφερειν τους
συν ὁπλοις κατακλειουσι τους Ἰταλους ἐν τοις ἐπαρχι - κοις δημοσιοις οἰκοις πεντε και τεσσαρακοντα ὀντας , βουληθεντας μεν ἐς
9999978 εὐεργετου
ὑπερεχειν φιλητον , το εὐεργετειν φιλητον . ὁραται δε του εὐεργετου ὑπεροχη και το εἰναι αὐτου , ᾑ ὑπερεχων και
ἐξειναι ὁσακις ἀν θελῃς ἀποκηρυττειν , και κατα γε του εὐεργετου προσετι την ἐξουσιαν ταυτην συγχωρησωμεν , οὐχ ἁπλως ,
9999978 τρια
πρεμνων . Χρη δε κοπριζειν τας ἐλαιας παρα δυο ἠ τρια ἐτη . δει δε τον φυτευοντα ἐλαιαν παντι τροπῳ
ἑνος τον τρια προς ἑνα τριπλασιον , καταλειπεται δυο προς τρια ὑποημιολιος . Ὁτε οἱ τρεις ὁροι οὐκ εἰσιν ἐν
9999978 ἐπραττεν
σοφιαν προγιγνωσκειν και φασιν , ὡς μαγῳ τεχνῃ ταυτ ' ἐπραττεν . δοκει οὐν μοι μη περιιδειν την των πολλων
Σινωπευσιν ἀγοραν διαπεμποι . Ὁ δε οὐ μονον το κελευομενον ἐπραττεν , ἀλλα και ἁ παρεσκευαστο πεμπειν τοις Μιθριδατειοις ,
9999978 βουλευου
σκοτεινα . . προς ταυτα βουλευ ' ] προς ταυτα βουλευου και σκοπει το προσηκον , ὁτι ταυτα ἁ σοι
στρατευμ ' ἁπτομενον πυρι δαϊῳ . μη μοι θεους καλουσα βουλευου κακως : πειθαρχια γαρ ἐστι της εὐπραξιας μητηρ ,
9999978 μαλαξας
λαβῃ , καθελων ἀπο του πυρος και βαλων εἰς θυιαν μαλαξας χρω . το δ ' ἀποσυρεν δερμα οὐ χρη
πυρος , ἐπιπασσε μανναν : και ἑνωσας , ψυξας και μαλαξας χρω . Εὑρισκεται γαρ ἐν τῃ ἐμπλαστρῳ πυον παχυτατον
9999978 αὐλητριδος
. , εἰ γνησιος . . και Νεμεαδος δε της αὐλητριδος Ὑπ . μνημονευει ἐν τῳ κατα Πατροκλεους . .
δε της Πυθιονικης Θεοπομπος φησιν ὡς Βακχιδος ἠν δουλη της αὐλητριδος , ἐκεινη δε Σινωπης της Θρᾳττης της ἐξ Αἰγινης
9999978 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999978 ἀσθενεστεροις
, διδου ⋖ αʹ μετ ' οἰνου , τοις δε ἀσθενεστεροις μετα γαλακτος . Εὐζωμου σπερματος ⋖ βʹ , κυμινου
δ ' αὐ δια την του χυμου συγγενειαν ἐπ ' ἀσθενεστεροις , εἰ μη που τις προσαποδοθεισα αἰτια κἀπι τουτου
9999978 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999978 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999978 συμβαντι
εἰκασθεις . το μεν δη παραυτικα την Δημητρα ἐπι τῳ συμβαντι ἐχειν ὀργιλως , χρονῳ δε ὑστερον του τε θυμου
κατεφαγεν τα δε συνεπατησεν , αὐτον δ ' ὑπεραγανακτησαντα τῳ συμβαντι , πελεκεως τινος πλησιον ἀκονωμενου , τουτον ἁρπαξαντα ,
9999978 φορουντα
της ἀκροασεως . ἰδοντα δ ' ἐκεινον χλαμυδα και καυσιαν φορουντα και κρηπιδα , καταγελασαντα „ το παλαιον ” φαναι
σωτηρος ἑλησθε , ἠδη χρη γεραον , πολιον σφοδρα κρατα φορουντα οἰνον , ὑγραν χαιταν λευκῳ πεπυκασμενον ἀνθει πινειν ,
9999978 σφενδοναις
καθοπλισας τροπον και ἑτερους συνεπαγομενος ἀξιναις και πελεκεσι χρωμενους ἠ σφενδοναις ἠ δρεπανοις ἠ ξυλοις πεπυρακτωμενοις ἠ και μαγειρων ὀβελοις
πεπλωκοτες / ἀχλαινον ἀμπρευσουσι νηλιποι βιον , / τριπλαις δικωλοις σφενδοναις ὡπλισμενοι . / ὡν αἱ τεκουσαι την ἑκηβολον τεχνην
9999978 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999978 γνωσεως
, οὑτω και της νοερας και ψυχικης εἰναι τινα κοινοτητα γνωσεως οὐσιωδους , οὐ συννοων ὁτι ἡ ψυχικη ἀπο της
. εἰ δε συνεπιμεριζει τουτῳ ὁ Ζευς , δηλοι προσθηκην γνωσεως και παιδευσεως δι ' ὡν ὠφεληθησεται και ἐπικτησεται ὠφελειας
9999978 μονομερες
, Ἑρμογενει δε οὐκ εἰρηται , ὁ καλουσι τινες διπλουν μονομερες , ἐν ᾡ δυο πραγματα ἐστι και προσωπα κρινομενα
και τους ἐξ ἑκατερου μερους λο - γους δια το μονομερες : το γαρ μονομερες τους ἐξ ἑκατερου μερους λογους
9999978 γινωσκομεν
ἑκαστον γνωριζομεν , ταυτα ἐκεινου ἀρχη ἐκ δε των ὁρισμων γινωσκομεν ἑκαστον των ὀντων , οἱ ὁρισμοι ἀρα ἀρχαι .
ἠ βραδεως . και φησιν ἐκ τεσσαρων τινων σημειων τουτο γινωσκομεν , ἀπο τε της ὀδυνης και της βηχος και
9999978 κολπους
διακεκομμενων και ὀστων θαυμαστως : ἐτι ποιει προς ἐπιφορας και κολπους και ἐπι των ἀποστηματων , ὁταν κομισαμενος το ὑγρον
των σπληνων και ἡπατος . προσλαβον δε νιτρον ὀλιγον ῥησσει κολπους και σκολοπας ἀναγει : εἰ δε μιξαις τοις συκοις
9999978 παρανομῳ
οἱον τ ' ἠν τον τα ἐννομα γραφοντα ταὐτα τῳ παρανομῳ ψηφισματι γραφειν . ἐκεινοις δε τοις προτεροις ψηφισμασι ,
εἰ ἐν καλῳ γεννησεται . Οἱ δ ' ἀν ἐν παρανομῳ και παρα την φυσιν ἐθελωσι γενναν , ἐκ της
9999978 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999978 ἀνηγοντο
' ἑαυτων το ἀναγκαιον , ἀλλα δια τουτο και μονον ἀνηγοντο ὡστε σαφεστεραν ἡμιν την δειξιν δια των γνωριμωτερων γενεσθαι
προ του δουλειαν λῃστρικην ἰδειν . Ταυτα λεγοντες οἱ μεν ἀνηγοντο , οἱ δε κατεφλεγοντο . Ἐν τουτῳ δε ὁ
9999978 μετεθηκεν
το ε τας ἐγκλινομενας των ἀντωνυμιων εἰς τον ὀρθον τονον μετεθηκεν , ἁς οὐκ ἀλλως τις ἐγκλινειεν , εἰ μη
τωι αὐτωι βιβλιωι ἀραμενος ὁ γενναιος αὐτηι ἀκροπολει και τειχεσι μετεθηκεν ἐς την Μεσοποταμιαν , ὡς περιρρεισθαι αὐτην ὑπ '
9999978 κληθεντα
κατω σπατανην . Δημητριος δε ὁ Σκηψιος φησι Λακωνα τινα κληθεντα ἐπι θοινην παρατεθεντων ἐχινων ἐπιλαβεσθαι ἑνος , οὐκ εἰδοτα
, Ὁμηρος δε ἐν τραπεζῃ ὑπ ' Αἰγισθου προς εὐωχιαν κληθεντα . και παλιν φησιν ὁτι Αἰγισθος καλεσας τον Ἀγαμεμνονα
9999978 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999978 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999978 διδαχης
ἡμων . το δη μετα τουτο οὐ πολλης ὑπελαμβανον ὑμιν διδαχης δεησειν , ὁτι καλλιον τε και δικαιοτερον περι της
ἐοικεν , οἱ μεν των χρηστων ἀνθρωπων ἑνεκα γιγνονται , διδαχης χαριν του τινα τροπον ὁμιλουντες ἀλληλοις ἀν φιλοφρονως οἰκοιεν
9999978 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999978 Ἀθηναιοι
γαρ αὐτοις προς τον πρωτον φοβον και την προσδοκιαν οἱ Ἀθηναιοι οὐκ εὐθυς ἐπεκειντο , κατα τε την ἡμεραν ἑκαστην
ἁμα δε στρατευμα διαβιβαζειν ἱκανον προς ἑαυτους . και οἱ Ἀθηναιοι μεντοι ὀργιζομενοι τοις Λακεδαιμονιοις δια το Σφοδρια ἐργον ,
9999977 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999977 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999977 γελοιοτερα
το δε και των φιλοσοφειν προσποιουμενων πολλους πολλῳ ἐτι τουτων γελοιοτερα δραν , τουτ ' ἠδη το δεινοτατον ἐστι .
παρεσχε μοι την διατριβην , τα δε των ἰδιωτων πολυ γελοιοτερα : και γαρ αὐ κἀκεινους ἑωρων , Ἑρμοδωρον μεν
9999977 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999977 ἀναμφισβητητον
, και ᾐδεσαν ταυτην ὁποια ἠν , και ἐπ ' ἀναμφισβητητον παντες κατεχωριζοντο . καλον μεν γαρ ἡγειτο ὁ Κυρος
πολλην ἐχοντες ὑπερβολην , εἰτα κατα την ψυχην , ὡστε ἀναμφισβητητον εἰναι και φανεραν την ὑπεροχην τοις ἀρχομενοις την των
9999977 γεγενημενην
λαμπροτεραν οὐχ ὁτι Καρχηδονιοις ἀλλ ' οὐδ ' ἀλλοις τοιαυτην γεγενημενην ῥᾳδιως ἀν εὑροις περι τουτους τους χρονους , και
παρακαλων μητε την Ἑλλαδα χωλην μητε την πολιν ἑτεροζυγα περιιδειν γεγενημενην . . . , : ὁ δε ποιητης Ἰων

Back