καλουμενον θρονον λαμβανει , και κρεας , και τῳ πρεσβυτατῳ νεμουσι . : Νεανθης δ ' ὁ Κυζικηνος ἐν τῃ
παντα κεκτηνται , ἀλλα και τοις ἀλλοις αὐτοι νεμουσι . νεμουσι δ ' οὐχ ὁνπερ αὐτοι κεκτηνται τροπον , ἀλλ
9999981 ἐπιτυγχανουσι
σπουδαια και μεταδιωκειν το ἀγαθον , εἰ μη του τελους ἐπιτυγχανουσι , ματην λεγονται και ματην ἀκουονται . ἐπει τοινυν
τους ἀνδρας οὐθεν των δικαιων ποιησαντες : και οἱ πρεσβεις ἐπιτυγχανουσι τοις Οὐιεντανοις λειαν ἐκ της αὐτων χωρας ἀγουσι .
9999980 μαθουσι
θησαυρος ἐστιν και βεβαιος [ ἡ ] μουσικη ἁπασι τοις μαθουσι παιδευθεισι τε . και γαρ τα ἠθη παιδευει και
τριμετροι ἀκαταληκτοι ληʹ , ὡν τελευταιος : μαθουσιν αὐδω κοὐ μαθουσι ληθομαι . μετα δε τον κδʹ κωλον ἰαμβικον μονομετρον
9999978 συμβουλευουσι
προαιρησονται συμβουλευειν μη ὀρθως . εἰ δ ' αὐ ταὐτα συμβουλευουσι , τι δει παντας αὐτους συμβουλευειν ; εἱς γαρ
φυτευειν . ἀλλοι δε ἀπο τεταρταιας αὐτης ἑως ὀκτωκαιδεκατης φυτευειν συμβουλευουσι . τινες ταις προσεληνοις μοναις , τουτεστι ταις πρωταις
9999978 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999977 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999977 οἰκουσι
τοις ἐν τῃ Ἀσιᾳ και Κυπρῳ και τοις προς νοτον οἰκουσι σημαινει , ἐτι δε νοσους και φθορας καρπων και
ἡμιν μεν χειμωνα βορειοτεροις οὐσι , τοις δε την νοτιον οἰκουσι θερος ποιει . και παλιν των ἰσημεριων δισσων οὐσων
9999975 Περιπατητικων
ἐνεργειᾳ εἰναι . Ἀρα οὐν ἀποβλητος ἐστι παντελως ὁ των Περιπατητικων λογος ; φαμεν οὐν οὐδαμως : τριττων γαρ ὀντων
Περιπατητικοι μαλιστα τουτο το μερος ἐξηκριβωσαντο . το δε των Περιπατητικων ὀνομα ἐκ τοιαυτης γεγονεν αἰτιας . φασιν ὁτι ὁ
9999975 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999975 ἐξεταζουσι
του προς τα μειζω συμφεροντος . ὁλως δ ' ἀν ἐξεταζουσι φανειεν ἀν οἱ το ἀχρηστον της καταληψεως ἐπιμεμφομενοι προς
. φροιμιαστεον μεν οὐν σχεδον ὁμοιοτροπως τοις διαβεβλημενοις και τοις ἐξεταζουσι ταυτα , ὡστε προφασεις ἐν ἀρχαις εὐλογους ἐνεγκοντες ,
9999974 συμπληρουσι
, ὁτι ἐπειδη το σημαινομενον ἑν ἐστι , ταυτα δε συμπληρουσι την οὐσιαν του σημαινομενου πραγματος , δια τουτο εἱς
: τα γενη και τα εἰδη των ἀτομων οὐσιων οὐσιαν συμπληρουσι , τα δε οὐσιαν συμπληρουντα οὐσιαι εἰσι , τα
9999974 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999974 ἡσυχαζοντων
ποτον οὐκ εἰσεφερετο , των [ δ ' ] ἀλλων ἡσυχαζοντων , μισοπονηρως διατιθεις ἐκελευσεν εἰσφερειν : ὁ δε κεκληκως
ἰσως τας γενομενας ὑμιν σπονδας ἐχειν τι βεβαιον , αἱ ἡσυχαζοντων μεν ὑμων ὀνοματι σπονδαι ἐσονται , σφαλεντων δε που
9999974 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999974 ἐκπλευσας
ναυς των ἀριστα πλεουσων , Ἀμυνταν ἐπιστησαντες ἡγεμονα , ὁς ἐκπλευσας προς την Περαιαν της Ἀσιας ἐπεφανη παραδοξως πειραταις τισιν
βιβλους τας Ὡρου και Ἰσιδος , και αὐθις εἰς Ἰταλιαν ἐκπλευσας οὑτω διεθηκα τους κατ ' ἐκεινα Ἑλληνας , ὡστε
9999974 νομιζουσι
! ! ! και οἱ Πυθαγορειοι δε ἑνα ἀριθμον εἰναι νομιζουσι : και τινα τουτον ; τον μαθηματικον , πλην
στασιν , και ταυτην ἐν μιᾳ ὡρᾳ ποιησαμενοι , εἰσκρινειν νομιζουσι τι πνευμα : καιτοι τι ἀν γενοιτο ἀπο τουτων
9999974 φιλονεικων
περι των ἀλλων σωματων , ὑπεξαιρουμενου του πεμπτου , φαινεται φιλονεικων Ἀριστοτελης μη τα αὐτα λεγειν Πλατωνι . Ζητησαντος γαρ
ἀνθρωποι ὀντες πολυλογουσιν . ἑλκομενος ] συρομενος . φιλονικειν , φιλονεικων , διαμαχομενος , κινουμενος . πραγματιου ] εὐτελους πραγματος
9999974 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999974 ἐξαιρετον
ἀναξ , Ἀτρεως φιλος παις , τησδ ' ἐρωτ ' ἐξαιρετον μαιναδος ὑπεστη : και πενης μεν εἰμ ' ἐγω
φωσι το ὑγιαζειν κοινον ἰατρου τε και οὐκ ἰατρου καθεστηκος ἐξαιρετον γινεσθαι του τεχνιτου , ἐπειδαν ἰατρικως ἀποτελεσθῃ , τοτε
9999974 ἐκπλευσαι
μεσον του πελαγους . ὑπομειξαντες : ἐγγισαντες ʃ ὑπεισελθοντες . ἐκπλευσαι ἐς την εὐρυχωριαν : ἀντι του ἐκπλευσαντες διαφυγειν ἀνακως
, εἰ ἀναγκαζοιτο στρατευεσθαι , μαλιστ ' ἀν οὑτως ἀσφαλως ἐκπλευσαι : οἱ δε το μεν ἐπιθυμουν του πλου οὐκ
9999974 μισουσι
* το ὁσσα μη πεφιληκε προς το γαν συναπτεον . μισουσι και ἀτην ἡγουνται . * * ᾠδην . των
αὐτων ἐκθεμενος . ἐπειδη δε ἐκ των προς αὐτους ἐγκληματων μισουσι : και τουτο συστασιν ἐχει των Ὀλυνθιων . εἰ
9999974 φορουσι
. Ὁν τρησαντες ἐναλλαξ διαφανεσι λιθοις περι τε τους καρπους φορουσι των χειρων και περι τους αὐχενας , προς τε
ἐσθητας ἐριννυων φαμεν . αἱ των Δαυνιων γυναικες μελαιναν ἐσθητα φορουσι και τας ὀψεις βαπτονται . πεπαμμεναι θρονοις τοις βαπτοις
9999974 χαρακτηριζεται
, εἰπων δε το ζῳῳ εἰναι ἐσημανε καθ ' ὁ χαρακτηριζεται , τουτ ' ἐστι το εἰδος : το γαρ
τῳ θεῳ , δηλον ἐντευθεν : οἱς γαρ το θειον χαρακτηριζεται , τουτοις και ὁ τελειος φιλοσοφος χαρακτηριζεται : και
9999974 δεικνυουσι
[ ] ἐν ταις βιβλοις του πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης
το οὐνομα ἐπι τοιουτῳ πρηγματι ὀνομαζειν , την δε δευτερην δεικνυουσι ὑποδεεστερην τε ταυτης και εὐτελεστερην , την δε τριτην
9999974 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999973 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999973 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999973 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999973 δυστυχουσι
τ ' Ἀθηναιων πολει [ πρεποντ ' ἐλεξας : τοισι δυστυχουσι [ ] ? γαρ ἀει ποτ ' εἰ συ
πραττειν : Εὐτυχειν . . εὐτυχειν ἐστι τους δικαιους : δυστυχουσι δε . . πονηρους : Κακους και ἀσεβεις .
9999973 συνισταμενη
δε ξηρα και καπνωδης . και ἡ πλεοναζουσα ὑγρα και συνισταμενη νεφη ποιει και κατα μεταβολην ὑετους και ὀμβρους και
ἐπει δε ἀποδειξις προηγουμενως μεν ἡ ἐκ πρωτων και ἀμεσων συνισταμενη , λεγομεν δε ἀποδειξιν κἀκεινην την ἐκ τοιουτων συνισταμενην
9999973 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999973 λανθανουσι
ὠτων ἀφειλετο . οὑτω πολλοι δια πλεονεξιαν τοις ἀλλοις ἐποφθαλμιωντες λανθανουσι και των ἰδιων στερουμενοι . καστωρ ἐστι ζῳον τετραπουν
κινησεις , ἀν μη σφοδρα μεγαλαι ὠσι και ἰσχυραι , λανθανουσι παρα μειζους τας ἐγρηγορικας . ἐν δε τῳ καθευδειν
9999973 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999973 ἁμαρτανουσι
φησι , και καθολου ὑποτιθενται τας ἰδεας οὐσιας εἰναι . ἁμαρτανουσι δε μη ἐχοντες ἀποδουναι τινες εἰσιν αἱ τοιαυται οὐσιαι
δηλωσαι των ἁμαρτηματων , ἀφ ' ὡν κινουμενοι οἱ ἀνθρωποι ἁμαρτανουσι : και φησιν ὁτι οἱ μεν ὑπο πενιας ἀναγκαζονται
9999973 σφοδροτητος
ἐπιφοραν φησι την καταφοραν , οἱ δε καταφορικοι των λογων σφοδροτητος οἰκειοι . [ , ] τι γαρ δηποτε ,
ἐμβαλοντα . ἐμβεβληκοτα ] ἐπαγαγοντα . θΞ ἐμβεβληκοτα ] μετα σφοδροτητος . Ξ εἰ και δικαιως προς τον πολεμον ὡρμησας
9999973 Ἀρτεμισιον
μαχων : προς γαρ τῃ περι Σαλαμινα την περι το Ἀρτεμισιον σοι προσθησω κατα θαλατταν μαχην . ἀλλα γαρ ἀποβλεποντες
Μαγνησιης : ἐκ δε του στεινου της Εὐβοιης ἠδη το Ἀρτεμισιον δεκεται αἰγιαλος , ἐν δε Ἀρτεμιδος ἱρον . Ἡ
9999972 ἠβουληθησαν
ἐμφυτον του ζην ὑπερειδον ἐπιθυμιαν , και τελευτησαι καλως μαλλον ἠβουληθησαν ἠ ζωντες την Ἑλλαδ ' ἰδειν ἀτυχουσαν , πως
ὑγιασθησαν ; το μεν γαρ της τυχης εἰδος ψιλον οὐκ ἠβουληθησαν θεησασθαι , ἐν ᾡ τῃ τεχνῃ ἐπετρεψαν σφας αὐτους
9999972 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999972 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999972 βραχυτατοις
Λεοντος του βασιλεως Ῥωμαιων Αἰθιοπες ἐκομισαν καμηλοπαρδαλεις και δυο ἐν βραχυτατοις σωμασιν ἀνδρας φρενοβλαβεις , οὑς δη πυγμαιους Ὁμηρος ὠνομασε
περι φυσεως συγγραμμα και ἀλλο το περι θεων ὡς ἐν βραχυτατοις αὐτον ἀνεδιδαξεν . ἠλθε μεν γαρ Ἀβαρις ἀπο Ὑπερβορεων
9999972 δυσι
∠ ʹ και δʹ ἐγγιστα , περιδρομαις δε του ἀστερος δυσι και μοιρᾳ α και διμοιρῳ και εἰκοστῳ , ἐπειδηπερ
των ἐν τῃ κεφαλῃ . Ἀνατελλει δε ὁ Ἀετος ἐν δυσι πεμπτημοριοις της ὡρας . Του δε Δελφινος ἀνατελλοντος συνανατελλει
9999972 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999972 προαγορευουσι
και εἰ τι ἀλλο ὀνομα τουτοις ἰσοδυναμει , πασιν ἀγαθα προαγορευουσι πλην των νοσουντων : τουτους δε ἀναιρουσιν , ἐαν
ἀπρακτοι πλην των φοβουμενων και φευγοντων : θαττον γαρ ἀποφυγειν προαγορευουσι : στεναι δε παντελως δυσθυμιας σημαινουσι . Δικαστηρια και
9999972 Συρακουσιος
δεξαιτο ὁ Ἱερων . οἰκοθεν οἰκαδε : ὁτι Ἀρκας και Συρακουσιος ὁ Ἀγησιας . ὁ δε νους : οἰκειον ὀντα
, συνετους δε τινας και νομοθετικους . Ἀρχετιμος δε ὁ Συρακουσιος [ ] ὁμιλιαν αὐτων ἀναγεγραφε παρα Κυψελωι , ἡι
9999972 κωμῳδιων
ἐν τισι δε † Εὐπολιδος μεμνηται και των εἰς Ὑπερβολον κωμῳδιων . ταυτα ἀπο των προτερων Νεφελων : τοτε γαρ
εἰναι θεατας δεξιους και ταυτην σοφωτατ ' ἐχειν των ἐμων κωμῳδιων πρωτους ἠξιως ' ἀναγευς ' ὑμας , ἡ παρεσχε
9999972 φιλονεικει
ἐπειδη δε ἀναισχυντων ἐτι προς την γραφην ταυτην ὁ συκοφαντης φιλονεικει , κἀκ των νομων τουτου διελεγξαι πειρασομαι την ἐπηρειαν
Μαρκελλινου . Τεχνικως και ἀκριβως συλλογιζεται : εἰ και κακως φιλονεικει : εἰ γαρ παν ζητημα φησιν ἀπολογιαν ἐχει ,
9999972 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999972 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999972 λειοτητα
. ” βελτιον δε δια την ἐπιφαινομενην κατ ' ἰσον λειοτητα των σταχυων . ληϊβοτειρης της το ληϊον , ὁ
πυρος ἑκατερου κοινωνιας ἀλληλοις , ἑνος τε αὐ περι την λειοτητα ἑκαστοτε γενομενου και πολλαχῃ μεταρρυθμισθεντος , παντα τα τοιαυτα
9999972 ἐξαγουσι
ἐπιτεθεισαι . καπνιζομεναι δε κοριδας ἀναιρουσι . βδελλας δε καταποθεισας ἐξαγουσι κοριδες ὑποθυμιωμεναι : ἀντιπαθουσι γαρ ἀλληλαις . Γλαυκος ἰχθυς
αἱματι μιανθῃ . ” τοτε μεν δη μολις ἀφελκυσαντες αὐτον ἐξαγουσι του ἱερου . τοσουτον δ ' εἰπεν ἀπιων :
9999972 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999972 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999972 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999972 φερουσης
ἰχνους λαβεσθαι οἱος τε ὠν οὐδε ἀρχης ἡστινοσουν ἐπιδραξασθαι εἰσω φερουσης , ὁτε δε ὁ προφητης ἐκεινος ἀναπετασας τα προπυλαια
ἀπο των αὐτων φυτευομενων αἱ θ ' ὁλως ἀκαρπιαι μη φερουσης της χωρας . Ἐκ δυοιν γαρ ἠ και πλειονων
9999972 πιττης
δε κεραμισιν ἀπεστεγανουντο προς το ξυλον , ὑποτιθεμενων ὀθονιων μετα πιττης , ἠν δε ἡ ναυς τῃ κατασκευῃ εἰκοσορος ,
δε νευρον ἠ νευρωδες τι διατεθλασται , ἐνταυθα ἐγω και πιττης ὑγρας βραχυ μιγνυς οἰδα μετριως λυσιτελες ἀποφηνας το ἐπιπλασμα
9999972 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999972 ἀσκουσι
πλειστον κακον . και μην ὁσοι μεν σαρκος εἰς εὐεξιαν ἀσκουσι βιοτον , ἠν σφαλωσι χρηματων , κακοι πολιται :
, ὁτι μη καταφρονητεον λογων τοις ἀθληταις ἁτε ἐν ἐργοις ἀσκουσι . λογος γαρ εἰς παντα ἐπιτηδειος και προς παν
9999972 Λακεδαιμονιον
κατα την ὀγδοην και τριακοστην , ὁτε νικησαι μεν Εὐτελιδαν Λακεδαιμονιον , την δε ἰδεαν ταυτην μηκετι ἀγωνισασθαι παιδα ἐν
τοτε ἐτυχον ἐπιδημουντες , συνηρπαζον δε παντα τινα και ὁν Λακεδαιμονιον σαφως ὀντα ἠπισταντο και ὁτῳ κουρας ἠ ὑποδηματων ἑνεκα
9999971 κρατησαντα
και των ἀλλων οὐκ ὀλιγους ἀνελειν , το δε τελευταιον κρατησαντα των βασιλειων την μεν Κλεοπατραν [ ἐκ ] της
ἐτι και βασιλεα μονον ἐφ ' ἁπαντων γενεσθαι τῳ ἀστραγαλῳ κρατησαντα , ὡς μητε ἐπιταχθειης γελοια ἐπιταγματα και αὐτος ἐπιταττειν
9999971 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999971 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999971 τεταρτην
τρεις οὐ ποιει συμβεβηκοτα ἡ Πλατωνικη ὑπογραφη , την δε τεταρτην , τουτ ' ἐστι την δευτεραν και μερος ,
, την νεαν και προσφατον κληδονα , οἱτινες φυλασσοντες την τεταρτην φυλακην προκαθημεθα : λυσον βλεφαρων : ἀντι του :
9999971 ἀπεκτεινεν
ἑαυτην ἀνηρτησε : Πελιας δε και τον αὐτῃ καταλειφθεντα παιδα ἀπεκτεινεν . ὁ δε Ἰασων κατελθων το μεν δερας ἐδωκε
και θελησαντα καταποντισαι τον ἑτερον των παιδων λακτισας ὁ Ἡρακλης ἀπεκτεινεν . [ . ] . : Δημαρατος δε αὐτον
9999971 ἀκρατως
ἐξειργασμενος . δικαιου δε της γνωμης φανεισης και δεχθεισης , ἀκρατως οἱ πολλοι μετετιθεντο , μεχρι Κατων ἠδη σαφως ἀνακαλυπτων
, ἐκπαλαι . ἐπνιγομην τα σπλαγχνα : ἠγουν ἐφλεγομην και ἀκρατως εἰχον , ὡστε συνταραξαι παντα , ἁπερ οὑτος εἰπεν
9999971 συνιστησι
του ἑλκε δ ' ὁμου και νευρην μεν μαζῳ πελασεν συνιστησι την ἐντασιν γεγενημενην , εἰθ ' ἑξης λεγει ,
ἀνευ του ἑνος , ὡστε και την ὑπαρξιν ἡ μεθεξις συνιστησι , τουτο δε ἐστι , την διακρισιν ἡ ἑνωσις
9999971 λυουσι
και μαλιστα εἰ γλυκεια εἰη . και πολλαι μεν ἐσθιομεναι λυουσι γαστερα , ὀλιγαι δε ἱστασι , και κορυζαν παραμυθουνται
οὐρησιν , οἱ δε πικροι μαλλον μεν εἰσιν οὐρητικοι , λυουσι δ ' αὐτων ἐνιοι και τας κοιλιας : οἱ
9999971 ἐξαιρετος
τῃ χωρᾳ . των μεν αὐτοφυων , ἀηρ τε οὑτος ἐξαιρετος του πολλου και λιμενες τοσουτοι , ὡν εἱς ἑκαστος
ἁπαντας , το δ ' ἀληθες , των ἀνδρων τουτων ἐξαιρετος . οἱ μεν γαρ τους ἀλλους ἐπαινειν σπουδαζοντες ,
9999971 ὑποπτευσας
ἐφ ' ὡν δε το ψυχρον ἐφοβηθην δουναι ἠ φλεγμονην ὑποπτευσας εἰναι κυριου μοριου ἠ δια το την δυναμιν ἀσθενειν
Σωκρατει τῳ Ἀθηναιῳ περι της πορειας . και ὁ Σωκρατης ὑποπτευσας μη τι προς της πολεως ὑπαιτιον εἰη Κυρῳ φιλον
9999971 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999971 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999971 πλεοναζουσι
. Θ . . τινες μετα του τ ἀνυτειν : πλεοναζουσι γαρ οἱ Ἀττικοι το τ . . . Θ
ὁριζοντος ἑως της μεσουρανουσης μοιρας : εὑρισκω μοιρας ρ αἱ πλεοναζουσι των Ϙ παλιν το θʹ μερος αὐτων . ἀπο
9999971 φιλονικιαν
τις παρ ' αὐτῳ φονου ἀφ ' ὡν προηπειλησεν εἰς φιλονικιαν καταστας : σημειον , φησιν , ὁτι συ αὐτον
ταυτα , παλιν δε τἀναντια , δι ' ὀργην ἠ φιλονικιαν ἠ χρημασι πληγεντες , ὡσπερ ἐπι τρυτανης , ἐφη
9999971 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999971 ὁρμητηριον
κεφαλαιωδη και περι των Ῥωμαιων των κατασχοντων αὐτην και κατεσκευασμενων ὁρμητηριον προς την συμπασαν ἡγεμονιαν , προσειληφθω και ταυτα ,
των ἐν Ἰωνιᾳ : λειπει ἡ ἀπο . ὁρμωμενοι : ὁρμητηριον ἐχοντες . ἐλπιδα δ ' εἰναι : ἐφασκε δηλονοτι
9999971 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999971 Λακωνικας
ἐνδεδυκως , χλαμυδα δε ἐφεστριδα περιβεβλημενος πολυτελη και ὑποδουμενος λευκας Λακωνικας , στεφανον δαφνης χρυσουν ἐστεμμενος , και διανεμων τα
μα τον Διονυσον , οὐδ ' ἐγω γαρ τας ἐμας Λακωνικας , ἀλλ ' ὡς ἐτυχον χεζητιων , ἐς τω
9999971 μαντικης
κατ ' ἀρχας περι τε τον κοσμον , ἁπαντα μεχρι μαντικης και ἰατρικης προς ὑγιειαν ἐκ τουτων θειων ὀντων εἰς
] ἀσαφει . κλαγγαι ] βοηι . θεσπεσιας ] της μαντικης . στροφη ἑτερα κωλων Ϛʹ . ὀλεθριοι ] οἱ
9999971 στρατευματι
τῃ ἐπιγιγνομενῃ ἡμερᾳ ἐξηταζοντο και ἐλαθον αὐτους παντι ἠδη τῳ στρατευματι ἐκ της Κατανης σχοντες κατα τον Λεοντα καλουμενον ,
' αὐ Κυρος ταυτα ἰδων περιισταται τον λοφον τῳ παροντι στρατευματι , και προς Χρυσανταν πεμψας ἐκελευε φυλακην του ὀρους
9999971 ἀπονεμουσι
κλεψωσιν ἠ ἀρνησωνται ἠ χρεωκοπησωσιν ἠ ἁρπασωσιν ἠ λεηλατησωσι μοιρας ἀπονεμουσι τοις βωμοις , οἱ δυσκαθαρτοι , το μη δουναι
μυθος προς ἀνδρας οἱτινες ἀπο κινδυνου διασωθεντες τοις εὐεργεταις τοιαυτας ἀπονεμουσι χαριτας . Λυκος δε ποτ ' ἀρας ἀρνιον ἐκ
9999971 φιλοπονιαν
εὐκολιαν και μεγαλοφροσυνην και εὐταξιαν και ἀνδρειαν και καρτεριαν και φιλοπονιαν και φιλονικιαν και φιλοτιμιας τας Λακεδαιμονιων , παιδ '
ἀει τι κομιζοντας , ἱνα παντες ἰδωσι την της θηρας φιλοπονιαν και την εἰς αὐτους ἐκτενειαν . Δημητριος δ '
9999971 συνεχουσα
σφοδρα τ ' εἰχε προχειρα ταυτι : ” φυσις ἡ συνεχουσα με και διαλυσεται δη . “ ὁ μεν οὐδεν
δυναμις και ἐπ ' αὐτης της ἀοριστου και ἀλογου φυσεως συνεχουσα το σκεδαστον αὐτης και εἰς ὁρον πως τιθεισα .
9999971 ἀπομνημονευσαι
προς σε εἰπειν Πολυστρατου ἑνεκα τουτου παυσομαι , ἱνα και ἀπομνημονευσαι δυνηθῃ τα εἰρημενα . Οὐκ οἰδα εἰ μοι τουτο
, ἀλλ ' , εἰπερ τις , ἀγαθος χαριτος τε ἀπομνημονευσαι και τηρησαι καιρον ἀμοιβων και σπευσαι λαμπροτερον ἀποδουναι .
9999971 συνεργουσης
προσλαμβανον θεραπειαν ὡσπερ χωραν οἰκειαν μη μαλλον εὐσθενει και καλλικαρπει συνεργουσης τῃ φυσει της τεχνης : ἀλλ ' οὐκ ἐστιν
ἐκ των ὀπισθεν μερων παρισταμενοι προεωθουν , πολλα της τεχνης συνεργουσης εἰς την κινησιν . κατεσκευασε δε και χελωνας τας
9999971 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999971 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999971 ἀποδειξις
ἀποδειξις . και δη προδηλος μεν προδηλου οὐ δυναται τυγχανειν ἀποδειξις , ἐπει το προδηλον οὐ χρῃζει ἀποδειξεως , ἀλλ
εἰ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : εἰ οὐκ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : ἠτοι δε ἐστιν ἀποδειξις ἠ
9999971 Κρητικοις
Ἐλυμνιατης . Ἐλυρος , πολις Κρητης , ὡς Ξενιων ἐν Κρητικοις . ὁ πολιτης Ἐλυριος . Ἐλωρος , πολις Σικελιας
ἐναντια ἡγησαμενον ἀνεθεσαν οἱ Αἰτωλοι . ἐστι δε ἐν τοις Κρητικοις ὀρεσι και κατ ' ἐμε ἐτι Ἐλυρος πολις :
9999971 δικελλαν
: την μεν γαρ λιτραν εἰρηκασιν οἱ Σικελικοι κωμῳδοι , δικελλαν δε πενταστατηρον Σωσικρατης ἐν Παρακαταθηκῃ την πενταλιτρον . ὁ
μηχανας , πυρ ἐπι την κομην , ἐπι τους ὀφθαλμους δικελλαν , θυρας τινες ἐπι το στομα και τας της
9999971 ταχυτερα
βασιληιον : εὑρων δε τουτο ὁ Δαρειος και γνους ὡς ταχυτερα αὐτος ἠ σοφωτερα ἐργασμενος εἰη , ἐλυσε . Βασιλεα
οὐσης της θερμοτητος , και τα μεσα της διαστολης ἐστι ταχυτερα , ὡστε τα περατα μη πολλῳ των μεσων εἰναι
9999971 ἀκολουθησας
τεχνων ἐξεταζεσθαι : τῃ γαρ περι τον λογον ἀτοπιᾳ τις ἀκολουθησας νεον τον κοσμον ἀποφανει κομιδῃ μολις προ χιλιων παγεντα
ᾑ φασι τον Ἡφαιστον χαλκευειν . πλαγκτην δε αὐτην εἰρηκεν ἀκολουθησας τοις περι Ἰταλιαν και Σικελιαν μυθολογουσι την Ὀδυσσεως πλανην
9999971 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999971 ἐνεργουσι
ἀν λαβοις ὁτι παντες οἱ ἀνεπιστημονως ζωντες ἀβουλητως και ἀκουσιως ἐνεργουσι : ᾡ ἑπεται το και τα ἁμαρτηματα παντα ἀκουσια
ψογοι και οἱ ἐπαινοι παρακολουθουσιν ; ἀρ ' οὐχι τοις ἐνεργουσι και δρωσι ; κατορθουντες μεν γαρ ἐπαινον , ψογον
9999970 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999970 Σαρδιων
διαφυγων αὐτις μεγας παρα βασιλεϊ γενηται , Ἀρταφρενης τε ὁ Σαρδιων ὑπαρχος και ὁ λαβων Ἁρπαγος , ὡς ἀπικετο ἀγομενος
. Ἀπιγμενον δε αὐτον ἐκ των Σουσων εἰρετο Ἀρταφρενης ὁ Σαρδιων ὑπαρχος κατα κοιον τι δοκεοι Ἰωνας ἀπεσταναι . Ὁ
9999970 ἠναντιουτο
ἡγειτο της ἐλευθεριας τοις Ἑλλησιν , τῃ δε φιλοτιμιᾳ οὐκ ἠναντιουτο τοις Λακεδαιμονιοις , ἱνα μη φθονηθωσιν ὑπο των συμμαχωνἐφ
τε πεισθεις και τῃ τυχῃ ἐλπισας , ὁτι οὐδεν αὐτῳ ἠναντιουτο , τους Λοκρους οὐκ ἀναμεινας οὑς αὐτῳ ἐδει προσβοηθησαι
9999970 καθεστωτα
και φαινομενα πτερυγωματα καλειται , τροπῳ τινι χειλη του κολπου καθεστωτα . παχεα δ ' ἐστι και σαρκωδη και προς
την περισπωμενην , γενησεται δωδεκα . τα δε κοινα τρια καθεστωτα τας ἑπτα προσῳδιας καθ ' ἑκαστον ἐπιδεχεται , και
9999970 ἐξεταζομενα
ἀπο της ἀρχης του ζητηματος μεχρι τελους ταυτα ἐστι τα ἐξεταζομενα : καλειται δε και εἰκοτα , διοτι περι την
προ του δοκουντα ὑπερδεινα μικρα τε και κουφα προς τουτο ἐξεταζομενα , και οὐδεν ὡν ἐπραττον , ἀνευ δακρυων ἐπραττετο
9999970 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999970 ἐρωτησας
μη ἐχει τον δεκα ἀναγκη και δεκα μοναδας ἀποβαλειν . ἐρωτησας οὐν ποιον συναγει ποσον : οὐ γαρ εἰ μη
τα τε ἀλλα περι ἰσοτητος διαλεχθεις και τι και τοιουτον ἐρωτησας : τι δε ἐπιγραψομεν ἐλεγειον ; ἠ τουτο :
9999970 ἐρωτησις
ὀντα αὐτον μοι δειξω . φερε δη προσεστω κἀν τουτοις ἐρωτησις , οἱον εἰ τις ἠρετο αὐτον , ἡνικα εἰς
προς τους κριτας ἠ τον ἀντιλεγοντα τον λογον τρεψομεν . ἐρωτησις δε και πευσις ταυτῃ διαφερουσιν , τῳ την μεν
9999970 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν

Back