ῥεα τερμα κιχησεαι Εὐρωπειης . της ἠτοι πυματῃς μεν ἐπι πλευρῃσι νεμονται ἀγχου στηλαων μεγαθυμων ἐθνος Ἰβηρων , μηκος ἐπ
θεσιν και γαιαν ἑκαστην . σχημα μεν οὐν πισυρεσσιν ἐπι πλευρῃσι τετυχθω , πεπταμενον δολιχοισιν ἐπ ' ἀντολιην πεδιοισιν .
9999964 πιτυων
δια το πολλας ἐχειν πιτυς : οἱ γαρ τοποι των πιτυων φθιραι προσαγορευονται . οἱ δε ὁτι τα των πιτυων
ἀφηκεν ἀν τα δενδρα ἀνω φερεσθαι : ἐνταυθα ἑκατερα των πιτυων τον δεθεντα ἐφ ' αὑτην εἱλκε , και του
9999963 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999962 ἀνηγαγεν
και ἀνασχων τον οὐρανον αὐτος , και τον Κερβερον ὡς ἀνηγαγεν ἐξ Ἁιδου και μετ ' αὐτου Θησεα τον των
ἁμα τῃ ἑῳ τον μαντιν ὁ Βαλακης παραλαβων ἐπι γεωλοφον ἀνηγαγεν , ἐνθα και στηλην συνεβαινεν ἱδρυσθαι δαιμονιου τινος ,
9999962 συνεμαχησαν
την προαιρεσιν : και αἰνιξαι ἐξ ὡν ἐπι Μαραθωνα οὐ συνεμαχησαν κινδυνευουσῃ τῃ πολει : εἰτα εἰςβαλλεις εἰς την καταστασιν
δε Θουκυδιδης παλιν ζητουμενου , δια τι οἱ Κερκυραιοι οὐδενι συνεμαχησαν , ἀπο της γνωμης ἐπιχειρησας το αὐτο συνεστησε τε
9999961 ἐγκρατως
, ἀρκουνται δε τοις παρουσι . ἀδυνατων δε μη ἐρωντες ἐγκρατως φερουσι τα νενομοθετημενα και πασης ἡδονης ἠ κολακειας ἀλλοτριωθεντες
, και μεντοι και δακων ὁ κυων ἐχεται και μαλα ἐγκρατως : κἀν προσελθων μαχαιρᾳ το σκελος ἀποκοπτῃς του κυνος
9999961 μαντικης
κατ ' ἀρχας περι τε τον κοσμον , ἁπαντα μεχρι μαντικης και ἰατρικης προς ὑγιειαν ἐκ τουτων θειων ὀντων εἰς
] ἀσαφει . κλαγγαι ] βοηι . θεσπεσιας ] της μαντικης . στροφη ἑτερα κωλων Ϛʹ . ὀλεθριοι ] οἱ
9999961 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999961 ἐκπλευσας
ναυς των ἀριστα πλεουσων , Ἀμυνταν ἐπιστησαντες ἡγεμονα , ὁς ἐκπλευσας προς την Περαιαν της Ἀσιας ἐπεφανη παραδοξως πειραταις τισιν
βιβλους τας Ὡρου και Ἰσιδος , και αὐθις εἰς Ἰταλιαν ἐκπλευσας οὑτω διεθηκα τους κατ ' ἐκεινα Ἑλληνας , ὡστε
9999961 γεγηρακοτας
εἰς Γ [ ὡς προς ] ⌈ γεγηρακοτα Γ [ γεγηρακοτας ] Γ λεγει . τρυγι ] ὁτι γερων .
. Ἀντιπελαργειν : ἀντιδιδοναι χαριτας . λεγεται γαρ τους πελαργους γεγηρακοτας τους γονεις τρεφειν . Ἀπληστος πιθος : ἐπι των
9999960 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999960 ἀπεχωρησαν
των ἐγκληματων ἐπι ἰσῃ και ὁμοιᾳ . και οἱ μεν ἀπεχωρησαν ἐπ ' οἰκου και οὐκετι ὑστερον ἐπρεσβευοντο : αἰτιαι
βαρος και το πληθος των πολεμιων οὐ δυναμενοι φερειν εὐθυς ἀπεχωρησαν προς τας δυσχωριας , τηρουντες τας ταξεις ἐπιμελως .
9999960 συνεργουσης
προσλαμβανον θεραπειαν ὡσπερ χωραν οἰκειαν μη μαλλον εὐσθενει και καλλικαρπει συνεργουσης τῃ φυσει της τεχνης : ἀλλ ' οὐκ ἐστιν
ἐκ των ὀπισθεν μερων παρισταμενοι προεωθουν , πολλα της τεχνης συνεργουσης εἰς την κινησιν . κατεσκευασε δε και χελωνας τας
9999960 ὑπαρχουσης
ὁ Ἀριστοτελης ἐκ της μειζονος ἀναγκαιας της δ ' ἐλαττονος ὑπαρχουσης ἀναγκαιον φησιν συναγεσθαι την ἐλαττονα προς τῳ ἀναγκαιῳ λαμβανων
κωδιου και δυειν προσκεφαλαιων . τοιαυτης δε της σκληροτατης στρωμνης ὑπαρχουσης , ἐξεστι λογιζεσθαι την κατα τον λοιπον βιον τρυφην
9999960 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999960 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999960 ἀνειλοντο
μαλιστα συμφεροι . εἰ μεν γαρ ὑφ ' ὑμων πεισθεντες ἀνειλοντο τον πολεμον , σφαλεροι συμμαχοι και μεχρι του ταυτ
, ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι ἀρχοντος Καλλιου ,
9999960 ἀπορουντι
ἐπ ' ἀκρῳ τε και τῳ προς την γην : ἀπορουντι δε μοι προφανηναι τον τροφεα Ζωσιμον ἱππον ἐχοντα ἐν
βιασθεις : ἀπαραι δε βουλομενον καταπνεοντες ἐναντιοι ἀνεμοι διεκωλυον . ἀπορουντι δε αὐτῳ ὑπερ των ἐνεστωτων , οἱ μαντεις ἐφασαν
9999959 ἀποδεικτικης
και πως γινεται : εἰρηται δ ' ἁμα και περι ἀποδεικτικης ἐπιστημης : ταυτης γαρ ἐργον ἀποδειξις . Περι δε
και τῃ ἀποδειξει συναγεται , την δυναμιν της συλλογιστικης και ἀποδεικτικης ἐπιστημης ἐπεγνωμεν , και αὐθις ἐκ των κατ '
9999959 τετελευτηκοτας
αὐτον εὐνοιαν . Ἀλεξανδρος δε μετα την νικην θαψας τους τετελευτηκοτας ἐπεβαλε τοις Ἀρβηλοις και πολλην μεν εὑρεν ἀφθονιαν της
τους δισμυριους . μετα δε την μαχην ὁ βασιλευς τους τετελευτηκοτας ἐθαψε μεγαλοπρεπως , σπευδων δια ταυτης της τιμης τους
9999959 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999959 αἱτινες
γυναικες ἠσαν ἱερειαι αἱ μαντευουσαι δρυι την κεφαλην στεφομεναι , αἱτινες ἐκαλουντο πελειαδες : ἰσως οὐν ἀπο του ὀνοματος τινες
πολεις ἐφελκυσαμεναι εἰσεδυσαντο : αἱ δ ' ἀλλαι πολιτειαι , αἱτινες και εἰσι δυναστειαι και ὠνηται , μεταξυ τουτων εἰσιν
9999959 δικελλαν
: την μεν γαρ λιτραν εἰρηκασιν οἱ Σικελικοι κωμῳδοι , δικελλαν δε πενταστατηρον Σωσικρατης ἐν Παρακαταθηκῃ την πενταλιτρον . ὁ
μηχανας , πυρ ἐπι την κομην , ἐπι τους ὀφθαλμους δικελλαν , θυρας τινες ἐπι το στομα και τας της
9999959 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999959 μαχομενα
μερος αὐτο εἰναι των ἐναντιων δεκτικον . εἰ οὐν τα μαχομενα περι ἑν ὑποκειμενον μαχονται , ὡς φησιν ὁ Πλωτινος
κατακλινομενοι χειμεριον . Και ὠτα κρουων ὀνος χειμεριον : και μαχομενα προβατα και ὀρνιθες περι σιτου παρα το ἐθος :
9999959 Τελαμωνιος
. Ὡς ἐφατ ' , ὠρτο δ ' ἐπειτα μεγας Τελαμωνιος Αἰας , ἀν δ ' ἀρα Τυδεϊδης ὠρτο ,
τοιουτον γαρ ἐστιν το ὁλον , Αἰας δ ' ὁ Τελαμωνιος , Αἰας δ ' ὁ μεγας , Αἰας δ
9999959 ἐπελαθοντο
' ἐπει γεωργουντες ἐπαυσαντο οἱ Περσαι , και της γης ἐπελαθοντο , και των ἀροτρων και των ἀμητηριων , τοτε
και προὐπιον και ὑμνον ᾐσαν και οὑ τυχης εἰσιν , ἐπελαθοντο κλινων τε ἀπολαυοντες αἱς πολυ προς ἀλληλας το μεσον
9999959 ἀξιολογου
το υ : περι γαρ αὐτα τα χειλη συστολης γινομενης ἀξιολογου πνιγεται και στενος ἐκπιπτει ὁ ἠχος . ἐσχατον δε
' ἠδη πραττοντες ἐνδεεστερον ἀει μεχρι εἰς ἡμας οὐδε κωμης ἀξιολογου τυπον σωζουσι : και [ αἱ ] ἀλλαι δε
9999959 ἀπεκτεινεν
ἑαυτην ἀνηρτησε : Πελιας δε και τον αὐτῃ καταλειφθεντα παιδα ἀπεκτεινεν . ὁ δε Ἰασων κατελθων το μεν δερας ἐδωκε
και θελησαντα καταποντισαι τον ἑτερον των παιδων λακτισας ὁ Ἡρακλης ἀπεκτεινεν . [ . ] . : Δημαρατος δε αὐτον
9999959 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999958 ἀμετοχος
: μεγαλοφωνον τελλεται : γινεται ἀναλκιν : ἀδυνατον ἀμοιρος : ἀμετοχος ἀγαλλων : καλλωπιζων λαγετας : ἡγεμονας μεμαοτας : προθυμους
την οἰκειαν της φυσεως ληξιν ἀνακαμπτειν . ὁ δε κοσμος ἀμετοχος της ἐν τοις λεχθεισιν ἀταξιας ἐστιν . ἐπει ,
9999958 ἀνισταντο
ἐν δημοτικῃ ἀγωνιᾳ . Φεραυλας μεν δη οὑτως εἰπεν . ἀνισταντο δε και ἀλλοι πολλοι ἑκατερων συναγορευοντες . ἐδοξε κατα
Ἐπει δε ταυτα εἰπε Χρυσαντας , οὑτω δη και ἀλλοι ἀνισταντο πολλοι και Περσων και των συμμαχων συνερουντες : και
9999958 φαλακρους
οἱ κωμικοι εἰσηγον δια γελωτα . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Εὐπολις : † ἐποιησα τῳ φαλακρῳ κἀδωρησαμην †
ὠνειδισε . , ὑβρισε . . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Ἑρμιππος τις ἠν κωμικος ποιητης : εἰσηξε δε
9999958 ἐθελουσι
ποιησαμενοι . εἰ δε και κατα στοιχειον , ὡς τινες ἐθελουσι , τουτο ποιησωμεν . Α . Ἀντι ἀκανθιου σπερματος
εἰς μεσον προαγαγων παγκαλον και θεοειδες ἐργον ἐστησε παραδειγμα τοις ἐθελουσι μιμεισθαι . εὐδαιμονες δ ' ὁσοι τον τυπον ταις
9999958 Πυθαγορειον
την ἀχειμαντον τε Μεμφιν και δονακωδεα Νειλον . οὑτος την Πυθαγορειον φιλοσοφιαν ἐπιδεικνυσιν ἡτις ἐστι , μετα σιωπης πανθ '
ἐστιν αἱ δ ὀρθαι . και ἐστι το θεωρημα τουτο Πυθαγορειον . Πορισμα ἐστι το ἐκ των ἀποδεδειγμενων ἑτερον μη
9999958 ἐπιζευγνυμενη
, ἡ ἀπο του γενομενου σημειου ἐπι το ληφθεν σημειον ἐπιζευγνυμενη ἐφαψεται της τομης . ἐστω παραβολη , ἡς διαμετρος
κυκλοι ἐφαπτωνται ἀλληλων ἐκτος , ἡ ἐπι τα κεντρα αὐτων ἐπιζευγνυμενη [ εὐθεια ] δια της ἐπαφης ἐλευσεται : ὁπερ
9999958 διπλασιοι
δη τοσουτων εἰναι μοναδων τους δυο πρωτους ἀριθμους , οἱπερ διπλασιοι ἐσονται των λοιπων δυο , ὀντων δηλονοτι και αὐτων
μεν γαρ των διπλασιων , παντες μεν οἱ κατα πλατος διπλασιοι , οἱ δε διαγωνιοι τριπλασιοι , οἱ δε ὑποκατω
9999958 κιθαριστης
ὁ οἰκοδομος οἰκοδομει , οὐχ ἡ τεχνη , και ὁ κιθαριστης κιθαριζει , οὐχ ἡ μουσικη , καιτοι ὁ μεν
εἱλετε . Ὁθεν εἰς παροιμιαν ὁ λογος περιεστη . Ἀσπενδιος κιθαριστης : Ζηνων ὁ Μυνδιος ἐπι των φιλοχρηματων φησι τεταχθαι
9999958 Ἀρισταρχου
ἀντικρυς , τους δε γραμματικους μηδε λεγοντος ἐκεινου αἰσθανεσθαι ἀπο Ἀρισταρχου και Κρατητος των κορυφαιων ἐν τῃ ἐπιστημῃ ταυτῃ .
ἐν τε γαρ τῳ Περι ἐνιαυσιου μεγεθους συγκρινας την ὑπο Ἀρισταρχου τετηρημενην θερινην τροπην τῳ νʹ ἐτει ληγοντι της πρωτης
9999958 κανονες
πλατος και το ὑψος ἡμιποδιαιον : εἰτα ἑτεροι δυο παραλληλοι κανονες συμπεπηγοτες τοις πρωτοις οἱ ΓΓ , ἐχοντες το μεν
ἑτεροις . ἠδη δε και οἱ των δικαιων ὁροι και κανονες , αὐτοι οἱ νομοθεται , προς δοξαν μαλλον ἠ
9999958 ἱστορησας
ταυτης ἠν Ἰουστος ὁ τον Ἰουδαϊκον πολεμον τον κατα Οὐεσπασιανου ἱστορησας . ὁ πολιτης Τιβεριευς . Ἰουλιανος δε ὁ βασιλευς
ὁ δε πεντε ναυσι αὐτους Ναξιους ἐλθειν τοις Ἑλλησι βοηθουντας ἱστορησας . . . . : περι του θαψαντος τον
9999958 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999958 νοσουσι
χωριον του Ἀγριππα ἐνεγκαι ὀλιγα συκα , ἱνα διδωμεν τοις νοσουσι του λαου ; Και ἀπελθων ἠνεγκον αὐτα , και
. γινονται δε τινες θηριωδεις και δια νοσον εἰ μανιαν νοσουσι και μαινονται και δια πηρωσιν . εἰσι γαρ τινες
9999958 ἐπανεισι
τοις εἰρημενοις δοθεντων , μετα βαρβαρικης πολυπληθιας ἐς την Ῥωμαϊκην ἐπανεισι γην και ταυτην προλοχισας ἀντικρυ της ὀχθης νυκτος διανιστησιν
πολλην αὐτος ἀνδραποδων τε και βοσκηματων και τῃ στρατιᾳ διαδους ἐπανεισι φθινοπωρου ἐς το Βυζαντιον . και τεταρτον δη και
9999958 ἀπιστως
. οὑτω χρη παντα τινα μητε ἐπιδρομον την γνωμην μητε ἀπιστως ἐχειν ἐς τα σπανιωτερα , ἐπει τοι και ἐγω
και διακινδυνευειν πολιορκουμενους τους την κορυφην κατεχοντας των Ῥωμαιων : ἀπιστως δε τους Καρχηδονιους ἀντεχειν , των τε πολεμιων πανταχοθεν
9999958 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999957 ἐπακολουθησει
Ἀφροδιτῃ ἡ Σεληνῃ ἐαν προσγενηται , το ἑταιρικον και λαγνον ἐπακολουθησει και ζηλοτυπιαι και στασεις γενησονται και εὐυποκριτος ἡ συμβιωσις
γυνη μελλοι ἐκτιτρωσκειν , ἐν μεν τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ κινδυνος ἐπακολουθησει θανατωδης , ἐν δε τῃ βʹ ἀκινδυνως ἀπαλλαγεισα σωθησεται
9999957 ἐγχειριδιον
πολιτειας . ‖ Τι ἐστι : Το [ γαρ ] ἐγχειριδιον σου [ , και τα ἑξης ] ‖ ;
. εἰ γαρ ἐγω ἐν ἀγορᾳ πληθουσῃ λαβων ὑπο μαλης ἐγχειριδιον λεγοιμι προς σε ὁτι ” Ὠ Πωλε , ἐμοι
9999957 Κυπριους
: ἀπεκτεινε δε και ἀλλον ἀδελφον γεγονοτα ἐξ Εὐρυδικης , Κυπριους ἀφισταντα αἰσθομενος . Μαγας δε ἀδελφος ὁμομητριος Πτολεμαιου παρα
διαφορων ἐν Ὀρθαννῃ δια τουτων : δεινον μεν ἰδοντα παριππευσαι Κυπριους ἀρτους : Μαγνητις γαρ λιθος ὡς ἑλκει τους πεινωντας
9999957 πλημμυριδος
λοιμον ἐπεμψε , Ποσει - δων δε κητος ἀναφερομενον ὑπο πλημμυριδος , ὁ τους ἐν τῳ πεδιῳ συνηρπαζεν ἀνθρωπους .
ἐτι ἐλασσων , και κατα το ἑξης ἡ ἀνοιδησις της πλημμυριδος ἐτι μαλλον μειουται μεχρι της ἑβδομης , ἡτις διχοτομον
9999957 ἀποδεικτικην
εἰπων δε την τοιαυτην δειξιν λογικην εἰναι ἀλλ ' οὐκ ἀποδεικτικην ἑξης προτιθεται ζητησαι , εἰ ὁλως ἐνδεχεται , πως
χειρας ποδας κεφαλην φλεβας σαρκας ὀστα . προς δε την ἀποδεικτικην ἐναντιως ἐχει ἡ ἀναλυτικη , ὁτι ἡ μεν ἀποδεικτικη
9999957 δεινοτητι
σαρισοφορους , και ἀχρηστον ἠλεγχθη το σαρισης μεγεθος τῃ Κλεωνυμου δεινοτητι . Κλεαρχος Ἡρακλεωτης ἀκροπολιν ἀναστησαι βουλομενος μισθοφορους συνεταξε λεληθοτως
ἠν δε των ἀπεσταλμενων ἀρχιπρεσβευτης Γ . ὁ ῥητωρ , δεινοτητι λογου πολυ προεχων των καθ ' ἑαυτον . οὑτος
9999957 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε
9999957 γυναικεια
: Σαρρᾳ γουν οὐ διαλεξεται , πριν ἐκλιπειν ἐκεινην τα γυναικεια παντα και ἀναδραμειν εἰς ἁγνευουσης παρθενου ταξιν . ἀλλ
ὡσπερ ἀπο δακτυλων ῥοδοδακτυλος . και δακτυλιος και δακτυλιδια τα γυναικεια , και δακτυλιογλυφος και δακτυλιογλυφια παρα Πλατωνι . και
9999957 διωρισμενα
καθο συνεχη ἐστιν ἑαυτοις και μερη ἐχει , καθο και διωρισμενα τουτοις πασιν ἐστι . το οὐν παντῃ διαφερον τινος
δεχομενην δε τα σχηματα και τας ποιοτητας παντα γιγνεσθαι τα διωρισμενα . εἰ οὐν ὡς ἀφ ' ἑνος ὑποκειμενου της
9999956 ἀφλεγμαντα
νυγμασι , νευροτρωτοις και πασι τοις ἐναιμοις : κολλᾳ γαρ ἀφλεγμαντα τηρησαν , ποιει δε και προς χρονια ἑλκη πρεσβυτικα
νεμονται την ποαν οἱ βοες . ἀραχνης ὑφασμα φασι τινες ἀφλεγμαντα φυλαττειν τα ἐπιπολης ἑλκη . Αἱ δε ῥευματικαι καλουμεναι
9999956 πολυτελεσι
των ναυτων και ταις ὑπηρεσιαις και τἀλλα σημειοις και κατασκευαις πολυτελεσι χρησαμενων , και ἐς τα μακροτατα προθυμηθεντος ἑνος ἑκαστου
αὐτος δε ἐπιλεξαμενος τετρακοσιους Περσων τους μεγιστους , ἐσθησι τε πολυτελεσι και χρυσῳ κεκοσμημενους ἱππων τε και τοξων παρασκευῃ ,
9999956 ἐκτροπας
Την ἀμειβουσαν και ἀλλαττουσαν την πορειαν : ἐχει γαρ πολλας ἐκτροπας ἡ τριοδος . Το δε τεον εἰ μισθῳ ]
, λιμενας , ἀρτοπωλια , πορνει ' , ἀναπαυλας , ἐκτροπας , κρηνας , ὁδους , πολεις , διαιτας ,
9999956 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999956 σταφιδος
, σφεκλης , χαμαιλεοντος ῥιζης , θειου ἀπυρου , ἀγριας σταφιδος , ναπυος , στυπτηριας , κυπειρου , πεπερεως ,
, οἱον σταφυλης πεπειρου πανυ γλυκειας και μαλιστα της δια σταφιδος και μηλου του πανυ γλυκεος και συκης της πανυ
9999956 θεραπευων
ὀνομα . Ἀλβιος ἐς την ἱππαδα τελων , την Ἀντωνιου θεραπευων και ὑπαικαλλων ἁμα φατνην . ἐπει οἱ Ἑλληνες Κλεισοφους
αὐτῳ . οὑτος τοινυν τουτο μεν ἐλεεινον ἐπεπονθει , και θεραπευων την δυστυχιαν ξυλινους ποδας πεποιητο , και τουτους ὑποδουμενος
9999956 ἐπιεικειᾳ
εἰσιν ἀσυμφορα τῃ ἀρχῃ , οἰκτος , κολακεια και ἀπραγμοσυνη ἐπιεικειᾳ : συγγνωμῃ . βραχεα : οὐδ ' ὁλως .
ἀστεος αὑτων ἐκρατησαν . κρατησαντες δε εὐψυχιᾳ τους ἐχθρους , ἐπιεικειᾳ τους οἰκειους ἐνικησαν . χρησαμενοι δ ' ἀμφοτεροις ,
9999956 ἀναδιδαξαι
τῳ προτερῳ . διεσκευασται δε ἐπι μερους ὡς ἀν δη ἀναδιδαξαι μεν αὐτο του ποιητου προθυμηθεντος , οὐκετι δε τουτο
ἐμοι δε ἑτεραν δος χαριν , ἠτοι εἰπειν μοι και ἀναδιδαξαι με τις ὁ μελλων λυσαι σε : τουτο γαρ
9999956 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999956 ἀμφιβολιαν
σημαινουσων πραγματα , και γινεται το δευτερον το κατ ' ἀμφιβολιαν : ἠ τι παραλελειπται ἐν δευτεροις των πρωτως συντιθεμενων
χροος ἑλκε και ἀσπιδος ὀμφαλοεσσης : ἡ διπλη προς την ἀμφιβολιαν , ποτερον ἐκ του Σωκου χρωτος το ἑαυτου ἐγχος
9999956 βορειοτερα
μια δε διακεκαυμενη . των δε εὐκρατων ἡ μεν ἐστι βορειοτερα , ἡ δε νοτιωτερα . και ἐστιν ἡ βορειοτερα
Τουτο δε γενοιτ ' ἀν , εἰ γραφοιτο τα τε βορειοτερα προτερα των νοτιωτερων και τα δυσμικωτερα των ἀπηλιωτικωτερων ,
9999956 ἀπεικοτως
λωποδυται φευγουσι τα μεσα * * * του ὀργανου οὐκ ἀπεικοτως και ἀπιστουνται , εἰ μη και την γλωτταν ἀπολλυουσιν
πληγεις ' ἀμφοτεραις χερσι κρατει πολεμου . και ταυτα οὐκ ἀπεικοτως παρυμνησεν οὐδ ' ἐξηρεν οὑτως ὡς ποιητης . ἐκεινα
9999956 αἰτια
διαμαρτανειν ἐκεχειρια , μετα παρρησιας εἰπε : „ μειζων ἡ αἰτια μου του ἀφεθηναι „ . παγχαλεπον γαρ ἀχαλινωτον ἐαθηναι
και ταυτ ' εἰπομεν ἐν τοις πεπροοιμιασμενοις , ὁτι τα αἰτια της οὐσιας ὁ φιλοσοφος ἐχειν ἐθελει . και δη
9999956 κρατησαντα
και των ἀλλων οὐκ ὀλιγους ἀνελειν , το δε τελευταιον κρατησαντα των βασιλειων την μεν Κλεοπατραν [ ἐκ ] της
ἐτι και βασιλεα μονον ἐφ ' ἁπαντων γενεσθαι τῳ ἀστραγαλῳ κρατησαντα , ὡς μητε ἐπιταχθειης γελοια ἐπιταγματα και αὐτος ἐπιταττειν
9999956 σπογγιας
ἀν μη ποιησω πεπονα μαστιγων ὁλον , ἀν μη ποιησω σπογγιας μαλακωτερον το προσωπον ἁρετη και το καλον αὐτ '
Κολαξι φρουδον το χειρονιπτρον . οἱς ἐπακτεον και σπογγους και σπογγιας . ἐπι δε τουτοις κανα και κανητα και κανητια
9999956 προσεφερετο
και ταυτῃ μαλιστα ἐψευσθησαν : τα μεν γαρ εὐθυς ὡς προσεφερετο κατηκοντισαν οἱ τε Ἀγριανες και οἱ ξυν Βαλακρῳ ἀκοντισται
μαλιστα μεν δια τας των χρηματων ἐπιδοσεις , αἱς ἀφειδως προσεφερετο αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν ,
9999956 συνωνυμα
ἀναπεμπεσθαι δυναται . κατα δη την μιαν ταυτην ἐμφασιν και συνωνυμα εἰναι ἀλληλοις οὐ κωλυεται , καιτοι κατ ' ἀλλας
. καθ ' ὁσον μεν οὐν γενος και εἰδος , συνωνυμα εἰσι , καθ ' ὁσον δε και ἡ ὡς
9999956 βορειοτεροι
ἐν τῃ κεφαλῃ τοινυν του Κριου τριων οἱ δυο οἱ βορειοτεροι και ὁ ἐν τῳ νοτιῳ γονατι του Περσεως λαμπρος
Νωρικι ' ἀστε ' ἐρεμνα , Παννονιοι Μυσοι τε , βορειοτεροι Θρηϊκων , αὐτοι τε Θρηϊκες , ἀπειρονα γαιαν ἐχοντες
9999956 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999956 παραυτικα
συμβαινει δε των διδυμων το μεν ζην , το δε παραυτικα θνῃσκειν ἠ μετ ' ὀλιγον τινα χρονον . Λεγει
τουτων γαρ ὁ καρπος και ἀποθησαυρισθεις ἀσηπτος μενει , και παραυτικα ἐσθιομενος προς τῳ τροφιμῳ και το οἰνωδες ἐχει .
9999956 μαχου
? εἰ κλυων [ γνωμης ] ἀτερ [ ] ηι μαχου [ ] εὐ ? ? φρονει [ ] !
τουτο πρασσοντι , ἀλλα προς την δοξαν . ᾑ παντη μαχου , κἀν μηδεν σε ἐπειγῃ : καλον γαρ τι
9999956 ἀδικουντι
ἐνοχος ἐστω : διαφερει γαρ του ἀδικειν οὐδεν το συνεπιγραφεσθαι ἀδικουντι . δικαι δε κατ ' ἐπιορκων αἱ μεν ἀνακεινται
γιγνομεναι φορτικαι , ἐν δε τεχναις βαναυσοι . τῳ οὐν ἀδικουντι και ἀνοσια λεγοντι ἠ πραττοντι μακρῳ ἀριστ ' ἐχει
9999956 ἀπεβησαν
δ ' αὐτων ἑκαστοι ταδε . οἱ μεν Ἀρκαδες ὡς ἀπεβησαν νυκτος εἰς Καλπης λιμενα , πορευονται εἰς τας πρωτας
ἠ ἀκουσαν καταστρεψαιντο , ῥᾳδιως των πολλων Ἑλληνων ἀρξειν , ἀπεβησαν εἰς Μαραθωνα , νομισαντες οὑτως ἀν ἐρημοτατους εἰναι συμμαχων
9999956 μεσουσης
. ἐσιασι δε πριν μεν ἡλιον ἀνισχειν συμβαλουντες δρομεας , μεσουσης δε της ἡμερας ἐπι το πενταθλον και ὁσα βαρεα
λεγοντος εἰναι το ῥηθεν μνημης ἐτυχε , το δε δευτερον μεσουσης αὐτης και της ἀποφασεως ἀρχομενης , οἱον Πιττακου του
9999956 ἀρκουσης
μεγα . Πολυαρκεος : της πολλας ἐχουσης ἀρκυς ἠ πολλα ἀρκουσης , ὁ ἐστι ῥωννυουσα , πολυδικτυου . Χαραδραις :
και βραχυπεψιαις γινεσθαι . Της τοινυν θρεπτικης δυναμεως ὑλης μεν ἀρκουσης ἀπορουσης , τα κρειττω δε ταυτης προσλαμβανομενης τα χειρω
9999956 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999956 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999956 ἀκολουθησας
τεχνων ἐξεταζεσθαι : τῃ γαρ περι τον λογον ἀτοπιᾳ τις ἀκολουθησας νεον τον κοσμον ἀποφανει κομιδῃ μολις προ χιλιων παγεντα
ᾑ φασι τον Ἡφαιστον χαλκευειν . πλαγκτην δε αὐτην εἰρηκεν ἀκολουθησας τοις περι Ἰταλιαν και Σικελιαν μυθολογουσι την Ὀδυσσεως πλανην
9999955 μικτης
διαφορειται δε το περιττον δια των ξηραινοντων : τοιαυτης δε μικτης δυναμεως ἐστι το ὑποκειμενον φαρμακον και τα τουτῳ παραπλησια
τε του σωματος ἐπιτιθεμενα και εἰσω λαμβανομενα . Μελι πικρον μικτης ἐστι δυναμεως , ὡς εἰ και ἡμων τις ἐμιξεν
9999955 κατεβαινεν
Δια μυθολογουσιν οἱ Κρητες ὑπο των Κουρητων νεογνον ὀντα , κατεβαινεν εἰς το ἱερον ἀντρον και τους νομους ἐκει συντιθεις
τῃ στρατιᾳ ὁρων Θιβρων το ἱππικον εἰς το πεδιον οὐ κατεβαινεν , ἠγαπα δε εἰ ὁπου τυγχανοι ὠν , δυναιτο
9999955 ἀμφισβητουντων
διπλους ὁρος γινεται , ἀλλα και ἀλλως ὡς ἐπι των ἀμφισβητουντων περι της ἱερωσυνης : ἐνταυθα γαρ οὐκ ὀντος κατορθωματος
ἐπι των δυο ἰατρων των ἀνελοντων φαρμακῳ τον τυραννον και ἀμφισβητουντων ἀλληλοις της δωρεας , ἐν δε τῳ ὁρῳ ἐκ
9999955 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999955 ἐπολιτευοντο
τετειχισμενων πολεων . νομιμα ] οἱ δε δημωφελεις δημοι παντα ἐπολιτευοντο . ὁσας δ ' εἱλε πολεις ] το ὁσας
αὐτοις ἠ τας ἡμερας : ἐκ δε τουτου και χειρον ἐπολιτευοντο . ἑν δε των φαυλων πολιτευματων τεκμηριον ἐστι το
9999955 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999955 λεγετωσαν
εἱς ἐστιν ὁ βοηθων ἐτι . ἐπει κατα γε τουτο λεγετωσαν μηδεν εἰναι χαλεπον μηδε το τους ὀρφανους βλαπτειν τους
δε ταρασσονται δια την ὁμοφωνιαν , μηδε το ὁς ἀρθρον λεγετωσαν ὑποτακτικον , ὁτι και συναρθρον ἀντωνυμιαν σημαινει , και
9999955 παρες
προς το εἰρημενον φησιν ὁτι παρες αὐτῳ διαρραγηναι . Γ παρες ] παιζων τουτο φησι . τῳ και πεποιθως ]
Βλεπης Ἐλευσινιοςἐπεστην ὀχλον ἰδων προς τοις προπυλαιοις , και ” παρες μ ' “ εἰπων ὁρω καθημενην παιδ ' εἱς
9999955 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999955 συλλογισμον
ταυτα του πατρος , ὁ ἐστι του κατηγορου , τον συλλογισμον ἐπαγοντος , και ὡς μηδεν διαφερουσι λεγοντος , οὐ
εὑρισκεται το προς τι ἀπο του ἰσου , σιωπωμεν τον συλλογισμον , εἰ μη ἀρα δυναμεθα αὐτον μεθοδῳ τινι εἰσαγαγειν
9999955 Ποσειδαων
κειται , ὡς το „ μη δι ' ἐμην ἰοτητα Ποσειδαων ἐνοσιχθων πημαινει Τρωας τε και Ἑκτορα , τοισι δ
Ἀμφιων βραχιων . Ἐτι τα δια του ΑΩΝ : Μαχαων Ποσειδαων Ἀρεταων . Τα εἰς ΩΝ ὀνοματα μηνων ἠ χρονων
9999955 συμπληρουσι
, ὁτι ἐπειδη το σημαινομενον ἑν ἐστι , ταυτα δε συμπληρουσι την οὐσιαν του σημαινομενου πραγματος , δια τουτο εἱς
: τα γενη και τα εἰδη των ἀτομων οὐσιων οὐσιαν συμπληρουσι , τα δε οὐσιαν συμπληρουντα οὐσιαι εἰσι , τα
9999955 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999955 ἐπεδεικνυεν
και ὁ Ἀντωνιος αὐτῳ παραλυσας τι του χιτωνισκου θωρακα ἐντος ἐπεδεικνυεν , ὑπερεθιζων ἀρα τους ὁρωντας ὡς οὐκ ἐνον σῳζεσθαι
. τα δε ἀθλα ὁτι μεγαλα ἐσται σφισι του κινδυνου ἐπεδεικνυεν . οὐ γαρ τους σατραπας τους Δαρειου ἐν τῳ
9999955 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999955 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999955 ἀποδιδρασκων
ἀπο Σελευκου εἱς . οὑτος , ὡς φησι Πολυβιος , ἀποδιδρασκων ἐκ της αὐλης ἐνιοτε τους θεραπευοντας , οὑ τυχοι
Σελευκου εἱς : περι οὑ φησι Πολυβιος ταδε , ὡς ἀποδιδρασκων ἐκ της αὐλης ἐνιοτε τους θεραπευοντας οὑ τυχοι της
9999955 ἀπαλλαξεις
σκευαζε ὡς ἐπιθεμα και καταπλασσε ὁν θελεις , και ταχεως ἀπαλλαξεις της νοσου . Ἐαν δε ποιησῃς το καταπλασμα ἡμεραν
χυλῳ αὐτης ἐαν μετα ῥοδινου συγχρισῃς τριταιζοντας και τεταρταιζοντας , ἀπαλλαξεις του παθους . εἰ δε τις ὑπο δαιμονιου κρατειται

Back