φαινεται δε και ἀπο των ἀρκτικων και βορειων ἐπι τα νοτια και μεσημβρινα περιφερες . και γαρ τοις ταυτῃ προϊουσι
τον κυκλον , ἑως ὁτου παλιν ἐλθῃ ἐπι τους τα νοτια μερη , ἠγουν το ἀντικειμενον νοτιον ἡμικυκλιον , κατοικουντας
9999966 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999964 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999964 πινετωσαν
κατα τον ὑποδεδειγμενον τροπον . οἱ δε λοιποι μεχρι πληρωσεως πινετωσαν : ἐπι δε των καταξηρων και μεμυκοτων τῃ σαρκι
ἐγχρονιζετωσαν ἐν αὐτῃ . μετα δε το λουτρον εὐθυς μη πινετωσαν οἰνον πλην εὐκρατον . και οὑτως ἐσθιετωσαν , ὡς
9999963 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999962 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999962 κορυφης
ἀεριον ἐχει , την δε περιφερειαν ψιλην πανταχοθεν μεχρι της κορυφης . ἀκροκομα δ ' ὀντα διαφορους ἐχει τας ἀπο
την κατ ' ἰθυωριαν ἐπιδεσιν αἱρουμεθα , δια μεν της κορυφης ἀγομενου του ἐπιδεσμου , καταγομενου δ ' ἐντευθεν ἐπ
9999962 ἀκανθαις
τουτοις καλαμοις ὀξεσι δακτυλιαια μερη του σωματος κατατμηθεντας ἐπ ' ἀκανθαις κατακαεσθαι ζωντας : μεγιστον των ἐν ἀνθρωποις ἀδικηματων κρινοντες
των αὐτοματως ἐπιπηγνυμενων δακρυων οἱον ἐπι τε της σχινου κἀν ἀκανθαις τισι και εἰ τι των δενδρων διαδιδωσιν ὡσπερ ἀμυγδαλη
9999962 Ἡρακλειδης
ἀλλα μοι ἐν στηθεσσιν ἀληθευουσι μενοιναι . ὁ δε φυσικος Ἡρακλειδης εἰναι ὀντως φησι σανιδας τινας Ὀρφεως , γραφων οὑτως
γινεται τα του βιου αὐτου πβ . . τουτον φησιν Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος [ . , . ] περι αὑτου
9999962 ὑπηκουσεν
και ἑτερως . ἀντεπραξεν ἡ γη τοις γεωργοις , οὐχ ὑπηκουσεν , οὐκ ἀπεδωκε τα ἐκφορια . δυναται δε τις
: οὐδενι γαρ των ἐπεσταλμενων παρα του Μαρκιανου ὁ Γεζεριχος ὑπηκουσεν , οὐδε μην λυειν τας γυναικας ἐβουλετο . ὁ
9999962 μηδετο
. . . . . . . . . κακα μηδετο , και οἱ ἀεξεν ἀλκη ὁμως και θαρσος ἐπι
[ [ ] αμενος μεθεηκε ? [ ] ρια ? μηδετο ἐργα [ ] λε ? χειρι τριαιναν [ ]
9999962 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999961 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999961 τεμνετωσαν
ἐν γαρ σφαιρᾳ δυο κυκλοι οἱ ΑΒ , ΓΔ διχα τεμνετωσαν ἀλληλους κατα τα Ε , Ζ σημεια . λεγω
ἰσημερινας δ , και ἐκβληθεισαι αἱ ΓΔ , ΑΒ περιφερειαι τεμνετωσαν ἀλληλας μεν κατα το Μ σημειον ὁ ἐσται δηλονοτι
9999961 ταραχωδης
ξυν ὀδυνῃ : οὐκ ἐκοιματο : παρεκρουσε παντα : κοιλιη ταραχωδης : οὐρα λεπτα , οὐκ εὐχροα . Πεμπτῃ ,
ἐθνη . τολμητιας τε γαρ ἠν ἐς τα μαλιστα και ταραχωδης και περα του ἀναγκαιου το φιλοκινδυνον κεκτημενος . ἡνικα
9999961 ὀξυτερα
ἡ γη διολου κυκλοτερης , ἀλλα κατα τι μερος , ὀξυτερα δε προς ἑκατεραν ὁδον , δυτικην τε και ἀνατολικην
μικροτερων διαστηματων ἐλαττοσι μερεσι της χορδης ἐλαττω πληττοντες ἀερα τα ὀξυτερα ἠχησομεν , τῳ δ ' ἐναντιῳ λογῳ δηλαδη τα
9999961 Θεμιστοκλεους
, του Φιλελληνος . καταφερεται κτἑ . : ἀλλο δυστυχημα Θεμιστοκλεους ἐπολιορκει Ναξον : δια την ἀποστασιαν αὐτης δι '
ὀργην ἐκκαλουμενον : καταδραμειται δε οὐ μονον Ἀλκιβιαδου φευγοντος ἠ Θεμιστοκλεους ἠ ὁπερ ἀν ᾐ το προσωπον , ἀλλα κοινος
9999960 ἰδιωτης
κοινων ἐπιτροπευσειν : και ταυτ ' ἐντος ἑξ μηνων διοικησαμενος ἰδιωτης αὐθις ἐσται το τιμασθαι μονον ἐκ τουτων λαβων ,
Λυσικρατην ὑπερ Νικομαχου βλαβης : ἀνδρες δικασται , ὁτι μεν ἰδιωτης . Συνηγορια Παρμενοντι ὑπερ ἀνδραποδου βλαβης : και παραγεγενημενος
9999960 ἀκαταληκτα
ἑφθημιμερους : τα δε ἑξης δυο ἐν ἐκθεσει ἰαμβεια τριμετρα ἀκαταληκτα . βοασομαι . . . ταν ὑπερτονον : παρα
τοις φροντισταις παραθεντων “ κωλα ἀναπαιστικα , διμετρα ὑπερκαταληκτα και ἀκαταληκτα και καταληκτικα . νυν οὐν χρησθων : νυν οὐν
9999960 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999960 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999960 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999960 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999960 χαλεπου
δ ' ἀντελλουσα παλιν τουτοις Κυθερεια προς δυσιν ἐρχομενοιο Κρονου χαλεπου μαλ ' ἐοντος , μαχλοις πρεσβυτεραις ἠ και δουλῃσι
Ἰταλους παλιν οὐδαμου ἐλλειποντι το μη οὐχ ὁμοιῳ φαινεσθαι . χαλεπου γαρ του γνωναι ἑαυτον δοκουντος χαλεπωτερον ἐγωγε ἡγουμαι το
9999960 Πυθαγορειου
και μετροις ἀειδομενα . . . . . . Ἀρχυτα Πυθαγορειου ἐκ του Περι νομου και δικαιοσυνης . Δει δε
τᾳ ἀτιμιᾳ καλοκαγαθω . . . . . . Διωτογενεος Πυθαγορειου ἐκ του Περι ὁσιοτητος . Τως δε νομως οὐκ
9999960 ἐσωσαν
φυγοντας ἐκ της τροπης ὑποδεξαμενοι τραυματιας και ἀνοπλους ἁπαντας ὀντας ἐσωσαν , οὐκ ἀγνοουντες , ὁτι κοινον ἐπηγον ἁπασι τοις
θεοις εἰδεναι χαριν ὁτι κἀν τον ἑτερον ὑμιν των βασιλεων ἐσωσαν , παυσασθαι δε ἠδη τας ψυχας και τας γνωμας
9999960 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999959 ἐπιπλασμα
ὠμη μαλαχη ἀρτῳ ἠ παλῃ ἀλευρων μιγνυται , και γινεται ἐπιπλασμα ταις ὀχληραις φλεγμοναις ἐπιτηδειον , και ἐνιοτε μεν εἰς
ἐν τουτῳ διαχειται φοινιξ ὁ πατητος . τουτο ὀφθαλμων ὀδυνωμενων ἐπιπλασμα ἐστιν . Ἀλλο : φοινικες ὑδατι διεθεντες ἑψωνται συν
9999959 ἀδελφαις
αὐτην συνετελει πατραν , ὡστε προτερον ποθῳ της συνοδου γιγνομενης ἀδελφαις συν ἀδελφῳ , ἑτερα τις ἱερων ἐτεθη κοινωνικη συνοδος
δε των γυναικων αὐτων καλως εὐνοηθεντες . τινες δε τουτων ἀδελφαις συνερχονται ἀνομως και τεκνα το δεινοτατον ἀπογεννωνται ταυταις :
9999959 ἐπρεσβευσαν
και ὁτι ληφθεισης αὐτης περι εἰρηνης πρωτοι Λακεδαιμονιοι προς Ἀθηναιους ἐπρεσβευσαν . οὐχ ὡς ὡρισμενην τινα πολιν , ἀλλ '
ψηφισαμενων δε Ῥωμαιων Κρησι πολεμειν δια ταδε , οἱ Κρητες ἐπρεσβευσαν ἐς Ῥωμην περι διαλλαγων . οἱ δε αὐτους ἐκελευον
9999959 Σικελιαν
ταυτης δ ' ἐτι καθεστωσης ἐν πολεμῳ διεβησαν εἰς την Σικελιαν , ἀφελομενοι δε Καρχηδονιων αὐτην ἐπανηλθον ἐπι τους περι
ὑπαρχοντα σωζειν . ἐπειδη δε ἐτελευτησεν ἐκεινος , ὠνειροπολουν μεν Σικελιαν , ἐφιεντο δε Ἰταλιας , ὠρεγοντο δε Καρχηδονος και
9999959 ἰατροι
ζῳον το βρεφος ἀποδεικνυναι και πανταχου φησιν , ὡσπερ οἱ ἰατροι και αἱ μαιαι ἀπεφηναντο . . των στασεων ,
και ἐνεματων , ὡς εἰωθασι παντοτε προσφερειν ἐπι παντων οἱ ἰατροι . Εἰδεναι δε δει ὡς οἱ πυρεττοντες καυσωνα πυρετον
9999959 δοξαντι
και ὁτι καταφυγη των ὁλων ἐστι . θεμις οὐν τῳ δοξαντι τροπῃ χρησασθαι ἀκουσιῳ φαναι κατα θεον συμβηναι την τροπην
το χρηστον ἐκεινο διαφθαρηναι νοημα . οὐ δια τουτο μεντοι δοξαντι θυσιας ἀμεμπτους ἀναγαγειν τῳ Καιν λογιον ἐξεπεσε μη θαρρειν
9999959 βελτιονας
του σπουδαζειν ἀμελησας , οὐ γιγνωσκων ὁτι του Πλουτου παρεχω βελτιονας ἀνδρας και την γνωμην και την ἰδεαν . Παρα
οὐν φερειν πολεμον και ἀδηλα , και μεταβολας τοις δυστυχουσι βελτιονας , ταχα δε και την δικην ἑξειν τελος ἐκει
9999959 ἀναποδιζει
την ἐναλλαγην ἐχων ἐπιτηδευσεται ψευδη και πλαστογραφιας . εἰ δε ἀναποδιζει τις αὐτων , δηλοι και κλοπας . εἰ δε
την Σεληνην , δηλοι κακιαν του ἐτους . ὁτε δε ἀναποδιζει ὁ κυριος τινος των κατα πηξιν τοπων ἠ των
9999959 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999959 ἐμποιουσα
φυτον * * * δηξιν και κνησμον ἐν τῳ ἁπτεσθαι ἐμποιουσα , κατα ἀντιφρασιν ἡ ἐχουσα ἀκαλην την ἁφην ,
, πολυκοπιαστοις , πολυκαματοις . Ἀλγινοεσσα : ὀδυνηρα , ἀλγη ἐμποιουσα . κατενηρατο : ἐφονευσεν : ἀναιρω το φονευω .
9999959 ἀπηνως
ἀνθρωποις εὑρησθαι δοκει των παθων και μαλιστα δη μεταστρεφειν ψυχας ἀπηνως και ἀγριως διακειμενας . δια τουτο και των φιλοσοφων
παρα τον καιρον και τα προσωπα : ἀντι του : ἀπηνως , ὑπερ την τυχην : ἀγαν ἐλεξας ὡς γυνη
9999959 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999959 δουλοσυνης
. Ἠθελες , ὠ Ζηνων , ἀνδρα τυραννον κτεινας ἐκλυσαι δουλοσυνης Ἐλεαν . ἀλλ ' ἐδαμης : δη γαρ σε
ἐπ ' ἡμεας μουνους ἐστρατηλατεε ὁ Περσης τεισασθαι της προσθε δουλοσυνης βουλομενος , χρην αὐτον παντων των ἀλλων ἀπεχομενον ἰεναι
9999959 ἐχειρωσαντο
σφισιν ἀνταναχθεισας , και τριτην νεων πενταδα και ὡσαυτως τεταρτην ἐχειρωσαντο . ἀνεθεσαν οὐν ἐς Δελφους ταις ἁλουσαις ναυσιν ἀριθμον
ἀλλων ἐκβαλλωνται κρειττονων . οἱ τε Ῥωμαιοι πολυ ῥᾳον τουτους ἐχειρωσαντο ἠ τους Ἰβηρας : και γαρ ἠρξαντο προτερον και
9999959 νεανισκους
ἐστι πλανωσα τον νουν και την διανοιαν , και καταγει νεανισκους εἰς ᾁδην , οὐκ ἐν καιρῳ αὐτων . Και
γυναικας : ὁταν δε τουτων ἀπολαυσωσιν , αὐθις αὐτοις εἰσαγουσιν νεανισκους ἀκμαζοντας , οἱ πλησιαζουσιν αὐτοις ἐκεινοις . ἀφροδισιαζουσιν δε
9999959 βελτιστην
το μελι : και σμυρναν την στακτην και ἀλλως ὡς βελτιστην τριψας λειην , διεσθαι του οἰνου του αὐτου παρεγχεοντα
ἱεραν οἱ ναυτιλλομενοι φασιν , καθιεναι , και ἐπι την βελτιστην ἀπονοιαν ὁρμησαντες , ἐτι τε και τολμαν και ἀμαθιαν
9999959 πιστευουσι
και Τανταλον γεννησας , ὡς οἱ μυθοι λεγουσι και παντες πιστευουσι , το μεν ὡς οἱ μυθοι λεγουσιν ἀναφορα ,
: ἀλλ ' ἰδου γιγνωσκει , διαφοιτᾳ γαρ , και πιστευουσι μεν ἠδη μυριοι , πηδωσι δ ' ὑφ '
9999959 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999959 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999959 ἐλευθεριης
Κλυθι πολυθρονιου βριαρον σθενος ἀντιδοτοιο , Καισαρ , ἀδειμαντου δωτορ ἐλευθεριης , κλυθι Νερων : ἱλαρην μιν ἐπικλειουσι Γαληνην εὐδιον
ὡστε οὐδεν δει τουτο γε ὀνειδιζειν . Ἀλλ ' ὁμως ἐλευθεριης γλιχομενοι ἀμυνεομεθα οὑτω ὁκως ἀν και δυνωμεθα . Ὁμολογησαι
9999959 δακτυλιους
την ἠχω του ἀνδρος ; φησι δε ὁ Δαμις και δακτυλιους ἑπτα τον Ἰαρχαν τῳ Ἀπολλωνιῳ δουναι των ἑπτα ἐπωνυμους
σκευην Περσικην και δαρεικους δεκα : ᾐτει δε μαλιστα τους δακτυλιους , και ἐλαβε πολλους παρα των στρατιωτων . κωμην
9999959 πεντακοσιοι
Ὀυουλτουρνῳ ποταμῳ , ἐν ᾑ πολιορκουμενοι Πραινεστινων ἀνδρες τετταρακοντα και πεντακοσιοι προς ἀκμαζοντα Ἀννιβαν ἐπι τοσουτον ἀντεσχον , ὡσθ '
των Ἀθηνων του αὐτου θερους τελευτωντος χιλιοι ὁπλιται Ἀθηναιων και πεντακοσιοι και χιλιοι Ἀργειων και χιλιοι των ξυμμαχων ναυσι δυοιν
9999958 ἑξακοσιοις
δε ἐκεινων ἐστρατευον ἐπ ' αὐτους μυριοις πεζοις και ἱππευσιν ἑξακοσιοις . οἱ δε πυθομενοι και ἐτι ὀντες ἀπαρασκευοι ,
σημειου ἐπι σημειον ἀποκαθισταται ἐν ἐτων μυριασι τριακονταπεντε και ἐτεσιν ἑξακοσιοις τριακονταπεντε . οὑτος δε ἐστιν ὁ καλουμενος μεγας ἐνιαυτος
9999958 Κασσανδρου
και το συμμαχικον τουτο ἐγενετο Ἀθηναιοις αἰτιον μαλιστα διαφυγειν τον Κασσανδρου πολεμον . Ὀλυμπιοδωρῳ δε τουτο μεν ἐν Ἀθηναις εἰσιν
ἀνδρας Μακεδονας , και δια ταυτα οὐκ ἀναξια ὑστερον ὑπο Κασσανδρου παθειν νομισθεισης , Αἰακιδην [ οὐν ] κατ '
9999958 καταπλασμασι
πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι τα μερη , και κενουν την
σκληροτερα τυχῃ , συν τινι των λεπτομερων ἐλαιων . και καταπλασμασι δ ' ἀν τις ἐπι των φλεγμαινοντων και σηπομενων
9999958 συλλογισμου
, τον τε προσεχη των πρωτων δυο , ὁτι περι συλλογισμου , και τον ἀπωτερω των ὑστερων δυο , ὁτι
ὑποθετικοι : τα γαρ ἀμφιβαλλομενα ἐν τοις ὑποθετικοις δια κατηγορικου συλλογισμου δεικνυουσιν , ἱνα μη ἐπ ' ἀπειρον προελθωσιν δι
9999958 δυσωδης
: και καθολου ξηραντικην ἐχουσι δυναμιν και ἀδηκτον . Ἀναγυρις δυσωδης ἐστι και δριμεια διαφορητικης και θερμαινουσης δυναμεως , ἡς
καλουμενος ὀλεθριος , καθ ' ὁν ἠτοι κοπρος ἐμειται ἠ δυσωδης ἐστιν ἡ ἐκπνοη , πολλακις δ ' ἐρυγη τοιαυτη
9999958 κορυφαις
ὑπο του ἐκειθεν ἀναδιδομενου καπνου . λεγει δε ἐν ταις κορυφαις και τῳ πεδῳ δεδεσθαι αὐτον δια το ὑπ '
, πηδαλιον τε νεος , την ἀκροτατῃσι τεμουσα Πηλιου ἐν κορυφαις Παλλας θετ ' ἀν ' ἀστρασιν Ἀργω . οἱ
9999958 ἀθροισαι
ἐλαττωματα και την των Τιτανων ἐπ ' αὐτον συνδρομην , ἀθροισαι στρατιωτας ἐκ της Νυσης , ὡν εἰναι συντροφους διακοσιους
μηχανας ἐκτος βελους . ἐπειτα γενομενης ἡμερας προσεταξε τοις ὑπηρεταις ἀθροισαι τα βελη τα πεσοντα παρα των Ῥοδιων , ἐκ
9999958 ἀγαπης
εἰς το ἀει ὁμογνωμων ἐσται † ὡς ἐχουσιν ἀρξασθαι της ἀγαπης † 〛 . κασιγνητος : ἀδελφος . ὀπιν :
Ἡγητειραν : προηγητειραν . ἀμαλδυναι : ἀφανισαι . φιλοτητος : ἀγαπης . Λαθεν : ἀπατησεν . ῥεζων : πραττων .
9999958 ἀφαιρουσης
δε τοις φευγουσι το την Σεληνην τοις ἀριθμοις προστιθεναι , ἀφαιρουσης δε αὐτης τοις ἀριθμοις συμφορον . ὁ Ἡλιος δε
ἐν τῳ □ ἠ διαμετρῳ ἠ συνοντος τῃ ☾ μαλιστα ἀφαιρουσης και τῳ φωτι και τοις ἀριθμοις , ἐσται ἡ
9999958 κινδυνευων
αἱρειται γαρ τις ἡδεσθαι ὀψοφαγων και ἀφροδισιαζων ἠπερ τραυματιζομενος και κινδυνευων κατα πολεμον και πολεμιοις μαχομενος . Εἰπων περι τινα
ὡδε . ” Τινα ἐκτεινεν ὡς τυραννος ἀκριτον ὁ νυν κινδυνευων ἀκριτως ; τινα δ ' ἐξεβαλε της πολεως ;
9999958 ἀγοραιοι
τἀλλα ἀρχεια πεποιηται . ἐντευθεν τα μεν ὠνια και οἱ ἀγοραιοι και αἱ τουτων φωναι και ἀπειροκαλιαι ἀπεληλανται εἰς ἀλλον
ξενιοι , φιλιοι , ἑταιρειοι , φρατριοι , ἀστεροπηται , ἀγοραιοι , ἐριγδουποι , ἐφεστιοι , ἐπικαρπιοι , στρατιοι ,
9999958 Καλλιμαχος
] παρα την αὐτην ὠνομασθαι την ἠπειρον , καθαπερ και Καλλιμαχος [ . ] , Ζηνοδοτος δε ἐξ αὐτου .
τετυκται . ἐν δε συνδεσμοις ? ? [ , ὡς Καλλιμαχος : Μασσαγεται ] ? ? ? ? [ και
9999958 Ἀργειοισι
ἐτι πνειουσα και αἱματος Ἑκτορεοιο . Και τοτ ' ἐν Ἀργειοισι Θετις κυανοκρηδεμνος θεσπεσιον φατο μυθον ἀκηχεμενη Ἀχιληος : Νυν
μου ἱερα λαβων του Ζηνος Ἡρακλεους ἐχει , και τοισιν Ἀργειοισι φηνασθαι θελει . Ὡς ἀνδρ ' ἑλων ἰσχυρον ἐκ
9999958 ἐσπεισαντο
θουροι δε πυρωπεες , αἰολοδειροι , δορκοισιν φιλιην παρα τεμπεσιν ἐσπεισαντο , ἠθαλεοι τε πελουσι και ἀλληλοισιν ὁμαυλοι , εὐνας
, σκοροδα δε σιτουνται προθυμοτατα . οἱ τοινυν ταυτα προμαθοντες ἐσπεισαντο προς αὐτους ἑκοντες ἀθηριαν : ὁστις δε τῃ τουτων
9999958 ἀφεισαν
ὑπαρχει τοις οὐσι , και οὑτοι παραπλησιως τοις ἀλλοις ῥαιθυμως ἀφεισαν . . . . . . , λεγει μεν
ὠ ἀνδρες δικασται , και δικας ἐλαχον της ἐπιτροπης και ἀφεισαν ταυτας και τα συγχωρηθεντα χρηματ ' ἐχουσιν , ἀκουετε
9999958 βασιλικα
τα μεν στρατιωτικα τῳ Ἀρει , τα δε ἡγεμονικα και βασιλικα τῳ Διι , τα δε λογικα και πεπαιδευμενα τῳ
ἐξαπατησας αὐτον . μεταπεμψαμενος οὐν τους πιστοτατους των εἰωθοτων τα βασιλικα γραμματα διακομιζειν , διδωσιν αὐτοις ἐντολας [ ἀπορρητων ,
9999958 ἐδεισαν
φοβον οὐχ ἡττω της Ἀννιβου τυραννιδος . Περι αὐτης γουν ἐδεισαν Ῥωμαιοι της πολεως . Πολλακις γουν συμμιξαντες και πολλακις
. οἱ δε Ἀθηναιοι της πολεως ταυτης ξυνοικιζομενης το πρωτον ἐδεισαν τε και ἐνομισαν ἐπι τῃ Εὐβοιᾳ μαλιστα καθιστασθαι ,
9999958 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999958 λαμβανετωσαν
και ῥυπτικον των κατα τον θωρακα παθων . ἀμυγδαλων οὐν λαμβανετωσαν ἠ πιστακιων ἠ σταφιδων ἠ στροβιλιων και τας ἐκ
εὑροι τουτου τοις ὑδεριωσι καλλιον βοηθημα ; των δε προποματων λαμβανετωσαν ἀψινθατου και μαλιστα του ἐχοντος και ναρδοσταχυος πλειονος ἠ
9999958 Εὐρυμαχος
δ ' ἐν Ὀστολογοις ἀγκυλητους λεγει κοτταβους δια τουτων : Εὐρυμαχος , οὐ γαρ ἀλλος , οὐδεν ἡσσον . .
ξεινοδοκος μεν ἐγων , ἐπι δ ' αἰνειτον βασιληες , Εὐρυμαχος τε και Ἀντινοος , πεπνυμενω ἀμφω . ” ὡς
9999958 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999958 κατεστρατοπεδευσεν
δε ὡς ἀφικετο προς την πολιν , τῃ μεν πρωτῃ κατεστρατοπεδευσεν ᾑ μαλιστα ἐπιμαχον αὐτῳ ἐφαινετο το τειχος , και
τοις Λακεδαιμονιοις , τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας
9999958 ναρδινου
ἀποβρεγματι μετα ῥοδινου μεν ἐπι των θερμοτερων , μετα δε ναρδινου ἐπι των ψυχροτερων προσειληφοτων αὐτων σελινου ἠ κυμινου ἠ
γοα . το ἀμμωνιακον ὑδατι λειου . Κηρου λευκου , ναρδινου μυρου , ἀνα γογ . ἰρινου μυρου , γλευκινου
9999958 κουρης
ὁτε περ Δαναης καλλισφυρου Ἀκρισιωνης , οὐδ ' ὁτε Φοινικος κουρης τηλεκλειτοιο , οὐδ ' ὁτε περ Σεμελης , οὐδ
οὐν με , και λυριξω παρα σοις Διονυσε σηκοις μετα κουρης βαθυκολπου ῥοδινοισι στεφανισκοις πεπυκασμενος χορευσω . Ὁταν πινω τον
9999958 μουσικα
τας των φυσει γιγνομενων , γαμετρια δε και ἀριθμητικα και μουσικα τας περι το ποσον και το ἐμμελες . ὁστις
κυκνον μεταβαλλοντα εἰς ἀνθρωπινου βιου αἱρεσιν , και ἀλλα ζῳα μουσικα ὡσαυτως . εἰκοστην δε λαχουσαν ψυχην ἑλεσθαι λεοντος βιον
9999957 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999957 ποτηρια
ἐπι τεινας εὐρειης στιβαδος , παρεθηκ ' αὐτοισι θαλειαν δαιτα ποτηρια τε , στεφανους δ ' ἐπι κρασιν ἐθηκεν .
σατυρικων ζῳων , ἀληθινον ἐχοντων ἱματισμον , οἱς παρεκειτο και ποτηρια χρυσα . Κατα μεσον δε των ἀντρων νυμφαι ἐλειφθησαν
9999957 μνημονευουσι
ἀφειλετο και ἀνθρωπων εἰκονας χαλκας . ἀρχαιοτατον δε ἀγωνισμα γενεσθαι μνημονευουσι και ἐφ ' ᾡ πρωτον ἀθλα ἐθεσαν , ᾀσαι
πολεων των μετεχουσων της Ἀμφικτυονιας τινες οἱπερ ἐκαλουντο Πυλαγοραι : μνημονευουσι δε και τουτων πολλοι , ὡσπερ και Δημοσθενης ἐν
9999957 γιγνωσκομεν
μηδενος ὁλως ἀποτυγχανειν : ἀλλ ' ὡσπερ ἡμεις τα ζῳα γιγνωσκομεν ὁρωντες , ὁτι τουτο μεν ἐστι προβατον , εἰ
οὐ προσδιδασκουσιν , οὐκ ἐννοουντες ὁτι πολλοστον μερος ἐστιν ἁ γιγνωσκομεν ὡν ἀγνοουμεν : ἀλλως τε ὁτι και των ἐναντιων
9999957 κολοφωνιας
, εἰ δε μαλακτικωτερον σκευασαι βουλει , ἐμβαλλε κηρου , κολοφωνιας και ἐλαιου , ἀνα οὐγγιας η , του δε
ὑγιαινουσιν . Προς μερικας ἀποστασεις ἐπι νευροτρωτων . Κηρου , κολοφωνιας , βουτυρου ἀνα # α , πισσης ξηρας ,
9999957 Περιπατητικοι
στασιν των Στωικων περι του τοπου λεγεται : οἱ δε Περιπατητικοι φασιν εἰναι τοπον το περας του περιεχοντος , καθο
του Ἀριστοτελους Περιπατητικοι ἐκ Λυκειου , οἱ δε του Ξενοκρατους Περιπατητικοι ἐξ Ἀκαδημιας . ὑστερον δε οἱ μεν του Ἀριστοτελους
9999957 ἐνεστωσης
, οὐδεν τουτων ὑπολογον ποιησαμενοι , οὐδε της τοτ ' ἐνεστωσης κρισεως και των ὁρκων , οὑς ὀμωμοκοτες φερετε την
μελικρατῳ μεθ ' ἁλων και λιτρου , παρακμης δ ' ἐνεστωσης μιγνυειν ὑσσωπον ἠ ὀριγανον ἠ κολοκυνθιδα : χρεια γαρ
9999957 ἀπαλλασσοντο
Ἀνδρον , τραπομενοι ἐς Καρυστον και δηιωσαντες αὐτων την χωρην ἀπαλλασσοντο ἐς Σαλαμινα . Πρωτα μεν νυν τοισι θεοισι ἐξειλον
γαρ των προτερων και ἠν και ἐδοκεε εἰναι , συγγραψαμενοι ἀπαλλασσοντο ἐς τας Ἀθηνας . Ὡς δε ἀπελθοντες οἱ θεοπροποι
9999957 ἐνεργουσα
κατα την ἀτελη κινησιν , ἀλλ ' ὡς μη προτερον ἐνεργουσα ὑστερον δια το παρειναι το αἰσθητον την ἐνεργειαν προβαλλομενη
και ἐπι των ἀνθρωπων τετακται ἡ δικη , ταὐτα ἐκεινοις ἐνεργουσα : ἐκεινα μεν γαρ κρατει την ταξιν των ὀντων
9999957 Ἐστωσαν
και δι ' ἰσου ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ ἐσονται . Ἐστωσαν ὁποσοιουν ἀριθμοι οἱ Α , Β , Γ και
Δυο ἀριθμων δοθεντων εὑρειν , ὁν ἐλαχιστον μετρουσιν ἀριθμον . Ἐστωσαν οἱ δοθεντες δυο ἀριθμοι οἱ Α , Β :
9999956 Θετταλικον
; ἐν ταις τρισιν μεν χονδρος ἀγαθος Μεγαρικος . οὐ Θετταλικον τον χρηστον εἰναι φασι δε ; . . .
, και πελτασται Θρᾳκες , και ὁπλιται Μακεδονες , και Θετταλικον ἱππικον : ἐχρωντο οὐν τῳ θεῳ οἱ Ἀθηναιοι ,
9999956 ἀνεκαλεσατο
ἡ ἀντιδοτος , ὡστε και ἐν μιᾳ δοσει πολλακις ἀπολλυμενην ἀνεκαλεσατο ὀρεξιν . και δη και τον ζωμον της περιστερας
, και πολλων παρ ' ἀμφοτεροις ἀπολλυμενων , ὁ Καλλικρατιδας ἀνεκαλεσατο τῃ σαλπιγγι τους στρατιωτας , βουλομενος αὐτους διαναπαυσαι .
9999956 φυλαττει
τας συλλαβας τας τε μακρας και τας βραχειας , τοιαυτας φυλαττει : ἡ δε μουσικη τε και ῥυθμικη μεταβαλλουσιν αὐτας
ἰατρος φιλιατρος ἀναβιβαζει , και ἐν τῳ ἀρχιατρος και ἱππιατρος φυλαττει . Τα παρα το „ ᾀδω „ γινομενα ,
9999956 παρεσχετο
μελεταν . ὁτι δ ' ἐν τοσουτῳ λογῳ οὐδαμου μαρτυρας παρεσχετο ὑμιν , ὡς ἠ διατιθεμενῳ τῳ πατρι τῳ ἐμῳ
τραπεζαν ἑνδεκα ταλαντα εἰς τας παρακαταθηκας . Ἁς μεν τοινυν παρεσχετο συνθηκας ὡς κατα ταυτας μισθωσαμενος την τραπεζαν , αὑται
9999956 ἐνεισι
ἐς την Ἐρυθρην καλεομενην θαλασσαν , ἐν τῳ αἱ λιθοτομιαι ἐνεισι αἱ ἐς τας πυραμιδας κατατμηθεισαι τας ἐν Μεμφι :
νους ἐνουσας ἰδεας τῳ ὁ ἐστιν ζῳον , οἱαι τε ἐνεισι και ὁσαι , καθορᾳ , τοιαυτας και τοσαυτας διενοηθη
9999956 ἐθαυμαζον
ἐπιεζε και ἐκολαζε παντα τροπον . τινες μεν οὐν αὐτον ἐθαυμαζον ὡς σοφωτατον παντων , τισι δε μαινεσθαι ἐδοκει ,
των του σωτηρος ἐντολων ἐδεξαντο , τινες μεν ἐξ αὐτων ἐθαυμαζον με , ἀλλοι δε ὠργιζοντο και θυμουμενοι ἐλεγον :
9999956 αἰσθητηριοις
αὐτους παθων ἱκανως ἐκτεθειμενων . Ὀσφρησεως δε κοινα τοις ἀλλοις αἰσθητηριοις παθη , ὁσα δια τε το μερος του ἐγκεφαλου
και μη παροντων των αἰσθητων μεχρι τινος μενει ἐν τοις αἰσθητηριοις το ἐγκαταλειμμα , και ἐκ τουτων δηλον . παραπλησιον
9999956 κρατουν
, φασιν , τους νομους ἐν τῃ πολει ἑκαστοτε το κρατουν . ἠ γαρ ; Ἀληθη λεγεις . Ἀρ '
εἰ θεον καλειν σε δει . δει δε : το κρατουν γαρ νυν νομιζεται θεος . ἐφ ' ὁσον βαδιζεις
9999956 χαιρουσα
ΑΛΛΩΣ . Ἀμφιβολον το κακοχαρτον , ἠτοι γαρ ἡ κακοις χαιρουσα , ἠ ἐφ ' ᾑ οἱ κακοι ἐπιχαιρουσι .
, και μετα του ἀναγωγου ἡγεμονος ἀκολουθει τῃ ἀγαθῃ θελησει χαιρουσα , και αὐτη την οἰκειαν ἑαυτῃ ταξιν ἐπι των
9999956 ἀνεστρεψεν
καταβας ᾑπερ ἀνεβη και διακολυμβησας τον Τιβεριν , εἰς Βηιους ἀνεστρεψεν : οἱ δε Κελτοι κατανοησαντες τα ἰχνη του προσφατως
μη ἀποδιδουσι τους φορους , οὑς και ὑποταξας ἑαυτῳ παλιν ἀνεστρεψεν . Ἐπι τουτου δε τις ἠν Ἀβδημονος παις νεωτερος
9999956 θεοειδης
ὁσον ἠθελε θυμος , δη τοτ ' Ἀθηναιη και Τηλεμαχος θεοειδης ἀμφω ἱεσθην κοιλην ἐπι νηα νεεσθαι : Νεστωρ αὐ
νοοειδης γινεται ἠτοι νους κατα μεθεξιν , εἰτα δε και θεοειδης ὡς θεῳ ἑνωθεισα κατα το ἐν αὐτῃ ἐγκειμενον ἑν
9999956 ἀλεκτοριδος
αἰγειον ποτε στεαρ ὠφελησε τα οὑτως ἐσκληρυσμενα και το της ἀλεκτοριδος : ἀλλα ταυτα μεν ἀσθενεστερα τε ἐστι και τας
γλευκινον μετα βουτυρου , ἐντακεντων αὐτοις στεατων τινων χηνος ἠ ἀλεκτοριδος ἠ μυελου ἐλαφειου . Ὑπελθουσης δε της γαστρος ,
9999956 σμικροτης
οὐ μονον ὀξυτης και βαρυτης , ἀλλα και μεγεθος και σμικροτης και λειοτης και τραχυτης φωνης , εὑροι δ '
ἐν τῃ διαστολῃ του σφυγμου ; ὀκτω , μεγεθος , σμικροτης , σφοδροτης , ἀμυδροτης , ταχυτης , βραδυτης ,
9999956 κρατουσα
. Οὑτω συμβουλευσαμενη ἡ Ἀθηνα ἀνεβη εἰς τον διφρον , κρατουσα ἐν ταις χερσι νικην και δοξαν , τουτεστι ,
δυναται . εἰ δ ' ἐπι πλεον ἡ θερμασια φαινοιτο κρατουσα , και την των ψυχοντων δυναμιν ἐπιτεινειν σε χρη
9999956 σφετεροισι
ὁ Πριαμος οὐδε οἱ ἀλλοι προσηκοντες αὐτῳ , ὡστε τοισι σφετεροισι σωμασι και τοισι τεκνοισι και τῃ πολι κινδυνευειν [
, ἐπει δοκει πρωτα μεν ξηραινεσθαι , εἰτα ὀπτασθαι . σφετεροισι τεκεσσι , τοις ἑαυτου τεκνοις , λεγει δε τοις
9999956 ἀφανως
ἀλλ ' ἠρεμουντος και της ὑπονοιας ἀπηλλαγμενου κατα πολλην ἡσυχιαν ἀφανως ἐν ταις ναυσι κομισθεντα λαθων τους πολλους ἐξαιφνης ἱδρυσηται
δικαστηριον , ἐν ᾡ περι των μεγιστων ἡ ἀρχη αὑτη ἀφανως δικαζει , και μεταστησαμενος παντας ἐνεκειτο ἐρωτων , ὁστις
9999956 νομιζει
των αὑτου πραττειν : ὁταν δε ἀνθρωπους ὠφελῃ , τοτε νομιζει το προσηκον ἀποτελειν , ἁτε ὑπο του μεγιστου θεου
δωρων και τιμης τευξεται . εἰ δε τις χρηματων προσδεισθαι νομιζει εἰς ἐμπολην , γνωστηρας ἐμοι προσαγαγων και ἐγγυητας ἠ

Back