ἐβουλευσατο μαχης , ἱνα μη δοξῃ προς τους πολεμουμενους εἰναι μικροψυχος : οὐχ οὑτως ὁ Μακεδων εὐηθης ἠ το φρονημα
. ὁ μεν οὐν μεγαλοψυχος τοιουτος . ὁ δε ἐλλειπων μικροψυχος , ὁ δε ὑπερβαλλων χαυνος : οὐκ εἰσι δε
9999980 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999978 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999978 σμικροις
χελιδονων μουσεια , λωβηται τεχνης : ἐπι των εἰρωνευομενων ἐπι σμικροις . Ἐπι τοις ὁπλοις ἀκκιζεται : ἐπι των ἐπαιρομενων
ἐξηγειται τοὐνομα : δυσανιος δε ἐστιν , ὁστις ἐπι τοις σμικροις ἀνιαται και ἐπι τοις μεγαλοις μαλλον ἠ οἱ ἀλλοι
9999978 λαβου
ὑπνον πεσων . βουληι θιγω σου κἀνακουφισω δεμας ; λαβου λαβου δητ ' , ἐκ δ ' ὀμορξον ἀθλιου στοματος
κλιτικην ἐκτασιν συστειλας το ἰδιον προστακτικον ποιει , ἐλαβομην ἐλαβου λαβου , ἐπραθομην ἐπραθου πραθου : ταυτα δε παραλογως Ἀττικοι
9999978 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999978 τετραμετροι
ἑφθημιμερες , ὁ καλειται παροιμιακον . ἑξης τουτων στιχοι τροχαϊκοι τετραμετροι καταληκτικοι γʹ . ἑξης τουτων κωλα ὁμοια τοις ἀνω
και ἐκθεσις εἰς αὐτην την παραβασιν . στιχοι ἀναπαιστικοι καταληκτικοι τετραμετροι μαʹ . Γ εἰ μεν τις ἀνηρ των ἀρχαιων
9999977 συμπρεσβεις
τα γε δη καταγελαστα παντελως , ἐφ ' οἱς οἱ συμπρεσβεις ἐνεκαλυψαντο , ὡς ἐξενισε τους πρεσβεις τους Φιλιππου ,
. Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , καλει μοι τους συμπρεσβεις και την μαρτυριαν αὐτων λεγε . Ἐπειδη τοινυν ,
9999977 Μαρδονιον
κιθωνας κατηρειξαντο παντες βοῃ τε και οἰμωγῃ ἐχρεωντο ἀπλετῳ , Μαρδονιον ἐν αἰτιῃ τιθεντες . Οὐκ οὑτω δε περι των
εὐ ἠπιστεατο ὡς ἐκ παντος νοου παρεσκευασται μενων πολεμησειν : Μαρδονιον δ ' οὐδεν τουτων ἐλανθανε ὡς μαλιστα ἐμπειρον ἐοντα
9999977 Καλλικρατους
πελαγος κατεποντωσαν . . . : Καλλιστρατος δε φησιν ὁ Καλλικρατους ὁ δημαγωγος και αὐτος προς μεν τας ἡδονας ἠν
και Περσεως . ὁ μεν δη ταυτα ἐλεγεν ὑπο διδασκαλιᾳ Καλλικρατους : ἀναστας δε μετ ' αὐτον Ξενωνἠν δε ὁ
9999977 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999977 μετωνομασεν
: ὁς ἀκμασας εἰς τιμην του συγκυρηματος τον ποταμον Τιγριν μετωνομασεν , καθως ἱστορει Ἀριστωνυμος ἐν γʹ * * .
δε ὡς οὐδε Πρωτευς ἐτι καλεισθαι ἀξιοι , ἀλλα Φοινικα μετωνομασεν ἑαυτον , ὁτι και φοινιξ , το Ἰνδικον ὀρνεον
9999977 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999977 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999977 λογισμοις
, ἐκστασιν ἡμιν ἐνεποιει και φρικην . Πλην ὁτι τοις λογισμοις θατερου τουτων παλαιοντες , οὑτω τας ἐφεξης ἡμερας διετελουμεν
. και ταυτα μεν περι τουτων . τοις δε ὀρθοις λογισμοις ἐξ ἀναγκης ἑπεται και περι των δοκουντων ἀτακτως κατα
9999977 Αἰγυπτιον
ὁτε ἠκουσε του Μεμνονος ὁ σεβαστος Ἀδριανος . Μεμνονα πυνθανομαν Αἰγυπτιον , ἀλιω αὐγαι αἰθομενον , φωνην Θηβαικω ' πυ
” και ὁ μεν ἀπηλθεν : ἐγω δε προς τον Αἰγυπτιον εἰσελθων τυπτων τε αὐτον πυξ κατα των προσωπων και
9999977 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999977 γεωμετρικην
κοινων νομην τοις πολιταις ἐκεινο το δικαιον και προς την γεωμετρικην ἀναλογιαν ἐστι νεμομενον , ὡς δεδεικται . ἀν τε
δυο γαρ τετραγωνων συνεχων εἱς μονος εὑρισκεται μεσος ἀναλογιαν σωζων γεωμετρικην , προλογος μεν προς τον ἐλαττονα , ὑπολογος δε
9999977 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999977 κυαμοις
. μετα δε το ἁλωναι κακουργουντα Ξενοτιμον ὑπηρετην ἐν τοις κυαμοις , οὑτως ἡ των φυλλων χρησις ἐπε - νοηθη
των ἀρτιων ἠ και περιττων . ταὐτον δε τουτο και κυαμοις ἠ καρυοις ἠ ἀμυγδαλαις , οἱ δε και ἀργυριῳ
9999977 μικρου
γαρ παρ ' αὐτοις εἰρηται . Τα δια του οψ μικρου τε και μεγαλου γραφομενα ἀδιωριστα καθεστηκεν ὁμοιως ἐπι κυριων
δηλωσαι ὁ Πλατων την ὑλην δια του μεγαλου και του μικρου ἐδηλου αὐτην . φησιν οὐν ὁ Ἀριστοτελης ὁτι το
9999977 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999976 ὁρμητηριον
κεφαλαιωδη και περι των Ῥωμαιων των κατασχοντων αὐτην και κατεσκευασμενων ὁρμητηριον προς την συμπασαν ἡγεμονιαν , προσειληφθω και ταυτα ,
των ἐν Ἰωνιᾳ : λειπει ἡ ἀπο . ὁρμωμενοι : ὁρμητηριον ἐχοντες . ἐλπιδα δ ' εἰναι : ἐφασκε δηλονοτι
9999976 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999976 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999976 Δικαιογενης
ὠ ἀνδρες , περι τουτων ἐμελλον ἀπολογησεσθαι μονον Λεωχαρης ἠ Δικαιογενης , ἀρκει ἀν μοι τα εἰρημενα : ἐπειδη δε
ἠ τας θυγατερας ἠξιουτε διαιτασθαι . . . προὐκειτο . Δικαιογενης δε τεως μεν ᾠκει παρ ' ἡμιν , δοκιμασθεις
9999976 σπουδαιων
ἐν γλυ - κει κρητικῳ , ἠ ἑτερῳ τινι των σπουδαιων . Ἐρασιστρατος δε ἐν τῳ περι δυναμεων ἀνεγραψατο ,
διαφοραν των ὀντων , ἀψυχων ἐμψυχων , ἀλογων λογικων , σπουδαιων φαυλων , δουλων ἐλευθερων , νεωτερων πρεσβυτερων , ἀρρενων
9999976 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999976 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999975 γενετο
αὐταρ ἐπει δη τειχος ἐπεσσυμενους ἐνοησαν Τρωας , ἀταρ Δαναων γενετο ἰαχη τε φοβος τε , ἐκ δε τω ἀϊξαντε
εὐχωλη των ὀλλυντων . . . . ὡς των μισγομενων γενετο ἰαχη τε πονος τε . φοβος : ἡ διπλη
9999975 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999975 ὀλιγαρχικον
αὐτης ἐστι δημοκρατικον , ἀλλο δε ἀριστοκρατικον , τριτον δε ὀλιγαρχικον , τεταρτον βασιλικον , πεμπτον τυραννικον . δημοκρατικον μεν
ποιμενα λαων : ἐμφανισκειν γαρ βοσκηματα τους ἀλλους ὀντας , ὀλιγαρχικον ὀντα . τοις κυαμοις πολεμειν ὡς ἀρχηγοις γεγονοσι του
9999975 φιλανθρωπος
δεσποτης , οὑτω και του νομου πολλακις μαλθασσει τον θυμον φιλανθρωπος βασιλευς , και προσταττοντος ἀποσφαττειν , εἰ τυχοι ,
. τοιαυτ ' ἀπηυρω ] τοιουτων , φησιν , ἐπετυχες φιλανθρωπος γενομενος . ἐν ἠθει δε ὁ λογος , οἱον
9999975 ἀκρωτηριων
, οὐδ ' εὐθυτενης , ἀλλα συνεχεσι και παραλληλοις ὑπεροχαις ἀκρωτηριων ἀγνυμενος , παρ ' ὁ και διναι συνεχεις και
τηρητης και παντος του σωματος φυλαξ . των δ ' ἀκρωτηριων ἡ μεν δεξια τους δακτυλους ἐκτεταμενους ἐχουσα σημαινει βιου
9999975 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999975 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999975 Ἀρτεμισιον
μαχων : προς γαρ τῃ περι Σαλαμινα την περι το Ἀρτεμισιον σοι προσθησω κατα θαλατταν μαχην . ἀλλα γαρ ἀποβλεποντες
Μαγνησιης : ἐκ δε του στεινου της Εὐβοιης ἠδη το Ἀρτεμισιον δεκεται αἰγιαλος , ἐν δε Ἀρτεμιδος ἱρον . Ἡ
9999975 τριμετροι
διπλης μονοστροφικης και συνεχους . οἱ δε στιχοι εἰσιν ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ρμθʹ , ὡν τελευταιος : και ταυτ '
ἐν ἐκθεσει του δραματος . οἱ δε στιχοι εἰσιν ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ιηʹ . βατ ' ἐκ δομων ] ἑτερα
9999975 βελτιστοις
ἐτι δρωντος , την αὐτην δε ἰοντος οὐχ ὁμοια τοις βελτιστοις ἡ χαρις . ἡ γαρ ἐπι τῳδε λυπη βαπτιζουσα
ἐπισταμενους ὁτι ὁ θανατος κοινος και τοις χειριστοις και τοις βελτιστοις ; οὐτε γαρ τους πονηρους ὑπερορᾳ οὐτε τους ἀγαθους
9999975 τεταμενα
τε ξυνεχουσι τενοντες Ἀγκωνος : ἡ διπλη ὁτι παντα τα τεταμενα νευρα τενοντας Ὁμηρος λεγει . . . . αὐταρ
αὐτοις της ἐπιφανειας ὁλης : τα μεντοι κατα της γαστρος τεταμενα ἀγγεια πελιουνται . Πολλη δε δυσελπιστια ἐστιν , εἰ
9999975 διωρισμενα
καθο συνεχη ἐστιν ἑαυτοις και μερη ἐχει , καθο και διωρισμενα τουτοις πασιν ἐστι . το οὐν παντῃ διαφερον τινος
δεχομενην δε τα σχηματα και τας ποιοτητας παντα γιγνεσθαι τα διωρισμενα . εἰ οὐν ὡς ἀφ ' ἑνος ὑποκειμενου της
9999975 χαρακτηριζεται
, εἰπων δε το ζῳῳ εἰναι ἐσημανε καθ ' ὁ χαρακτηριζεται , τουτ ' ἐστι το εἰδος : το γαρ
τῳ θεῳ , δηλον ἐντευθεν : οἱς γαρ το θειον χαρακτηριζεται , τουτοις και ὁ τελειος φιλοσοφος χαρακτηριζεται : και
9999975 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999975 συμποσιοις
προς τε τους καιρους , οἱον ἐν ἑορταις και ἐν συμποσιοις , και ἐν ἐπιπληξεσιν δε προς τους τρυφερωτερους ,
ὁλης ἡμερας ἀξει και τελεσει ἡ πολις τους ἐν τοις συμποσιοις χορους ταις των κυλικων φιλονικιαις . λεγει δε τας
9999975 ἀμεταβολου
ὀντα και ἐχοντα ἀμεταβολον προ του η και προ του ἀμεταβολου ἑτερον συμφωνον : ἀλλα μην δια του τος οὐκ
δε τα ἀμεταβολα ἐκτεινουσιν : ὁτι , φασι , του ἀμεταβολου ἡ ὑγροτης σχεδον ὁμοια ἐστι τῃ του φωνηεντος :
9999975 λιπαραι
Ἀλονη και Φυσια και Ὀφιοεσσα και Βεσβικος , γονιμοι και λιπαραι . : Ἀδραστεια , μεταξυ Πριαπου και του Παριου
τῳ ἀπολλωνι . ὡς και καλλιμαχος . τερπουσιν [ ] λιπαραι φοιβον ὀνοσφαγιαι . διδυμος δε φησι : ταυτα μετα
9999975 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999975 Σαλαμινιον
δε ὁ ἱστορικος Κυμαιον . οὐκ ὠκνησαν δε τινες και Σαλαμινιον αὐτον εἰπειν ἀπο Κυπρου , τινες δε Ἀργειον ,
σοφισταις διελεγετο και καρτερικωτερον ἐν τῳ παγῳ διενυκτερευε και τον Σαλαμινιον κελευσθεις ἀγειν γεννικωτερον ἐδοξεν ἀντιβηναι και “ ἐν ταις
9999975 τραχηλοις
το φιλοκοσμον : χρυσοφορουσι τε γαρ , περι μεν τοις τραχηλοις στρεπτα ἐχοντες περι δε τοις βραχιοσι και τοις καρποις
σειομενοι τους ἀναβαινειν ἐπ ' αὐτους ἐπιχειρουντας ἀποσειοιντο , τοις τραχηλοις αὐτων ἐμβαλλονται κυκλῳ τομας και κατ ' αὐτας τους
9999975 λεγετωσαν
εἱς ἐστιν ὁ βοηθων ἐτι . ἐπει κατα γε τουτο λεγετωσαν μηδεν εἰναι χαλεπον μηδε το τους ὀρφανους βλαπτειν τους
δε ταρασσονται δια την ὁμοφωνιαν , μηδε το ὁς ἀρθρον λεγετωσαν ὑποτακτικον , ὁτι και συναρθρον ἀντωνυμιαν σημαινει , και
9999975 ἐπιστευετο
ἐλασσον ἐχων ἀπειμι . τοιαυτης ὑπογενομενης ἀλλοτριοτητος πρωτον μεν Ἡφαιστιων ἐπιστευετο λεγων ὁτι συνθεμενος προς αὐτον ὁ Καλλισθενης προσκυνησαι ψευσαιτο
πως γαρ , εἰπερ μουσικη περι της των παθων ἐπανορθωσεως ἐπιστευετο , τον μεν Ἀγαμεμνονα ἡ Κλυταιμνηστρα ἐπι της ἰδιας
9999975 κονις
πυρσον τον φανοτατον της ἐμης δοξης ἀπεσβεσε ; τις κατεχει κονις τας ἱερας ἐκεινας κομας , ἁς Διονυσῳ μετα την
. οὐδ ' εἰ μοι τοσα δοιη ὁσα ψαμαθος τε κονις τε : ἡ διπλη προς την διαφοραν της ψαμαθου
9999975 πυρωσεως
της σκληριας δυσεργειαν , ἐχει δε και την ἀπο της πυρωσεως : ὁ γαρ χαλκος θερμαινεται μαλλον : δια τουτο
φυσιν ὑγρα , ἀναξηρανθεντα και οἱονει φρυγεντα ὑπο της τοπικης πυρωσεως , της λημης γενεσιν ἀποτελει ; Δια τι ἐπι
9999975 ἀνελπιστως
ἁμα και χαιρει . Κινδυνευει . Τι δ ' ὁταν ἀνελπιστως ἐχῃ κενουμενος τευξεσθαι πληρωσεως ; ἀρ ' οὐ τοτε
της ὡρας συγκλειουσης παντες μεν ἀπεγινωσκον , ὁ δε Φιντιας ἀνελπιστως ἐπι της ἐσχατης του χρονου ῥοπης δρομαιος ἠλθε ,
9999975 ψηφισαμενης
βαθος ἀβυσσον και τουτ ' ἐπι πολλας ἡμερας διαμειναι . ψηφισαμενης δε της βουλης οἱ ἐπι των Σιβυλλειων χρησμων ἐπισκεψαμενοι
πολεμους μεχρι του καθ ' ἡμας χρονου διατετελεκε . Ταυτα ψηφισαμενης της βουλης και πρεσβευτας ἑτερους ἑλομενης δεκα ἀνδρας ἐκ
9999975 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999974 Διοκλεους
. τινες δε και της σκιλλης βραχυ διδοασιν . Καταποτια Διοκλεους . Μαραθου σπερματος , καππαρεως ῥιζης φλοιου , σικυου
σπουδην ὡστε Ποσειδιππῳ μεν , ὁτι κατημελησεν , ὀργισθηναι , Διοκλεους δε ταὐτα παλιν εἰς την ὑστεραιαν δεηθηναι ; Εἰ
9999974 κα
μεν την αʹ ὑποθεσιν ἁπλως Ταυρῳ ιϚ [ ι ] κα , κατα δε την βʹ Ταυρῳ ιη κε .
ἀπογειον του του Ἀρεως κατα την τηρησιν περι Καρκινου μοιρας κα κε , ἐφεξει δηλονοτι και κατα τον ἐκκειμενον της
9999974 Κυπριους
: ἀπεκτεινε δε και ἀλλον ἀδελφον γεγονοτα ἐξ Εὐρυδικης , Κυπριους ἀφισταντα αἰσθομενος . Μαγας δε ἀδελφος ὁμομητριος Πτολεμαιου παρα
διαφορων ἐν Ὀρθαννῃ δια τουτων : δεινον μεν ἰδοντα παριππευσαι Κυπριους ἀρτους : Μαγνητις γαρ λιθος ὡς ἑλκει τους πεινωντας
9999974 κατεδειξεν
ἠ οὑτω : προιων δε ὁ χρονος το σαφανες ἡμιν κατεδειξεν , ὁπως την του πολεμου δοσιν , τουτεστι τα
ἀτοκιοις και ἀλλαις μηχαναις ἀμβλουν : μη ζῳοις ἐμπαλιν ἠ κατεδειξεν εἰτ ' οὐν ὁ θεος εἰτε τις και νομοθετης
9999974 συνεστωσης
οἱς λεγει : ἐπειδη γαρ ἐστιν προς ἀνδρα και οὐχι συνεστωσης πολεως ἰσχυν ὁ πολεμος . . . . ἐγραψαςΦορμιωνι
μη ζοφος και ὀμβρος και βρονται βαρειαι της μαχης ἐτι συνεστωσης ἐπιπεσουσαι διεστησαν αὐτους ἀπ ' ἀλληλων και ὁ ἀγων
9999974 λογικοι
τελεωτατα : ὡν οἱ μη μετασχοντες οὐδε ἐξ ἡμισειας πεφυκασι λογικοι , και παιδας ὀντας λεληθασιν ἑαυτους και του ἀνθρωπινου
τοις λογικοις τα αἰτια . ἐξεταζουσι δε οὐδεν ἡττον οἱ λογικοι και τα παθη και τας συνδρομας . το δε
9999974 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999974 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999974 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999974 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999974 ἀκριδος
, . , . * . ? Βρουχος : εἰδος ἀκριδος . εἰρηται παρα το βρυκειν , ὁ σημαινει το
το ἐτος ἀποδεικνυει , ἐν δε Ταυρῳ σιτου φθοραν ὑπο ἀκριδος , ἐν δε τοις Διδυμοις λιμον ἰσχυρον , ἐν
9999974 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999974 Μεσσηνιους
εὐγαιον : Σελευκειαν τε και Κτησιφωντα και Βαβυλωνα προςεκτησατο . Μεσσηνιους τε μαχῃ νικησας κτημα τε και τουτους αὐτῳ ποιησαμενος
. τους δε παρα τον πορθμον κατοικουντας Ῥηγινους τε και Μεσσηνιους ὁρων ἱκανην δυναμιν ἐχοντας συντεταγμενην , εὐλαβειτο μηποτε των
9999974 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999974 μυστηριων
και οὐ πανυ χρη καταγελαν ἀμυητον ὀντα . Πανυ γουν μυστηριων , ὠ Ζευ , δει ἡμιν , ὡς εἰδεναι
λογιοις και ἀστειοις και πολιτικοις και τινα ἐπιγνωσεται των κεκρυμμενων μυστηριων και ποτε λυπηθησεται δι ' ἁ προειπομεν . εἰ
9999974 Εὐκρατης
πολεμον οὐδεις παρεστι . φυλαττων Εὐκρατην : Στρατηγος Ἀθηναιων ὁ Εὐκρατης , κωμῳδειται δε ὡς δωροδοκος και προδοτης και ξενος
διεξιοντες . Καιτοι , ὠ Τυχιαδη , ἀξιοπιστος τις ὁ Εὐκρατης ἐστιν , και οὐδεις ἀν οὐδε πιστευσειεν ὡς ἐκεινος
9999974 ἀνιουσα
τας ἀναποδεικτους και ἀμεσους προτασεις , ἡ δε ἐξ ὑποθεσεως ἀνιουσα ἐπι τας ἀνυποθετους ἀρχας . Ἡ μεν δη πρωτη
ῥαχις ταπεινη κατα μικρον προσαυξανεται μεχρι των κατα το ἀκρωμιον ἀνιουσα χωριων : συναρθρουται δ ' αὐτῃ κατα τουτο ἡ
9999974 μεταδιδωσι
τοις πολλοις ἑτερον συνδιῃρημενον : οὐκ ἀρα μετεχεται , οὐδε μεταδιδωσι τι ἑαυτου τοις ἐφ ' ἑαυτου , οὐδε πας
ὁμωνυμος φωνη δυναται εἰναι , καθο ἡ ὁμωνυμος οὐ φωνη μεταδιδωσι πραγματος : εἰ οὐν μεταδιδωσι το ὀν πραγματος ,
9999974 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999974 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999974 θεραπευσεις
, περιβαλλων ἡμιν ἱερωτερον τειχος . Πολιν , οὐκ ἀνδρα θεραπευσεις , βουλην δε νοσουσαν και κινδυνευουσαν ἀποκλεισθηναι , μελλεις
εἰ δακνωδες ἁμα και γλισχρον εἰη το ἐπιῤῥεον , ἀριστα θεραπευσεις . Περι διαγνωσεως του εἰναι το ἐνοχλουν αἰτιον ψυχρον
9999974 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999974 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999974 μελικρητου
ἠν φυσει φλεγματωδης ᾐ : κνεωρου ποσον τριψας , διειναι μελικρητου κοτυλῃ αἰγινητικῃ , τουτεῳ κλυσαι : ἠν δε χολωδης
ἠν οὐν φλεγματωδεα ᾐ , κνηστρου ὁσον ποσιν διιεναι ξυν μελικρητου κοτυλῃ , και κλυσαι . Καθαρτικον μαλθακον ὑδωρ ἀγει
9999974 ἐξαιρετος
τῃ χωρᾳ . των μεν αὐτοφυων , ἀηρ τε οὑτος ἐξαιρετος του πολλου και λιμενες τοσουτοι , ὡν εἱς ἑκαστος
ἁπαντας , το δ ' ἀληθες , των ἀνδρων τουτων ἐξαιρετος . οἱ μεν γαρ τους ἀλλους ἐπαινειν σπουδαζοντες ,
9999974 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999974 Ἑρμοκρατης
πραξαντα των προτερον στρατηγων . Εἰς δε την Σικελιαν κατεπλευσεν Ἑρμοκρατης ὁ Συρακοσιος . οὑτος δ ' ἐν μεν τῳ
ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν ἐτι γενομενου
9999974 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999974 συμβουλευουσι
προαιρησονται συμβουλευειν μη ὀρθως . εἰ δ ' αὐ ταὐτα συμβουλευουσι , τι δει παντας αὐτους συμβουλευειν ; εἱς γαρ
φυτευειν . ἀλλοι δε ἀπο τεταρταιας αὐτης ἑως ὀκτωκαιδεκατης φυτευειν συμβουλευουσι . τινες ταις προσεληνοις μοναις , τουτεστι ταις πρωταις
9999974 κλινομενη
ὁτι πασα εὐθεια ἑνικων εἰς ς ληγουσα μετα μακρας περιττοσυλλαβως κλινομενη και μη συναιρουμενη κατα την γενικην προσθεσει του ι
Και ἐστιν εἰπειν , ὁτι οὐδεποτε γενικη δια του ντ κλινομενη πασχει ἀποκοπην κατα την αἰτιατικην , οἱον Ξενοφων Ξενοφωντος
9999974 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999974 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999974 συλλαβας
δε , ἐπει ἑωρα τα εἰς σος ληγοντα ὑπερ δυο συλλαβας ὀξυνομενα , τῳ η παραληγομενα , ἑτερον ἐχοντα σ
δια διφθογγου γραφεται . Τα δια του υρος ὑπερ δυο συλλαβας , εἰτε κυρια , εἰτε προσηγορικα , εἰτε ὀξυτονα
9999974 ἡσυχαζοντων
ποτον οὐκ εἰσεφερετο , των [ δ ' ] ἀλλων ἡσυχαζοντων , μισοπονηρως διατιθεις ἐκελευσεν εἰσφερειν : ὁ δε κεκληκως
ἰσως τας γενομενας ὑμιν σπονδας ἐχειν τι βεβαιον , αἱ ἡσυχαζοντων μεν ὑμων ὀνοματι σπονδαι ἐσονται , σφαλεντων δε που
9999974 λευκοτερα
ἐπι βουβωσιν οὐ πυῤῥοτερα τα οὐρα ἐστιν , ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον
κρομμυον και σκιλλα και οἰνος , εἰς ὁσον ἀν ᾐ λευκοτερα , ἡττον ἐστι θερμα : τα δ ' ὑποξανθα
9999974 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999974 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999974 κατεσχεν
, τας δε πυλας της πολεως ἀνεῳγμενας εὑρων και ταυτην κατεσχεν . Ὁτι Δημητριος πολιν πολιορκησαι βουλομενος ἀνεχωρησε μικρον ἐξ
, και πυρετου ἐπεχοντος : φαρμακον δε πιων , οὐ κατεσχεν , οὐδ ' ἐκαθηρατο ἡμερῃσι πριν ἀποθανεειν ἑξ .
9999974 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999974 διπλασιοι
δη τοσουτων εἰναι μοναδων τους δυο πρωτους ἀριθμους , οἱπερ διπλασιοι ἐσονται των λοιπων δυο , ὀντων δηλονοτι και αὐτων
μεν γαρ των διπλασιων , παντες μεν οἱ κατα πλατος διπλασιοι , οἱ δε διαγωνιοι τριπλασιοι , οἱ δε ὑποκατω
9999974 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999974 Βαβυλωνιος
κἀκεινος . ἐπει δε συνηλισθησαν , ἐνεφυσησε μεν αὐτοις ὁ Βαβυλωνιος , τα δε αὐτικα μαλα κατεκαυθη ἁπαντα ὑπο τῳ
πατριδι διεφθαρησαν . ταὐτα εἰρηκεν περι αὐτων και Διογενης ὁ Βαβυλωνιος ἐν τωι α των Νομων . . . Νοτιον
9999974 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999974 ἐκρινοντο
, ὡς Δημοσθενης . . ἐπι Παλλαδιῳ ] ἐπι τουτῳ ἐκρινοντο οἱ ἀκουσιοι φονοι . οἱ δε ἐν τουτῳ τῳ
τεσσαρες μεν ἐχειροτονουντο δι ' εὐγενειαν ἀρρηφοροι , δυο δε ἐκρινοντο , αἱ της ὑφης του πεπλου ἠρχον και των
9999974 τεταρτην
τρεις οὐ ποιει συμβεβηκοτα ἡ Πλατωνικη ὑπογραφη , την δε τεταρτην , τουτ ' ἐστι την δευτεραν και μερος ,
, την νεαν και προσφατον κληδονα , οἱτινες φυλασσοντες την τεταρτην φυλακην προκαθημεθα : λυσον βλεφαρων : ἀντι του :

Back