φοραν . Ταυτα μεν οὐν ἀπο της Ἐπιτομης Ἀρειου Διδυμου προκεισθω . . . [ ] . . Χρυσιππου .
και ΖΚ , καθετος δ ' ἠχθω ἡ ΖΝ : προκεισθω δ ' εὑρειν την ΘΚ περιφερειαν , ἡν ἀπειχεν
9999983 προσκεισθω
το ἀπο της ΖΛ του ἀπο της ΖΓ . κοινον προσκεισθω το ἀπο της ΖΕ : τα ἀρα ἀπο των
ἀπο της τεχνης νενομοθετημενην ἐπιδεχεται , και τουτο μεμαθηκαμεν . προσκεισθω δε ὁτι οὐδε μακρας τας λαλιας εἰναι δει ,
9999980 ἐκληπτεον
ὡς παντα γ ' ἐστ ' ἐκεινα ] το ὡς ἐκληπτεον ἀντι του ὁτι και ἀντι του λιαν . παντα
κατα το δικαιον γινωνται , κατα το ἀναλογον την ἰσοτητα ἐκληπτεον : ὁ γαρ σκυτοτομος τῳ οἰκοδομῳ ὑποδημα δωσει ,
9999978 ἐκκεισθωσαν
διπλασια τῃ δυναμει τετραπλασια : οἱον ὡς ἐπι παραδειγματος : ἐκκεισθωσαν γαρ δυο εὐθειαι ἀνισοι αἱ ΑΒ , Γ ,
, ΓΔ , και ἐστω ἐλασσων ἡ ΒΑ . και ἐκκεισθωσαν δυο ἀριθμοι οἱ Ζ , Η λογον ἐχοντες προς
9999978 κεισθωσαν
ἐπι δε την ΕΓ ἡ ΞΛΟ , και τῃ ἰσαι κεισθωσαν ἡ τε ΞΠ και ἡ ΡΜ , και ἐπεζευχθωσαν
ἑκατερος ῥυπτικης τε ἁμα και θερμης εἰσι δυναμεως , και κεισθωσαν ἐν τῃ τριτῃ ταξει των θερμαινοντων τε και ξηραινοντων
9999977 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999977 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999977 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999976 γινομενηϲ
προϲτιθεμενον ἀπαμβλυνει ταϲ εἰϲ την ἐκκριϲιν προθυμιαϲ . ϲυχνηϲ δε γινομενηϲ τηϲ ἐξαναϲταϲεωϲ ἀγαθιον ἐγκειϲθω προϲτετυπωμενον τῃ ἑδρᾳ ἀπο θερμων
τα ὑπερ των ἰξυων τηϲ ϲυναφηϲ τουδε κατα την ὀϲφυν γινομενηϲ παλιν τα περατα των ἱμαντων τουτων ϲυζευξαντεϲ ἑτερῳ τε
9999976 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999975 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999975 Ὀλυμπον
το ὑδωρ και ὁ ποταμος ὁ Συςτων δε περι τον Ὀλυμπον χειμαρρων και ὁ Συς ἐστι , τοτε οὐν οὑτος
προσεφη Τελαμωνιον υἱον : Αἰαν ἐπει τις νωϊ θεων οἱ Ὀλυμπον ἐχουσι μαντεϊ εἰδομενος κελεται παρα νηυσι μαχεσθαι , οὐδ
9999975 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999975 ἐπιτυγχανει
οὐδεποτε κακοβολει ὁ Θηραμενης ὡς ἐν ἀστραγαλοις , ἀλλ ' ἐπιτυγχανει . ἐπιπληττει δε αὐτῳ ὁ Δημητριος , ὡς τελεως
: ὁ δε ἀραται τον υἱον διαφθαρηναι Ἱππολυτον , και ἐπιτυγχανει . οὑτος γαρ ὀχουμενος ἁρματι , ὑπο ταυρου των
9999975 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999975 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999975 προσεταξεν
και τον κιονα , ἐν ᾡ ταυτα ἐγεγραπτο , καθελειν προσεταξεν εἰπων προς τους φιλους : οὐδαμως συμφερει τοις βασιλευσιν
, ; , . . τριβωνοφορος ὑπεμεινεν ὁ δε Προκλος προσεταξεν Ἰσιδωρον μετασχηματισασθαι προς τον ἀριστον βιον και τριβωνοφορειν :
9999975 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999975 ἐτυγχανον
μοι περι ὡν πυνθανεσθε οὐκ ἀμελετητος εἰναι . και γαρ ἐτυγχανον πρῳην εἰς ἀστυ οἰκοθεν ἀνιων Φαληροθεν : των οὐν
Θετταλος , οἱ μετα Κυρου ἠσαν , ἀει διαφοροι ἀλληλοις ἐτυγχανον , διοτι τωι μεν Κλεαρχωι ἁπαντα ὁ Κυρος συνεβουλευε
9999974 οἰκοδομας
εἰδε και ἐθαυμασε την τε ἐχυροτητα της ἀκρας και τας οἰκοδομας των βασιλειων και την λαμπροτητα : και λογου ἀξιαν
πασαν την ἐξω χωραν αὐτων ἐχειρωσατο : προς δε γε οἰκοδομας ἐν τῃ Πολει λαμπρας τε και πολυτελεις νεων τε
9999974 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999974 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999974 προσφιλη
φοβῳ ταρβουσα : γραφεται πρευμενη , ὁ ἐστι πραϋμενη και προσφιλη : και ποσει γνωμην ἐχειν : ἐνταυθα ἡ βελτιστη
ἑτερῳ μονον φυεσθαι χαμαι δε μη τουτ ' ἀτοπον : προσφιλη γαρ δη ἀλληλοις καθαπερ και τα ζωα και τα
9999974 Κορινθιον
Ἡσιοδος δε Ἰδυιαν . . . . Ἐπιμενιδης δε φησι Κορινθιον τωι γενει τον Αἰητην , μητερα δε αὐτου Ἐφυραν
οἰκειων ἐχειν ἁρματων θεις περας του δρομου ἐπαθλον γαμου τον Κορινθιον ἰσθμον εἰ δυνηθειεν ἀφικεσθαι μεχρι τουτου . αὐτος δε
9999974 ἐργαζομενα
ἠθος , ὁταν ἑκατερου καιρος ᾐ . ταὐτον δ ' ἐργαζομενα οὐχ ὁμοιως ἐργαζεται , ἀλλα το μεν μετα συνδεσμων
ἑκων . Βελτιω ἀρα ἡγησαι των σαυτου τα ἑκουσιως πονηρα ἐργαζομενα ἠ τα ἀκουσιως ; Τα γουν τοιαυτα . Οὐκουν
9999974 Κλεισθενης
εἱπετο δε αὐτῳ μειρακιον των ἐν Σικελιᾳ εὐ γεγονοτων , Κλεισθενης τοὐνομα , και παντων μετειχε των Ἱπποθοου κτηματων ,
μεν εὐνουχοιν τον ἑτερον τουτονι ἐγᾠδ ' ὁς ἐστι , Κλεισθενης ὁ Σιβυρτιου . Ὠ θερμοβουλον πρωκτον ἐξυρημενε . Τοιονδε
9999974 ἱκετευομεν
ἡν ὑπεσχου σωαν ἡμιν ἀποδωσειν . και νυν τουθ ' ἱκετευομεν , οὐχ ἱνα της σαυτου φυσεως ἀναξιον τι φρονησῃς
, ῥεθος ἀελιωι δειξον . βαρος ἀντιπαλον δακρυοις συναμιλλαται : ἱκετευομεν ἀμφι γενειαδα και γονυ και χερα σαν προπιτνων πολιον
9999974 συνεθηκεν
ταυτας οὐν τας δυο μιξας ἱστοριας το “ βεκκεσεληνος ” συνεθηκεν . Ψαμμιτιχος ὁ ⌈ βασιλευς Αἰγυπτου ἐθελησε ἠθελησε [
; ὡδε δε λεγω : ἀρα ποτ ' ἀν τις συνεθηκεν ὁ νυνδη ἐλεγομεν ζωγραφημα ὁμοιον τῳ των ὀντων ,
9999974 ἀπαλλαγεντες
και οἱ χαριν ἐχειν ὁμολογησαντες , ἀν λιμενος ἐφη τυχωμεν ἀπαλλαγεντες τοσουτου κλυδωνος , Σωτηρας ὑμας ἐπιφανεις μετα των θαλασσιων
ἑτεροις ἠδυναντ ' εἰναι χρησιμοι , ἐπει δε των τυραννων ἀπαλλαγεντες ὡμονοησαν προς ἀλληλους , οὐ μονον την πολιν ,
9999974 ὑπεμεινεν
ὑπεχειν , ὡστ ' εἰ και μηδεις ἀλλος τοιονδε ἀγωνα ὑπεμεινεν εἰσελθειν , ἐγω μονος οὐ παραιτουμαι , ἀλλα συγχωρω
: ὁρμηθη δ ' Ἀκαμαντος : ὁ δ ' οὐχ ὑπεμεινεν ἐρωην Πηνελεωο ἀνακτος : ὁ δ ' οὐτασεν Ἰλιονηα
9999974 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999974 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999973 συγγενικην
ὡριζετο ἰσοτητα εὐνοιας ἀντιστροφου : ταυτης δε την μεν εἰναι συγγενικην , την δε ἐρωτικην , την δε ξενικην .
. θεασαμενη γαρ τον της ἀδελφης ἑαυτης Λητους παιδα δεδωκε συγγενικην δοσιν . παρωνυμον ] ἀποδειξις αὑτη της δωρεας οὐκ
9999973 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999973 βελτιον
, ὡστε και το χειρον προς το χειρον ὡς το βελτιον προς το βελτιον , οἱον ὡς ὀμμα προς ὀμμα
ἀναμφισβητητως ἀγαθον ἐστι : ποιον γαρ ἀν τις πραγμα οὐ βελτιον πραττοι σοφος ὠν ἠ ἀμαθης ; Τι δε ;
9999973 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999973 τυγχανομεν
των ἐν τοις μεταξυ τουτων ἀποστημασιν ὑπεροχων , περι ὡν τυγχανομεν προδιειληφοτες ἐπι της ἐν τοις των ἀνωμαλιων κανοσιν των
χαριν δουναι τῳ ἑταιρῳ ἠ τῳ εὐεργετῃ , και ᾡ τυγχανομεν ὀφειλοντες , ἐαν γε ἀμφοτερους εὐ ποιησαι οὐκ ἐνδεχηται
9999973 προσθεσθω
μελι περιχεαι , και προσθεσθαι , ἠ ῥοδινον ἀλειφα και προσθεσθω : ὁσαι δε βαλανον προστιθενται , ἐμπηξαντα χρη το
μη μεγαλην ἐν εἰριῳ μαλθακῳ , ἐς ἰρινον μυρον ἐμβαψασα προσθεσθω , ἠν τε τρεις ἠν τε πλειους ἡμερας δοκεῃ
9999973 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999973 οἰκειοτατα
ὀντεσσι και διαφοροις ταν φυσιν ἐξαρχει τι ζῳον κατ ' οἰκειοτατα ἐγγενη και δια το μετεχεν πλεον τω θειω .
δε γενει μεν ἐγγυτατω προσηκοντες , χρωμενοι δε ἐκεινῳ παντων οἰκειοτατα , δεδωκοτων δ ' ἡμιν και των νομων κατα
9999973 ῥητορικος
ἀπο ταὐτοματου δεθηναι την γλωτταν . ἠν δε ὁ ἀνηρ ῥητορικος , φησι , και συμβουλευσασθαι δυναμενος . ταττεται ἡ
περι πασαν ὑλην ὁμοιως τῃ δυναμει χρηται , ὁ δε ῥητορικος εἰ και αὐτος περι των προτεθεντων λεγει , εἰτε
9999973 ἐϲθιομενη
του λεπτου γληχωνοϲ ἀφεψημα καππαρεωϲ φλοιοϲ κολοκυνθιδοϲ ἀποβρεγμα πινομενον λινοζωϲτιϲ ἐϲθιομενη και το ἀφεψημα πινομενον λαθυριδεϲ μετ ' ὀξυμελιτοϲ πινομεναι
. Ἀφακη ϲτυπτικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲπερ ὁ φακοϲ , ἐϲθιομενη δε δυϲπεπτοτερα του φακου ἐϲτιν , ἰϲχυροτερον δε ξηραινει
9999973 συνισταντο
μαχιμωτατα των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων περι ἡγεμονιας φιλοτιμουμενα παντοιους συνισταντο κινδυνους . οἱ μεν οὐν των Ῥωμαιων ὑπατοι μερος
ὁ κρατιστος ἐλαμβανεν : εἰ δε τις ἑτερος ἀντιποιησαιτο , συνισταντο μονομαχησοντες μεχρι θανατου . ἀλλοι δ ' ἐν θεατρῳ
9999973 Ὀλυμπιασιν
Ἐπειους . παραλαβειν δε και την ἐπιμελειαν του ἱερου του Ὀλυμπιασιν , ἡν εἰχον οἱ Ἀχαιοι : δια δε την
ὁ των ῥοδων των οἰκοθεν και ὁ της ἐλαιας της Ὀλυμπιασιν . Ἀλλα ταυτα μεν ἐασειν μοι δοκω και χαριεισθαι
9999973 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999972 ἐντυγχανων
δε λυπων το πνευμα το ἁγιον ἀνομιαν ἐργαζεται , μη ἐντυγχανων μηδε ἐξομολογουμενος τῳ κυριῳ . παντοτε γαρ λυπηρου ἀνδρος
ἠν τῃ προσβολῃ των ὀφθαλμων , τοις του σωματος τυποις ἐντυγχανων , γνωριζειν το ἠθος , και καταμαντευεσθαι της ψυχης
9999972 προτερωσε
οἱτινες εἰεν , ἐυξεινως ἀρεσαντο : και σφεας εἰρεσιῃ πεπιθον προτερωσε κιοντας ἀστεος ἐν λιμενι πρυμνησια νηος ἀναψαι . ἐνθ
δ ' Αἰγειδεω Θησεος ἐστι λυρη . Αὐταρ ὁ γε προτερωσε κιων Οἰκουσιον ἀστυ κτισσατο , Τραγασιην δε Κελαινεος ἠγετο
9999972 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις
9999972 Σικυωνιους
και εὑροντες τεταγμενους Λακεδαιμονιους μεν ἐπι τῳ δεξιῳ ἑαυτων , Σικυωνιους δε ἐχομενους , Κορινθιων δε τους φυγαδας ὡς πεντηκοντα
. τοιαυτα δε και Μακεδονας ἐπι Ὀλυμπιαδι και ἐπι Ἀριστοδαμᾳ Σικυωνιους οἰδα εἰρηκοτας , διαφορα δε τοσονδε ἠν : Μεσσηνιοι
9999972 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999972 μισθωσασθαι
ναυσθλωσομαι : οὐ νεως ἐπιβησομαι . κυριως δε το ναυν μισθωσασθαι . ὡς εἰς ναυν . του μυθοποιου . φερεται
. μισθοφορων ] μισθον δεχομενος ἐκ της πολεως ὑπερ του μισθωσασθαι ξενους και διαδουναι αὐτοις χρηματα . . . .
9999972 πεντακισχιλιους
δε ταυτα ὁ μεν Ἱκετας ἀναλαβων των στρατιωτων τους ἀριστους πεντακισχιλιους ἐστρατευσεν ἐπι τους Ἀδρανιτας ἀντιπραττοντας αὐτῳ και πλησιον της
ἐπανοδον των πρεσβευτων Καρχηδονιοι μεν τοις Αἰγεσταιοις ἀπεστειλαν Λιβυας τε πεντακισχιλιους και των Καμπανων ὀκτακοσιους . οὑτοι δ ' ἠσαν
9999972 αὐτοκρατορα
των ἀνω . Πρεσβευων δε παρα Σεβηρον ἐν Ῥωμῃ τον αὐτοκρατορα ἀπεδυσατο προς Ἡρακλειδην τον σοφιστην τον ὑπερ μελετης ἀγωνα
ὑστερον εἰρησεται , χαιρειν παρεκελευοντο : μετα γαρ τον πρωτον αὐτοκρατορα , ὑφ ' οὑ τα Ῥωμαιων διεκοσμηθη , τυραννιδες
9999972 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999972 συνεπιμεριζει
και βιαιῳ θανατῳ περιπεσειται ἠ φονῳ αἰσχρῳ . εἰ δε συνεπιμεριζει τῳ Ἀρει ὁ Ζευς και ὑπαρχει ὁ Ἀρης ἀκακωτος
ἐν τῳ καιρῳ καθ ' ὁν ὁ κακοποιος ἐπιμεριζει ἠ συνεπιμεριζει . εἰ δε ὁ κυριος του κληρου του κατα
9999972 πρωτεια
αὐτον ἐψηφισατο ὁ βασιλευς , και ἀπηλθεν ἡ Σμυρνα τα πρωτεια νικωσα και τον Πολεμωνα αὐτοις ἀναβεβιωκεναι φασκοντες . Ἐπει
ὁτιουν . πανταχου γαρ το ὀν και ἡ οὐσια τα πρωτεια φερεται , και ἡ ἑστια του πραγματος αὑτη .
9999972 οἰκουμενη
και ἡμισεως : και νησος ἐν μεσῳ τῳ πλῳ τουτῳ οἰκουμενη , ᾑ ὀνομα Αἰθαλια , και ἀλλαι πολλαι ἐρημοι
ἰστε ὁτι οὐ μεγιστη των πολεων οὐσα οὐδε πλειστον χρονον οἰκουμενη πολλων γνωριμωτερα ἐστι και παρα τοις ἀλλοις ἀνθρωποις ,
9999972 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999972 προγεγραμμενα
φαρμακα , ὡϲ τυπῳ φαναι , τοιαυτα τινα ἐϲτι τα προγεγραμμενα . οὐ χαλεπον δε και ταϲ μιξειϲ αὐτων ποιειϲθαι
ἐκ διαλειμματων και τα διουρητικα ἁπλα τε και συνθετα τα προγεγραμμενα : ἐπι γαρ τοις τοιουτοις ἁπασι το καταλιμπανομενον βραχυ
9999972 Εὐδοξον
και ταυτα δε πλειους εἰρηκασιν και ἐπι πλειονων ὑδατων . Εὐδοξον δ ' ἱστορειν την μεν ἐν Καλχηδονι κορκοδειλους ἐνναιειν
Ὑδροχοῳ , ἐαν γενωνται βρονται . . . κατα δε Εὐδοξον χειμωνας πολλους . [ . . . . .
9999972 ἐπεμελουντο
ἀν ἠσαν ποιουντες μεν ὡν ὠλιγωρουν , ὀλιγωρουντες δε ὡν ἐπεμελουντο , ἠ ὡς νυν ἐποιησαν . οὐδεις γαρ ἀν
δ ' οὐκ ἰσασιν , ἐπει μαλλον χρηματων ἠ σοφιας ἐπεμελουντο . ” Ὁ αὐτος ἐρωτηθεις ὑπο τινος , τι
9999972 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999972 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999972 γραμμαις
οὐδε διοισει τινι ἀξιολογῳ , κἀν παραλληλοις χρησωμεθα ταις μεσημβριναις γραμμαις , εὐθειαις δε ταις των παραλληλων , ἐαν μονον
μετα την των κοινων στοιχειων ποιησιν τοις βουλομενοις ἀναλαμβανειν ἐν γραμμαις δυναμιν εὑρετικην των προτεινομενων αὐτοις προβληματων , και εἰς
9999972 σεληνην
δυσεων , και ἀπο της ἁλω της γινομενης περι την σεληνην , και ἀπο των διαϊσσοντων ἀστερων , και ἀπο
σεληνης τας προσηγοριας των ἡμερων κατωνομασθαι . Του δε κατα σεληνην ἀγειν ἀκριβως τας ἡμερας παραδειγμα ἐστι το τας μεν
9999972 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999972 Ἐρατοσθενης
τετραχη αὐ τεμνομενης μεγιστην μεν μοιραν των Ἰνδων γην ποιει Ἐρατοσθενης τε και Μεγασθενης , ὁς ξυνην μεν Σιβυρτιῳ τῳ
εἰη συναπτων πως ἠδη τῃ ἀοικητῳ . φησι δ ' Ἐρατοσθενης τον ὑπο των Ἑλληνων γνωριζομενον περιπλουν της θαλαττης ταυτης
9999972 δοκευει
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο .
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο :
9999972 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999972 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999972 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999972 βραχεως
σοφου θυμος ” , | συνεμφαινει [ ] το λιαν βραχεως | : το [ ] δ ' [ ὁτι
πελεθος Ἀττικοι , σπελεθος Ἑλληνες . παπυρος μακρως Ἀττικοι , βραχεως Ἑλληνες . πετομαι ἐν τῳ ο και πετεται Ἀττικοι
9999972 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .
9999972 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999972 προσετετακτο
κηρυκα τον μεγαλοφωνοτατον των ἐν τῳ στρατοπεδῳ . τῳ δε προσετετακτο προσπλευσαι τοις πολεμιοις , και μεγαλῃ τῃ φωνῃ κηρυξαι
γε οὐδε Δημοσθενη ἐθαρρησεν Ἀρχιας βιασασθαι στρατιωτας ἐχων , ᾡ προσετετακτο ὑπο Ἀντιπατρου ζωντα ἀγαγειν κἀκεινον και των ἀλλων ῥητορων
9999972 προηγειτο
τον της Ἀφροδιτης το πλειστον ἀποσταντα του ἡλιου , και προηγειτο του βορειοτατου των ὡς ἐν τετραπλευρῳ δ μετα τον
Κριου . παλιν ἐτους κδʹ κατα Διονυσιον Λεοντωνος κηʹ ἑσπερας προηγειτο του Σταχυος , ἐξ ὡν ὁ Ἱππαρχος ἐπιλογιζεται ,
9999972 πικροις
εὐμενως εὐχου κατω . “ ἰον δε πως βαζοντες ἐν πικροις λογοις κλησιν κατεπλουτησαν ἰαμβογραφων . ποιητικον δε παν ἀνωνυμως
και βοειᾳ χολῃ φυραθεισα , χριε . ἀλλο . ἀμυγδαλοις πικροις μετ ' ὀξυκρατου ἀποσμηχε . ἀλλο . ἀφρονιτρον και
9999971 πεντακισχιλιας
ἠν μεταθεσις , ἀντι μεν δισχιλιων και πεντακοσιων δραχμων τας πεντακισχιλιας , ἀντι δε των δυο τελων τοις ὀκτω δοθηναι
και του Ὑπανιος τον ἀριθμον ἐννεα , πολεις τε σχειν πεντακισχιλιας , ὡν μηδεμιαν εἰναι Κω της Μεροπιδος ἐλαττω :
9999971 κεκρυμμενην
' Ἱπποδαμειαν , Οἰνομαον κτανων , ἐν παρθενωσι τοισι σοις κεκρυμμενην . ὠ φιλτατ ' , οὐδεν ἀλλο , φιλτατος
δε οὐδε οὑτος ἀπο τροπου σοι ὁ λογος , ὁς κεκρυμμενην εἰχεν ἐν ἑαυτῳ την ἀληθεστεραν γνωσιν . εἰτα ἐρεις
9999971 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999971 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999971 Πυθαγορειον
την ἀχειμαντον τε Μεμφιν και δονακωδεα Νειλον . οὑτος την Πυθαγορειον φιλοσοφιαν ἐπιδεικνυσιν ἡτις ἐστι , μετα σιωπης πανθ '
ἐστιν αἱ δ ὀρθαι . και ἐστι το θεωρημα τουτο Πυθαγορειον . Πορισμα ἐστι το ἐκ των ἀποδεδειγμενων ἑτερον μη
9999971 Ὀλυμπιον
τεως την Ἀθηναν την ἐν πολει ἠ τον Δια τον Ὀλυμπιον , και σοι ταυτα ἀποχρησει προς το Φειδιαν θαυμασαι
αἰνησα , τον εἰδον κρατεοντα χερος ἀλκᾳ βωμον παρ ' Ὀλυμπιον κεινον κατα χˈρονον ἰδεᾳ τε καλον ὡρᾳ τε κεκραμενον
9999971 στρατηγημα
τουτους Ἱππιας ἀπεκτεινε , τοτε ὁ Ἀριστογειτων ὠνειδισεν αὐτῳ το στρατηγημα των φιλων . Πολυκρατει τῳ Σαμιῳ καταθεοντι την Ἑλληνικην
ὀντα τους ἑαυτου παντα τροπον ὠφελειν . τουτο δε το στρατηγημα παρα πολλοις ἐστιν . ἐγω γουν ἀνδρος ἠκουσα Μηδου
9999971 ἀκαταληπτα
προσληψεως χωριζομενοι τελεως . ” πρωτον μεν κατα γενος οὐκ ἀκαταληπτα εἰσιν : ὁτι μεν γαρ δυναμις ὑπαρχει φθαρτικη και
και τα διανοιας κριτηρια συγχεουσι , και συνολως οἱ παντα ἀκαταληπτα εἰσηγουμενοι τοις γνωριζεσθαι παμπολλα φασκουσιν . και ἡλιος μεντοι
9999971 δημιουργικους
δε τοιαυτα παντα ὁ Πλατων ἰδεας προσηγορευσε λεγων λογους εἰναι δημιουργικους , και ἐξ αὐτων τα τῃδε γινεσθαι κατα μεθεξιν
δεσμον του σωματος τον δεθεντα ὑπο της προνοιας ἀνατρεπει τους δημιουργικους νομους : οὐ δει οὐν θαναταν . εἰ τοινυν
9999971 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999971 κεκοσμημενην
πολλους δε οἰκε - τας και την ἀλλην κατασκευην μεγαλοπρεπως κεκοσμημενην . εὐ δε ἀκουων Ἀθηνησι και τον ἐν μειρακιῳ
ἐγενετο , την τεχνην δε ὁρων ἀκατασκευον τε και μηπω κεκοσμημενην εἰ μεν ξυνεστειλε τους χορους ἀποταδην ὀντας , ἠ
9999971 ἀναγινωσκων
, ἀλλα μαλλον ἁπτομενα ἀλληλων . μη γαρ μοι τις ἀναγινωσκων συναπτετω το συντεθῃ μετα του κατα μιαν , ἀλλ
συγκαλουμενος , ὀνειδιζων την δωρεαν , φασκων νενικημενα συνεχως , ἀναγινωσκων τον περι των τυραννοκτονων νομον , και τα τοιαυτα
9999971 ἐκπεπληγμενοι
ἐνοχους . και ἡμεις ἐπειδη ταχιστα ἐπυθομεθα το γεγονος , ἐκπεπληγμενοι τῳ πραγματι προσῃμεν τουτῳ τῳ ἀρχιτεκτονι της ὁλης ἐπιβουλης
ἀναρσιοι πολεμιοι , ἀπο του συνηρμοσθαι τοις ἠθεσιν . ἀνεῳ ἐκπεπληγμενοι , και οἱον ἀνωϊοι , ἀφωνοι δι ' ἐκπληξιν
9999971 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999971 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999971 ἀκαθαρτος
ἀληθως ἐμψυχον , οἱον και τοιαυτα συνειδως βεβιωμενα ἑαυτῳ ὁ ἀκαθαρτος οὑτοσι τολμησει βλεπειν εἰς ὑμας και τον βεβιωμενον αὑτῳ
και κωμικωτερον ὁ Ἀριστοφανους θυμαγροικος . Κιναιδος , πορνος , ἀκαθαρτος , βδελυρος , καταπυγων , θηλυδριας , γυναικιας ,
9999971 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999971 νομισθεις
σοφου : των δοκουντων , φησιν , εἰδεναι τι κρεισσων νομισθεις ἐπαχθης ἐσῃ . ὡστε συμβαινει και παρα τοις ἀπαιδευτοις
δογματων , ὁ δε λογισμος εἰς την ἀνδρος χωραν ταττεσθαι νομισθεις τας ἱεροπρεπεις και θειας ὑποδεχεται σπορας : ἠ μηποτε
9999971 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999971 πρεσβευσας
προσεχειν ἀψυχοις θεοις ἐλθων ὠρχειτο περι τον Διονυσιον . ἐπειτα πρεσβευσας ποτε μεθ ' ἑτερων ὡς τον Διονυσιον και παντων
Βελεσυς τους τε Βαβυλωνιους ἐπεισεν ἀντεχεσθαι της ἐλευθεριας , και πρεσβευσας εἰς Ἀραβιαν παρεστησατο τον ἡγουμενον των ἐγχωριων , ὀντα
9999971 Σικυωνιοις
, ἐν ᾡ οἱ οἰκουντες Ἀκρωρειται . Οὑτω δε παρα Σικυωνιοις ἐτιματο [ ὁ Διονυσος ] . Ἐκαλειτο δε παρα
και Μεγαλοπολιτων Λυδιαδης και Λεωκυδης : Ἀρατῳ δε ἐπετετραπτο και Σικυωνιοις τε και Ἀχαιοις το μεσον . Λακεδαιμονιοι δε και
9999971 κοσμουσι
ὑμων τους Ἀθηναιους ἀνενεγκοντες , οὑς αἱ μεν ἀλλαι συγγραφαι κοσμουσι σχεδον ὡς εἰπειν ἁπασαι , μονη δε ἡ κωμῳδια
λυμαινεται πονων ἀτελειαν ἐχουσα , ἀλλα μαλλον τας τεχνας αὑται κοσμουσι προθυμοτερους ποιουσαι τους μετιοντας , ὡσπερ τους μακραν πορευομενους
9999971 παραυτικα
συμβαινει δε των διδυμων το μεν ζην , το δε παραυτικα θνῃσκειν ἠ μετ ' ὀλιγον τινα χρονον . Λεγει
τουτων γαρ ὁ καρπος και ἀποθησαυρισθεις ἀσηπτος μενει , και παραυτικα ἐσθιομενος προς τῳ τροφιμῳ και το οἰνωδες ἐχει .
9999971 μισθους
δε , ὠ θαυμασιε φης γαρ και μαντις εἰναι και μισθους οὐκ ὀλιγους ἐπι τῳ τοιουτῳ ἐξελεξας ἀχρι του και
και ὁμιλιας , ὁστις αὐτην μελλει καλως θεασεσθαι και τους μισθους των ἐπαινων αὐτοθεν κομιεισθαι . ἐγω δε τοσουτον ἐτι

Back