παντοτε την διαμετρον καθολικως τριπλασιαζε , γινονται ξ : ἀρτι μεριζε παρα την † πολυγωνον , τουτεστι παρα τον ζ
ταυτα πολυπλασιασον ἐπι τα ια , γινονται ͵γψογ : ταυτα μεριζε παρα τα ιδ , γινονται σξθ ∠ ʹ .
9999965 ἀποδειξις
ἀποδειξις . και δη προδηλος μεν προδηλου οὐ δυναται τυγχανειν ἀποδειξις , ἐπει το προδηλον οὐ χρῃζει ἀποδειξεως , ἀλλ
εἰ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : εἰ οὐκ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : ἠτοι δε ἐστιν ἀποδειξις ἠ
9999965 πιτυροις
, τους δε ποδας κατα νυκτα ἀντλει θερμῳ ὑδατι συν πιτυροις . [ Περι κεφαλαλγιας . ] Ἀμυγδαλα λιτρ .
, πεπερι , λιμνηστις , κοκκος Κνιδιος , εὐφορβιον . πιτυροις δε και τοις ψωρωδεσιν , ἐτι δε φθειριασεως σμηγματα
9999964 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999964 κληροις
ἠ ἐν μοιρᾳ κενῃ ἠ νεφελοειδει ἠ ἐν ἀκτισι και κληροις και τοποις κακοις , δηλοι ἐναντια . Ἡ δε
λοιπων ζῳδιων . προσεχε δε και ταις ἀκτινοβολιαις και τοις κληροις και τοις δωδεκατημοριοις οἱς συνοδευει ὁ Ἀρης ἠ συσχηματιζεται
9999964 ἀκαθαρτον
ὁ μεν γαρ λογος τροφη διανοιας ἐστι : τουτον δε ἀκαθαρτον ἡ πονηρια ποιει των ἀνθρωπων . Ἀνδοκυδου Πυθαγορειου .
το αἱμα . τουτο οὐν ἀναδιδοται εἰς παν το σωμα ἀκαθαρτον ὀν , και λοιπον καινοτομειται το της φυσεως νομιμον
9999964 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999964 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999964 μερικα
μεν καθολου δι ' ἑαυτων δεικνυται μονων , τα δε μερικα και δι ' ἑαυτων και δια των καθολου :
τεχνη τους μεν κανονας ἐχει καθολικους , τα δε ἀποτελεσματα μερικα : ὡσαυτως οὐν και ἡ ῥητορικη τεχνη οὐσα τον
9999963 δυσκολος
δυναμεων , ἀει τῃ ἑτεροτητι χαιρων . Διο χαλεπη και δυσκολος ἡ ἡνιοχησις γινεται τῳ ἡνιοχῳ ἡμων , της μεν
οἰκονομιας και προς στρατειας και προς ἑδραιους ἐν πολει ἀρχας δυσκολος . Το δε δη μεγιστον , ὁτι και προς
9999963 ἀμφισβητησιμον
τα κατα θυμον τα πολλα ἡδεσθαι εἰωθεν : ἐπει δε ἀμφισβητησιμον ἐστι το τοιουτον , οὐκ ἐπι θυμου εἰρηκεν αὐτο
ἑτερον εἰ τι ἐβουλετο , και μηδε τουθ ' ἡμιν ἀμφισβητησιμον ἐαν . Εἰ τοινυν και τουτο συγχωρησαιμεν , ὡς
9999963 χαλεποις
. οὐκ ᾐδειμεν δε παραπλησιοις ἐν αὐτῃ των πρῳην ὁμιλειν χαλεποις , ἠ και χειροσι , και δια ταυτα γε
. . α . , . Ἀταρτηροις : σκληροις και χαλεποις : παρα την ἀτην , ὁ σημαινει την βλαβην
9999962 Σικελιωται
οἱ πολεμιοι σκηνας ἐπι τας ναυς ἐφευγον . οἱ δε Σικελιωται διωκοντες παρα ταις ναυσι τους πλειστους διεφθειραν . Σελινουντιοι
δη λογους εἰπεν . Οὐτε πολεως ὠν ἐλαχιστης , ὠ Σικελιωται , τους λογους ποιησομαι οὐτε πονουμενης μαλιστα τῳ πολεμῳ
9999962 ἀποδεικνυων
πεδαις δεσμευων εἰς τας συνεργασιας ἐνεβαλλε , τους δε νομεις ἀποδεικνυων οὐτ ' ἐσθητας οὐτε τροφας ἐχορηγει τας ἁρμοττουσας .
, ὁ δε διωκων ἀδικον αὐτο δια των ἐναντιων λογισμων ἀποδεικνυων . ἐν μεν γαρ ἀντιληψει λεγοντος του φευγοντος εἰ
9999962 ἀποδειξιν
ἀποδειξιν και πιστιν των ψιλως διηγηθεντων , εἰτα την παρεκθεσιν ἀποδειξιν οὐσαν του κρινομενου βιου : ἐσκοπει γαρ ὡς ἐπι
μιας ἐστι και ὁλης φιλοσοφιας θεωρειν : μεταχειριζεται δε την ἀποδειξιν οὑτω . το ὀν και το ἑν μια φυσις
9999962 πολυειδης
εἰς το τρεπομενον και πασχον καθηκουσιν . Ἡ μεντοι γενεσις πολυειδης οὐσα και ἐκ διαφεροντων συνισταμενη τῃ οἰκειᾳ μεν ἐναντιωσει
της ὀνομασιας ἀπο του περι αὐτον σχηματος . ἐστι δε πολυειδης και πολυκινητος , ἐκ της των ἀνωμαλων και ἀτακτων
9999962 προσαγορευσαι
το μεν πρωτον αὐτην ἀπο της συναγωγης και συνοικησεως Συνναια προσαγορευσαι , μετα δε ταυτα παρεφθαρμενως ὑπο των πλησιοχωρων Συνναδα
των ἐν ἐκεινοις τοις τοποις , Ἀργωιον ἀπο της νεως προσαγορευσαι , και μεχρι τωνδε των χρονων διαμενειν αὐτου την
9999962 συγχωρησομεν
, τον μεν πραως τε και ἐκ μειζονων διαλειμματων ἐντρεχοντα συγχωρησομεν : εἰ δε συντονος τε εἰη και σφοδρος και
τυραννων δωρεαι . δρασομεν τ ' , εἰ και ταυτα συγχωρησομεν αὐτοις , ὁμοια τοις προς ἡδονην θεραπευουσι τους καμνοντας
9999962 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999962 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999962 συντιθεμενα
ὁμοιως και το χαριστος . Ἰστεον ὁτι τα παρα πολις συντιθεμενα του ἁπλου φυλαττει την κλισιν , Νικοπολεως Ἀμφιπολεως :
ἐστιν , οὑ ἐν ἀρχῃ τα φυλλα λαχανευεται εἰς ἁλμαιας συντιθεμενα . ἐστι δε πλατεα , τραχεα τοις περιξ ,
9999961 ἐλευθεριαν
. δουλους δε ἐλευθερους ποιει : ἡλιον γαρ και την ἐλευθεριαν καλουσιν ἀνθρωποι . τοις δε λοιποις εἰς ἐπικτησιν ὠφελιμος
μεγαλην ἡγεμονιαν κατεργασεσθαι , ἐαν ἡγησωνται τοις Ἑλλησι προς την ἐλευθεριαν και το σωθηναι . Λακεδαιμονιους δε , ὡσπερ οἱ
9999961 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999961 μετανοιᾳ
και τα ὁπλα ἐπαταγουν οἱ ὡπλισμενοι και κατα μικρον ἐν μετανοιᾳ της ἀμνηστιας ἐγιγνοντο . και ὁ Ἀντωνιος ὡδε ἐχοντας
τα χειρονα ἑλκη θεραπευοντες , και των ἡμαρτημενων δικας εἰσπραττονται μετανοιᾳ ψυχης την πονηριαν ἀφανιζειν πειρωμενοι , οὐκ αὐτην την
9999961 πλεονεκτης
δε τῃ διαβολῃ κατα των ἀποντων λαθρᾳ χρωμενος πως οὐ πλεονεκτης ἐστιν ὁλον τον ἀκροατην σφετεριζομενος και προκαταλαμβανων αὐτου τα
κατα τας ἀλλας κακιας ἁμαρτανοντων ὡς ἀδικος , οὑτω και πλεονεκτης ἐλεγετο . ὁταν δε πλεονεκτῃ , πολλακις κατ '
9999961 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999961 δακρυσιν
βηματος κραυγη τε παρα παντων ἐξαισιος ἐγινετο και δεησεις μεμιγμεναι δακρυσιν , ἱνα μενῃ τε και διακατεχῃ τα πραγματα μηδενα
πεμψαντος ; ὠ δεινοι λογοι . κατεδακρυσα και βλεφαρον ὑγραινω δακρυσιν : ἁ Διος μ ' ἀλοχος ὠλεσεν . Ἡρα
9999961 χαρακτηριζεται
, εἰπων δε το ζῳῳ εἰναι ἐσημανε καθ ' ὁ χαρακτηριζεται , τουτ ' ἐστι το εἰδος : το γαρ
τῳ θεῳ , δηλον ἐντευθεν : οἱς γαρ το θειον χαρακτηριζεται , τουτοις και ὁ τελειος φιλοσοφος χαρακτηριζεται : και
9999961 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999961 κρατηθεντα
τοὐπισω πεπλεγμενοις , κατ ' ἀνακλασιν πεπλεγμενοις . ἁλοντα : κρατηθεντα . Ὑπεξεκλεψε : κρυφιως ἠλθεν . ἐξειρυσεν : διεσωσεν
Και τα μεν οὑτω καιρια των μοριων ἐφ ' οἱῳδητινι κρατηθεντα παθει ῥᾳδιως ἀν τα οὐρα ἀλλοιωσει τῃ καιριοτητι ,
9999961 εὐπρεπειαν
διακρινεται και τα μεν ἀρτια και την φυσιν ἐχοντα προς εὐπρεπειαν και ἰσχυν εὐθετον τρεφεται , τα δε καταδεη τοις
] φονευσω . δομων ] των . ἀγαλμα ] την εὐπρεπειαν . μιαινων ] μολυνων . παρθενοσφαγοισι ] παρθενικοις .
9999961 συμποσιοις
προς τε τους καιρους , οἱον ἐν ἑορταις και ἐν συμποσιοις , και ἐν ἐπιπληξεσιν δε προς τους τρυφερωτερους ,
ὁλης ἡμερας ἀξει και τελεσει ἡ πολις τους ἐν τοις συμποσιοις χορους ταις των κυλικων φιλονικιαις . λεγει δε τας
9999961 γινομενῃ
οὑ ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν τῃ ὑπο της ΔΓ γινομενῃ ἐπιφανειᾳ , ὑψος δε το αὐτο : και ὁλον
οὐκ ἐνεργειᾳ λεγω κατα περιοχην οὐδε τῃ κατ ' αὐξησιν γινομενῃ μεταβολῃ του γενους και των σωματων , ἀλλα τῃ
9999961 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999961 Κρητικοις
Ἐλυμνιατης . Ἐλυρος , πολις Κρητης , ὡς Ξενιων ἐν Κρητικοις . ὁ πολιτης Ἐλυριος . Ἐλωρος , πολις Σικελιας
ἐναντια ἡγησαμενον ἀνεθεσαν οἱ Αἰτωλοι . ἐστι δε ἐν τοις Κρητικοις ὀρεσι και κατ ' ἐμε ἐτι Ἐλυρος πολις :
9999961 κορυθαιολος
' ἑνα πολλοι : Τρωας δ ' ἐνθαδε παντας ἀγει κορυθαιολος Ἑκτωρ . ἀλλα τι ἠ μοι ταυτα φιλος διελεξατο
σοισιν ἐτῃσι . Την δ ' ἠμειβετ ' ἐπειτα μεγας κορυθαιολος Ἑκτωρ : μη μοι οἰνον ἀειρε μελιφρονα ποτνια μητερ
9999960 ἀπαιδευσιαν
παλιν ἐμπειριαν ἠμελημενην ; δοκεις δε μοι μαχης ἡμιν ὀνειδιζειν ἀπαιδευσιαν ὑπολαμβανων οὑτως ἀπειροκαλως ἡμας και μειρακιωδως ὁπλοις ἐπιχειρειν .
γυναικος . μεγαλην παιδειαν νομιζε δι ' ἡς δυνησῃ φερειν ἀπαιδευσιαν . μητε την γλωτταν σου χραινετω τις ἀνιαρος και
9999960 προσαγορευει
και μεμνηται ὁτι σμικρολογος ἠν . ὁθεν Ξενοφανης κιμβικα αὐτον προσαγορευει . . . . . . , το Ἐρυκος
. . . . . . . . . ἀειδη προσαγορευει , την δε δια του ὑγρου Ποσειδωνα , την
9999960 ἐξενεχθηναι
δεσμωτηριου τεθνεως , τριων ἡμιν οἰκιων οὐσων ἐξ οὐδεμιας εἰασαν ἐξενεχθηναι , ἀλλα κλεισιον μισθωσαμενοι προὐθεντο αὐτον . και πολλων
ἱππου ἐν τῃ Μοιριδος λιμνῃ , ὑπο κροκοδειλου ληφθηναι και ἐξενεχθηναι εἰς το περαν , και οὑτως ὀνομασθηναι και πολιν
9999960 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999960 ἐλευθεροις
εὐτελης . μοθωνας γαρ ἐκαλουν οἱ Λακωνες τους παρεπομενους τοις ἐλευθεροις : ἐστι δε και γενος ὀρχησεως . ΓΘ ἀλλως
τους Αἰτωλους αὑτοις βοηθειν , ἐπει και ὁ Κασσανδρος αὐτοις ἐλευθεροις οὐσιν ἐπεχειρει , ὡς ἐν αὐτῳ τῳ λογῳ γιγνεται
9999960 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999960 σκορπιον
θυμιωμενη σκορπιους και παν ἑρπετον ἐκδιωξει . εἰ δε τις σκορπιον αὐτον εἰς ἐλαιον ἑψησει , και του πληγεντος ὑπο
. Ἐπιχαρμος δ ' ἐν Μουσαις ποικιλον εἰναι φησι τον σκορπιον : σκορπιοι τε ποικιλοι γλαυκοι τε , σαυροι πιονες
9999960 μελαγχολικου
και δυσαναδοτον ἀποτελεισθαι . οʹ . Τεσσαρες εἰσι διαφοραι του μελαγχολικου χυμου : ὡν πρωτος ἐστιν ὁ στοιχειωδης : και
στρυφνον ἐμφαινομενον : εἰκοτως δε και κακοχυμος εἰναι πεπιστευται , μελαγχολικου γεννητικος αἱματος ὑπαρχων . ἀμφοιν δ ' εὐπεπτοτερος ,
9999960 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999960 αἰδεσθεντες
ἀρετην μεταβολης καταπληξιν ἐργασαμενης τοις δεσποταις : μεθησονται γαρ αὐτους αἰδεσθεντες κρειττονων ἀρχειν . ὁταν δε τυχωσι της ἀπροσδοκητου ταυτης
τε και θαρρειν και αὑτῳ ἑπεσθαι . οἱ δ ' αἰδεσθεντες ἐπι τῳ ἐργῳ ἀνεστρεφον αὐθις και τοις καθ '
9999959 Εὐφρονιος
Γ ] ὀνομα ⌈ φησιν Εὐφρονιος , ὁτι [ , Εὐφρονιος φησιν , ] Ἀττικοι μεν περισπωσιν , οἱ δε
τοσουτον ἡδονῃ κρατουσιν . . . : Ἀντιπατρος δε και Εὐφρονιος ἐν τοις Ὑπομνημασι φασι τους κυκλιους χορους στησαι πρωτον
9999959 ἐκλυσεως
θηριων δακετων αἰτιαις ἠ συμπτωσεων ναυαγιων καθυγρων τοπων σεληνιασμου πηρωσεως ἐκλυσεως . Αἰγοκερως ὑπο Λεοντος , Κρονος ὑπο Ἡλιου :
της εὐνης παλιν ἀνισταμενων , του νυκτερινου καρου και της ἐκλυσεως και της νωχελιας αὐτους ἀπηλλασσε δια τινων ἰδιοτροπων ᾀσματων
9999959 αἰσθομενη
αὐτομολιας . Ῥοδος μεν ἠδη δεδουλωται Κασσιῳ , πολις αὐθαδεστερον αἰσθομενη της οἰκειας ἰσχυος ἠ βεβαιοτερον , Λυκια δε ἡμιν
μη ἡ βουλη ἡ ἐξ Ἀρειου παγου το πραγμ ' αἰσθομενη και την ὑμετεραν ἀγνοιαν ἐν οὐ δεοντι συμβεβηκυιαν ἰδουσα
9999959 ἀνδροφονοι
αὐτοις τρομῳ πολλῳ : ἐντευθεν ἀνδροκτασιαι τε μαχαι τε , ἀνδροφονοι τε κυδοιμοι . Εἰ δε ταυτας τας τεχνας οἱ
' ἑαυτης λαβων . ὡς δε συνεκερασθησαν αἱ ἀνοσιοι και ἀνδροφονοι φυσεις , ἐκβαλειν ἐκ της βασιλειας τον Τυλλιον ,
9999959 ἠβουληθησαν
ἐμφυτον του ζην ὑπερειδον ἐπιθυμιαν , και τελευτησαι καλως μαλλον ἠβουληθησαν ἠ ζωντες την Ἑλλαδ ' ἰδειν ἀτυχουσαν , πως
ὑγιασθησαν ; το μεν γαρ της τυχης εἰδος ψιλον οὐκ ἠβουληθησαν θεησασθαι , ἐν ᾡ τῃ τεχνῃ ἐπετρεψαν σφας αὐτους
9999959 βραχυτατοις
Λεοντος του βασιλεως Ῥωμαιων Αἰθιοπες ἐκομισαν καμηλοπαρδαλεις και δυο ἐν βραχυτατοις σωμασιν ἀνδρας φρενοβλαβεις , οὑς δη πυγμαιους Ὁμηρος ὠνομασε
περι φυσεως συγγραμμα και ἀλλο το περι θεων ὡς ἐν βραχυτατοις αὐτον ἀνεδιδαξεν . ἠλθε μεν γαρ Ἀβαρις ἀπο Ὑπερβορεων
9999959 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999959 Μαντινης
οὑτως ἐς την ξυμμαχιαν προσεδεχοντο τους ἐθελοντας των Ἑλληνων , Μαντινης δ ' αὐτοις και οἱ ξυμμαχοι αὐτων πρωτοι προσεχωρησαν
ἰδιας ὠφελιας Δωριης ἐπι Δωριας μετα Ἀθηναιων Ἰωνων ἠκολουθουν , Μαντινης δε και ἀλλοι Ἀρκαδων μισθοφοροι ἐπι τους αἰει πολεμιους
9999959 ἀκαιριαν
τρια εἰναι εἰδη τα γνωριμωτατα , ἀσχημοσυνην , ἀσυμμετριαν , ἀκαιριαν . ἠ γαρ αὐτοθεν εἰναι την ἐπιθυμιαν ἀσχημονα τε
φθοραι δι ' ὑπερβολην ἠ δι ' ἐλλειψιν τροφης ἠ ἀκαιριαν ἐργων . Αἱ δ ' ἀπο των παραφυτευομενων ἠ
9999959 εὐνην
ἐμοι θαλαμων κληιδας ἑλουσα ἐδραθεν ὑπνωουσα και ἐς μιαν ἠλυθεν εὐνην ; ἐννεπε δακρυχεουσα , συνωδυροντο δε παιδες . ἀγρομεναι
ὁ Ζευς τῃ Ἡρᾳ λαθρα συνηλθεν . Ὁμηρος : εἰς εὐνην φοιτωντε φιλους ληθοντο τοκηας . Ἀριστοκλης δε ἐν τῳ
9999959 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999959 ἰδιωτικον
Μειδιου πεποιηκε : φασκοντος γαρ του Μειδιου ὑβριν εἰναι και ἰδιωτικον , ἀλλ ' οὐ δημοσιον ἀδικημα περι την ἑορτην
γιγνεται τουτο λαβειν , ἠ οὐχι του διακρινειν , ποτερον ἰδιωτικον ἐστιν ἠ ἱερατικον το εὑρισκομενον : εἰτα ἐπισυναπτεις δευτερον
9999959 ὠφεληθηναι
ἀπειρηκοτας ὡς μητε ὑπο της ταφρου μητε ὑπο του ἐρυματος ὠφεληθηναι μηθεν μητε αὐτας διαφυλαξαι τας ναυς . ποια γαρ
ταξιν ἠ θεατου τον ἐπινενοηκοτα λαχειν ἀξιωσας . οὑτως οὐδε ὠφεληθηναι τινες προς ἀδικων ἀξιουσιν , ἀλλα της γενησομενης ὠφελειας
9999959 καινα
δι ' οὑπερ και το προτερον λογου , οἰει δη καινα ἀττα δειν ἀκουειν ἀποδειξεις τε ἑτερας , ὡς των
, ὠ δυστηνε συ ; ἀπιστ ' ἀπιστα , καινα καινα δερκομαι . ἑτερα δ ' ἀφ ' ἑτερων κακα
9999959 στακτης
χιας , βδελλιου ἀνα γοβ . λαδανου λιγ . μελαινης στακτης λιστ . κροκου γραμματα στ . Ἐγω δε φησιν
: και ἀναμαλαξας ἱκανως ἐπισταζε κατα βραχυ το ὑπολοιπον της στακτης κονιας , και λειου ἑως ἀναποθῃ πασα ἡ κονια
9999959 κρατησαντα
και των ἀλλων οὐκ ὀλιγους ἀνελειν , το δε τελευταιον κρατησαντα των βασιλειων την μεν Κλεοπατραν [ ἐκ ] της
ἐτι και βασιλεα μονον ἐφ ' ἁπαντων γενεσθαι τῳ ἀστραγαλῳ κρατησαντα , ὡς μητε ἐπιταχθειης γελοια ἐπιταγματα και αὐτος ἐπιταττειν
9999959 σπονδειου
γαρ εἰναι πανυ φημι δικην ” διμετρον ἐξ ἀναπαιστου , σπονδειου και δυο ἀναπαιστων : το ιθʹ “ οὐκ εἰναι
σπονδειου : το νεʹ ἐκ βʹ σπονδειων , δακτυλου και σπονδειου : το νϘʹ ἐκ σπονδειου , ἀναπαιστου και αὐ
9999959 μερικη
ἡ μεν μερικη σοφια , ἡ δε καθολου : και μερικη μεν ἐστιν ἡ ἑκαστης τεχνης ἀρετη καθ ' ἡν
γε το μερικον : ὁπως ἀν οὐν ἐχῃ ἀληθειας ἡ μερικη καταφασις , εἰτε ὡς ἀει τῃ μερικῃ ἀποφασει συντρεχουσα
9999959 ἀποτροπην
περιεχουσιν ἰνες ὁμοιαι ῥυτισιν ἠ και γραμμαις . Τουτον προς ἀποτροπην παντων των ἑρπετων φασι χρησιμωτατον εἰναι και οἱ γε
παρακλησεσιν ἱκετευουσα . . φλαυρον ] κακον , φοβερον . ἀποτροπην τελειν ] ἀποδιωξιν πληρουν . . φθιτοις ] νεκροις
9999959 ἀπεστησαν
και ἑτεροις πεντε την πραξιν ἀνακοινωσαμενοι και το ἐθνος Μακεδονων ἀπεστησαν και καθ ' ἑαυτους ἠρξαν και ἐπι μεγα δυναμεως
αἰσθητων και ἀλλους παρα τα αἰσθητα , ! ! ! ἀπεστησαν του λεγειν εἰδητικους ἀριθμους και τον μαθηματικον μονον ἐποιησαν
9999959 ἀπουσης
μεν και ταις ἀλλαις ἀρεταις γινεται χωρα και τοπος , ἀπουσης δε οὐδε ὁτιουν ὀφελος οὐδ ' ἐκεινων οὐδεμιας .
και κινησει κινειται . Ἐνταυθα δε κινησει μεν κινειται , ἀπουσης δε ἠρεμει ἐστερημενον της ὀφειλομενης κινησεως . Ἐπειτα δε
9999959 Περσαιος
Στωικῳ δογματι τῳ τον σοφον ἀδοξαστον εἰναι . προς ὁ Περσαιος ἐναντιουμενος διδυμων ἀδελφων τον ἑτερον ἐποιησεν αὐτῳ παρακαταθηκην δουναι
ἐπιτρεπων τῃ αὐλητριδι . μηποτε αὐτος ἐστιν [ ὁ ] Περσαιος ὁ περι της αὐλητριδος διαπυκτευσας . φησιν γαρ Ἀντιγονος
9999959 κολπους
διακεκομμενων και ὀστων θαυμαστως : ἐτι ποιει προς ἐπιφορας και κολπους και ἐπι των ἀποστηματων , ὁταν κομισαμενος το ὑγρον
των σπληνων και ἡπατος . προσλαβον δε νιτρον ὀλιγον ῥησσει κολπους και σκολοπας ἀναγει : εἰ δε μιξαις τοις συκοις
9999959 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999959 ἐμποριαν
, τι ὠφελουνται ; ἠ τοσουτον αὐτων πλεονεκτουμεν κατα την ἐμποριαν , ὡστε παντα τα ἀγαθα παρ ' αὐτων λαμβανομεν
της δε φανερας ἐκοινωνουν . ἐργασαμενου δε Διοδοτου κατ ' ἐμποριαν πολλα χρηματα πειθει αὐτον Διογειτων λαβειν την ἑαυτου θυγατερα
9999959 ὑπουσης
το της χορηγιας , χρηματων βασιλικων ἠ τινος μεγαλης ἰδιωτικης ὑπουσης οὐσιας , ἐν πολλῃ και ἀφθονῳ κυλινδουμενον ἀσελγειᾳ μεχρι
ὁρμαις ἑπομενος και μηδεμιαν ἐων ὑποσκελιζεσθαι : διο και της ὑπουσης δυναμεως ἐστιν ὁτε πλεον ἐνεανιευετο | δυναμιν ἀκαθαιρετον το
9999959 ἐγρηγοροτων
ἠ μεταξυ του ἐγρηγορεναι και καθευδειν ὀντων ἠ και παντελως ἐγρηγοροτων αἱ φωναι ἀκουονται . Και ποτε μεν ἀναφες και
σοι και δοξαν , ὁσην δικαιον , και πληθος ὁμιλητων ἐγρηγοροτων . ἐν δ ' αὐ τοις πολλοις ἀγαθοις ἑνος
9999959 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999959 ἀναιδεια
ποιουντες : ἐαν δ ' ἐκ των νεων αὐθαδεια και ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους
τῃ ληγουσῃ της γενικης του ἀρσενικου δια το εὐσεβεια και ἀναιδεια και εὐγενεια : ταυτα γαρ συνεσταλμενον ἐχουσι το α
9999959 χαλασαι
ταχυ προσδραμοντων και πασαν τωι βασανιζομενωι προσφεροντων τιμωριαν εἰς το χαλασαι το δηγμα , πολυ μαλλον προσενεφυετο . τελος δ
ὑπεραιωρησει ἐπιτηδεια του σφηνοειδους κατ ' ἐξελκυσμον . . . χαλασαι δει την τασιν και το σφαλμα ἁρμοζειν , ταις
9999959 προσεδοκησεν
ᾡ μολις ἠ οὐδ ' ὁλως ὡν ἐκ πλεονεξιας τευξεσθαι προσεδοκησεν ἐφιξεται . οὑτος μεν οὐν διδοτω δικας της φιλαργυριας
του παθους Ῥηγιον κτισθεις ' ὠνομασθη . και τοὐναντιον οὑ προσεδοκησεν ἀν τις ἀπεβη . συνεζευχθη μεν γαρ τα τεως
9999959 Καλλικρατους
πελαγος κατεποντωσαν . . . : Καλλιστρατος δε φησιν ὁ Καλλικρατους ὁ δημαγωγος και αὐτος προς μεν τας ἡδονας ἠν
και Περσεως . ὁ μεν δη ταυτα ἐλεγεν ὑπο διδασκαλιᾳ Καλλικρατους : ἀναστας δε μετ ' αὐτον Ξενωνἠν δε ὁ
9999958 προσελαβεν
ἑβδομον ὁμοιως τῳ πεμπτῳ . το ὀγδοον προσοδιακον δωδεκασημον διαφορως προσελαβεν . το ἐνατον ἀναπαιστικον . το δεκατον ἰαμβικον τριμετρον
βασιλεα , και την ἀρχην αὐτου και ὁσα ἀλλα ἐθνη προσελαβεν ἀμφι την ἑω , διετασσετο : ὁ δε Καισαρ
9999958 συνεμαχησαν
την προαιρεσιν : και αἰνιξαι ἐξ ὡν ἐπι Μαραθωνα οὐ συνεμαχησαν κινδυνευουσῃ τῃ πολει : εἰτα εἰςβαλλεις εἰς την καταστασιν
δε Θουκυδιδης παλιν ζητουμενου , δια τι οἱ Κερκυραιοι οὐδενι συνεμαχησαν , ἀπο της γνωμης ἐπιχειρησας το αὐτο συνεστησε τε
9999958 συμπασαν
αὐτον Ἱππαρχον εἰκαζεται λεγεσθαι ὁσον χιλιων σταδιων , ὡστε την συμπασαν κατ ' Ἐρατοσθενη κεφαλαιουσθαι ἐννακισχιλιων ἑξακοσιων : αὐτος συντετμηκε
, ὡς φησιν Ἀσκληπιαδης ὁ Μυρλεανος . Ῥωμαιοι δε την συμπασαν καλεσαντες ὁμωνυμως Ἰβηριαν τε και Ἱσπανιαν το μεν αὐτης
9999958 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999958 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999958 πετεινα
κτεινοντες ὁμοιως μυρμηκας τε και ὀφις και τἀλλα ἑρπετα και πετεινα . Και ἀμφι μεν τῳ νομῳ τουτῳ ἐχετω ὡς
διεφορουν Ἁρπυιαι τον βιον αὐτου , δοκουσι δε ἐνιοι θηρια πετεινα εἰναι ταυτα ἁρπαζοντα ἀπο της τραπεζης του Φινεως το
9999958 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999958 ἀκολουθησαι
τῃ των ἀγαθων ἐταξαν συστοιχιᾳ , οἱς δη και Σπευσιππος ἀκολουθησαι δοκει . ἡ δε συστοιχια των ἀγαθων , ἡν
' οὐχ ἑπῃ τουτο δρωντι : ἐπει ὀφελον και νυν ἀκολουθησαι δυνησῃ . Θαυμαστα λεγεις , εἰ μη δυνησομαι καταμαθειν
9999958 φυλαχθηναι
το πληθος των αἰτιων και την ὑπεροχην εἰς το ἀδιαμαρτητον φυλαχθηναι . και ταυτα δε παντα ἐξ οὐρων τε και
την καρδιαν σου ἠδη ἀναβῃ μη δυνασθαι αὐτας ὑπο ἀνθρωπου φυλαχθηναι , οὐ φυλαξεις αὐτας . νυν δε σοι λεγω
9999958 τετρακισμυριων
δ ' Ἀντιγονου χωρις των ἐλεφαντων πεζοι μεν πλειους των τετρακισμυριων , ἱππεις δε ὑπερ τους ἑπτακισχιλιους . ἁμα δε
παραλαβοντες τους συμμαχους μυριοις στρατιωταις ἐβοηθουν τοις Ἀκραγαντινοις . Ὡς τετρακισμυριων Καρχηδονιων ἀπαντησαντων ἐνικησαν οἱ Συρακοσιοι και πλειους των ἑξακισχιλιων
9999958 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999958 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999958 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999958 αἰφνιδιους
ἐξ ἰδιων προδοσιας και οἰκειων θορυβους και φιλων ἐχθρας και αἰφνιδιους συμφορας ἐγειρει . ἐπι νυκτος δε μετρια τα φαυλα
ἐκ παρασκευης ὑπομενοντων τους κινδυνους , μαλλον δε των τους αἰφνιδιους ἀνεχομενων ; ἠ δια τουτο προσεθηκε το δοκειν ;
9999958 ἀσθενεστεροις
, διδου ⋖ αʹ μετ ' οἰνου , τοις δε ἀσθενεστεροις μετα γαλακτος . Εὐζωμου σπερματος ⋖ βʹ , κυμινου
δ ' αὐ δια την του χυμου συγγενειαν ἐπ ' ἀσθενεστεροις , εἰ μη που τις προσαποδοθεισα αἰτια κἀπι τουτου
9999958 κομαις
: ἀλλ ' ἀρισθαρματον ὑδατι Κασταλιας ξενωθεις γερας ἀμφεβαλε τεαισιν κομαις , ἀκηρατοις ἁνιαις ποδαρκεων δωδεκ ' ἀν δρομων τεμενος
ὁτι κἀκεινα οὐκ ἀμοιρα γαμων : οἱ γαρ ἐπι ταις κομαις συνδεσμοι φιλοτεχνηματα γαμουντων δενδρων εἰσι , και του θεου
9999958 Θερσανδρον
, ὑπερβαινων τουσδε τους ἀγριους , Κηδωνιδην και Αὐτοκλειδην και Θερσανδρον , ὡν ἐν ταις οἰκιαις ἀνειλημμενος γεγονε , μη
, φιλοφρονουμενος προσετιθει : “ Βουλομαι δε σοι και τον Θερσανδρον ὁστις ἐστιν εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον ἡσθειης .
9999958 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999958 σπουδασαντες
ῥᾳδιως . και γαρ βαδισμα και φθεγμα και βλεμμα μιμεισθαι σπουδασαντες ἀνδρος , εἰπερ ἐξαιφνης φοβηθειεν ἠ και ἀνιαθειεν ,
ἀπελειπομεν , την σωματικην χωραν ἁπασαν , ἀπομαθειν τα παθη σπουδασαντες κατα τας του προφητου λογου , Μωυσεως , ὑφηγησεις
9999958 πραγμασι
, ἀλλ ' ἐγκαλουμενοις ἀπεκρινασθε μη νομιζειν συμφερειν τοις Ῥωμαιων πραγμασι βλαπτεσθαι Νικομηδη , οἱα περ αὐτον ἀδικουμενον . ὑμεις
, λεγει δε ὁτι κἀγω εἱς εἰμι των ἡττηθεντων τοις πραγμασι . τους μεν συστρατευσαντας ] τους Θηβαιους . τους
9999958 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999958 ἀναμφισβητητον
, και ᾐδεσαν ταυτην ὁποια ἠν , και ἐπ ' ἀναμφισβητητον παντες κατεχωριζοντο . καλον μεν γαρ ἡγειτο ὁ Κυρος
πολλην ἐχοντες ὑπερβολην , εἰτα κατα την ψυχην , ὡστε ἀναμφισβητητον εἰναι και φανεραν την ὑπεροχην τοις ἀρχομενοις την των
9999958 ἀποτροπης
του γενους των ἀνθρωπων αἰει ποιησομενον εὐχας ὑπερ τε κακων ἀποτροπης και μετουσιας ἀγαθων . παραλαβων δε την ἀρχην οὐχ
μανιαν ἠ τινα ἀνοιαν κακον τι ἐπιχειρωσιν πραττειν , τοτε ἀποτροπης ἑνεκα ὡς φαρμακον χρησιμον γιγνεται ; και ἐν αἱς

Back