ὡς λεοντη . Ἰωνικως δε ἀνθρωπεη . Ἡροδοτος εʹ : σφαξας ἀπεδειρε πασαν την ἀνθρωπεην . ἀνιμασθαι : ἀρυεσθαι .
ἀπορευνται λισσομενον θυοντες : ὁ δ ' αὐ νηκουστος ὁμοκλεων σφαξας ἐν μεγαροισι κακην ἀλεγυνατο δαιτα . ὡς δ '
9999975 δοξας
ἱππεων πληθος των τ ' ἀλλων , ὁσοι πλουτους ἠ δοξας προγονικας εἰχον , οἱα δη περι μεγαλων κινδυνευοντες ὡπλιζοντο
ἐπι Θηβας στρατειας ἀποφηναμενης δειν στρατευειν , ὁ μεν Ἀμφιαραος δοξας ὑπο της γυναικος προδεδοσθαι συστρατευσειν μεν ὡμολογησεν , ἐντολας
9999974 στατηρας
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! στατηρας ] ἐλαβε : συ δ ' ὁ τωι ψηφισματι
και αὐτοθεν ξυναγειραντες , αἱρουσι Ῥοιτειον , και λαβοντες δισχιλιους στατηρας Φωκαϊτας ἀπεδοσαν παλιν οὐδεν ἀδικησαντες : και μετα τουτο
9999974 ἀγνοουμενης
ἡ προκοπη τουτου δοξῃ γεγονεναι κατα τους ὑστερον χρονους , ἀγνοουμενης της κατα την νεοτητα περι τα καλλιστα των ἐπιτηδευματων
συνεβη την Ἰταλιαν πασαν φιλοσοφων ἀνδρων ἐμπλησθηναι και , προτερον ἀγνοουμενης αὐτης , ὑστερον δια Πυθαγοραν Μεγαλην Ἑλλαδα κληθηναι ,
9999974 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999974 θαυμαζοντος
παντες οἱ συνομοιοι σου . και ἑστωτος του Ἁβρααμ και θαυμαζοντος , ἰδου ἀγγελος κυριου ἐλαυνων ἑξ μυριαδας ψυχας ἁμαρτωλων
ἐκειρεν μου την τριχα ἐν τῃ ἀγορᾳ παρεστωτος ὀχλου και θαυμαζοντος . Τις οὐκ ἐξεπλαγη ὁτι αὑτη ἐστιν Σιτιδος ἡ
9999974 θαυμαζομενων
συμβαλλεσθαι τινας ἡδονας , ὁταν ᾐ ἡ ὑποκειμενη ὑλη των θαυμαζομενων ὑπο της ἀνθρωπινης φυσεως . ὁ δη πεπονθεναι δοκει
, ἱνα εἰδῃς ὁτι μηδε των παλαιων μηδεις μηδε των θαυμαζομενων δια παντος του χρονου τηλικαυτης τιμης παρα των πολιτων
9999974 ἀναμαλαξας
τῳ κριθινῳ ἐα δυο ἠ τρεις ὡρας , και κοινῃ ἀναμαλαξας , ὑστερον ἀναξυσας , μισγε την κηρωτην . Ἡ
διηθησας ἐπιπασσε το νιτρον λειοτατον , και ψυξας κινων και ἀναμαλαξας χερσι , πλασσε μαζια και χρω : εἰς ὑδωρ
9999974 ἁλισκομενης
οὐ πολυ την ἑαυτων ἀποβαλειτε . . Μετα βραχυ δε ἁλισκομενης της πολεως οἱ μεν ὁμοσε τοις πολεμιοις χωρουντες ἀνδρες
φοβοις ἠν και δακρυσιν , ὡς της πατριδος κατα κρατος ἁλισκομενης . οὐ μην ἀλλα τοις παρεισπεσουσιν ἐντος του τειχους
9999973 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999973 στεναξας
πασαι εἰεν και παντα τα ἐνδον ἀφῃρημενα , ἀνεπηδησε τε στεναξας και δρομαιος ᾐει . τρεχοντα δε τις αὐτον θεασαμενος
δ ' ὑπο μυλην πασαν ἑσπερην ἠλει . και δη στεναξας εἰπεν “ ἐκ δρομων οἱων καμπτηρας οἱους ἀλφιτευσι γυρευω
9999973 συμπληρωτικον
ἀν εἰη ἀτοπον ; Ἡ λαλια κεφαλης μεν ἐχει τι συμπληρωτικον και βαρους ἐμποιητικον : ἐστι δε και δυναμεως καταλυτικη
δε κυμινον και δια την πληκτικην ἀποφοραν της κεφαλης ἐστι συμπληρωτικον . Ἀφθης δε γενομενης μικρας μεν ἐσχαρας οὐσης μελιτι
9999973 φλεβοτομειν
την ὑλην , ἀλλα κατεχειν . ἐπισφαλες δε και το φλεβοτομειν , ὁτι μη κρατηθεισης μεν της φορας του αἱματος
: και δει σχεδον ἐπι παντων και μαλιστα των συνοχων φλεβοτομειν , ἐαν μηδεν ἀντιπραττῃ , καθαπερ ἐν τῳ θʹ
9999973 διδαξας
την ἡμων αὐτων πολιτειαν ἐπιδειξας ταις συμμαχοις πολεσι , τουτεστι διδαξας τους συμμαχους ὡς χρη δημοκρατεισθαι , εὐνους ὑμιν αὐτους
ἀρχομενοι τε Λινον και ληγοντες καλεουσιν . ὁ μεντοι Ἡρακλεα διδαξας μουσικην ἑτερος παρα τουτον ἐστιν . . . .
9999973 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999973 δοξαζομεν
, και τῳ τυπῳ μη κωνοειδη φαινεσθαι , καθαπερ ἡμεις δοξαζομεν , ἀλλα κιονι τον τυπον ἐχειν ἐμφερη , μικρον
και περι των ἐσομενων οὐκ ἀπεικοτως προς τοις εἰρημενοις χρηστα δοξαζομεν . Ἡ μεν γαρ ἐπ ' εὐπραγιᾳ ἐλπις θαρσος
9999972 καθαρτηριων
ὁ λευκοϲ οὐκ ἐμετηριον μουνον , ἀλλα και ξυμπαντων ὁμου καθαρτηριων ὁ δυνατωτατοϲ , οὐ τῳ πληθεϊ και τῃ ποικιλιῃ
ἱκανον ᾐ τον ἀνθρωπον : ἐλατηριον δε τοιϲιδε των ἀλλων καθαρτηριων κρεϲϲον : ξυμφορον δε και κνεωρον και ναπυ :
9999972 ποιησαμενη
, βραδυτερον φανησεται την εἰς τα ἑπομενα των ζῳδιων μεταβασιν ποιησαμενη τοις αὐτοις κε ἑξηκοστοις Και δια ταυτην την αἰτιαν
, ἡ δε προφητις προεισιν ἐπικλησιν ὡς ἐθος των θεων ποιησαμενη : ἀπροοπτως δε ἰδουσα τας Ἐριννυας κυκλωι του Ὀρεστου
9999972 ἐποιησαμην
παρ ' ἐμου ἀκηκοοτα , διοτι την περι ταυτα ἐφοδον ἐποιησαμην ἀξιωθεις ὑπο Ναυκρατους του γεωμετρου , καθ ' ὁν
ἀν συγχεαιμι τους ὁρκους οὑς προς την τροφον της Φαιδρας ἐποιησαμην : οὐκ εἰ πατρῳας ἐκτος : το εἰμι το
9999972 κατειληφθαι
καλυμμα τοιουτον ἐστιν , ὡστε προσωπιδιῳ δοκειν παν το προσωπον κατειληφθαι : οἱ γαρ ὀφθαλμοι διαφαινονται μονον , τα δε
ταις ἱστοριαις , ἀλλ ' ἰσως τῳ μηδεπω το προχειρον κατειληφθαι της μαθηματικωτερας ἐπισκεψεως , και δια το μη πλειους
9999972 θαυμαστους
παντα διεξελευσεσθαι : εἰτα μακρα προοιμιασαμενος και ἐπανατειναμενος λογους τινας θαυμαστους ὡς ἐρων , τους μεν φυλακας ἐκπεμπει ἐπι την
οἰδας οἱος ἐστιν ὁ σοφιστης οὑτος ὁ ἐσκυθρωπακως και τους θαυμαστους τουτους διεξιων προς ὑμας λογους . ἀλλ ' ἐμοι
9999972 καθαραις
ψυχρῳ και καθαρῳ προσκλυζειν και ἀπονιζειν καθ ' ἑκαστην ἡμεραν καθαραις ταις χερσι , τα δ ' οὐλα προς τους
πραγματα , ἐπειδη εὐφυης ἐστιν ἡ ἀσωματος οὐσια προσοικειουσθαι ταις καθαραις οὐσιαις των ὀντων , και διοτι τα μαθηματα πασιν
9999972 συνεστηκεν
ἀν ἐπ ' ἐμης γε νεοτητος : ὁ μεν χορος συνεστηκεν ἐξ κδʹ ἀνδρων . ἐστι δε νυν γεροντικος .
ποιουσι κοσμον , ἀλλα τον ὀντα διδασκουσι δι ' ὡν συνεστηκεν , οὑτως και ὁ τεχνικος , λεγων πολλων ὀντων
9999972 κατηνεχθησαν
του τεως ἀπιστουμενου και της γης οὐ φερουσης το ἀχθος κατηνεχθησαν οἱ της ἐπιστολης ἀκηκοοτες εἰς γην ἐξεταζοντες οἱ πολλοι
. ἀναχθεντες οὐν ἐκ του Πειραιεως περιεπλευσαν την Πελοποννησον και κατηνεχθησαν εἰς Κορκυραν : ἐνταυθα γαρ παραμενειν παρηγγελτο και προσαναλαμβανειν
9999972 μαλαξας
λαβῃ , καθελων ἀπο του πυρος και βαλων εἰς θυιαν μαλαξας χρω . το δ ' ἀποσυρεν δερμα οὐ χρη
πυρος , ἐπιπασσε μανναν : και ἑνωσας , ψυξας και μαλαξας χρω . Εὑρισκεται γαρ ἐν τῃ ἐμπλαστρῳ πυον παχυτατον
9999972 λυσιτελει
εἰσπραξιν και διαφυγειν ὁλως βουλην , ἡ τοις μεν ἀνωνυμοις λυσιτελει , τους δ ' οἱα συ διαδεξαμενους οὐκ ἀν
χαριτας , ἀνθ ' ὡν ἐψηφισασθε ἐκεινοις τους ἀνδριαντας ; λυσιτελει γουν ὑμιν ἐκτινουσιν , ἐπειδη το λυσιτελες οἰονται δειν
9999972 κατε
τον ἀνθρωπινον ἐποπτευετε βιον , ὡν τε ἠδη τετιμη - κατε μοι πολλην οἰδα χαριν , και περι των μελλοντων
, ὡσπερ ἐν στοχασμῳ , ἀναγκαιως τοις του στοχασμου κεφαλαιοις κατε - σκευαζετο . ἐπειδη δε λεληθοτως τουτο γιγνεται ἐν
9999972 σαρκινον
ἐν τωι Περι θεων : διοπερ και ἐν οἱς το σαρκινον φθορας εἰναι δεκτικον λεγει . π . εὐσεβ .
πολυσαρκια . Ἀριστοφανης δ ' εἰρηκεν ὡς οὐχ ἑτερον ἀνδρα σαρκινον , Εὐπολις δε σαρκινη γυνη , Ἡροδοτος δε σαρκισαι
9999971 ἠδικηκοτων
, οὐκ ἀξιουμεν ἐλαττωθηναι ὑπο των και ἡμας και ὑμας ἠδικηκοτων . Χωρις δε τουτων , ἀνδρες Ἀθηναιοι , μη
, ὠ ἀνδρες δικασται , τινος εἱνεκ ' ἐγω μηδεν ἠδικηκοτων τουτων κατηγορειν ἀν προειλομην . οὐ γαρ εὑρησετε .
9999971 Πολυκρατους
προς λυραν ὁ Πινδαρος : ἠιδε δε ὁ Ἀνακρεων την Πολυκρατους τυχην Σαμιων τηι θεαι πεμπουσαν ἱερα : και Ἀλκαιος
δια Χερρονησου τῃ στρατιᾳ , των μεν κληρουχων κατα το Πολυκρατους δογμα πολεμουντων ἡμιν , ὑμων δε τοιαυτα ψηφιζομενων ,
9999971 προσφιλες
κολαζων , οὐδεν θαυμαστον εἰ τουτο δρων τῳ μεν Διι προσφιλες ποιεις , τῳ δε Κρονῳ και τῳ Οὐρανῳ ἐχθρον
εἰ βουλοιο , και μη γραφε , εἰ τουτο σοι προσφιλες . Μαλλον ὁτι μη παλαι σοι γραφειν ἠρξαμην ,
9999971 ἐνδεχομενην
συζυγιαι . ἡ δε αἰτια το μεταλαμβανεσθαι παλιν την ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰς καταφατικην και δια τουτο γινεσθαι ὁμοιοσχημονας τας συζυγιας
της κατα τας στασεις ῥητορικης λυεται τῳ και την ὑλην ἐνδεχομενην εἰναι : τεκμηρια δε αὐτης τινα ἀλυτα ἐστιν ,
9999971 θαυμαστος
ῥᾳστα ἐπι το ἀκροτατον ἀναβησῃ και εὐδαιμονησεις και γαμησεις και θαυμαστος πασι δοξεις , ἐγω σοι φρασω : ἱκανον γαρ
εἰκοτως , και δοκων και ῥητωρ ἀριστος εἰναι και ἀνηρ θαυμαστος , κατεβη μαλα σεμνως . ἀναστας δ ' ἐγω
9999971 καθαρτηριον
ὁλως λαβειν φαρμακον ὑπηλατον . μετα δε το ληφθηναι το καθαρτηριον συμφερει της πτισανης ἐπιρροφειν , ὡς φησιν Ἱπποκρατης :
νιτρου και λιβανωτου βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν
9999971 γεγραφθαι
τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον ἀρχηθεν τον ἀξιουντα κτεινειν τους μοιχους .
και προκαταστασις γενησεται της διηγησεως , ὁτι μητε ἐκεινον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον
9999971 θαυμασαντος
εἰ ῥιγοι ἐφη : ” οὐ ” . του δε θαυμασαντος ἀντηρωτησεν ὁ Σκυθης εἰ ἐκεινος το μετωπον ῥιγοι :
, ὁς ὑπερκυψας το Ταϋγετον ἀπο του Εὐρωτα πιεται : θαυμασαντος δ ' ἐκεινου και φησαντος : πως δ '
9999971 συγγραφων
και ἑδνων και ὑποσχεσεων και ἀπατων , ὁμολογιων τε και συγγραφων , και τελευταιον πολλακις ἐν αὐτοις τοις γαμοις λοιδοριων
: οὑτως δηλον ἐστιν ὁτι περι των καθολου λογων και συγγραφων ὁ παρων ἐστι λογος . Πολιτικον δε λεγει τον
9999971 ἀναλωσει
μεταβησεται . εἰ δε νυκτερινη ἐστιν ἡ γεννησις , πολλα ἀναλωσει των ἐπικτηθεντων και ἡττηθησεται παρα των ἐχθρων αὐτου και
οὐσιας ἠ δι ' ὀλιγοτητα , οὑτως κυβερνων προσθησει και ἀναλωσει της οὐσιας καθ ' ὁσον ἀν οἱος τ '
9999971 ἀμαρακινον
ναρδινου . παραπλησιως δε και ταις ἑξης εἰσεφερετο τηλινον , ἀμαρακινον , ἰρινον , παντα διαφεροντα ταις εὐωδιαις . ἐστρωτο
και κασια και καλαμος ἀρωματικος και το ἰρινον και το ἀμαρακινον ἐλαιον και το ὀποβαλσαμον . οὑτω μεν οὐν ἰασθαι
9999971 νεωτεριζειν
γενοιτ ' ἀν , ὁπως μηδενι ἑτοιμα ᾐ των βουλομενων νεωτεριζειν . Εὐηθες γαρ των μεν ἀφικνουμενων ἀνδρων παραιρεισθαι τα
ἁπτεα του ἐργου πριν και των λοιπων ἐπαρθηναι εἰς το νεωτεριζειν τας γνωμας . . . . ἀτασθαλα . .
9999971 τερα
! ὁ χοροϲ εμω ! ! ! ? [ ] τερα ? ὁ χοροϲ ] ! ! [ ] !
ὑποδιπλασιον . θελει γουν ἐχειν οὑτως και ἡ δευ - τερα , προς ἡν ἡ πρωτη λογον ἐχει δεδομενον :
9999971 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999971 κανονιζει
μικρον δια τουτο ἐπι τας μετοχας καταπεφευγε και ἀπο τουτων κανονιζει τα εὐκτικα ἐνεργητικα , δηλον ἐστιν ἀπο των εὐκτικων
ὀνομα μονοσυλλαβον . Το δεκατον πεμπτον τας πλαγιας των ὀνοματων κανονιζει , και τους κατα κλισιν ἀριθμους και τους κατα
9999971 γεγενημενης
ὁρους αὐτων , νυνι δ ' ἐρημου της πλειστης χωρας γεγενημενης και των κατοικιων και μαλιστα των πολεων ἠφανισμενων ,
ποσον ἰατρικης ψαυσασιν . Της των ῥαφων διαστασεως ἐκ ῥευματισμου γεγενημενης , τα πρωτα ἐργα γινεσθω ὁσα εἰρηται ἐπι των
9999971 γεννησας
την Βακτριανην καταστησας ἀπελυσε τας δυναμεις . μετα δε ταυτα γεννησας ἐκ Σεμιραμιδος υἱον Νινυαν ἐτελευτησε , την γυναικα ἀπολιπων
, περι δε των παιδων , ὁτι ᾐδειν αὐτους θνητους γεννησας . οἱ δ ' εἰς Σολωνα τουτο ἀναφερουσιν ,
9999971 καταφορα
μαθειν . ὁ δε μισθος ἀργυριον , χρηματα , φορα καταφορα , τελος , εἰσφορα , τελεσμα , εἰσπραξις .
ἡγεμονικον . οἱ δε οὑτως . ὑπνος ἐστιν ἡ ψυχης καταφορα κατα φυσιν ἀπο των περατων ἐπι την ἀρχην .
9999970 ἐντυγχανοντα
της ἰδιας φυσεως και μοχθηριας φερομενους προς το βλαπτειν τον ἐντυγχανοντα ἀναιρειν ἡγουμεθα δειν και κολαζειν ἁπαντας , οὑτως και
ἀλληλους ὁτι Τα πνευματα και αἱ ψυχαι των ἀνθρωπων στεναζουσιν ἐντυγχανοντα και λεγοντα ὁτι Εἰσαγαγετε την κρισιν ἡμων προς τον
9999970 γυμνικους
Ὁ μεν δη ἁμαρτων του χρηστηριου προσειχε γυμνασιοισι ὡς ἀναιρησομενος γυμνικους ἀγωνας , ἀσκεων δε πενταεθλον παρα ἑν παλαισμα ἐδραμε
, ἀλλ ' ἐπειδη ἐθος ἠν τοις παλαιοις κατα τους γυμνικους ἀγωνας ἐλαιῳ ἀλειφεσθαι προτερον , κἀντευθεν το ἀλειφεσθαι συμβολον
9999970 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999970 τεσσαρας
οἱ παλαιοτεροι , μη δυνηθεντες ἁψασθαι ἀλλης αἰτιας παρα τας τεσσαρας τας εἰρημενας ὑφ ' ἡμων . προς δε τουτοις
θυγατερα Αἰητου του Σκυθων βασιλεως και ποιει ἐξ αὐτης παιδας τεσσαρας Ἀργον , Κυτισωρον , Μελανα , Φροντιν , και
9999970 καταληκτικοι
ὁ θεραπων προς τον Ἀγορακριτον . ἐν ἐκθεσει στιχοι τροχαϊκοι καταληκτικοι εʹ , οὑς οἱ ὑποκριται φασιν . Γ ἀνδρες
και μονομετρα ιεʹ . ἐν ἐκθεσει δε στιχοι τροχαϊκοι τετραμετροι καταληκτικοι δʹ , ὁμοιοι τοις ἑξης . ταυτα δη λιπους
9999970 σκοπουντας
παραμιγνυντας αὐτα εἰτε ὡραν και χωραν και ἡλικιαν και νοσον σκοπουντας εἰτε τινα παρατηρηματα ἑτερα , οὐκ ἀρκει οὑτος ὁ
εὐδαιμονα , δια το μη τους ζωντας ἐθελειν εὐδαιμονιζειν , σκοπουντας τας του βιου μεταβολας τῳ μονιμον τι την εὐδαιμονιαν
9999970 φιλοτιμεισθαι
αὐτων διεφερετε , οὐδεν ἰσως ἐδει καθ ' ἑν τουτο φιλοτιμεισθαι και σκοπειν ὁπως κρειττους δοξετε . νυν δε οὐθεν
ἀνθρωπινον τι πεπονθοτα , ἀποτρεπετε δ ' ἐπι τοις αὐτοις φιλοτιμεισθαι ὡς ἀνηκεστα ἡμαρτηκοτα . Νικοκλης ὁ Συρακουσιος γυναικος ἀποθανουσης
9999970 κινδυνευοντες
τα θηρια ἐκτεινον , ὡς μητε ζητουντες πονειν μητε αὐ κινδυνευοντες , ἁτε ἀσθενη και δεδουλωμενα : ὁμοιως δε ἀφῃρουντο
τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ ; και μην οὑτοι μεν οὐδεν οὐδενι κινδυνευοντες ἰδιας ἐχθρας ἑνεκα ταυτα ποιουσιν , ἡμεις δε παντας
9999970 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999970 κατεβησαν
βαρβαρων σιδηρος κεχρισμενος ἠν φαρμακου θανασιμου δυναμει , ᾑ πεποιθοτες κατεβησαν εἰς την δια της μαχης κρισιν . κατεσκευαστο δε
οὑτως αὐτοις ἐγχειρειν . ἀλωπηξ και τραγος διψωντες εἰς φρεαρ κατεβησαν . μετα δε το πιειν του τραγου σκεπτομενου την
9999970 καθαρτικων
δε φλεβοτομιας . . . οὐτε τινι των δραστηριων χρηται καθαρτικων φαρμακων . ἐτι δε ἐναργεστερον ἐδηλωσε την ἑαυτου γνωμην
τουτουϲ ἁρμοδιωϲ καθαιροντων ἐϲτιν . ὁϲοι δε τα τοιαυτα των καθαρτικων παραιτουνται φαρμακων , καταποτιοιϲ χρηϲτεον τοιϲδε : ἀλοηϲ ,
9999970 λιπαρας
δυνασθαι δια πικροτητα . της γε μην ἐλαιωδους τε και λιπαρας μετεχει ποιοτητος , ὡσπερ και τα καρυα : τροφην
ἐπιμηκεις τους βοτρυας , και ἰσοπαχεις τας ῥαγας τροχοειδεις και λιπαρας , τῳ δε καιρῳ της πεπανσεως ὑπερυθρους : και
9999970 ἀσπαζομενοι
ἀπολιπειν ἀγαθον : ὁποιοι εἰσιν οἱ την κατα σαρκα ἡδονην ἀσπαζομενοι . και ἱνα μη δοκωμεν νυν ἐπι πλειον ἐκτεινειν
εἰς δικελλας νυν και δρεπανας , και τον Ἀρην πορρωθεν ἀσπαζομενοι προσευχονται Δημητρι και Διονυσῳ . Πολλα τοιαυτα και προτερον
9999970 ἀποστειλαι
γυμνικον , τα τε περι των ἀθλων διαταξαι και θεωρους ἀποστειλαι τους ταις πολεσι προερουντας την θεαν των ἀγωνων .
τε ὡς θυγατερας και προικας ἐπιδουναι και εἰς την Μεσσηνην ἀποστειλαι τοις πατρασιν αὐτων . Χρονῳ δε ἐν ταις Ἀθηναις
9999970 Ἀριστοφων
, ἀργυρωματα , θηρικλειοι και τορευτα πολυτελη ποτηρια ἑτερα . Ἀριστοφων δ ' ἐν Φιλωνιδῃ : τοιγαρουν ἐμοι μεν ἀρτιως
και γαρ προειρηκεν ὁτι ἐπολιτευετο πριν αὐτον δοκιμασειν ἠπειλησεν ὁ Ἀριστοφων . . . . σαφεστερον ] ἀντι του ἀναιδεστερον
9999970 φυλαξαντες
ἐχει τινας ἰυγγας , εἰ τῳ ἱκανοι τεκμηριωσαι οἱ πρωτοι φυλαξαντες ταυτα . Γυπων πτερα εἰ θυμιασειε τις , ὡς
οἱ Συρακοσιοι ἐπι τας ναυς παρεπλεον ἐπ ' οἰκου . φυλαξαντες δ ' αὐτους οἱ Ἀθηναιοι εἰκοσι ναυσι προς τοις
9999970 συλλαμβανων
προσωπα , και ἀποτεινομενος τις ἐρει προς τινα ὑμας , συλλαμβανων παλιν και το παρον προσωπον και τα ἀποντα .
αἰλουρος τουτο γνους ἡκεν ἐνταυθα και καθ ' ἑκαστον αὐτων συλλαμβανων κατησθιεν . οἱ δε καθ ' ἑκαστην ἑαυτους ἀναλισκομενους
9999970 Κτησιφωντος
παλιν ἁψομαι του πανυ ἡρμηνευσθαι δαιμονιως δοκουντος , του ὑπερ Κτησιφωντος , ὁν ἐγω κρατιστον ἀποφαινομαι παντων λογων : ὁρω
στρατιωταις και ἡδονας ποριζομενος . Ὁτι τοσαυτη ἐν τοις προαστειοις Κτησιφωντος ἀφθονια των ἐπιτηδειων ἠν ὡστε την περιουσιαν κινδυνον τοις
9999970 μαχομενην
φιλονεικων , την περι ὑμας ὀψεται δοξαν μετα ἀληθειας αὐτῳ μαχομενην και νικηθηναι μηδαμου δυναμενην : εἰ δε ἀκων μεν
μη ἁρμοττει ἠ ὁ κατηγορουμενος , την δε ἀποφασιν ἁτε μαχομενην τῃ καταφασει ψευδεσθαι μεν ἐφ ' ὡν ἐκεινη ἀληθης
9999970 συλλογιζομενοι
διανοια , τουτεστι το εἰδικον : κατα γαρ την διανοιαν συλλογιζομενοι θηρωμεν τα πραγματα : γνωστον δε το εἰδος των
διαφορων φωτισματων αὐτης : διο και ἐκ των αἰτιατων τεκμηριωδως συλλογιζομενοι το αἰτιον ἑαυτοις ἀποδεικνυομεν , τα αἰτιατα του αἰτιου
9999970 ἀφοριζεσθαι
ὀρινθεις , ἐπεταξ ' αὐτοις παλιν ἐξ ἀρχης την κολοκυντην ἀφοριζεσθαι τινος ἐστι γενους . οἱ δε διῃρουν . Ἀλεξις
ἀπορουντες παιδων ἐν καιρῳ πολεμου ἀναγκαζωνται ἐξ αὐτων των στρατιωτων ἀφοριζεσθαι εἰς το τουλδον και ὀλιγουνται οἱ καμνοντες ἐν τῃ
9999970 γραμμων
δε προς ἐπιφανειαις ἀναστροφικοι μεν εἰσιν σημειων , διεξοδικοι δε γραμμων : οἱ μεντοι γραμμικοι ἀπο των προς ἐπιφανειαις δεικνυνται
τον κωνον ἐν ἑκαστῳ των κωνων ἀλλη και ἀλλη των γραμμων γινεται , ἡν ὠνομασεν ἀπο της ἰδιοτητος του κωνου
9999970 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999970 ἀγνοεισθαι
μαλαγματα , παρεθεμεθα δε και περι διακαυσεως εἰς το μη ἀγνοεισθαι . Ἐν δε τοις παροξυσμοις διαδεσμοις των ἀλλων μερων
, τα δε συγκρυπτων , και τα μεν οὐκ ἐων ἀγνοεισθαι , τα δε ποιων λανθανειν . πως οὐν διαφυγοις
9999970 ἀκαταληκτων
] αἱ ἑξης αὑται συστηματων περιοδοι στιχων εἰσιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων ἐνενηκοντα ἑπτα , ὡν τελευταιος χαρις γαρ οὐκ ἀτιμος
ἐρωτω : ἡ μονοστροφικη αὑτη περιοδος στιχων ἐστιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων καʹ ὡν τελευταιος : ἠκουσας οὐκ ἠκουσας ἠ κωφῃ
9999970 δανεισασθαι
ἐν τῳ προς Λεπτινην : ” λεγονται οἱ τριακοντα χρηματα δανεισασθαι παρα Λακεδαιμονιων ἐπι τους ἐν Πειραιει . ” εἰθ
παλαιας ἐκεινης εὐδαιμονιας Ἀλκιβιαδης και το λεγονται χρηματα οἱ τριακοντα δανεισασθαι και ὁσα τοιαυτα . Ἀλλα σχηματα μεν ταυτα λαμπροτητος
9999970 ὀνομασθεντα
δε τηι μεσογαιαι των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και ἡ νυν χωρα Πηδασις λεγεται
δε τῃ μεσογαιᾳ των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και νυν ἡ χωρα Πηδασις λεγεται
9999970 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999970 κινδυνευοντων
' ὁμοιον πεισομεθα ὡσπερ ἀν εἰ τινες σωματων ἐν νηι κινδυνευοντων ἀγωνιωντες και φοβουμενοι περι αὐτων , εἰθ ' ἑτεραν
συναγαγειν ἐπεταξεν . ἀοπλος ἠν ὁ βιος : ὁπλα των κινδυνευοντων προὐβαλετο . ἱππων χρησιν οὐκ ἠπιστατο : μεριζει πρωτη
9999970 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999970 τελευτησας
Βοιωτιας , κἀκει γημας Πυκιμηδην ἐγεννησεν Ἡσιοδον . Ἀπελλης δε τελευτησας ἐν τῃ πατριδι Κυμῃ κατελιπε θυγατερα Κριθηιδα τοὐνομα ,
και ξενοις . ὠ βιους μεν ὡς ἐν ἱεροις και τελευτησας κρειττον ἠ κατ ' ἀνθρωπον . ὠ κοσμος και
9999970 κομιζομενοι
το πλειστον της χωρας ἐλαιαις καταφυτον , ἐξ ἡς παμπληθη κομιζομενοι καρπον ἐπωλουν εἰς Καρχηδονα : οὐπω γαρ κατ '
τινες των ὀγκων οἱον προσηρτημενοι εὑρισκονται και εὐμετακινητοι και ῥᾳδιως κομιζομενοι , τινες δε προσφυεις και δυσμετακινητοι και προσοχης δεομενοι
9999970 στρεφων
καρα . Μελητον τον ἀπο Ληναιου νεκρον . Κεραμικην γαιαν στρεφων . Τις ἀν γενομενος εἰς ὀπην ἐνδυσομαι ; φερ
Και των προς εἰλην ἰχθυων ὠπτημενων . Ἰκτινα παντοφθαλμον ἁρπαγα στρεφων . Οἰμαι γαρ αὐτον κολλοπι ἐοικεναι . Ποι κηχος
9999970 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999970 γιγνωσκοντας
συγγιγνομενους , και οὐ τα σφισιν μονον πρακτεα ἠ μη γιγνωσκοντας , ἀλλα και τοις ἀλλοις χρησμῳδουντας και ἰδιᾳ και
περι ὡν ἀμφισβητουμεν τον τροπον τουτον , ἀλλως τε και γιγνωσκοντας ὁτι νικηθεντες μεν οὐδεν ἀποβαλειτε , κρατησαντες δε ληψεσθε
9999970 λυσιτελουντα
δυνησεσθαι ; Οὑτως οὐ φιλανθρωπα σοι μονον , ἀλλα και λυσιτελουντα πεπρακται . και φυσει γε το πραγμα τοιουτον ἐστιν
ἐργον την σην ἀναμενον γνωσιν . οὐδε γαρ τα προδηλως λυσιτελουντα μη του σου νευματος ἡγησαμενου δεξαιτ ' ἀν αὑτῳ
9999969 οἰκητορων
τοποις την πατριδα κειμενην ἐχει , τινων τε προτερον γενομενην οἰκητορων πολεσι τε ποιαις συγγενειαν ἀναφερει : συνελοντι δ '
ἀποκοσμησαι την πολιν ψιλωσαντα ξυνωριδος τοιαυτης . εἰτα δυο μεν οἰκητορων ἀποβολη διικνειται μεχρι κοινης ἀκοσμιας , ἁλωσις δε και
9999969 παρασκευαζουσι
παρον ἡμιν της ἡσυχιας ἀπολαυειν , ἡν οὑτοι καλως ποιουντες παρασκευαζουσι , τουτοις τε ἐνοχλουμεν οὐδεν δεομενοις και αὐτοι κακων
φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους ποθους ἐμβαλλοντες παρασκευαζουσι τον παλαι συνθεμενον και ὁμολογησαντα φιλιαν ἀλυτον διαφυλαξειν παλιν
9999969 κληρουχιας
του μη δικαιους πολεμους ἐνιους πεπολεμηκεναι , κοινῃ δε ἐς κληρουχιας ἀδικους ἀλλοτριας τε γης και ἀλλοτριων οἰκιων ἐξιον ,
πολεμους ὑπηρχον τεταπεινωμενοι , Ἀθηναιοι δε δια τας των πολεμουμενων κληρουχιας ἠδοξουν ἐν τοις Ἑλλησιν : οἱ δε Λακεδαιμονιοι της
9999969 συγχωρησαντες
μη δυνωμεθα παντη το ὑπο του κατηγορου λεγομενον , ἀλλα συγχωρησαντες ἐλαττωσωμεν αὐτο , ὡς ἐν τῳ προς Λεπτινην „
των ἀνηκεστων οὐδεν . κἀκεινοι ταυτα προκαλουμενων ἡμων μετριασουσι και συγχωρησαντες τῃ πολει νεας ἀρχας ἀποδειξαι και τα προς τον
9999969 περιεποιησατο
συμπεριφοραις κεχαρισμεναις τοις ὑποτεταγμενοις χρωμενος μεγαλην εὐνοιαν ἐν τοις στρατιωταις περιεποιησατο . παντες γαρ της εὐεργεσιας χαριν ἀποδιδοντες ἐν ταις
στρατιωτικους μισθους και μεταδιδους τοις πενησι της εὐποριας δυναμιν ἀξιολογον περιεποιησατο . ἐκτραπεις δε εἰς ὠμοτητα και πλεονεξιαν εἰσεπραττετο τους
9999969 ἀνατολικης
οὐσης ὑπο των κακοποιων πραξιν και ἐπικτησιν σημαινει , μαλιστα ἀνατολικης οὐσης : καλοι οἱ χρονοι ἐν πασιν ἀνεγραφησαν ,
∠ ʹʹιβʹ λϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ και ἐν τῳ Αἰγαιῳ πελαγει ἀνατολικης πλευρας Πανορμος λιμην νγʹ γοʹʹ λζʹ Ἀρτεμιδος ἱερον νγʹ
9999969 μεταγενεστεροι
δια των θεωρηματων ἐκματτομενη το παραδειγμα , ὡς δε οἱ μεταγενεστεροι λογος [ ἠ πραξις ] ὁμοιωσιν εὐ ἐχουσαν του
, ἐπιεικως και φιλανθρωπως προσφερομενοι τοις ὑποτεταγμενοις : οἱ δε μεταγενεστεροι βιαιως και χαλεπως χρωμενοι τοις συμμαχοις , ἐτι δε
9999969 πινομενη
προσαγορευουσιν . αὑτη ξηραντικης μετεχει φυσεως . και συν οἰνῳ πινομενη ἰσχιαδικους και δυσεντερικους ἰαται , και σπληνα ἐσκιρωμενον θεραπευει
σμυρνης σπερματος ἰσον : και ἀριστολοχια δε μαλιστα ἡ στρογγυλη πινομενη ὁσον δραχμης πληθος πνευματα διαλυει και τους βραδυπεπτουντας ὠφελει
9999969 ἀποσκευας
εὑρων ἐπεισελθων την Ἐπιδαμνον κατεσχεν . Λυσιμαχος , Αὐταριατων τας ἀποσκευας ἀπολεσαντων ἐν τῃ προς Δημητριον μαχῃ περι Λαμψακον ,
εἰς τας ναυς ἐμπηδωντων πολυς ἐγενετο θορυβος δια τε τας ἀποσκευας και το πληθος των αἰχμαλωτων . ἐν τοσουτῳ δε
9999969 κλειδων
. . . μηχανωνται , και μαλιστα ἐπι τῃ των κλειδων ἀνοιξει . ἐκ της παλαιστρας ] ἐκ του διδασκαλειου
των ὑποχονδριων καλουμεν , ἀλλα και το συμπαν ἀπο των κλειδων μεχρι των αἰδοιων : κεφαλην δε και το τετριχωμενον
9999969 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999969 προσεποιειτο
μονων των ὑπ ' ἐκεινην την τεχνην , ἡν ἐχειν προσεποιειτο : νυν δε περι παντων ἐρωτᾳ και ἀποκρινεται ,
και ὁπηνικα ἐκεινος το ἑαυτου συνηθροιζε στρατευμα , οὑτος ἠρεμειν προσεποιειτο και διασχων ἡμερας τινας ἐξῃει λαθρᾳ και οὐ πορρω
9999969 φερομενα
ἐτι τα θηρια διωκει τας ἡδονας και τα παιδια ἀλογως φερομενα : ὁ δε ζητει τα ἀλογως κινουμενα , οὐκ
, εὐ ἰστε ὁτι πασιν ἁμα παντα ἡκει τα χαλεπα φερομενα . και ὁ θεος οὑτω πως ἐποιησε : τοις
9999969 τολμησαντα
αὐτον κατα Δημοσθενους , ὡς κατα της πολιτειας την ἱεροσυλιαν τολμησαντα . τριτον : θαῤῥει μεν οὐν , ὡς ἐοικεν
οὑτω νενομικα των δικαιων καταμελειν , ὡς ἀθῳον τουτον τηλικαυτα τολμησαντα διαδραναι την δικην . ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ . Οὐ νυν δε
9999969 ἐρωτησεις
ὁτε οὐχ οὑτως , ἀλλ ' ἑτερως ἀποκρινομεθα προς τας ἐρωτησεις , οἱον : ἡμερα ἐστιν ; και οὑτως :
θαυμαζεις εἰ ἐπι μεγα ἠρθη το χρηστηριον , ὁρων τας ἐρωτησεις των προσιοντων συνετας και πεπαιδευμενας ; Ὁλως δε ἀσπονδος
9999969 ἀπογεια
Η , Θ . τα Η , Θ ἀρα σημεια ἀπογεια ἐστιν ὁμαλα , και ἑκατερα των ὑπο ΘΚΠ ,
ἰσους ἐπικυκλους τους ΚΕ , ΝΠ , ΛΜ , ὡν ἀπογεια τα Ε , Ν , Μ , και ἀπολαβωμεν
9999968 δοξεις
θελησῃς περασαι , στησεται , κἀν κρημνους ὑπερβηναι , λειμωνας δοξεις πατειν . οὑτω και την Θετιν ἀργυροπεζαν εἰπεν ὁ
χθονιῳ και των ἀκηκοοτων προτερον πολλην ληθην κατασκεδασαι , ἠ δοξεις τον του Κορινθιου μυθον τι πεπονθεναι , κατα σαυτου
9999968 γλυκυτερον
πτυσματος : ἠν δε μη , ἐρου αὐτον , εἰ γλυκυτερον το σιαλον , και ἠν μεν φῃ , ἰσθι
εἰρηται , το γαλα , μεχρι παχυτερον τε ὁμαλως και γλυκυτερον του ὠμου γενηται . Δει δε και της των
9999968 συντεθειμενα
ἐπειδη οὐκ ἐστιν εἰς ης : προσκειται παρ ' οὐδετερων συντεθειμενα δια το νικη Ὀλυμπιονικης Ὀλυμπιονικου : τουτο γαρ και
του Δημοσθενους : τα εἰς ης ὀνοματα παρ ' οὐδετερων συντεθειμενα παντως εἰς ους ἐχει την γενικην , γενος εὐγενης

Back