καθ ' ἑαυτην δυνασθαι καταληφθηναι , την δε του ἀποστηματος πηλικοτητα μηδαμως . ὁ μεν οὐν Ἱππαρχος ἀπο του ἡλιου
ἐπιφαινουσιν : αἱ δε γεωμετρικαι μεγεθεσι διαφερουσαι την σωματικην ἐπιφαινουσι πηλικοτητα : αἱ δ ' ἁρμονικαι συμμετριαι δι ' ἀμφοιν
9999982 πηλικοτητες
Λογος ἐκ λογων συγκεισθαι λεγεται : ὁταν , φησιν , πηλικοτητες τινων λογων πολλαπλασιαζομεναι ποιωσι λογον , ἐκεινος ὁ λογος
και τα περιγεια των ἐπικυκλων συνισταμενῃ : ἐκκεινται δε αἱ πηλικοτητες αὐτων τε και των μεγιστων ἀποστασεων Ἀφροδιτης και Ἑρμου
9999970 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999969 κουφοτητα
τοπους συνδραμειν , ἀνωφερους οὐσης της τοιαυτης φυσεως δια την κουφοτητα : ἀφ ' ἡς αἰτιας τον μεν ἡλιον και
λεπτου : σημειον δε : του Ὑπανιος ἐπανω γινεται δια κουφοτητα τοις βορειοις . Πολλαχου δ ' εἰσι κρηναι αἱ
9999968 βεβαιοτητα
αἰσθησις μεν ἐμπειριαν , φρονησις δε λογον , νους δε βεβαιοτητα : την δε ἐξ ἁπαντων ἁρμονιαν ἐπιστημην καλω :
ὀρθης γιγνομενης ματην ἀν τα κοινα τις οἰοιτο ἑξειν τινα βεβαιοτητα θεσεως νομων , και ταυτα ἐννοων , αὐτος νομοις
9999967 γλισχροτητα
ὡς ἐπι ἀμετρῳ κοπῳ . δια δε στεγνωσιν ὁταν δια γλισχροτητα ἠ δια παχυτητα τινα ξηρανθωσι και ἐμφραχθωσιν οἱ ἀδηλοι
δε γνωναι , εἰ την τυχην μεταλλαξασα μετεβαλετο και την γλισχροτητα , φερομενης αὐτης ἐν φορειῳ κανθαρον παρα την ὀψιν
9999967 ἀνθρωπινῃ
ἀκουσιων των μεν παρα την ἀσταθμητον αἰτιαν και ἀφυλακτον γιγνομενων ἀνθρωπινῃ φυσει , των δε παρα την ἡμετεραν ἀμελειαν και
οἰστροπληξ γενομενος , ἐπι τον Ἡλιου λοφον ἀνεβη , και ἀνθρωπινῃ φωνῃ χρησαμενος εἰπεν : Δεσποτα βασιλευ , το γενος
9999967 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999967 ἀναιδειᾳ
, ὑπ ' αὐτου τῃ βοῃ , περιγενῃ δε ἐν ἀναιδειᾳ , οὐδεν ἡττον ἡμετερα ἡ νικη . πυραμους δε
αὐτων και παιδων παιδες ἀναισχυντοι . ἀκολουθει δε ἀναισχυντιᾳ και ἀναιδειᾳ ὑβρις και ἀδικια , τουτοις δ ' ἑπεται ὀλεθρος
9999967 προϲ
ϲμυρνηϲ ⋖ β οἰνῳ αὐϲτηρῳ λεαναϲ καταχριε . ποιει και προϲ τα ἐν τῳ γενειῳ . Ἀλλο ποιουν και προϲ
ἐπιουϲηϲ ἡμεραϲ και παλιν λυϲαϲ ἀνανεωϲαϲ ἐπιτιθει . Ἀλλο μαλαγμα προϲ παϲαν κεφαλαλγιαν . ἰου ⋖ δ χαλκου κεκαυ -
9999966 Συρακοσιοις
ἀποριας κατειχετο του γεγονοτος χαριν : ἀγγελος δε Φημη ταχεια Συρακοσιοις ἐμηνυσε το παραδοξον . παντες οὐν συνετρεχον ἐπι τον
. ὁ δε Διων λαμπρᾳ μαχῃ νικησας οὐδεν ἐμνησικακησε τοις Συρακοσιοις : ἀποστειλαντων γαρ προς αὐτον κηρυκα περι της των
9999966 μεγαλοπρεπειᾳ
και τοις καπηλοις εἰκαζει πασι . πως ἀν τις μαλλον μεγαλοπρεπειᾳ παρα καιρον ἐχρησατο ; Φερε δη κἀκεινο σκεψωμεθα ,
ἐπει δε και ταις λοιπαις ἀρεταις ὑπαρχει τουτο και τῃ μεγαλοπρεπειᾳ , ἑν μεν ὁ σκοπος το του καλου ἑνεκα
9999966 Ἀντικλειδης
προς γαμου κοινωνιαν ὁ Πεισιστρατος Ἱππαρχωι τωι υἱωι , ὡς Ἀντικλειδης ἱστορει ἐν η Νοστων : ἐξεδωκεν . . .
πρωτον εὑροντος τας ἀρχας των στοιχειων αὐτης , ὡς φησιν Ἀντικλειδης ἐν δευτερῳ Περι Ἀλεξανδρου . μαλιστα δε σχολασαι τον
9999966 Αἰσχυλου
] [ ] ντι [ ] Σατυρου βιων ἀναγραφης Ϛʹ Αἰσχυλου Σοφοκλεους Εὐριπιδου [ ] ! [ ] [ και
οὐκ ἀληθης διανοια . το δ ' ἑξης ἐκ Νιοβης Αἰσχυλου . 〛 ἠν ' ἰδου : Ἠνι ἰδου ἐκ
9999965 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999965 ἀνακολουθα
Τρωων . ἐστι δε πολις Ἰταλιας . Καλχας : παλιν ἀνακολουθα ληρωδει γραφων : οὑτος γαρ ὁ Καλχας , ὁν
' εἰς Ἁιδην : φευ , πως , Λυκοφρον , ἀνακολουθα γραφεις ἐναντια συμπασι και σαυτῳ πλεον ; ἀνω γαρ
9999965 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999965 Κολοφωνιος
ἡ Μιλησια Πλαγγων : ἡς περικαλλεστατης οὐσης ἠρασθη τις νεανισκος Κολοφωνιος , Βακχιδα ἐχων ἐρωμενην την Σαμιαν . Λογους οὐν
λεγουσιν , ἑνος δεοντος τριακοσια : ὡς δε Ξενοφανης ὁ Κολοφωνιος ἀκηκοεναι φησι , τετταρα προς τοις πεντηκοντα και ἑκατον
9999964 εὐρυτητα
τους χυμους και ῥᾳστη γινεται ἡ κενωσις αὐτων δια την εὐρυτητα των ἀγγειων και την χυσιν και λεπτοτητα των χυμων
περα του μετριου δοκῃ πλεοναζειν , ὁ πολυς δια την εὐρυτητα των πορων κατα την ἀναπνοην εἰσιων ἀηρ ἀνυγραινοι ἀν
9999964 ἐμηχανησαντο
τε τῳ ἐαρι και τῳ θερει και τοις ἀλλοις καιροις ἐμηχανησαντο τα προσφορα . δεον δε εἰπειν : σοφισματα ἐβαλον
: ἀλλα και ὀρνιθων γενος αὐτοδιδακτον ἐπ ' ἀκρων φυτων ἐμηχανησαντο καλειαδας αὐτουργῳ τεχνῃ , και ἀραχναι αὐτοφυει μιτῳ θηρατρα
9999964 Καλλιππου
Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους ὀρυττοντες Δειναρχος ἐν τῳ κατα Καλλιππου . Ὑποστησας : ἀντι του ὑποβαλομενος Ὑπερειδης ἐν τῳ
ἐγενετο , γενει μεν ἐκ Ταρσου της Κιλικιας , υἱος Καλλιππου νεωτερος , σφοδρα ταυτην την τεχνην συνθεις : λεγεται
9999964 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999964 ἀξιολογωτατα
δη συνων τῳ πατρι ὁ ποιητης ἐγραψε ταυτα τα ποιηματα ἀξιολογωτατα ὀντα . ἐπανελθων δε εἰς Ῥωμην και ἐπ '
ἁπαντα , ἀριστεια τῳ στρατῳ διεδιδου και των λαφυρων τα ἀξιολογωτατα ἐς Ῥωμην ἐπεμπε . και τον στρατον ἐγυμναζε φιλοπονως
9999964 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999964 βουλοιντο
ἐξ ἀντιθεσεως , συνιστας ὑπαρχειν ἱκανα τῃ πολει , εἰ βουλοιντο λυσαι τον νομον ὁν Εὐβουλος ἐθηκεν . ἐν ᾡ
και μηχανης εἰδος καινοτερον . ἐφη γαρ , εἰ γε βουλοιντο , δυνατον εἰναι μηχανης ἑτερον εἰδος κατασκευασαι μικρον παραλλαξασι
9999964 Ἀρτεμιδος
περισχιδη και κερατα καθαπερ ἐκεινος , ὁτε δε την της Ἀρτεμιδος , ἡν και ἐπι του ἁρματος ἐφορει πολλακις ,
περι αὐτο ἀλσος παρεχομενον πηγας , εἰσι δε και ἐν Ἀρτεμιδος ἱερῳ πηγαι : ὑδωρ δε ἀφθονον εἰπερ ἀλλο τι
9999964 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999963 παρεθηκε
ταχ ' οὐδεν μεταλαβοι . οὑμος διδασκαλος δε μητραν σκευασας παρεθηκε Καλλιμεδοντι , κἀσθιονθ ' ἁμα ἐποιησε πηδαν , ὁθεν
ἐμμετρον ὡς τριλαγυνον πι ' ἐπισχομενος , το ῥα οἱ παρεθηκε Φολος κερασας . και Ἀρχιππος δε ἐν Ἀμφιτρυωνι οὐδετερως
9999963 βραχυτητα
. πεποιηται δε ἀπο των μικρων τριχων των . δια βραχυτητα μη δυναμενων καρηναι . ἀκαρες γαρ το ἀτμητον .
ἠτοι δια την ἰδιοτητα της του καμνοντος φυσεως ἠ δια βραχυτητα του δοθεντος φαρμακου : πολλακις δε και κοπρος ἐσφηνωμενη
9999962 ἀπεδοντο
μεν αὐτεων ἐς Λιβυην , την δε ἐς την Ἑλλαδα ἀπεδοντο , δοκεει ἐμοι ἡ γυνη αὑτη της νυν Ἑλλαδος
ἐνιοι , δοξαν , ὁτι τριακοσιοις ἐτεσιν ὑστερον της κτισεως ἀπεδοντο του λιμενος τα τελη , προτερον δ ' οὐκ
9999962 ἀπεμαχοντο
Ἰνδους : προ δε των δευτερων οἱ Ἰνδοι παραταξαμενοι ῥᾳον ἀπεμαχοντο , οἱα δη πυκνοτεροι τε ἐφεστηκοτες ἐλαττονι τῳ κυκλῳ
ταχεως ἠνυετο τῃ πολυχειριᾳ . οἱ δε ἐντος του ἀστεος ἀπεμαχοντο μεν ἰσχυρως σταυρωματα τε και προβληματα παντοιας ὑλης ἐπαγοντες
9999962 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999962 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999962 διεταξεν
: Καρτεϊ νικησας πατερα Κρονον : εὐ δε ἑκαστα ἀθανατοις διεταξεν ὁμως και ἐπεφραδε τιμας . εἰτα ἐπιφερει λεγων τας
την θεοσεβειαν ἐκ της των χυδαιων ἀπειριας εἰς ἐπιστημονικην ἐμπειριαν διεταξεν , ὡι μετα γενεας πλειους θεος Σουρμουβηλος Θουρω τε
9999962 βραχυκαταληκτα
, ἠτοι ἑφθημιμερη , πενθημιμερη και ἡμιολια , και τριμετρα βραχυκαταληκτα και καταληκτικα . ἑξης δε μεταβας εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν
. ὠ φιλον ] ὁμοια χρη εἰναι τοις ἑξης τριμετρα βραχυκαταληκτα . τι οὐν ] ἰαμβικοι τριμετροι στιχοι γʹ .
9999962 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999962 ἀναπαιστικα
: το κʹ ” καταπυγοσυνης ἀναπλησει “ διμετρον καταληκτικον . ἀναπαιστικα κωλα διμετρα κʹ , ὡν τελευταιος καταπυγοσυνης ἀναπλησει .
ὑποθεσιν και το μετρον ἐνηλλαξεν αὐθις . και εἰσι κωλα ἀναπαιστικα θʹ ὡν τα μεν ἑπτα διμετρα ἀκαταληκτα , το
9999962 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999962 Ἀγαθοκλεους
τουτων τραγον ἀμελγειν , ὁ δε αὐτῳ κοσκινον ὑποτιθεναι ; Ἀγαθοκλεους δε του Περιπατητικου μεγα φρονουντος ὁτι μονος αὐτος ἐστι
βυβλου ταυτης συν τοις ἀλλοις περιεχουσης και την τυραννιδα την Ἀγαθοκλεους ἀφιεμενοι το περι αὐτης προλεγειν τα συνεχη τοις προειρημενοις
9999962 ἐνεχειρισεν
ἡμων , ὁτ ' ἐμελλε τελευταν , ἁπαντα ταυτ ' ἐνεχειρισεν Ἀφοβῳ τε τουτῳι και Δημοφωντι τῳ Δημωνος υἱει ,
μιᾳ των | Ὠκεανιδων εἰσω της Κρητης φερειν ? | ἐνεχειρισεν , ὁπως κρυφα τρεφοιτο ἐκεισε | . Οἱον ὁ
9999962 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999962 χρηστηρια
μειον ἐχειν ἀει των πολεμιων καταφευγουσιν ἐπι τα του θεου χρηστηρια , εἰδοτες ὁτι μονος θεος ἐξ ἀμηχανων εὑρισκει πορους
ἠν ἐτ ' ἐν φαει , ἐπαιρε σαυτον προς θεου χρηστηρια , ὡς μοι συνησθηις , εἰ τι Λοξιας ἀναξ
9999961 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999961 ἀναιρετικα
κοινοτητες το συμφερον ἐνδεικνυνται . και εἰ τα παραλαμβανομενα βοηθηματα ἀναιρετικα των ἐνδειξαμενων , ἀπο των ἐπι μερους βοηθηματων ἀναιρουνται
λεπραϲ ἀφιϲτηϲιν . τα δε τορνευματα του ξυλου ποθεντα φαϲιν ἀναιρετικα εἰναι . Μελιλωτον μικτηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ϲτυπτικηϲ τε
9999961 κατελαβετο
εἰς Ἀμφικτυονας κατα των Σπαρτιατων , ὁτι Φοιβιδας ὁ Σπαρτιατης κατελαβετο την Καδμειαν , και διετιμησαντο το ἀδικημα ταλαντων πεντακοσιων
Κορνηλιον . ἐπι δε τουτων Θεμισων ὁ Ἐρετριας τυραννος Ὠρωπον κατελαβετο . ταυτην δε την πολιν οὐσαν Ἀθηναιων παραλογως ἀπεβαλεν
9999961 ἐξαιρετα
τας Συρακουσσας τοις πολιταις και μηκετι εἰναι φυγαδα Δεινοκρατην , ἐξαιρετα δε δοθηναι των ἐρυματων Ἀγαθοκλει δυο , Θερμα και
, ἠγουν τρυγων , ἀπανθιζομενος ἀπο πασων των ἀρετων τα ἐξαιρετα . λαμπρυνεται δε και ἐν ἀωτῳ μουσικης , ἀντι
9999961 ἀγανακτησει
' ἀπειριαν του στρατηγειν : και ἀλλῃ πολλῃ βλασφημιᾳ και ἀγανακτησει χρησαμενοι λυειν τον χαρακα και ἀπαγειν σφας εἰς την
ὑποφορα , τουτο ἐστιν ἡ προτασις : το δε λεγειν ἀγανακτησει τοινυν , εἰ μονος των ἐνταυθοι πολιτευομενων λογων εὐθυνας
9999961 συντεθεισα
ἡ ὑπο ΗΒΘ μετα της ὑπο ΒΖΓ και του ἡμικυκλιου συντεθεισα , τουτεστιν λειπουσα νυν την ὑπο ΑΖΒ , ποιει
του τριτον εἰναι μερος της οἰκουμενης ἡ Λιβυη ὡστε και συντεθεισα μετα της Εὐρωπης οὐκ ἀν ἐξισαζειν δοξειε τῃ Ἀσιᾳ
9999961 Πειραιεως
! ! ! ! ! ! ] ἐκ ? του Πειραιεως ? ? ? [ ! ! ! ! !
ἐθεον ἐς το ἀστυ τοις στρατηγοις ἀγγελουντες την καταληψιν του Πειραιεως , οἱ δε τα χρηματα ἁρπασαντες ἀπεπλευσαν . Ἀθηνοκλης
9999961 διδαγμα
ὡς ἐοικε , πολλου ἀξιον [ το ] μαθημα και διδαγμα , το την ψυχην ἐθιζειν ἑπεσθαι τῳ λογῳ και
γενησεται δ ' ἡ τουτου συμφορα τοις μη τελεως δυσκαθαρτοις διδαγμα αὐταρκεστατον του πειρασθαι τον ἐνδον δικαστην ἐχειν εὐμενη :
9999961 ἀπεκριναντο
τοτε , βλαπτοντος ἠδη του θεου , τῳ στρατηγῳ σφων ἀπεκριναντο ἀναξιως βουλευεσθαι περι αὑτου : αὐτοι γαρ , της
δε και ἐξ ὡν αὐτος οὑτος και Τιμοκρατης και Ἀφοβος ἀπεκριναντο , οὐχ οἱον τ ' ἀποδεδοσθαι την προικα ,
9999961 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999961 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999961 Φοινικης
δε τῃ πολει ἐκεινῃ τοτε μεγιστον στρατοπεδον , ὁ της Φοινικης προησπιζεν : ὑστερον δε μετηνεχθη , ὡς ἐν τοις
της Ποντικης [ θαλαττης μεχρι ] Κιλικιας και [ ] Φοινικης , και το [ ] μηκος [ αὐτης εἰναι
9999961 σμυρνης
, ὀπιου ⋖ δ , λιβανου # α # , σμυρνης # α , καστοριου # δ . ἀναλαμβανε οἰνῳ
. . . . ⎪ ⎬ ἀνα δρ . δʹ σμυρνης . . . . . ⎪ πηγανου φυλλων .
9999961 παρεσκευαζετο
περι αὐτον στρατιας ἐπανελθων εἰς Μεμφιν τα προς την πολιορκιαν παρεσκευαζετο . Ὁ δε της πρωτης μεριδος ἀφηγουμενος Λακρατης ὁ
λοφου ὀντος μεταξυ οὐκ ἐθεωρουν ἀλληλους , ἐτασσε τε και παρεσκευαζετο ὡς ἐς μαχην . τῳ δε Ἱπποκρατει ὀντι περι
9999961 ἀναγκαιῳ
ὡστε ἐκειθεν ἐφηκει το ἀναγκαιον και τῳ κατα την βιαν ἀναγκαιῳ . ὁμοιως δε και ἐπι των συναιτιων του ζην
ἀναγκαιου δι ' ἀδυνατου οὐ δεικνυνται , ἐπειδη ἐν τῳ ἀναγκαιῳ και ἐνδεχομενῳ αἱ ἀντιφασεις λαμβανονται ἀντιτιθεντων ἡμων τροπον τροπῳ
9999961 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999960 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999960 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ
9999960 κινδυνευοντι
ὑμιν ἐλπις δε δικαια : οὐ μικρα γαρ ἐστι τῳ κινδυνευοντι ῥοπη προς σωτηριαν ἡ των ἀκουοντων βουλησις ταττομενη μετα
; ἀντι δε του χιτωνος , ὁν ἐδωκε τῳ πολιτῃ κινδυνευοντι , την θυγατερα ἀποδυσας , ἐπιδουναι αὐτῳ την πολιν
9999960 ἀπειληφεν
γενεσις τε και εὑρεσις των συλλογισμων . Ἐπει δε περας ἀπειληφεν ἡμιν το περι εὐποριας των προτασεων σκεμμα , ἐντευθεν
: και ἰδου το ἡττον θερμον την του ἐναντιου προσηγοριαν ἀπειληφεν . Μεμνησθαι δε δει και του εἰρημενου ἐν τῃ
9999960 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999960 μεριδα
Ἀλωπεκα δευτερον λεγει μοιρασαι . Ἡ δε λαβουσα μιαν ποιει μεριδα το παν της θηρας : βραχυ δ ' ἐτιθει
ὑπο των πινοντων εἰσφερομενην Ἀργειοι χων καλουσι , την δε μεριδα αἰσαν . : Ἡγησανδρος δ ' ὁ Δελφος ἐν
9999960 λαμπροτητα
διαλογοις κατα πευσιν και ἀποκρισιν συνεχη συγκειμενα ἐναντιως ἐχει προς λαμπροτητα , ὁνπερ τροπον και τα ἐν σφοδροτητι κομματικα .
Κορινθιοις . κατα πολυ . ἐκ νικων και ἀνδραγαθιων . λαμπροτητα . * παρεσχον . ἁς ἐχετε . . Αἰτιωνται
9999960 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999960 ἀναλαμβανε
, ῥοδων χυλου ἀνα γοδ ἠτοι οὐγ . δʹ . ἀναλαμβανε και χρω μετα ῥοδινου : τουτο παρηγορητικωτατον ἐστιν :
⋖ β δαυκου ϲπερματοϲ ἰρεωϲ ϲιναπεωϲ ἀνα ⋖ Ϛ : ἀναλαμβανε μελιτι ἑφθῳ και διδου καρυου ποντικου το μεγεθοϲ ἐν
9999960 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999959 βελτιστα
νομων καθηκῃ . εἰτα κρατησαι και περιγενεσθαι δει τους τα βελτιστα λεγοντας των ἠ δι ' ἀγνοιαν ἠ δια μοχθηριαν
, φησι , παρακαλει ὀρθως το λογον ἐχον ἐπι τα βελτιστα : τουτο δε ἀξιεπαινον . ὁτι δε και ἀλογια
9999959 φαυλοτητα
φαυλα . πονηρα σκωμματα ] τα πλημμελη κωμῳδηματα , την φαυλοτητα . των ἐπων , κακας λοιδοριας . σκωμματα ]
ἐστι το καλον ; “ και ἐγω δια την ἐμην φαυλοτητα ἠπορουμην τε και οὐκ εἰχον αὐτῳ κατα τροπον ἀποκρινασθαι
9999959 ὑπεμνησεν
. λεγουσι ] δ ' οἱ μεν ὁτι ? [ ὑπεμνησεν ] | αὐτον ? [ ὡν ] | περι
και τον ἑαυτου διανυοντος δρομον , οὐδε εἱς των θεων ὑπεμνησεν ὡστε και αὐτῳ του κοσμου μεριδα φυλαχθηναι . οὐδεπω
9999959 παθητικη
ὑγρῳ την γενεσιν ἐχει : ὁμοιως δε ταις τριξιν ἡ παθητικη κατασκευη . ὁτε μεν ἐνδειᾳ του τρεφοντος ὑγρου ἀφαιρουμενα
τριτον δε εἰδος παθητικη ποιοτης και παθος : ἐστι δε παθητικη ποιοτης ὡς ἡ ἐν τῃ χιονι ψυχροτης και ἡ
9999959 νομισειεν
των ὑπερ τον Βορυσθενην νομαδων ἀφιχθαι συμμαχιαν τοις Τρωσι τις νομισειεν , ἐπαινει δε μαλιστα την Ἑκαταιου του Μιλησιου και
ἐξαιφνης ἐπιστας τοις γινομενοις οὐκ ἀν μαινεσθαι και παραφρονειν ἡμας νομισειεν , οἱ φιλοτιμουμεθα μεν ἐπι τοις των προγονων ἐργοις
9999959 νοσημασι
! α κρημνισαι ἑαυτον . νοσουσι δε οἱ ἱπποι πλειοσι νοσημασι , ποδαγρᾳ και ἰλεῳ και τετανῳ και ἐμπυησεσι και
και τοις ἀνευ πυρετου ὀξεως νοσουσι και τοις ἐν χρονιοις νοσημασι δεομενοις χολαγωγου φαρμακου , οἱον μαινομενοις , ἑτεροκρανικοις ,
9999959 τιμιωτερα
και καλλος μετα ὑγιειας λαμβανον , τοσουτῳ ὁσῳπερ ψυχη σωματος τιμιωτερα ; Πανταπασιν μεν οὐν , ἐφη . Οὐκουν ὁ
μεν ἀν τις οὐκ εἰναι τουτων ὑπερβολην , ἐνεστι δε τιμιωτερα : ὡσπερ γαρ ἀφθονου πηγης χρυσιου σοι ναματα χορηγουσης
9999959 Ἀριστωνα
φησιν εἰρηκεναι τινας Ξενοφανους αὐτον ἀκηκοεναι . λεγειν τ ' Ἀριστωνα ἐν τῳ περι Ἡρακλειτου και τον ὑδερον αὐτον θεραπευθηναι
' ἑν οὐδ ' ἀπογεγραπται , ἀλλα βουλευσεως τον Ἀλωπεκηθεν Ἀριστωνα διωκει . ναι , φησιν : ἀδικως γαρ μ
9999959 Κυρηνης
Κυρηνην την Ὑψεως και Ἀρισταιον τον Ἀπολλωνος και αὐτης της Κυρηνης υἱον , και ὁσα μεμυθευται περι των ἐτησιων ἀνεμων
Κυρηναιων . ἀνειληφως δε μεθ ' αὑτου τους ἐκ της Κυρηνης φυγαδας και τουτους ἐχων καθηγουμενους της ἐπιβουλης δια την
9999959 ὀλιγης
λευκῃσιν ὑπαι λιβαδεσσι γαλακτος , ἐκ δε γυνη βωλοιο πελειν ὀλιγης περ ἐουσης παρθενικῃ ἰκελη : μιχθη δε οἱ ἐν
τα χρηστα μετα των ἀχρηστων συνεκκρινεται : ἀλλα δει αὐτο ὀλιγης μετεχειν δυσωδιας , ὡς αὐτος φησι και ἡκιστα δυσωδες
9999959 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999959 μεσουρανημα
τοπος του θεματος της γυναικος ἐμπεσῃ εἰς το του ἀνδρος μεσουρανημα εἰδεναι χρη ἐν αὐτῳ τῳ ἐτει την παιδοποιιαν ποιησασθαι
ἐπι τας Ϛ ὡρας καιρικας ἐπειδη προς το ὑπερ γην μεσουρανημα ἐστιν ἡ των ρμη μζ χρονων ἀποχη , ποιει
9999959 ἐστρατευετο
, ποθον ἐχων της πατριδος , ἐξ ἡς συν Ἀλεξανδρῳ ἐστρατευετο , κἀκει του βιου το λειπον διανυσαι , γηραιος
αὐτον . ἐλεγετο δε ὁ στολος εἰναι εἰς Πισιδας . ἐστρατευετο μεν δη οὑτως ἐξαπατηθειςοὐχ ὑπο Προξενου : οὐ γαρ
9999959 κυριωτερα
παντα και ἀφετα καθ ' ἑαυτα ὑπαρχει : και το κυριωτερα ποιειν τα σωματα προς το εἰδοποιειν τα ἑαυτων πρωτα
της σοφιας , καθοσον ἀρχη ἐστι πραξεως και δια τουτο κυριωτερα της σοφιας , ἡτις μονον θεωρητικη ἐστιν . ἡ
9999959 Συρακοσιου
μεν ἐπι της προτερον οὐσης ξυμμαχιας ἀνανεωσει , του δε Συρακοσιου καθαψαμενου ἀναγκη και περι της ἀρχης εἰπειν ὡς εἰκοτως
βασιλεας πολλους κεκολακευκεν , ᾡ ἀν ξυγγενηται , πλην του Συρακοσιου Διονυσιου . οὑτος δε ἠ παντων εὐτυχεστατος ἐστιν ἠ
9999959 χρυσης
προκαταρχειν του χορου των Μουσων . ὁ δε νους : χρυσης κιθαρα , και του Ἀπολλωνος κτημα και των μελανοπλοκαμων
γαρ ὀφελος οὐδεν οἰκιας χρυσης , οὐ μαλλον ἠ χυτρας χρυσης ἠ της πλατανου της ἐν Περσαις . πολεως δε
9999959 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999959 αἰσθητικην
ἐναποκειμενους ἐν τῃ φαντασιᾳ τυπους , οὑτως εὐλογον και την αἰσθητικην ψυχην τιθεσθαι κρινειν τον πλειω και ἐλασσω χρονον ἐνδον
„ . των πολλων του νου δυναμεων μιαν ἐλαβε την αἰσθητικην . το δε ” ἐλαβεν ” οὐκ ἀντι του
9999959 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999958 Φρυνης
λογου δηλοι . . . . . ἐν τῳ ὑπερ Φρυνης λογῳ Ὑπ . ὁμολογων ἐραν της γυναικος κτλ .
ἐφ ' ᾡ Πραξιτελην λεγεται φρονησαι μεγα : και ποτε Φρυνης αἰτουσης , ὁ τι οἱ καλλιστον εἰη των ἐργων
9999958 στρατιωτικα
Ἀθηναιοι , χρηματα , ἐστιν ὁσα οὐδενι των ἀλλων ἀνθρωπων στρατιωτικα , και παλιν ἐν τῳ Κατα Μειδιου ἀλλ '
και το δοθεν ἀνελαβε χρυσιον , και τα σημεια τα στρατιωτικα , ἁπερ ἠσαν ἐν τῃ προτερᾳ μαχῃ παρα των
9999958 τεσσαρα
γουν ἡμιολιος και ἐπιτριτος ποιουσι τον διπλασιον : του γαρ τεσσαρα προς τον γ ἐπιτριτου ὀντος και του γ προς
αἱ πλευραι ιϚ , ξγ , ξε . Και γινεται τεσσαρα τριγωνα ὀρθογωνια ἰσας ἐχοντα τας ὑποτεινουσας : ἐλθων οὐν
9999958 πιστακια
: την μελιαν και την τερμινθον , ἁ δη νυν πιστακια οἱ Συροι καλουσιν . και οὑτοι μεν δια του
καλειται , ὁσα ἐξωθεν κελυφος ἐχει , οἱον ῥοια , πιστακια , καστανα , και ὁσα ξυλωδη τον καρπον ἐξωθεν
9999958 ἐνεπεσεν
ἀνδρα κατ ' ἀξιαν οὐτ ' ἐραστην , ἀλλ ' ἐνεπεσεν εἰς δυο , νησιωτην πενητα , και ἑτερον ,
πολεων ἀλληλας φθανουσαι προς Ἀμιλκαν ἀφισταντο : τοσαυτη τοις ὀχλοις ἐνεπεσεν ὁρμη μετα την ἡτταν δια το προς τον τυραννον
9999958 παρεγενηθη
Λυδιαν και Φρυγιαν , ἐτι δε Καππαδοκιας τα συνοριζοντα , παρεγενηθη προς τους ὁρους της Κιλικιας και την προς ταις
δε ὁ Διονυσιου κηδεστης ἐκ τε Πελοποννησου και της Ἰταλιας παρεγενηθη ναυς μακρας ἀγων τριακοντα παρα των συμμαχων και ναυαρχον
9999958 ἁμαρτημασι
αὐτῃ προσγινεται : συναπολαυειν γαρ ἀναγκη τοις ἐκεινης κατορθωμασι και ἁμαρτημασι την φαντασιαν , και συναληθευειν μεν ἀληθευουσῃ , συμψευδεσθαι
' ἀν εἰη , εἰ ἐμοι ὀργιζοισθε ἐπι τοις ἑτερων ἁμαρτημασι , και την εἰς ἐμε διαβολην εἰδοτες ὁτι ὑπο
9999958 θειτο
ἀλλος εἰδειη , τις οὐκ ἀν ἐννοων προ των ἀλλων θειτο ὁν ἐκεινος ἐν ταξει Τιτιανου ; ἐγω μεν οὐν
τεθειητε , τεθειησαν . Ἑνικα . Θειμην , θειο , θειτο : το ῥημα ἐθεμην , προσθηκῃ του ι και
9999958 γυναικειᾳ
αὐτη προς ἐμαυτην ἁμιλλωμενη και ζητουσα εἰ δυνατον και τῃ γυναικειᾳ φυσει ἐρευναν τα του βιου πραγματα και εἰδεναι τι
λεγουσιν , ἀπονυμφην δ ' ἠ ἀπονυμφον τον φιλοπαιδα και γυναικειᾳ ὁμιλιᾳ δυσχεραινοντα , ὁν και μισογυνην ἐρεις ὡς τον
9999958 ἀνθρωπινῳ
τεξεσθαι παιδα των πωποτε καλλει και σοφιᾳ διοισοντα και τῳ ἀνθρωπινῳ γενει μεγιστον ὀφελος εἰς συμπαντα τον βιον ἐσομενον .
γενομενης , ἐδοξαν ἀν ἡμιν πολλοι βιοι εἰναι ἐν ἑνι ἀνθρωπινῳ βιῳ , συνεχους οὐσης της ζωης ἐν τοις ἑβδομηκοντα
9999958 Κρονιδης
Ἀνθεμιων Ἀνθεμιωνος Ἀνθεμιωνιδης Ἀνθεμιδης , ὡς Δευκαλος Δευκαλιδης και Κρονος Κρονιδης . . . . ἀνθ ' ὡν : ἀπο
ἐχει Οὐρανιδῃσι , χαιρων υἱωνων περιωσιον υἱωνοισιν , ὁττι σφεων Κρονιδης μελεων ἐξειλετο γηρας , ἀθανατοι δε καλευνται ἑοι νεποδες
9999958 ἀπεδειξεν
οὐσια δε ὡς πατηρ ἠ σιμος . Ἀρ ' οὐν ἀπεδειξεν αὐτος περι του την ἀντιφασιν μη συναληθευειν ; τουτο
κεκομισμενον ναυτικα και τετρακισχιλιας δραχμας και τουτων τα γραμματ ' ἀπεδειξεν . ἐν γαρ τῃ διοικισει , ὁτ ' ἐκ
9999958 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999958 κυβερνητας
νυν δε τουτο ἡμων ὀντων , ἠγουν ἀντιπαλων , οἱον κυβερνητας ἐχομεν πολιτας και την ναυτικην ἐμπειριαν , ὡς δε
γαρ και ὁρων του χωριου χαλεπου ὀντος τους τριηραρχους και κυβερνητας , εἰ που και δοκοιη δυνατον εἰναι σχειν ,

Back