μη ναυς ἀφορμισηις χθονος πριν ἀν κορην σην Ἰφιγενειαν Ἀρτεμις λαβηι σφαγεισαν : ὁτι γαρ ἐνιαυτος τεκοι καλλιστον , ηὐξω
ὑμενων ἰδιων σωματοποιουμενα τωι πολυμιγει την ἐπι το βαθος ὁρμην λαβηι . . . . . : , . ̈
9999742 ἑπτακαιδεκατῃ
ναυς ἐσβαν ἀπεκομισθη ἐπ ' οἰκου . του δε Δηλιου ἑπτακαιδεκατῃ ἡμερᾳ ληφθεντος μετα την μαχην και του ἀπο των
. . : Και Ἀπολλοδωρος δε ἐν τῃ περι Θεων ἑπτακαιδεκατῃ περι του των Ἡσυχιδων γενους και της ἱερειας φησι
9999742 ἑνδεκα
, και ἠλπιζον πασας τας ναυς ἀποληψεσθαι . των δε ἑνδεκα μεν τινες αἱπερ ἡγουντο ὑπεκφευγουσι το κερας των Πελοποννησιων
ἐπεπλει αὐτων Ἀντισθενης Σπαρτιατης . ξυνεπεμψαν δε οἱ Λακεδαιμονιοι και ἑνδεκα ἀνδρας Σπαρτιατων ξυμβουλους Ἀστυοχῳ , ὡν εἱς ἠν Λιχας
9999741 Πατηρ
τροφην τε και παιδευσιν , ᾑ χρησαμενος τοσοσδε ἐγενετο . Πατηρ μεν οὐν ἠν αὐτῳ Γαϊος Ὀκταουϊος , ἀνηρ των
Υἱου τῳ αἰτιῳ : το αἰτιον φυσει μειζον : ὁ Πατηρ ἀρα μειζων του Υἱου φυσει . ἐνταυθα παρα το
9999736 ἑνδεκατῃ
ἐν τοισι πυρετοισι τῃ ἑβδομῃ ἠ τῃ ἐνατῃ ἠ τῃ ἑνδεκατῃ ἠ τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἰκτεροι ἐπιγινονται , ἀγαθον , ἠν
νησος . Μασιον , ὀρος ὑπερ της Νισιβιος . Στραβων ἑνδεκατῃ . οἱ οἰκουντες Μασηνοι , ἠ ὡς Παριον Παριανος
9999733 Λακωνικῃ
, ἰδε κρηνην Ὑπερειαν . εἰναι δε φασι και ἐν Λακωνικῃ Ὑπερειαν κρηνην . ἐκ δε Μεσσανας Ἀμυθαν : ἐκ
χωραν ἐχουσιν Ἐρετριεις . Καρυστος δε ἐστι και ἐν τῃ Λακωνικῃ τοπος της Αἰγυος προς Ἀρκαδιαν , ἀφ ' οὑ
9999730 χωρῳ
: ὡς δ ' ὁτ ' ἀεξηται σικυος δροσερῳ ἐνι χωρῳ . Ἀττικοι μεν οὐν ἀει τρισυλλαβως , Ἀλκαιος δε
μεν ὁμαλος διαδεχεται χωρος σταδιῳ προσεοικως , ὁ και τῳ χωρῳ γεγενηται κλησις , τῃ δε ἑτερος μεν διῃρημενος προς
9999726 κλυστηρι
αὐτου ἐλαιου ἐνεματισομεν ὁσον οὐγκιας ἑξ , προκενωσαντες αὐτους ἐκκοπρωτικῳ κλυστηρι , ἐν ᾡ ἀφηψηται πηγανον και κυμινον : εἰτα
ἐν χηνος στεατι τριψας και ῥητινην , ἐς τα αἰδοια κλυστηρι ἐνειναι . Ἠν ὑπο ῥοου ὑδατωδεος το ἠτρον ἀλγεῃ
9999725 μαρτυρησῃ
τελεον : ἐαν δε ὁ του Διος ἠ της Ἀφροδιτης μαρτυρησῃ , τιμωμενον και εὐσχημον ἐσται το του τερατος ἰδιον
ξυλοσχιστας , ὑπουργους . κἀν μεν ὁ του Κρονου αὐτῳ μαρτυρησῃ ναυτικους , ἀντλητας , ὑπονομευτας , ζωγραφους , θηριοτροφους
9999723 αἰσθητικῳ
ἐξωθεν ἡλιου ἀκτινος μη εἰσβαλλουσης , αὐταρκες το ἐν ὑποκειμενῳ αἰσθητικῳ τῳ της μητρος ὀγκῳ την δημιουργιαν συντελεισθαι . Ἀλλ
το αἰσθανομενον , μεγεθος ἐχει : οὐ μεντοι το γε αἰσθητικῳ εἰναι οὐδ ' ἡ αἰσθησις μεγεθος ἐστιν , ἀλλα
9999721 ἐξεθεμεθα
και Καππαδοκια , Μεσοποταμια , Συρια , Ἐρυθρα θαλασσα . ἐξεθεμεθα δε τα κατα μερος δια το χρησιμευειν το τοιουτον
των αὐτων ὁρων και δι ' ἀδυνατου . ἐπει οὐν ἐξεθεμεθα την δι ' ἀδυνατου , δεικτεον ἡμιν το αὐτο
9999719 ἐξειμι
ἰδουσα γαρ Ὀρεστην ἐπι του βωμου και τας Ἐριννυς κοιμωμενας ἐξειμι τεταραγμενη . ὡραιον . Ἐμφαντικως παριστησι τον νεωστι ηὐθεντηκοτα
ει διφθογγον φιλει † , οἱον μετειμι και συνειμι και ἐξειμι : ὁμοιως και μετα των λοιπων προθεσεων το εἰμι
9999717 ἑπτακαιδεκα
ἰαμβικου πενθημιμερους . το ιηʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες . τα λοιπα ἑπτακαιδεκα οὑτως : το αʹ Φαλαικιον το βʹ ἐκ χοριαμβου
ἀπολοιμεθα : ὑπαρχει γαρ νυν ἡμιν οὐδεν των ἐπιτηδειων . ἑπτακαιδεκα γαρ σταθμων των ἐγγυτατω οὐδε δευρο ἰοντες ἐκ της
9999717 Καρχηδονα
των Συρακοσιων αὐθις ἀνορθωσαντες διεχειμαζον . και ἐπεμψαν μεν ἐς Καρχηδονα τριηρη περι φιλιας , εἰ δυναιντο τι ὠφελεισθαι ,
ἀποικισμος αὐτης γεγονεν ὑστερον ἐτεσιν ἑκατον ἑξηκοντα της κατα την Καρχηδονα κτισεως . Ἀλλαι δ ' ὑπαρχουσι νησοι κατ '
9999716 λαβεσθε
ἀγνοων ὁτι μεταγενεστερων Ἰωνων ἐστι τα τοιαυτα , πιθεσθε , λαβεσθε . Σ : σμερδαλεω δε λεοντε δυ ' ἐν
μεταπεμπου νυν ταυτα σπουδῃ και μυρον , εὑρημα Μεγαλλου . λαβεσθε : και γαρ ἐσθ ' ὁμου . ἐπειθ '
9999714 δοκεω
πασιν ἰχθυεσσιν ἐμπρεπης ἐν μυττωτῳ . βους δε πιανθεις , δοκεω , και μεσων νυκτων ἡδυς κἠμερης : τοιαυτας ὑποθηκας
κληρος ἐμος , χαιρω δε και αὐτος θυμῳ , ἐπει δοκεω νικησεμεν Ἑκτορα διον . ἀλλ ' ἀγετ ' ὀφρ
9999713 θυγατηρ
ὑστερον Μνησιμαχην Λυσιππου του Κριωεως θυγατερα . και γιγνεται αὐτῳ θυγατηρ ὀνομα Κλειτομαχη , ἡν ἐβουληθη μεν ἐκεινος ἀγαμῳ τῳ
Λευκιππου εἰναι του Περιηρους , ἡς και Ἀπολλωνος Ἀσκληπιος και θυγατηρ Ἐριωπις : [ . . . ] δ '
9999713 κολοφωνα
' ἀκουων . τουτους τους στιχους , ἀγαθε διδασκαλε , κολοφωνα των περι της μουσικης λογων πεποιημαι , ἐπει φθασας
λεγεται γαρ ἐν τηι συνηθειαι [ ] [ ] τον κολοφωνα ? [ ] ἐπεθηκεν ἠ κατα ? [ ]
9999712 ἠμελησε
την Ἀριστοκλεους γλωτταν . νοσωδης δε ἐκ μειρακιου γενομενος οὐκ ἠμελησε του πονειν . την μεν οὐν ἰδεαν της νοσου
μεν ῥηθεντων ὑπ ' αὐτου προς ὁμονοιαν [ ἐντολων ] ἠμελησε , τοὐναντιον δ ' ἐκεινους προτρεψαμενος εἰς ἀλλοτριοτητα συναπεστη
9999708 δωδεκα
πλειους φαμεν εἰναι των τετταρων και ἡμιολιους , ἐαν δε δωδεκα , ἐλαττους και ἡμισεις , και οὐδε ἀνεκτον ἀλλως
ἀντωνυμιαν ἀναφορικην δηλουσαν το ταυτῃ , οἱον “ τῃ και δωδεκα παιδες ἐνι μεγαροισιν λιποντο , ” ῥημα δε προστακτικον
9999708 Ἀκαδημειᾳ
πρεσβευοντος αὐτου προς Φιλιππον ὑπερ Ἀθηναιων σχολαρχης ἐγενετο της ἐν Ἀκαδημειᾳ σχολης Ξενοκρατης . ἀλλα και ἐν τῃ σχολῃ νομοθετειν
; δοκεις , Σωκρατης εἰ ἐπεθυμει ἐν Λυκειῳ ἠ ἐν Ἀκαδημειᾳ σχολαζειν και διαλεγεσθαι καθ ' ἡμεραν τοις νεοις ,
9999707 θελω
ἐαν δε τουτο δρᾳς , κυλοιδιαν ἀναγκη . Ἐπει ' θελω ' γω σωφρονως ὡσπερ κορη καθησθαι , λυπουσα μηδεν
δωμα βεβαλοι , οὐδ ? ? ' ἐσιδην φαεεσσι [ θελω νεκυν ] , οὐδε γοασαι γυμναισιν χαιταισιν , [
9999707 ἐρωτικῳ
και τοτε πρωτον ἐμαθον ὁτι μηδεν ἐριζει προς ἡδονην φιληματι ἐρωτικῳ . Ἐπειδη δε του δειπνου καιρος ἠν , παλιν
ὠ Γλαυκων , λεγειν ἁ λεγεις : ἀνδρι δ ' ἐρωτικῳ οὐ πρεπει ἀμνημονειν ὁτι παντες οἱ ἐν ὡρᾳ τον
9999706 Θετταλια
ἐν δε τῳ θʹ Φι - λιππικῳ φησιν ” ἀλλα Θετταλια πως ἐχει ; οὐχι τας πολεις και “ τας
γιγνωσκειν ὡς ἐστιν κατα γε την Ἑλλαδα χωραν κρατιστη ἡ Θετταλια . Το δε μεγεθος τρια των ὀνοματων ἐπιδεχεται :
9999706 Δημητρι
εὑρειν την μυησιν την συντελουμενην κατ ' ἐνιαυτον ἐν Ἐλευσινι Δημητρι και Κορηι . Ἀνδρων [ . ] μεν οὐν
περι : Σολων ἐπλευσεν ἐπι Κωλιαδος , ἐνθα αἱ γυναικες Δημητρι ἑορτην ἐτελουν ἐπ ' αὐτῃ τῃ θαλασσῃ . αὐτομολον
9999703 ἀκρεα
τα περι τα χειλη μορια , πτερα και τἀλλα τα ἀκρεα : ἐντερα τε και μητρα και οὐρα των σαρκων
οἱ πετραιοι των ἰχθυων και [ οἱ ] κρεων τα ἀκρεα και οἱ ἁπαλοι ὀρνιθες . ὁταν δε τῃ αὐξησει
9999702 ῥητινῃ
, εἰτα τον κηρον τηξας ἐπ ' ἀνθρακων ἁμα τῃ ῥητινῃ ἐμπασσε εἰς αὐτον την σανδαρακην και την σανδυκα λεια
, ἀμμωνιακον μετα μελιτος μαλαχθεν και ἐπιτεθεν , ἰξος συν ῥητινῃ και κηρωτῃ , ἰτεας φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει
9999702 δωδεκατῃ
τους νομους ἐπεχειροτονησατε , οὐσης ἑνδεκατῃ του ἑκατομβαιωνος μηνος , δωδεκατῃ τον νομον εἰσηνεγκεν , εὐθυς τῃ ὑστεραιᾳ , και
ἐν Λιμναις Διονυσου , ᾡ τα ἀρχαιοτερα Διονυσια [ τῃ δωδεκατῃ ] ποιειται ἐν μηνι Ἀνθεστηριωνι , ὡσπερ και οἱ
9999702 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999699 Σαλαμινι
τα δευτερα ἐκδεξαμενους ἐγκωμιαζων , τους ἐπ ' Ἀρτεμισιῳ και Σαλαμινι ναυμαχησαντας , και τους γε εἰς Κυπρον και Παμφυλιαν
ἁ προσηκει πραττειν εἰδεναι . ἐκεινοι Θεμιστοκλεα τον την ἐν Σαλαμινι ναυμαχιαν στρατηγουντα και Μιλτιαδην τον ἡγουμενον Μαραθωνι και πολλους
9999698 λαβη
ἐν τῳ περι Ἀναδιπλασιασμου . Μυκηνη . μυκης ἐστιν ἡ λαβη του ξιφους , και ἀπο του μυκητος του ξιφους
καθ ' ὁ μερος ὠνυχωται ἡ ἀκμη . ἡ δε λαβη ὑπο του ἐνεργουντος κρατουμενη πλησσεσθω τῳ κεφαλικῳ σφυριῳ .
9999698 ἰαμβικη
παροντα κατα σχεσιν , κωλων δε εʹ . το αʹ ἰαμβικη βασις . το βʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον του δευτερου
πεμπτον . . . καλειται φερεκρατειον ἀτελες : το ἑκτον ἰαμβικη βασις . το ἑβδομον . . . πενθημιμερες ,
9999696 ἀκοπα
, μελιτοϲ το ἀρκουν . Εἰ μεν οἱα τα καλουμενα ἀκοπα χριϲματα βουλοιο ϲκευαϲαι , τετραπλαϲιον ἐμβαλειϲ του κηρου το
ὁ και ἀλλῃ τινι δυναμει . Το δ ' ὁλον ἀκοπα τα μεν ξηροτητι δι ' ὁ και ἡ καχρυς
9999696 κολλυριοιϲ
βλεφαρον ϲτυπτηριᾳ ϲχιϲτῃ μετ ' ὀξουϲ δριμεοϲ και τοιϲ θερμοτεροιϲ κολλυριοιϲ ἠ τῳ δια ϲανδυκοϲ . μη καθιϲταμενου δε ἀναρραπτειν
το λειψανον του παθουϲ κολλυριοιϲ και τῃ λοιπῃ ἐπιμελειᾳ . κολλυριοιϲ δε ἁπαλοιϲ χρηϲτεον ἐπι τουτων , τοιϲ ἀδηκτοιϲ λεγομενοιϲ
9999695 σωφροσυνῃ
δε τελος του βιου ἀνυσαιμι ὡσπερ και ἠρξαμην , ἐν σωφροσυνῃ διατελεσας : ἀναξ : θεους γαρ : ἀναξ κυριως
το γαρ ἡδυ και το λυπηρον μονῃ δοκουσιν ὑποκεισθαι τῃ σωφροσυνῃ , και τουτων ἐπικρατουντος του λογου κατορθουσθαι αὐτην ,
9999695 χαλβανη
Αἰγυπτια μαστιχη , ῥοδινον ἐλαιον , σμυρνα , στυραξ , χαλβανη , χονδρος , βουτυρον , οἰσυπος , στεαρ ὑειον
. ὀσφραινομενα δε διεγειρει τας πνιγομενας ἀσφαλτον , καστοριον , χαλβανη , πισσα ὑγρα , κεδρια , ἐλλυχνια ἁπτομενα και
9999695 τἀληθη
ὁτιουν . ἐγω μεν γαρ ὑπ ' ἀβελτεριας ᾠμην δειν τἀληθη λεγειν περι ἑκαστου του ἐγκωμιαζομενου , και τουτο μεν
ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και προς χαριν ὁμιλησοντα ; τἀληθη μοι εἰπε , ὠ Καλλικλεις : δικαιος γαρ εἰ
9999694 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,
9999694 μοριῳ
, μετ ' αὐτην ἡ φρονησις ὡς ἐν τῳ τιμιωτερῳ μοριῳ της ψυχης τῳ λογῳ ἐποχουμενη , μετ ' αὐτην
οὐ παντος δε ὡσπερ ἐφην , ἀλλ ' οὐδε παντι μοριῳ : οὐ γαρ τῳ τυχοντι : ψοφουμεν γαρ και
9999692 σαρκωδες
λιαν μακραι φλυαρων και ματαιολογων . Προσωπον το παν ἀνθρωπου σαρκωδες μεν ὀν εὐπαθους και ἡβωντος ἀνδρος , ἀσαρκον δε
πολλαι , ῥηγνυται αὐτεῃ κατα το αἰδοιον αἱμα πουλυ και σαρκωδες : και ἠν μεν μετριαζῃ , σωζεται : ἠν
9999692 εἱνεκα
και ἡ μεν κατεκαη πασα , Σκυλης δε οὐδεν τουτου εἱνεκα ἡσσον ἐπετελεσε την τελετην . Σκυθαι δε του βακχευειν
ὁτι δοιης ἀν , ἐπει τοι και την ἀρχην πειρας εἱνεκα ᾐτουν , ὁπως εἰδειην εἰ και τα τοιαυτα δωσεις
9999692 ἐδηλωσα
Δημητρος , παρ ' ᾡ συμβηναι οἱ και την τελευτην ἐδηλωσα ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ . του δε της Δημητρος
: και Ἡφαιστος την μητερα ἐστιν ἀπολυων των δεσμων . ἐδηλωσα δε και ταυτα , ὁποια λεγεται , προτερον ἐτι
9999692 ὁρισμῳ
ἐν ἰδιοις μετασχηματισμοις διαφορους χρονους δηλουν : προστιθησι δε τῳ ὁρισμῳ και φησι μετ ' ἐνεργειας και παθους ἠ οὐδετερου
εἰς καταφασιν και ἀποφασιν : οὐδεποτε γαρ ὁμωνυμος φωνη ἐν ὁρισμῳ τινος ἠ ὑπογραφῃ λαμβανομενη , οἱον οὐδεις ὁριζομενος ἠ
9999691 φυλακη
των πατρικιων τον ἀνδρα καταγεσθαι ξενικαις δυναμεσιν , ἱνα ἡ φυλακη καταλυθειῃ νυν τε και εἰς τον λοιπον χρονον των
τον πορον . και γαρ και Μαζαιος , ὁτῳ ἡ φυλακη του ποταμου ἐκ Δαρειου ἐπετετραπτο , ἱππεας μεν ἐχων
9999691 νουϲοϲ
γαρ το πλεον θνῃϲκουϲιν . ἠν δε κοτε ἐπαναφερῃ ἡ νουϲοϲ , και τι ἐϲ ἀγαθον τραπηται , αἱμορραγιη λαβρωϲ
νουϲοϲ , εὐτε ἐπι προφαϲει ϲμικρῃ ὁ πονοϲ και ἡ νουϲοϲ ἐξηφθη . ἐϲτι δε ἁπαντων μεν ξυλληβδην των νευρων
9999689 διηνεγκε
ποτερον Θεμιστοκλης δια συνουσιαν τινος των σοφων ἠ φυσει τοσουτον διηνεγκε των πολιτων , ὡστε προς ἐκεινον ἀποβλεπειν την πολιν
, ὡν ἠν ἐπιφανεστατος Διοκλης . τοσουτο γαρ των ἀλλων διηνεγκε συνεσει και δοξῃ , ὡστε της νομοθεσιας ὑπο παντων
9999688 Ἰταλιᾳ
πως ἐσπλευσαντες . εἰσι δε και νυν ἐτι ἐν τῃ Ἰταλιᾳ Σικελοι , και ἡ χωρα ἀπο Ἰταλου βασιλεως τινος
των ὀχλων κατακοπησεσθαι , περι δε το τελευταιον τριωρον γενομενης Ἰταλιᾳ και Κιλικιᾳ και Λιβυῃ και τοις προς ἑσπεραν κατοικουσι
9999688 ἀκριβη
σχετλιον τοις μεν τα Φιλιππου πραγμαθ ' ᾑρημενοις θεραπευειν οὑτως ἀκριβη την παρ ' ἐκεινου προς ἑκατερ ' αἰσθησιν ὑπαρχειν
ὠν και τα της ἡγεμονιας συνδιοικων . ἀλλα καιτοι βασανον ἀκριβη λαβων ἐκ μακρων χρονων της ἐν τε λογοις και
9999687 Διωνι
οὐκ ἐνδεχεται την ἐν Θεωνι ἀναπνοην εἰναι , την ἐν Διωνι δε μη εἰναι : ἐνδεχεται δε του μεν φθαρεντος
ὁ μη εἰδως τον Διωνα οὐδε τα συμβεβηκοτα αὐτῳ ὡς Διωνι δυναται νοειν , οὑτως ἐπει οὐκ ἰσμεν την οὐσιαν
9999687 εὐωδη
οὑτως : και τοτε περιπατησεις κἀπονιψει κατα τροπον τας χειρας εὐωδη λαβων [ την ] γην . και Φιλοξενος δ
. Και τοτε περιπατησεις κἀπονιψει κατα τροπον τας χειρας , εὐωδη λαβων την γην . Τις δ ' ἐγχελειον ἀν
9999686 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999686 ἐλυπησε
αἱρεισθαι μαλλον ἠ κερδος αἰσχρον : ἡ μεν γαρ ἁπαξ ἐλυπησε , το δε δια παντος . ἀτυχουντι μη ἐπιγελαν
και την ψυχην ἀγαθου και το καλλος διαφεροντος . τουτον ἐλυπησε τι Φαλαρις τον Μελανιππον : δικαζομενῳ γαρ αὐτῳ προς
9999684 δημῳ
καταναγκασει τον νεον , αὐτος ἐκ των ἐναντιων ἐφανη τῳ δημῳ πολεμιος , αὐτος ἁπαντων ἡμων τας ἐλπιδας παρετρεψε ,
' Ἀθηναιων ὑποδεχεσθαι μηδ ' ἐκπεμπειν , ὁμως συνεπραττον τῳ δημῳ την καθοδον και το πολλακις ἀνεγνωσμενον παρ ' ὑμιν
9999682 Ἀληθη
φοβουνται , ὁταν φοβωνται , οὐδε αἰσχρα θαρρη θαρρουσιν ; Ἀληθη , ἐφη . Εἰ δε μη αἰσχρα , ἀρ
οὑτως το ἑν πολλα εἰη ἀλλ ' οὐχ ἑν . Ἀληθη . Δει δε γε μη πολλα ἀλλ ' ἑν
9999682 φαρταριᾳ
ἐγγισει . Εἰτα ἐπιμεριζει ὁ Κρονος ἐν τῃ του Ἑρμου φαρταριᾳ ἐτος α μηνας ι ἡμερας η ὡρας ιγ ἐγγιστα
ἡ δοξα αὐτου . Εἰτα ἐπιμεριζει ὁ Ἑρμης ἐν τῃ φαρταριᾳ της Σεληνης ἐτος ἑν μηνας γ ἡμερας ιβ ὡρας
9999682 φυλαξω
ἀζηλον ὀχησω ] οἰκησιν κακην , ἡν οὐδεις ζηλωσει , φυλαξω . . λευσσω , Προμηθευ ] βλεπω , ὠ
, ἐκ δε πιω τον ἐρωτα : φιλημα δε τουτο φυλαξω ὡς αὐτον τον Ἀδωνιν , ἐπει συ με ,
9999681 σοφωτατε
Ταυτα δρασομεν : συ δ ' ἡμιν , ὠ θεων σοφωτατε , ἁττα χρη ποειν ἐφεστως φραζε δημιουργικως : τἀλλα
φωσιν , αὐτα ταυτα εἰναι νομιμα ; Εἰεν , ὠ σοφωτατε Καλλικλεις : οὑτω λεγεις ; Πανυ μεν οὐν .
9999680 δεδηλωκε
δε τουτοις μετην της πολιτειας οἱς εἰη Ζευς ἑρκειος , δεδηλωκε και Ὑπερειδης ἐν τῳ ὑπερ δημοποιητου , εἰ γνησιος
δημου πολιτης γεγενημενος . ὁν δε τροπον γινονται τινες δημοποιητοι δεδηλωκε Δημοσθενης ἐν τῳ κατα Νεαιρας , εἰ γνησιος .
9999680 ἐφοβησε
, τι φεβεσθε , ἐοικοτες οὐτιδανοισι ψηρεσιν οὑς τ ' ἐφοβησε μολων κατεναντια κιρκος ; Ἀλλ ' ἀγε θεσθ '
και πρωτος ἀνθρωπων ἐναυμαχησεν ἐκ γης . πολλας μεν οὐν ἐφοβησε ναυς , μιας δε Φοινισσης κατα της τροπιδος χειρα
9999679 τυγχανετω
πινειν διδου , εἰτα το δευτερον ὀξους μετα δη τουτο τυγχανετω , και ὁ τριτος παλιν οἰνου πινεσθω ὑπ '
κακουργοι , γραμμασι , φανεις δε ὡν τον χρηστον εἰκος τυγχανετω . Οἱ πρεσβεις οἱ παρ ' ὑμων χρυσουν μεν
9999678 κολλυριῳ
τοιϲ τετραϲι δακτυλιοιϲ πλειονι χρονῳ , εἰτα ἐπιχριειν τῳ ὑποκειμενῳ κολλυριῳ : λιβανου ⋖ Ϛ κομμεωϲ ⋖ Ϛ ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ
: ἡμειϲ δε εὐδοκιμουμεν ἐπ ' αὐτων τῳ τε διακεντητῳ κολλυριῳ και τῃ προϲ ὑποχυϲειϲ Ἀγλαϊδου χλωρᾳ χρωμενοι . κοινον
9999677 Σελευκῳ
' ἐπεμψε την τιγριν , ἡν εἰδομεν ἡμεις , τῳ Σελευκῳ παλιν ἐδει ἡμας τι παρ ' ἡμων ἀντιπεμψαι θηριον
αὐτον κατοπιν ἐχεσθαι αὐτων : των πεζων δε την φαλαγγα Σελευκῳ και Ἀντιγενει και Ταυρωνι προσεταξεν ἀγειν , μη προσθεν
9999677 μικραϲ
, γαλακτι ἀντι ὠου ἐγχυματιζουϲιν , ἐλαθον δε αὑτουϲ ἀντι μικραϲ παραμυθιαϲ χρονιαϲ διαθεϲεωϲ τῳ παϲχοντι προξενοι γιγνομενοι . το
Ἡ παροξιϲ κερατιον ἑν ἡμιϲυ . Ὁ κυαθοϲ ἐχει μναϲ μικραϲ ἠτοι μυϲτρα μικρα δυο . το γαρ μυϲτρον ἐχει
9999677 αἰγειῳ
σατυρισκος πενταπηχυς , ἐστεφανωμενος πιτυος στεφανῳ χρυσῳ , τῃ δεξιᾳ αἰγειῳ κερατι χρυσῳ σημαινων . Ὁ δε ἐλεφας σκευην εἰχε
και οἰνου πινομενον ἐλμινθας και ταινιας ἐξαγει . γαλακτι δε αἰγειῳ συνεψομενον θωρακα ἰαται . θυμιωμενον δε ὀφεις ἐλαυνει .
9999677 ἀπηγγελλε
γαμον τολμησῃ τι θανατωδες , ἀλλας αὐτῳ της ἀντιρρησεως αἰτιας ἀπηγγελλε . Πενητες ἐσμεν , ὠ παι , και δεομεθα
ἀτιμως . Ὁ δ ' ἐπανελθων και τι πλεον ἀκηκοως ἀπηγγελλε Καισαρι , ὡς οὐδε τοὐνομα αὐτου διαφεροιτο περι τας
9999677 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999677 ἐκτισθη
τῃ πολει της Κιλικιας . Ἡ δε αὐτη πολις Ῥωσος ἐκτισθη ὑπο Κιλικος του υἱου Ἀγηνορος . Ὁ δε Σελευκος
ἐστιν ἁ χωρια . παντα δε ταυτα ὑστερον των Τρωικων ἐκτισθη . Δυνατωτερας δε γιγνομενης της Ἑλλαδος και των χρηματων
9999676 κηρωτῃ
. Ἰησις , ἀλητῳ ξυν μαννῃ , ἠ θειῳ ξυν κηρωτῃ . Αὐτικα ἀναπλασεις , ἐπειτα ἀνακωχησεις τοισι δακτυλοισιν ,
το δερμα ἑρπητα ϲκωριαν μολιβδου ἀναλαβων λειου πηγανου χυλῳ ἠ κηρωτῃ ἀντι πηγανου μυρϲινῃ . Ἀλλο . ἐριου παλαιου ἀπλυτου
9999676 εὐνῃ
δ ' ὠρινε θεαων . Ἡρη μεν παρακοιτις ἀγαλλομενη Διος εὐνῃ ἱστατο θαμβησασα και ἠθελε ληιζεσθαι : πασαων δ '
μεν δη μαλα παγχυ , Μελανθιε , νυκτα φυλαξεις , εὐνῃ ἐνι μαλακῃ καταλεγμενος , ὡς σε ἐοικεν : οὐδε
9999676 ἐσπουδαζε
τῳ υἱῳ κατελιπεν . Διονυσιος τους ἐπιβουλευοντας φωραν μαλιστα παντων ἐσπουδαζε . των ξενων τις περιῃει την πολιν φασκων μονος
, και παραγενομενος προς τας νυμφας , και τυχων ὡν ἐσπουδαζε , την μεν κιβισιν περιεβαλετο , τα δε πεδιλα
9999675 ἐθεσθε
αὐτος ζων ἐκεινος ἐποιησατο , ἀλλα τους νομους οὑς ὑμεις ἐθεσθε βεβαιωσατε μοι : κατα τουτους γαρ ἀμφισβητω , ὁσιωτατην
κατα γαρ τους νομους οἱ συγγενεις ἀμφισβητουσιν , οὑς ὑμεις ἐθεσθε . Προς δε τουτοις , ὠ ἀνδρες , εἰ
9999675 χρεα
πολλαχοθεν ἀντειπειν , και ἠν ὀνοματα ταυτα χρεων , οὐ χρεα . ἐγω μεν οὐν την ἐμαυτου πορευομενος και ἁμα
φιλοις ἁμαρτειν μεν ὁμολογουντων , την δε αἰτιαν ἐς τα χρεα φεροντων τα ἐν Ῥωμῃ . ὡν ὁ Κορβινος αἰσθανομενος
9999674 Μακεδονιᾳ
Ἀνδροτιων ἑκτῳ Ἀτθιδος . Γρηστωνια , χωρα Θρᾳκης προς τῃ Μακεδονιᾳ , Θουκυδιδης δευτερᾳ . ἀπο Γραστου τινος . το
δουλων και ὑπηκοων , και της Θρᾳκης τα πολλα τῃ Μακεδονιᾳ προσεθηκεν , και των ἐπι θαλαττῃ χωριων τα ἐπικαιροτατα
9999674 ἀγρῳ
τοσσον ἑλεν μενος ὡς τε λεοντα ὁν ῥα τε ποιμην ἀγρῳ ἐπ ' εἰροποκοις ὀϊεσσι χραυσῃ μεν τ ' αὐλης
ἐμφορηθητε . λειπει ἡ ὡς . πλανωμενοις : ἐν τῳ ἀγρῳ δηλονοτι . κορωνις : εἰσιασι γαρ οἱ ὑποκριται .
9999674 ἐξειλε
ἀγαθους ἐνεποιησεν : ὁταν δε μελλῃ κακως πραξειν πολις , ἐξειλε τους ἀνδρας τους ἀγαθους ἐκ ταυτης της πολεως ὁ
Σπαρτην και Τεγεαν και Πατρας της Ἀχαϊας , και φρουρια ἐξειλε πλειστα και ἐρυμνοτατα και κατεστησε πασαν την Πελοπος φορου
9999671 ἐταραχθη
οἰκιας και ἀπολυειν ἐλευθερον . Και ταχα ἀν ἑτερος ὠν ἐταραχθη δημον ὁρων τοσουτον μαινομενον και θορυβουμενην πολιν μεγιστην ,
τῳ βασιλει ἁπαντα τα γενομενα . ὁ δε Κροισος ἀκουσας ἐταραχθη και ἐβουλευσατο προς ὑποδειγμα των ἀλλων την Σαμον κατασκαψαι
9999671 Καρμανιᾳ
. ἀλλα ἐκεινα ἠδη Ἀριστοβουλῳ ἑπομενος ξυγγραφω , θυσαι ἐν Καρμανιᾳ Ἀλεξανδρον χαριστηρια της κατ ' Ἰνδων νικης και ὑπερ
. ρα ∠ ʹ λγ ἀπο δε μεσημβριας τῃ Ἐρημῳ Καρμανιᾳ κατα την ἐπιζευγνυουσαν τα ἐκκειμενα περατα , δια της
9999671 ὠφελησε
οἱ δε ἐπιλογοι ἐχουσιν ὁσα ζων ὁ πενης την πολιν ὠφελησε , διασκευην του παθους , ἠθοποιϊαν , καταδρομην του
πειραν και το θαυμαστον , ὁτι και ἐπι θερμων ῥευματων ὠφελησε προσενεχθεν και ἐκωλυσε παλιν γενεσθαι ῥευματισμον δευτερον . μετριας
9999671 γονῳ
ὁμοιους εἰναι τοις εἰσποιητοις των παιδων , τουτους δε γνησιους γονῳ της πατριδος πολιτας εἰναι . δοκει δε μοι και
, οἱς οὐδ ' ὁτιουν προσηκει : οὑτοσι δε οὐτε γονῳ του τετελευτηκοτος υἱος ὠν οὐτ ' εἰσποιηθεις κατα τους
9999671 σεληνῃ
ἀπο του των συνεσχηματισμενων ἀστερων τῳ τε ἡλιῳ και τῃ σεληνῃ και τῳ ὡροσκοπῳ προσωπου προς ἀρρε - νογονιαν ἠ
περι αὐτην συμβαινον καταμαθοιμεν . Δυο κυκλοι νοουνται ἐν τῃ σεληνῃ , εἱς μεν , ᾡ διακρινεται το σκιερον αὐτης
9999671 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999671 φυλαξι
της παρεμβολης αὐτον , και ταυτης γιγνεται κυριος συν τοις φυλαξι τετρακιςχιλιοις και πεντακοσιοις ἀνδρασιν : οἱ δε πεσοντες ἠσαν
ὡς οἰκειῳ δει τῳ δικαιῳ κεχρησθαι τοις οὑτω καλως τραφεισιν φυλαξι : και δια τουτο οὐδε δικαστηρια εἰναι αὐτοις .
9999670 ἐξηλασε
βρεφους ἐδωκε σοι καταπιειν , ὁ δε εἰς ἡλικιαν ἀφικομενος ἐξηλασε σε της ἀρχης πολεμῳ κρατησας , εἰτα ἐς τον
γ ' οὐδεν ἠν ἑτερον ἀρα , ὁ της πατριδος ἐξηλασε και των ἀλλων ἀγαθων ἀνονητον ἐποιησεν , ἠ το
9999669 κοσμῳ
ἡμων τον νουν ἡλιον , ὁς ἐν ἀνθρωπῳ τῳ βραχει κοσμῳ μη ἀνατειλας και το ἰδιον φεγγος ἐκλαμψας , πολυ
το ἀστρον ὁραται δυνον ἐλασσων ἡμισους ἐνιαυτου . Ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ αβγδʹ , ζῳδιακος δε ὁ αεγζʹ ,
9999669 ἐμποριῳ
και ἀδικον , ὠ ἀνδρες δικασται , δανειζεσθαι ἐν τῳ ἐμποριῳ ναυτικα χρηματα και ταυτ ' ἀποστερειν και μη ἀποδιδοναι
αἰτιωμενος τους χρηστας ἐπιθυμουντας της νεως διαβεβληκεναι αὑτον ἐν τῳ ἐμποριῳ , ἱνα κατασχωσι την ναυν εἰς ἀποριαν καταστησαντες του
9999669 ἐσχε
, ἠγουν συντυχιαν θανατου ἐπαγαγων . ἐχεν δε ἀντι του ἐσχε σπερμα μεγιστον , ἀντι του υἱον ἀπο σπερματος μεγιστου
οὑτος ἐστιν ὁ υἱος του Ἀγαμεμνονος . φιλιαν δε τοσαυτην ἐσχε προς τον Πυλαδην , και Πυλαδης προς τον Ὀρεστην
9999668 λεπιδα
ἑως συστραφῃ τε και εὐχρους γενηται : κἀπειτα ἐπιβαλων την λεπιδα , παλιν ἑψε ἑως ἀμολυντου , και ἐπιβαλλε τον
, και οἰνανθην την ἀγριην , και χρυσοκολλην , και λεπιδα , και λωτου πρισματα , και κροκον , και
9999667 Καρι
, δεσποτα , και Εὐριπιδης Κυκλωπι δρασω ταδε : ἐν Καρι κινδυνευτεον , και Κρατινος Βουκολοις ἐν Καρι τον κινδυνον
, δεσποτα , και Εὐριπιδης Κυκλωπι δρασω ταδε : ἐν Καρι κινδυνευτεον . και Κρατινος Βουκολοις ἐν Καρι τον κινδυνον
9999667 εὐσεβειᾳ
Ῥηνειαν , ὁτι οἰκισας αὐτην ὁ Μινως ἀνεθηκε τῳ Ἀπολλωνι εὐσεβειᾳ , το δ ' εὐσεβες δικαιον . του δε
οὐ την τεταγμενην κατα την ἐνεργειαν , ἀλλα την τῃ εὐσεβειᾳ ἐναντιαν ἑξιν . Το δε κατ ' ἀσεβειαν πεπραγμενον
9999667 Μενεσθεα
ἀμφισβητησαντος δε Εὐβουλιδου του κληρου του Ἁγνιου κατα γενος , Μενεσθεα μη ἀμφισβητησαι του κληρου , μηδ ' Εὐκτημονα τον
τε ἐν Θεσπρωτοις ἐχομενου και Ἀθηναιων οὐχ ὁμονοουντων ἀλλα ἐς Μενεσθεα ῥεποντων μαλλον ταις εὐνοιαις . οὐ μην οὐδε ἀγωνος
9999666 νικησῃ
γαρ τυραννειν θελῃς , πολεμηθησεται ἡ χωρα : ἐαν δε νικησῃ σε οὑτος , τι . λειπει δε το τι
. ἀριστος δε ἀντι του ἀριστη : ὁταν πονησας τις νικησῃ , ἐχει την εὐφροσυνην ἀριστην ἰατρον . ἠ οὑτως
9999666 κρητηρι
γαρ λεγειν Σκαιαων . . ὁρκια πιστα θεων συναγον , κρητηρι δε οἰνον μισγον , ἀταρ βασιλευσιν ὑδωρ ἐπι χειρας
' ἐνθεν θυμοφθορα φαρμακ ' ἐνεικῃ , ἐν δε βαλῃ κρητηρι και ἡμεας παντας ὀλεσσῃ . ” ἀλλος δ '
9999666 φαραγγα
τῳ αὐχενι , παρα τον βροχον εἰρηται , ὁν και φαραγγα καλουσι . και ἡ μεν συνηθεια βρογχον καλει :
προς ἀνατολας μακραν , και ἰδον τοπον ἀλλον μεγαν , φαραγγα ὑδατος , ἐν ᾡ και δενδρα χροα ἀρωματων ὁμοιων
9999666 ἐκυριευσε
παρελαβεν παρα Κρατησιπολεως . τας δε αἰτιας δι ' ἁς ἐκυριευσε πολεων ἐπιφανων προδεδηλωκοτες ἐν ταις προ ταυτης βιβλοις το
μετα δε ταυτα την των Πανορμιτων χωραν λεηλατησας ἀναριθμητου λειας ἐκυριευσε , των δε Πανορμιτων πανδημει παραταξαμενων προ της πολεως
9999665 βελτιστῳ
εἰς δε την Ἀκαδημειαν ἠ εἰς το Λυκειον ἐλθοντα τῳ βελτιστῳ τουτῳ Διαλογῳ συμπεριπατειν ἠρεμα διαλεγομενους , των ἐπαινων και
δυναμενους ἀποδεδοται , ὡστε τον χειριστον των αὐτων τυγχανειν τῳ βελτιστῳ : οὑτως , ὠ ἀνδρες , ταυτην την ὑβριν
9999664 μαχωμεθα
φραζωμεσθα τι λωιον ἀμμι γενηται , ἠ ἐτι που στυγεροισι μαχωμεθα δυσμενεεσσιν , ἠ ἠδη φευγωμεν ἀπ ' ἀστεος ὀλλυμενοιο
: τον δ ' ἐμε φασι γεινασθαι : νυν αὐτε μαχωμεθα φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . Ὡς φατ ' ἀπειλησας ,
9999664 σωτηριᾳ
των ἐγκληματων . ὁ δε βασιλευς περιχαρης γενομενος ἐπι τῃ σωτηριᾳ τἀνδρος μεγαλαις αὐτον δωρεαις ἐτιμησε : γυναικα γαρ αὐτῳ
. „ ὁ μυθος προς ἀνδρα δια θησαυρων εὑρεσιν ἐπι σωτηριᾳ κινδυνευσαντα . κολοιος ἰδων περιστερας ἐν τινι περιστεροτροφειῳ καλως
9999664 Αἰγυπτιακα
δικαιος . Λυκεας δ ' ἐν τοις Αἰγυπτιακοις προκρινων τα Αἰγυπτιακα δειπνα των Περσικων Αἰγυπτιων ἐπιστρατευσαντων , φησιν , ἐπι
και την των ἀπλανων σφαιραν μεταλαμβανομενοις ϠϘγσιν , ἁ ἐστιν Αἰγυπτιακα ϠϘγ και νυχθημερα σνε # νδ μϚ να ἐγγιστα
9999664 ἡμιση
διαμετροι δε εἰσι των παραλληλογραμμων αἱ ΝΑ , ΞΑ : ἡμιση γαρ τουτων τα τριγωνα . ὡστε , ἐαν ἡ
δε και αὐτων των καθ ' αὑτους των ἀνομοιων τα ἡμιση τους ἀπο μοναδος εὐτακτους τριγωνους ποιησει . ἑκαστη δε
9999663 ἀπεπεμψε
μεν λοιπους των Νομαδων ὡς ὑποπτους ὁ Καισαρ ἐς Λιβυην ἀπεπεμψε , Πασιου δε πελασαντος αὐτῳ συν καταφρονησει και μερος
δειπνοποιεισθαι . της δ ' ἡμερας διελθουσης τον μεν κηρυκα ἀπεπεμψε , δους εἰς την αὐριον την ἀναιρεσιν , αὐτος
9999663 λιπαρῳ
, κρυφᾳ δε σκολιαις γενυσσιν ἀνδεροντι ποδας ἠδε κεφαλαν και λιπαρῳ Σμυρναιων ἀστεϊ Ἀρχα μεγαλας ἀρετας , ὠνασς ' Ἀλαθεια
μελικρατου : ὀλιγον δε ἐϲτω το διδομενον . ὑδρελαιῳ τε λιπαρῳ χλιαρῳ ϲυγχριϲτεον αὐτουϲ και ἐμβιβαϲτεον μεχρι κατωτερου του ὀμφαλου

Back