εὐλαβηθεισα ἐκεινη ἐφυγε προς τον Ἀτλαντα , διατηρησαι την παρθενιαν σπευδουσα . ὡς δε και αἱ πλεισται Νηρηιδες ἐκρυπτοντο κεκρυμμενης
Γινεται οὐν ψυχη μεν ἐλευθερα δια νου προς το ἀγαθον σπευδουσα ἀνεμποδιστως , και ὁ δια τουτο ποιει , ἐφ
9999959 ἀπελθουσα
ξυντελειαν . . οὐκ ἐς φθορον ] οὐκ εἰς φθοραν ἀπελθουσα ἀφωνως μενεις . εἰωθαμεν δε τοιουτοις λογοις προς τους
ὁτι κἀκεινων ἀθανατος ἐστιν ἡ ψυχη , εἰ γε και ἀπελθουσα ἐπανερχεται παλιν και γνωριζει και ἐπανιστησι το σωμα και
9999956 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999955 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999954 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο
9999953 ἀπεπεμψαν
τον Πελοπιδαν , βουλομενον διελεγχειν της ἀποκρισεως την ἀποριαν , ἀπεπεμψαν ἐκ του συνεδριου . Μιθριδατης μεν οὐν , ὡς
τοις μεν πειραταις τον μισθον ἀποδοντες παραχρημα της πολεως αὐτους ἀπεπεμψαν το ἀπιστον αὐτων περι τους πρωτους φιλους οὐκ ἀσφαλες
9999952 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999952 μακαριοι
δε Ξενοφων ἐπειθεν , ὁ δε Διογενης ὠνειδιζεν . Ὠ μακαριοι μεν των δραματων οἱ ὑποκριται , μακαριοι δε των
κατ ' ἐνιαυτον θηριον τικτει . μεγας γαρ , ὠ μακαριοι , κατα τον Θεοφιλου Κιθαρῳδον , θησαυρος ἐστιν και
9999951 ἑπτακοσιοι
, διπλασιοι δε τουτων Κορινθιοι : παρεγενοντο δε και Βοιωτων ἑπτακοσιοι ἐκ [ δε ] Θεσπειας και ἐκ Θηβων τετρακοσιοι
των τετρακισχιλιων σταδιων διαστημα , γινεται το παν μυριοι δισχιλιοι ἑπτακοσιοι σταδιοι , το δ ' ἀπο της Ῥοδιας ἐπι
9999950 Πελοποννησος
οὐχ ὑπερσυντελικος . . . + . Ἀπια : ἡ Πελοποννησος , ποταμου , και Μελιτης της Ὠκεανου , τελευταιον
Ἰωνια , ” ἐκ δε θατερου ” ταδ ' ἐστι Πελοποννησος οὐκ Ἰωνια . „ Ἀλεξανδρος δε της Ἰνδικης στρατειας
9999950 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999949 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999949 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999949 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999949 θεατρα
τον γαρ προ του χρονον οὑτω κεκολασμενος ἀτακτως ἐς τα θεατρα ἐφοιτα και ἐπι την τουτων ἠχω . εὐδοκιμουντι δε
φρονησας εἰκοτως περιιστατο των πολλων , οὐδεμιαν φιλοτιμιαν περι τα θεατρα ποιουμενος . διο τοσουτον αὐτον ἐβλαπτε τουτο ὁσον ὠφελει
9999949 δυνηθεισα
οὐδεν προκοπτει , μηδε χειρουργιας ἀμελησωμεν . ἰσως γαρ μη δυνηθεισα ἡ φυσις διαφορησαι τον χυμον , δευτερον πλουν πλευσασα
„ . ἡ δε ταυτα ἀκουσασα και προς μηδεν ἀντειπειν δυνηθεισα , ” ποθεν , ἀνερ ” , φησι „
9999949 σταθεισα
' , Ἰφιγενεια , μακαριαν δε με ξεναισι ταισδε πλησια σταθεισα δος , και δευρο δη πατερα προσειπε σον φιλον
καρα δακρυα προηκεν , ὀμματων πεπλον προθεις . ἡ δε σταθεισα τωι τεκοντι πλησιον ἐλεξε τοιαδ ' : Ὠ πατερ
9999949 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999949 βραχιονα
δε του κολπου θηλαζουσι τα βρεφη , και ἐς τον βραχιονα τον ῥυτηρα ἐναψασαι τον του γημαντος ἱππον ἐς ἀρδειαν
τα ἑλκεα , ὁμοιως ἐπι πολυν χρονον χρη προσδειν τον βραχιονα προς τας πλευρας : οὑτω γαρ ἀν μαλιστα ἐπουλωθειη
9999948 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999947 φανταζομεθα
. και ἐνταυθα το μεν ἐργον του φιλοσοφουντος τοιουτον τι φανταζομεθα , ὁτι δει την αὑτου βουλησιν συναρμοσαι τοις γινομενοις
ἐγρηγορεναι διαφοροι γινονται φαντασιαι , ἐπει ὡς καθ ' ὑπνους φανταζομεθα , οὐ φανταζομεθα ἐγρηγοροτες , οὐδε ὡς φανταζομεθα ἐγρηγοροτες
9999947 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999947 ἐστρατευσε
θυσας εὐωχειτο . ὁ δε Θειοδαμας ἐλθων εἰς την πολιν ἐστρατευσε καθ ' Ἡρακλεους , και εἰς τοσαυτην ἀναγκην κατεστη
Οὐολουσκοι δε και Ἑρνικες , ἐφ ' οὑς ὁ Κασσιος ἐστρατευσε , γνωμην μεν ἐποιησαντο δῃουμενης της χωρας περιοραν και
9999947 Πελοπιδας
ἀν πολλακεις τους ἀληθεινους ἡγεμονας . οὐτε γαρ Ἐπαμεινωνδας οὐτε Πελοπιδας οὐτε Ἀθηνηθεν Ἰφικρατης και Χαβριας ἐστρατηγησαν ἀν οὐθ '
στρατηγους κατα τους ὑποκειμενους χρονους . ἐπιφανεστατοι δ ' ἠσαν Πελοπιδας και Γοργιας και Ἐπαμεινωνδας : οὑτος γαρ οὐ μονον
9999947 αἰφνιδιως
Βυζαντιων , ἐγνωσαν διαρπασαι την πολιν , και πολυς ταραχος αἰφνιδιως κατεσχε τους Βυζαντιους . ἐπει δε ὡπλιζοντο τε οἱ
Κορυβαντος και Δημοδικης παις , των της Ῥεας μυστηριων τελουμενων αἰφνιδιως [ την θεαν ] θεασαμενος , ἐμμανης ἐγενετο και
9999947 Σιμωνιδης
οὐ σπονδη , οὐκ ἀπαρχη θεοις , ἀλλ ' ὡσπερ Σιμωνιδης ἐφη περι της ἀκοσμου γυναικος , ἀθυστα δ '
ὀνομαζει αὐτον . . . . . : Φερεκυδης και Σιμωνιδης φασιν , ὡς ἡ Μηδεια ἀνεψησασα τον Ἰασονα νεον
9999946 στατηρα
σταθμα , στασιμα ὠνομασεν ἐν Ὑϊ Κηφισοδωρος ὁ κωμικος . στατηρα δ ' οἱ της κωμῳδιας ποιηται την λιτραν λεγουσιν
ἐξερχεται τε πανταχος ' ἠδη πιομενη , δεχεται δε και στατηρα και τριωβολον , προσιεται δε και γεροντα και νεον
9999946 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999946 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999946 Δημοσθενες
αὐτῳ : ὁ δε δημος ὁ Ἀθηναιων ποι καταφυγῃ , Δημοσθενες ; προς ποιαν συμμαχων παρασκευην ; προς ποια χρηματα
λαβειν , και προς τουτοις ἐν τῳ ψηφισματι γραψαντος ὠ Δημοσθενες σου και ἑτερων πολλων , ζητειν την βουλην περι
9999945 ξηραντικη
δ ' ἐναιμος , κολλητικη προς τε αἱμοπτυϊκους και ἀρθρα ξηραντικη . Νευροτρωτων ἐμμεθοδος θεραπεια ἐκ των Γαληνου ἡ και
: διο και ἡ δυναμις αὐτου ῥυπτικη τε ἁμα και ξηραντικη . Κριθαι της πρωτης εἰσι ταξεως ἐν τῳ ξηραινειν
9999945 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999945 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999945 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999945 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999944 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999944 λιθαργυρου
και χωσθεντος . Πισσης Βρυττιας # α # δ , λιθαργυρου # α # δ , λιβανου # η ,
, ἀλοης , σμυρνης , λιβανου , πανακος ῥιζης , λιθαργυρου , ψιμυθιου ἰσα παντα . λειουται ἐν ἡλιῳ θερους
9999944 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999944 κουρευς
' ἐμου τον φαλακρον ἐξυπνισεν . Σχολαστικος και φαλακρος και κουρευς συνοδευοντες συνεθεντο προς τεσσαρας ὡρας βιγλευσαι . ἐλαχεν οὐν
ποιμενας , ἐν δε Χρυσῳ γενει Εὐπολιδος ἐπειθ ' ὁ κουρευς τας μαχαιριδας λαβων ὑπο της ὑπηνης κατακερει την εἰσφοραν
9999944 τυγχανοι
ἐστιν , ἠ ἡττον τι της κεραμευτικης ἠ της μαγειρικης τυγχανοι ἀν τουδε του ὀνοματος ; Οὐχ ἡττον ἰσως .
και ψαλλοιτο και ἀλλο ὁτιουν παθος πασχοι ἐκεινα ἐξ ὡν τυγχανοι οὐσα , ἀλλ ' ἑπεσθαι ἐκεινοις και οὐποτ '
9999944 συλλαβῃ
διφθογγῳ . Τα εἰς ΔΩ ἐχοντα ἐν τῃ προ τελους συλλαβῃ Ε , ᾡ ὑποτετακται ἠ συμφωνον ἠ ὑποτακτικον φωνηεν
δια του ιος τρισυλλαβα προπαροξυτονα , ἐχοντα ἐν τῃ πρωτῃ συλλαβῃ το υ , δια του ι γραφονται : οἱον
9999943 ἐμιμησατο
το την γαστερα λαλειν † μονον : ἠ † . ἐμιμησατο τῃ φωνῃ των ἐντερων τον ἠχον . ἀτρεμας :
οὐ μην ἀλλα και του Δημοσθενικου χαρακτηρος , ὁν μαλιστα ἐμιμησατο , πολυ πλειω δυναιτ ' ἀν τις εἰπειν ,
9999943 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999943 χαλεπωτατα
προπεμπομενοι δεδιοτος , μη συλληφθεντες ἀπολωνται και συμβῃ δυο τα χαλεπωτατα , ἀνδρων τε , οἱ φυλης ἑκαστης ὀψις ἠσαν
μετιων : ὡς κἀν τουτῳ γεωργιαν θαυμασιωτεραν εἰναι , τῳ χαλεπωτατα εἰναι και ἀγριωτατα των ἐθνων , εἰπερ ὀντως ἐστιν
9999943 ἐξενισεν
Ὑρκανιων και τους ὁμοτιμους ἐλεξεν ὡδε . Ἀνδρες φιλοι , ἐξενισεν ἡμας ἁπαντας πολλοις ἀγαθοις Γωβρυας . εἰ οὐν ,
, και εὐθεως ἀπῃτει . Κωκαλος δε ὑποσχομενος δωσειν , ἐξενισεν αὐτον . Ὁ δε λουσαμενος ὑπο των Κωκαλου θυγατερων
9999943 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999943 οἰδημα
, και κατ ' οὐδενα ὁμοιας δειται ἀγωγης . και οἰδημα , και κηλη , και χοιρας , και μελικηρις
οἰδημα νεαρον , τουτεστι προσφατον , βορβορυγμος γενομενος λυει το οἰδημα και το ἐπαρμα τῃ ὑποχαλασει διαφορουμενων των πνευματων των
9999943 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999943 ἀπηλθες
Διος : οὐκ ἀκρωτηριαζομενην την Βοιωτιαν ἐστεναξας , ἀλλ ' ἀπηλθες μετα του στεφανου προς τον ἀπανθρωπον : εἰτα προσθες
λεγομενα που ἀπηλθες ; ἀπηλθες που : πως ἀπηλθες ; ἀπηλθες πως . παρειπετο οὐν και τῳ η ταὐτον .
9999943 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999943 δεισθε
ἐκεινο , εἰ μη σαφως ἰστε , ἐπιδειξω , ὁτι δεισθε γνωμης ἐν τῳ παροντι , και τοιαυτα ὑμων τα
, τας δε κεγχρους ἡμιν ἀφετε . εἰ δε κεγχρων δεισθε , και ταυτας λαβετε . Οὐδε οἰνον ποιειτε ;
9999942 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999942 ἀπειρῳ
του σχηματος . ὁ δε ὠν ἠδη στρατιωτης σωματι μεν ἀπειρῳ τοιουτων πονων διηλθεν ἐφ ' ἱππων πολλακις την οἰκουμενην
, ἀλλ ' αὐτην τινα φυσιν ἀπειρον οὐσιωμενην ἐν τῳ ἀπειρῳ , διαφερονται δε ἀλληλοις ὁμως κατα πολλα . οἱ
9999942 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999942 κτισθεισαν
τον Καυκασον ἐν δεκα ἡμεραις ἀφικετο εἰς Ἀλεξανδρειαν πολιν την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο
ἀπο τουτου Ῥηγιον ὀνομασθηναι , και την ὑστερον πολλοις ἐτεσι κτισθεισαν πολιν τυχειν της ὁμωνυμου προσηγοριας . ἐνιοι δε λεγουσι
9999942 φυλαττοιτο
ἀριθμον ἑν εἰη , οὐκετ ' ἀν ἡ κινησις μια φυλαττοιτο , οἱον εἰ Κορισκος ἁμα βαδιζοι και λευκαινοιτο :
το Ἀθηναιων ὡς ἐν Ὑμηττῳ χρυσου ψηγμα πολυ φανειη και φυλαττοιτο ὑπο των μαχιμων μυρμηκων . οἱ δ ' ἀναλαβοντες
9999942 συλλογῳ
Ἀχαιοις ἐκκλησιαν ἀθροισας ὁ ποιητης τον Τυδεως ἀνιστησι ῥητορα τῳ συλλογῳ και διδωσιν ἐπη τῳ νεανισκῳ τοιαυτα , ἁ ἀν
ὁτι τῳ προτερος λεγειν πλεονεκτει λοιδοριαις και σκωμμασιν ἐμφραττων τῳ συλλογῳ τας ἀκοας , πως ἀν τις πολλην ἐπιστομισειε φημην
9999942 χρυσουν
μεν ξανθων ἱππων ἀγελας , αἰγων τ ' ἀγελην , χρυσουν τε σακος * * * φιαλην τε λεπαστην ,
καινον χρυσιον ] τωι προτερωι ἐτει ἐπι Ἀντιγενους Ἑλλανικος φησι χρυσουν νομισμα κοπηναι . και Φιλοχορος ὁμοιως το ἐκ των
9999942 ἀπηλλαττετο
μηλα τον πολον διεδεξατο . και οὑτως ἀνελομενος αὐτα Ἡρακλης ἀπηλλαττετο . ἐνιοι δε φασιν οὐ παρα Ἀτλαντος αὐτα λαβειν
τουτον μεν γαρ τον τροπον πραξας , ὁλου του πραγματος ἀπηλλαττετο , μονος μονῳ δ ' ἀποδιδους , τους ἐπι
9999942 λειᾳ
προσοφειλετε χαριν εἰπεν , ἐπειδη φασιν ὁτι ἐστεφανωσαν ἐπι τῃ λειᾳ τον Χαρητα . καθειρξαντες ] οἱον συγκλεισαντες και μη
μετα ταυτα καταχριε σταφιδι ἀγριᾳ ἠ φρυκτῃ μετ ' οἰνου λειᾳ . Ἀλκυονιον το τραχυτερον καυσας και λυχνου ἐλαιῳ λειωσας
9999941 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999941 δευτερῳ
μεταφυτευσις τον καρπον ποιει . και τα μεν ἐνριζα τῳ δευτερῳ ἐτει , ἠ και θαττον τον καρπον ἀποδιδωσι :
Πυρρον Μολοσσον Αἰακιδην και Τρωαδα . Λυσιμαχος δε ἐν τῳ δευτερῳ των Νοστων [ . ] φησι Προξενον * *
9999941 Ἀνδρομαχην
ἡ γυναικεια διεστηκε φυσις . ἐγω δε και των προς Ἀνδρομαχην Ἑκτορος λογων ἐτι που μεμνημαι . ὁρων γαρ τι
ἐπαθε κακα : ἠν γαρ εἰκος τῃ ὑποθεσει τῃ περι Ἀνδρομαχην ἀκολουθα γενεσθαι αὐτῃ τα ἀποτελεσματα . παλιν αὐ ἀνηρ
9999941 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ
9999941 ἐκαθισεν
ψυχης πολυ τους ἡμιθεους ἐνικα και ὁς Περσας μεν κλαοντας ἐκαθισεν , ἡμας δε εἰς ὑψος ἠρεν ; οὐκ οἰσθ
ἐφικεσθαι και γελωτα ὀφλισκανουσι . κολοιος λιμωττων ἐπι τινος συκης ἐκαθισεν . εὑρων δε τους ὀλυνθους μηδεπω πεπειρους προσεμενεν ,
9999941 ἐκομιζοντο
. οἱ μεν οὐν Πελοποννησιοι της νυκτος εὐθυς κατα ταχος ἐκομιζοντο ἐπ ' οἰκου παρα την γην : και ὑπερενεγκοντες
βοιᾳ τοις συν Ἀγαμεμνονι Ἑλλησιν ἐπιγενομενου χειμωνος ἐνταυθα , ὡς ἐκομιζοντο ἐξ Ἰλιου : Ψυτταλειαν τε την ἐπι Σαλαμινι ἰσμεν
9999941 φορημα
και καθευδειν . ἐτι δε φανερωτερον και ἐν τοισδε οἱον φορημα ὁ φοβος : ἐνιοι γαρ φοβουμενοι μη ληφθεντες ἀποθανωσι
περιβεβληται τηβενναν , το ἐπιχωριον των ὑπατων τε και στρατηγων φορημα , στεφανον δ ' ἐπικειται δαφνης , μεμειωται δε
9999941 συνδρομη
μετα τουτο τραχηλος , το δε ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δε ἑκατερωθεν μετα την
τουτο τραχηλος , το δ ' ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δ ' ἑκατερωθεν μετα
9999941 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999941 κατεπλαγη
κρηνας και ἀρτους ἠν φερειν . Στιλπων δ ' οὐ κατεπλαγη την ἐγκρατειαν καταφαγων σκοροδα και κατακοιμηθεις ἐν τῳ της
εἰς το χωριον και εἰδε τε τους περι Ἁβροκομην και κατεπλαγη την εὐμορφιαν και εὐθυς μεγα κερδος νομιζων ᾐτησατο ἐκεινους
9999941 ὀκτακοσιοι
χιλιους , θεωρια δε βραχυ λειπουσαι τριακοσιοι , ἐλεφαντων ὀδοντες ὀκτακοσιοι . το δε των ἀγαλματων πληθος οὐ δυνατον ἐξηγησασθαι
δε Ἀμπρακιωτεων πεντακοσιοι . Μετα δε τουτους Λευκαδιων και Ἀνακτοριων ὀκτακοσιοι ἐστησαν , τουτων δε ἐχομενοι Παλεες οἱ ἐκ Κεφαλληνιης
9999941 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999941 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999940 δημοκρατιᾳ
πολλη την πολιν ἐπειχε . των δ ' ἐναντιουμενων τῃ δημοκρατιᾳ διαβαντων εἰς την Ἀσιαν και πορευθεντων εἰς Σαρδεις προς
γαρ εἰπων εἰς πιστιν ἀγει την τολμαν . ὡς ἐν δημοκρατιᾳ δεινα ποιω ] μιμειται του Αἰσχινου τους λογους ,
9999940 φρατορες
ὀντες φυλεται λεγονται , οἱ δε ἐκ της αὐτης φρατριας φρατορες , οἱ δε ἐκ του αὐτου γενους γεννηται .
φρατριας . οὑτοι δε εἰσι , καθαπερ οἱ δημοται και φρατορες , νομῳ τινι ἐχοντες κοινωνιαν . το δε γενος
9999940 ἐκωλυσεν
εὐθυς ἐβουλοντο καταβαλειν ἑαυτους εἰς την θαλασσαν , ἀλλα Ζευς ἐκωλυσεν . οὑτοι τοις πλεουσιν οἱ ὀρνιθες αἰσιοι φαινονται .
ἐπῃει τις αὐτοις συμμαχια βαρβαρων , ἡν ὁ Καισαρ ὑπαντησας ἐκωλυσεν ἐσδραμειν ἐς την Σετουϊαν : κἀν τῳ πονῳ τῳδε
9999940 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999940 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999940 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999940 ἀποδῳ
παραφθειρει . και ἐνθεν το ῥημα μετοχη γινεται , ἱνα ἀποδῳ τῳ ἀρθρῳ και την ὀρθην πτωσιν και το ἀρσενικον
σιτον λαμβανειν ἠ τι των τοιουτων ἐν δανει , ἱνα ἀποδῳ τις : χρησασθαι δε ἐλεγον ἱματιον ἠ σκευος .
9999940 εἰργασω
ἐκρυπτετο τουτο ὑπο του Διος , ἐπι μιᾳ ἀν ἡμερᾳ εἰργασω οὑτως , ὡστε ἐχειν σε και μεχρις ὁλου του
του ἀνθρωπους κατ ' ἐξοχην εἰπεν : ψευδεσι μυθοις : εἰργασω ἀφανως και ἀνεξελεγκτως πεισθεις τοις ψευδεσι λογοις της σης
9999940 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999940 πρακτεα
ἀπορων τε και δυσευρετων δοιην ἀν λυσεις οὐ γιγνωσκων τα πρακτεα μονον , ἀλλα και προγιγνωσκων . „ ταυτα ὁ
βουλευονται τινες εὐγνωμονεστατα και λεγουσιν ἀριστα και πραττουσι | τα πρακτεα . τριων δε ὀντων κουφοτατον ἐστι το βουλευεσθαι ἁ
9999939 μαντειῳ
. εἰ δ ' εἰη μεν Ὀλυμπιονικας , βωμῳ τε μαντειῳ ταμιας Διος ἐν Πισᾳ , συνοικιστηρ τε ταν κλειναν
, ὑστερον δε και οἱ πορρωθεν ἀφικνουντο και ἐχρωντο τῳ μαντειῳ και ἐπεμπον δωρα και θησαυρους κατεσκευαζον , καθαπερ Κροισος
9999939 ἀκουσεσθε
ἀκουσαι : οὐ γαρ χειρον ἰσως προς ὑμας εἰπειν : ἀκουσεσθε γαρ ἡδεως του θεου χαριν του προδειξαντος και ἁμα
ἀνθρωποι προς θηρια . οὐκ ὀψεσθε εἰς ἀλληλους ; οὐκ ἀκουσεσθε ἀλληλων ; οὐκ ἀντιδεξιωσονται την ἀρχην ποιησαμενων ὑμων ἀλληλας
9999939 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999939 κολλα
ἀσαρου ῥιζης , ἀσταφις ἡμερος , κηρος , λαδανον , κολλα , ἡν εἰς τα βιβλια σκευαζουσι , κροκος ,
του λ ἑτερον λ ἐχει , Σκυλλα , σκιλλα , κολλα , βδελλα , ἁμιλλα , ἀμαλλα : τα δε
9999939 γεννηθεισα
ὠ Ἀθηνα θεα φιλοπολεμεἐστι δε τουτο περιφρασιςἡ ἀπο του Διος γεννηθεισα ἐκ γαρ της κεφαλης του Διος ἐγεννηθη ἡ Ἀθηναγενου
θυγατηρ ἡ Ἀρτεμις . Λητογενεια ] ἡ ἀπο της Λητους γεννηθεισα . Λατογενεια ] ἡ Ἀρτεμις γαρ θυγατηρ Διος και
9999939 εἰρηκε
και τα συνῳδα οὐ νοων και μαλιστα ἐκ τινος Ἁλιζωνους εἰρηκε τους Χαλυβας ἀποδοκιμαζει την δοξαν . ὁ δε Σκηψιος
τον δια Βυζαντιου τωι δια Μασσαλιας : ὁν γαρ λογον εἰρηκε του ἐν Μασσαλιαι γνωμονος προς την σκιαν , τον
9999939 Πυθαγορειοι
κορυφη μειζων . κἀκεινο δε δει εἰδεναι ὁτι εἰκοτως οἱ Πυθαγορειοι την μεν μοναδα ταὐτου και ταυτοτητος αἰτιαν ἐλεγον εἰναι
μεν οὐν ἀδιοριστως ἀπερριψε περι των λοιπων , οἱ δε Πυθαγορειοι και ποσαι και τινες αἱ ἐναντιωσεις ἀπεφηναντο . παρα
9999939 βουλευσομεθα
λοιπων ὁμοιως . πλεον δε περι των κατα τας τεχνας βουλευσομεθα ἠ τας ἐπιστημας : πλεον γαρ δισταζομεν ἐν ταις
πολιτικοις , ἠ ὁποιον ἀν τι ἡμιν δοκῃ , τοτε βουλευσομεθα , βελτιους ὀντες βουλευεσθαι ἠ νυν . αἰσχρον γαρ
9999939 δοθεισα
ἀρα της ΒΔ προς την ΒΓ δοθεις : και ἐστι δοθεισα ἡ ὑπο των ΑΔΓ : ἡμισεια γαρ ἐστι της
, ᾐ δε συναμφοτερος δοθεισα , και ἑκατερα αὐτων ἐσται δοθεισα . δυο γαρ εὐθειαι αἱ ΑΒ , ΒΓ δοθεν
9999938 ναρκαν
ῥηγνυται και ἐμπιεζειται νυγματωδεις πονους ἀποτελουντα και του παρακειμενου σκελους ναρκαν . μετακτεον οὐν την ἐπι της ὠμοπλατης σημειωσιν ,
δυναμιν και δια των ξυλων και δια των τριοδοντων ποιουσαν ναρκαν τους ἐν χεροιν ἐχοντας . εἰρηκε δε , φησιν
9999938 Ἀθηνησι
. Τα ἐξ ἁμαξων : ἐπι των ἀπερικαλυπτως σκωπτοντων : Ἀθηνησι γαρ ἐν τῃ των Χοων ἑορτῃ , οἱ κωμαζοντες
και φιλοσοφοις εὑρετο παρ ' αὐτης δια του βασιλεως τον Ἀθηνησι θρονον . ὁ δ ' , ὡσπερ οἱ θεοι
9999938 ἀμφιβολια
κατα συνθεσιν και διαιρεσιν . ἐστι δε κατα πνευμα μεν ἀμφιβολια ὡς τοδε . κατελιπε τις φιλῳ την οὐσιαν ,
μολειν ] γρ . φυγειν . οὐκ ἐνι στασις ] ἀμφιβολια . τουτο οὐκ ἀδηλον . φευ , ταχεια ]
9999938 μαθημα
, ἐργον , σπουδασμα , ἐπιτηδευμα , ἐπιχειρημα ἐγχειρημα , μαθημα , τεχνημα , μεταχειρισις . και ὁ πραττων ἐργαζομενος
γαρ ὁμολογειν τἀληθηὀκνῳ κατειχομην περι το συγγραφειν και παραδιδοναι το μαθημα τουτο , ὡς ἀπημαυρωμενον και ταχα μηδεν ἐτι χρησιμον
9999938 πλευρῳ
διατασιος των φλεβων , της μεν πλευριτιδος ἐκ των ἐν πλευρῳ , της δε περιπλευμονιης ἐκ των ἐν τῳ πλευμονι
καταψυξιος ἱδρωδεες , ἀναθερμαινομενοι , κακον : ἐπι τουτεοισιν ἐν πλευρῳ καυμα ὀδυνωδες , και το ἐπιῤῥιγωσαι , κακον .
9999938 γραμμαρια
. Φυλλου γραμμαρια ἑξ , ναρδοσταχυος γραμμαρια δωδεκα , ἀλοης γραμμαρια ἐννεα , μελιτος ξεστην ἑνα , οἰνου ξεστας ἑξ
. Ἀγαρικου , ῥοδων ξηρων ἀνα γραμμαρια δυο , ἀλοης γραμμαρια ἑπτα , μαστιχης γραμμαρια δωδεκα , μελιτος ξεστην ἑνα
9999938 ἐθελησειεν
τις οὑτως ἀθλιος ἐστιν , ὁστις ἑκων ἀν μιαν δραχμην ἐθελησειεν ἀναλωσαι ; οὐδεις δηπου . ἀλλ ' , οἰμαι
. τι δαι ; ἀκολασταινειν εἰς ἀνθρωπους ἠ ἐξυβριζειν μων ἐθελησειεν ἀν ὁ φιλανθρωπος ; ἠ παντων ἡκιστα ; πως
9999937 ἀποφαινῃ
και κατ ' ἰδιαν ἐξηγησαμεθα , συ δε πρωτον μεν ἀποφαινῃ γνωμην των μαντεων , ὡς παντες δια θεων ἠ
ἑκαστου ὡν λεγεις ποτερον αὐτος ταυτα λεγεις και γνωμην σαυτου ἀποφαινῃ , ἠ ἐμε ἐρωτᾳς . Ἀλλ ' ἐγωγε σε
9999937 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη

Back