κορυφης ἐπι την περιφερειαν της βασεως ἀγαγειν , ὡς ἠδη μεμαθηκαμεν . ἠχθω δη και ἐστω ἡ ΑΝ , και
και παραγραφικως ἀγωνιζομενοι : προσετι προστιθεντες τας τελειοτητας , ἁς μεμαθηκαμεν ἐπι ἑκαστου : ἰσχυρον μεν γαρ και καθ '
9999984 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999983 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999983 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999981 ἐοικαμεν
τον ἑκαστου βιον ἐπηλυγαζουσα . ἐν σκοτῳ γουν πλανωμενοις παντες ἐοικαμεν , μαλλον δε τυφλοις ὁμοια πεπονθαμεν , τῳ μεν
ἀποπηδησαντες ἀπο του λογου ᾀδειν . Πως δη ; Ἀντιλογικως ἐοικαμεν προς τας των ὀνοματων ὁμολογιας ἀνομολογησαμενοι και τοιουτῳ τινι
9999981 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999981 μνημονικον
ἀνεγιγνωσκον , πλειστα δε ἐς μνημην ἀνελεγοντο : το τοι μνημονικον ἑκατοντουτης γενομενος και ὑπερ τον Σιμωνιδην ἐρρωτο , και
τουτο των ἐν τῳ λογῳ μερων ταττομεν . ἐστι δε μνημονικον ποιειν ἐν κεφαλαιῳ ἠ διαλογιζομενον ἠ ἀπολογιζομενον περι των
9999981 καταληκτικοι
ὁ θεραπων προς τον Ἀγορακριτον . ἐν ἐκθεσει στιχοι τροχαϊκοι καταληκτικοι εʹ , οὑς οἱ ὑποκριται φασιν . Γ ἀνδρες
και μονομετρα ιεʹ . ἐν ἐκθεσει δε στιχοι τροχαϊκοι τετραμετροι καταληκτικοι δʹ , ὁμοιοι τοις ἑξης . ταυτα δη λιπους
9999981 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999981 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999981 καθαρτηριων
ὁ λευκοϲ οὐκ ἐμετηριον μουνον , ἀλλα και ξυμπαντων ὁμου καθαρτηριων ὁ δυνατωτατοϲ , οὐ τῳ πληθεϊ και τῃ ποικιλιῃ
ἱκανον ᾐ τον ἀνθρωπον : ἐλατηριον δε τοιϲιδε των ἀλλων καθαρτηριων κρεϲϲον : ξυμφορον δε και κνεωρον και ναπυ :
9999981 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999981 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999981 ἐπακολουθησαι
και διψησωσιν αἱ ἀρουραι , οὐδεμια μηχανη μη οὐχι λιμον ἐπακολουθησαι τῳ διψει αὐτων : και ὁτι οὐ μεσουντος θερους
του θωρακος ἐξαιρεθῃ το δορυ , συμβησεται και τον θανατον ἐπακολουθησαι , εὐψυχοτατα την του βιου καταστροφην ἐποιησατο . πρωτον
9999981 μακαριον
κατασκευαζει δε το θειον εἰναι την εὐδαιμονιαν και ἀριστον και μακαριον ἐκ του ἀθλον εἰναι της ἀρετης . δια σπουδης
ὠ Δαματερ : Ὁτι ἁπλως και ἀσυνηθως κατεχρησατο ἀντι του μακαριον : εἰ μη ἀρα παιζει , οἱον νεκρου βιον
9999981 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999981 ἀκαταληκτων
] αἱ ἑξης αὑται συστηματων περιοδοι στιχων εἰσιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων ἐνενηκοντα ἑπτα , ὡν τελευταιος χαρις γαρ οὐκ ἀτιμος
ἐρωτω : ἡ μονοστροφικη αὑτη περιοδος στιχων ἐστιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων καʹ ὡν τελευταιος : ἠκουσας οὐκ ἠκουσας ἠ κωφῃ
9999981 παραγγελλει
ὁταν δε τελεσθῃ τα ἱερα , ὁ βασιλευς προσκαλεσας παντας παραγγελλει τα ποιητεα . ὡστε ὁρων ταυτα ἡγησαιο ἀν τους
ἀποταττει δε και τοπον ἑκαστῳ και καιρον και ταξιν και παραγγελλει , πως δει και που και ποτε ἀγωνιζεσθαι καλον
9999980 ὁρμηθηναι
μεγεθος ἐν Ἑλλησιν ἠ βαρβαροις ἀπεδειξατο . ἐνθεν και αὐτος ὁρμηθηναι φημι ἐς τηνδε την ξυγγραφην , οὐκ ἀπαξιωσας ἐμαυτον
' Ἡδυλος ἐστιν εἰθ ' ὁστισουν : φησι μεν γαρ ὁρμηθηναι τας ἐλαφους Κωρυκιης ἀπο δειραδος , ἐκ δε Κιλισσης
9999980 μετεωροτερα
ἐν τῃ ἐγρηγορσει ἐνεργειων , ἀναδιδονται τινες ἀτμοι εἰς τα μετεωροτερα και συμβαινει ἐπι πλειον λεπτοποιουμενης της ὑλης ἐκ της
ΒΚ ἡ ΚΖ , οὐκουν ἡ μεν ΓΔ της ΔΖ μετεωροτερα φαινεται , ἡ δε ΔΖ της ΖΚ : τα
9999980 μαθηματικου
τῳ πειθεσθαι τοις μαθηματικοις ἀλλα τῳ ἐχειν ἀποδειξιν και λογον μαθηματικου τινος θεωρηματος . οὑτω δε το λογικον μετεχει λογου
ἐπι το δευτερον , δια τι τοσαυτα εἰδη εἰσι του μαθηματικου . ἰστεον ὁτι το μαθηματικον περι το ποσον καταγινεται
9999980 Μελιτος
ἑψησας το μελι και ἀπαφρισας ἑνωσον και ἀναδησας ἐα . Μελιτος ξεστην α , οἰνου ξεστια ε , πεπερεως #
ὀστρακου , σμυρνης ἀνα # α . λειοις χρω . Μελιτος # α , των μορων του χυλου # ε
9999980 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999980 τελευτησας
Βοιωτιας , κἀκει γημας Πυκιμηδην ἐγεννησεν Ἡσιοδον . Ἀπελλης δε τελευτησας ἐν τῃ πατριδι Κυμῃ κατελιπε θυγατερα Κριθηιδα τοὐνομα ,
και ξενοις . ὠ βιους μεν ὡς ἐν ἱεροις και τελευτησας κρειττον ἠ κατ ' ἀνθρωπον . ὠ κοσμος και
9999980 δεδωκαμεν
. Λατινοι τε γαρ ἁπαντες , οἱς νεωστι την ἰσοπολιτειαν δεδωκαμεν , συν ἡμιν στησονται , ὡς περι πατριδος ἠδη
φαμεν , ὁτι ἡ ἀντιφασις συναληθευει , και οὐδεν ἀτοπον δεδωκαμεν . πως οὐν δυνατον ἐστι τους τοιουτους διελεγχειν ;
9999980 θεραπειαις
θυμον , ποταπον ; ἀταλον , ἠγουν ἱλαρυνων αὐτον ταις θεραπειαις και προσηνη ποιων : Διος κορινθος . παροιμια ἐστιν
δε και τουτοις οὑς ἀγασθειη ἠ ἐν φυλακαις ἠ ἐν θεραπειαις ἠ ἐν αἱστισινουν πραξεσιν , ἐνσημαινομενος τουτο , ὁτι
9999980 ποιησαμενη
, βραδυτερον φανησεται την εἰς τα ἑπομενα των ζῳδιων μεταβασιν ποιησαμενη τοις αὐτοις κε ἑξηκοστοις Και δια ταυτην την αἰτιαν
, ἡ δε προφητις προεισιν ἐπικλησιν ὡς ἐθος των θεων ποιησαμενη : ἀπροοπτως δε ἰδουσα τας Ἐριννυας κυκλωι του Ὀρεστου
9999980 τελειοτητα
ἐσθιειν μηδε καρδιαν , ὁμως και ἐν ἑκαστῳ τουτων την τελειοτητα της καθαρσεως ἐναπετυπουτο ὁ λογος , δια μεν τινας
' οὐκ ἐπ ' ἀκρον ἠλθε σοφιας , ὡς δια τελειοτητα της ἐν αὐτῳ φυσεως τοσουτου γερως ἀξιωθηναι , ἀλλ
9999980 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999980 διαλεκτικην
. . . . . ἐλυε δε σοφισματα και την διαλεκτικην ὡς τουτο ποιειν δυναμενην ἐκελευε παραλαμβανειν τους μαθητας .
ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον . νουν ] ἀποδεικτικην , φρονησιν
9999980 προσαγορευομεν
και φιλα τοις οἰκειοις ὀνομασι και κειμενοις ὑπο του νομου προσαγορευομεν , προς ἁ δ ' ἀν ἐχθρως ἐχωμεν ,
ἐπιτηδευματα και τους νομους , σχεδον τι παντα ταυτα καλα προσαγορευομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ : ἀποβλεποντες προς ἑκαστον αὐτων ᾑ
9999980 δαιμονιου
των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον , ἐννοησατω πρωτον μεν ὁτι οὑτως ἠδη τοτε
' αὐτοις και των κακων ἀρχη ἐγενετο , μηνισαντος του δαιμονιου . ἐδοξαν γουν οἱ ἀρχοντες αὐτων μετ ' ὀλιγον
9999980 ἐγνωκαμεν
ἐργῳ αἰσθωνται ὁρωντες Ξανθιους . Οὐδ ' αὐτοι Ξανθιους ὑποδεξασθαι ἐγνωκαμεν , εἰ κοινωνειν της συμφορας μαλλον ἠ ἐπικουφιζειν μελλομεν
αὐτο τιμησομεθα ἀξιου , κἀκεινο εἰσομεθα ὁτι ἐπεξιοντες μεν οἱς ἐγνωκαμεν πολεμιων ἡμας αὐτους ἀπαλλαττομεν , ἀποδραντες δε ἀπο των
9999980 ὁμοιοι
πολλοις ' ἀτρεκεως ὀλιγοι . Ἐλπις και κινδυνος ἐν ἀνθρωποισιν ὁμοιοι : οὑτοι γαρ χαλεποι δαιμονες ἀμφοτεροι . Πολλακι παρ
ἡ ὁμολογος πλευρα προς την ὁμολογον πλευραν . Ἐστωσαν δυο ὁμοιοι ἐπιπεδοι ἀριθμοι οἱ Α , Β , και του
9999980 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999980 κατεσθιουσι
οὐδεις παρεστιν . εὐ γε δρωντες . ἀρα που ὀπτην κατεσθιουσι πολιν Ἀχαικην ; ὁτι δε και παντες Θετταλοι ὡς
προς την θαλασσαν αἱ αἰγες τουτου κατελθουσαι την τε λυγον κατεσθιουσι και την ναυν ἀπολυουσιν . Εἰδες αὐτην ἐπι τῃ
9999980 καθαρτηριον
ὁλως λαβειν φαρμακον ὑπηλατον . μετα δε το ληφθηναι το καθαρτηριον συμφερει της πτισανης ἐπιρροφειν , ὡς φησιν Ἱπποκρατης :
νιτρου και λιβανωτου βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν
9999980 τερα
! ὁ χοροϲ εμω ! ! ! ? [ ] τερα ? ὁ χοροϲ ] ! ! [ ] !
ὑποδιπλασιον . θελει γουν ἐχειν οὑτως και ἡ δευ - τερα , προς ἡν ἡ πρωτη λογον ἐχει δεδομενον :
9999980 κεκαυμενης
και προς την ἀναληψιν ὠων λβʹ τα λευκα . Καδμιας κεκαυμενης και πεπλυμενης δραχ . βʹ ψιμμιθιου πεπλυμενου . .
. ἐστι δ ' ἡ δυναμις αὐτης ἀκαυστου τε και κεκαυμενης ῥυπτικη τε και διαφορητικη , και οὐδε βραχυ το
9999980 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999980 ἐμπνευματωσεις
διαθεσιν και μαλιστα τοις περι τον στομαχον παθημασι και προς ἐμπνευματωσεις και ὀξυρεγμιας . ἐστι δε αὑτη : Σκιλλης των
δαφνιδων : καλως δε ποιει προς τας σκληριας και τας ἐμπνευματωσεις της ὑστερας τουτο . πιτυϊνης λιτρ . γ .
9999979 ἀπαραιτητος
και την συνουσιαν οὐκ ἠνεγκεν . ἀλλ ' εἰδως ὁτι ἀπαραιτητος ἐστιν ὁ πατηρ , και προς τα τοιαυτα ἀσυγγνωστος
Νεμεσεως ἐστιν ἱερον , ἡ θεων μαλιστα ἀνθρωποις ὑβρισταις ἐστιν ἀπαραιτητος . δοκει δε και τοις ἀποβασιν ἐς Μαραθωνα των
9999979 ἀποδεδωκαμεν
Θησειον . Ἡμεις δ ' ἐπει τον περι Θησεως λογον ἀποδεδωκαμεν , ἐν μερει διεξιμεν περι τε της κατα την
ταυτα και προ ᾠδης . Ἀλλ ' ἰδου νυν γε ἀποδεδωκαμεν , του δε μη λεξαι κακως αὐτῃ τε και
9999979 νοσουντα
Πανι , κτημα δε τερπνον πασιν ἀνθρωποις , ὁ και νοσουντα ἰασεται , και λυπουμενον παραμυθησεται , τον ἐρασθεντα ἀναμνησει
μαλιστα εἰ παραληφθειη οὐκ ἀπο του ὑγιαινοντος τοπου ἐπι τα νοσουντα , τοτε γαρ ἐπισυρεται , ἀλλ ' ἀπο του
9999979 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999979 ἀναλουν
ναυς εἰκῃ περιπλευσαι . οἱ δ ' Ἀθηναιοι νομιζοντες αὐτον ἀναλουν τον της ὡρας εἰς τον περιπλουν χρονον , συγγνωμην
ἀντι του ἀναιρουντες . Θουκυδιδης [ και ἀναλων ] και ἀναλουν το ἀναιρειν και ἀναλωμα ὁ αὐτος . ἀνανεουσθαι :
9999979 κολακος
ἀπειλητικως . δειπνοπιθηκος : ὁ δειπνου ἑνεκα πιθηκιζων και ὑποθωπευων κολακος τροπον . διατοιχειν : το εἰς τον ἑτερον τοιχον
, οὐτε ἀγροικος τροπος εἰς ὁμιλιαν . Πιθηκου ὀργην και κολακος ἀπειλην ἐν ἰσῳ θετεον . Του βιου καθαπερ δραματος
9999979 κατεσθιει
ἐλαφον κεραον ἠ ἀγριον αἰγα πειναων : μαλα γαρ τε κατεσθιει , εἰ περ ἀν αὐτον σευωνται ταχεες τε κυνες
: ὁ δ ' ἐκλεξαμενος τον κρεισσονα των ἀποκεκλεισμενων ἀδην κατεσθιει : παντων οὐν φευγοντων ἐκ προσωπου αὐτου , μοναι
9999979 προικα
αὐτῳ της πολεως , ἐστι δε Νικομηδευς , ἀγεται , προικα δε εἰσεφερεν ἡ γυνη τον τροπον . ἀλλ '
Θηριππιδου και Δημοφωντος τας τιμας ἐλαμβανεν , ἑως ἀνεπληρωσατο την προικα , τας ὀγδοηκοντα μνας . και ἐπειδη εἰχεν ,
9999979 σοφωτατον
οὑτω λαβοντα , ὡς ἐγω λεγω , τουτον ἐγω καλω σοφωτατον και διισχυριζομαι παιζων τε και σπουδαζων . δηλον γαρ
του Σωκρατους ὁ θεος μεμαρτυρηκε περι ἀμφοιν , χρησας ἐκεινον σοφωτατον εἰναι , ὡστε διπλην οὐσαν την του Σωκρατους μαρτυριαν
9999979 λοιδοριαν
[ Ἐργωδεις δε εἰσιν οἱ το στομα εὐλυτον ἐχοντες προς λοιδοριαν και φθεγγομενοι μεγαλῃ τῃ φωνῃ , ὡς συνηχειν αὐτοις
καιτοι και τουτ ' , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι : ἐγω λοιδοριαν κατηγοριας τουτῳ διαφερειν ἡγουμαι , τῳ την μεν κατηγοριαν
9999979 σατραπειαν
εὐθυς της ἀρχης και παραδιδωσι τον τε στολον και την σατραπειαν Καλλιουπολεως Χαμουζᾳ , των ἑταιρων τινι και ᾡ μαλιστα
οὐκ ἀξιον παραδραμειν ἀνεπισημαντον . κειται γαρ κατα μεσην την σατραπειαν της Ἰδουμαιας , τῳ μεν μηκει παρεκτεινουσα σταδιους μαλιστα
9999979 γραφομενα
† ὑειος καρα και χρυσειος σταυρος δια της ει διφθογγου γραφομενα , . , . + . . . Ἀμβροσιην
αὐτον οἰμωγων τε ἀφορμαι και δακρυων , ὡν ἐπι τα γραφομενα ῥει τα πλειω . Καλως σοι τεθρηνηται τἀμα κακα
9999979 ἀνθορισμου
του ἀνθορισμου : ὁ τεχνικος οὐν πολλακις συλλογισμον ὠνομακεν ἀντι ἀνθορισμου , εἰδως ὁτι ταὐτον ἐστιν : εἰ δε τις
τα τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον
9999979 ἐλευθεριοτητος
δαπανηματα . τοιαυτη δ ' οὐσα ποτερον εἰδος ἐστι της ἐλευθεριοτητος ἠ μερος ; εἰ μεν γαρ εἰδος , ἐπει
προς την μεγαλοπρεπειαν : ὡς γαρ ἡ μεγαλοπρεπεια διαφερει της ἐλευθεριοτητος τῳ μεγαλῳ , περι τα χρηματα και αὐτης οὐσης
9999979 κατε
τον ἀνθρωπινον ἐποπτευετε βιον , ὡν τε ἠδη τετιμη - κατε μοι πολλην οἰδα χαριν , και περι των μελλοντων
, ὡσπερ ἐν στοχασμῳ , ἀναγκαιως τοις του στοχασμου κεφαλαιοις κατε - σκευαζετο . ἐπειδη δε λεληθοτως τουτο γιγνεται ἐν
9999979 ἐναρμονιου
της ἡμιολιου ἐπι την ἐναρμονιον διεσις , ἀπο δε της ἐναρμονιου ἐπι την βαρυτατην χρωματικην ἑκτημοριον , ἀπο δε της
ποτερον διτονος ἐστιν ἡ λιχανος ἠ συντονωτερα ὡς μιας οὐσης ἐναρμονιου : ἡμεις δ ' οὐ μονον πλειους ἐν ἑκαστῳ
9999979 δοξωμεν
ἀποφευγειν , ἱνα μη και αὐτοι της αὐτων κακιας κοινωνοι δοξωμεν . ὀρνιθοθηρας πετασας τα λινα ἐκ των ἡμερων περιστερων
νυκτωρ περιιοντες ὀψε ὁδου , και ἡμεις ἐπι τα πραγματα δοξωμεν αὐ τῃ ἀληθειᾳ οὑτω πως ἐληλυθεναι ὀψιαιτερον του δεοντος
9999979 μαθηματικας
οἰομενος τελους τινος ἑνεκα τοιονδε παρασκευαζειν ὀψον , τας δε μαθηματικας εἰς ἀληθη συμπερασματα ἀπο ἐπιστημονικων προτασεων καταντωσας ἀει μη
προς τα ἐξω ῥεπουσιν , ἀλλ ' οὐν ὑπο τας μαθηματικας πραττουσαι προς ἐκεινας ἀναφερονται και παραδειγμασι κεχρηνται τοις ἐκεινων
9999979 συνεστηκεν
ἀν ἐπ ' ἐμης γε νεοτητος : ὁ μεν χορος συνεστηκεν ἐξ κδʹ ἀνδρων . ἐστι δε νυν γεροντικος .
ποιουσι κοσμον , ἀλλα τον ὀντα διδασκουσι δι ' ὡν συνεστηκεν , οὑτως και ὁ τεχνικος , λεγων πολλων ὀντων
9999979 ἀφροντιστως
ἐπηγαγοντο : και συνεχης δ ' ὡσαυτως , οὐ μην ἀφροντιστως , ἀλλ ' ὡστε δεισαι περι τῳ ἀνθρωπῳ ,
ἐργα ταυτα σωφρονος . ὑμιν δε , παιδες , οὐκ ἀφροντιστως πατηρ πολλην ἐθηκε συν θεοις σωτηριαν : οἰμαι γαρ
9999979 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999979 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999979 ἀξιολογους
το μεν παλαιον ἀνδρειᾳ διενεγκοντες χωραν πολλην κατεκτησαντο και πολεις ἀξιολογους και πολλας ἐκτισαν . ὁμοιως δε και ναυτικαις δυναμεσιν
ἐν ἡμεραις ταις πασαις τεσσαρακοντα καταπολεμησας το ἐθνος και πολεις ἀξιολογους ἐν ταις δυσχωριαις κτισας ἀνελαμβανε την δυναμιν . *
9999979 τελευτησαι
αὐτον ἐπιγαμιαν ἐποιησατο . ἀλλ ' ἐπει συνεβη τον Λουκιον τελευτησαι , μενοντων τῃ Λουκιλλῃ των της βασιλειας συμβολων Πομπηιανῳ
κελευειν τους παιδας βολβιτοις καταπλαττειν : οὑτω δη κατατεινομενον δευτεραιον τελευτησαι και ταφηναι ἐν τῃ ἀγορᾳ . Νεανθης δ '
9999979 σαρκινον
ἐν τωι Περι θεων : διοπερ και ἐν οἱς το σαρκινον φθορας εἰναι δεκτικον λεγει . π . εὐσεβ .
πολυσαρκια . Ἀριστοφανης δ ' εἰρηκεν ὡς οὐχ ἑτερον ἀνδρα σαρκινον , Εὐπολις δε σαρκινη γυνη , Ἡροδοτος δε σαρκισαι
9999979 ὑπομεινασα
αὑτη . νεους ] ὑμας ὀντας . . πανδοκουσα ] ὑπομεινασα και προσδεχομενη ἁπασαν παιδευσεως κακοπαθειαν . . ὑποδεχομενη .
τι ἐστιν ἀθλιωτερον ἐμου ; Τουτο και ἡ Μηδεια οὐχ ὑπομεινασα ἠλθεν ἐπι το ἀποκτειναι τα τεκνα . μεγαλοφυως κατα
9999978 ἐμποιουσι
τι ἡ πολυυπνια και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιπολυ γενομενη βαρος ἐμποιουσι τῃ κεφαλῃ ; και οὐκ ἐστι λεγειν ὁτι ὡς
μαλλον , λυμαινονται δε τα σωματα και τοις σωμασι νοσους ἐμποιουσι , τι δει λεγειν ; τι δε και λεγειν
9999978 προσπιπτουσα
ὀσμης . θεια γαρ τις φαινεται και λογου κρειττων ἡ προσπιπτουσα και κινουσα τας ἑκαστων αἰσθησεις εὐωδια . και γαρ
φυλαττεσθαι μη ποτε ἀρα νεαροις οὐσιν αὐτων τοις στελεχεσιν εἰτα προσπιπτουσα ἡ ἀκτις πριν ἠ παγηναι και τους καλουμενους χονδρους
9999978 ὠφελειαις
δηλωσει . βλαβαι δ ' ἐξ ὑπνων εἰσιν αἱ ταις ὠφελειαις ἐναντιαι , το τε τον πυρετον ἠ μη λυεσθαι
, τον δε ἐπι γηραος οὐδῳ . Θεος ἐπ ' ὠφελειαις συστελλει και ἐπι μακροτατον προαγει τον βιον . Εἰ
9999978 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999978 μελανθιου
, ὡσπερ ἐν τῳ προσθεν προσθηματι . Ἑτερον : του μελανθιου τριψας μελιτι , δευσας οἰνῳ , βαλανον ποιησας προς
δε σμικραι και ξυμμυουσαι , ἀρσενογονοι . Ἐγκυητηριον ἀκρον : μελανθιου γυναικι διδοναι , ἐν οἰνῳ μελανι στρυφνῳ . Γυναικι
9999978 σκηναις
της γης ὑπ ' αὐτου δεδῃωμενης . μενοντες δε ὑπο σκηναις αὐτοσχεδιοις , οἱ δε πλειστοι ὑπο γυμνῳ τῳ ἀερι
διπτυχους νεκρους στειχουσα θαπτε : δεσποτων δ ' ὑμας χρεων σκηναις πελαζειν , Τρωιαδες : και γαρ πνοας προς οἰκον
9999978 μεταγενεστεροι
δια των θεωρηματων ἐκματτομενη το παραδειγμα , ὡς δε οἱ μεταγενεστεροι λογος [ ἠ πραξις ] ὁμοιωσιν εὐ ἐχουσαν του
, ἐπιεικως και φιλανθρωπως προσφερομενοι τοις ὑποτεταγμενοις : οἱ δε μεταγενεστεροι βιαιως και χαλεπως χρωμενοι τοις συμμαχοις , ἐτι δε
9999978 καθαρτικων
δε φλεβοτομιας . . . οὐτε τινι των δραστηριων χρηται καθαρτικων φαρμακων . ἐτι δε ἐναργεστερον ἐδηλωσε την ἑαυτου γνωμην
τουτουϲ ἁρμοδιωϲ καθαιροντων ἐϲτιν . ὁϲοι δε τα τοιαυτα των καθαρτικων παραιτουνται φαρμακων , καταποτιοιϲ χρηϲτεον τοιϲδε : ἀλοηϲ ,
9999978 πληρουσι
ἀγγειον κεραμεουν οἰνηρον συκων ἐμβαλλουσι προς ἡμισυ μερος , εἰτα πληρουσι το ἀγγειον ὑδατος καθαρου , και συνεχως ἀπογευονται .
Γοργιας μεν και Πωλος σφοδρα του καλλους πεφροντικοτες παντοδαπων παρισωσεων πληρουσι τους λογους , Ἰσοκρατης δε ἐπ ' ἐλαττον ,
9999978 βελτιστος
ᾡ καλειται ἠ της χαριτος ἐπιλαθοιτο . οὑτω δε ἐστι βελτιστος ὡστ ' , ἐπειδη δεομενῳ γραμματα λαβειν προς τους
' ἁ προτερον ἰσχυσειν . ἠν δε ἀρα ὁ Ἑρμογενης βελτιστος ἀρχοντων και οὐ πολλοις μεν ὁμιλειν ἀξιων , πρᾳος
9999978 ἐλπιζομεν
δωρεας . κολακευειν γαρ ἁπαντες μαλλον εἰωθαμεν παρ ' ὡν ἐλπιζομεν τι λαβειν ἠ τους ἠδη δωρησαμενους το προσδοκωμενον .
ὀπισω πεμψαι και το τελος των ἐγχειρουμενων μη μονον ὡς ἐλπιζομεν ἀλλα και ὡς ἀξιοι ἐσμεν οὑτως ἡμιν ἐπιθεσθαι .
9999978 ἀντικειμενῳ
ἐστι δε οὐχ ὁ αὐτος : ἐν μεν γαρ τῳ ἀντικειμενῳ ἐστι πραγμα γεγονος , οἱον ἠριστευκεν , οὐκ ἠριστευκε
ἠν ὁ του Λυσιου λογου χαρακτηρ , εἰκοτως αὐτος τῳ ἀντικειμενῳ ἠθελησε χρησασθαι τῳ σεμνοπρεπεστερῳ προς καταπληξιν και χειρωσιν του
9999978 δουλευομεν
δε του βιου τον ὀγκον ἐχομεν τωι τ ' ὀχλωι δουλευομεν . ἐγω γαρ ἐκβαλειν μεν αἰδουμαι δακρυ , το
, ὑποπεπωκοτας , αὐλουμενους . εἰτα ἐπαγει : ἀπαιδευτῳ τυχῃ δουλευομεν . φιληδονον δ ' οἱ ποιηται και τον ἀρχαιον
9999978 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999978 ἐπακολουθουντες
οἱ δ ' ἀλλοι ἐφευγον . οἱ δ ' Ἑλληνες ἐπακολουθουντες αἱρουσι και το στρατοπεδον αὐτων . και οἱ μεν
οὐ μονον δ ' εἱς , ἀλλα και πλειστοι αὐτῃ ἐπακολουθουντες , και δια μολιβδου ἐπιτηδευουσιν εἰσελθειν την θηλειαν εἰς
9999978 κληρους
δει δε ἐφοραν και τας ἀκτι - νας και τους κληρους και τα δωδεκατημορια οἱς συνοδευει ἠ συσχηματιζεται ὁ Ἑρμης
και διος Ὀδυσσευς χωρον μεν πρωτον διεμετρεον , αὐταρ ἐπειτα κληρους ἐν κυνεῃ χαλκηρεϊ παλλον ἑλοντες , ὁπποτερος δη προσθεν
9999978 χωρουσαν
. Και κυλικα * * θηρικλειον εἰσφερει πλεον ἠ κοτυλας χωρουσαν ἑπτ ' ἀγαθης τυχης . Τις φησι τους ἐρωντας
την φημην , αἰνιττομενος την ἡλιου ἀκτινα δι ' ἀερος χωρουσαν ὀϊστου θαττον , ἀκρατοτεραν της των σωματων συμμετριας .
9999978 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999978 τρισχιλιους
και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη σταδιους εἰναι τρισχιλιους ἑπτακοσιους , τοσουτοι ἀν εἰεν και οἱ ἀπο Μασσαλιας
ταυτης και της ἀλλης Καριας φυλακην ἐγκαταλιπων ξενους μεν πεζους τρισχιλιους , ἱππεας δε ἐς διακοσιους και Πτολεμαιον ἡγεμονα αὐτων
9999978 διεξοδος
δ ' ἐτι λοιπας . ἡ τεταρτη δε φορα και διεξοδος ἁμα και πεμπτη ταχει μεν ἡλιῳ σχεδον ἰση ,
τῳ μη πανυ γελασειοντι γελωτα παρεξει γενναιον ἡ του ἐργου διεξοδος . , . . ἠνειχοντο οὐτε ἐπεγγελαν ἠνειχοντο τοις
9999978 ἱκανωτατος
σκεψαμενος . . . αὐ , ὁς ἀν δοκῃ αὐτῳ ἱκανωτατος εἰναι εἰς το ταυτα ἐπιτηδευσαι , τουτῳ συνεσται .
νεανιας ἐστι καλος και τἀλλα ἐρωτικος και τα τοιαυτα κρινειν ἱκανωτατος . οὐκ ἀν ἐκεινος δικασειεν κακως . Τουτο μεν
9999978 προσθε
δαιμονος , ἐχθρον εἰκασμα βροτοις τε και δαροβιοισι θεοισιν , προσθε πυλαν κεφαλαν ἰαψειν . οὑτως γενοιτο . τον δε
, καταιθε σαρκας , ἐμπλησθητι μου πινων κελαινον αἱμα : προσθε γαρ κατω γης εἰσιν ἀστρα , γη δ '
9999978 νυκτερις
' αἱ τρεις ἐσωθησαν χωρις πραγματων . Δειμαινουσα γουν ἡ νυκτερις το χρεος μη ἀπαιτηται , περιπολειται νυκτωρ : Ὁποταν
ἀει τουτο δυνατον : οἱον ὁλον τουτο δυναμαι εἰπειν ἡ νυκτερις ὀρνις και οὐκ ὀρνις ἐστιν , ὁ εὐνουχος ἀνηρ
9999978 θαυμαστους
παντα διεξελευσεσθαι : εἰτα μακρα προοιμιασαμενος και ἐπανατειναμενος λογους τινας θαυμαστους ὡς ἐρων , τους μεν φυλακας ἐκπεμπει ἐπι την
οἰδας οἱος ἐστιν ὁ σοφιστης οὑτος ὁ ἐσκυθρωπακως και τους θαυμαστους τουτους διεξιων προς ὑμας λογους . ἀλλ ' ἐμοι
9999978 νεωτεριζειν
γενοιτ ' ἀν , ὁπως μηδενι ἑτοιμα ᾐ των βουλομενων νεωτεριζειν . Εὐηθες γαρ των μεν ἀφικνουμενων ἀνδρων παραιρεισθαι τα
ἁπτεα του ἐργου πριν και των λοιπων ἐπαρθηναι εἰς το νεωτεριζειν τας γνωμας . . . . ἀτασθαλα . .
9999978 προσαγορευθεις
του βασιλεως ἀπογονων ὀγδοος ὁ [ ἀπο του πατρος ] προσαγορευθεις Οὐχορευς ἐκτισε πολιν Μεμφιν , ἐπιφανεστατην των κατ '
ἱδρυμενον ἐπι πετρας ἀπορρωγος , ᾡ ἐχρησατο Διοδοτος ὁ Τρυφων προσαγορευθεις ὁρμητηριῳ καθ ' ὁν καιρον ἀπεστησε την Συριαν των
9999978 σφαιρικον
την ἀπο της ποδιαιας διαμετρου σφαιραν : το δε μη σφαιρικον ὀρος , ἀλλ ' οἱον βλεπεται , πολυ ἐτι
της περι τα προειρημενα διαφορας ἐστι το της γης σχημα σφαιρικον ὑπαρχον και αὐτος πολυ προτερον ὁ συμπας κοσμος .
9999978 μελασι
ἐπιπρεπης αὐτοις τῳ εἰδει μελαινα και ἐνεισι κεγχροι ἐν τοις μελασι πυρραι ἠ λευκαι ἠ ἐπιλευκοτεραι , ἀλλαι δε χρυσοειδεις
ἡμερωτερα σημαινουσιν . αἱ δε αἱματωδεις των κεγχρων ἐν τοις μελασι φαρμακωδεις ἀνθρωπους μηνυουσιν , ὡσπερ αἱ ὠχραι μαγγανειας και
9999978 ὀνομασθεις
, θεασαμενος αὐτην Γαϊος Ἰουλιος Καισαρ ὁ δια τας πραξεις ὀνομασθεις θεος ταυτην ἀνεστησεν . Ἐναντια γαρ παθη συνειχε τας
Διζηρου πορῳ „ . ἰσως ἀπο του διζησθαι την Μηδειαν ὀνομασθεις . το ἐθνικον Διζηριος και Διζηριτης , ὡς Ἀλωρος
9999978 Βοιωτους
Φερας Φωκεων ἐγενοντο συμμαχοι . λʹ . Μαχη Φωκεων προς Βοιωτους περι Ὀρχομενον και ἡττα Φωκεων . λαʹ . Ἀλλαι
τα τειχη των Ἀθηναιων ἀνῳκοδομησεν . Ὡς περι Κορινθον Λακεδαιμονιοι Βοιωτους ἐνικησαν και ὁ πολεμος οὑτος ἐκληθη Κορινθιακος . Ὡς
9999978 ὁρμου
. ὑψι δε νηος : ἀνασπασαντες τας ἀγκυρας και του ὁρμου ἀνακινησαντες την ναυν . γελοιος δε Ἐφορος νομιζων πρωτον
την ἀτραπον ζητεις : το λεγομενον . Ἀριστοφανης Ἀναγυρῳ : ὁρμου παροντος την ἀτραπον κατερρυην . οἰαι Ἀττικοι , Ἰωνες
9999978 βασιλισσης
ἐπιταξαντος Ἡρακλει κομισαι τον Ἱππολυτης ζωστηρα , της των Ἀμαζονων βασιλισσης , ἀπελθων Ἡρακλης ἐζητει τουτον . Της δε συνθεμενης
και πραξεως και τεκνωσεως : ἐστι δε και θεας και βασιλισσης και πραξεως τοπος . ὁ δε δʹ γονεων περι
9999978 φοινιον
Εὐρυπυλοιο διηλυθεν ἀνθερεωνος πολλα πονησαμενη : του δ ' ἐκχυτο φοινιον αἱμα ἐσσυμενως : ψυχη δε δι ' ἑλκεος ἐξεποτηθη
ἀργυρου αἰγλη . εἰδωλοις δ ' ἐν ὑγροισι Κρονον και φοινιον Ἀρην ξυνην ἐξανυοντας ὁδον Τιταν ὁτε λευσσῃ , πλωτηρας
9999978 ἐρωτας
ταυτης γαρ ἐφιεμενοι μαλιστα ἐνδιδοασι προς τους των εὐ πεφυκοτων ἐρωτας . γραφεται δε και οὑτως : ἐρωτικοι γαρ οἱ
του Ἠλειου , ὁν Θεοφραστος ἐν τῳ Ἐρωτικῳ περι τους ἐρωτας δεινον γεγονεναι λεγει . οὐκ ἀν ἁμαρτοι δε τις

Back