τῳ Καπιτωλιῳ . Κρεμασαντες δε ἀπο της κομης και τῳ λαιμῳ ξιφος ὑποθεντες , εἱλκον δια της πολεως , το
βροχος : ἐπι του σχοινιου , το περιτιθεμενον ἐν τῳ λαιμῳ : Ὁμηρος : ἁψαμενη βροχου . κυριως δε και
9999804 ἐλυπησε
αἱρεισθαι μαλλον ἠ κερδος αἰσχρον : ἡ μεν γαρ ἁπαξ ἐλυπησε , το δε δια παντος . ἀτυχουντι μη ἐπιγελαν
και την ψυχην ἀγαθου και το καλλος διαφεροντος . τουτον ἐλυπησε τι Φαλαρις τον Μελανιππον : δικαζομενῳ γαρ αὐτῳ προς
9999801 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,
9999792 σαρκωδες
λιαν μακραι φλυαρων και ματαιολογων . Προσωπον το παν ἀνθρωπου σαρκωδες μεν ὀν εὐπαθους και ἡβωντος ἀνδρος , ἀσαρκον δε
πολλαι , ῥηγνυται αὐτεῃ κατα το αἰδοιον αἱμα πουλυ και σαρκωδες : και ἠν μεν μετριαζῃ , σωζεται : ἠν
9999791 ἀπηνῃ
. Γεγραπται ὁ ἐπινικιος τῳ αὐτῳ Ψαυμιϊ νικησαντι κελητι , ἀπηνῃ , τετρωρῳ την πβʹ Ὀλυμπιαδα . ἐπει δε οὑτος
ἐνικησε την πβʹ : ὡστε την παʹ Ὀλυμπιαδα ἐνικησε τῃ ἀπηνῃ ὁ Ψαυμις . ἱκων δ ' Οἰνομαου : ἀπο
9999781 κολοφωνα
' ἀκουων . τουτους τους στιχους , ἀγαθε διδασκαλε , κολοφωνα των περι της μουσικης λογων πεποιημαι , ἐπει φθασας
λεγεται γαρ ἐν τηι συνηθειαι [ ] [ ] τον κολοφωνα ? [ ] ἐπεθηκεν ἠ κατα ? [ ]
9999779 ἐκτισθη
τῃ πολει της Κιλικιας . Ἡ δε αὐτη πολις Ῥωσος ἐκτισθη ὑπο Κιλικος του υἱου Ἀγηνορος . Ὁ δε Σελευκος
ἐστιν ἁ χωρια . παντα δε ταυτα ὑστερον των Τρωικων ἐκτισθη . Δυνατωτερας δε γιγνομενης της Ἑλλαδος και των χρηματων
9999779 Μακεδονιᾳ
Ἀνδροτιων ἑκτῳ Ἀτθιδος . Γρηστωνια , χωρα Θρᾳκης προς τῃ Μακεδονιᾳ , Θουκυδιδης δευτερᾳ . ἀπο Γραστου τινος . το
δουλων και ὑπηκοων , και της Θρᾳκης τα πολλα τῃ Μακεδονιᾳ προσεθηκεν , και των ἐπι θαλαττῃ χωριων τα ἐπικαιροτατα
9999773 ἐκυριευσε
παρελαβεν παρα Κρατησιπολεως . τας δε αἰτιας δι ' ἁς ἐκυριευσε πολεων ἐπιφανων προδεδηλωκοτες ἐν ταις προ ταυτης βιβλοις το
μετα δε ταυτα την των Πανορμιτων χωραν λεηλατησας ἀναριθμητου λειας ἐκυριευσε , των δε Πανορμιτων πανδημει παραταξαμενων προ της πολεως
9999772 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999763 Ἀληθη
φοβουνται , ὁταν φοβωνται , οὐδε αἰσχρα θαρρη θαρρουσιν ; Ἀληθη , ἐφη . Εἰ δε μη αἰσχρα , ἀρ
οὑτως το ἑν πολλα εἰη ἀλλ ' οὐχ ἑν . Ἀληθη . Δει δε γε μη πολλα ἀλλ ' ἑν
9999762 Αἰγυπτιακα
δικαιος . Λυκεας δ ' ἐν τοις Αἰγυπτιακοις προκρινων τα Αἰγυπτιακα δειπνα των Περσικων Αἰγυπτιων ἐπιστρατευσαντων , φησιν , ἐπι
και την των ἀπλανων σφαιραν μεταλαμβανομενοις ϠϘγσιν , ἁ ἐστιν Αἰγυπτιακα ϠϘγ και νυχθημερα σνε # νδ μϚ να ἐγγιστα
9999759 ἑπτακαιδεκατῃ
ναυς ἐσβαν ἀπεκομισθη ἐπ ' οἰκου . του δε Δηλιου ἑπτακαιδεκατῃ ἡμερᾳ ληφθεντος μετα την μαχην και του ἀπο των
. . : Και Ἀπολλοδωρος δε ἐν τῃ περι Θεων ἑπτακαιδεκατῃ περι του των Ἡσυχιδων γενους και της ἱερειας φησι
9999757 ἐφοβησε
, τι φεβεσθε , ἐοικοτες οὐτιδανοισι ψηρεσιν οὑς τ ' ἐφοβησε μολων κατεναντια κιρκος ; Ἀλλ ' ἀγε θεσθ '
και πρωτος ἀνθρωπων ἐναυμαχησεν ἐκ γης . πολλας μεν οὐν ἐφοβησε ναυς , μιας δε Φοινισσης κατα της τροπιδος χειρα
9999756 ἐξεθεμεθα
και Καππαδοκια , Μεσοποταμια , Συρια , Ἐρυθρα θαλασσα . ἐξεθεμεθα δε τα κατα μερος δια το χρησιμευειν το τοιουτον
των αὐτων ὁρων και δι ' ἀδυνατου . ἐπει οὐν ἐξεθεμεθα την δι ' ἀδυνατου , δεικτεον ἡμιν το αὐτο
9999756 τυγχανετω
πινειν διδου , εἰτα το δευτερον ὀξους μετα δη τουτο τυγχανετω , και ὁ τριτος παλιν οἰνου πινεσθω ὑπ '
κακουργοι , γραμμασι , φανεις δε ὡν τον χρηστον εἰκος τυγχανετω . Οἱ πρεσβεις οἱ παρ ' ὑμων χρυσουν μεν
9999756 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999756 σωφροσυνῃ
δε τελος του βιου ἀνυσαιμι ὡσπερ και ἠρξαμην , ἐν σωφροσυνῃ διατελεσας : ἀναξ : θεους γαρ : ἀναξ κυριως
το γαρ ἡδυ και το λυπηρον μονῃ δοκουσιν ὑποκεισθαι τῃ σωφροσυνῃ , και τουτων ἐπικρατουντος του λογου κατορθουσθαι αὐτην ,
9999756 εὐφροσυνῃ
ἑορταις ἐπιδοσιν ἐχουσιν αἱ τραπεζαι : ὡστε πρωτον ταυτῃ τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα ὁσῳ ἀν
ἐχουσιν αἱ τραπεζαι αὐτων ἐπιδοσιν : ὡστε ταυτῃ πρωτον τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα δ '
9999756 Σικελικα
ἠ ἐφ ' ὁ τι , καταγελαστος ἐγω του πλου Σικελικα μεν πελαγη και Τυρρηνους κολπους ἀναμετρων , οὐκ εἰδως
και πεντε κλινας Σικελικας . λεγ ' ἀλλο τι . Σικελικα προσκεφαλαια πεντε . τριποδες οὑτοι πεντε σοι . και
9999753 κολλυριῳ
τοιϲ τετραϲι δακτυλιοιϲ πλειονι χρονῳ , εἰτα ἐπιχριειν τῳ ὑποκειμενῳ κολλυριῳ : λιβανου ⋖ Ϛ κομμεωϲ ⋖ Ϛ ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ
: ἡμειϲ δε εὐδοκιμουμεν ἐπ ' αὐτων τῳ τε διακεντητῳ κολλυριῳ και τῃ προϲ ὑποχυϲειϲ Ἀγλαϊδου χλωρᾳ χρωμενοι . κοινον
9999753 δημῳ
καταναγκασει τον νεον , αὐτος ἐκ των ἐναντιων ἐφανη τῳ δημῳ πολεμιος , αὐτος ἁπαντων ἡμων τας ἐλπιδας παρετρεψε ,
' Ἀθηναιων ὑποδεχεσθαι μηδ ' ἐκπεμπειν , ὁμως συνεπραττον τῳ δημῳ την καθοδον και το πολλακις ἀνεγνωσμενον παρ ' ὑμιν
9999753 ἑπτακαιδεκα
ἰαμβικου πενθημιμερους . το ιηʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες . τα λοιπα ἑπτακαιδεκα οὑτως : το αʹ Φαλαικιον το βʹ ἐκ χοριαμβου
ἀπολοιμεθα : ὑπαρχει γαρ νυν ἡμιν οὐδεν των ἐπιτηδειων . ἑπτακαιδεκα γαρ σταθμων των ἐγγυτατω οὐδε δευρο ἰοντες ἐκ της
9999752 λαβεσθε
ἀγνοων ὁτι μεταγενεστερων Ἰωνων ἐστι τα τοιαυτα , πιθεσθε , λαβεσθε . Σ : σμερδαλεω δε λεοντε δυ ' ἐν
μεταπεμπου νυν ταυτα σπουδῃ και μυρον , εὑρημα Μεγαλλου . λαβεσθε : και γαρ ἐσθ ' ὁμου . ἐπειθ '
9999752 σφαιρᾳ
τῃ ΑΒΓ σφαιρᾳ στερεον πολυεδρον προς το ἐν τῃ ΔΕΖ σφαιρᾳ στερεον πολυεδρον : ἐναλλαξ [ ἀρα ] ὡς ἡ
, ἡς κεντρον το Α , και γεγραφθω ἐν τῃ σφαιρᾳ περι κεντρον το Α κυκλος ὁ ΒΓ , και
9999752 ἐρωτικῳ
και τοτε πρωτον ἐμαθον ὁτι μηδεν ἐριζει προς ἡδονην φιληματι ἐρωτικῳ . Ἐπειδη δε του δειπνου καιρος ἠν , παλιν
ὠ Γλαυκων , λεγειν ἁ λεγεις : ἀνδρι δ ' ἐρωτικῳ οὐ πρεπει ἀμνημονειν ὁτι παντες οἱ ἐν ὡρᾳ τον
9999751 Διωνι
οὐκ ἐνδεχεται την ἐν Θεωνι ἀναπνοην εἰναι , την ἐν Διωνι δε μη εἰναι : ἐνδεχεται δε του μεν φθαρεντος
ὁ μη εἰδως τον Διωνα οὐδε τα συμβεβηκοτα αὐτῳ ὡς Διωνι δυναται νοειν , οὑτως ἐπει οὐκ ἰσμεν την οὐσιαν
9999750 αἰσθητηριῳ
μετα βαρυτητος και στερροτητος . και προς τουτοις τῳ κυριως αἰσθητηριῳ το αἰσθητον ἐν χρῳ ἐπιθεμενον κατεχει ἀναισθητον , καιπερ
και κατ ' αὐτας διατιθεμενου ἐμφαινεσθαι συμφημι και ἐν τῳ αἰσθητηριῳ τα φαντασματα , ἀλλ ' οὐχ ὡς αἰσθητικῳ οὐδε
9999750 θυγατηρ
ὑστερον Μνησιμαχην Λυσιππου του Κριωεως θυγατερα . και γιγνεται αὐτῳ θυγατηρ ὀνομα Κλειτομαχη , ἡν ἐβουληθη μεν ἐκεινος ἀγαμῳ τῳ
Λευκιππου εἰναι του Περιηρους , ἡς και Ἀπολλωνος Ἀσκληπιος και θυγατηρ Ἐριωπις : [ . . . ] δ '
9999749 μαρτυρησῃ
τελεον : ἐαν δε ὁ του Διος ἠ της Ἀφροδιτης μαρτυρησῃ , τιμωμενον και εὐσχημον ἐσται το του τερατος ἰδιον
ξυλοσχιστας , ὑπουργους . κἀν μεν ὁ του Κρονου αὐτῳ μαρτυρησῃ ναυτικους , ἀντλητας , ὑπονομευτας , ζωγραφους , θηριοτροφους
9999749 Ἀντιγονῃ
ἐατεον . προτερος δε του Ἐπικουρου Σοφοκλης ὁ τραγῳδιοποιος ἐν Ἀντιγονῃ περι της ἡδονης τοιαυτα εἰρηκεν : τας γαρ ἡδονας
γινηται . εἰσηγειτο δε την ἡδονην και Σοφοκλης εἰπων ἐν Ἀντιγονῃ : τας γαρ ἡδονας ὁταν προδωσιν ἀνδρες , οὐ
9999748 ἀγρῳ
τοσσον ἑλεν μενος ὡς τε λεοντα ὁν ῥα τε ποιμην ἀγρῳ ἐπ ' εἰροποκοις ὀϊεσσι χραυσῃ μεν τ ' αὐλης
ἐμφορηθητε . λειπει ἡ ὡς . πλανωμενοις : ἐν τῳ ἀγρῳ δηλονοτι . κορωνις : εἰσιασι γαρ οἱ ὑποκριται .
9999748 εὐμεγεθη
, προστισας τας του λαγοου τριχας . ἀλλο . σικυαν εὐμεγεθη προσβαλλε τῳ ὑποχονδριῳ κατ ' ἰξιν της ῥινος πασχουσης
τα σκελη και τα κερατα , και ταυτα μεν ὑπερφυως εὐμεγεθη και θαυμασια την ὀψιν εἰναι , τα δε σκελη
9999745 δωδεκα
πλειους φαμεν εἰναι των τετταρων και ἡμιολιους , ἐαν δε δωδεκα , ἐλαττους και ἡμισεις , και οὐδε ἀνεκτον ἀλλως
ἀντωνυμιαν ἀναφορικην δηλουσαν το ταυτῃ , οἱον “ τῃ και δωδεκα παιδες ἐνι μεγαροισιν λιποντο , ” ῥημα δε προστακτικον
9999745 ἱστορηκε
τωι λιμενι διαναυμαχουντα του Θησεως ἐκπλεοντος . ὡς δε Φιλοχορος ἱστορηκε , τον ἀγωνα του Μινω συντελουντος , ἐπιδοξος ὠν
. Ἀριστων δ ' ὁ Χιος και Θεοφραστου τινα δοξαν ἱστορηκε περι των ῥητορων . ἐρωτηθεντα γαρ , ὁποιος τις
9999745 ἑνδεκα
, και ἠλπιζον πασας τας ναυς ἀποληψεσθαι . των δε ἑνδεκα μεν τινες αἱπερ ἡγουντο ὑπεκφευγουσι το κερας των Πελοποννησιων
ἐπεπλει αὐτων Ἀντισθενης Σπαρτιατης . ξυνεπεμψαν δε οἱ Λακεδαιμονιοι και ἑνδεκα ἀνδρας Σπαρτιατων ξυμβουλους Ἀστυοχῳ , ὡν εἱς ἠν Λιχας
9999744 Καλλιᾳ
εἰδος ἑκαστου , οἱον Καλλιας και το τι ἠν εἰναι Καλλιᾳ : καθ ' αὑτο γαρ ὑπαρχει τῳ Καλλιᾳ ὁ
ταλαντα τους πρεσβεις ἀξιουν τους Ὠρειτας μη ὑμιν , ἀλλα Καλλιᾳ διδοναι . Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , ἀφελων
9999744 Φορμιωνα
Βοσπορῳ ὀντος ὡς ἐπυθοντο την διαφθοραν της νεως , ηὐδαιμονιζον Φορμιωνα παντες τουτονι , ὁτι οὐτε συνανηχθη οὐτε ἐνεθετο εἰς
ἐμοι πεισθεισα ἐξεκλεψε και ἐρωτωντος ἐδοκει ἀπιθανον εἰναι το τον Φορμιωνα δουλον ὀντα προτιμηθηναι ὑπο της Ἀπολλοδωρου μητρος . μετα
9999744 Θεμιστοκλεα
ἐτι και νυν κεκτημενον , χρυσῳ στεφανῳ μελλετε στεφανουν . Θεμιστοκλεα δε και τους ἐν Μαραθωνι τελευτησαντας και τους ἐν
ἐοικεν , ἀν μεν Δημοσθενη , ἠ Μιλτιαδην , ἠ Θεμιστοκλεα , ἠ τον ὁμωνυμον ὑποκρινωμαι , τοτε μεν πολυ
9999741 ἐμβαλῃ
ἐκ των συρρεοντων ἐς αὐτην ὑδατων τικτεται . οὐκουν ἐαν ἐμβαλῃ τις βατραχους ἐς αὐτην , σιωπωσιν , ἀλλαχου φθεγγομενοι
ἀνηρ την γλωτταν αὑτου τῳ της γυναικος ⌈ ἐμβαλλῃ [ ἐμβαλῃ / ] στοματι . ἐστι δε και ὁ λαφυγμος
9999741 νικησῃ
γαρ τυραννειν θελῃς , πολεμηθησεται ἡ χωρα : ἐαν δε νικησῃ σε οὑτος , τι . λειπει δε το τι
. ἀριστος δε ἀντι του ἀριστη : ὁταν πονησας τις νικησῃ , ἐχει την εὐφροσυνην ἀριστην ἰατρον . ἠ οὑτως
9999741 γλυκυτητι
και τουτων αἱ μεν ὀνομαζομεναι περσαιαι καρπον διαφορον ἐχουσι τηι γλυκυτητι , μετενεχθεντος ἐξ Αἰθιοπιας ὑπο Περσων του φυτου καθ
τε και ὀξυτητος ὡς προσηκουσων τῃ τε ἀφελειᾳ και τῃ γλυκυτητι . Ὁ δε περι ἡδονης οὑτος και γλυκυτητος ἡμιν
9999740 γαληνῃ
ἐν εὐδιᾳ πλανωμενον , ἰδιου χειμωνος γεμον και βαπτιζομενον ἐν γαληνῃ . θαυμασαντες ἠλθομεν πλησιον . ἐδοξα τον της ἀθλιας
νησους ἠ πετρας ἐκτρεπεται : και τα μεν εὐδιᾳ και γαληνῃ σφριγᾳ , τα δε κλυδωνι και κυματωσει : ταις
9999739 ἁρπαγες
χρονον κακουργων πραγματων ἠ λῃστρικων ἐρωσι : γινονται γαρ πλαστογραφοι ἁρπαγες θυρεπανοικται κυβευται τεθηριωμενην την διανοιαν ἐχοντες . ἐαν δε
δε οὐσαι και ἀμφοτερα σημαινουσιν . Οἱ ὀξεις ὀφθαλμοι ταραχωδεις ἁρπαγες : οἱ δε ἰλλωπτοντες και τα βλεφαρα ἐπιβαλλοντες ἀνδρογυνοι
9999739 Ἀμφιονι
! ! ] ? [ ] δε μηνιν τινα φερων Ἀμφιονι ? [ ] ! ον αἰκως ? ἐξεφυλλασεν γενος
λυρᾳ . δοκω μοι τον Ἑρμην ἐρωτι κατειλημμενον δουναι τῳ Ἀμφιονι ἀμφω τα δωρα . και ἡ χλαμυς , ἡν
9999738 διηνεγκε
ποτερον Θεμιστοκλης δια συνουσιαν τινος των σοφων ἠ φυσει τοσουτον διηνεγκε των πολιτων , ὡστε προς ἐκεινον ἀποβλεπειν την πολιν
, ὡν ἠν ἐπιφανεστατος Διοκλης . τοσουτο γαρ των ἀλλων διηνεγκε συνεσει και δοξῃ , ὡστε της νομοθεσιας ὑπο παντων
9999737 Μενεσθεα
ἀμφισβητησαντος δε Εὐβουλιδου του κληρου του Ἁγνιου κατα γενος , Μενεσθεα μη ἀμφισβητησαι του κληρου , μηδ ' Εὐκτημονα τον
τε ἐν Θεσπρωτοις ἐχομενου και Ἀθηναιων οὐχ ὁμονοουντων ἀλλα ἐς Μενεσθεα ῥεποντων μαλλον ταις εὐνοιαις . οὐ μην οὐδε ἀγωνος
9999736 βελτιστῳ
εἰς δε την Ἀκαδημειαν ἠ εἰς το Λυκειον ἐλθοντα τῳ βελτιστῳ τουτῳ Διαλογῳ συμπεριπατειν ἠρεμα διαλεγομενους , των ἐπαινων και
δυναμενους ἀποδεδοται , ὡστε τον χειριστον των αὐτων τυγχανειν τῳ βελτιστῳ : οὑτως , ὠ ἀνδρες , ταυτην την ὑβριν
9999735 μαχωμεθα
φραζωμεσθα τι λωιον ἀμμι γενηται , ἠ ἐτι που στυγεροισι μαχωμεθα δυσμενεεσσιν , ἠ ἠδη φευγωμεν ἀπ ' ἀστεος ὀλλυμενοιο
: τον δ ' ἐμε φασι γεινασθαι : νυν αὐτε μαχωμεθα φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . Ὡς φατ ' ἀπειλησας ,
9999735 ὑδρομελιτοϲ
' ἐκεινων εἰρημενα . εἰϲι δε εὐβοηθητοι μαλιϲτα ὠφελουμενοι ὑπο ὑδρομελιτοϲ ϲυνεχωϲ αὐτο πινοντεϲ μιγνυμενων αὐτῳ πηγανου φυλλων . Γυψοϲ
ἀνιϲου ϲπερμα ἀριϲτολοχιαϲ ἀφεψημα βραθυοϲ λειοτατου ⋖ α μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἐπι δε των ἀπυρετων μετ ' οἰνου βαλϲαμου
9999735 Θετταλια
ἐν δε τῳ θʹ Φι - λιππικῳ φησιν ” ἀλλα Θετταλια πως ἐχει ; οὐχι τας πολεις και “ τας
γιγνωσκειν ὡς ἐστιν κατα γε την Ἑλλαδα χωραν κρατιστη ἡ Θετταλια . Το δε μεγεθος τρια των ὀνοματων ἐπιδεχεται :
9999735 κλυστηρι
αὐτου ἐλαιου ἐνεματισομεν ὁσον οὐγκιας ἑξ , προκενωσαντες αὐτους ἐκκοπρωτικῳ κλυστηρι , ἐν ᾡ ἀφηψηται πηγανον και κυμινον : εἰτα
ἐν χηνος στεατι τριψας και ῥητινην , ἐς τα αἰδοια κλυστηρι ἐνειναι . Ἠν ὑπο ῥοου ὑδατωδεος το ἠτρον ἀλγεῃ
9999734 Πατηρ
τροφην τε και παιδευσιν , ᾑ χρησαμενος τοσοσδε ἐγενετο . Πατηρ μεν οὐν ἠν αὐτῳ Γαϊος Ὀκταουϊος , ἀνηρ των
Υἱου τῳ αἰτιῳ : το αἰτιον φυσει μειζον : ὁ Πατηρ ἀρα μειζων του Υἱου φυσει . ἐνταυθα παρα το
9999733 Δαρειῳ
Σκυθεων ῥησις . Ὁ μεν δη κηρυξ οἰχωκεε ἀγγελεων ταυτα Δαρειῳ , οἱ δε Σκυθεων βασιλεες ἀκουσαντες της δουλοσυνης το
Βαβυλωνιοι γεγονασι . Ζωπυρου δε οὐδεις ἀγαθουργιην Περσεων ὑπερεβαλετο παρα Δαρειῳ κριτῃ , οὐτε των ὑστερον γενομενων οὐτε των προτερον
9999733 Δημητρι
εὑρειν την μυησιν την συντελουμενην κατ ' ἐνιαυτον ἐν Ἐλευσινι Δημητρι και Κορηι . Ἀνδρων [ . ] μεν οὐν
περι : Σολων ἐπλευσεν ἐπι Κωλιαδος , ἐνθα αἱ γυναικες Δημητρι ἑορτην ἐτελουν ἐπ ' αὐτῃ τῃ θαλασσῃ . αὐτομολον
9999733 ἐτιμηθη
ἀλλα εἰδωλα ποταμων τε και ζωων , ὁσα προς θεων ἐτιμηθη , το τησδε ἀν φαινεσθαι νικησαι . οὑτως μοι
ἡ μεν τοιαυτη συνταξις χρονικως νοειται , μετα το γυμνασιαρχησαι ἐτιμηθη , μετα το τυραννησαι ἐμεμφθη . εἰ δε αἱ
9999733 ἑξακισχιλια
πεντηκοντα και ἑκατον : ἐτεα δε δυο και τεσσαρακοντα και ἑξακισχιλια : ἐν δε τουτοισι τρις το παν εἰς ἐλευθεριην
ἡ πολις εἰς τον προς βασιλεα πολεμον . ὁτι γαρ ἑξακισχιλια ταλαντα ἠν το τιμημα της Ἀττικης , και λυθεντος
9999733 λεπιδα
ἑως συστραφῃ τε και εὐχρους γενηται : κἀπειτα ἐπιβαλων την λεπιδα , παλιν ἑψε ἑως ἀμολυντου , και ἐπιβαλλε τον
, και οἰνανθην την ἀγριην , και χρυσοκολλην , και λεπιδα , και λωτου πρισματα , και κροκον , και
9999733 φορειῳ
αὐθις βασανισων . μετα τρεις ἡμερας την Ἐπιχαριν ἐκομιζετο ἐν φορειῳ , ἡ δε λυσαμενη την ζωνην ἀπεβροχισεν ἑαυτην ἐν
ἀτερπεα δαιτα φεροντες . ” Φειδων ὀνομα κυριον . φερτρῳ φορειῳ : “ κειμενον ἐν φερτρῳ . ” φηγος ἡ
9999733 κινησῃ
τῃ καρδιᾳ προοραν το μελλον . ὡσπερ γαρ ὁταν τι κινησῃ το ὑδωρ ἠ τον ἀερα , τουθ ' ἑτερον
δ ' ὁτ ' ἀφ ' ὑψηλης κορυφης ὀρεος μεγαλοιο κινησῃ πυκινον νεφος . τοιγαρουν και ὁταν λεγῃ ὡς δ
9999732 ἐθελοιμι
, των Ἀθηνησι γενομενων ἁπαντων προτιμω τε και πλειστου ἀναγινωσκειν ἐθελοιμι . ἐν ἐκεινοις γαρ , οἰμαι , και τουτο
δικασται , ἐν τῃ αὐτῃ μαρτυριᾳ , ὡς ἐγω οὐκ ἐθελοιμι ἀναβαλεσθαι , ὁ δε Θεοφημος κελευοι , ἱνα μοι
9999732 εὐηθη
μετεωρισας ἁπαν ἐξῃεις ἀγων το στρατευμα . τουτο δε ἐστιν εὐηθη δειξαι την πολιν και ῥᾳδιως παρελκομενην . Πολλα δε
, ἱνα δοξῃς την εὐχην φρονιμως ποιεισθαι ; νυν γαρ εὐηθη λογον εἰρηκας : μητε τα χρηστα σοι λυπηρα φαινεσθαι
9999731 δημιουργῳ
λεγοι ἀν ὀρθως . οὐ γαρ μονον σκοπος ὁμοιωθηναι τῳ δημιουργῳ θεῳ , ἀλλα και προς κανονα , την ἀριστην
: ἡ γαρ γνωσις ἐν ἡμιν ἐστι και ἐν τῳ δημιουργῳ , ὁπερ προ πολλων ἐστι και ἐπι τοις πολλοις
9999731 αἰσθητικῳ
ἐξωθεν ἡλιου ἀκτινος μη εἰσβαλλουσης , αὐταρκες το ἐν ὑποκειμενῳ αἰσθητικῳ τῳ της μητρος ὀγκῳ την δημιουργιαν συντελεισθαι . Ἀλλ
το αἰσθανομενον , μεγεθος ἐχει : οὐ μεντοι το γε αἰσθητικῳ εἰναι οὐδ ' ἡ αἰσθησις μεγεθος ἐστιν , ἀλλα
9999731 Αἰθιοπια
ὁτ ' Αἰθιοπες μεν ᾠκουν ἐνταυθα , γενος Ἰνδικον , Αἰθιοπια δ ' οὐπω ἠν , ἀλλ ' ὑπερ Μεροην
Μεροη Αἰθιοπια ὑπο Αἰγυπτον ἡ ἐντος τουτων παντων και νοτιωτατη Αἰθιοπια : Ὁμου αἱ της Λιβυης ἐπαρχιαι ιβ πινακες δ
9999730 μοριῳ
, μετ ' αὐτην ἡ φρονησις ὡς ἐν τῳ τιμιωτερῳ μοριῳ της ψυχης τῳ λογῳ ἐποχουμενη , μετ ' αὐτην
οὐ παντος δε ὡσπερ ἐφην , ἀλλ ' οὐδε παντι μοριῳ : οὐ γαρ τῳ τυχοντι : ψοφουμεν γαρ και
9999730 ἀπηνεα
ἠϋτ ' ἐπεγγελοωσα παρισταται : ὡδε κε φαιης μυθεισθαι μυραιναν ἀπηνεα κερτομεουσαν : τι πτωσσεις δολομητα ; τιν ' ἐλπεαι
δη τοι , γαιηοχε κυανοχαιτα , τονδε φερω Διι μυθον ἀπηνεα τε κρατερον τε , ἠ τι μεταστρεψεις ; ταυτα
9999730 λεκτεα
ἐστιν ἀδελφη της ἐν τῳ λεγειν ταμιευομενη μεχρι καιρου τα λεκτεα , ἀλλ ' ἡν οἱ ἐξησθενηκοτες και ἀπειρηκοτες δια
στελλησθε , ὑμας δεησει τους μαχομενους εἰναι . ὁμως δε λεκτεα ἁ γιγνωσκω : ἐμπειρος γαρ εἰμι και της χωρας
9999729 εἱνεκα
και ἡ μεν κατεκαη πασα , Σκυλης δε οὐδεν τουτου εἱνεκα ἡσσον ἐπετελεσε την τελετην . Σκυθαι δε του βακχευειν
ὁτι δοιης ἀν , ἐπει τοι και την ἀρχην πειρας εἱνεκα ᾐτουν , ὁπως εἰδειην εἰ και τα τοιαυτα δωσεις
9999729 τἀληθη
ὁτιουν . ἐγω μεν γαρ ὑπ ' ἀβελτεριας ᾠμην δειν τἀληθη λεγειν περι ἑκαστου του ἐγκωμιαζομενου , και τουτο μεν
ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και προς χαριν ὁμιλησοντα ; τἀληθη μοι εἰπε , ὠ Καλλικλεις : δικαιος γαρ εἰ
9999728 νεφελη
Σεμελη : Θυμελη : ἀγελη : Κυβελη : ὑβελη : νεφελη : μακελη : κυψελη : πιμελη δια μακρου του
λυπηθησῃ : οἰδε γαρ , φησι τις σοφος , και νεφελη τον ὀμβρον ἀποβαλουσα κουφιζεσθαι και ψυχη τα ἑαυτης ἐξηγουμενη
9999728 αἱς
. ἠν δε το πλεονεκτημα περι τας ἐκκλησιας , ἐν αἱς τα μεγιστα ἐπεκυρουτο ὑπο του δημου . εἰρηται δε
διαλογισμους . ὁ δε διαλιπων ὀλιγας τινας ἡμερας , ἐν αἱς τας εὐχας ἀπεδιδου τοις θεοις και τας ὑστεριζουσας ὁλκαδας
9999726 φαλαγξ
και ἐπαγωγη και δεξια παραγωγη και εὐωνυμος παραγωγη και πλαγια φαλαγξ και ὀρθια φαλαγξ ἠ λοξη φαλαγξ και παρεμβολη και
λεγουσι . φαλαγξ το ἐκ πλειονων λεξεων ὁπλιτινον πληθος . φαλαγξ και τα των δακτυλων ἀρθρα , εἰσι δε και
9999726 ἀπαγωγῃ
το ἐνδεχομενως τινι . και τουτο δεικνυμεν τῃ εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγῃ : εἰ γαρ ψευδος το ἐνδεχεται τινι , ἀληθες
εἰ δεοι τοις σωμασιν . Ἡ Λυσις τῃ εἰς ἀτοπον ἀπαγωγῃ , ὁτι ἀτοπον και οὐδεν ἐκ τουτου ὀφελος ἡμιν
9999726 ἠμελησε
την Ἀριστοκλεους γλωτταν . νοσωδης δε ἐκ μειρακιου γενομενος οὐκ ἠμελησε του πονειν . την μεν οὐν ἰδεαν της νοσου
μεν ῥηθεντων ὑπ ' αὐτου προς ὁμονοιαν [ ἐντολων ] ἠμελησε , τοὐναντιον δ ' ἐκεινους προτρεψαμενος εἰς ἀλλοτριοτητα συναπεστη
9999726 ἀκριβη
σχετλιον τοις μεν τα Φιλιππου πραγμαθ ' ᾑρημενοις θεραπευειν οὑτως ἀκριβη την παρ ' ἐκεινου προς ἑκατερ ' αἰσθησιν ὑπαρχειν
ὠν και τα της ἡγεμονιας συνδιοικων . ἀλλα καιτοι βασανον ἀκριβη λαβων ἐκ μακρων χρονων της ἐν τε λογοις και
9999726 ἀπηγγελλε
γαμον τολμησῃ τι θανατωδες , ἀλλας αὐτῳ της ἀντιρρησεως αἰτιας ἀπηγγελλε . Πενητες ἐσμεν , ὠ παι , και δεομεθα
ἀτιμως . Ὁ δ ' ἐπανελθων και τι πλεον ἀκηκοως ἀπηγγελλε Καισαρι , ὡς οὐδε τοὐνομα αὐτου διαφεροιτο περι τας
9999725 ἐξειλε
ἀγαθους ἐνεποιησεν : ὁταν δε μελλῃ κακως πραξειν πολις , ἐξειλε τους ἀνδρας τους ἀγαθους ἐκ ταυτης της πολεως ὁ
Σπαρτην και Τεγεαν και Πατρας της Ἀχαϊας , και φρουρια ἐξειλε πλειστα και ἐρυμνοτατα και κατεστησε πασαν την Πελοπος φορου
9999723 ἰαμβικη
παροντα κατα σχεσιν , κωλων δε εʹ . το αʹ ἰαμβικη βασις . το βʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον του δευτερου
πεμπτον . . . καλειται φερεκρατειον ἀτελες : το ἑκτον ἰαμβικη βασις . το ἑβδομον . . . πενθημιμερες ,
9999723 Καρχηδονα
των Συρακοσιων αὐθις ἀνορθωσαντες διεχειμαζον . και ἐπεμψαν μεν ἐς Καρχηδονα τριηρη περι φιλιας , εἰ δυναιντο τι ὠφελεισθαι ,
ἀποικισμος αὐτης γεγονεν ὑστερον ἐτεσιν ἑκατον ἑξηκοντα της κατα την Καρχηδονα κτισεως . Ἀλλαι δ ' ὑπαρχουσι νησοι κατ '
9999722 ἐνεγκῃ
μειζονα ἠ καθ ' αὑτον ὀγκον ἀναιρουμενος , κἀν παραχρημα ἐνεγκῃ ῥᾳδιως , μετα μικρον ἀπωλετο συσχεθεις . Λακεδαιμονιοι δε
ἐρωτα της πολεως , μη τι δυσχερες ὑμιν και ξενον ἐνεγκῃ τῳ χρονῳ . [ παλιν δε ἑτεραν παρθενον ποταμου
9999721 κορη
' ἀχησεται ὡς οἰνοπληγες και μεθυσταδες γαμων μοναστραβης ὀχος νεοφθιτος κορη χρονου πολλου νοστον προμαθοντες ὁδιος οἰωνος ὁμοπαιδα κασιν Κασανδρας
λειου εἰϲ ὀθονιον ἐγχριϲαντα . ὁταν δε ἠδη προκαθαιρηται ἡ κορη , ὑπαλειφειν τοιϲ προϲ ταϲ παλαιαϲ διαθεϲειϲ κολλυριοιϲ ,
9999720 Νεστωρ
Ἠως , ὠρνυτ ' ἀρ ' ἐξ εὐνηφι Γερηνιος ἱπποτα Νεστωρ , ἐκ δ ' ἐλθων κατ ' ἀρ '
ἐστιν ἀλλος μεν τις μογεων ἀποκινησασκε τραπεζης πλειον ἐον , Νεστωρ δ ' ὁ γερων ἀμογητι ἀειρεν , ὡς παντος
9999720 κολλυριοιϲ
βλεφαρον ϲτυπτηριᾳ ϲχιϲτῃ μετ ' ὀξουϲ δριμεοϲ και τοιϲ θερμοτεροιϲ κολλυριοιϲ ἠ τῳ δια ϲανδυκοϲ . μη καθιϲταμενου δε ἀναρραπτειν
το λειψανον του παθουϲ κολλυριοιϲ και τῃ λοιπῃ ἐπιμελειᾳ . κολλυριοιϲ δε ἁπαλοιϲ χρηϲτεον ἐπι τουτων , τοιϲ ἀδηκτοιϲ λεγομενοιϲ
9999719 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999719 γονῳ
ὁμοιους εἰναι τοις εἰσποιητοις των παιδων , τουτους δε γνησιους γονῳ της πατριδος πολιτας εἰναι . δοκει δε μοι και
, οἱς οὐδ ' ὁτιουν προσηκει : οὑτοσι δε οὐτε γονῳ του τετελευτηκοτος υἱος ὠν οὐτ ' εἰσποιηθεις κατα τους
9999718 Ἑνεκα
. Ἐνδουναι . προδουναι , παραδουναι ἠ και εἰξαι . Ἑνεκα και εἱνεκα Πλατων , Δημοσθενης και οἱ ἀλλοι :
δικαστων ὀντων . 〛 δεινον : Χαλεπον . τριωβολου : Ἑνεκα τριων ὀβολων . . [ ὠστιζομεσθ ' : Ἀντι
9999718 φανῃ
. εἰ δε μη σφοδρος ὁ πυρετος και τινα πεψεως φανῃ σημεια , και των ὀρνεων ἐπιδιδου τα πτερα και
τῳ ξενῳ ὡς νιψουσα αὐτου τους ποδας : ἰσως εὐλαβηθεις φανῃ περιεργος και ὁ Αἰσωπος δαρησεται . “ ἡ δε
9999718 ὁρισμῳ
ἐν ἰδιοις μετασχηματισμοις διαφορους χρονους δηλουν : προστιθησι δε τῳ ὁρισμῳ και φησι μετ ' ἐνεργειας και παθους ἠ οὐδετερου
εἰς καταφασιν και ἀποφασιν : οὐδεποτε γαρ ὁμωνυμος φωνη ἐν ὁρισμῳ τινος ἠ ὑπογραφῃ λαμβανομενη , οἱον οὐδεις ὁριζομενος ἠ
9999718 ἀκρωτηριῳ
ἐκπλευσαι , ὁποτε ἐκειθεν ἀραιμι , ἀλλ ' ὑφορμισασθαι τῳ ἀκρωτηριῳ , τας ναυς γαρ τας λῃστρικας ἐν περιβολῃ ἑσταναι
νησος αὑτη της παραλιας χωρας σφοδρα , τῳ δε ἑτερῳ ἀκρωτηριῳ καθηκει ἐπι τον Ναρωνα ποταμον . Ἀπο δε της
9999717 χρηϲεωϲ
ἡμεραϲ θ κινων διϲ τηϲ ἡμεραϲ . ἐπι δε τηϲ χρηϲεωϲ ϲειρων το αὐταρκεϲ και τουτῳ ϲπογγον βρεχων ἀνατριβε ταϲ
και ἡ Ἀθηνα , ὡν ταϲ ϲυνθεϲειϲ και τον τηϲ χρηϲεωϲ τροπον κατα το ἑβδομον εὑρηϲειϲ βιβλιον . ἐπει δε
9999717 ἐδημιουργησε
γενος το αἰσθησεων ἐστιν , ᾡ κρατηρας οἰκειους ἡ φυσις ἐδημιουργησε . κρατηρες δε ὁρασεως μεν ὀφθαλμοι , ἀκοης δε
ζωτικην οὐσαν τας ἁπλας και ἀπαθεις σφαιρας ἀπ ' αὐτης ἐδημιουργησε , το δε ἐσχατον αὐτης εἰς τα γεννητα και
9999717 κηρωτῃ
. Ἰησις , ἀλητῳ ξυν μαννῃ , ἠ θειῳ ξυν κηρωτῃ . Αὐτικα ἀναπλασεις , ἐπειτα ἀνακωχησεις τοισι δακτυλοισιν ,
το δερμα ἑρπητα ϲκωριαν μολιβδου ἀναλαβων λειου πηγανου χυλῳ ἠ κηρωτῃ ἀντι πηγανου μυρϲινῃ . Ἀλλο . ἐριου παλαιου ἀπλυτου
9999714 χαλβανη
Αἰγυπτια μαστιχη , ῥοδινον ἐλαιον , σμυρνα , στυραξ , χαλβανη , χονδρος , βουτυρον , οἰσυπος , στεαρ ὑειον
. ὀσφραινομενα δε διεγειρει τας πνιγομενας ἀσφαλτον , καστοριον , χαλβανη , πισσα ὑγρα , κεδρια , ἐλλυχνια ἁπτομενα και
9999714 ἐξεδωκε
τουτον δια του αὐτου τουτου κατεθεντο πεμψαντες Ἀνταλκιδην , ὁς ἐξεδωκε τους Ἑλληνας αὐτῳ , μισθον της εἰρηνης , και
Προακτουρια καλει . : Στεφανοπωλις δε ἠν , και αὐτην ἐξεδωκε προς γαμου κοινωνιαν ὁ Πεισιστρατος Ἱππαρχῳ τῳ υἱῳ ,
9999714 ἐξηλασε
βρεφους ἐδωκε σοι καταπιειν , ὁ δε εἰς ἡλικιαν ἀφικομενος ἐξηλασε σε της ἀρχης πολεμῳ κρατησας , εἰτα ἐς τον
γ ' οὐδεν ἠν ἑτερον ἀρα , ὁ της πατριδος ἐξηλασε και των ἀλλων ἀγαθων ἀνονητον ἐποιησεν , ἠ το
9999714 ἐνεπλησθη
ἐπι Σαρδις . Ταυτα ἐπιλεγομενῳ Κροισῳ το προαστειον παν ὀφιων ἐνεπλησθη . Φανεντων δε αὐτων οἱ ἱπποι , μετιεντες τας
τε ἐπραξαν οἱ τοτε Καδμειοι και ὁ μετα ταυτα χρονος ἐνεπλησθη του παραδειγματος . ὀρθως ἀρα ὁ Θηβαιος Ἐπαμεινωνδας μετα
9999712 ὡρμησε
Ῥωμαϊκων πραγματων θεοθεν κινουμενος ὁ καλλινικος ἡμων και εὐσεβεστατος δεσποτης ὡρμησε και συμβαινει τους μεν ἐμπειρους του πραγματος ἀπολιμπανεσθαι δια
Μαξιμινος , ὁ της κατω Ἀσιας βασιλευων , εἰς ἐπιβουλας ὡρμησε του νεου : και προς μαχην λεοντι ἀγριῳ καθιστησι
9999712 μικραϲ
, γαλακτι ἀντι ὠου ἐγχυματιζουϲιν , ἐλαθον δε αὑτουϲ ἀντι μικραϲ παραμυθιαϲ χρονιαϲ διαθεϲεωϲ τῳ παϲχοντι προξενοι γιγνομενοι . το
Ἡ παροξιϲ κερατιον ἑν ἡμιϲυ . Ὁ κυαθοϲ ἐχει μναϲ μικραϲ ἠτοι μυϲτρα μικρα δυο . το γαρ μυϲτρον ἐχει
9999711 Παλλαδιῳ
κελευουσιν την διωξιν εἰναι : ὡστ ' εἰ διομει ἐπι Παλλαδιῳ αὐτος και ἡ γυνη και τα παιδια και καταρασεσθε
. . . Κλειτοδημος δε φησιν , Ἀγαμεμνονος συν τῳ Παλλαδιῳ προσενεχθεντος Ἀθηναις , Δημοφωντα ἁρπασαι το Παλλαδιον , και
9999711 ἀκρεα
τα περι τα χειλη μορια , πτερα και τἀλλα τα ἀκρεα : ἐντερα τε και μητρα και οὐρα των σαρκων
οἱ πετραιοι των ἰχθυων και [ οἱ ] κρεων τα ἀκρεα και οἱ ἁπαλοι ὀρνιθες . ὁταν δε τῃ αὐξησει

Back