τηλεως ἀφεψηματι . ἁρμοζουσι δ ' ἐπειγουσης της διαθεσεως και σικυαι μετ ' ἀμυξεως , κηρωτη δε προς τα αὐτα
ἑλκειν γαρ ἐξω μαλλον ἠ ἀποκρουεσθαι προσηκει : διο και σικυαι προκενωθεντων χρησιμοι . πληθωρικων δ ' ὑπαρχοντων , οὐ
9999970 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999967 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999966 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999966 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999965 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999965 ἀσυστατα
οὐν τινος τουτων ἐνδεα οὐ συνεστηκεν : εἰτα ἐπιδιαιρει τα ἀσυστατα και λεγει , ὁτι των μη συνεστωτων τα μεν
πλανη , και νομιζει τις ἀπο της ὁμοιοτητος συνιστασθαι τα ἀσυστατα : δια τουτο λεγει και κατα εἰδος των ἀσυστατων
9999964 κορυφαιος
μεν ἑκουσιως , τα δε ἀκουσιως τα των πολλων . κορυφαιος χορου , ναυτων κυβερνητης , στρατιωτων στρατηγος , δημου
καταπεισας . τιμων πανοπλιαν ] την πτωχειαν ἐχων ] φορων κορυφαιος ] πρωτος των ἀλλων θερου ] θερμαινου ταυτην ποτε
9999964 πενταπλασια
. πενταπλασιον δε το ἀπο ΑΓ του ἀπο ΗΕ : πενταπλασια ἀρα και τα ἀπο ΓΒΔ του ἀπο ΓΕ ,
. και ἐπει τετραπλασια ἐστιν ἡ ΒΖ της ΖΚ , πενταπλασια ἀρα ἐστιν ἡ ΒΚ της ΚΖ : εἰκοσιπενταπλασιον ἀρα
9999964 ἀνομοιομερες
. . 〚 τι το φλαττοθρατ : Συστημα κατα περικοπην ἀνομοιομερες στιχων ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων ιγʹ . ἐπι τῳ τελει
. ἡμετερα + τον ἁμον νυν : συστημα κατα περικοπην ἀνομοιομερες και στροφη κωλων εʹ . το αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον
9999964 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999964 πρεσβευσας
προσεχειν ἀψυχοις θεοις ἐλθων ὠρχειτο περι τον Διονυσιον . ἐπειτα πρεσβευσας ποτε μεθ ' ἑτερων ὡς τον Διονυσιον και παντων
Βελεσυς τους τε Βαβυλωνιους ἐπεισεν ἀντεχεσθαι της ἐλευθεριας , και πρεσβευσας εἰς Ἀραβιαν παρεστησατο τον ἡγουμενον των ἐγχωριων , ὀντα
9999964 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999964 μεσοτητες
αἱ θεωρητικαι : ἀλλ ' οὐδε αἱ κακιαι ἑξεις οὐσαι μεσοτητες εἰσιν . ἠ το ὁλον ὡς ἑν γενος εἰπεν
τε οἱ ἀκροι και τριχη διαστατοι και ὁμογενεις αὐτοις αἱ μεσοτητες , και κατα μεν την γεωμετρικην ὡς ὁ ιβ
9999964 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999964 Ἀλεξανδρινου
ῥιζης του ἀγριου σικυου καπνιζομενης , ἠ σιλουρου , μαλιστα Ἀλεξανδρινου , θυμιωμενου μαλακῃ πυρᾳ . ἑνος δε ἀναιρεθεντος μυρμηκος
ϲαρκων # ι : ϲκευαζε , ὡϲ προειρηται . Νιτρου Ἀλεξανδρινου πυρρου # ε , ἁλων κοινων πεφρυγμενων # α
9999964 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999964 ἐχωρησαν
' ἠλθον καθ ' ὁμιλον ἑταιρου κικλησκοντος : τους ὑποταρβησαντες ἐχωρησαν παλιν αὐτις Ἑκτωρ Αἰνειας τ ' ἠδε Χρομιος θεοειδης
ἐργῳ : τῳ της μαχης . προς τους ἑαυτων : ἐχωρησαν δηλονοτι . περιορωμενους : ἀντι του περιορωντας . ὁποτερων
9999964 δημιουργικους
δε τοιαυτα παντα ὁ Πλατων ἰδεας προσηγορευσε λεγων λογους εἰναι δημιουργικους , και ἐξ αὐτων τα τῃδε γινεσθαι κατα μεθεξιν
δεσμον του σωματος τον δεθεντα ὑπο της προνοιας ἀνατρεπει τους δημιουργικους νομους : οὐ δει οὐν θαναταν . εἰ τοινυν
9999964 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999963 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999963 κατεστησαντο
μεθ ' ὁπλων διαπραττονται , ἠ και προ τουτου φοβησαντες κατεστησαντο την τοιαυτην πολιτειαν . ἠ οὐχ οὑτως ; Οὑτω
των παλαιοτερων οὐδεμιαν ἡκει μνημην , αὐτοι δε ἀρεσαν σφισι κατεστησαντο Ἠλειοι . δρομου μεν δη και παλης ἐτεθη παισιν
9999963 ἐπηγοντο
γην δ ' ἐκ της Θαψου οἱ Ἀθηναιοι τα ἐπιτηδεια ἐπηγοντο . ἐπειδη δε τοις Συρακοσιοις ἀρκουντως ἐδοκει ἐχειν ὁσα
των τε ἀλλων χρηματων , ὡν ἐκ της Τυσκλανων λειας ἐπηγοντο πολλων πανυ ὀντων . ὡς δ ' ἁπαντα ὑπο
9999962 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999962 καταπλαϲμα
, και ὀρχεων δε ἐϲτι και μαϲτων ἀγαθον φαρμακον ἠτοι καταπλαϲμα : φιλουϲι γαρ ταυτα τα μορια μετριωϲ ψυχεϲθαι φλεγμαινοντα
βουτυρον ἀντι του ἐλαιου ἐμβαλλειν : ἐπειτα το δια λινοϲπερμου καταπλαϲμα προϲαγεϲθω . εἰ δε μειζων ἡ θλιψιϲ εἰη και
9999962 παραδιδοασι
και Βοηθος και Νουμηνιος τον του Πλατωνος ἰκτινον παραλαβοντες ἰκτινον παραδιδοασι , και τον λυκον λυκον , και ὀνον τον
και πιστεις του μη παθειν εἰληφοτες αὐτον τε τον βασιλεα παραδιδοασι και το φρουριον . Οἱ δε περι τον Δουκα
9999962 πικροις
εὐμενως εὐχου κατω . “ ἰον δε πως βαζοντες ἐν πικροις λογοις κλησιν κατεπλουτησαν ἰαμβογραφων . ποιητικον δε παν ἀνωνυμως
και βοειᾳ χολῃ φυραθεισα , χριε . ἀλλο . ἀμυγδαλοις πικροις μετ ' ὀξυκρατου ἀποσμηχε . ἀλλο . ἀφρονιτρον και
9999962 ἀπορρυπτει
ἀναδιδουσιν . Ἡ μεν λεπτυνουσα διαιτα τας στενας ἐκφραττει διεξοδους ἀπορρυπτει τε το προσπλαττομενον γλισχρον των χυμων , τεμνει δε
ἱκανωϲ , ὁθεν καταπλαϲϲομενη μετ ' ἀλφιτων ἐρυϲιπελαϲ ὠφελει . ἀπορρυπτει δε και ἐξωθεν ἐπιτιθεμενη και δια τουτο και ἀλφουϲ
9999962 παρεσκευασαν
θεοι τε και τυχη το της γνωμης ἀνοσιον κατιδοντες φωραθηναι παρεσκευασαν , ἀπο δε ἀγνοιας ὁτι συνεργον την ἐρημιαν της
ἐντος του πλεγματος περιβαλοντες ἱερεια προς την ἐπιθυμιαν , οὑτω παρεσκευασαν χειροηθη και πρᾳον τον ἀγριον , ὡστε μηθεν των
9999962 μετεστησεν
: ἠ γαρ το μεγεθος της συμφορας εἰς ἀπαθειαν αὐτον μετεστησεν , ἠ τῳ παιδι συγχαιρων της ληξεως , ἐμεινεν
ἐκ της ἀκροπολεως εἰς το “ βουλευτηριον και την ἀγοραν μετεστησεν Ἐφιαλτης , ὡς φησιν ” Ἀναξιμενης ἐν Φιλιππικοις .
9999962 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999962 ἐλευθεριως
ἐλεγε και οὐ χρη νομοις πειθαρχειν τον σοφον , ἀλλα ἐλευθεριως ζην . . , . , . Δ .
, εἰπε ποθεν γεγεννησαι : οἱον προς το εἰδος και ἐλευθεριως φθεγγου . φαμι διδασκαλιαν Χειρωνος οἰσειν : φημι και
9999962 λοχου
γιγνεται . χρη οὐν τον λοχαγον , ἁτε πρωτον του λοχου ταττομενον , τον κρατιστον ἐπιλεγεσθαι : ὁ δε αὐτος
λοχαγον κατ ' ἀρετην διαφερειν , τον δε του τεταρτου λοχου λοχαγον δευτερευειν τῃ δυναμει , τον δε του τριτου
9999962 κατασκευαζουσα
μηπω τολμηθεισα . παλινορτος ] ὑστερον ὁρμωμενη . δολια ] κατασκευαζουσα δολιως τον του ἀνδρος θανατον . μναμων ] μνημονευτικη
ἀηρ . . ῥιπη ] ὁρμη . . τευχουσα ] κατασκευαζουσα . . ὠ μητρος ἐμης σεβας ] περιφραστικως ,
9999962 δημιουργον
ἐθελοντες . το μεν γαρ εἰναι με μη κακων λογων δημιουργον συνεκεχωρητο , θατερον δε ἐδοκιμαζετο . και ἐδοξα τοις
θεους ὠνομασεν ὁ λογος τους ἀει και ὡσαυτως νοουντας τον δημιουργον θεον και ἀει προς το ἐκεινου ἀγαθον συντεταγμενους και
9999961 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999961 ὑπελειποντο
τῃ δυναμει ἡττηθησαν προς ἡμων , και λαμπρα τοις νενικηκοσιν ὑπελειποντο της οἰκειας ἀρετης ὑπομνηματα , ὡν την εὐκλειαν ἐς
ἐκ των νεοδαρτων βοων . δια τας τοιαυτας οὐν ἀναγκας ὑπελειποντο τινες των στρατιωτων : και ἰδοντες μελαν τι χωριον
9999961 τουτοιϲ
ἀρχηϲ των παροξυϲμων ἐϲτι ϲυμπτωματα ἐπι των τοιουτων κραϲεων , τουτοιϲ ἁπαϲιν ἀρτον ἐξ οἰνου κεκραμενου δια ταχεων προϲφερων ἐπαυϲα
, ἀγρυπνια τε εἰη και παραφροϲυνη και γλωϲϲηϲ τραχυτητεϲ , τουτοιϲ θερμαϲματα δει προϲφερειν , ὡϲτε ἑλκυϲθηναι το θερμον ἐπι
9999961 Περικλης
ταλαντα ἐς το δημοσιον πεντακοσιοις πλειονα και ἑξακισχιλιοις ἠ ὁσα Περικλης ὁ Ξανθιππου συνηγαγε , κατεσκευασε δε πομπεια τῃ θεῳ
ἀποδῳ τον λογον , ἀλλα πως μη ἀποδῳ . διοπερ Περικλης ἀποδεξαμενος την του παιδος ἀποφασιν ἐζητει , δι '
9999961 ἀποδεικνυουσι
τοις ἀγαθοδαιμονουσι ζῳδιοις ὀντες του Ἡλιου μετα Διος ἀποκεκλικοτος ἀτεκνους ἀποδεικνυουσι : κακοποιου τον πεμπτον τοπον ἐπεχοντος του ἑτερου μετα
ἀνατολεων ἀρξαμενον γην περι πασαν ῥεειν , ἐργῳ δε οὐκ ἀποδεικνυουσι . Ἐνθευτεν τον Ἡρακλεα ὡς ἀπικεσθαι ἐς την νυν
9999961 σανιδος
εἰ μη καταβαλῃ αὐτον εὐστοχιᾳ σφενδονητικῃ ἀντι σκοπου κειμενον ὑπερ σανιδος . σισυρνα δε παχυ περιβολαιον ἠ δερματινον ἱματιον ἡ
αἱρετωτερον ἐστι βαθρον μαλλον παν το κατα το περας της σανιδος τετραγωνοις ἐκκοπαις ἐκκεκομμενον προς ἀσφαλη την εἰς αὐτο του
9999961 γενοιο
ἐκεινην ὠφελειν βουλομενος ἀποβαλεις ταυτα , τι ὀφελος ἀν αὐτῃ γενοιο ἀναιδης και ἀπιστος ἀποτελεσθεις ; Προετιμηθη σου τις ἐν
ἐξισουσθαι ἀνθρωποις . ζητει οὐν λογος ἐμος , τινος ἀν γενοιο θυμῳ δικαιος , ὁταν προς τους εὐεργετας λεοντος ψυχην
9999961 προσθεσθω
μελι περιχεαι , και προσθεσθαι , ἠ ῥοδινον ἀλειφα και προσθεσθω : ὁσαι δε βαλανον προστιθενται , ἐμπηξαντα χρη το
μη μεγαλην ἐν εἰριῳ μαλθακῳ , ἐς ἰρινον μυρον ἐμβαψασα προσθεσθω , ἠν τε τρεις ἠν τε πλειους ἡμερας δοκεῃ
9999961 κοιλοτερα
το βουλεσθαι αὐτους σῳζειν . Κατακειμενος δε ἀκουει ὡς εἰς κοιλοτερα τεως ἐνεργων : δει γαρ προσφορως ταις ὑποθεσεσι και
δε και ἀσθενης και οἱον ἐγκεκαλυμμενη περι τα καταδεεστερα και κοιλοτερα στρεφομενη , ἐχοι ἀν και οὑτω πολλην ἀληθειαν ὁ
9999961 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999961 πεπληρωμενα
γινεται , ἠν οἱ το σωμα και ἡ κεφαλη φλεγματος πεπληρωμενα ᾐ , και τουτο μη ὑποκαθαιρηται μητε κατα τας
. Γ εἰσιασιν οἱ ὑποκριται ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους
9999961 κατεκλεισεν
Σηλυμβριανος . οὑτος γαρ του ἐν Σαμῳ Παριου ἀγαλματος ἐρασθεις κατεκλεισεν αὑτον ἐν τῳ ναῳ , ὡς πλησιασαι δυνησομενος .
των ξενων ἐλασει προς ἀφθονιαν μεθιστησιν . ἡμας δε οὐ κατεκλεισεν εἰς τοιαυτην ἰασιν ἡ γη , οὐδ ' ἐστιν
9999961 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999961 συγχωρησαι
εἰναι κατω της γης πραεις προς τον Δαρειον , ὡστε συγχωρησαι αὐτον προς ἡμας ἐλθειν . ἀλλ ' , ὠ
ἀλλων παντων ἐπι τας ναυς ὁρμωντων , ὁ Νικιας ἠναγκασθη συγχωρησαι περι της εἰς οἰκον ἀναγωγης . ὁμογνωμονων δε ὀντων
9999961 ἀπαλλαγεντες
και οἱ χαριν ἐχειν ὁμολογησαντες , ἀν λιμενος ἐφη τυχωμεν ἀπαλλαγεντες τοσουτου κλυδωνος , Σωτηρας ὑμας ἐπιφανεις μετα των θαλασσιων
ἑτεροις ἠδυναντ ' εἰναι χρησιμοι , ἐπει δε των τυραννων ἀπαλλαγεντες ὡμονοησαν προς ἀλληλους , οὐ μονον την πολιν ,
9999961 πρεσβευσαι
μεγα ὁρμητηριον , και Θετταλους και Περραιβους διαστασιασειε βουλομενους τι πρεσβευσαι προς ὑμας . “ και των ὑμετερων ” ,
βασιλεα ἀλλοφυλον ἀλλως τε και ἐς τοσονδε ἀπο της οἰκειας πρεσβευσαι , οὐτε φοβου ἐξαναγκαζοντος οὐτε κατ ' ἐλπιδα ὠφελειας
9999961 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999961 ἀποκρυπτει
χρησαμενος και περι τινα πετρωδη και ἀποκρυφον αἰγιαλον και ταυτην ἀποκρυπτει την ναυν αὐτοις λοιποις ἑταιροις , αὐτος δε ιβʹ
ὁριζοντος . Ὡσπερ γαρ μεσαιτατη κειμενη ἡ γη οὐδε πολλοστον ἀποκρυπτει μοιρας , οὑτως οὐδε ἰσομεγεθες τι αὐτῃ ἀνισχον ἠ
9999961 κοινοτητες
τοις ἰδιωταις οὐν φανειται . ἐπειδη δε και ἐνδεικνυνται αἱ κοινοτητες , συμπροσπιπτει δε τοις ἐνδεικνυμενοις τα ἐξ αὐτων λαμβανομενα
ἀλλ ' ὁτι μη εἰσι προσεχη και ἀναγκαια τοις ἰατρευουσι κοινοτητες , δια τουτο παραιτουμεθα τα συμπτωματα . των γαρ
9999961 φοβου
: ἀγγειον : παλαια ὑπηρετις , δουλη : ἡ μετα φοβου δουλευουσα , παρα το λα ἐπιτατικον και το τρειν
αὐτο δε τουτο οὐκ ἐξεστι ποιειν ὑπο αἰσχυνης ἁμα και φοβου . ὁσῳ γαρ ἀν ἐνδηλοτερος ᾐ φοβουμενος ἀνηρ τυραννος
9999961 ἀποστρεψαι
παντας τους πολεμιους παρεσκευασμενους παρερχεσθαι . δευτερον δυνασαι τον λογον ἀποστρεψαι προς τον πλουσιον , και εἰπειν αὐτο ὑπερ ἐμου
της ἠπειρου ἐρχομενοι ποταμοι ἠπειρον αὐτην ποιησωσι , δεηθηναι Ποσειδωνος ἀποστρεψαι τα των ποταμων ῥευματα : ἐπισχεθεντων οὐν τουτων ἀντι
9999961 ῥητορικος
ἀπο ταὐτοματου δεθηναι την γλωτταν . ἠν δε ὁ ἀνηρ ῥητορικος , φησι , και συμβουλευσασθαι δυναμενος . ταττεται ἡ
περι πασαν ὑλην ὁμοιως τῃ δυναμει χρηται , ὁ δε ῥητορικος εἰ και αὐτος περι των προτεθεντων λεγει , εἰτε
9999961 ἱκετευομεν
ἡν ὑπεσχου σωαν ἡμιν ἀποδωσειν . και νυν τουθ ' ἱκετευομεν , οὐχ ἱνα της σαυτου φυσεως ἀναξιον τι φρονησῃς
, ῥεθος ἀελιωι δειξον . βαρος ἀντιπαλον δακρυοις συναμιλλαται : ἱκετευομεν ἀμφι γενειαδα και γονυ και χερα σαν προπιτνων πολιον
9999961 εἰκονες
και ἐχει τεχνης εὐ προς το μεγεθος ὁρωσιν , ἐνταυθα εἰκονες Ἀδριανου δυο μεν εἰσι Θασιου λιθου , δυο δε
κατοπτροις , το δ ' ἑτερον μερος , ὡν ταυτα εἰκονες , φυτα και ζῳα : τω δε νοατω το
9999960 βλαστησεως
οὐδεν περιττον οὐδε παροχετευομενον ἐκπιπτει της τροφης ὡστε μη εἰναι βλαστησεως ἀρχην : ὁταν οὐν παντα ταυθ ' ὑπαρχῃ πασι
χρονων . ἡ δ ' ὑπο του ψυχους κωλυσις της βλαστησεως ἀληθης μεν οὐκ ἐτι δε ποιει μερισμον φυσικον .
9999960 δροσου
γαρ δη ἐστι το ὑδωρ της τε αἰθριης και της δροσου . Παντων δε των ἡμεις ἰδμεν θνητων τουτο ἐξ
ὀθονη ἀραιᾳ ἠ κοσκινῳ πυκνῳ τιθει ὑπαιθρον ἡλιουσθαι και της δροσου μη μεταλαμβανειν φυλαττομενος μητε βραχηναι , ὀμβρου γιγνομενου ,
9999960 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999960 ἐντυγχανων
δε λυπων το πνευμα το ἁγιον ἀνομιαν ἐργαζεται , μη ἐντυγχανων μηδε ἐξομολογουμενος τῳ κυριῳ . παντοτε γαρ λυπηρου ἀνδρος
ἠν τῃ προσβολῃ των ὀφθαλμων , τοις του σωματος τυποις ἐντυγχανων , γνωριζειν το ἠθος , και καταμαντευεσθαι της ψυχης
9999960 ἐμπλαστρου
ὑγρον δια των ἀδηλων πορων , ὡς εὑρισκεσθαι ἐπι της ἐμπλαστρου παχυτατον σφοδρα , χωρις του ῥηξαι : ποιει και
δε ταυτα τον κηρον και την ῥητινην ἐπεμβαλων , ὁταν ἐμπλαστρου παχος λαβῃ , καθελων ἀπο του πυρος και βαλων
9999960 Θετιδος
ὁ Ζευς ἐβοηθει τοις Ἑλλησι , πριν ἱκετευθηναι ὑπο της Θετιδος : και ὁτι το ἡμιστιχιον ὁ Ζηνοδοτος μετηνεγκεν ἐπι
Τελαμων , ἐκ Ψαμαθης δε της Νηρηιδος Φωκος Πηλεως και Θετιδος Ἀχιλευς Ἀχιλεως και Δηιδαμειας της Λυκομηδους θυγατρος Πυρρος ὁ
9999960 πιστευτεον
ἀταραξια ἀφοβια ἐλευθερια . οὐ γαρ τοις πολλοις περι τουτων πιστευτεον , οἱ λεγουσιν μονοις ἐξειναι παιδευεσθαι τοις ἐλευθεροις ,
Διδυμων ὁμοιως το ὑπερ γην ἡμισφαιριον της ἡμερας ἐστιν . πιστευτεον οὐν ἐν τῳ Ὑδροχοῳ μονον πιπτειν τον ὡροσκοπον .
9999960 παραλλαγην
ἡ δε δευτερα δυο , ἐπι τετραγωνον ἐγηγερμενη , μιαν παραλλαγην ἐχουσα παρα της ἐπι της βασεως γωνιας , ὑπο
γαρ τον ἰχθυν ἐγχυλον , μικραν ἐχοντα των ὠμων την παραλλαγην , οὐχ οἱον ὑγραν τροφην ἐπιζητουσιν , ἀλλ '
9999960 ἠμυνοντο
αὐτοις των Θηβαιων χιλιους ὁπλιτας ἐπιλεκτους , μετ ' αὐτων ἠμυνοντο τους ἐπεστρατευκοτας . ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Ὀλυνθιοι μεν
πολει ταυτῃ καρτερα . οὐ γαρ μονον ἀπο του τειχους ἠμυνοντο τους προσιοντας οἱ Βοιλλανοι , ἀλλα και τας πυλας
9999960 τεταγμενη
, και αὑτη μεν ἐστι φυσικη ἡ παρα του τεχνικου τεταγμενη , ἀκολουθος οὐσα και αἰτιαν ἐχουσα , δι '
διωκειν . Αὑτη μεν σφι μια ἠν μοιρα της βασιληιης τεταγμενη ταυτην την ὁδον ἡ περ εἰρηται . Τας δε
9999960 σπουδαι
ὁ γαρ Ἀγαμεμνων εἰς τιμην Κασανδρας συνεμαχει Πολυξενῃ : † σπουδαι δε λογων κατατεινομενων : λογων δε λεγομενων ἡ αὐτη
παθους προτασεις . Τεκνων μεν γαρ ἐπιμελειαι και προς γαμον σπουδαι φανεραν την ὁλκην ἐχουσιν , ὁσα τε ἀνθρωπους δελεαζει
9999960 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999960 κρατησαι
κρινομαι : εἰ δε της πολιορκιας ἀπαλλαξαι , και του κρατησαι των πολεμιων , οὐ κρισεως οὐδε μεμψεως τα κατ
και παντι τροπῳ ἀποβαντας των τε ἀνδρων και του χωριου κρατησαι . και ὁ μεν τους τε ἀλλους τοιαυτα ἐπεσπερχε
9999960 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999960 καρδιης
θερμαινομενη , και ψυχειν τα ἀνω των φρενων πλην της καρδιης : τα δε κατω θερμαινειν ἐν σκαφῃ ὑδατος θερμου
ἀρα και αἱμοῤῥαγει ; Οἱσιν ἐξαιφνης ἀπυρετοισιν ἐουσιν ὑποχονδριου και καρδιης πονος , και περι σκελεα και τα κατω μερεα
9999960 παρασκευαζουσα
ἐστι : περι γαρ την ὀργην το μεσον αἱρουμενη και παρασκευαζουσα τον ἐχοντα , ἐφ ' οἱς μεν δει ὀργιζεσθαι
ἑορτης ἠρεσκεν , οὐκ ἀν ἐκοπιασε δηπου τα αὐτα ταυτα παρασκευαζουσα ἡ βασιλεια καθαπερ ἐν τοις Χουσιν : εὐωχουνται μεν
9999960 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999959 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999959 κατελυσεν
Σερτωριον ὑστερον διαφθειραντες , ὑστατους δε Κανταβρους , οὑς [ κατελυσεν ] ὁ Σεβαστος Καισαρ : την [ τε ]
εὐβατος ἐστι περασθαι . . Ὑβρισε τας ἀρουρας , ἠτοι κατελυσεν και ἠρημωσεν . ἀφυβρισε δε πελαγος παρα Συνεσιῳ ,
9999959 ἀσφαλης
. ὁ κακως εὐφυϊᾳ χρησαμενος ἀχαριστος τῃ φυσει νομιζεσθω . ἀσφαλης φυσις μεγαλων οὐτε ἀγαθων οὐτε κακων αἰτια . χαλεπωτερον
και παντοδαπων χρωματων πεποικιλμενῳ . την δε βασιν οὐκ ἠν ἀσφαλης ὁ θρονος οὐδε ἡδρασμενος , ἀλλα κινουμενος τε και
9999959 τετραχως
και ὁτι ὁρισμος ἀποδειξει ταὐτον τῃ θεσει διαφερων . Ὁτι τετραχως του αἰτιου λεγομενου , εἰδικου , ὑλικου , ποιητικου
και ὁ σπερματικος και ἀλλοι πλειονες . κατα δε Πλατωνα τετραχως λεγεται λογος , ἡ τε διανοια ἀνευ φθογγου και
9999959 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999959 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999959 Ἀμφιπολεως
και αἱ πολεις πυνθανομεναι αἱ των Ἀθηναιων ὑπηκοοι της τε Ἀμφιπολεως την ἁλωσιν και ἁ παρεχεται , την τε ἐκεινου
τοις ἀλλοις εἰς τουτο τολμης ἡκουσιν , ὡστε και περι Ἀμφιπολεως προς ἡμας ἀμφισβητειν ἐπιχειρουσιν , ὑπερ ἡς των ἀντιποιουμενων
9999959 μελισσαν
του ἰου μελι προϊεναι . το δε σημειον ὁτι ἰον μελισσαν εἰπε το μελι δια το ἀφιεσθαι ὑπ ' αὐτων
αὐταις οὑτω διαφθερεις . . . και παντα τα την μελισσαν φθειροντα ἀποσοβει και ἀναιρει . προς παντας δε τους
9999959 ἀνες
. ἐπειτ ' ἀκουσον , του ταχους δε τουδ ' ἀνες : εἰς μεν γαρ ἀλλο παν ἁμαρτανειν χρεων ,
προσηκοντα τῃ ἀρχῃ πραττε , ἐμε δε τον καιρον τουτον ἀνες τῳ Ἡλιῳ , δει γαρ με την εἰθισμενην εὐχην
9999959 ἀποδεικτικοι
δυνανται δεικνυναι ὁτι οὐκ ἐστιν ἡ ἀποδειξις : εἰ δε ἀποδεικτικοι εἰσιν , αὐτοι οὑτοι την ὑποστασιν της ἀποδειξεως ἐκ
ψυχης λαμβανε τας διαφορας των συλλογισμων . οἱ μεν γαρ ἀποδεικτικοι ἐπιστημονικοι εἰσιν δι ' ἀληθων ἀποδειξεων ἐπιστημονικως ὁδευοντες :
9999959 μαραθου
ὀσσε ἀμβλυωττει ἀμβλυωττει , τυφλωττει μαραθου : ὁ χυλος του μαραθου ὀξυδορκιαν παρεχει , ὁθεν οἱ δρακοντες περιχριουσιν ἑαυτους τῃ
ἀλεκτοριδων λευκων ἠ κορακινων των ἰχθυων . ἐνιοτε δε και μαραθου χυλον λαμβανουσιν ἠ ἐλαιον το δια παλαιοτητα ἠδη λεπτον
9999959 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999959 ἐσπουδακεναι
και εἰποντος Μη γενοιτο : Οὐ προσηκει περι το κρατιστον ἐσπουδακεναι ; Παντων μαλιστα προσηκει . Τι οὐν κρεισσον ἐχομεν
και νομισας οὐκ ἀνευ θειας ἐπιφροσυνης περι το τοιουτον ἐργον ἐσπουδακεναι τον βασιλεα , σκεψαμενος τους παρ ' αὑτῳ δοκιμωτατους
9999959 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999959 γεγονασι
ἀλλα και των ἰδιᾳ και παντων οὑτοι φαυλοτατοι και πονηροτατοι γεγονασι , μικρον ἀκουσατε μου ἐξω τι της πρεσβειας ταυτης
παππῳ αὐτου Αἰακῳ , και τοις ἀλλοις ὁσοι ἐκ θεων γεγονασι , και αὐτοις τοις θεοις ; “ Τι τουτο
9999959 κορην
μι ' ὡρα χρονος ἐστι τοις ποθουσιν . Μικρον οὐν κορην προσειπων , μελεων ἐμων ἀφορμην , θαλιης μελισμα πασης
δια το και την ἀκριδα μελαιναν εἰναι και αὐτην την κορην Συραν . μαντις καλαμαια δια το μη λευκην εἰναι
9999959 γεωμετρικης
λεγομενα προ - βληματα [ ἐστιν ὁτι ] γινεται της γεωμετρικης ἐξουσιας ἀφαιρουμενα , οἱα ἐστιν και τα ἑνι διαστηματι
και καλλος , ἐφεξης ἐκ των στοιχειων των γραμμων της γεωμετρικης οὐσιας φανεισης , ἐν ᾑ ὡσαυτως το ὀν και
9999959 πιστει
ἀναγκασας συνθεσθαι ? ? ? [ ] οὐκ ἐμμεινας τηι πιστει Ὀκταουιον ἀπεκτεινεν , Συλλας δ ' ἐπι της Ἀττικης
φανερως λογχῃ φονιοις ἐν ἀγωσι κρατησας , ἀλλ ' ἀνδρος πιστει χρησαμενος δολιου . Ἐνταυθα δη πιων ἀκονιτον ἐτελευτησεν ,
9999959 κρατηρας
και ταλαντα δια μνημης ἐχεις ; Και τους δυο δε κρατηρας , εἰ βουλει , προσθησω οὑς ἐλαβον ἀποκτεινας Κλεοκριτον
πενταρραβδωι χορδαν ἀρθμωι χερα καμψιδιαυλον ἀναστρωφων ταχος . πρωτοι παρα κρατηρας Ἑλλανων ἐν αὐλοις συνοπαδοι Πελοπος Ματρος ὀρειας Φρυγιον ἀεισαν
9999959 ἀκριβολογεισθαι
. Ὀνυχιζειν και ἐξονυχιζειν ταὐτον , τιθεται δε ἐπι του ἀκριβολογεισθαι : το δε ἀπονυχιζειν το τας ὑπεραυξησεις των ὀνυχων
κυμινα πριστειν † : ὁτι δει τον ἐν κακοις ὀντα ἀκριβολογεισθαι . Κακον κακῳ ἑπεται . Κενην ψαλλεις : ἐπι
9999959 Ὀλυμπιον
τεως την Ἀθηναν την ἐν πολει ἠ τον Δια τον Ὀλυμπιον , και σοι ταυτα ἀποχρησει προς το Φειδιαν θαυμασαι
αἰνησα , τον εἰδον κρατεοντα χερος ἀλκᾳ βωμον παρ ' Ὀλυμπιον κεινον κατα χˈρονον ἰδεᾳ τε καλον ὡρᾳ τε κεκραμενον
9999959 ἡμεροτητα
Ἑτερα δ ' ἐφ ' ἑτεροις ἐπαντλων ὠσι φιληκοοις εἰς ἡμεροτητα προσταττει , κἀν ἐχθρων ὑποζυγια ἀχθοφορουντα τῳ βαρει πιεσθεντα
ζητων , αἱς ἐπελαφριει τα ἀτυχηματα , δι ' ὑπερβαλλουσαν ἡμεροτητα και την ἐκ φυσεως και μελετης φιλανθρωπιαν , εὑρεν
9999959 Εὐδοξον
και ταυτα δε πλειους εἰρηκασιν και ἐπι πλειονων ὑδατων . Εὐδοξον δ ' ἱστορειν την μεν ἐν Καλχηδονι κορκοδειλους ἐνναιειν
Ὑδροχοῳ , ἐαν γενωνται βρονται . . . κατα δε Εὐδοξον χειμωνας πολλους . [ . . . . .
9999959 γυμνασιοις
προς πεδωι βαληις . . Ὀνομαστ . : των δε γυμνασιοις προσηκοντων σκευων . . . και ὠμολινον , οὐ
Ἱπποκρατης ἐν αὐτῳ τῳ παθει και τῃ χαλεπωτατῃ ὀδυνῃ ἐπιταξαι γυμνασιοις . και ταυτα εἰρηκως Ἡρωδικος , τους πυρεταινοντας ἐκτεινας
9999959 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .

Back