. Ἀγων προφασιν οὐκ ἐπιδεχεται οὐδε φιλια . Ἀετος ἐν νεφελαις : ἐπι των δυσαλωτων . Ἀληλεσμενος βιος : ἐπι
ἐπιδεχεται οὐδε φιλια : ἐπι των διολλυντων . Ἀετος ἐν νεφελαις . Ἀληλεσμενος βιος : ἐπι του ἑτοιμου και ἀπονου
9999981 νεφελας
τι γ ' , εἰ διαστραφησομαι Εἰδες τι ; Τας νεφελας γε και τον οὐρανον . Οὐχ οὑτος οὐν δηπου
τουτο οὐν ἐκεινο ἀντιθετεον , ὁτι το συμβαινον περι τας νεφελας αἰνιττομενος ὁ ποιητης παλιμβολον τινα και παλιστροφον ἐποιησε την
9999972 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999970 κατεπλαγησαν
και Λιβυῃ λαμπρως ἐφευγον και ἐν Ἰβηριᾳ Πομπηιον τον νεον κατεπλαγησαν . ὁ δε Καισαρ αὐτος ἠν ἀκαταπληκτος και ἐς
φλογα . οἱ δε Λαβικανοι τειχος εὐ κατεσκευασμενον ἐχοντες οὐτε κατεπλαγησαν αὐτου την ἐφοδον οὐτε μαλακον ἐνεδοσαν οὐδεν , ἀλλ
9999970 δαμασθεις
ἐβοηθει τοις Περσαις τα τοξα . πας δε στρατος ἀπωλλυτο δαμασθεις ἐν προσβολαις ναϊοις και δια νηων γινομεναις , ἠτοι
ὀφρα τα μεν τ ' ἐρυγῃσι τα δ ' ἑψητοισι δαμασθεις ἀλθησῃ ὑδατεσσιν ὁτ ' ἰκμηνῃ δεμας ἱδρως . και
9999970 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999970 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999970 Νεφελαις
γαρ αὐτον ἀθροως διαδραμειν . σεσοβημενος βαρεως . και ἐν Νεφελαις ἐπι του κεραυνου σοβαρως χωρει δια την πυκνοτητα .
κοιτωνι θρονοι , κλισμοι , διφροι διφρισκοι οὑτω γαρ ἐν Νεφελαις Ἀριστοφανης ἐπι του ἁρματιου διφρουδιφροι ὀκλαδιαι , διφροι διωχεις
9999970 γαστερες
προσφορας πεφυλαχθαι παντος μαλιστα : οὐ γαρ πω ἱκαναι αἱ γαστερες καταπεσσειν . εἰ δ ' ἀρα θρεψεως ἑνεκα δεοι
του σπληνος και το πλευρον ἠλγει . Τοισι παιδιοισι , γαστερες ταραχωδεες , και βηχες ξηραι : ἐς ὠμον ἐστιν
9999969 ἐλπιζεις
, διοτι κατα μετοικου ποτε ξενιας ἐπηνεγκου γραφην , και ἐλπιζεις δια τουτο δυνασθαι και δημηγορειν . ΓΘ το δε
ἐκεινων μεν οὐν ἠν λαβω , φανουμαι σοι τοιουτος οἱον ἐλπιζεις : των ἀρκτων δε ἡμιν ἡ πολις ὑμων μεταδοτω
9999968 διεκαρτερουν
' ἐπι των ἐλεφαντων ἐφεστηκοτες το μεν πρωτον ἀντειχον και διεκαρτερουν πανταχοθεν κατατιτρωσκομενοι , βλαψαι δ ' οὐδεν τους πολεμιους
παντων των ἀναγκαιων ἐκεινην μεν την ἡμεραν και την νυκτα διεκαρτερουν ὑπαιθριοι , πολλοις συνεχομενοι κακοις : δια γαρ το
9999968 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999968 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999968 ἐλπιδας
εὐγενεις , και οἱ νομοι τοις ἐντυγχανουσι μη χειλεσιν ἀκροις ἐλπιδας ἀγαθας δημιουργουσιν . ἰσως ἀποπειρα ταυτα της καθεστωσης γενεας
των ῥαθυμουντων . ἀν θεος θελῃ ] εἰς οὐρανον τας ἐλπιδας ἀνεπεμψεν , ἱνα , ἐαν ὡς εἰκος ταυτα ποιησαντων
9999968 διεστησεν
, ὁτι πολυς ἀηρ ἀθροισθεις ἀθροως ἀνω διεξιων ἐξεμοχλευσεν και διεστησεν το στομα . ταυτῃ γαρ εὐδιεξοδος ἐστιν . ὡσπερ
ἡμεις ἐρωτωμεν τους παιδας . ποτερα περι μετρων : καλως διεστησεν . οὐ γαρ εἰ τι μετρον ἐστιν , ἠδη
9999968 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999968 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999968 μνημονευσαι
ἐστι και τα κακα κακα ἐστι . και δια του μνημονευσαι Λιβυης , την θερμοτατην χωραν ἐδηλωσε , δια δε
ἐγω δε ἁπαντα τἀλλα παρεις , οὑ μαλιστα ἐμοι προσηκει μνημονευσαι , τουτο ἐκλεξομαι . δοκει γαρ μοι καλλιστα δη
9999967 μελαινα
ἐθεντο . τουτῳ δε ἡ μεν χροα παρα τους ἑτερους μελαινα : ὀλιγην δε ἐχει την οὐραν , των ἀλλων
σημαντικη καθ ' ὡν ἀν μαλιστα ποιηται την προσνευσιν . μελαινα δε ἠ χλωρα και παχεια θεωρουμενη χειμωνων και ὀμβρων
9999967 Κολοφωνιον
χρυσος : και γαρ πολυ φασι παραλλαττειν του ἀλλου τον Κολοφωνιον χρυσον . Αἰθομενον πυρ ] Λαμπον ἐν νυκτι :
οἱ μεν Χιον , οἱ δε Σμυρναιον , πολλοι δε Κολοφωνιον αὐτον νομιζουσιν : εἰναι μεντοι γε ἐλεγεν Βαβυλωνιος ,
9999967 συνεβουλευεν
. ὡς δε ἐγενοντο κατα τι φρεαρ , ὁ ἑτερος συνεβουλευεν ἀμελετητως καθαλλεσθαι . ὁ δε ἑτερος ἐλεγεν : ”
της Γελωνος γενομενης προς τον πατερα αὐτων εὐεργεσιας , και συνεβουλευεν αὐτοις ἠδη την ἡλικιαν ἠνδρωμενοις ἀπαιτησαι λογον παρα Μικυθου
9999967 φιλτατοι
καθησθε μεν , “ εἰπε προς ἡμας , ” ὠ φιλτατοι ἑταιροι , και το μελλον ὁρατε , και εἰ
ἐν τῃ νηι συμμιγης , των μεν ὠ παιδες λεγοντων φιλτατοι , ἀρα ἐτι ὑμας οἱ φυντες ὀψομεθα ; των
9999967 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999967 πουλλα
πουλυν χρονον . Ἠρ παλιν νοτιον , ἀπνοον : ὑδατα πουλλα δια τελεος μεχρι κυνος . Θερος αἰθριον , θερμον
ἠν ἠ δια ῥινων αἱμοῤῥαγησαι , ἠ κατα κυστιν οὐρα πουλλα , και πουλλην ὑποστασιν και κα - λην ἐχοντα
9999967 ἐνεργητικου
βιας . προβουλευοντες δε εἰρηκως προβουλευομενοι ἐδηλωσε : δια του ἐνεργητικου το παθητικον . , , . = , ,
λογῳ της παραληγουσης του πρωτου προσωπου των πληθυντικων του ἰδιου ἐνεργητικου ὠφειλε γραφεσθαι τετυφαμμαι και ἐτετυφειμην . Το γαρ πρωτον
9999967 ἀπικοντο
στρατηγος Τιγρανης μαχομενοι τελευτωσι . Ἐτι δε μαχομενων των Περσεων ἀπικοντο Λακεδαιμονιοι και οἱ μετ ' αὐτων και τα λοιπα
ιζʹ . Χρονῳ δε οὐ πολλῳ μετεπειτα ἀνδρες Χιοι ἐμποροι ἀπικοντο ἐς την Φωκαιην : ἀκουσαντες δε των ἐπεων του
9999967 Ὀλυμπικον
αὐθαιρετον συμφοραν ἀπεχθανομενοι τε Ἠλειοις και σπουδην ποιουμενοι τιθεναι τον Ὀλυμπικον ἀγωνα ἀντι Ἠλειων , οἱγε ὀλυμπιαδι μεν τῃ ὀγδοῃ
. . ωνα [ ] Ῥοδιον : ἀγωνα τε και Ὀλυμπικον . . . λοκρινωλε . . . . .
9999967 συμπερασματι
, καταγομενα δε και καθορμιζομενα θαττον : προς γαρ τῳ συμπερασματι του πλου γεγονεν . ἀει δε λιμενες φιλους και
τις ὁρου κατ ' εὐθειαν πτωσιν κατηγορουμενος οὐτε ἐν τῳ συμπερασματι . του δε , ἐν ᾡ ἐν μεν ταις
9999967 Συρακουσων
κατα την προτεραν φιλιαν πεισθεντες . ἀφικομενων οὐν ἐκ μεν Συρακουσων Ἑρμοκρατους και ἀλλων ἐς την Καμαριναν , ἀπο δε
κολπωι , μικρον ὑστερον της [ ἀπο ] Κροτωνος και Συρακουσων κτισεως ἀποικισθεντες ὑπο Εὐανθους : Ἐφορος δ ' οὐκ
9999967 φαλαγγιων
Λεγουσι φυσικοι ἀνδρες την ἐλαφον καθαρσεως δεομενην σεσελιν ἐσθιειν , φαλαγγιων δε κνησμασιν ἐχομενην καρκινους . Ὀλυμπιας τῃ Φιλιππου θυγατρι
πατηρ ὠν . λεγονται δε και των ἑτερων δακετων και φαλαγγιων δε ἀντιπαλοι τοδε το γενος εἰναι . και ταυτα
9999967 δαιμονιοι
συγγενικων . Ξ ἀντισπαστικα ἡμιολια βʹ και ἑν μονομετρον . δαιμονιοι ] ἀθλιοι . δαιμονιοι ] δυστυχεις . θΞ ἀντιφονων
. και εἰπερ αἱ δυναμεις αἱ ἐν τῳ παντι αἱ δαιμονιοι ἠ αἱ θειαι ἐχουσι μερη του κοσμου περικειμενα αὐταις
9999966 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999966 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999966 Καππαδοκιας
ὁμως † ἀνηιρεθη . πολεμει δε και Περδικκας Ἀριαραθηι τωι Καππαδοκιας , ὁτι Εὐμενει ἀρχειν ἐπιτετραμμενωι της ἀρχης οὐκ ἐξιστατο
ἡμας βασιλεις οἱ προ Ἀρχελαου διατεταγμενην εἰχον την ἡγεμονιαν της Καππαδοκιας : δεκατον δ ' ἐστι μερος και ἡ Καταονια
9999966 ἀπελαυνει
ἐξ ἐθους σχημα περιζωσαμενος δημηγορησαι . . . . οὐκ ἀπελαυνει ] ταυτα προσαγωγα ἐστι προς τους δικαστας ἰδιωτας ὀντας
ποτα τα μεν πλειω ἠ ἐλαττω των δεοντων την ὑγιειαν ἀπελαυνει , τα μεσα δε και ποιει και αὐξει και
9999966 γραμματικοι
και τῃ φωνῃ : των μαθηματων ἐντος : φιλαποδημοι : γραμματικοι : τα προσπιπτοντα ἐκ της πατριδος δυσχερη γενναιως φεροντες
, ἠ συν τῳ σ , εὐμενους , παρεισιν οἱ γραμματικοι καθολικον τι προφερομενοι και ἀπο τουτου το ζητουμενον βεβαιουντες
9999966 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999966 νευραν
τους οἰστους ; και τριβονται αὐτου αἱ χειρες περι την νευραν και την γλυφιδα , και τοσαυτη αὐτου ἡ μελετη
ὡς ἰδεν Ἀλκμηνιος θαυμαστος ἡρως τευχεσι [ ] λαμπομενον , νευραν ἐπεβασε λιγυκλαγγη κορωνας , χαλκεοκρανον δ ' ἐπειτ '
9999966 συνεχωρησεν
. ἐπεβουλευον : και οἱς σπεισαμενος Δημοσθενης Μαντινευσι και Μενεδαϊῳ συνεχωρησεν ἀναχωρησαι , οὑτοι κρυφα ἐβουλευοντο ἀναχωρειν , ἱνα μητε
βαρβαρον και πολεμικον : οὑ δη περιδεης Διονυσιος γενομενος ἁπαντα συνεχωρησεν και ἐτι πλειω τοις τοτε συλλεχθεισι των πελταστων .
9999966 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999966 ἐποιησατο
ἀν ἐγωγ ' αὐτον ἐρωτησαιμι ποτερ ' ἐννομον και δικαιαν ἐποιησατο του ψηφισματος την γραφην ἠ τοὐναντιον ἀδικον και παρανομον
και πολεμικοις κινδυνοις . συστησαμενος οὐν στρατοπεδον ἀξιολογον , συμμαχιαν ἐποιησατο προς Ἀριαιον τον βασιλεα της Ἀραβιας , ἡ κατ
9999966 κατεπλευσεν
Μεγαρεων , Αἱλωρων , Νεαιτινων , Ταυρομενιων . τουτων πραττομενων κατεπλευσεν Ἀννιβας μετα ναυτικης δυναμεως εἰς την Ξιφωνιαν βοηθησων τῳ
Ἰμιλκων δε τοις ἀπο των πολεμιων σκυλοις κοσμησας τας ναυς κατεπλευσεν εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων , και πολλην
9999966 ἐτελευτησαν
των ἰδιων , ὁσα ἑκαστῳ ἐγενετο ἐπειδη ἐκεινοι οἱ ἀνδρες ἐτελευτησαν , τιμωρησατε τον αἰτιον τουτων . ἀποδεδεικται δ '
κοιμηθεντες ἐν τῳ συνελκειν ἐν ταις ἀναπνοαις αὐτης την ἐνεργειαν ἐτελευτησαν . Ἀνομοιος δε ἡ Κρητη την ἀκτινοβολιαν : την
9999966 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999965 ἐξαλλασσουσι
ἐν τῳ ἑτερῳ ἡμικυκλιῳ αἱ ἰσαι περιφερειαι ἐν ἀνισοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , και ἐν πλειονι μεν ἡ
, Γ μερη αἱ ἰσαι περιφερειαι οὐκ ἐν ἰσοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , ἀλλ ' ἐν πλειονι ἡ
9999965 στεφανης
ἀσαφως δε και αἰνιγματωδως δοκει ἐπι ποδων και ζωνης και στεφανης ἐπιγεγραφθαι της Ἀρτεμιδος τα τοιαυτα γραμματα . και παροιμια
κυκλοειδης , κυκλοτερης , σκοτωδης . ἐστεφανωται : ἐπικειται δικην στεφανης , κεκυκλωται . Δοιω : δυσι , διπλοις .
9999965 Ποσειδωνιος
, τοσουτον εἰποντες μονον ὁτι των Παρθυαιων συνεδριον φησιν εἰναι Ποσειδωνιος διττον , το μεν συγγενων το δε σοφων και
πολιους : ἐκπινεται γαρ ἡ οἰκεια της τριχος ὑγροτης . Ποσειδωνιος δε φησιν : ἐν Συριᾳ ἐν τοις βασιλικοις συμποσιοις
9999965 διεβαλλοντο
οἱ Χαονες . Γερητοθεοδωρους ] Γερητος και Θεοδωρος εἰς μαλακιαν διεβαλλοντο . ἐν Καμαρινῃ κἀν Γελᾳ κἀν Καταγελᾳ : Καμαρινα
ἐδωκεν ἡμιν * ληϊστορα : κλεπτην ἐνιπτον δε ἀντι του διεβαλλοντο , ἐλοιδορουντο τῳ Προμηθει ὁτι μη ἀει αὐτους νεους
9999965 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999965 κρατουντι
γινεται , μεγιστε βασιλευ , και ἐλπιδες ἐπι θεῳ καλαι κρατουντι σοι της ἀρχης εὐσεβως . Ὡς δε συνηκουσαν παντες
ὁλοις πελαγεσι , ταυτα ὁρων , ταυτα θεωμενος , τῳ κρατουντι ὑπηκουσα , και προς τον καιρον ἡρμοσαμην τοις ὁλοις
9999965 κινδυνευομεν
τους νομους . Ἐχ ' ἡσυχῃ , ὠ Ἱππια : κινδυνευομεν γαρ τοι , ἐν τῃ αὐτῃ ἐμπεπτωκοτες ἀποριᾳ περι
Κλεινιας . Και ἐγω ἀναμνησθεις εἰπον ὁτι Ναι μα Δια κινδυνευομεν γε το μεγιστον των ἀγαθων παραλιπειν . Τι τουτο
9999965 σκευοφοροις
και οἱ πορευθεντες ἐπι την καταλυσιν αὐτου καταλαμβανουσιν ἐν τοις σκευοφοροις τα κατακρυφθεντα ὑπο των θεραποντων ξιφη . μετα τουτο
. οὑτω δη ἀπολαβουσαι παλιν το ἑαυτων σχημα ἐν τοις σκευοφοροις διαγουσι . Και οἱ μεν ἀμφι τον Κυρον δειπνοποιησαμενοι
9999965 σφοδροτερα
. ἁμα δε και δια το ὀξεις οἱ μελαγχολικοι εἰναι σφοδροτερα ἐχουσι τα παθη : το δε ὑπο μειζονος ἡττηθηναι
παρ ' ὑμιν οὐκ οὐσα οὐκ ἠν ἀρετη , ἀλλα σφοδροτερα κακα ἀπελαυνουσα ὑμων ; ποια ἀττα ; εἰπεν .
9999965 ἀπεφαινοντο
εἰ τι ἀλλο τυγχανει τουτοις ὁμοιογενες ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν
και ἀριθμους κραθεντων των πρωτων στοιχειων . σχεδον οὐν ταὐτον ἀπεφαινοντο τοις ἁρμονιαν αὐτην τιθεμενοις , πλην ὁσῳ σαφεστερον οὑτοι
9999965 παραδειγμασι
ὁραν . ἐρω δε ὀλιγα , οἱς ἀν τις δυναιτο παραδειγμασι χρησθαι πολλων . ἀπαγγελλων δη προς τους Φαιακας Ὀδυσσευς
συλλαβη εἰς μερος λογου ἠι πεπερατωμενη ὡς ἐν τοις προκειμενοις παραδειγμασι , σπανιωτερον δε ἐπι μεσης λεξεως . οὐ μην
9999965 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999965 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999965 συνεχειᾳ
δε των πειθομενων ὡς ἐξαπατωμενων . και τοσουτον ἰσχυσε τῃ συνεχειᾳ των ἀγωνων , ὡστε καθηρας ἡμιν την πολιν της
οὐν ἡ ἀρετη των πρακτικων , πασαν δε πραξιν ἐν συνεχειᾳ θεωρεισθαι συμβεβηκε , παντος δε συνεχους ὡσπερ ἐν τοις
9999965 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999965 Ἑλλανικου
ἐχρησατο , ἐνταυθα μεν τῃ Φερεκυδους , ὑστερον δε τῃ Ἑλλανικου : νεωτερον παρος : τον Πολυνεικην . ὁ μεν
. . , : περι δε Θεοπομπου και Ἐφορου και Ἑλλανικου και Φιλιστου και των ὁμοιων τουτοις περιττον ἐδοξεν εἰναι
9999965 μυστηριοις
φυλαξασθαι ] ἐξελθειν εἰς Χαιρωνειαν . . . . τοις μυστηριοις ] μυστηρια δει νοειν τα Κορης και Δημητρος .
την θεον θυσιαις τ ' ἐπιφανεσταταις και τοις ἐν Ἐλευσινι μυστηριοις , ἁ δια την ὑπερβολην της ἀρχαιοτητος και ἁγνειας
9999965 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999965 ἰδιοτητα
? ὑποθεσει ? ? ? το μη [ ] εἰναι ἰδιοτητα [ ἀνεμου - ] τινος μηδε ? [ τα
τῳ περατοειδει δεσμῳ καταπηγνυντες εἰς την του πεπερασμενου μιαν ἀλλην ἰδιοτητα , ἐν ᾡ και περας και ἀπειρον . Ἐστι
9999965 ἐκοσμησαν
φιαλαις , ἁ ἠν ἐπαθλα των ἀγωνων , τον ἑαυτων ἐκοσμησαν οἰκον , των της νικης στεφανων μεταλαβοντες . λαμπει
κατασκευασμασιν ἀνυπερβλητοις , τας δε πολεις ἀναθημασι πολυτελεσι και παντοιοις ἐκοσμησαν . και τα μετα την τελευτην δε γινομενα των
9999965 κομαν
σατυρικην , τον κορδακα παρ ' Ἑλλησι καλουμενον , και κομαν [ Ἰνδους ] τῳ θεῳ μιτρηφορεειν τε ἀναδειξαι και
ποτι κυματ ' ἐπ ' ἀιονι πτυοντα , λυσασαι δε κομαν και ἐπι σφυρα κολπον ἀνεισαι στηθεσι φαινομενοις λιγυρας ἀρξευμεθ
9999965 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999965 δαιμονια
ἡ πολις νομιζει θεους οὐ νομιζων , ἑτερα δε καινα δαιμονια εἰσηγουμενος : ἀδικει δε και τους νεους διαφθειρων .
Σωκρατης νομιζει θεους , οὐ νομιζων , ἑτερα δε καινα δαιμονια ἐπεισφερων : Σωκρατης μεν γαρ νομιζει Ὀλυμπιον τον Δια
9999965 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999965 δυσεντερια
και βατον και ἀψινθιον και παντων ὁμοιως στυπτικων . Αἱματηρα δυσεντερια λεγεται , ὁταν αἱμα καθαρον ᾐ το κενουμενον ,
ὀψει τα διαχωρουμενα . και καλειται το παθος τουτο ἡπατικη δυσεντερια . οἱ μεν οὐν πολλοι των ἰατρων ἐπειδαν θεασωνται
9999965 ἰατρικης
λεγομενων , ὡσπερ το ἰατρικον σμιλιον και σιτιον ἀπο της ἰατρικης λεγονται και ἐχουσι μιαν ἀρχην την ἰατρικην , οὐκ
συμβῃ , διαδεχομενῃ ταυτην ἡ μαγειρευτικη τον τοπον ἐκπληροι της ἰατρικης : ἐντευθεν οὐν ὁρμωμενος ὁ Πλατων , ὡς εἰρηται
9999965 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999965 ἐνδεχομενη
' ἐστιν ἡ μεν ἀναγκαια των προτασεων ἡ δ ' ἐνδεχομενη . Ὁτι της ἀναγκαιας καθολου ἀποφασεως οὐσης και ἐνδεχομενον
σχηματι την ἐλαττονα εἰναι καταφατικην , και ὁτι ἡ ἀποφατικη ἐνδεχομενη κατα τον ἐνδεχομενου προσδιορισμον δυναται μεταληφθηναι εἰς την καταφατικην
9999965 ἀκροτατης
δειν καρπον ἑτερον ἀπο των τοιουτων θεωρηματων , ἁ της ἀκροτατης ἀληθειας κεκοινωνηκε : και φιλοθεαμονα ὀντα τας τοιαυτας των
πολιτειας τυραννις καθισταται ἠ ἐκ δημοκρατιας , ἐξ οἰμαι της ἀκροτατης ἐλευθεριας δουλεια πλειστη τε και ἀγριωτατη . Ἐχει γαρ
9999965 εὐδοκιμησαι
παθειν ἐστιν ὀφειλομενον . και τουτον ἐν τε τῳ παραυτικα εὐδοκιμησαι και ἐπιτηδειοτερον ἐς το ἐπειτα Ἀλεξανδρῳ γενεσθαι . Ἐν
ἐς ἁπαν και ἐς ληθην ὀλιγου δειν ἡκουσαν ἀνθρωποις . εὐδοκιμησαι δε Γοργιαν λογων ἑνεκα ἐν τε πανηγυρει τηι Ὀλυμπικηι
9999965 Κλεαρχον
ἁρπαζειν , ὑβριζειν , τιτρωσκειν . ἀγανακτουντες οἱ πολιται παρεκαλεσαν Κλεαρχον βοηθειν : ὁ δε οὐκ ἀλλως ἐφη δυνατον εἰναι
οὐδεν ἡττον ἐτρωσεν αὐτον . Τισσαφερνης οὐκ ὠμοσε τοις περι Κλεαρχον ; τι δε ; ὁ βασιλευς οὐχι και τους
9999964 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999964 Λευκτροις
' ἐποιει ὁσα καλα ἐν τῃ Σπαρτῃ , και ἐν Λευκτροις προ του βασιλεως μαχομενος συν Δεινωνι τῳ πολεμαρχῳ τρις
παραδειγματος . ὀρθως ἀρα ὁ Θηβαιος Ἐπαμεινωνδας μετα την ἐν Λευκτροις μαχην μονος Θηβαιων ἐσκυθρωπακως περιῃει και προς τον ἐρομενον
9999964 τεκτονικης
χαρακτηριζεται και οὑ χαριν παντα ποιει . οἱον της μεν τεκτονικης ὑποκειμενα εἰσι τα ξυλα , τελος δε το ποιησαι
ἐπι των ἀλλων τεχνων , ἰατρικης , φερε , και τεκτονικης και χαλκευτικης και των τοιουτων , και μην και
9999964 πλανης
θαλασσαν , ὡς κατ ' Ἐλευσινα γιγνεται , της τε πλανης ἐστη , και την ζητουμενην κομιζεται : μισθους δε
ὁ καθ ' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης . . . . : ὁ δε δωδεκατος αὐτωι
9999964 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999964 ἀνωνυμα
ὀσμων ἐρημωθεν αὐτο μονον ἑπεται . δυ ' οὐν ταυτα ἀνωνυμα τα τουτων ποικιλματα γεγονεν , οὐκ ἐκ πολλων οὐδε
της συνηθειας ὠνομασται , τα δε τῃ ἁφῃ και ὀσφρησει ἀνωνυμα : ἁπτα γαρ λεγομεν και ὀσφραντα παρονομαζοντες , εἰ
9999964 Ἀναξαρχον
κτλ . . . . . ὁτι τον μεν ἁρμονικον Ἀναξαρχον ἐντιμοτατον των φιλων ἐνομιζε . . . , εἰσι
τοις Ἐπικουρῳ προορισμενοις , σκεπτικους δε Ζηνωνα τον Ἐλεατην και Ἀναξαρχον τον Ἀβδηριτην και τον ἀγαν ἠκριβωκεναι την ἀπορητικην ὑποληφθεντα
9999964 παραδωσω
. . . : της προκειμενης , οἱον : οὐ παραδωσω . . . λυπαις . . . : ἀντι
ἀταφον βουλονται Πολυνεικην εἰναι , ἐγω δε τουτων ἀκοντων ταφῃ παραδωσω . . δεινον το κοινον ] χαλεπη και βιαιος
9999964 μηδαμοθεν
: ὁτι δογμα κοινον ἠν Ἑλληνων , μηδεμιαν ἐκπλειν τριηρη μηδαμοθεν ἀνδρων πεντε πλειονας δεχομενην : τον δε ἀρχοντα της
φυσιν γενομενης θερμασιας ἀναγκη και το ἡπαρ αἱμα χρηστον γενναν μηδαμοθεν ἐμποδιζομενον . ὡσπερ οὐν εἰπον , δει σπουδαζειν ἀει
9999964 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999964 Θετταλον
ἀπιστοι δε Θετταλοι ἐνομισθησαν ἠ δια το τον Ἰασονα , Θετταλον ὀντα , ἀπιστον ὀφθηναι περι την Μηδειαν , ἠ
το τε γηρας ἀπεβη , και δις ἐταφη . Το Θετταλον σοφισμα : ἐπι των σοφιζομενων και κακουργουντων . Ἀπο
9999964 σατραπαις
Αἰγυπτιους τι παρακινειν ἀκουων οὐκ εἰχε δια ταχεων ἐκπεμπειν τοις σατραπαις τα δοκουντα οἱ περι αὐτων . τοτε δη ὁ
ἠδη προσιοντος Σεβηρου : ὁ δε Παρθυαιος ἐπιστελειν ἐφη τοις σατραπαις δυναμιν ἀθροιζειν : οὑτω γαρ εἰωθεν , ὁπηνικα ἀν
9999964 Αἰσχυλον
, φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . . . ] προς τον Αἰσχυλον ὁ χορος ἀπο των αὐτου . ἐστι δε ἀρχη
καθαπτομενος . ποθεν ; μη μεν οὐν ἐμοιγε κατ ' Αἰσχυλον μητε παρασπιστης μητ ' ἐγγυς εἰη ὁστις μη φιλος
9999964 ἀγανακτεις
παιομεθα ὑπο του καταρατου ἐν ἐλευθερᾳ τῃ πολει . Τι ἀγανακτεις , ὠγαθε ; μων παρακεκρουσμαι σε ; και μην
ὁ κηπουρος λεγει ” ναι . “ Αἰσωπος λεγει ” ἀγανακτεις οὐν ἀκουων κακοπαθος , εἰ κηπουρος εἰ ; [
9999964 θαυμαζομεν
' Ἀριστοφανει , . τι δητ ' ἐκεινον τον Θαλην θαυμαζομεν ; ἡνικα δε βαρυνεται , δια του τος κλινεται
πεπηρωνται , ἡς βαθυ σκοτος ἀφροσυνη κατεχεεν . εἰτα νυν θαυμαζομεν , εἰ Σωκρατης και ὁ δεινα ἠ ὁ δεινα
9999964 βουλομενῳ
, πολλους ἀγωνιστας ἑξετε της ἀρετης , ἀν δε τῳ βουλομενῳ και τοις διαπραξαμενοις χαριζησθε , και τας ἐπιεικεις φυσεις
ουτε . καιτοι τις οὐκ οἰδεν , ὁτι παντι τῳ βουλομενῳ ῥᾳστον ἐργον ἀν γενοιτο συγχεαι και ἀνελειν ὁμονοιαν ἐκ
9999964 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999964 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999964 ἐμνημονευσαμεν
τῳ ὀνοματι προσαγορευει , ὡς και τινων ἐν τοις προσθεν ἐμνημονευσαμεν . Της δε ψυχης ἐχουσης , ὡς και τοις
προσφερω , εἰσβολη , δυστυχης . Ἐπει δε ἁπλων συμφωνων ἐμνημονευσαμεν , δει γινωσκειν ὁτι παντα τα συμφωνα ἁπλα εἰσι
9999964 Μακεδονικον
Ἰλιαδος . ἡ μεν χλαινα ἡρωικον φορημα , χλαμυς δε Μακεδονικον μετα ἑξακοσια ἐτη των ἡρωικων ὀνομασθεισα : Σαπφω πρωτη
ὁπλιτων βαρυτατῃ παρα παντας τους πεζους κεχρηται καθοπλισει κατα τον Μακεδονικον τροπον , ἀσπισι περιφερεσι και δορασι περιμηκεστεροις : το
9999964 Σικελικος
οἰκει τις ὡς ἐοικεν ἐν τῳ χασματι λιβανωτοπωλης ἠ μαγειρος Σικελικος . [ παραπλησιαν ὀσμην λεγεις ἀμφοιν γλυκυς . ]
, και τουτο ἀρα τις μυθολογων κομψος ἀνηρ , ἰσως Σικελικος τις ἠ Ἰταλικος τις , παραγων τῳ ὀνοματι δια
9999964 εὑρισκων
το θνητον χωριον . και μην οὐδε πας ” ὁ εὑρισκων σε ἀποκτενει ” , καθαπερ σοφιζομενος διεξῃεις : το
Σοφος γε ὁ ἡρως , ἀμπελουργε , και ἀει τι εὑρισκων ἀγαθον τοις ἀνθρωποις . Ἀχιλλεως δε περι τι ἀν
9999964 σκληριαν
, εἰ δε δια φλεγμονην ἠ ἑλκος ἠ οἰδημα ἠ σκληριαν ἠ τι των παραπλησιων δυστοκουσι , των ἐνοχλουντων παθων
ἐν μητρᾳ ἐστι διαθεσις περι τι μερος αὐτης ὡστε εἰναι σκληριαν ἀντιτυπον , ὀχθωδη , ἀνωμαλον , ἀπονον τα πολλα
9999964 ἱερουργιαις
αὐτων ἀνηκειν . Ὁ τοινυν ποικιλος τροπος της ἐν ταις ἱερουργιαις ἁγιστειας τα μεν ἀποκαθαιρει , τα δε τελειοι των
τον ἀνθρωπινον βιον ἐπιτηδειων δεομενοι ἡμιν γενεσθαι παρα των κρειττονων ἱερουργιαις χρωμεθα : ταυτα δ ' ἐστι δηπου κηδεμονιαν σωματι
9999964 Νικανδρος
ἐμφαγειν : ἀρτον γαρ τις τυρωντα τοις παιδιοις ἰαλε . Νικανδρος δ ' ὁ Κολοφωνιος ἐν ταις Γλωσσαις τον ἀζυμον
Ὠλος τ ' Εὐρυβατος τε , δυω βαρυδαιμονες ἀνδρες . Νικανδρος : ἀγινευν Ὠλον τ ' Εὐρυβατον τε πανουργοτατον .
9999964 νεφελην
ποιεισθαι . ἐπειτα τον μεν Δια εἰδωλον ποιησαντα της Ἡρας νεφελην ἐξαποστειλαι , τον δε Ἰξιονα τηι νεφεληι μιγεντα γεννησαι
του χυματοϲ και τα παρεμφερομενα ἐν τῳ χυματι , οἱον νεφελην ἐναιωρημα και την ἐν τῳ πυθμενι ὑποϲταϲιν . εὐδηλον

Back