ἀνθρωποις τελος , ὡς εἰς ματην σε παντες ἀμφιθαλπομεν ἐλπιδι ματαιᾳ μωρα βουκολουμενοι . Ἀνα Δινδυμον Κυβηβης Φρυγες ἐνθεον ὀλολυγην
και ἐν φρενι κουφῃ χαυνῃ και σαθρᾳ , κενεᾳ , ματαιᾳ και ψευδει . Τουτο λεγει , ὁτι ἀνελευσομαι τῳ
9999985 κοχλιων
ποιει το διαφανεϲ κεκαυμενον μετ ' ὀξουϲ . Ἀλλο . κοχλιων ϲαρκαϲ μετ ' ὀξουϲ λεαναϲ χρω ἠ καυϲαϲ τουϲ
ὀμφακιον και σιδια και κηκις και ἡ τεφρα των ὀπτηθεντων κοχλιων . ἐπιτηδεια δε και γιγαρτα στεμφυλων και μυτρα και
9999984 διαφορητικοις
καππαρεως και τοις τοιουτοις : ἐξωθεν δε μαλακτικοις φαρμακοις και διαφορητικοις : οἱον τῃ κωφῃ , τῃ κιτρινῃ : πολλην
και περιπατοις και ταις ἀλλαις κινησεσιν , ἐτι δε χρισμασι διαφορητικοις ταχεως ἐκκενωσαι του πληθους , εἰ μη ἀρα σοι
9999984 ἀνανδρους
ἀστραβιζουσας χθονα , παρ ' Αἰθιοψιν ἀστυγειτονουμενας . και τας ἀνανδρους κρεοβορους [ δ ' ] Ἀμαζονας , εἰ τοξοτευχεις
κρειττοσι ; και ἰδιᾳ αὐ οἱ ἀνδρειον και δυνατοι τους ἀνανδρους και ἀδυνατους οὐκ οἰσθα ὁτι καταδουλωσαμενοι καρπουνται ; Ἀλλ
9999983 παρεσκευασμενοι
την εἰσοδον ὑπαρχειν . κατα δε την ἐπανοδον του ζῳου παρεσκευασμενοι τοξοτας και σφενδονητας , ἐτι δε ἱππεις πολλους ,
Ἀττηλαν τοποις διατριβειν συνεβαινεν ἀφικομενον περισταντες εἰχον οἱ προς τουτο παρεσκευασμενοι βαρβαροι και τα χρηματα , ἁπερ τῳ Ἐδεκωνι ἐκομιζεν
9999983 ματερα
' ἐκ χρυσεοπηνητων φαρεων μαστον ὑπερτελλοντ ' ἐσιδων σφαγιον ἐθετο ματερα , πατρωιων παθεων ἀμοιβαν . γυναικες , ἠ που
ἀγκαλεσωμαι , τρισσα φερουσα † ταδε σωματα † συγγονα , ματερα και τεκνα , χαρματ ' Ἐρινυος ; ἁ δομον
9999983 μαθηματικοις
ἀστοχον τι λεγοιμεν περι του θειου Πλατωνος φησαντες αὐτον τοις μαθηματικοις σωμασι την φαντασιαν ἡμων τοπον ποιειν , ὡσπερ τοις
, ἠ τον ὁρισμον ἀποκρινομεθα ἐσχατον , ὡς ἐν τοις μαθηματικοις , οἱον δια τι αἱδε ἰσαι ; ὁτι ἐν
9999983 πεντασυλλαβον
ὁ δευτερος χοριαμβικος τριμετρος καταληκτικος , τον πρωτον ἐχων ποδα πεντασυλλαβον . το γʹ τροχαϊκον πενθημιμερες . ὁ Ϛʹ Ἰωνικος
το βʹ ὁμοιον διμετρον ἀκαταληκτον , τον δευτερον ἐχων ποδα πεντασυλλαβον . το τριτον περιοδος ἐξ ἰαμβικης και τροχαϊκης βασεως
9999982 ἀλιτηριος
ἠλιτηκα , ὁ παθητικος ἠλιτημαι ἠλιτησαι ἠλιτηται , ἀλιτηρ ἀλιτηρος ἀλιτηριος . ἀπο γουν του ἀλιτησω γινεται ἀλιτημων , ὡς
Η ΒΟΥΛΗΣΙΣ . Και τις οὑτω γυνη , φησιν , ἀλιτηριος , ὡς παρασκευασαι τον ἑαυτης ἀναιρεθηναι συνοικον ; τοις
9999982 κοιλιας
και ἀμυδροτεροι . σξζʹ . Κοιλιακη διαθεσις ἐστι ῥευματισμος της κοιλιας . οὐ προσφατος , ἀλλα χρονιος μετα στροφων και
τας του περικοχλιου κοιλιας και παραδεδεχθαι εἰς τας του φακωτου κοιλιας τας του περικοχλιου ἐξοχας . συμβαινει δη ἐν τῃ
9999981 λογισμον
και τις σκληρος και δυσκαταμαχητος . ὑπευθυνους δε τους μηδεπω λογισμον παρεχομενους μηδε εὐθυνας της ἀρχης ἡς ἐπιστευθησαν . ΓΘ
μεν παθη καταρχειν , ὁρον δε και περας εἰναι τον λογισμον . Ἀκουειν γουν παρεστι : δυο γαρ αὑται φυσει
9999981 ξηροτητος
τῳ Ἐρατυλλου ἀπεμωλυνθη : παρα ἀμφοτερων ἀνιδρωσιες , γλωσσης ὑπο ξηροτητος ψελλοι . Οἱ ὀρνιθιαι ἐπνευσαν πολλοι και ψυχροι :
ξηραινοντων βλαπτοιτο αὐχμηρον τε και ξηρον και δυσκινητον γενοιτο , ξηροτητος , ὡσπερ γε και εἰ βαρυνοιτο προς των ὑγραινοντων
9999981 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999981 βουλευομενοι
ἀλληλους , εἰ τις ἀδικως τιμαται . πολλακις δε και βουλευομενοι ἁ μεν ἀν ἐπιθυμωμεν πραττειν , ταυτα ἐπαινουμεν ,
ψευσασθαι . . Ἑβδομοι δε εἰσιν οἱ ὑπερ των κοινων βουλευομενοι ὁμου τῳ βασιλεϊ , ἠ κατα τας πολιας ὁσαι
9999981 διαφορητικων
μελιτοϲ κοχλιαριον α : ἐπι δε τα μορια ἐπιτιθεναι των διαφορητικων φαρμακων τινα και των φοινιϲϲειν δυναμενων ϲυνεπιβαλλονταϲ τουτοιϲ του
πλεον δει μιγνυειν , και ἐν τῃ ἀκμῃ μαλλον των διαφορητικων , ἐν δε τῃ παρακμῃ των ἰσχυροτερως διαφορειν δυναμενων
9999981 στρατιωτικοις
τα πολλα ἐν τῳ στρατοπεδῳ ἐτρε - φετο και τοις στρατιωτικοις ἐχρητο ὑποδημασιν . ἐκ των καλιγων οὐν Καλιγολαν αὐτον
ὑποτιθεται . και γαρ ὁ Πλατων ἐφη Κυρον και Δαρειον στρατιωτικοις ἐθεσι παιδευθεντας ἀνδρας ἀγαθους γενεσθαι , τους δε παιδας
9999981 ὑπαρχουσαν
μητε σπουδαζοντας : οὐ γαρ ἐτι ῥαιδιον εἰναι διυγιαναι την ὑπαρχουσαν φιλιαν , ὁταν ἁπαξ παρεμπεσηι το ψευδος εἰς τα
σχηματι ἐπι της μιξεως ἐνδεχομενου και ὑπαρχοντος συλλογιστικοι οἱ την ὑπαρχουσαν ἀποφατικην ἐχοντες , ἀσυλλογιστοι δ ' οἱ την ὑπαρχουσαν
9999981 κοινωνιων
και ὑποζυγιων , ἐτι δε και βιβλιων και διαλεξεων και κοινωνιων ἐν οἱς εὐ και κακως πεισεται . Εἰτα ἐπιμεριζει
ἀλλα διαφορα τις . Εἰρηκως ὁ Πορφυριος περι των καθολικων κοινωνιων και διαφορων χωρει και ἐπι τας μερικας . και
9999981 συμπερασματα
δι ' ἡς οὐ χαλεπως πολλα και ἀτοπα συναγειν δυναται συμπερασματα , ὁμοιον ὡς εἰ και τον αὐτοανθρωπον και το
ἀναγκαιου : ταὐτα δε συναγονται ἐν ταυταις ταις συζυγιαις τα συμπερασματα , ἁ συνηγοντο και ἐν πρωτῳ σχηματι ἐπι της
9999980 δυνατωτεροι
; ἀφ ' οὑ ποτερον πλουσιωτεροι γενησομεθα ἠ μειζονες ἠ δυνατωτεροι ; το κενοδοξειν ἀνοητον μεν εἰναι και ἐπι των
ἐδεσματων κοινῃ και μη κατα μερος τιθεμενων το προτερον οἱ δυνατωτεροι τας τροφας των ἀσθενων ἡρπαζον , και συνεβαινε τουτους
9999980 ποιμενες
Ἰωνικοις και ἀττιγοι . Οἱ δε τα προβατα νεμοντες , ποιμενες καλουνται , και προβατεις , και μηλαται : το
τ , τοι βουται και τοι ποιμενες ἀντι του οἱ ποιμενες . Την ἐκεινος ἀντωνυμιαν τηνος λεγουσιν , ἀφαιρουντες το
9999980 παραγγελιας
. Παρατηρητεον οὐν ἐπι πασης γενεσεως τας προγεγραμμενας ἐν ἀρχῃ παραγγελιας και τας φασεις και τας μοιρας , ἱνα μη
Δειναρχος ἐν τῃ Κατα Πολυευκτου ἀποφασει : και τας ἰδιᾳ παραγγελιας γεγενημενας και τας δεησεις . . . . δωρων
9999980 καταγελαν
πραγμα . χρη δε και ἐν ταις κακολογιαις εἰρωνευεσθαι και καταγελαν του ἐναντιου , ἐφ ' οἱς σεμνυνεται , και
τα πολλα αὐτων αἰνιγματα ἐστιν , και οὐ πανυ χρη καταγελαν ἀμυητον ὀντα . Πανυ γουν μυστηριων , ὠ Ζευ
9999980 θρηνητικον
. βοᾳν : Κραζειν . ἰου , ἰου : Ἐπιρρημα θρηνητικον . . τι δητα σοι τιμημα : Ἐπεβαλλον γαρ
ἰου ” ⌈ το ἐπι χαρας περισπαται , το δε θρηνητικον ὀξυνεται . χροιαν ] χρωμα . . ἰδειν .
9999980 καταδικασθεις
μη μονον ἑαυτου καταμαρτυρειτω , ἀλλα και ὑπο του θεου καταδικασθεις αἰωνιαν και βεβαιοτατην ὑπομενετω δουλειαν κελευοντος το τε οὐς
μαλλον δε ἀκυρον ποιει γεγραμμενον . ἀλλ ' εἰ τις καταδικασθεις ὑπερ ὁτου δηποτε και ζημιαν τινα ὀφλων , λαθων
9999980 ἀπελαυνειν
. ὁ δε Κεραμβος ὑπο μεγαλαυχιας ἐκ νεοτητος οἱα θεοβλαβης ἀπελαυνειν μεν ἐκ της Ὀθρυος εἰς το πεδιον οὐκ ἐγινωσκεν
ἐποιουν , νυν [ οἰδα και ] οἱ παλιν αὐτους ἀπελαυνειν προῃρημενοι κακως ποιειν ὑμας ἐπιχειρουσι : και ὁσῳ σπουδαιοι
9999980 παρεσκευασθαι
δυ ' ἀνθρωπους κατεφευγομεν , εἰχομεν ἀν τιν ' ὑποψιαν παρεσκευασθαι τουτους : εἰ δ ' ἐν ἁπασιν , ὁσοισπερ
της πατριδος . Ἱνα δε μη μακρολογω , φημι χρηναι παρεσκευασθαι μεν προς τον πολεμον , παρακαλειν δε τους Ἑλληνας
9999980 παραπλησιοι
ἐχει . Ταφαι δε σφι ἐν μελιτι , θρηνοι δε παραπλησιοι τοισι ἐν Αἰγυπτῳ . Ὁσακις δ ' ἀν μιχθῃ
και δυσκατεργαστοτεροι εἰσιν : παλαιουμενοι δε γινονται τῳ αὐστηρῳ οἰνῳ παραπλησιοι κατα την θερμασιαν τε και δυναμιν . Ἐν τῳ
9999980 ἀναφερομενα
τα μεν δυνανται καθ ' αὑτο εἰναι προς ἀλλην τεχνην ἀναφερομενα , τα δε οὐδεποτε δυ - νανται . οἱον
Πυθαγορειων εἰς την τοιαυτην θεωριαν πανυ ἀνθηροτατην και γλαφυραν οὐσαν ἀναφερομενα , χωρητεον ἐπι τα ἑξης . Ἀκολουθον γαρ τουτοις
9999980 σφαιριον
ἀφ ' οὑ ἡ ῥις τεταται , ἡς το ἀκρον σφαιριον καλειται , το δ ' ὑποκειμενον διαφραγμα . ἀπο
προμηκεις ὡς ἀν εἰποις τινας βλεφαριδας , εἰτα ἑκαστῃ βραχυ σφαιριον προσπεφυκε . συνοιδεν οὐν ἑαυτῳ τουτοις ἐφολκοις ὑπο της
9999980 ψυχροτητος
” ψυχροτατα . “ κρυμος το μετα χιονος ὑπερβαλλον της ψυχροτητος . γραφεται δε ” κεἰ κριμνωδη κατανιφοι “ ,
θηλυ . δει οὐν συμμετριας τινος της θερμοτητος και της ψυχροτητος της περι το σπερμα προς το ποιεισθαι ἀρρεν ἠ
9999980 δωδεκατος
εἰς τμηματα ιβʹ ἁ καλειται ζῳδια , ὁτι πρωτος ὁ δωδεκατος ἀριθμος δεχεται τους θειους εʹ λογους τους μουσικους ,
δεκατος ποιητικος , παραινεσεις γεγραφως : ἑνδεκατος ἀνδριαντοποιος Φωκαευς : δωδεκατος ἐπιγραμματων ποιητης λιγυρος : τρισκαιδεκατος Μαγνης , Μιθραδατικα γεγραφως
9999980 εὐκοιλιος
ἠ και βελονη και ἀβλενης , δυσπεπτος , ὑγρος , εὐκοιλιος . θρισσα , χαλκις , εὐαναδοτα . κεστρευς ἐστι
ψαθυρος , γλυκυς , κουφος , εὐπεπτος , εὐαναδοτος , εὐκοιλιος . τουτων δε ὁ προσφατος ὑποπτος , ἐπειδη τους
9999980 διαλεκτικας
θαυμαζειν , ὁπου γε και οἱ φιλοσοφιαν ἐπαγγελλομενοι και τας διαλεκτικας ἐκφεροντες τεχνας οὑτως εἰσιν ἀθλιοι περι την συνθεσιν των
, ὡς εἰρηται , το παρον συγγραμμα και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους . ἀλλα πρωτον εἰπωμεν δια τι λεγονται διαλεκτικαι
9999980 τραχυτητος
αὐτα γαρ περι τουτων κἀνταυθα κἀκει . Ἑπεται τῳ περι τραχυτητος και σφοδροτητος ὁ περι λαμπροτητος λογος , ᾑ παλιν
πεποιημενον . και ταυτῃ ἀν οὐν ἰσως διαφεροι ἡ σφοδροτης τραχυτητος . Σχημα δε σφοδρον το κατα ἀποστροφην , οἱον
9999980 ἐλευθερους
τοσους και τοσους ἀγομενους ὑπο ζυγον χρονον οὐκ ὀλιγον ἀφηκας ἐλευθερους . και νυν τοινυν ὁπως οὑτοσι Λεοντιος μη λαβῃ
. ὁ δε αὐτοις ἐσφορας τε ἐπεβαλε και Ξανθιων τους ἐλευθερους ἀπεδιδου τῃ πολει και το ναυτικον το Λυκιων ἁμα
9999980 ἀπολογιαν
φαρμακον αὑτῳ . ἀκουω δε και την Ἐπαμεινωνδα προς Θηβαιους ἀπολογιαν ἐτι ὑπερ την του Ἰφικρατους γενεσθαι : και τι
: ὁ μεν γαρ ἡλω χρυσιον κατορυττων , ὁ δε ἀπολογιαν παραπρεσβειας γεγραφως : το δε ἐγκλημα ὁ ἀντεγκαλουσιν ἀλληλοις
9999980 ἀπελευθερος
, γε ? [ ἠ ταχ ' ὁποταν ἀπιηις [ ἀπελευθερος ὠν ολ ! [ ἀλλα μη παραπλακ [ ἐπιθ
ἐκ των ἀναγραφων εὑρησει ὡν ἀνεγραψεν Χρυσερως ὁ νομεγκλατωρ , ἀπελευθερος γενομενος Μ . Αὐρηλιου Οὐηρου , ὁς ἀπο κτισεως
9999980 ἀπεριληπτα
, των δε οὐκ ἀπειρα μεν , πολλα δε και ἀπεριληπτα , και προς τουτῳ γε οὐ ῥᾳδιον διακριναι το
δυναται γενεσθαι ἡ διαιρεσις , ἐπειδη τα ἀτομα ἀπειρα και ἀπεριληπτα εἰσιν , ταυτα δε οὐκ εἰσιν ἀπειρα : δυο
9999980 γραμματα
ἑτερου προς την οἰκειαν ἀναγνωσιν . τι οὐν λεγει τα γραμματα ; εἰς πολιαν , φησιν , ἀφικοιτο βασιλευς :
γραμματα γραψας ὁτι εὐνουςνομος δε ἐστιν ὁ κωλυων ψευδη εἰσφερειν γραμματα , δευτερον δε μη ἐξειναι ἐν τῳ θεατρῳ στεφανουσθαι
9999980 λειοτατου
ἑτερον και τας βρογχοκηλας , ἐχει δε οὑτως . Ἁλος λειοτατου και χνοωδεστατου , ψιμμυθιου , ἀνα λιτραν α ,
του γαλακτοϲ ϲκευαϲθεντι δια μελικρατου , εἰτα μιξαντεϲ αὐτῳ ἐπιθυμου λειοτατου ⋖ γ . ἐρρεθη δε ἡ ϲκευαϲια του ὀρου
9999980 ἀναισθητου
χειρον . ἐνθεν ἡ λογικη της ἀλογου και πασης της ἀναισθητου φυσεως τιμιωτερα , ταυτης δε ὡς ἑνοειδεστερα μαλλον ἡ
ἐμανθανον . Μηδεποτε μηδεις Μεγαρεων γενοιτο σοφωτερος : ἐπι του ἀναισθητου . Χαριεντιζομενοι δε τουτο ἐλεγον . Μηδε μελι ,
9999980 κοινωνιαν
ἐπι την ἀκροστιχιδα και παντως εὑρησομεν την προς τον περισσαρτιον κοινωνιαν ἐπι του ἀρτιοπεριττου , ὁ μεσος ἡμισυς ἠν των
φαγοι τις ἐντος ἑξηκοντ ' ἐτων , ὁποτε γυναικος λαμβανοι κοινωνιαν , στρεφοιθ ' ὁλην την νυκτα , μηδε ἑν
9999980 ὑγροτητος
ἐπιτρεψειεν ἐκπεσειν τῳ μηρῳ κἀπειτα ἐμβληθειη , μενουσης μεν της ὑγροτητος , αὐθις ὡσαυτως ἐκπεσειται : ξηρανθεισης δε την κατα
την ἀρχην και καταμαραινον τῳ ὑπερισχυειν . οὐτε γαρ ἀνευ ὑγροτητος οὐδεν καυστον οὐτε ταυτης ἐνυπαρχουσης ἐαν μη ἐχῃ δυναμιν
9999980 ἀποφατικου
του ἐναντιου , το μεν καθολου καταφατικον ὑπο του καθολου ἀποφατικου , ὁ ἐστι και αὐτο ἐν δυο σχημασι ,
και δια πλειστων συλλογισμων : ἀλλα και δια του καθολου ἀποφατικου , ὁ και αὐτο ἐν δυο τε σχημασι και
9999980 παραλαμβανομενα
ὁρισμον αὐτου παραλαμβανονται , τα δε εἰς τον ὁρισμον τινος παραλαμβανομενα προτερα ὑπαρχουσι , πολλῳ ἀρα μαλλον τα μερη του
τον αὐτον ἀρα τροπον και τα μορια τα ἀντι τουτων παραλαμβανομενα ὑφεξει αἰτιαν της ὑποστολης των ἀρθρων . . προσωπων
9999980 τυγχανοντων
προνοιᾳ , ὡς πανταχου ἀρετην κρατειν και μετατιθεμενων και διορθωσεως τυγχανοντων των ἡμαρτημενων , οἱον ἐν ἑνι σωματι ὑγιειας δοθεισης
ἐκ μεταφορας των τοξοτων , των οὐχ ὁπως του σκοπου τυγχανοντων , ἀλλ ' οὐδ ' ἐγγυς βαλλοντων . Οὑτος
9999980 δραματα
και τριτος ἐγενετο . τα παντα δ ' ἠν αὐτου δραματα Ϙβ , σῳζεται δε οη : τουτων νοθευεται τρια
οἱ χορευται : και προς τας φυσεις αὐτων γραψαι τα δραματα : ταις δε Μουσαις θιασον ἐκ των πεπαιδευμενων συναγαγειν
9999980 παρακολουθησει
Κριῳ , οὐ δει γαμειν : χωρισμος γαρ ἐν ταχει παρακολουθησει . Σεληνη ἐν αʹ και γʹ δεκαμοιριᾳ του Ταυρου
και πανσεληνους και τας ἐν αὐταις ἐκλειψεις ἀξιολογος τις διαφορα παρακολουθησει . . . , και τα ἑξης ἀχρι του
9999980 τετραπλασιος
αγ , γβ , ὁ ἀρα ἀπο του αβ τετραγωνος τετραπλασιος ἐστι του ἀπο του αγ τετραγωνου . και ἐπει
διπλασιος του ιβ , διος ♃ , ὁ λβ , τετραπλασιος του η , κρονου ♄ , ὁ λϚ ,
9999980 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999980 οἰκουντα
: ἐν ἐκεινοις γαρ την χολην ἐχει . Ἀνθρωπον ἀσφαλως οἰκουντα πολιν σημηναι βουλομενοι , ἀετον λιθον βασταζοντα ζωγραφουσιν :
οἰκουντα πολιν , ἀλλ ' ὁσα εἰκος τον την αὐτην οἰκουντα οἰκιαν . ὡστ ' οὐ πλειω των ἐμων ἡ
9999980 διαφοροι
ἀν ἐχῃ το κατοπτρον κυρτοτητος ἠ κοιλοτητος ἠ μηκους : διαφοροι γαρ ἐσονται φαντασιαι , ἀνταπωθουμενων των φωτων προς τα
ἀνθρωποι δε τα αὑτων ἑκαστοι ᾑ πεφυκασι και διαφορα οἱ διαφοροι . Και ἑπεται κατα τας φυσεις και τα ἐργα
9999980 παρακολουθουντα
οὐ παρακειται τηϲ ἰδεαϲ παρα τοιϲ θηριακοιϲ . τα δε παρακολουθουντα τοιϲ πεπληγοϲιν ἐϲτι ταδε : τοιϲ μεν ὑπο του
ἐθελει . εἰ δε λεγοις κατα ἀνδροφονου , και τα παρακολουθουντα γυνη ἐν χηρειᾳ , παιδες ὀρφανοι . χρω δε
9999980 μαλακοις
' ὁλως εἰς λεπτα καταθραυεσθαι , τοις δε κραυροις και μαλακοις ἀνευ γλισχροτητος ἑτοιμως εἰς λεπτα λυεσθαι , προδηλον οἰμαι
ἐπι ταις πυριαις εὐδιορθωτον γινεται , χρησθαι δε και τοις μαλακοις προσθετοις και τῃ μηλῃ δε και τῳ δακτυλῳ ἀπευθυνειν
9999980 ἀνακολουθον
το ὁπλα κεκτησθαι : ὁτ ' ἀν δε το τεκμηριον ἀνακολουθον ᾐ προς το κρινομενον ἐμπεσειται παντως : οἱον ἐπι
, ὁτι και ὁ νομος τουτο λεγει , διεξιμεν : ἀνακολουθον γαρ το μετα τον ὁρον και τον ἀνθορισμον τιθεντα
9999980 κου
Αὑτη ἡ νουσος προσπιπτει μαλιστα ἐν ἀλλοδημιῃ , και ἠν κου ἐρημην ὁδον βαδιζῃ και ὁ φοβος αὐτον λαβῃ ἐκ
ποικιλιᾳ της κρασεως , ποτε μεν συγκειμενον ἐκ διηγηματι - κου , ποτε δε ἐκ δραματικου , ποτε δε ἐκ
9999980 παρακολουθει
οὐ μαλλον , ὡς ἐφαμεν , παρακειμεναις αὐταις το τοιουτον παρακολουθει ἠπερ συντεθεισαιςδευτερον ; , εἰπερ καθο προθεσεις εἰσιν ,
ἐλλαμψις . Ἡ μεν οὐν προσοχη και διανοια της ψυχης παρακολουθει τοις γιγνομενοις , ἐπειδη τουτων το θειον φως οὐκ
9999980 διαλεκτικου
λεγει ἐν τοις δυο τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε διαλεκτικου ἐν τοις Τοποις , περι δε του σοφιστικου ἐν
τοιαυτα . διδαξας οὐν περι ἀποδειξεως ἐδιδαξε και περι του διαλεκτικου συλλογισμου και τον οἰκειον ἠδη σκοπον ἐκπεπληρωκε . νυν
9999979 κοινωνησαι
μεν τῃ ψυχῃ των ἐπι τοις σπουδαζομενοις πονων , μη κοινωνησαι δε της ἐπι τοις κατορθωθεισι τιμης , και συγγνωμης
και μεταμεληθησῃ ζ προκοψεις ἐξ ἀνελπιστων η οὐ συμφερει σοι κοινωνησαι : ζημιωθησῃ γαρ θ στρατευσῃ και ταχυ προκοψεις ι
9999979 διακοσιοις
ἐμπορων καταγαγων , ὡς μεν ὁ Φιλοχορος Λ προς τοις διακοσιοις [ ] , ὡς δ ' ὁ Θεοπομπος ΡΠ
δ ' ὑστερον τους της στασεως ἡγεμονας πεντηκοντα προς τοις διακοσιοις ἀνδρας κεραυνοι κατασκηψαντες αἰφνιδιον ἀθροους ἐξαναλωσαν μηδεν μερος ὑπολειπομενοι
9999979 ἁμαρτανειν
εἰ τε δια φιλονεικιαν εἰ τε δι ' ἀναισθησιαν , ἁμαρτανειν αὐτον οἰομενος , θατερον οὐκετι διδωμι , το περι
παρα του Μουσηγετου δωρον λαβε , ὁτι το ἀξιουν μη ἁμαρτανειν τους φαυλους μανικον : ἀδυνατου γαρ ἐφιεται . το
9999979 σοφωτατος
ἀλλως ἐχον ἠ οὑτως . παντως δε πλειστας τεχνας παντων σοφωτατος εἰ ἀνθρωπων , ὡς ἐγω ποτε σου ἠκουον μεγαλαυχουμενου
εἰς κοιτην προς δυναμιν . [ Ἀλλο ᾡπερ ἐχρησατο ὁ σοφωτατος Ἀλεξανδρος . ] Πυρεθρου ⋖ βʹ . κοστου ⋖
9999979 θερμαινομενα
δε στασιμα των σιτιων , και θερμαινεται βραδεως , και θερμαινομενα ξηραινεται και ξυνισταται , και δια τουτο περισκληρα γινομενα
ὁ χυμος του ὑγρου : δοκει γαρ τα θυμιωμενα και θερμαινομενα μαλλον ὀδωδεναι . δειξει δε ταυτα τα ἐν τοις
9999979 κινησει
ὠφελησει τα καλα πραττων και τους ἀλλους ἐπι τα ἰσα κινησει : τον δε μοχθηρον οὐκετι . φιλων γαρ και
της προσβολης , και τῃ κατα ταὐτα ἐν ταὐτῳ περιαγομενῃ κινησει περιξ αὐτας ἐλαβεν , και τον μεν ἐξω ,
9999979 κοχλιαριον
χειρον δε προϲ τα παροντα και ὀξουϲ ἐπιρροφειν δριμυτατου ὁϲον κοχλιαριον καθευδειν μελλοντα μετα παϲαν τροφην και τα πολλα των
γ , κυμινου ⋖ δ ; λειωϲαϲ διδου εἰϲ κοιτην κοχλιαριον α ἐν οἰνῳ κεκραμενῳ . ἐπι δε των γεννωντων
9999979 Λυσανδρος
μελιτος και τυρου και ἀλλων τινων ἐσκευασται . ὁ δε Λυσανδρος ἀλλα τουτο μεν εἰπε τοις Εἱλωσι δοτε : ἐλευθερου
δε ἡκε τεταρτῳ μηνι , ἀπηγγειλεν ἐν ἐκκλησιᾳ ὁτι αὐτον Λυσανδρος τεως μεν κατεχοι , εἰτα κελευοι εἰς Λακεδαιμονα ἰεναι
9999979 κολον
φησι αὐτοις πεπονθεναι το ἡπαρ και την κυστιν και το κολον : ἀνατμηθεντων γαρ αὐτων διεφθαρμενα πως εὑρισκεται ταυτα τα
κοιλια , πυλωρος , δωδεκαδακτυλον , λεπτον , τυφλον , κολον , νηστις , ἀρχον και ἀπευθυσμενον . ἐκ τουτων
9999979 εὐβουλος
ἐστιν , ὁταν δε περι αὐτων ὡς δει βουλευηται , εὐβουλος ἐστιν , ὁταν δε ὁσα ἐταξε προς το τελος
– – – – ] ἀγον , πατηρ δ ' εὐβουλος ἡρως παντα σαμαινεν Πριαμῳ βασιλει παιδεσσι τε μυθον Ἀχαιων
9999979 ἐρωτικος
κατωφερης εἰς γυναικας , Ἑρμου δε εὐπαιδευτος , συνετος και ἐρωτικος εἰς παιδας , Ἡλιου δε και Σεληνης εὐγενης και
ὡς διαβαλλων μ ' εἰρηκεν ὁ Κυνουλκος , ἀλλ ' ἐρωτικος μεν εἰναι ὁμολογω , ἐρωτομανης δε οὐ . τις
9999979 κορακος
ὁ Ἑρμης , κατεδειξε κοινα εἰναι τα φωρια . Κακου κορακος κακον ὠον ἐφυ : ἐπι των ἐκ κακων γονεων
ὁ τυγχανεις . Τουτο το ὠον ἀπ ' ἐκεινου του κορακος . Ἑρμηνεια . Δηλος ἐλεγχος ὁ καρπος γενησεται Παντος
9999979 ἀποκρυφων
οὐρανου και γης και των μεταξυ φυσεων ἐκδηλων τε και ἀποκρυφων , ὀρθη τις και ἐοικυια τοις οὐσι παρεισηλθεν ἐννοια
τους τε θανατους πυρεκτικους ἀπεργαζεται και παθη τα δι ' ἀποκρυφων και σκοτισμων και προσδρομων αἰφνιδιων : ὁ δε του
9999979 ἐγχειρουντων
. Ἀνιπτοις χερσιν : ἐπι των βεβηλοις χερσι τοις ἱεροις ἐγχειρουντων . Ἀειδε τα Τελληνος : ἐπι των σκωπτικων :
ἐν Ἱμερᾳ συντεθεισης κατ ' ἐμου ἐπιβουλης δικαιοτερος ὠν των ἐγχειρουντων περιεγενομην . οὐ γαρ δηπου φαυλος ἀν κριτης των
9999979 πεμψαντα
τοτε ᾐσθομην ὁτι και δολον εἰχεν ἐν ἀπορρητῳ και τον πεμψαντα ὡς ἀληθως ἐμιμειτο . γελοιον δε ὁτι και σημειον
, συγγυμναζων ἑαυτον προς τας βλασφημιας . Δημητριον τον Φαληρεα πεμψαντα αὐτῳ ἀρτους και οἰνον ὠνειδισεν εἰπων , “ εἰθε
9999979 μυστικων
βασιλεως δυναστου ἀστρονομιας χρηματισμων , θεων ἐπιφανειας , μαντειας , μυστικων ἠ ἀποκρυφων πραγματων κοινωνιας . ιʹ πραξεως δοξης προκοπης
και εὐγαμος ἐσται και ἀλλοτριων κυριος και ἀπο παλαιων ἠ μυστικων ὠφεληθησεται και πολλα δραμειται ἐν διαφοροις τοποις και ἐπι
9999979 ἁμαρτανομεν
. τι οὐν ; ταχα ἐρει τις , τουτο μονον ἁμαρτανομεν , το φαυλως θεωρειν ; και περι τουτου μονου
ἡκει κρινας , το κοινως φοβερον ἁπαντας εὐ θεσθαι , ἁμαρτανομεν . ταχιστα δ ' ἀν ἀπαλλαγη αὐτου γενοιτο ,
9999979 ἀνακαθαιρειν
: αὑτη κολλαν τραυματα μεγαλα δυναται και τα ῥυπαρα ἑλκη ἀνακαθαιρειν και τα παχυτερα των ἑλκων ἰασθαι και προστελλειν κολπους
: διο και ὁϲα ταϲ μεγιϲταϲ ἐϲχαραϲ ἐχει μετα μελιτοϲ ἀνακαθαιρειν δυναται . ἐϲτι δε και πινομενη των καθαιροντων .
9999979 ἐγραφον
ὁθεν οἱ ἀρχαιοι μη ἐχοντες το Ψ την ψαλιδα πσαλιδα ἐγραφον και ἐλεγον , ἀλλως δε τε και πολλα ἀλλα
τουδε το μεμνησθαι της χαριτος . Ἑκατερον εἰκοτως ἐποιουν : ἐγραφον τε και του γραφειν ἀφισταμην : το μεν γαρ
9999979 μαθηματικων
. , . διοπερ ὁ Ἀ . ἐν τωι Περι μαθηματικων λεγει δει . . . ἀδυνατον . δει γαρ
λιαν εὐχερης ὠν περι μεν του ἀριθμου παντος και των μαθηματικων το μηθεν συμβαλλεσθαι ἀλληλοις τα προτερα τοις ὑστερον :
9999979 ἡμισειαν
, καρπον βαλσαμου οὐγ . γʹ , ἀμωμου οὐγ . ἡμισειαν , καρυοφυλλου οὐγ . βʹ , κασσιας οὐγ .
ταυτης δε ἡμισειαν την των ψιλων , και ταυτης ἐτι ἡμισειαν την των ἱππεων . οὑτος γαρ τοι ὁ ἀριθμος
9999979 ἀναστατοι
ἐπαναληψις : το δε Μινω Ἀττικον ἀνεστησαν : ἀντι του ἀναστατοι ἐγενοντο οἱ παρα θαλασσαν ἀνθρωποι κτἑ . : πανταχου
Στυμφαλιδος λιμνης το πληθος των ἐπιπολασαντων ὀρνιθων ἐν αὐτῃ ; ἀναστατοι δε κατα την Λιβυην πολεις τινες ἐγενοντο πληθους λεοντων
9999979 κινησις
δε οὐ γινεται , ἐπει ἐφ ' ἡμιν ἡ τουτων κινησις . ζητειται δ ' ὁτε μεν τα ὀργανα .
διακρινομενου του αἱματος ἐν τοις ἐναιμοις σῳζομενη των αἰσθηματων ἡ κινησις ἀφ ' ἑκαστης των αἰσθησεων ἐρρωμενα τε ποιει τα
9999979 φλεγματικον
δια καταπλασματων των δυναμενων πεττειν τον ἐν τῃ γαστρι περιεχομενον φλεγματικον χυμον , και μεντοι και χαλᾳν την ἀπο του
δυσρουν και δυσκινητον ἐργαζονται τον ἠδη περιεχομενον ἐν αὐτῳ , φλεγματικον δε και ὠμον και ἡμιπεπτον τον ἀναφερομενον . και
9999979 ἀπελθοντα
εἰ δεοιτο της Ῥωμαιων φιλιας και συμμαχιας , ἐξ Ἰταλιας ἀπελθοντα πρεσβευειν , παροντα δε μητε φιλον ἡγεισθαι μητε συμμαχον
' Εὐβουλου του Ἀταρνειτου τον ποιητην Περσινον ἀμελουμενον εἰς Μιτυληνην ἀπελθοντα θαυμαζοντι γραψαι διοτι τας Φωκαϊδας , ἁς ἐχων ἠλθεν
9999979 συλλογοις
οὐτε γαρ ἐν τοις ἰδιοις οὐτ ' ἐν τοις κοινοις συλλογοις ὁμονοουντας ὑπερ του πολεμου παντας Ἀλβανους ἑωρων , μακρῳ
ἡξομεν . αἱ τοιαιδε δε ἁρμοσουσιν ἐν μεν τοις πολιτικοις συλλογοις , ὡς οὐ φιλονεικιᾳ το τοιουτον ποιουμεν , ἀλλ
9999979 δενδροις
ἀκροπολεως ἐκτος οὐ μακραν ἑτερος ναος Ἀμμωνος πολλοις και μεγαλοις δενδροις συσκιος . τουτου δε πλησιον ὑπαρχει κρηνη δια το
μην , ὡς ἀκουω , ὑλοδρομος , και ἐν τοις δενδροις γινεται και ἐχει τριχας : κεκληται δε ὑπ '
9999979 μακρολογειν
των ἀλλων ἡλικιων φυλαττοι την νοσον . Και τι δει μακρολογειν ; νυν γαρ ὑμιν αἱρεσις ἠ μισουμενοις διατελειν ἠ
παρων ] ἱκανος οὐτε ὁ καιρος ? ] ἁρμοττων τῳ μακρολογειν ] , οὐτε ῥαιδι - ον ] ἑνα ὀντα
9999979 τραχειαν
ἐκμελη , ἀμελη , ἀναγωγον , ἀπειθη , δυσκαμπη , τραχειαν , διεσπασμενην , ἀηδη , λυπηραν , βραγχωδη ,
. διο και Ἡσιοδος εἰκοτως την προς ἀρετην φερουσαν ὁδον τραχειαν προσειπεν . την του κατορθωσαι ἐπιτυχιαν . κεκρυμμενον .
9999979 ἐλευθεριος
τοιαυταις πανουργιαις εὑρισκεται χρωμενος , ἀλλ ' ἐστιν ἀπεριττος τις ἐλευθεριος τε και ἀπονηρος οἰκονομησαι τα εὑρεθεντα . ἐκ δη
δωσει ὀλιγα ἐξ ὀλιγων και οὐ δηπου δια τουτο οὐκ ἐλευθεριος , ὡσπερ οὐδε ὁ ἐκ πολλων πολλα διδους .
9999979 λαμπροτατον
: σκοταιον μεν γαρ και δυομενον και νυκτιφορον ἀφροσυνη , λαμπροτατον δε και περιαυγεστατον και ἀνατελλον ὡς ἀληθως φρονησις .
ἡ ὀθονη και ἐξ οὐδενος των ἀποθνῃσκοντων γινεται και ἐτι λαμπροτατον και φωτοειδεστατον ἐχει μη ἀμελως καθαρθεισα χρωμα . δια
9999979 τελειοτατην
και ὑλωδη ὑπαρχῃ τα ἐν αὐτῃ φυομενα ἀγρια δενδρα , τελειοτατην ἀποφαινεσθαι δυνατον . εἰ δε μετρια , μεσην .
τα περι την τροφην . το δε τελευταιον και την τελειοτατην αὐτου παριστησι λαιμαργιαν και γαστριμαργιαν : ὡς και ἐγω
9999979 δημαρχον
του δημου τοσηνδε ἀνατρεψαι , ᾡ τι και παρενδουναι προθυμουμενῳ δημαρχον ὀντα ἡρμοζε , και μη αὑτου την ἀρχην ἀφαιρουμενην
ψυλλαν οὐδε κοριν νυν φησιν , ὡς τινες οἰονται τον δημαρχον λεγειν , ἀλλα την των χρεων ἑνεκα μεριμναν την
9999978 τριπλασιων
Ϛʹ προς τα γʹ και ὁμοιως ἐπ ' ἀπειρον . τριπλασιων δε λογων πρωτος και πυθμην ὁ των γʹ προς
, ἐκ μεν των διπλασιων ἡμιολιοι , ἐκ δε των τριπλασιων οἱ ἐπιτριτοι , ἐκ δε των τετραπλασιων ἐπιτεταρτοι ,
9999978 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999978 ἀψινθιον
παντας διαφθειρεις . Ὀφεις οὐκ ἐσονται ἐν χωριῳ , ἐαν ἀψινθιον ἠ ἀρτεμισιαν ἠ ἀβροτονον περι την ἐπαυλιν φυτευσῃς .
τουτων ἐνοχλουμενη . εἰ δε μετα την πεψιν παρασχωμεν το ἀψινθιον , τηνικαυτα ἡ τε καθαρτικη ἐνεργεια και ἡ στυπτικη
9999978 συμβουλευτικοις
των ἰδιων ἐπιτρεψειε . τοιουτος μεν δη τις ἐν τοις συμβουλευτικοις λογοις ὁ ἀνηρ . ἐν δε τοις δικανικοις τα
χρησις ἐστι μεν και παρα Δημοσθενει ἐν Φιλιππικοις τε και συμβουλευτικοις , μαλιστα δε παρα Θουκυδιδῃ ἐν ταις δημηγοριαις :
9999978 κτητικον
ποταμων : Ἑλλανικος : Φιλικος ὀνομα κυριον : το γαρ κτητικον ὀξυνεται , και βραχυ ἐχει το ι : το
και Καπιννητης ] , ὡς Αἰγινατης και Αἰγινητης . το κτητικον Καπιννατιος . Καππαδοκια , χωρα τῃ Κιλικιᾳ προσχωρος ,
9999978 παραγεγονως
ἀπελθειν εἰς την ἑαυτου πατριδα μετα τοιαυτην ἡτταν ἐν Σαρδεσι παραγεγονως εἰς ἐρωτα της Μασιστιδος ἐμπεπτωκε γυναικος και ταυτῃ συνην
δια χρονου τινος εἰς ἀγρον ἀφικομενος , ἐκ στρατιας νεωστι παραγεγονως , ἡν ἐστρατευσατο ἡ πολις εἰς Μεσσαπιους , ὡς
9999978 ἀρκουσαν
ἡμιν δε ἀνδρων φιλτατος . τουτον ἀποδραντες οἰκεται και καταφυγην ἀρκουσαν νομισαντες Ὀνησιμον , ἀνθρωπον πονηρον , Συρον ἐμπορον ,
καιτοι προς τον κλητικον καλουμενον και μιαν πτωσιν ἑνος ὀνοματος ἀρκουσαν ὁρωντες , ὡς το “ Ἑκτορ ” και το
9999978 συμφωνησει
τε και ὑπεπιτριτος , και ἀει οὑτως μεχρι παντος προχωρουντι συμφωνησει σοι , ὡστε και ταυτα ἐπ ' ἀπειρον τα
δυο εἰχεν ὀφθαλμους και τον ἑνα Ὀδυσσευς ἐτυφλωσε , πως συμφωνησει το ὑπ ' αὐτου λεγομενον , „ Κυκλωψ ,
9999978 μαν
εἰκος γαρ ἠν ἀκουσαντα λυπηθηναι ὡς συγγενη : Φαντι γε μαν . φασι δε την παρ ' ἀνδρι εὐδαιμονιαν θαλλουσαν
ποδες ἀστραγαλοι τευς , ἁ φωνα δε τρυχνος : τον μαν τροπον οὐκ ἐχω εἰπειν . ἠ καλας ἀμμε ποων

Back