σπωμενου τε και προς ἑαυτον ἑλκοντος το συνεχες μερος του ταρσου . εἰ δ ' ὁ μεν ἑτερος ἐνεργει μυς
ἑτερα ἀγκυλη τασσεται εἰς τα ἐμπροσθια μερη κατα την του ταρσου ταξιν , ἡ δε μεση ἀγκυλη , τουτεστιν ἡ
9999977 Φερεκρατειον
βʹ ἀντισπαστικον διμετρον καταληκτικον , ἠτοι ἑφθημιμερες , ὁ καλειται Φερεκρατειον ἐκ διτροχαιου . Το γʹ ἰαμβικον τριμετρον βραχυκαταληκτον ,
ἀναπαιστικον ἑφθημιμερες . το δʹ δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ Φερεκρατειον . το ζʹ τριμετρον ἀκαταληκτον . το ηʹ διμετρον
9999977 βαλλομενα
οὐκ ἐνηλλαξε , την δε προθεσιν προσλαβων εἰρηκεν ἐπι πυργων βαλλομενα . . . . . του δ ' οὐποτε
, ἱν ' ᾐ καναχιζε δε δουρατα ὡς ἐπι πυργους βαλλομενα , οὐ τα ἐπῳκοδομημενα τῳ τειχει ἐκαναχιζε ξυλα .
9999977 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999977 τεταρτου
το κεντρον αὐτης κατα το ἐλαχιστον ἀποστημα , ὁπερ ἐστιν τεταρτου ὁρου του της ἀνωμαλιας ἀριθμου περιεχοντος μοιρας ρπ και
το γʹ ἰωνικον ἀπ ' ἐλαττονος διμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου ἀντι ἰωνικου και διιαμβου : το μεντοι κωλον της
9999977 ἀποφατικου
του ἐναντιου , το μεν καθολου καταφατικον ὑπο του καθολου ἀποφατικου , ὁ ἐστι και αὐτο ἐν δυο σχημασι ,
και δια πλειστων συλλογισμων : ἀλλα και δια του καθολου ἀποφατικου , ὁ και αὐτο ἐν δυο τε σχημασι και
9999976 ἑλκομενης
εἰς τα κενωματα των ἀπενεχθεντων κατα τα πλαγια των ἀγγειων ἑλκομενης της τροφης και καταχωριζομενης ” . ἀλλ ' οὐδε
τον τοπον ἐνιοτε λαμβανειν ἀνακλωμενης της ἡμετερας ὀψεως ἀπο της ἑλκομενης ὑγροτητος ὑπ ' αὐτου προς τον ἡλιον . δια
9999976 προστιθεμενη
δε οὐκ ὀντα . ἡ μεν γαρ γραμμη κατα μηκος προστιθεμενη ποιει αὐξησιν και μειωσιν , κατα δε πλατος οὐκετι
προσθῃς , το παν γινεται ἀρτιον : μονας δε ἀρτιῳ προστιθεμενη το παν περιττον ποιει : οὐκ ἀρα ἀρτιον ἡ
9999976 φιλονεικος
την θηραν ὁ Ἐρως αὐτῳ , και , ἁτε δη φιλονεικος θεος , ἀντιταττομενον ἰδων και βεβουλευμενον , ὡς ᾠετο
τουτο . ἀνδρων : ἀνθρωπων . Δυσμαχος : ἀπιστος , φιλονεικος , δυστυχης , δυσπειθης κατα του διηγεισθαι . ἀτρεκεεσσι
9999976 εὐδαιμονεστερος
, ἱνα , καθ ' ὁσον αὐτῳ δυναμις , εὐδαιμονων εὐδαιμονεστερος ᾐ . ὁ δε γενναιος τυραννος οὐ μακαριων εἰναι
λυποιτο λυπας ἀρα τοιουτου ὀντος του βιου , οὐκ ἐσται εὐδαιμονεστερος ὁ του κοσμιου ἠ του ἀκολαστου ; ὁ μεν
9999976 φιλονεικιας
γνωσιμαχειν δια της λεξεως , οὐ μην πεπαυται καθαπαξ της φιλονεικιας βουλομενος το ἐξ ὑπονοιας σημειον συστησαι : δηλον δε
ἐᾳ τους ἐχοντας αὐτον σωφρονειν . ἀλλα τας μεν τουτων φιλονεικιας ἐασατε χαιρειν , ἁ δε ψηφισαμενοι τῃ πολει σωτηρια
9999976 καθαιρεσεως
ἡ πρωτη προφασις και μικρον πταισμα εἰπων το ῥᾳδιον της καθαιρεσεως ἐδειξεν . τουτο γαρ μαλιστα του δυνατου κεφαλαιου τιμιωτατον
τε της διαιτης και της των τροφων δυναμεως και περι καθαιρεσεως σαρκων , και συν ἐκεινοις δε και πομασι και
9999975 βοηθητεον
ὠφειλετο . ὡστε ὁτι οὐ μνησικακητεον , δια τουτο οὐ βοηθητεον . συμβεβηκε δ ' ἁ μαλιστ ' ἀν τις
δριμεων παροξυνονται . δοκει δε των ἀνιατων δια σφοδροτητα . βοηθητεον μεντοι και τουτοις κατα την παρηγορητικην δυναμιν . ὁταν
9999975 κου
Αὑτη ἡ νουσος προσπιπτει μαλιστα ἐν ἀλλοδημιῃ , και ἠν κου ἐρημην ὁδον βαδιζῃ και ὁ φοβος αὐτον λαβῃ ἐκ
ποικιλιᾳ της κρασεως , ποτε μεν συγκειμενον ἐκ διηγηματι - κου , ποτε δε ἐκ δραματικου , ποτε δε ἐκ
9999975 κτητικον
ποταμων : Ἑλλανικος : Φιλικος ὀνομα κυριον : το γαρ κτητικον ὀξυνεται , και βραχυ ἐχει το ι : το
και Καπιννητης ] , ὡς Αἰγινατης και Αἰγινητης . το κτητικον Καπιννατιος . Καππαδοκια , χωρα τῃ Κιλικιᾳ προσχωρος ,
9999975 συντεταγμενα
ἐπι το του Διος ἀντρον και διατριβων ἐνθαδε , ἀπῃει συντεταγμενα ἐχων παραγγελματα τινα , ἁ ἐφασκεν εἰναι προσταγματα του
' ἀπειρον . λεγομεν οὐν προς τουτο ὁτι τα μεν συντεταγμενα ἀλληλοις οὐ λεγονται εἰναι γενη ἐκεινων , ἠγουν ὡν
9999975 διουρητικων
, πινειν τε το ὑδωρ μετ ' οἰνου λευκου των διουρητικων : και σιτια δε ἀντι μεν των ψυχοντων θερμαινοντα
κατεσκληκοτων : ἱκανως γαρ διοχλει τους τοιουτους . των δε διουρητικων τα μεν δια στοματος λαμβανεται ποτιμα . τα δε
9999975 ἀσθενεστερας
Τρωες , οὐ μην ὁσονπερ οἰεται . γυναικας μεν ἀνδρων ἀσθενεστερας εἰναι φημι , εἰναι δε παρα την παιδευσιν των
και θερος ἐπι το ἐλαττον : μαλλον γαρ ἐλαττους και ἀσθενεστερας ἐπαινετεον . ἐαρ δε και μετοπωρον ἐπι το μαλλον
9999975 λειοτατου
ἑτερον και τας βρογχοκηλας , ἐχει δε οὑτως . Ἁλος λειοτατου και χνοωδεστατου , ψιμμυθιου , ἀνα λιτραν α ,
του γαλακτοϲ ϲκευαϲθεντι δια μελικρατου , εἰτα μιξαντεϲ αὐτῳ ἐπιθυμου λειοτατου ⋖ γ . ἐρρεθη δε ἡ ϲκευαϲια του ὀρου
9999975 Συρακουσιον
ταις ὑστεραις ἐς χαριν την Ἱερωνος του Δεινομενους ἀνηγορευσεν αὑτον Συρακουσιον , τουτων ἑνεκα οἱ Κροτωνιαται την οἰκιαν αὐτου δεσμωτηριον
δε υἱον Δεινομενην . νικησας δε τα Ὀλυμπια ἀνεκηρυξεν ἑαυτον Συρακουσιον και Αἰτναιον : ἐκτισε γαρ πολιν ἐν Σικελιᾳ Αἰτνην
9999975 παλλακιδας
ἐκεινον τον χρονον . ἐν δε τῳ αὐτῳ ἐτει και παλλακιδας ἠλευθερωσε δια το εἰς τον περι δουλων τοπον Δια
τεκνα και χρυσον και ἀργυρον και ἐσθητα και εὐνουχους και παλλακιδας και κυνας και τραπεζας και πλουτον πολυτελη και τρυφην
9999975 κρητικον
Ἠλειων . Γ εἰτα ἐν ἐκθεσει τρισυλλαβοι βʹ κατα ποδα κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον
Το δε παιωνικον εἰδη μεν ἐχει τρια , το τε κρητικον και το βακχειακον και το παλιμβακχειακον : ὁ και
9999975 ἀναγκασθηναι
την Κλυτιου του Μεγαρεων βασιλεως θυγατερα : ἡς ἀποθανουσης , ἀναγκασθηναι τους Μεγαρεας ὑπο του Κλυτιου πεμπειν [ ν ]
αὐτου γυμνην την ἀνθρωπον ἰδειν , ὁ δε ἀπομαχομενος μη ἀναγκασθηναι , ὡς δε οὐκ ἐπειθεν , ὑπομενων τε και
9999975 ἀσθενεστεραν
μειζονα δυναμιν , σχολαιοτερον τον πολεμον ἐχρητο , εἰ δε ἀσθενεστεραν , νεους και φιλοκινδυνους τας ἐπιθεσεις ποιειν προετρεπετο .
ἐφην , λεγεις ; ἀρα γε την μεν λεπτοτεραν ὁπερ ἀσθενεστεραν , την δε παχυτεραν ὁπερ ἰσχυροτεραν ; Τουτ '
9999975 ἀναγκαζουσι
πατρος ἐσθλου γεγωτες δυστυχους ' ἀναξιως . τρισσαι μ ' ἀναγκαζουσι συννοιας ὁδοι , Ἰολαε , τους σους μη παρωσασθαι
παιδων ὑπογραψαντες γραμμας τῃ γραφιδι οὑτω το γραμματειον διδοασι και ἀναγκαζουσι γραφειν κατα την ὑφηγησιν των γραμματων , οὑτω δη
9999975 πλανηθεντες
οὐ παντως κριθη . κτερεα ἐνταφια . κτιδεη . τινες πλανηθεντες ἐδοξαν εἰναι ὡς ἰκτιδος δερματος : ὁ δε ποιητης
] , , : : Ἐνιοι μεν οὐν των συγγραφεων πλανηθεντες ὑπελαβον τους περι τον Ῥωμυλον ἐκ της Αἰνειου θυγατρος
9999975 ἀγαθου
τῃ ὀλιγαρχιᾳ ἁπαντων ἀπεστερουμην : οὐ γαρ τους τῳ πληθει ἀγαθου τινος αἰτιους γεγενημενους χαριτος παρ ' αὑτων ἠξιουν τυγχανειν
ὡς εἰναι την βουλησιν δια τουτο ὀρεξιν ἀγαθου ἠ φαινομενου ἀγαθου . Των προειρημενων δηλονοτι των ὁρατικων , των γευστικων
9999975 λογισμον
και τις σκληρος και δυσκαταμαχητος . ὑπευθυνους δε τους μηδεπω λογισμον παρεχομενους μηδε εὐθυνας της ἀρχης ἡς ἐπιστευθησαν . ΓΘ
μεν παθη καταρχειν , ὁρον δε και περας εἰναι τον λογισμον . Ἀκουειν γουν παρεστι : δυο γαρ αὑται φυσει
9999975 συντεταγμενως
, μη ἐκτρεχοντες δε και λυοντες την ταξιν , ἀλλα συντεταγμενως περιπατουντες προς ἐκδικησιν των κουρσορων , εἰπερ αὐτους ὡς
ἐρχομενον εἰς καταφυγην και ἁμα τοις της πρωτης ταξεως ἐπερχεσθαι συντεταγμενως , και μη διαλυεσθαι μεχρι τελειας ἐκβασεως του πολεμου
9999974 ὑποτακτικων
ἐπι του δευτερου ἀοριστου ὁλα τα δευτερα και τριτα των ὑποτακτικων δια του η : τα μεντοι της τριτης συζυγιας
. . Ἀκολουθον ἐστιν ἐκθεσθαι και περι της συνταξεως των ὑποτακτικων , ἀπο ποιας ἐγκλισεως οἱ παρατιθεμενοι συνδεσμοι ἀφιστασι τα
9999974 ἀψινθιον
παντας διαφθειρεις . Ὀφεις οὐκ ἐσονται ἐν χωριῳ , ἐαν ἀψινθιον ἠ ἀρτεμισιαν ἠ ἀβροτονον περι την ἐπαυλιν φυτευσῃς .
τουτων ἐνοχλουμενη . εἰ δε μετα την πεψιν παρασχωμεν το ἀψινθιον , τηνικαυτα ἡ τε καθαρτικη ἐνεργεια και ἡ στυπτικη
9999974 παραλληλογραμμου
ΑΜ παραλληλος . ἡ ἀρα ὑπο ΛΘΖ γωνια του ΕΘ παραλληλογραμμου τῃ ὑπο ΓΜΔ γωνιᾳ του ΓΔ παραλληλογραμμου ἰση ἐστιν
μεχρι του ἑτερου μερους της ἐπιφανειας διχα τμηθησεται ὑπο του παραλληλογραμμου . ἠχθω δια του Ε σημειου παρα τον ἀξονα
9999974 περιεχομενῃ
προς αὐτῃ σημειῳ τῳ Λ τῃ στερεᾳ γωνιᾳ εὐθυγραμμῳ τῃ περιεχομενῃ ὑπο των ΘΔ , ΔΕ , ΕΔ , ΔΗ
ἁφης ἀγομενῃ διαμετρῳ , οὐκ ἐλασσων ἐστι της ἐφεξης τῃ περιεχομενῃ ὑπο των προς μεσην την τομην κλωμενων εὐθειων .
9999974 ἐπικρατουσαν
ἀρτον ἠ κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐπικρατουσαν ἑκαστῳ διαθεσιν . ὀστρακοις των ὀνομαζομενων ἰδιων ὀστρεων κεκαυμενοις
κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐν ἑκαστῳ ἐπικρατουσαν διαθεσιν . ἡ δ ' ἀγρια προς μεν τας
9999974 ἐθελων
ἐνεφραττε μοι τον ῥουν , ἐλεησας τους ἀθλιους ἐπηλθον ἐπικλυσαι ἐθελων , ὡς φοβηθεις ἀποσχοιτο των ἀνδρων . ἐνταυθα ὁ
κατα την μετουσιαν , εἰς ὑπεροχης και ἐλαττωσεως μοιραν παραβαλειν ἐθελων : ὁς γε και την ὑγιειαν ἡγει ἁπλουν τι
9999974 ἀφαιρουντες
οὐν κακοποιος τυχῃ , ἐτι χειρον . οἱ δε ἀγαθοποιοι ἀφαιρουντες τα αὐτα ἀπεργαζονται , ἐπι τουτοις δε και ἐκπτωσεις
ἐξενεγκειν , οἱας παρελαβον , μητε προστιθεντες αὐταις τι μητε ἀφαιρουντες : ἐν αἱς και μυθοι τινες ἐνησαν ἀπο του
9999974 φερομενα
ἐτι τα θηρια διωκει τας ἡδονας και τα παιδια ἀλογως φερομενα : ὁ δε ζητει τα ἀλογως κινουμενα , οὐκ
, εὐ ἰστε ὁτι πασιν ἁμα παντα ἡκει τα χαλεπα φερομενα . και ὁ θεος οὑτω πως ἐποιησε : τοις
9999974 βεβαιοτατον
, ὀλιγωρουσι των ἀστων . Διοπερ εἰσαγει τον σπουδαιον τοτε βεβαιοτατον ἀνδρα της γαμετης , ὁτε παλλακιδι χρησθαι παρηγγελλον οἱ
ὁτι και ἡ ἀρετη δι ' ἡν ἀλληλων φιλοι εἰσι βεβαιοτατον τι χρημα καθεστηκε και μονιμωτατον . και ἑως ἀν
9999974 ἀναγκασθεντες
δυνατοι φερειν την ὑμετεραν ἀρχην ἠ οἱτινες ὑπο των πολεμιων ἀναγκασθεντες ἀπεστησαν , ξυγγνωμην ἐχω : νησον δε οἱτινες ἐχοντες
ἐς Ὠρωπον . Ἀθηναιοι δε κατα ταχος και ἀξυγκροτητοις πληρωμασιν ἀναγκασθεντες χρησασθαι , οἱα πολεως τε στασιαζουσης και περι του
9999974 συμβαινουσαν
εἰς το βουλευτηριον : ἰατροι τε δια νοσον σκοτωδη ἑκαστοτε συμβαινουσαν αὐτῳ και τοτε προσπεσουσαν : ἡ τε γυνη παντων
ταις χερσι καταρτισμον , την | δε εἰς το ἐμπροσθεν συμβαινουσαν καταγραψω χαριν του δυναμενην συνθεωρηθηναι παραιτιαν ὠφελειας γενεσθαι .
9999974 εὑρισκοντες
τυγχανειν ὁποια φαινεται : νυν δε ἐν τῃ συγκρισει ἀνεπικριτον εὑρισκοντες μαχην , καθ ' ἡν τα ἑτερα ὑπο των
σκιας προς την αὐγην , ἐπειδαν ἀνασπασωσι , πολλῳ μικροτερα εὑρισκοντες ἀνιωνται . ἠδη οὐν σοι προλεγω , ἐκχεας το
9999974 ἀρμενα
κρατουμενη , κατερχομενη . λιμενεσσιν : ἀττικον . Λινα : ἀρμενα , τα λαιφη . λινον : το ἀρμενον .
ταις κωπαις πλεουσι . κατα ναυν ἀνεμος : ἐπηραν τα ἀρμενα . ἀντιπεπνευκεν : ἐστειλαντο , μεθειλαντο . και συ
9999974 ἀκολουθουντων
ἐμπτωσεως , και ἀναπληρωσεων και μονων , και παραλλαξεων , ἀκολουθουντων παντων ἀλληλοις , τῳ γαρ μεγιστῳ διαφορῳ των ἀποστηματων
την ἀναφοραν . ἠ οὑτως . αἱρεσις ἐστι συστημα δογματων ἀκολουθουντων ἀλληλοις τε και τοις φαινομενοις ἠ νομιζομενων ἀκολουθειν .
9999974 καταρα
οὐχ ὑπαρξει σωτηρια , ἀλλα ἐπι παντας ὑμας καταλυσις , καταρα . και τοις ἐκλεκτοις φως και χαρις και εἰρηνη
πολιν συνεχοντες και φυλασσοντες . θ ἀρα τε : και καταρα ἡν κατηρασατο αὐτους ὁ Οἰδιπους ὁ πατηρ αὐτων .
9999974 ἀντιστροφου
ἡ παραγραφος ἐπι μεν τῳ τελει της τε στροφης και ἀντιστροφου κειται , ἐπι δε τῃ ἐπῳδῳ ἡ κορωνις :
διειργομεναι : τριαδικαι δε αἱ συνεστωσαι ἐκ τε στροφης και ἀντιστροφου και ἐπῳδου . στροφη μεν οὐν ἐστι κωλων ποσων
9999974 ἀποπλευσαι
κομιδῃ σφοδρα οὐσαν εὐδαιμονα και τοθ ' ὑστερον εἰς αὐτην ἀποπλευσαι . καταλεγει δ ' αὐτου και ἀδελφους δυο ,
τριηραρχος , οὐκ ἐχων δε χρηματα τοις ναυταις χορηγειν ἐσπευδεν ἀποπλευσαι , παρωξυνεν ἐτι μαλλον ὁ Θεμιστοκλης τους τριηριτας ἐπ
9999974 δικαστηριου
τα παιγνια , τι εἰκος πραξαι τον ἀνδρα ἐκ τοιουτου δικαστηριου αὐταις ψηφοις και καταδικαις αὐταις ; Οὑτω και ὁ
περας σχοιης των κακων . εἰς ἀγοραν : Εἰς συναθροισιν δικαστηριου . . ἐπι του τροχου : Τροχος τις ἠν
9999974 θειοτατου
ἁπαντων των ὀντων τον κοσμον μη ὑπο καλλιστου τινος και θειοτατου δημιουργου γεγονεναι , ἀλλ ' ἐκ ταυτοματου . μετα
: και γαρ οἱ μεμνημενοι περι των ὑπο Ἀρχιμηδους του θειοτατου κατασκευασθεντων ἐκκαυσαι οὐ δι ' ἑνος ἐμνημονευσαν πυριου ἀλλα
9999974 ἀφοριζεσθαι
ὀρινθεις , ἐπεταξ ' αὐτοις παλιν ἐξ ἀρχης την κολοκυντην ἀφοριζεσθαι τινος ἐστι γενους . οἱ δε διῃρουν . Ἀλεξις
ἀπορουντες παιδων ἐν καιρῳ πολεμου ἀναγκαζωνται ἐξ αὐτων των στρατιωτων ἀφοριζεσθαι εἰς το τουλδον και ὀλιγουνται οἱ καμνοντες ἐν τῃ
9999974 ὀρθωσεως
μεν ἡλιξ ἠ νεωτερος ᾐ των μαχομενων : ἀπ ' ὀρθωσεως . μεγιστου τιμηματος . Ἀθηνησι δʹ τιμηματα ἠν ,
οὐδε διακωλυσιν . του πατριαρχου το βιβλιον : ἀπ ' ὀρθωσεως : οὐδε διακωλυσιν : ἐχει μεντοι και το ἀπαρεμφατον
9999974 δευτεροι
μεγιστοι δε ἀρα των ἐκειθι ἐλεφαντων οἱ καλουμενοι Πρασιοι , δευτεροι δ ' ἀν τωνδε ταττοιντο οἱ Ταξιλαι . Ἱππον
Αἰακειαις χερσι ἠτοι του Ἐπειου ἠ Νεοπτολεμου . Αἰακου γαρ δευτεροι ἐκγονοι και ἀμφοτεροι ὡς μαθησῃ . τουτοις οὐν φησι
9999974 πεπερεως
β , κινναμωμου ὀβολοι β , μηκωνος ὀβολοι β , πεπερεως κοκκοι ιε , κομμεως ὀβολοι γ , οἰνου Χιου
μελιτι . ἠ μυν ζωντα καυσας ἐπιχριε συν μελιτι . πεπερεως , προβατειας κοπρου ξηρας , ἐρυσιμου , εὐζωμου σπερματος
9999974 νικησαντα
: Ξανθοτριχα μεν Φερενικον Ἀλφεον παρ ' εὐρυδιναν πωλον ἀελλοδρομον νικησαντα . . Ἐπειδη τεσσαρες ἀγωνες εἰσι , Ὀλυμπια ,
φασι δε τον ἀνδρα τουτον την ἐσχατην τραγῳδιαν εἰσαγαγοντα και νικησαντα χαρᾳ περιπεσειν ἀνυπερβλητῳ , δι ' ἡν και τελευτησαι
9999974 θαυμαζεται
ἁτινα κρειττονα ὑπαρχει ἠ κατ ' αἰσθησιν . οὐδεις γαρ θαυμαζεται ἐχων αἰσθησιν : φυσεως γαρ δωρον ἐστι και θεου
γεγονε μεν γαρ ἑτερωθι Πρισκιανος , δι ' ὁ δε θαυμαζεται , τουτο αὐτῳ παρα της ἐμης πολεως , ἡ
9999974 μετοπωρου
ἐπικρατουντα κατακλειειν αὐτην εἰς την γην : και ἐαρος και μετοπωρου μαλλον , ἀνωμαλους γαρ ταυτας εἰναι τας ὡρας :
ἐχει δε ἡ Λιλαια και προς τας του ἐτους ὡρας μετοπωρου και ἐν θερει και ἠρος ἐπιτηδειως : τον δε
9999974 ἐνδεικνυσθαι
των θεων . Το δε κατα ἑνδεκα μερη τι βουλεται ἐνδεικνυσθαι ; Ῥητεον οὐν ὡς ὁτι την δωδεκαδα ταυτην διειλε
του ἰσχυροτερου τους ἀσθενεστερους , οἱον μοι δοκεις και τοτε ἐνδεικνυσθαι , ὡς αἱ μεγαλαι πολεις ἐπι τας σμικρας κατα
9999974 μικροτατον
το ἐξωτερω προϲ τῳ του καμνοντοϲ ἀντιχειρι τηϲ ἀρτηριαϲ μεροϲ μικροτατον αὐτον φαινεϲθαι , μυουροϲ καλειται καθ ' ὁμοιοτητα τηϲ
και ποσου . τον δη του φενακιζεσθαι χρονον ὡς εἰς μικροτατον συναγοντες σωφρονειν ἐμοιγε δοκειτε . εἰ μεν δη τι
9999974 δεικνυων
πραγματειᾳ ἐπιτιμαν τοις τουτο ποιουσιν , βλαπτικον ὀφθαλμων το ἐπιχειρημα δεικνυων και της κοιλιας ἐπισχετικον . Ἐρασιστρατον οὐ μονον ἐν
, και ὁτε την καθολου προς την καθολου συνεκρινε , δεικνυων ὁτι μαλλον οὐσια ἡ εἰδικη της γενικης , νυν
9999974 ἀθλιωτερος
. Ἀργος δ ' ὑγιαινων του πυρεττοντος πολυ ἐστ ' ἀθλιωτερος , διπλασια γουν ἐσθιει ματην . Ἐλευθερῳ το καταγελασθαι
συγκλυδων ὀχλου και βιαιων φλυαρων . ὁ δε τουτῳ προσεταιριζομενος ἀθλιωτερος μακρῳ . Ὁποτε οὐν , ὠ Ἀξιοχε , την
9999974 ἐνεπιπτον
παντοδαπα , οὐχ ἡκιστα πρασοειδεα . Τῳ Παρμενισκῳ και προτερον ἐνεπιπτον ἀθυμιαι και ἱμερος της ἀπαλλαγης βιου , ὁτε δε
βασιλεις οἱ κατα την Κυπρον εἰς ἀγωνιαν και μεγιστους φοβους ἐνεπιπτον . και τα μεν κατα την Κυπρον ἐν τουτοις
9999974 ἀσθενεστερους
ὀντων , διοτι χωρις αἰτιας χρωμενοι πολλῃ κακιᾳ προπηλακιζουσι τους ἀσθενεστερους . ἠν δε και ἐν τοις εἰρημενοις γενεσιν ἡ
το δεξιον κερας ταξας των ἱππεων και των ἐλεφαντων τους ἀσθενεστερους ἀπεδειξεν ἡγεμονα των παντων Φιλιππον : τουτῳ δε διεκελευσατο
9999974 παραλαμβανομενη
ὀνοματικη θεσις , καθως ἐπεδειξαμενΠως . οὐν ἡ οὐ δεοντως παραλαμβανομενη ἀντωνυμια παρωσεται μεν την ἀναγκαιως παρειλημμενην κατα δευτερον προσωπον
Ἐτι ἐνδιαθετον σχημα και ἡ τοιαυτη ἐπιδιορθωσις ἡ αὐξησεως ἑνεκα παραλαμβανομενη , οἱον ὀψε γαρ ποτε ὀψε λεγω ; χθες
9999974 ἀπαγγελλοντων
, ὑπερ του μη γνωσιμαχουντων μηδ ' | ἀλλα ἀλλων ἀπαγγελλοντων στασιν ἐν τῳ πληθει γενεσθαι , χαλεπωτεραι δε μετα
της ἐλπιδος , ἀλλα των ἐπι κατασκοπην ἐκπεμφθεντων τοις Ἰνδοις ἀπαγγελλοντων το πληθος των παρα τοις πολεμιοις ἐλεφαντων , ἁπαντες
9999974 δημοτικων
: ὁς ἐν τῳ τοτε χρονῳ πολυς ἐρρει κατα των δημοτικων οὐτε λογων φειδομενος , ὡν βαρυ τοις ἐλευθεροις ἀκουειν
ποσον δε οἰει πληθος ἐν ἑκαστῃ πολει των ἀφανων και δημοτικων Ἀτρεων και Θυεστων , των μεν και ἀποκτιννυντων κρυφα
9999974 παραλληλεπιπεδων
τῳ ΔΨ στερεῳ ἰσον ἐστιν [ των δε ἰσων στερεων παραλληλεπιπεδων , ὡν τα ὑψη προς ὀρθας ἐστι ταις βασεσιν
παραλληλεπιπεδων ἐξ ἀνισων πλευρων ὀντων . και φησιν ὁτι των παραλληλεπιπεδων τουτων οἱ μεν εἰσιν ἑτερομηκεις , οἱ δε προμηκεις
9999974 σφαλεντες
ὁπερ οἱ ἀπειροτατοι των ἀνθρωπων , οἱ τοις πρωτοις ἀγωσι σφαλεντες ἐπειτα δια παντος την ἐλπιδα του φοβου ὁμοιαν ταις
πατρῳων ἀγαθων , οἱ δ ' ἀλλοι παντες γνωμης ὑγιους σφαλεντες και μηδεν των του γεννησαντος ἀπομαξαμενοι διῳκισθησαν ἀλλοτριωθεντες της
9999974 διαλεκτικας
θαυμαζειν , ὁπου γε και οἱ φιλοσοφιαν ἐπαγγελλομενοι και τας διαλεκτικας ἐκφεροντες τεχνας οὑτως εἰσιν ἀθλιοι περι την συνθεσιν των
, ὡς εἰρηται , το παρον συγγραμμα και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους . ἀλλα πρωτον εἰπωμεν δια τι λεγονται διαλεκτικαι
9999974 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999973 ἀνδραποδου
' ἐστιν το παθημα , το ἀδικεισθαι , ἀλλ ' ἀνδραποδου τινος ᾡ κρειττον ἐστιν τεθναναι ἠ ζην , ὁστις
τοσαυταις μυριασι των πολεμιων ἀντιταττομεθα , μοναρχον δε οὐδ ' ἀνδραποδου γενναιου την ἀρετην ἐχοντα πεφρικαμεν . οὐ γαρ δηπουθεν
9999973 παθουσης
δε ἠδη και το σωμα αὐτῃ , ὡς οὐδεν ἀν παθουσης , δουσης δε ἑτερῳ , ὁτι μη θεμις φθονον
των ἀρχων . ταχιστα μεν οὐν ἀπωλειαι γινονται της καρδιας παθουσης , ἐφεξης δε του ἐγκεφαλου , βραδυ δε του
9999973 κτησασθαι
ὑμων τα δεοντα ἁμα δοξαν και σωτηριαν και ἐλευθεριαν δυναμενον κτησασθαι οὐ μονον ὑμιν ἀλλα και τοις ἀλλοις ἁπασιν Ἑλλησιν
θεων τινος καιρος παραγεγενηται , ἐαν δεομενοις βοηθησητε Λακεδαιμονιοις , κτησασθαι τουτους εἰς τον ἁπαντα χρονον φιλους ἀπροφασιστους . και
9999973 ἀποθεν
ἐστι νησος Εὐβοιας . . . . ἀπῳδον : το ἀποθεν της ᾠδης . και ἀπῳδως ἐπιρρημα . το α
οὐσα του συνηρμοσθαι ὁ βουλεται , της ἀπο προθεσεως το ἀποθεν δηλουσης . οὑτως Μεθοδιος , . , , .
9999973 προϊουσης
το δε ὑπερθετικον , οὑτω και της αὐξησεως κατα συγκρισιν προϊουσης και αὐτης δυο τροποι : και ἡ μεν πηλικοτης
ἐπιλαμβανει , κατ ' ἀρχας μεν της νουσου σφοδρα , προϊουσης δε βληχροτερον και ἀλλοτε και ἀλλοτε ἐπιλαμβανει , και
9999973 παρηκολουθει
την τε των βαρβαρων και την των συμμαχουντων Ἑλληνων . παρηκολουθει δε και πληθος ὀχλου παντοδαπον ἐκτος της ταξεως ὠφελειας
, παρα δε το τηλικων το τηλικουτων . ταὐτον οὐν παρηκολουθει και ἐπι του αἱαὑται , και ἐπει εἰχετο παραγωγης
9999973 Πανιωνιον
και ἱρον ἱδρυσαντο ἐπι σφεων αὐτεων , τῳ οὐνομα ἐθεντο Πανιωνιον , ἐβουλευσαντο δε αὐτου μεταδουναι μηδαμοισι ἀλλοισι Ἰωνων ,
παρατιθεται . , § . . και τον κρατηρα τον Πανιωνιον κοινῃ οἱ Ἑλληνεϲ κεραννυουϲιν . . . . κεραννυουσιν
9999973 τετραπλασιων
δε τριπλασιων τετραπλασιοι ἀποσῳζοντες την αὐτων εὐταξιαν , και ἐκ τετραπλασιων πενταπλασιοι και ἀει οἱ ἑπομενοι λογοι ἐκ των ἡγουμενων
ἐαν ὠσι δυο ἀριθμοι ὡν ὁ μειζων του ἐλασσονος ἐστι τετραπλασιων παρα μοναδα , ὁ ὑπ ' αὐτων προσλαβων τον
9999973 τυγχανοντων
προνοιᾳ , ὡς πανταχου ἀρετην κρατειν και μετατιθεμενων και διορθωσεως τυγχανοντων των ἡμαρτημενων , οἱον ἐν ἑνι σωματι ὑγιειας δοθεισης
ἐκ μεταφορας των τοξοτων , των οὐχ ὁπως του σκοπου τυγχανοντων , ἀλλ ' οὐδ ' ἐγγυς βαλλοντων . Οὑτος
9999973 ἀναγνωσεως
και προς ἑτερον Τμημα τριτον περιεχον λογους δεκα αʹ Περι ἀναγνωσεως ἐτων και του τοπου του μερισμου και του ἐπιμεριζοντος
βιβλιον ὁπερ ἠσαν αὐτῳ συνταξαντες τινες των φιλων , ἐξ ἀναγνωσεως ἐλεξε τοιαδε : „ ἀπιστα μεν οἰδα και παραδοξα
9999973 ὀνομασθηναι
παρα τοις Κρησιν ἐζηλωσθαι την τοξικην και το τοξον Κρητικον ὀνομασθηναι . Ἀπολλωνος δε και Κορωνιδος Ἀσκληπιον γενηθεντα , και
ἐστι του Ἀνιγρου . και Ἀρηνην μεν ἀμφισβητοιης ἀν μη ὀνομασθηναι το Σαμικον , τῳ δε ποταμῳ Ἀνιγρῳ Μινυηιον το
9999973 ὀξυτητος
και μηδεν ἀλλο . θαυμαζομενης δε της περι τον θανατον ὀξυτητος διηγησασθαι τους παρα ταις θυραις Θρᾳκας , ὡς ἐκ
ἐαν μη ἡ χρησις προσῃ . χελωνη και λαγωος περι ὀξυτητος ἠριζον . και δη προθεσμιαν στησαντες του τοπου ἀπηλλαγησαν
9999973 λαμπροτατον
: σκοταιον μεν γαρ και δυομενον και νυκτιφορον ἀφροσυνη , λαμπροτατον δε και περιαυγεστατον και ἀνατελλον ὡς ἀληθως φρονησις .
ἡ ὀθονη και ἐξ οὐδενος των ἀποθνῃσκοντων γινεται και ἐτι λαμπροτατον και φωτοειδεστατον ἐχει μη ἀμελως καθαρθεισα χρωμα . δια
9999973 γεννησεως
: εἰ συμφωνει ὁ ὡροσκοπος της ἀναγορευσεως τῳ ὡροσκοπῳ της γεννησεως του παιδος του βασιλεως , γενησεται ὁ τοιουτος διαδοχος
] ἐκκενωσεως . Κωλιαδος ] ἀφροδισιας . Γενετυλλιδος ] αἰτια γεννησεως . ἀλλ ' ἐσπαθα : οὐ μην ἐρω και
9999973 ἐπανορθωσεως
οὐκ αἰσχυνονται ] κατατρεχει των φιλιππιζοντων . περι δε της ἐπανορθωσεως της εἰρηνης ] ὁ Φιλοκρατης ἐν τῳ ψηφισματι γεγραφεν
ἀλλων ἀρχοντων παραπτωμα ἠ ἀστοχια γενηται , ἐστιν ἐλπις συντομος ἐπανορθωσεως : εἰ δε ὁ πρωτος του στρατου πταισει ,
9999973 φοσσατου
παραταξιν ἐπι πολυ διαστημα κινειν περαιτερω δυο μιλιων ἐξωθεν του φοσσατου , ἱνα μη τῳ βαρει και τῃ ὁπλισει συντριβεται
ἐξερχεσθαι κατα του μερους του νωτου της παραταξεως ἠτοι του φοσσατου μετ ' ὀλιγων σκουλκατορων , των ἐν τῳ φοσσατῳ
9999973 νοσουντες
πατριδος ἡμας ἐκβαλει το κακον . οἰσθα γαρ ὡς οἱ νοσουντες , ἐπειδαν μηδεις ὠφελῃ , του τοπου κατηγορουντες ὑπο
γενναιως και εὐχαριστως δεχου . και γαρ παντα φερουσιν οἱ νοσουντες , ἱνα τυχωσι θεραπειας . κἀκεινοι μεν πολλακις τα
9999973 ἑλκους
ὀγκος φυμα καλειται . τουτο το φυμα εἰωθε δι ' ἑλκους κρινεσθαι . εἰ οὐν γενηται ἑλκος , ἀγαθον :
ἐπι κεφαλης , ἠτοι ῥαφας κεχαλασμενας βουλομενοι συναγαγειν , ἠ ἑλκους ἐκπεπταμενα χειλη , και ποτε και προσστειλαι και κολλησαι
9999973 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999973 φορουντες
ἀληθες οὑτως ἐχει : οἱ χρησμολογοι και μαντεις στεφανους δαφνης φορουντες ὡς ἀειθαλους ὀντος του φυτου και ἀλεξικακου και οὑτω
το ἁβροδιαιτον οὐ πολυς χρονος ἐπειδη χιτωνας τε λινους ἐπαυσαντο φορουντες και χρυσων τεττιγων ἐνερσει κρωβυλον ἀναδουμενοι των ἐν τῃ
9999973 τετραπλασιος
αγ , γβ , ὁ ἀρα ἀπο του αβ τετραγωνος τετραπλασιος ἐστι του ἀπο του αγ τετραγωνου . και ἐπει
διπλασιος του ιβ , διος ♃ , ὁ λβ , τετραπλασιος του η , κρονου ♄ , ὁ λϚ ,
9999973 ἀναγκαιοτατην
μεν γαρ τηνδ ' , ὠ παι , την ὁδον ἀναγκαιοτατην ἡμιν εἰναι τρεπεσθαι . Ποιαν δη ; Τα δοκουντα
των ζῳων ἐστι : κριοι μεν εἰς ἐσθητας , την ἀναγκαιοτατην σκεπην σωματων , βοες δε εἰς το ἀροσαι γην
9999973 αἰσχυνεσθαι
τας πυλας και περιεσκοπει , ἐρομενου τινος τι περισκοπει , αἰσχυνεσθαι ἐφη , μη ὀφθῃ , ὡσπερ ἐκ πορνειου ἐξιων
τοις νεοις γιγνομενον , ὁ παρακελευονται λεγοντες ὡς δει παντα αἰσχυνεσθαι τον νεον . ὁ δε ἐμφρων νομοθετης τοις πρεσβυτεροις
9999973 καταρρουν
. οὐ χειρον δε και εἰς την ῥινα παροχετευειν τον καταρρουν , ὀσφραντοις μεν τῳ μελανθιῳ και τῳ ἀνησῳ ,
το πολυ κενουσθαι , λοιπον δε και τῳ προηγησασθαι ἠ καταρρουν ἠ ἁλμυρων και πανυ δριμεων προσφοραν ἠ λυπας ἀμετρους
9999973 πινομενα
κυρηναϊκος , ἠ φυλλα σιλφιου ἠ τευτλου , συν ὀξει πινομενα , ἠ χιων συν ὀξυκρατῳ : ἀναγαργαριζεσθωσαν δε νιτρῳ
γλυκει οὐρησιν κινει , και ἑλμινθων γενος ἁπαν ἐκβαλλει ὁμοιως πινομενα ἑως βουλει . την δε πλατειαν ἑλμινθα ἐκβαλλει μετ
9999973 ὀξυτερου
βαρυτερου τοπου εἰς ὀξυτερον , ἡ δ ' ἀνεσις ἐξ ὀξυτερου τοπου εἰς βαρυτερον : ὀξυτης δε το γενομενον δια
δια το κοινον ἑνα γινεσθαι του τε βαρυτερου και του ὀξυτερου δια πασων και μεσον παντωνποτε μεν παρ ' αὐτην
9999973 ἐναρμονιων
δαιμονιως μηχανωμενος κερασματα τινων μελων διατονικων τε και χρωματικων και ἐναρμονιων , δι ' ὡν ῥᾳδιως εἰς τα ἐναντια περιετρεπε
τεσσαρων ἠ των ὁμοιων . γενει δε τα διατονικα των ἐναρμονιων ἠ χρωματικων , ἠ τα χρωματικα ἠ ἐναρμονια των
9999973 δωδεκατον
ἐτεσι του βιου : δευτερον , ἑκτον , ἐννατον , δωδεκατον , συν τουτοις της εἰκοσαδος πρωτιστον , δευτερον σαρανταδος
δε μη , ὑδωρ θερμον καταχειν . Ὀφθαλμων , σποδιου δωδεκατον , κροκου πεμπτον , πυρηνος ἑν , ψιμυθιου ἑν
9999972 σοφωτατος
ἀλλως ἐχον ἠ οὑτως . παντως δε πλειστας τεχνας παντων σοφωτατος εἰ ἀνθρωπων , ὡς ἐγω ποτε σου ἠκουον μεγαλαυχουμενου
εἰς κοιτην προς δυναμιν . [ Ἀλλο ᾡπερ ἐχρησατο ὁ σοφωτατος Ἀλεξανδρος . ] Πυρεθρου ⋖ βʹ . κοστου ⋖
9999972 ἐμπεδον
ἀπορθητος πολις ἐπλεν , τοφρα δε και μεγα τειχος Ἀχαιων ἐμπεδον ἠεν . αὐταρ ἐπει κατα μεν Τρωων θανον ὁσσοι
ὑπ ' αὐτου : ἐγχος δ ' οὐ δυναμαι σχειν ἐμπεδον , οὐδε μαχεσθαι ἐλθων δυσμενεεσσιν . ἀνηρ δ '
9999972 παραγγελιας
. Παρατηρητεον οὐν ἐπι πασης γενεσεως τας προγεγραμμενας ἐν ἀρχῃ παραγγελιας και τας φασεις και τας μοιρας , ἱνα μη
Δειναρχος ἐν τῃ Κατα Πολυευκτου ἀποφασει : και τας ἰδιᾳ παραγγελιας γεγενημενας και τας δεησεις . . . . δωρων
9999972 ἐπιτεταμενη
βελος ὀξυ . ἀχος δε ἐστι συγχυσις ψυχης , λυπη ἐπιτεταμενη : σαφες δε ἐκ του λεγειν τον ποιητην :
θερμασιας ; Δυο : ἠ γαρ ἀνειμμενη ἐστιν , ἠ ἐπιτεταμενη , τοὐτεστιν ἠ ἡττον , ἠ μαλλον : οὐκουν
9999972 Φερεκρατους
συνιστασιν . οὐ φαυλον δ ' ἰσως παραθεσθαι και την Φερεκρατους λεξιν ποταμοι μεν ἀθαρας και μελανος ζωμου πλεον δια
παλιν ἀγανακτησῃς δηκοκταν μου λεγοντος , δειξω . κατα γαρ Φερεκρατους Ψευδηρακλεα εἰποι τις ἀν των πανυ δοκησιδεξιων . .

Back