γενομενον . δει δε και κοριανον αὐτου ἐν τῃ ἑψησει μιγνυειν . εἰ δε και ἐμφραξεως τις ὑπονοια εἰη περι
μιγνυμενον . Εἰς ⋖ ν ἑκαστου των τριων πεπερεων ἀρκει μιγνυειν ἀνηθων και θυμων και ζιγγιβερεως ἑκαστου ⋖ η :
9999985 ἀνθορισμου
του ἀνθορισμου : ὁ τεχνικος οὐν πολλακις συλλογισμον ὠνομακεν ἀντι ἀνθορισμου , εἰδως ὁτι ταὐτον ἐστιν : εἰ δε τις
τα τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον
9999984 μιγνυναι
προς δε τα δυσεκκριτα των ὑδατων οἰνον ὡς εἰρηται νυν μιγνυναι και μελι βελτιστον και τουτων ἀμφοτερων πλειω την μιξιν
ἐργασασθαι : ἐπειδαν δε σφοδρως ψυξαι βουληθωμεν το ῥοδινον , μιγνυναι αὐτῳ προσηκει χυλον ἀειζῳου ἠ ἀνδραχνης ἠ θριδακινης και
9999983 γεγραμμενας
. διο και κατα τας ταφας των τετελευτηκοτων ἐνιους ἐπιστολας γεγραμμενας τοις οἰκειοις τετελευτηκοσιν ἐμβαλλειν εἰς την πυραν , ὡς
; ἀποδημουντες [ ] ἠγνοησατε τας [ περι ] τουτων γεγραμμενας ὑμειν [ ] ἐπιστολας ; ἀμεινον δ ' αὑται
9999983 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999983 ἐκλεξασθαι
ἐργον ἁπαντων ἐστι τοις γρα - φουσιν πασιν ἱστοριας ὑποθεσιν ἐκλεξασθαι καλην και κεχαρισμενην τοις ἀναγνωσομενοις . τουτο Ἡροδοτος κρειττον
ὁλη οἰκια ἠ ἀλλη συγγενεια ἡντινα ἀν βουλῃ των ἐνθαδε ἐκλεξασθαι . ἀλλ ' ἐγω σοι εἱς ὠν οὐχ ὁμολογω
9999982 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999982 σωφρονισμον
Σπαρτης νικης γνωρισματα . Κρισαιον δε κολπον , και Κορινθιων σωφρονισμον , και καρτεριας ἐπι της ἑσπερας και καθ '
χρησμοις : ἁτε γαρ παιδευτικος ὠν και προς νουθεσιαν και σωφρονισμον ἑτοιμοτατος των οἱων τε νουθετεισθαι και σωφρονιζεσθαι παντα της
9999981 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999981 ἀπαγορευειν
, και ἡνικα προς τον λειπομενον ἐξ αὐτων ἐπυκτευεν , ἀπαγορευειν ὑπο πληθους των τραυματων ἐνομιζετο : και οἱ τον
γινεται και νομοθετης : δει γαρ τον βασιλεα προσταττειν και ἀπαγορευειν : νομος δε οὐδεν ἐστιν ἑτερον ἠ λογος προσταττων
9999981 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999981 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999981 σφετερισασθαι
Ξενοκρατη , ὡς φασιν οἱ Πυθαγορειοι , τα μεν καρπιμα σφετερισασθαι δια βραχειας ἐπισκευης , τα δε ἐπιπολαια και ἐλαφρα
, ἁμα δε και του μη ἑτερον τινα το αὐτου σφετερισασθαι συνταγμα ʃ το προσωπον ξυνεγραψε : ἐστιν ἀλλο γραψαι
9999980 δανεισασθαι
ἐν τῳ προς Λεπτινην : ” λεγονται οἱ τριακοντα χρηματα δανεισασθαι παρα Λακεδαιμονιων ἐπι τους ἐν Πειραιει . ” εἰθ
παλαιας ἐκεινης εὐδαιμονιας Ἀλκιβιαδης και το λεγονται χρηματα οἱ τριακοντα δανεισασθαι και ὁσα τοιαυτα . Ἀλλα σχηματα μεν ταυτα λαμπροτητος
9999980 μνημονικον
ἀνεγιγνωσκον , πλειστα δε ἐς μνημην ἀνελεγοντο : το τοι μνημονικον ἑκατοντουτης γενομενος και ὑπερ τον Σιμωνιδην ἐρρωτο , και
τουτο των ἐν τῳ λογῳ μερων ταττομεν . ἐστι δε μνημονικον ποιειν ἐν κεφαλαιῳ ἠ διαλογιζομενον ἠ ἀπολογιζομενον περι των
9999980 κηρυκος
ἀνεστη : δει γαρ αὐτον ὑποστησασθαι καθημενον , του δε κηρυκος παλαιστας καλεσαντος ἀνισταμενον . . οἰοισιν μ ' ἱπποισι
ἀρα , ὡς λογος , Ἀλεξανδρος Ἀχιλλεα , ὁτι Ὁμηρου κηρυκος ἐς την ἐπειτα μνημην ἐτυχε . και μεντοι και
9999980 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999980 κατε
τον ἀνθρωπινον ἐποπτευετε βιον , ὡν τε ἠδη τετιμη - κατε μοι πολλην οἰδα χαριν , και περι των μελλοντων
, ὡσπερ ἐν στοχασμῳ , ἀναγκαιως τοις του στοχασμου κεφαλαιοις κατε - σκευαζετο . ἐπειδη δε λεληθοτως τουτο γιγνεται ἐν
9999980 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999980 βουλευσασθαι
, ἐστι σοι και τουτων οὑτως ἐχοντων ὁμως τα δεοντα βουλευσασθαι : μαλιστα μεν γαρ ἐγωγε φαιην ἀν την μητερα
Μελανθιον φησι τουτ ' εὐξασθαι λεγων : Τιθωνου Μελανθιος ἐοικε βουλευσασθαι βελτιον . ὁ μεν γαρ ἀθανασιας ἐπιθυμησας ἐν θαλαμῳ
9999980 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999980 δαιμονιου
των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον , ἐννοησατω πρωτον μεν ὁτι οὑτως ἠδη τοτε
' αὐτοις και των κακων ἀρχη ἐγενετο , μηνισαντος του δαιμονιου . ἐδοξαν γουν οἱ ἀρχοντες αὐτων μετ ' ὀλιγον
9999980 ἐνδεχομενην
συζυγιαι . ἡ δε αἰτια το μεταλαμβανεσθαι παλιν την ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰς καταφατικην και δια τουτο γινεσθαι ὁμοιοσχημονας τας συζυγιας
της κατα τας στασεις ῥητορικης λυεται τῳ και την ὑλην ἐνδεχομενην εἰναι : τεκμηρια δε αὐτης τινα ἀλυτα ἐστιν ,
9999980 γυμνικους
Ὁ μεν δη ἁμαρτων του χρηστηριου προσειχε γυμνασιοισι ὡς ἀναιρησομενος γυμνικους ἀγωνας , ἀσκεων δε πενταεθλον παρα ἑν παλαισμα ἐδραμε
, ἀλλ ' ἐπειδη ἐθος ἠν τοις παλαιοις κατα τους γυμνικους ἀγωνας ἐλαιῳ ἀλειφεσθαι προτερον , κἀντευθεν το ἀλειφεσθαι συμβολον
9999980 κατεσκευασμενας
εἰναι δε τας πολλας των ἀνθρωπινων ἐπιθυμιων ἐπικτητους τε και κατεσκευασμενας ὑπ ' αὐτων των ἀνθρωπων , διο δη και
: οὐ γαρ ἀναγκη πασας ἐξαριθμεισθαι τας εἰς τον αὐτον κατεσκευασμενας της διαλεκτου χαρακτηρα . ἱνα δε μη δοξῃ τις
9999980 βεβαιοτητος
. ἠθους γαρ κρισιν οὐδεμιαν ἀκριβεστεραν ἡγουμαι της ἐν φιλιᾳ βεβαιοτητος , ἡς ὑμας αἰσθανομαι και παρα την ἡλικιαν ἐπιμελουμενους
ἡ συν τῃ δυαδι τα παντα ὑφιστασα , ταὐτοτητος και βεβαιοτητος και συνοχης και διαιωνιας ζωης ἐξηγουμενη τοις ὁλοις ,
9999980 καθαρτηριον
ὁλως λαβειν φαρμακον ὑπηλατον . μετα δε το ληφθηναι το καθαρτηριον συμφερει της πτισανης ἐπιρροφειν , ὡς φησιν Ἱπποκρατης :
νιτρου και λιβανωτου βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν
9999980 ἡμισφαιριον
χρονος ἐστιν , ἐν ᾡ ἡ ΑΕ ἐξαλλασσει το φανερον ἡμισφαιριον : ὁ δε χρονος , ἐν ᾡ το Ζ
τριακοντα , κατα δε πλατος μοιρας δωδεκα . ὁτι το ἡμισφαιριον ἀπο των νοτιων ἐπι τα βορεια ἐχει μοιρας ρπʹ
9999980 δοξεις
θελησῃς περασαι , στησεται , κἀν κρημνους ὑπερβηναι , λειμωνας δοξεις πατειν . οὑτω και την Θετιν ἀργυροπεζαν εἰπεν ὁ
χθονιῳ και των ἀκηκοοτων προτερον πολλην ληθην κατασκεδασαι , ἠ δοξεις τον του Κορινθιου μυθον τι πεπονθεναι , κατα σαυτου
9999980 ἐξαναστηναι
βασταζων διεβαινε τινα λιμνην . ὀλισθησας δε ὡς κατεπεσεν , ἐξαναστηναι μη δυναμενος ὠδυρετο τε και ἐστενεν . οἱ δε
αὐτον οὐσαν την θηραν την ἀτιμον . λεοντος δε προοφθεντος ἐξαναστηναι , γνωρισαντα τον ὀντα ἀξιον ἀνταγωνιστην . κἀπειδη συμπλακεις
9999980 μαθηματικου
τῳ πειθεσθαι τοις μαθηματικοις ἀλλα τῳ ἐχειν ἀποδειξιν και λογον μαθηματικου τινος θεωρηματος . οὑτω δε το λογικον μετεχει λογου
ἐπι το δευτερον , δια τι τοσαυτα εἰδη εἰσι του μαθηματικου . ἰστεον ὁτι το μαθηματικον περι το ποσον καταγινεται
9999980 τολμησαντα
αὐτον κατα Δημοσθενους , ὡς κατα της πολιτειας την ἱεροσυλιαν τολμησαντα . τριτον : θαῤῥει μεν οὐν , ὡς ἐοικεν
οὑτω νενομικα των δικαιων καταμελειν , ὡς ἀθῳον τουτον τηλικαυτα τολμησαντα διαδραναι την δικην . ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ . Οὐ νυν δε
9999980 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999980 ἀντιστρεφει
, οὐτε ἀναγκαιον ἐστιν οὐτε ὑπαρχον . εἰ τοινυν οὐκ ἀντιστρεφει κατα την του εἰναι ἀκολουθιαν το ὀν , ἐπι
ἐξ ἀμφοτερων ἐχοντων των μερων ταν ἀντιστροφαν τα μεν ἀδιαφορως ἀντιστρεφει ἀλλαλοις , ὡς το ὁμοιον και το ἰσον και
9999980 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999980 ἀποδοκιμαζειν
διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν ] σημειωσαι ὡς
γεγενημενην , δι ' ἡν οὐ δυναμενοι αἱρεισθαι τι ἠ ἀποδοκιμαζειν καταληγομεν εἰς ἐποχην . ὁ δε ἀπο της εἰς
9999980 τεταρτημοριον
δε ὁ ΖΕΗ , και ἐστω το μετα τον αἰγοκερω τεταρτημοριον το ΓΕ . Λεγω , ὁτι , ὁταν ὁ
κεντρον της σεληνης ἀει ἐλαβεν ἀπεχον του ἀπογειου του ἀκριβους τεταρτημοριον ἐγγιστα , τουτεστιν περι Ϙε μοιρας , ἱνα λαβῃ
9999980 ἐπιστευσεν
σκεψασθαι ταχεως πιστευων τοις τυχουσιν . Ἀλλ ' εἰ βραδεως ἐπιστευσεν προ του σκεψασθαι , οὐκ ἀν ἡμαρτανεν ; Μα
ὑπεσχοντο ἀν : ἀτοπον οὐν εἰ , διοτι προειτο και ἐπιστευσεν , μη διησουσιν . ὁ δε χρονος οὑτος ,
9999980 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999980 λογισασθαι
ἐξ ἐκεινου την του γενους ἑλκοντων σειραν δικαιοτερον εἰς τουτο λογισασθαι , ἠσχαλλεν , ἐδυσφορει , παρεζηλου το δικαιον ὁρων
. τεκουσι ] τοις πατρασι . φροντισαι ] † ἠγουν λογισασθαι . δοκειν ] ἐστι . ταχ ' ] ταχεως
9999979 σπληνικους
πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐνιεμενον κωλικους ἰαται . πινομενον δε στομαχικους , σπληνικους , ληθαργικους και ὀπισθοτονους ἀκρως ἰαται . εἰς δε
: ἡλους και σκολοπας ἐπισπαται : ἀκρως δε ποιει προς σπληνικους και ποδαγρικους και ἡπατικους μαλιστα και ῥευματιζομενους : ἐχει
9999979 ἀκροπολεως
των πολιορκουντων ἀπεκτεινον και κατετραυματιζον , συνεργον ἐχοντες την της ἀκροπολεως ὀχυροτητα : ὡς δ ' ἡ μεν των ἀναγκαιων
τοις δε πιστοτεροις ἐν τῳ μικροτερῳ τροχῳ και προς της ἀκροπολεως μαλλον ὀντι διετετακτο ἡ φρουρα , τοις δε παντων
9999979 Μελιτος
ἑψησας το μελι και ἀπαφρισας ἑνωσον και ἀναδησας ἐα . Μελιτος ξεστην α , οἰνου ξεστια ε , πεπερεως #
ὀστρακου , σμυρνης ἀνα # α . λειοις χρω . Μελιτος # α , των μορων του χυλου # ε
9999979 φλεβοτομειν
την ὑλην , ἀλλα κατεχειν . ἐπισφαλες δε και το φλεβοτομειν , ὁτι μη κρατηθεισης μεν της φορας του αἱματος
: και δει σχεδον ἐπι παντων και μαλιστα των συνοχων φλεβοτομειν , ἐαν μηδεν ἀντιπραττῃ , καθαπερ ἐν τῳ θʹ
9999979 μελαινης
, ὡς προειρηται . ἠμαρ ] ἡμεραν . μελαγχιμου ] μελαινης . μυριας πολλης . βραβευς ] ἡγεμων . στυφλους
θεαμασιν ζωσαν γραφην ἐφαινε , χρωμα δ ' ὀμμασιν λευκον μελαινης ἐργον ἀντηυγει σκιας . ἀλλη δ ' ἐγυμνου καλλιχειρας
9999979 ὠνομασθαι
δε κατεγελασθη το των ἐφετων δικαστηριον . δοκουσι δ ' ὠνομασθαι , ὁτι προτερον του βασιλεως τους ἐπ ' ἀκουσιῳ
Φησι δε Φιλοστεφανος ὑπο των ἐγχωριων τουτον τον χρονον Ῥοδανον ὠνομασθαι . . : Τιτων ποταμος Ἰταλιας ἐγγυς Κιρκαιου ,
9999979 ἀξιολογους
το μεν παλαιον ἀνδρειᾳ διενεγκοντες χωραν πολλην κατεκτησαντο και πολεις ἀξιολογους και πολλας ἐκτισαν . ὁμοιως δε και ναυτικαις δυναμεσιν
ἐν ἡμεραις ταις πασαις τεσσαρακοντα καταπολεμησας το ἐθνος και πολεις ἀξιολογους ἐν ταις δυσχωριαις κτισας ἀνελαμβανε την δυναμιν . *
9999979 ἐμποιουντα
δε ἐγγυς της πηγης πικρα τε και φαρμακωδη , σπασμον ἐμποιουντα και ἰλιγγον τοις πιειν ἐκ της χροας ἀπατηθεισι .
λαζομαι ἐλαζομην και συναρχομενως λαζετο . Λαθικηδεα : τον ληθην ἐμποιουντα τοις παισι των κακων ⌊ παντων ⌋ . Λαισηια
9999979 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999979 ἀφορισμον
ἐστιν ἐν χρονοις κειμενος ἠ ἀλογια ἐν χρονοις κειμενη εἰρημενον ἀφορισμον ἐχουσα . Των δε χρονων οἱ μεν εὐρυθμοι ,
νωσιν . ἐαν το λυπηρον κενουται : ἐνθεν ἐπιφερει τον ἀφορισμον , ἠν οἱα δει καθαιρεσθαι , ἀλλ ' ἐν
9999979 ὠφελειαις
δηλωσει . βλαβαι δ ' ἐξ ὑπνων εἰσιν αἱ ταις ὠφελειαις ἐναντιαι , το τε τον πυρετον ἠ μη λυεσθαι
, τον δε ἐπι γηραος οὐδῳ . Θεος ἐπ ' ὠφελειαις συστελλει και ἐπι μακροτατον προαγει τον βιον . Εἰ
9999979 στρατευσαντα
δε της ἐπιβολης καθικομενου . Καμβυσην μεν γαρ μεγαλῃ δυναμει στρατευσαντα την τε στρατιαν ἀποβαλειν ἁπασαν και αὐτον τοις ὁλοις
' οὐ φησι συστρατευσαι : Ἀλκμαιωνα γαρ τον Ἀμφιαρεω , στρατευσαντα μετα Διομηδους και των ἀλλων Ἐπιγονων και κατορθωσαντα τον
9999979 ἐναρμονιου
της ἡμιολιου ἐπι την ἐναρμονιον διεσις , ἀπο δε της ἐναρμονιου ἐπι την βαρυτατην χρωματικην ἑκτημοριον , ἀπο δε της
ποτερον διτονος ἐστιν ἡ λιχανος ἠ συντονωτερα ὡς μιας οὐσης ἐναρμονιου : ἡμεις δ ' οὐ μονον πλειους ἐν ἑκαστῳ
9999979 παμμεγεθεις
ἰσημεριαν , ὁτε λιβες παρ ' αὐτοις και ζεφυροι πνεουσι παμμεγεθεις , ἀκριδων πληθος ἀμυθητον ἐκ της ἀνιστορητου μετα των
βαθειας ἑσπερας ἐφειστηκει ὁρων Μαλχιωνα τον Συρον ἐν Καισαρειαι σκαρους παμμεγεθεις ἀξιους ὠνουμενον : εἰ δε μη νυξ κατελαβε ,
9999979 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999979 σημαινουσα
. ἀμφιβολια δε ἐστι λεξις δυο ἠ και πλειονα πραγματα σημαινουσα λεκτικως και κυριως και κατα το αὐτο ἐθος ,
προτακτικη ] [ και ὑποτακτικη παντος ῥηματος ] [ ἀκλιτως σημαινουσα ποσοτητα ] [ ] ἠ ? [ ποιοτητα και
9999979 διορισμου
συμπερασμα , το ἁπλως ἀναγκαιον λεγω και οὐ το μετα διορισμου , τουτεστιν ἐξ ὑποθεσεως . Ὁμοιως δε ἑξει και
την λεξιν , ὡς εἰρηται , πεσουνται παντες ἐκτος του διορισμου , ὁτι οὐκ ἀληθη συναγουσιν ἀντιφασιν , ὁπερ ἠν
9999979 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999979 μεταγενεστεροι
δια των θεωρηματων ἐκματτομενη το παραδειγμα , ὡς δε οἱ μεταγενεστεροι λογος [ ἠ πραξις ] ὁμοιωσιν εὐ ἐχουσαν του
, ἐπιεικως και φιλανθρωπως προσφερομενοι τοις ὑποτεταγμενοις : οἱ δε μεταγενεστεροι βιαιως και χαλεπως χρωμενοι τοις συμμαχοις , ἐτι δε
9999979 παρηγαγεν
ἐν τῳ δευτερῳ των σποραδην ὑπομνηματων φησιν ὁτι ὁ Περικλης παρηγαγεν αὐτον ἐπι το δικαστηριον διερρυηκοτα και λεπτον ὑπο νοσου
ἐτυγχανε παρα των ἐν Φιδηνῃ ξενων και τον κομισαντα αὐτας παρηγαγεν . ἀναγνωσθεισων δε των ἐπιστολων και του ἀνδρος ἐξηγησαμενου
9999979 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999979 Ἑλλανικον
ἀρχ . : ἡ δε κατα τον Ἱερωνυμον φερομενη και Ἑλλανικον , εἰπερ μη και ὁ αὐτος ἐστιν , οὑτως
ταυτης αἰτιας . . . οἱ μεν γαρ περι τον Ἑλλανικον και Καδμον , ἐτι δ ' Ἑκαταιον και παντες
9999979 ἐρωτασθαι
ὀντα ἀλληλοις προβληματα μη δοκει δια το ἐπι διαφορου ὑλης ἐρωτασθαι , ὡς δυνασθαι προς ἑν αὐτων εὐπορησαντας της αἰτιας
Ἰθι δη , νομισαντες ὑπο Πηλεως και Μενοιτιου και Χειρωνος ἐρωτασθαι την προφασιν , ἡς ἑνεκα τουτους παρειδομεν συμβουλευοντας κοινῃ
9999978 τελευτησαι
αὐτον ἐπιγαμιαν ἐποιησατο . ἀλλ ' ἐπει συνεβη τον Λουκιον τελευτησαι , μενοντων τῃ Λουκιλλῃ των της βασιλειας συμβολων Πομπηιανῳ
κελευειν τους παιδας βολβιτοις καταπλαττειν : οὑτω δη κατατεινομενον δευτεραιον τελευτησαι και ταφηναι ἐν τῃ ἀγορᾳ . Νεανθης δ '
9999978 γεγραφθαι
τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον ἀρχηθεν τον ἀξιουντα κτεινειν τους μοιχους .
και προκαταστασις γενησεται της διηγησεως , ὁτι μητε ἐκεινον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον
9999978 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999978 ἡμισεις
των ἰσων βασεων ὀντα συγκρινεσθαι , και εἰ μεν αἱ ἡμισεις του ἑτερου πλευραι ταις ὁμολογοις του ἑτερου παραλληλογραμμου ἰσαι
. διο και εἰκων αὐτης ἀνετεθη χρυσεια , τας μεν ἡμισεις ἐχουσα τριχας ἐπι της κεφαλης ἀναπεπλεγμενας , τας δε
9999978 ἀθλιωτατος
. οὐτε ὁ κατειργασμενος κτλ . ►ὁ ἀδικων και διαφευγων ἀθλιωτατος ὡς ὁ Ἀρχελαος ὁ ἀδικων και διδους δικην ἀθλιος
τοιγαρτοι νυν , ἁτε μεγιστα ἠδικηκως των ἐν Μακεδονιᾳ , ἀθλιωτατος ἐστιν παντων Μακεδονων , ἀλλ ' οὐκ εὐδαιμονεστατος ,
9999978 ἀσπαραγον
δυναμιν ἐχουσι λεπτυντικην τε και ἐκφρακτικην : διο και τον ἀσπαραγον του ἀσφοδελου τοις ἰκτεριωσι διδοασι τινες ὡς μεγιστον ἰαμα
τε και ἑφθην , σισαρον , ἀνδραχνην , ἀρνογλωσσον , ἀσπαραγον | ἀγριον : των δε ἀπο ταμειου ἐλαιας κολυμβαδας
9999978 μακαριον
κατασκευαζει δε το θειον εἰναι την εὐδαιμονιαν και ἀριστον και μακαριον ἐκ του ἀθλον εἰναι της ἀρετης . δια σπουδης
ὠ Δαματερ : Ὁτι ἁπλως και ἀσυνηθως κατεχρησατο ἀντι του μακαριον : εἰ μη ἀρα παιζει , οἱον νεκρου βιον
9999978 πονεοντο
ἐυμμελιης τ ' Ἀγαμεμνων ἀλλοι τ ' ἐν Δαναοισιν ἀριστηες πονεοντο προφρονεως ἀνα δηριν ἀμειλιχον . Οὐδε μεν ἐσθλοις Τρωων
κιεν δ ' ἀφαρ ἀστεος εἰσω : ἀμφι δε οἱ πονεοντο περιφρονες ἰητηρες , οἱ ῥα οἱ αἱμα καθηραν ἀφ
9999978 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999978 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999978 φεισασθαι
ἐπιφερουσαι , συνεξελθειν αὑταις προς Μαρκιον ἠξιουν αὐτας και δεηθηναι φεισασθαι σφων τε αὐτων και της πατριδος . αἱ μεν
ἑνι ποιησας δεσποτῃ . Ἀκουσας ὁ Κορυμβος εὐθυς μεν ἐκελευσε φεισασθαι φονευοντας , μεταθεμενος δε τα τιμιωτερα των φορτιων και
9999978 ἰσχιαδικους
τα ἐναιμα τραυματα , σπασματα , ῥηγματα , τιλμους , ἰσχιαδικους , λιθιωντας και ὁσα περι την κεφαλην παθη ,
. Ἡ δε κοπρος αὐτου λεια συν οἰνῳ θερμῳ ποθεισα ἰσχιαδικους ἰαται τους πανυ ἐσχατως ἐχοντας και κοιλιακους ὁμοιως .
9999978 ἐπεγενετο
ἀπο των ἀνθρωπων ἐκεινων , οἱς και ἀρχομενοις και μεσουσιν ἐπεγενετο τι . κατα θερη δε και χειμωνας . .
ἐν ποαις νεμομενων . ἀκος ] θεραπεια . ἐπηρκεσαν ] ἐπεγενετο εἰς βοηθειαν . ἰαμβοι . συστημα ὁμοιον τωι ἀνω
9999978 ἀπιστει
ἡττημενων . της δε σης ἀρχης ἐπαινουμενης πρωτον μεν οὐκ ἀπιστει , τουτο δε ἐστι την σην εἰδοτος φυσιν ,
φαινωμαι μεμνημενος . Σιμμιας μεν γαρ , ὡς ἐγᾠμαι , ἀπιστει τε και φοβειται μη ἡ ψυχη ὁμως και θειοτερον
9999978 δεισιδαιμονιαν
γενομενην ὁπλα λαβειν οὐ θελησαντες , ἀλλα δια την ἀκαιρον δεισιδαιμονιαν χαλεπον ὑπεμειναν ἐχειν δεσποτην . . : , ,
τας θυσιας , ὁπως ἁμα ταυτῃ ἑσμον κακων εἰσηγαγον , δεισιδαιμονιαν , τρυφην , ὑποληψιν του δεκαζειν δυνασθαι το θειον
9999978 καθαιρεσις
μετα το της ΘΚ μηκος ἡ ἐπι τους ὀξυτερους τοπους καθαιρεσις , ὁπερ συνεβαινεν ἐπι της προτερας ἀγωγης , ἑτερων
το ἀπειρον , δηλον . και γαρ ἡ των μεγεθων καθαιρεσις ἡ ἐπ ' ἀπειρον και ἡ προσθεσις ἡ ἀντιστροφος
9999978 ἱκανωτατος
σκεψαμενος . . . αὐ , ὁς ἀν δοκῃ αὐτῳ ἱκανωτατος εἰναι εἰς το ταυτα ἐπιτηδευσαι , τουτῳ συνεσται .
νεανιας ἐστι καλος και τἀλλα ἐρωτικος και τα τοιαυτα κρινειν ἱκανωτατος . οὐκ ἀν ἐκεινος δικασειεν κακως . Τουτο μεν
9999978 νεωτεριζειν
γενοιτ ' ἀν , ὁπως μηδενι ἑτοιμα ᾐ των βουλομενων νεωτεριζειν . Εὐηθες γαρ των μεν ἀφικνουμενων ἀνδρων παραιρεισθαι τα
ἁπτεα του ἐργου πριν και των λοιπων ἐπαρθηναι εἰς το νεωτεριζειν τας γνωμας . . . . ἀτασθαλα . .
9999978 παρασκευαζουσι
παρον ἡμιν της ἡσυχιας ἀπολαυειν , ἡν οὑτοι καλως ποιουντες παρασκευαζουσι , τουτοις τε ἐνοχλουμεν οὐδεν δεομενοις και αὐτοι κακων
φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους ποθους ἐμβαλλοντες παρασκευαζουσι τον παλαι συνθεμενον και ὁμολογησαντα φιλιαν ἀλυτον διαφυλαξειν παλιν
9999978 ποντοιο
ποτι κλονον ἐμμεμαωτος . Ἡ δ ' ἀφαρ ἠεροεντος ὑπερ ποντοιο φερεσθαι οὐρανοθεν προεηκεν ἐς Αἰολον ἀμβροτον Ἰριν , ὀφρ
[ ἱππος ] ὁσης [ ] οὐδ ' ἰχνος ὑπερ ποντοιο θεουσης προσθεν [ ἐπι ] πλωτων δρυοχων [ ]
9999978 Ἀπομνημονευμασιν
γραψαι ἐν ἀπολογιας σχηματι . τουτο και Ξενοφων ἐν τοις Ἀπομνημονευμασιν : ὡς γαρ ἀπολογουμενος ὑπερ Σωκρατους ἐγκωμιον Σωκρατους περαινει
ἀναλαβειν αὐτον και στροφιον ἐπιθεσθαι χρυσουν , ὡς Φαβωρινος ἐν Ἀπομνημονευμασιν , ἐτι τ ' ἐμβαδας χαλκας και στεμμα Δελφικον
9999978 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999978 δισχιλιοις
ὁτι ὁ δια Πηλουσιου παραλληλος του δια Βαβυλωνος πλειοσιν ἠ δισχιλιοις και πεντακοσιοις σταδιοις νοτιωτερος ἐστι , κατ ' Ἐρατοσθενη
τῃ βουλῃ , ὁ δε δημος ἐν τῳ δικαστηριῳ ἐν δισχιλιοις ἐψηφιστο . Και μοι ἀναγνωθι το ψηφισμα . Εἰ
9999978 χαλκωματα
στρωματα αὐτην κελευε , φησι , και παρ ' Ὠκιμον χαλκωματα . ὁ καπηλος γαρ οὑκ των γειτονων , ἀν
συνανασκαπτοντες εὑρισκον ὀστρακινων * τορευματων πληθη , πολλα δε και χαλκωματα : θαυμαζοντες δε την κατασκευην οὐδενα ταφον ἀσκευωρητον εἰασαν
9999978 ἡμισειαι
ΔΕΒ ΒΑΓ ταις ΔΖΒ ΒΑΓ ἰσαι εἰσιν , και αἱ ἡμισειαι αἱ ΕΒΛ , τουτεστιν αἱ ΘΒΛ , ταις ΖΒΑ
τῳ μεσῳ , αἱ μεν ἡμισειαι τετρυπημεναι , αἱ δε ἡμισειαι ” πληρεις . οἱ δε λαχοντες ἐπι τας ψηφους
9999978 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999978 δουλευομεν
δε του βιου τον ὀγκον ἐχομεν τωι τ ' ὀχλωι δουλευομεν . ἐγω γαρ ἐκβαλειν μεν αἰδουμαι δακρυ , το
, ὑποπεπωκοτας , αὐλουμενους . εἰτα ἐπαγει : ἀπαιδευτῳ τυχῃ δουλευομεν . φιληδονον δ ' οἱ ποιηται και τον ἀρχαιον
9999978 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999978 συμπτωσεων
: συμπεσειται δη ταις τομαις , και αἱ ἀπο των συμπτωσεων ἐπι το Λ ἐφαψονται των τομων . ἐκβεβλησθω και
τομης συμπιπτουσα ταις προς ὀρθας εὐθειαις , αἱ ἀπο των συμπτωσεων ἀγομεναι εὐθειαι ἐπι τα ἐκ της παραβολης γενηθεντα σημεια
9999978 ἀποδεικτικου
λογων , του τε συνακτικου και του ἀληθους και του ἀποδεικτικου , εἰ μεν τις ἐστιν ἀποδεικτικος , οὑτος πολυ
ἀποδεικτικον , διαλεκτικον , σοφιστικον , και περι μεν του ἀποδεικτικου διδασκει ἐν τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε διαλεκτικου
9999978 πολυμαθης
Ἰσοκρατει και Γοργιᾳ , οἱον ἐαν ᾐς φιλομαθης , ἐσῃ πολυμαθης : και παρα Πλατωνι ἐν συμποσιῳ Παυσανιου δε παυσαμενου
Σαγχουνιαθωνος ταυτα : Τουτων οὑτως ἐχοντων ὁ Σαγχουνιαθων , ἀνηρ πολυμαθης και πολυπραγμων γενομενος και τα ἐξ ἀρχης , ἀφ
9999978 Στρατονικος
, ἐφη , ὡς βουν ἐπι φατνῃ δειπνισας ἀπεκτονεν . Στρατονικος εἰς Ἀβδηρ ' ἀποδημησας ποτε ἐπι τον ἀγωνα τον
ἀπεψοφησε , κᾀτα τῳ Σικυωνιῳ ἀμυγδαλην ἐπιβασα συνετριβεν ταχυ . Στρατονικος εἰπεν , Οὐχ ὁμοιος ὁ ψοφος . ὑπο νυκτα
9999978 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999978 ὀνομασθεντα
δε τηι μεσογαιαι των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και ἡ νυν χωρα Πηδασις λεγεται
δε τῃ μεσογαιᾳ των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και νυν ἡ χωρα Πηδασις λεγεται
9999978 συνεκροτει
πλουτον [ τον ] των ὑπηκοων , τας μεν ἐκεινων συνεκροτει κτησεις , τας δε βασιλικας παρα φαυλον ἐποιειτο .
παππου , το μεν βρεφος ἀνεγελασε προς τους βουλευτας και συνεκροτει τω χειρε , ἡ βουλη δε ἐπικλασθεισα προς αὐτο
9999978 σμικροτατον
, ὁτι οὑτως ἀν παν παντι ὁμοιον γενοιτο και το σμικροτατον τῳ μεγιστῳ , εἰ τις τα μη συμβαντα διεξιοι
, ἁ διηρμενα το στομα και παμμεγεθες κεχηνοτα οὐδε το σμικροτατον φθεγγεται . ἡμεις δε ἐμπαλιν : ὁσῳ γαρ δη
9999978 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999978 κρεμασθαι
κρεας , κἀν μη κατεσθιωσι και τους δακτυλους , ἐθελω κρεμασθαι δεκακις . . . ἐσκωψε δε αὐτον Κρατινος [
κρεας , κἀν μη κατεσθιωσι και τους δακτυλους , ἐθελω κρεμασθαι δεκακις . Ἐφη τε καταβας εἰς διαιταν των κατω

Back