. οὐδ ' ἀπο πασσαλοφιν κρεμασαν , ὁθι περ τετανυστο σκινδαψος τετραχορδος ἀνηλακατοιο γυναικος . οἱ μεν γαρ δη παντες
. οὐδ ' ἀπο πασσαλοφιν κρεμασαν , ὁθι περ τετανυστο σκινδαψος τετραχορδος ἀνηλακατοιο γυναικος . οἱ μεν γαρ δη παντες
9999980 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999979 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999978 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999978 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999978 Κυρηναιους
αὐτος Στρατονικος σπαταλωνας και θερμοποτας θεωρων ἐφη αὐτους λευκους εἰναι Κυρηναιους . και αὐτην δε την Ῥοδον ἐκαλει μνηστηρων πολιν
, ὡσπερ ἐκ του ὀλεθρου , τους Ῥοδιους ἐκαλει λευκους Κυρηναιους και μνηστηρων πολιν , την Ἡρακλειαν Ἀνδροκορινθον , το
9999978 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999978 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999978 ἐπιστωσατο
και ἀνδριαντων ἀναστασεσι ταις τε λοιπαις τιμαις την δοθεισαν χαριν ἐπιστωσατο . ἐπει δε αὐτῳ τα προς τον Ἀλβινον δια
προς την Ὀλυνθιαν γυναικα , ἐκ του ἀλλου βιου ταυτα ἐπιστωσατο : οὐκ ἰσασιν οὑτοι σε το μεν ἐξ ἀρχης
9999978 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999978 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999978 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999977 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999977 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999977 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999977 συμποσιοις
προς τε τους καιρους , οἱον ἐν ἑορταις και ἐν συμποσιοις , και ἐν ἐπιπληξεσιν δε προς τους τρυφερωτερους ,
ὁλης ἡμερας ἀξει και τελεσει ἡ πολις τους ἐν τοις συμποσιοις χορους ταις των κυλικων φιλονικιαις . λεγει δε τας
9999977 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999977 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999977 ἐπικινδυνοι
ἀνεσει των πυρετων , ὡς οἱ τοιαδε ἐχοντες σημεια , ἐπικινδυνοι εἰσι θνησκειν : ὁκοταν δε ταυτα συνειδῃς , οὑτω
τῃ Ῥωμῃ μετα την της Καρχηδονος κατασκαφην : και γαρ ἐπικινδυνοι δημαγωγιαι και χωρας ἀναδασμοι και συμμαχων ἀποστασεις μεγαλαι και
9999977 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999976 ἀκριδος
, . , . * . ? Βρουχος : εἰδος ἀκριδος . εἰρηται παρα το βρυκειν , ὁ σημαινει το
το ἐτος ἀποδεικνυει , ἐν δε Ταυρῳ σιτου φθοραν ὑπο ἀκριδος , ἐν δε τοις Διδυμοις λιμον ἰσχυρον , ἐν
9999976 Περσαιος
Στωικῳ δογματι τῳ τον σοφον ἀδοξαστον εἰναι . προς ὁ Περσαιος ἐναντιουμενος διδυμων ἀδελφων τον ἑτερον ἐποιησεν αὐτῳ παρακαταθηκην δουναι
ἐπιτρεπων τῃ αὐλητριδι . μηποτε αὐτος ἐστιν [ ὁ ] Περσαιος ὁ περι της αὐλητριδος διαπυκτευσας . φησιν γαρ Ἀντιγονος
9999976 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999976 πληρουμενη
' ΑΥΤΕΥΝ . Πλημνη ἡ του τροχου τρυπη , ἡ πληρουμενη ὑπο των ἀξονιων , ἠ πλημναι αὐτα τα ἀκροξονια
και ψυχομενη , και ὑπο ἀναθυμιασεων των ἐκ της κοιλιας πληρουμενη , και ἀπο των ἐξωθεν , των καρωδων και
9999976 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999976 οἰκοδεσποτειαν
δε ὁ της Ἀφροδιτης και ὁ του Ἀρεως ἁμα την οἰκοδεσποτειαν λαβωσι της πραξεως , ποιουσι βαφεας , μυρεψους ,
συγκρασεως . ὁ μεν οὐν του Κρονου ἀστηρ μονος την οἰκοδεσποτειαν της ψυχης λαβων και αὐθεντησας του τε Ἑρμου και
9999976 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999975 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999975 κινδυνοις
ὁ ἐν τοις κακιστοις ἠ ὁ ἐν τοις κατα θαλατταν κινδυνοις ἀδεης ἠ ἐν νοσῳ , ἀλλ ' ὁ ἐν
γνωμην . Χαλασω την ἱεραν ἀγκυραν : ἐπι των ἐν κινδυνοις φευγοντων εἰς τινα δυνατον . [ Χαμαιλεοντος εὐμεταβολωτερος :
9999975 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999975 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999975 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999975 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999975 Ἀριστοκλεους
σαπερδιον . : Ἀπολλοδωρος δ ' ἐν τῃ προς την Ἀριστοκλεους ἐπιστολην ἀντιγραφῃ , ὁ νυν , φησιν , ἡμεις
, και των περι του ἀνδρος ἱστορουμενων . Ἀπο των Ἀριστοκλεους του Περιπατητικου . . . . . . .
9999975 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999975 φαμενη
ἐφωρασεν , του λεοντος αὐτην ἀξιουντος εἰσελθειν προς αὐτον , φαμενη μη δυνασθαι εἰσιεναι : ὁρωσα ἰχνη μεν εἰσιοντων ,
παντοιην ἀρετην , ἐπει ἐξοχος ἠεν Ἀχαιων . ” ὡς φαμενη κατεβαιν ' ὑπερωϊα σιγαλοεντα , οὐκ οἰη , ἁμα
9999975 ἐγκωμιολογικον
κωλων ἑκαστη θʹ . Το αʹ ἐγκωμιολογικον τριμετρον καταληκτικον . ἐγκωμιολογικον δε ἐστι το διπενθημιμερες λεγομενον : πενθημιμερη γαρ εἰσι
Το Ϛʹ ὁμοιον τῳ αʹ της στροφης . Το ζʹ ἐγκωμιολογικον ἐκ δακτυλικου πενθημιμερους και ἰαμβικου ὁμοιου , ὁ και
9999975 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999975 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999975 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999975 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999975 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999974 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999974 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999974 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999974 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999974 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999974 πιστευεις
Τι οὐν ; ἠν δ ' ἐγω : Ὁμηρῳ οὐ πιστευεις καλως λεγειν , λεγοντι ὁτι αἰδως δ ' οὐκ
δη , ὠ Νικια , ὁτι οὐδε την Κρομμυωνιαν ὑν πιστευεις συ γε ἀνδρειαν γεγονεναι . τουτο δε λεγω οὐ
9999974 ἐκινδυνευον
και ἀλλης πεντε . και περι της πολεως αὐτης πολλακις ἐκινδυνευον , και λιμοι τε και λοιμοι συνεχεις και στασεις
μεν οὑ ἐκεινοι ἐταττον ἐμενον ὡσπερ και ἀλλος τις και ἐκινδυνευον ἀποθανειν , του δε θεου ταττοντος , ὡς ἐγω
9999974 ἀμμωνιακον
και παλαιου ἐλαιου ἠ ἀψινθιον μετα νιτρου και μελιτος ἠ ἀμμωνιακον διειμενον μελιτι . Ἀναγαργαρισμα . Πηγανου χυλος μετα γαλακτος
. ηʹ , ὠα δʹ . ταυτα λειοτριβησας προβρεχε το ἀμμωνιακον εἰς το γαλα και λειου εἰτα κολοφωνιας οὐγγ .
9999974 Ὑδρου
ἀνατελλουσης ὁ μεν Ἀρατος φησι δεδυκεναι τα τε λοιπα του Ὑδρου και τον Κενταυρον , ἀνατεταλκεναι δε τον Νοτιον Ἰχθυν
δʹ δʹ ὁ ἐπ ' ἀκρου του ποδος κοινος του Ὑδρου . . . . . . . . .
9999974 ἀτοπωτατον
το δε λοιπον εἰασας , και ταυθ ' ὁ παντων ἀτοπωτατον ἐστι , κατηγορων αὐτων των Ἀθηναιων , και το
ἐπιχαλωντες , ἐοικοτες ἀχθεσθησομενοις εἰ λυθησονται . ὁ δε παντων ἀτοπωτατον εἰναι μοι ἐδοξεν , οὐκ ὀκνησω και τουτο εἰπειν
9999974 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999974 αἰδεσθεντες
ἀρετην μεταβολης καταπληξιν ἐργασαμενης τοις δεσποταις : μεθησονται γαρ αὐτους αἰδεσθεντες κρειττονων ἀρχειν . ὁταν δε τυχωσι της ἀπροσδοκητου ταυτης
τε και θαρρειν και αὑτῳ ἑπεσθαι . οἱ δ ' αἰδεσθεντες ἐπι τῳ ἐργῳ ἀνεστρεφον αὐθις και τοις καθ '
9999974 κυριαν
διαφανης ἐπιτηδεια τε κοραις παιζειν παρ ' αὐτηνφυλαξας οὐν την κυριαν ἡκεν οὐ μετα κομπου βασιλικου , ἁμα μεν ,
των ὁριων φυσιν . ὁ μεν οὐν του Κρονου την κυριαν του θανατου λαβων ποιει τα τελη δια νοσων πολυχρονιων
9999974 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999974 μετωνομασθησαν
Θρᾳκων ἐθνος , ὡν τινες διαβαντες εἰς την Ἀσιαν Φρυγες μετωνομασθησαν : μετα δε Θεσσαλονικειαν ἐστι τα λοιπα του Θερμαιου
τετταρες , Κεκροπις Αὐτοχθων Ἀκταια Παραλια , ἐπι δε Κραναου μετωνομασθησαν Κραναϊς Ἀτθις Μεσογαια Διακρις , ἐπι δε Ἐριχθονιου Διας
9999974 δυσκολος
δυναμεων , ἀει τῃ ἑτεροτητι χαιρων . Διο χαλεπη και δυσκολος ἡ ἡνιοχησις γινεται τῳ ἡνιοχῳ ἡμων , της μεν
οἰκονομιας και προς στρατειας και προς ἑδραιους ἐν πολει ἀρχας δυσκολος . Το δε δη μεγιστον , ὁτι και προς
9999974 κομιζειν
Μυκηνας . τεταρτον ἀθλον ἐπεταξεν αὐτῳ τον Ἐρυμανθιον καπρον ζωντα κομιζειν : τουτο δε το θηριον ἠδικει την Ψωφιδα ,
και της ἐρυγης συνεθηκε την λεξιν . ταυτα γαρ εἰωθασι κομιζειν εἰς τον πολεμον . ἐξ ὡν δυσωδης και ὁ
9999974 ἐξαναστας
ἀνεπαυετο . μυος δε δια της χαιτης αὐτου διαδραμοντος ταραχθεις ἐξαναστας φοβερον ἀπεβλεπεν . ἀλωπεκος δε καταγελωσης εἰπεν : ”
. λεοντος κοιμωμενου μυς τῳ σωματι ἐπεδραμεν : ὁ δε ἐξαναστας και συλλαβων αὐτον οἱος τε ἠν καταθοινησασθαι . του
9999974 ἐπιστευετο
ἐλασσον ἐχων ἀπειμι . τοιαυτης ὑπογενομενης ἀλλοτριοτητος πρωτον μεν Ἡφαιστιων ἐπιστευετο λεγων ὁτι συνθεμενος προς αὐτον ὁ Καλλισθενης προσκυνησαι ψευσαιτο
πως γαρ , εἰπερ μουσικη περι της των παθων ἐπανορθωσεως ἐπιστευετο , τον μεν Ἀγαμεμνονα ἡ Κλυταιμνηστρα ἐπι της ἰδιας
9999974 σπουδαιων
ἐν γλυ - κει κρητικῳ , ἠ ἑτερῳ τινι των σπουδαιων . Ἐρασιστρατος δε ἐν τῳ περι δυναμεων ἀνεγραψατο ,
διαφοραν των ὀντων , ἀψυχων ἐμψυχων , ἀλογων λογικων , σπουδαιων φαυλων , δουλων ἐλευθερων , νεωτερων πρεσβυτερων , ἀρρενων
9999974 ἐγενηθησαν
, και κατεξανασταντα του παθους εἰπειν , ὡς οὐκ ἀν ἐγενηθησαν ἀθῳοι τηλικαυτα ἁμαρτησαντες , εἰ μη ἐτυχεν ὀργιζομενος .
οἱ δε των Ἀθηναιων στρατηγοι των τε νεων ἁπασων ἐγκρατεις ἐγενηθησαν και πολλους μεν αἰχμαλωτους , ἀναριθμητον δε πληθος λαφυρων
9999974 θερμαϲιαν
ἀρχαϲ παροξυνουϲι ταϲ φλεγμοναϲ : ὑϲτερον δε ἐπιτεινειν χρη την θερμαϲιαν . περιπατοι δε και ἀλλαι κινηϲειϲ κατ ' ἀρχαϲ
ϲεϲηποτοϲ , τῳ μη διαπνειϲθαι , τῃ ζεϲει μονῃ την θερμαϲιαν ἐγειροντοϲ , ὡϲπερ ὁ ἐν ταιϲ πιθακναιϲ νεοϲ οἰνοϲ
9999974 δημαρχος
ὁ δε τουτο το πολιτευμα εἰσηγησαμενος ἠν Μαρκος Δοελλιος ὁ δημαρχος ἀχθομενων ἠδη των πολιτων και των πολεμιων γενεσθαι προσδοκωντων
του δημαρχου ἐπαγγειλαντος μη ἀναιρωνται οἱ προσηκοντες , ὁ μεν δημαρχος ἀπομισθωσατω ἀνελειν και καταθαψαι και καθηραι τον δημον αὐθημερον
9999974 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999974 ἐνδεχομενως
τῳ Β ἐνδεχεται , παντων ἀρα των μερων αὐτου κεχωρισται ἐνδεχομενως : ἑν δε των μερων του Β το Γ
ἐπει δε λεγεται ἐνδεχομενον και ὁ ὑπαρχει μεν ἠδη , ἐνδεχομενως δ ' ὑπαρχει και οὐκ ἀναγκαιως , λεγεται δε
9999974 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999974 συμπασαν
αὐτον Ἱππαρχον εἰκαζεται λεγεσθαι ὁσον χιλιων σταδιων , ὡστε την συμπασαν κατ ' Ἐρατοσθενη κεφαλαιουσθαι ἐννακισχιλιων ἑξακοσιων : αὐτος συντετμηκε
, ὡς φησιν Ἀσκληπιαδης ὁ Μυρλεανος . Ῥωμαιοι δε την συμπασαν καλεσαντες ὁμωνυμως Ἰβηριαν τε και Ἱσπανιαν το μεν αὐτης
9999974 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999974 Καλλικρατους
πελαγος κατεποντωσαν . . . : Καλλιστρατος δε φησιν ὁ Καλλικρατους ὁ δημαγωγος και αὐτος προς μεν τας ἡδονας ἠν
και Περσεως . ὁ μεν δη ταυτα ἐλεγεν ὑπο διδασκαλιᾳ Καλλικρατους : ἀναστας δε μετ ' αὐτον Ξενωνἠν δε ὁ
9999974 κληθεντα
κατω σπατανην . Δημητριος δε ὁ Σκηψιος φησι Λακωνα τινα κληθεντα ἐπι θοινην παρατεθεντων ἐχινων ἐπιλαβεσθαι ἑνος , οὐκ εἰδοτα
, Ὁμηρος δε ἐν τραπεζῃ ὑπ ' Αἰγισθου προς εὐωχιαν κληθεντα . και παλιν φησιν ὁτι Αἰγισθος καλεσας τον Ἀγαμεμνονα
9999974 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999974 κατηγορημα
, Σωκρατης . ῥημα δε ἐστι μερος λογου σημαινον ἀσυνθετον κατηγορημα , ὡς ὁ Διογενης , ἠ , ὡς τινες
και τα ἐρωτηματα και τα πυσματα . Ἐστι δε το κατηγορημα το κατα τινος ἀγορευομενον ἠ πραγμα συντακτον περι τινος
9999974 Δικαιογενης
ὠ ἀνδρες , περι τουτων ἐμελλον ἀπολογησεσθαι μονον Λεωχαρης ἠ Δικαιογενης , ἀρκει ἀν μοι τα εἰρημενα : ἐπειδη δε
ἠ τας θυγατερας ἠξιουτε διαιτασθαι . . . προὐκειτο . Δικαιογενης δε τεως μεν ᾠκει παρ ' ἡμιν , δοκιμασθεις
9999974 εὐστομαχος
οὐρητικος , οὐκ ἀπεπτος , ταγηνιστος δε δυσπεπτος . τριγλη εὐστομαχος παραστυφουσα , σκληροσαρκος , δυσφθαρτος , ἐφεκτικη κοιλιας και
δε κριβανιτης πασαις ταις ἀρεταις περιττευει : εὐχυλος γαρ , εὐστομαχος , εὐπεπτος , προς ἀναδοσιν ῥᾳστος : οὐτε γαρ
9999974 ἐρχομενη
της Ἀρτεμιδος . συγκυνηγος δε ἐχρηματιζε τῃ Ἀρτεμιδι ἐν ὀρεσιν ἐρχομενη ἀει . ἐρασθεισα δε ὑπο τινος βοσκου και φθαρεισα
δε καθιστανται . ἐαν μεν οὐν εἰς σχημα ἀπο σχηματος ἐρχομενη ἠ ὑπο φθοροποιου θεωρηθησεται ἡ Σεληνη ἠ ἐν ὁριοις
9999974 ἀφανισθηναι
λιμενος : ἐτι δε λεγοντος αὐτου καταρραγηναι γνοφον και τελος ἀφανισθηναι την ναυν . Τουτοις δε ἐπιγενομενος Πυθαγορας , Μνησαρχου
* κατα συγκοπην * . ἐπειδη γαρ ἐν πυρι ἐμελλεν ἀφανισθηναι την Τροιαν ἐξ αἰτιας του Ἀλεξανδρου , ἐπρεπε κατακαυθηναι
9999974 ἐξαιρετον
ἀναξ , Ἀτρεως φιλος παις , τησδ ' ἐρωτ ' ἐξαιρετον μαιναδος ὑπεστη : και πενης μεν εἰμ ' ἐγω
φωσι το ὑγιαζειν κοινον ἰατρου τε και οὐκ ἰατρου καθεστηκος ἐξαιρετον γινεσθαι του τεχνιτου , ἐπειδαν ἰατρικως ἀποτελεσθῃ , τοτε
9999974 ἀποδειξις
ἀποδειξις . και δη προδηλος μεν προδηλου οὐ δυναται τυγχανειν ἀποδειξις , ἐπει το προδηλον οὐ χρῃζει ἀποδειξεως , ἀλλ
εἰ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : εἰ οὐκ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : ἠτοι δε ἐστιν ἀποδειξις ἠ
9999974 φερομενη
μετ ' οὐ πολυν τινα τον χρονον ἐπι τα χειρω φερομενη των ἀξιολογωτερων τινα τῃ τεχνῃ μετεκαλειτο ἀνθρωπον , κἀκεινος
αἰτιος ἐσται . ἐαν ἐπι της ἀποκυησεως εὑρεθῃ ἡ Σεληνη φερομενη προς τους κακοποιους χωρις των ἀγαθοποιων κακως το τικτομενον
9999974 Παλαιστινην
το πλεον της οἰκουμενης ἐπελθων ἁπαντα σοι πιστευων παραδους την Παλαιστινην ἀγειν λαμπροτητος ἀφορμας παρεδωκεν . ἀλλ ' εἰς ταυτα
και την θαυμαστην σοφιαν των Χριστιανων ἐξεμαθεν , περι την Παλαιστινην τοις ἱερευσιν και γραμματευσιν αὐτων ξυγγενομενος . και τι
9999974 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999973 ἀκαθαρτον
ὁ μεν γαρ λογος τροφη διανοιας ἐστι : τουτον δε ἀκαθαρτον ἡ πονηρια ποιει των ἀνθρωπων . Ἀνδοκυδου Πυθαγορειου .
το αἱμα . τουτο οὐν ἀναδιδοται εἰς παν το σωμα ἀκαθαρτον ὀν , και λοιπον καινοτομειται το της φυσεως νομιμον
9999973 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999973 στερητικου
των δυο εε εἰς η τρηρος , μετα του α στερητικου ἀτρηρος και τροπῃ του α εἰς ο ὀτρηρος .
: παρα το χω , το χεω , μετα του στερητικου α ἀχος , το μη διαχεομενον . . .
9999973 Ἀριστομαχου
βασιλευοντος ἐν Ἠλιδι , τηνικαυτα ὁ Δωριεων στολος συν τοις Ἀριστομαχου παισιν ἠθροιζετο ἐπι καθοδῳ τῃ ἐς Πελοποννησον . γινεται
Ἀριστοδαμιδα του Μεροπος του Θεστιου του Κισσου του Τημενου του Ἀριστομαχου του Κλεοδαιου του Ὑλλου του Ἡρακλεους . ἐνιοι δε
9999973 ἀπουσης
μεν και ταις ἀλλαις ἀρεταις γινεται χωρα και τοπος , ἀπουσης δε οὐδε ὁτιουν ὀφελος οὐδ ' ἐκεινων οὐδεμιας .
και κινησει κινειται . Ἐνταυθα δε κινησει μεν κινειται , ἀπουσης δε ἠρεμει ἐστερημενον της ὀφειλομενης κινησεως . Ἐπειτα δε
9999973 συστελλει
τον αὐτον χρονον φυλαττουσι ταις ὀρθοτονουμεναις . Ἡ ἁμιν Δωρικη συστελλει το ι , ἐν οἱς ἐγκλινομενη προπερισπαται , αἰ
γαρ εἰς ις ὀνοματα ἀπο μελλοντων γινομενα και βαρυνεται και συστελλει το ι , οἱον μεμψω μεμψις , ἑξω ἑξις
9999973 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999973 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999973 δημοσιοις
ὁσα ἠν ἠ χρυσος ἠ ἀργυρος ἐν ἱεροις τε και δημοσιοις , παντα συλησας ἐκελευσε και τον ἰδιωτικον ἐκφερειν τους
συν ὁπλοις κατακλειουσι τους Ἰταλους ἐν τοις ἐπαρχι - κοις δημοσιοις οἰκοις πεντε και τεσσαρακοντα ὀντας , βουληθεντας μεν ἐς
9999973 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999973 Ἀθηναιοι
γαρ αὐτοις προς τον πρωτον φοβον και την προσδοκιαν οἱ Ἀθηναιοι οὐκ εὐθυς ἐπεκειντο , κατα τε την ἡμεραν ἑκαστην
ἁμα δε στρατευμα διαβιβαζειν ἱκανον προς ἑαυτους . και οἱ Ἀθηναιοι μεντοι ὀργιζομενοι τοις Λακεδαιμονιοις δια το Σφοδρια ἐργον ,
9999973 ἀκροβολισμοις
μεν κρυφαιως κατεσκευασαν , νυκτος δε ἀκρυπτους , οἱς προκαλουμενοι ἀκροβολισμοις τον εἰσπεσοντα ἀνασπασουσιν . Ἐστω δε ὁ μεν βροχος
μεχρι τινος ἐνεδοιαζε και μαχης οὐ κατηρχε , ἀλλ ' ἀκροβολισμοις ἐχρητο μονοις . ἐπει δ ' ἐπελειπεν αὐτον ἡ
9999973 διεφθαρμενην
: ἐπιθυμιᾳ δε την πανταχῃ διαρρεουσαν και ὑπο τρυφης ἀκολαστου διεφθαρμενην , ταπεινα και γυναικεια φρονουσαν , δειλιᾳ συνοικον και
, ἐκπεμφθεις δε στρατηγος εἰς Σικελιαν , κατελαβε την ἐπαρχιαν διεφθαρμενην , ἀνεκτησατο δε την νησον χρησαμενος τοις καλλιστοις ἐπιτηδευμασιν
9999973 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999973 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999973 ἐπωνομασαν
δεδομενων βιβλιον ὁ Εὐκλειδης ἐξεπονησεν , ὁν και στοιχειωτην κυριως ἐπωνομασαν . πασης γαρ σχεδον μαθηματικης ἐπιστημης στοιχεια και οἱον
αὐτοις ὁ Ἀπολλων , ἐνθα τεμενος κατασκευασαντες Ἑῳον τον θεον ἐπωνομασαν : τα τε περι την Μαριανδυνιαν και ἐνταυθα κειμενην
9999973 πρεσβυτατου
δια τε ἀλλα και ἐπειδη συνεστηκεν ἐκ του στοιχειωδεστατου και πρεσβυτατου των ἐν οὐσιαις εἰδων παραλαμβανομενων , ὡς φασιν οἱ
. Ἐν τουτῳ δε Ἡρωδου ὁ οἰκος ἐταραχθη , του πρεσβυτατου των υἱεων τους μετ ' αὐτον δυο διαβαλοντος ὡς
9999973 κατειληφοτες
παραπλειν ἐπι τον λοφον τον καλουμενον Ταυρον . τουτον δε κατειληφοτες ἠσαν Σικελοι , συχνοι μεν το πληθος ὀντες ,
, ἠ πεπονθοσι τοποις , οἱον αἱματος ἐνοχλουντος , μη κατειληφοτες , ὁτι αἱμα ἐστι το νοσαζον , ἀπο δε

Back