, Ὑλλεις και Παμφυλοι και Δυμανες ἐξ Ἡρακλεους . και προσετεθη ἡ Ὑρνηθια , ὡς Ἐφορος αʹ ” Αἰγιμιος γαρ
; Ἡ δε ἑβδομη μοιρα της ἱερας νομοθεσιας τῳ συστηματι προσετεθη των καλουμενων φετιαλιων . οὑτοι δ ' ἀν εἰησαν
9999980 προσεθηκε
τουτου . δουλον ἐλευθερου παιδος μη ἐρᾳν : οὐκετι γαρ προσεθηκε , τον δε ἐλευθερον ἐρᾳν : δηλον γαρ τουτο
την δυναμιν ἑξει του καθολου προσδιορισμου . διο και αὐτος προσεθηκε το ὁμοιως δε και ἐπι του μη ἀγαθου ,
9999977 προσελθε
της βοης . σημαινει δε το καταγε καταγε το προσελθε προσελθε : ἀφ ' οὑ και καταγωγαι οἱ λιμενες :
ἐμαυτον : ἀλλ ' ὁμως γελω . Ὠ δαιμονιε , προσελθε : δεομαι γαρ τι σου . Ἀλλ ' οὐχ
9999976 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999974 προστεθεισα
διακεισθαι τον φυσει πυκτικον ποιον λεγομεν , οὐδεν ἡ δυναμις προστεθεισα ποιει , ἐπει και ἐν ταις ἑξεσι δυναμις .
κονιας στακτης λεια , γλοιωδης δι ' ἐριου και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα
9999974 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999974 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999974 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999973 Λακεδαιμονιος
ἐποιησε πολιν . βοηθησαντες δε ἐς αὐτο Πασιτελιδας τε ὁ Λακεδαιμονιος ἀρχων και ἡ παρουσα φυλακη προσβαλοντων των Ἀθηναιων ἠμυνοντο
σε , σπευδων τοι ξενος γενεσθαι . . Χιλων Δαμαγητου Λακεδαιμονιος . οὑτος ἐποιησεν ἐλεγεια εἰς ἐπη διακοσια , και
9999973 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999973 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999973 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999973 ὑπεμειναν
ἠρεσκεν : ἀμεινους γαρ ἠσαν ὑμων , και οὐκ ἀν ὑπεμειναν οὐδε εἱς αὐτων οὐδεν μαλλον ἠ των λεοντων τις
λαβειν οὐ θελησαντες , ἀλλα δια την ἀκαιρον δεισιδαιμονιαν χαλεπον ὑπεμειναν ἐχειν δεσποτην . . : , , , .
9999973 προσαγορευομενη
ἀπηλλακται δε του ξηραινειν και στυφειν . ἡ λυκαψος δε προσαγορευομενη ῥιζαν ἐχει στυπτικωτεραν ταυτης . της δ ' ὀνοχειλου
κατ ' ἀντικρυ νησος ἐστι πελαγια κατα τον ὠκεανον ἡ προσαγορευομενη Βασιλεια . εἰς ταυτην ὁ κλυδων ἐκβαλλει δαψιλες το
9999972 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999972 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999972 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999972 προσωτατω
λογον ἀπιστεισθαι , ὡς ἀρ ' οἱ σπουδαιοι ἀνδρες και προσωτατω γης οἰκουντες φιλοι εἰσιν ἀλληλοις πριν ἠ γνωριμοι τε
παντων ἐκλεγεσθαι αἰει το βελτιστον : βελτιστον δε ἐστι το προσωτατω του ἀνεπιτηδειου ἀπεχον . Ἰητρικην ὁστις βουλεται ὀρθως ζητεειν
9999972 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999972 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999972 προσεταχθη
λογῳ οὐ πανυ ῥᾳδιον . ἑτερον τοινυν λουτρον ἐν Σμυρνῃ προσεταχθη χειμωνος ἱσταμενου , ἐδει δε πορευθεντα προς τας πηγας
ὡς ἐπιτηδειοτερον δικαστηριοις και δικαις . ἀποθανοντος δε του βασιλεως προσεταχθη μεν τις αὐτῳ νησος , λαβων δε ἐν τῃ
9999972 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999971 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999971 μισθοφορων
οὐν φθασαι τους πολεμιους το ὁμοιον ἐπραξε . των μεν μισθοφορων τινας χρημασι πεισας ἐξεπεμψεν ὡς αὐτομολους , συνταξας λεγειν
πλειστους των ἐκει Σικελων ἐξεβαλεν , των δ ' ἰδιων μισθοφορων τους ἐπιτηδειοτατους ἐπιλεξας κατῳκισεν . Και τα μεν κατα
9999971 βραχει
Ἰσθμῳ αὐτων ἐργα και δια τα ἐν Νεμεᾳ . ἐν βραχει δε λογῳ ποιησω φανερα πολλα ὁμου , και ὁρκος
ὁ μεν περι διαφορας χρωματων των παρυφισταμενων , ὡς ἐν βραχει φαναι , λογος δη τοιουτος ἐστι : νυν δε
9999971 φαυλοτεροι
ἰοβολου . Καππαδοκαι φαυλοι μεν ἀει , ζωνης δε τυχοντες φαυλοτεροι , κερδους δ ' εἱνεκα φαυλοτατοι . ἠν δ
ἀκολαστος εὐμαθης : κρεισσων ἰδιωτης δικαιος ἠ ἀρχων ἀδικος . φαυλοτεροι : ἀντι του ἀμαθεστεροι προς τους ξυνετωτερους : συγκρινομενοι
9999971 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999971 Ἀνδρονικος
: οὐραγειν δε ἐτετακτο ὁ του καισαρος υἱος ὁ προεδρος Ἀνδρονικος , τας τε των ἑταιρων ταξεις ἐχων και τας
καισαρ και ὁ τουτου υἱος , ὁ των στρατευματων καταρχων Ἀνδρονικος , φροντισι μεγισταις ἐβαλλετο και τον Δουκα μετεπεμπετο Κωνσταντινον
9999971 προσκεισθω
το ἀπο της ΖΛ του ἀπο της ΖΓ . κοινον προσκεισθω το ἀπο της ΖΕ : τα ἀρα ἀπο των
ἀπο της τεχνης νενομοθετημενην ἐπιδεχεται , και τουτο μεμαθηκαμεν . προσκεισθω δε ὁτι οὐδε μακρας τας λαλιας εἰναι δει ,
9999971 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999971 Ταναιδος
ᾡ ἠκολουθησεν Ἀπολλωνιος . ὁ μεν γαρ Σκυμνος αὐτους δια Ταναιδος πεπλευκεναι ἐπι την μεγαλην θαλασσαν , ἐκειθεν δε εἰς
ἡ ἐκτος Ἰστρου πασα ἡ μεταξυ του Ῥηνου και του Ταναιδος ποταμου μεχρι της Ποντικης θαλαττης και της Μαιωτιδος .
9999971 προσελαβε
δια το χρηστηριον συνεβη δοξαντι ἀψευδεστατῳ των παντων ὑπαρξαι , προσελαβε δε τι και ἡ θεσις του τοπου . της
λεχθεντα το μεν ὀψον οὐκ ἐπαυσατο ἐσθιων , ἀρτον δε προσελαβε . και ὁ Σωκρατης καταμαθων , Παρατηρειτ ' ,
9999971 εὐγενεστατοι
τῳ πρυτανειῳ τοις Μυτιληναιοις . και παρα Ῥωμαιοις δε οἱ εὐγενεστατοι των παιδων την λειτουργιαν ταυτην ἐκτελουσιν ἐν ταις δημοτελεσι
σατυρους και βουκολους ὁρωντες . και ὀρχουνται γε ταυτα οἱ εὐγενεστατοι και πρωτευοντες ἐν ἑκαστῃ των πολεων , οὐχ ὁπως
9999971 ἐβουλου
ἐστιν , οὐδεν δει διαφερεσθαι . συ δε , εἰ ἐβουλου πολιτικως αὐξησαι τον λογον , παρετιθεις ἀν αὐτοις και
Και μοι εἰπε , ὠ Θρασυμαχε : τουτο ἠν ὁ ἐβουλου λεγειν το δικαιον , το του κρειττονος συμφερον δοκουν
9999971 τελευτωσαν
ὁμως ἐτεσιν ἀντεσχε πολεμῳ τοσῳδε και λιμῳ , τοτε ἀρδην τελευτωσαν ἐς πανωλεθριαν ἐσχατην , λεγεται μεν δακρυσαι και φανερος
μηκος δ ' ἐκτεταμενα ὁσον τριακοσιων σταδιων και ποιουντα ῥαχιν τελευτωσαν πως ἐπι τα στενα . ἐν μεσῳ δ '
9999971 τεκτονικην
καταπλασσε , ἠ λεπιδος χαλκου και χαλκανθου , ἠ κολλαν τεκτονικην μετα μιλτεως καταχριε . [ Προς τους ἐπι του
, ἡ νυν οὐχ εὑρισκεται : ὡσπερ δε ἀνατιθεαμεν την τεκτονικην και ὑφαντικην τῃ Ἀθηνᾳ , οὑτω και την ὁπλοποιητικην
9999971 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999971 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999971 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999971 Λακεδαιμονιοις
κᾀτα κελευειν βοηθειν αὐτοις , ἠ παλιν οὐκ ἐθελων χαρισασθαι Λακεδαιμονιοις , εἰτα προσταττειν ὑμιν κινδυνευειν ὑπερ αὐτων ; εἰ
, πειστεον . Οὐ γαρ πατριον , ὠ Σωκρατες , Λακεδαιμονιοις κινειν τους νομους , οὐδε παρα τα εἰωθοτα παιδευειν
9999971 θυγατριδους
ὁτι κατα διαλυσιν ἐγενοντο , οἱον ἀπο του ἀδελφιδους και θυγατριδους το ἀδελφιδεος και θυγατριδεος κατα διαλυσιν της ου διφθογγου
Τα εἰς ΟΥΣ πολυσυλλαβα ἁπλα μεν ὀντα περισπαται : ἀδελφιδους θυγατριδους διπλους τριπλους , πλην του ὀδους . τα δε
9999971 ἀφαιρει
χειρι ἐπιμελως , ἀχρις ἀν οὑ ὑποστῃ ἡ λεπις , ἀφαιρει τα ἐφεστωτα , ἀποχεας τε το ὑδωρ ἐπιχει ὀμβριου
ἐᾳ την συνεσιν ἀνθρωποις ἐνεργειν : ἀλλα και τον ὑπνον ἀφαιρει , και κλονον παρεχει τῃ ψυχῃ , και τρομον
9999971 προβουλευμα
προς το δημοτικον ἠρεσκετο διαλλαγαις , οὐκ εἰα γενεσθαι το προβουλευμα τοιουτοις λογοις χρωμενος . Ἐβουλομην μεν ἀν ἐγωγε και
ἐχουσι παρ ' ὑμων δωρειαν , και οὐδε μιᾳ γεγενησθαι προβουλευμα πωποτε . ἐγω δ ' οἰομαι μεν οὐχι λεγειν
9999970 θελοι
κατ ' ἰδιαν κεκτημενον κηρυκα κηρυττοντα τε ἑκαστον αὐτων ὁτε θελοι νουμηνιαν σχεδον τε τους κηρυκας ἐν τῳ χωριῳ ὀντας
εἰ σοι λιπαρουντι μεν τυχειν μηδεν διδοιη μηδ ' ἐπαρκεσαι θελοι , πληρη δ ' ἐχοντι θυμον ὡν χρῃζοις ,
9999970 βατραχου
παχνης ἀδικηθησεται ἡ ἀμπελος . Ἠ στεατι τραγου ἠ αἱματι βατραχου χριε τα δρεπανα , ἠ την ἀκονην σποδον μετα
ὁ δ ' ἀρα ἐτυγχανεν ὠν εἰς φρονησιν οὐδεν βελτιων βατραχου γυρινου , μη ὁτι ἀλλου του ἀνθρωπων . ἠ
9999970 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999970 Ἀντιμαχος
μορφην . ἐνταυθα δε κωμῳδειται ὡς ἀκολαστος . οὑτος ὁ Ἀντιμαχος πορνος ἠν λιαν και φαυλου βιου ἀνθρωπος και ἀναισχυντος
, μισησας οἱ ' ἀνεπεμψεν ἐπη . Λυδης δ ' Ἀντιμαχος Λυδηιδος ἐκ μεν ἐρωτος πληγεις Πακτωλου ῥευμ ' ἐπεβη
9999970 φοινικος
: ἀθληταις δε ἀγαθος , τοις δε λοιποις ἀτοπος . φοινικος δε και ἐλαιας στεφανοι γαμους ἐλευθερων περιποιουσι γυναικων δια
πολλα δηλουσων ἡ λεξις . το μεν γαρ δενδρον “ φοινικος ἐην ἐρνος . ” δηλοι και το κυριον ὀνομα
9999970 μετεχειρισατο
λεγει δια τον Ἀσκληπιον , ὁτι θνητος ὠν θεου ἐργον μετεχειρισατο , την Ἱππολυτου ἀναστασιν : διο και κεραυνωθεις ἐγνω
Ἀχιλλευς ἐπεκδιδασκει . ὁπερ Ὁμηρῳ ἐθος , και ὁςτις ἀλλος μετεχειρισατο το εἰδος τουτο , παρ ' Ὁμηρου μαθων τουτο
9999970 δωδεκατημοριον
ῥητον τοιουτον τι δει νοειν οἱον ἐν τοις διαστηματικοις το δωδεκατημοριον του τονου και εἰ τι τοιουτον ἀλλο ἐν ταις
και ὁσα τουτοις παραπλησια δηλοι . Το δε Καρκινου πρωτον δωδεκατημοριον σημαινει περι ἀρχης ἠ ἀρχιερωσυνης ἠ ἱερουργιας , το
9999970 συλλογισμοις
εἰπομεν τροπον . λογικη δε ἠ ἐν προτασεσιν ἠ ἐν συλλογισμοις . και ἐν μεν προτασεσιν , ὁταν την δοθεισαν
και Ἀλκιβιαδης καθηνται , ἀλλα τους ἐν τοις ὑποθετικοις καλουμενοις συλλογισμοις κατα το συνημμενον ἠ το διεζευγμενον λεγομενον παραλαμβανομενους ,
9999970 Τερπανδρος
αὐτον φασιν . Βοιωτιον ] μελος οὑτω καλουμενον ὁπερ εὑρε Τερπανδρος . τητες δ ' ἀπεθανον : ἐπι ἐτος ,
μελεις ἀθροως ; και τῃ γραφικῃ οὐδεν εἰσηνεγκεν Ἀπελλης οὐδε Τερπανδρος τῃ κιθαρᾳ οὐδε Τιμοθεος τοις αὐλοις ; ἀλλα και
9999970 παρακολουθημα
του ἀριθμου . Τις οὐν ἡ φυσις αὐτου ; Ἀρα παρακολουθημα και οἱον ἐπιθεωρουμενον ἑκαστῃ οὐσιᾳ , οἱον ἀνθρωπος και
Πλατων την τυχην ἀπεφαινετο αἰτιαν ἐν ἀπροαιρετοις κατα συμβεβηκος και παρακολουθημα και συμπτωμα και προαιρεσεως κατα την προς το τελος
9999970 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999970 συλλογισμων
και τοποις . ὁτι μεν οὐν ὁτι μεν οὐν των συλλογισμων οἱ μεν κατα ἀληθειαν εἰσι συλλογισμοι , οἱος ὁ
ὡρισμενα δε ἐχοντων τα ἐμμεσα , γινονται δυο τροποι ὑποθετικων συλλογισμων , ἀμεσων μεν οἱον ὁ ἀριθμος ἠ περιττος ἐστιν
9999970 ἀναγινωσκουσι
[ ] την ? Ἀφροδιτην Θεων [ και Τυραννιων ] ἀναγινωσκουσι [ χρυσω ] κατα γενικην , ἱν ' ἠι
των πλεοναζοντων ὑγρων ποιειται τας ἐκκρισεις , τοις μεν συντονωτερον ἀναγινωσκουσι μαλλον και δι ' ἱδρωτων , τοις δ '
9999970 ἀκαταστατησει
πολυφιλος , ὀξυς , μισοπονηρος , ἀσελγης , εὐμεταβλητος , ἀκαταστατησει δε κατα γυναικα και ὑστερον εὐνοηθησεται ὑπ ' αὐτης
πιστευθησεται και ὑπο ὀχλου δοξαν ληψεται και νομοις ὑπηρετησει , ἀκαταστατησει δε ἐν τοις κατα γυναικα και ἐπι τοις τεκνοις
9999970 Ἰσχομαχος
ὁπως οὐκ εἰ παρασιτος , φιλτατε : ὁ δ ' Ἰσχομαχος ὁδι τρεφων σε τυγχανει . ὁπως δε την νυμφην
τα ὑποζυγια , τουτο συ με διδασκε . Και ὁ Ἰσχομαχος γελασας εἰπεν : Ἀλλα παιζεις μεν συγε , ἐφη
9999970 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις
9999970 συγχωρησας
αὐτοις προσενεχθηναι . ὁ δε βασιλευς ἐπαινεσας τους ἀνδρας και συγχωρησας την εἰρηνην δωρεαις τε μεγαλαις και τιμαις ἡρωικαις ὑπο
υἱοις οἱ πατερες συναγωνιουμενους ἐν τοις γυμνασιοις . ὁ δε συγχωρησας τουτο Λυκουργος τοις ἐμμεινασι τῃ των παιδων ἀγωγῃ πολιτειας
9999970 μεσουρανηματι
ἐλαττονα γινεται : εἰ δε ἐν τῳ ὡροσκοπῳ ἠ τῳ μεσουρανηματι γενοιτο , τα ἐναντιωματα ἡττονα ἐσται . Ἀρης Ἡλιῳ
Ἡλιον : ἐαν τοινυν εὑρῃς τον μεν Ἡλιον ἐν τῳ μεσουρανηματι ἠ ἐν τῳ ιαʹ , την δε Ἀφροδιτην ἑσπεριαν
9999970 ἀναπληρωσεως
της ἐμπτωσεως παροδον την αὐτην οὐσαν προς αἰσθησιν τῃ της ἀναπληρωσεως . ἐπι δε του ἐλαχιστου ἀποστηματος ἡ μεν ΑΒ
της διαμετρου δακτυλοις τα ἐπιβαλλοντα της ἐμπτωσεως μορια και της ἀναπληρωσεως και ἐτι του ἡμισους της μονης . Ἐπραγματευσατο γραμμικως
9999970 φυλαξαι
φυλαξασθαι , ἀλλην δε μαθε δυσχερη και κακιστην ὀψιν , φυλαξαι δε και προσχες μη πως ἀπελθῃς ἐνθα εἰσιν οἱ
προς τον ἐντιναξαντα αὐτῳ δοκον , εἰτα εἰποντα , ” φυλαξαι , “ ” παλιν γαρ με , “ ἐφη
9999970 φανεισαν
μεν „ εἰπε ” μη παραστηναι σοι την φαντασιαν ἠ φανεισαν ἡσυχασθηναι ἠ , εἰ και διηγειτο τις , μακραν
σεληνιακων ἐκλειψεων , ὡς την ἐν μεν Ἀρβηλοις πεμπτης ὡρας φανεισαν , ἐν δε Καρχηδονι δευτερας , ἀναγραφης ἠξιωσθαι ,
9999970 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999970 ἑξακοσιων
, ἱνα λαθοι τους πολεμιους , προσεταξεν μετα ἱππεων χιλιων ἑξακοσιων προϊππευσαι της φαλαγγος και πυκνας ποιεισθαι τας ἀναστροφας τῃδε
τινες δε τετρακισχιλιων φασιν : εἰς δε Μαλεας προς ἑω ἑξακοσιων ἑβδομηκοντα κατακολπιζοντι : εἰς δε Ὀνου γναθον , ταπεινην
9999970 ἀπεκτειναν
τουτους μεν οὐν οἱ ταχθεντες ὑπο των νομων ἑνδεκα ἀρχοντες ἀπεκτειναν , οὐχ οἱον ἠδικηκοτας τι την πολιν , ἀλλα
δε κυριευσαντες τον Μελαγχρον και την Κλεομητραν βαλλοντες τοις λιθοις ἀπεκτειναν . και τον ταφον αὐτων δεικνυουσιν και νυν ἐτι
9999970 ἀκολουθησει
κινουντι πολλα , ἑως ἀν τοιαυτην κινησῃ κινησιν , ᾑ ἀκολουθησει το πραγμα . ὡς γαρ αἱ πολλαι ῥανιδες ἐπιτηδειον
, ὡσαυτως δε και το ι και το υ , ἀκολουθησει και το ε και το η ἑν εἰναι στοιχειον
9999970 φυλαττουσι
χαρακτηριζεται . ἀλλως τε δη τουτο το ἑν στοιχειον εἰδοπεποιημενον φυλαττουσι , λεγοντες αὐτο εἰναι ὑλικον αἰτιον . ὡστε συμβησεται
Καλως δε εἰρηται , ὁτι τα συνῃρημενα την των ἐντελων φυλαττουσι κλισιν , και οὐχι τα πεπονθοτα την των ἀπαθων
9999970 τελευτησαντι
πολεως και φυλακα , και τιμας δοτεον και ζωντι και τελευτησαντι , ταφων τε και των ἀλλων μνημειων μεγιστα γερα
οἰκειοτατων ἐπιβουλευθεις ἀπωλετο . ζωντι μεν Δαρειῳ τοιαυτα ξυνηνεχθη , τελευτησαντι δε ταφη τε ἡ βασιλικη και των παιδων ὁποια
9999970 ἐσπουδακοτων
τινος , οὐκ αὐτος μονον , ἀλλα και των ἡγεμονων ἐσπουδακοτων , ἰσως μεν ὑμιν , ἰσως δε κἀμοι χαριζεσθαι
μεν ἐπιπληττειν ἐνιους οὐδεν ἰσως ἀτοπον , εἰ πρωτον μεν ἐσπουδακοτων των ἀλλων περι πλουτον ἐγω πενης αἱρουμαι βιουν ,
9999970 εὐπρεπους
και στρατιας κατηναγκασμενης , και στρατηγιας ἀκουσιου , και φυγης εὐπρεπους . Ταυτα τοινυν φημι τας περιστασεις διαφευγειν ἐκεινον τον
τοιαυτην . Τισιφονη μια των Ἐρινυων εἰς ἐπιθυμιαν ἐμπεσουσα παιδος εὐπρεπους , Κιθαιρωνος τοὐνομα , και μη στεγουσα την ἐπιτασιν
9999970 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999969 αὐλητικην
και φαρμακα : τεταρτον δε φαμεν εἰναι ἀγαθον , οἱον αὐλητικην και ὑποκριτικην και τα τοιαυτα . ἀγαθου ἀρα τετταρα
ὑμνοι . Ὀλυμπος δε μαθητης γεγονε Μαρσυου , περι την αὐλητικην ἀριστος , και αὐτος δυστυχησας δια μουσικην . καθαπερ
9999969 Ἐπικρατης
ΑΙΑΚΙΣ ἡ κυλιξ καλειται . ΑΚΑΤΟΣ ποτηριον ἐοικος πλοιῳ . Ἐπικρατης : καταβαλλε τἀκατια , τα κυμβια αἰρου τα μειζω
[ τι ] βουλεται [ ] [ , ἐφη , Ἐπικρατης ] πραγματα ? ἐχειν , [ ὡι ἐξεστι λαβοντι
9999969 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999969 θεραπευσαι
ἐμβαλειν , και δουναι προσθεσθαι . Ἑτερον κυητηριον : γυναικα θεραπευσαι , ὡστε ξυλλαβειν ἐν γαστρι : οὐρον λαβων παλαιον
ἀπενεμε τῳ Ἐρασιστρατῳ , ὁτι τυχον εἰ μη θελεις αὐτον θεραπευσαι , φονευω σε . και φησιν ὁ Ἐρασιστρατος τι
9999969 ἐξαρχος
θεατων . ἀρχελας : ἀρχων του λαου , ἡγεμων , ἐξαρχος , δημαγωγος . ἐπαιξε δε τῳ ὀνοματι . φησι
Σκυρον ἠ Λημνον ἀποδημειν . Ἀρχη , ἀρχων ἀρχειν , ἐξαρχος , ἀρχηγος , ἀρχικος . ἐξαρχων ἐξαρχειν , συναρχων
9999969 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999969 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999969 βελτιστου
; Ἐγωγε . Οὐκουν φαμεν παλιν τους πολλους διημαρτηκεναι του βελτιστου , ὡς τα πολλα γε οἰμαι ἀνευ νου δοξῃ
των ῥητορων εἰ χαριζονται , ἀλλ ' εἰ μετα του βελτιστου και της χαριτος στοχαζονται . και κατα τουτ '
9999969 παρεμυθειτο
, πολλη , και ἠγανακτουν οἱ στρατιωται τῳ πονῳ : παρεμυθειτο αὐτους Ἀρχιδαμος , ὡς οἱον τε ἠν , και
μη φανερως ὑβρισθωμεν . ” εἰθ ' ὁ μεν πατηρ παρεμυθειτο ⌈ ⌉ τον παιδα , τῳ δε ηὐξετο το
9999969 ὁποτερως
και τα Θησει συμβαντα και Δαιδαλωι . ταυτα μεν οὐν ὁποτερως ἐχει , χαλεπον εἰπειν . ἐστι δε και ἀλλος
. . ὁποτερα ] καθ ' ὁποτερον , ὁποιως , ὁποτερως , ὁπως . , πως εἰκῃ ; ὁποτεραν ]
9999969 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999969 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999969 κλησεως
, οὐδεν κωλυει και τας λοιπας ἐγκλισεις μετατιθεσθαι της ἰδιας κλησεως , ἀναδεξαμενας την ἐκ των συνδεσμων δυναμιν . οὐ
, τον αὐτον και Βριαρεων καλων . περι δε της κλησεως του πελαγους . . . μεν ἐν τῳ τριτῳ
9999969 νικησαντι
Κριτοβουλῳ , ὡς μη ἐξαπατηθειησαν οἱ κριται , και τῳ νικησαντι μη ταινιας ἀλλα φιληματα ἀναδηματα παρα των κριτων γενεσθαι
ἐκ του νικητου : Γεγραπται ὁ ἐπινικιος τελεσικρατει κυρηναιῳ ὁπλιτοδρομῳ νικησαντι την κηʹ πυθιαδα , την δε λʹ σταδιῳ .
9999968 αἰσθητηριον
οὐ : και μετα τινος ἀπορροιας το ὀσφραντον ἐπι το αἰσθητηριον προεισιν , ὁθεν ἐπι των δυσωδων ῥακους ταις ῥισιν
ὑποκειμενων αἰσθησεται , και οὐ δηπου κἀν τῳ ὑμενι το αἰσθητηριον . οὑτως οὐδ ' ἀν εἰη δια ταυτα το
9999968 μυρμηκος
γανος πεμφρηδων δε ζῳον ἐστι των σφηκωδων , μειζον μεν μυρμηκος , μελισσης δε ἐλασσον , ἐπτερωται δε και ποικιλην
ἐπονει , ὁ δε ᾐδε . και του μεν πονουντος μυρμηκος οἱ θινες και οἱ σωροι και θημωνες ἑωρωντο πολλοι
9999968 ὁμολογοι
, του δε ιη ὁ γ και ὁ Ϛ . ὁμολογοι οὐν εἰσιν αὐτων αἱ πλευραι : ἡμιολιον γαρ λογον
και ἰσας ἑξουσι τας γωνιας , ὑφ ' ἁς αἱ ὁμολογοι πλευραι ὑποτεινουσιν , την μεν ὑπο ΑΒΓ τῃ ὑπο
9999968 σανιδος
εἰ μη καταβαλῃ αὐτον εὐστοχιᾳ σφενδονητικῃ ἀντι σκοπου κειμενον ὑπερ σανιδος . σισυρνα δε παχυ περιβολαιον ἠ δερματινον ἱματιον ἡ
αἱρετωτερον ἐστι βαθρον μαλλον παν το κατα το περας της σανιδος τετραγωνοις ἐκκοπαις ἐκκεκομμενον προς ἀσφαλη την εἰς αὐτο του
9999968 ξηραντικης
ἀγριας ῥοιας : ἰσχυρως δε στυφει την γευσιν , και ξηραντικης δε και ψυκτικης ἐστι δυναμεως και παχυμερους , και
δυσεπουλωτα ἐν βουβωσι και μασχαλαις και τραχηλῳ , και καθολου ξηραντικης ἐστι δυναμεως : τουτους τους ἐπαινους Ἀσκληπιαδης περι αὐτης
9999968 Ἀνδροτιωνος
ἀπο διανοιας δε του γραψαντος , ὡς ἐν τῳ κατα Ἀνδροτιωνος . συνιστας γαρ τον νομον ὡς καλως ἐχοντα τον
, λεγω δε τον τε περι στεφανου και τον κατα Ἀνδροτιωνος και Τιμοκρατους και προς Λεπτινην και κατα Ἀριστοκρατους :
9999968 βραχυτατου
μονοι δε οἱ δια θρασυτητα προσιοντες , ἁτε μονοι , βραχυτατου παμπαν ὠνουντο . ὁθεν τοις ἀρχουσιν , ἐλπισασιν ἐς
τουθ ' ὑμιν ἐπιδεικνυναι . ἱνα δ ' ὡς δια βραχυτατου λογου δηλον ὁ βουλομαι ποιησω , παραδειγμα τι γνωριμον
9999968 κοινοτητα
διορισαμενοι , δει και την ἐν ἀμφοτεροις συνοραν διαφοραν και κοινοτητα . ἑν μεν οὐν τῳ ἀριθμῳ ὁλον λεγεται ,
Ἑρμοκρατην προσομιλουντες μαλιστα ἐποθησαν την τε ἐπιμελειαν και προθυμιαν και κοινοτητα . ὡν γαρ ἐγιγνωσκε τους ἐπιεικεστατους και τριηραρχων και
9999968 Κορωνιδος
ἑαυτου οἰδεν . γνωμαν : την προγνωσιν την περι της Κορωνιδος . πεπιθων : ἀντι του πεισθεις ὑπο του κοινωνου
] * Οὑτω λεγε τουτο : Το λημα της καλλιπεπλου Κορωνιδος , ἠτοι ἡ Κορωνις , ἐσχε και ἐλαβε τοιαυτην
9999968 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999968 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999968 γεγραφοτες
της παλαιστρας κλεπτειν τα ἱματια . ἐπει τοι παντες οἱ γεγραφοτες περι Σωκρατους παντα τἀναντια αὐτῳ προσμαρτυρουσιν , ὁτι ἡδυς
τυχειν ἐθελειν δωρεας . σκοπειτε γαρ : τους νομους οἱ γεγραφοτες , ὁσα των πραττομενων συμβαινειν εὐκολως οὐ πεφυκεν ,
9999968 στενοτητα
Τιτανην ὁδος σταδιων μεν ἐστιν ἑξηκοντα και ζευγεσιν ἀβατος δια στενοτητα : σταδιους δε προελθουσιν ἐμοι δοκειν εἰκοσι και ἐν
Βοιωτιᾳ και Λοκριδι και τοις Μαλιευσι . δια δε την στενοτητα και το λεχθεν μηκος ὑπο των παλαιων Μακρις ὠνομασθη
9999968 καθαροτητα
ἀποστασει ᾑπερ ἀηρ τε ὑδατος ἀφεστηκεν και αἰθηρ ἀερος προς καθαροτητα . και δη και θεων ἀλση τε και ἱερα
μονον βλεπουσι το ὁσιον : την δ ' ἁγνειαν και καθαροτητα μαλιστα προηγουμενως δει σπουδαζεσθαι τοις ἱερουργειν μελλουσι , την

Back