, ὁς φησιν : ὁστις ἀνθρωπος δε φυς ἀσφαλες τι κτημ ' ὑπαρχειν τῳ βιῳ λογιζεται , πλειστον ἡμαρτηκεν .
ἰδου : φιλον τοι τωι νοσουντι δεμνιων ἀνιαρον ὀν το κτημ ' , ἀναγκαιον δ ' ὁμως . αὐθις μ
9999159 Πρωταγορᾳ
: ἐξει τον ἀσκαντην λαβων : και Πλατων ὁ φιλοσοφος Πρωταγορᾳ : και ἁμα ἐπιψηλαφησας του σκιμποδος , ἐκαθεζετο παρ
ἐκ γε του λογου ἀναγκη εἰναι . Τι δε αὐτῳ Πρωταγορᾳ ; ἀρ ' οὐχι ἀναγκη , εἰ μεν μηδε
9999153 ὀποπαναξ
ὀξει , ἑως το ὀξος ἀναλωθῃ , και καταχειται ὁ ὀποπαναξ λειοτριβηθεις συν ὀλιγῳ ὀξει . τουτο οὐκ ἐᾳ συνουλωσαι
δ ' ὑπερυθρα γινεται . Πανακες : ἐξ οὑ ὁ ὀποπαναξ συλλεγεται , και πλειστον γενναται ἐν Βοιωτιᾳ και ἐν
9999149 σανιδι
, οὑτω κατανεινειν : ἁμα δε τῃ κατατασει χρη τῃ σανιδι καταναγκαζειν τον αὐτον τροπον ὡς τα ὑβωματα , κατ
εἰ δε λιθῳ , ὁ λιθος πηδᾳ . εἰ δε σανιδι και ἡλοις , ἐξηλθεντα πεσουνται . εἰ δε σιδηρῳ
9999128 ὀπισω
του ἠτρου ὡς ἐπι τον περινεον και δια της ἑδρας ὀπισω ἐνεγκειν , ἱνα ὁμοσε αἱ τεσσαρες των καιριων ἀρχαι
διαλιπειν την ἡμερην ταυτην : ἠν δε μη , πυριῃν ὀπισω : πυριωμενη δε , ἠν δυνηται σκεψασθαι , κελευειν
9999128 βλεφαροιϲ
των φλυκταινων , γιγνονται δε και οὑτοι ποτε ἐν τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ ϲυμπαθειαν μεγιϲτην ἀγοντεϲ τον ὀφθαλμον , φερε και
αὐτου ἰϲχυροτατα φαρμακα , ὡϲτε και προϲ ταϲ ψωρωδειϲ ἐν βλεφαροιϲ διαθεϲειϲ ἁρμοττειν . ἐκ δε των ἀρωματικων φαρμακων ἐπιτηδειωϲ
9999125 σπασμῳ
. το δε “ σκορδινωμαι ” ἀντι του κλωμαι και σπασμῳ συνεχομαι . οἱ γαρ ἀπο πληθωρας σκοροδων ἐμουντες δια
ἐστι δηλητηριος , ἡτις ἁπαν το σωμα του φαγοντος αὐτην σπασμῳ ὑποβαλλει , ὡς και των χειλεων συσταλεντων γυμνουσθαι τους
9999124 φημι
Σικελιαν , παρεγενομην ἀν το βαθυτατον πελαγος διαπερασας , και φημι οὐρανιου ἀστερος λαμπροτερον και ἐπιφανεστερον ἀγειν φως την τε
ἐκ δε του νομου σκοπων εὑρισκω πολυ τουτου κεχωρισμενον . φημι τοινυν ἐγω καλλιον εἰναι τουτον ὑμιν ἀκολουθησαι περι του
9999123 ἠφανισε
παραγεται λιχμηρεας δε τους περιλειχοντας ἠρημωσεν ] διεφθειρε ἠρημωσεν ] ἠφανισε ἀλλως : οἱ δε τε πορδαλιαγχες : οἱ δε
' αὐτου τον Νικηρατον ἐστεφανωσεν , ὁ δε Ἀντιμαχος ἀχθεσθεις ἠφανισε το ποιημα . Πλατων δε νεος ὠν τοτε και
9999111 Κιλικιᾳ
λεχθεισων δεκα ἐστι πολισμα τα Τυανα , ἐν δε τῃ Κιλικιᾳ καλουμενῃ τα Μαζακα ἡ μητροπολις του ἐθνους : καλειται
οἰκησαντα κολασθεντα δ ' ἐν Σικελιᾳ Ὁτι ὁ Τυφως ἐν Κιλικιᾳ μεν ἐγεννηθη ἐν Σικελιᾳ δε ἐκεραυνωθη ἐν τοις ποσι
9999109 Μελιτη
πανταχου : δοκω , ὁ λῃστης και φαρμακευς ἐστι . Μελιτη φιλει , Λευκιππη φιλει . ὀφελον , ὠ Ζευ
μη προς ζητησιν αὐτης ἐτι τραποιμην . προσεκειτο δε ἡ Μελιτη τῳ φονῳ , ἱνα μη , τετελευτηκεναι την Λευκιππην
9999104 κραδιη
ἡσυχος ἀνστρεφεται και μειλιχος ἀνθρωποισι , του δε σιδηρεη μεν κραδιη , χαλκεον δε οἱ ἠτορ νηλεες ἐν στηθεσσιν :
ἀλλα και ὑπο τηϲ πνιγοϲ ξυνδιωκομενοι ἀμαυρουνται : θωρηξ και κραδιη φλεγεται : ποθη ψυχρου ἠεροϲ : εἰϲπνεουϲι δε ϲμικρον
9999099 ἠρεμιᾳ
πρωτον μεν εἰ μονος ζῳη και καθ ' αὑτον ἐν ἠρεμιᾳ , παντων αὐτῳ ὑπαρχοντων ἀφθονως , οὐκ ἐστιν ὁπως
τας ἐπιθυμιας οὐχ ἡδεται : ἡ γαρ ἡδονη ἐν τῃ ἠρεμιᾳ ἐστιν . ἐτι τον ἐχοντα ἑξιν ἀνδρειας ἐπιοντα ἐξαιφνης
9999080 οἰνανθηϲ
: λιπαϲ δε το ῥοδινον μυρον ἠ το δια τηϲ οἰνανθηϲ ξυν οἰνῳ λευκῳ , εὐωδεϊ . ἐκ προϲαγωγηϲ δε
Κροκου , ἀλοηϲ , μαϲτιχηϲ , ἀψινθιου , ϲτυρακοϲ , οἰνανθηϲ , καϲαμου , καρυοφυλλου ἀνα # γ , ναρδου
9999078 ξηροιϲ
ἐϲθ ' ὁτε ϲυν ἀμυγδαλοιϲ ἠ ῥοδοιϲ , ἠ τοιϲ ξηροιϲ ἠ ἁπαλοιϲ , ἠ ϲυν ἡδυοϲμῳ μετα γληχωνοϲ μιϲγομενων
δει δε ταϲ εὐηθειϲ θεραπευειν , ταϲ μεν μικραϲ φαρμακοιϲ ξηροιϲ , ὡϲ τῳ προϲ τουϲ ψωρωδειϲ κανθουϲ δια καδμιαϲ
9999071 κομιδῃ
' ἀληθη λεξειν περι αὐτου τουτονι . και οὑτω τοινυν κομιδῃ γελως ἐστι κατηγορειν ἐκεινου τουτονι . ἐγω γαρ Αἰσχινην
ὁτι των προσοδων ἐστερηται και στερησεται : ὁτι εἰς στενον κομιδῃ τα της τροφης τοις ξενοις αὐτῳ καταστησεται : και
9999068 Ἑκτωρ
ἐπει οὐν Τρωας τε και Ἑκτορα . και γαρ ὁ Ἑκτωρ Τρως ἠν . . ἀλλοι θ ' οἱ Κρητην
. Οὐδ ' ἀν πω τοτε γε Τρωες και φαιδιμος Ἑκτωρ τειχεος ἐρρηξαντο πυλας και μακρον ὀχηα , εἰ μη
9999066 ναυκληρῳ
τοκους προκεισθαι και στεφανον διδοσθαι εἰς τιμην , τῳ δε ναυκληρῳ ἀνολκην και καθολκην . Ἐξοπλισιας τε πυκνας ποιεισθαι ,
κρωζους ' εἰς την Λιβυην μεταχωρῃ : και πηδαλιον τοτε ναυκληρῳ φραζει κρεμασαντι καθευδειν , εἰτα δ ' Ὀρεστῃ χλαιναν
9999062 νεανισκε
ἐφης . . . στεφανουν αὐτον ; Εὐδαιμονικη , ὠ νεανισκε . ὁ γαρ στεφανωθεις ταυτῃ τῃ δυναμει εὐδαιμων γινεται
Ὁ αὐτος ἐπει ἐλοιδορειτο ὑπο τινος νεανισκου τα αἰσχιστα „ νεανισκε „ ἐφη : ” ἡ γλωττα σου οὐκ ἐν
9999061 Ἀραβιᾳ
την ἰατρικην χρησιν το μηλινον . Λιβανωτος γενναται μεν ἐν Ἀραβιᾳ τῃ λιβανωτοφορῳ καλουμενῃ : πρωτευει δ ' ὁ ἀρρην
. Ζιγγιβερι ἰδιον ἐστι φυτον , γεννωμενον ἐν τῃ Τρωγλοδυτικῃ Ἀραβιᾳ πλειστον , οὑ χρωνται τῃ χλοῃ εἰς πολλα ,
9999061 πτερυξι
πορευομενος εἰς το προαστειον , ὑπο κορακων ἐπεσχεθη παιοντων ταις πτερυξι . Φοβηθεις δε τον οἰωνον , εἰς Ῥωμην ὑπεστρεψεν
ἐρρηθη . ἠ ἀπο μεταφορας των ὀρνιθων αἱ ταις ἑαυτων πτερυξι τα οἰκεια νεοττια περικαλυπτουσιν . ἀλλως : περιεποντες ,
9999059 ὡροσκοπῳ
τους γονεις ποιουσιν . ὁ Ἡλιος δυνων , διαμετρος τῳ ὡροσκοπῳ , χωρισμον γονεων ποιει . το αὐτο δε Σεληνη
ἐσονται τα τοιαυτα προφασει μεγιστανων : εἰ δε ἐν τῳ ὡροσκοπῳ , ἐξ ἰδιας κινησεως και ἀγωνος και οἰκειου ἐργου
9999058 ὀξυμελιτοϲ
μετ ' ἀψινθιου διδοναι και ὑϲϲωπον γληχωνα πηγανον μετ ' ὀξυμελιτοϲ και ἁλων . ἐπειτα και καϲτοριῳ την κεφαλην ἐπιχριειν
ἡ τεφρα των χαλκειων καταπλαττομενη ϲυν ὠμῃ λυϲει δι ' ὀξυμελιτοϲ , και ὁ του κενταυριου χυλοϲ ἐξωθεν ἐπιτιθεμενοϲ και
9999057 δολῳ
, τειος μοι ἀδελφεον ἀλλος ἐπεφνε λαθρῃ , ἀνωϊστι , δολῳ οὐλομενης ἀλοχοιο . ὡς οὐ τοι χαιρων τοισδε κτεατεσσιν
δευρο συνεληλυθοτες ἀνδρες εἰς Κλεισθενους τας θεοις ἐχθρας γυναικας ἐξεπαρωσιν δολῳ καταλαβειν τα χρημαθ ' ἡμων τον τε μισθον ,
9999056 σπορᾳ
Πετοσιριν ὁτι ἐν ᾡ ζῳδιῳ εὑρισκεται ἡ Σεληνη ἐν τῃ σπορᾳ τουτο ὡροσκοπησει ἐν τῃ ἐκτεξει , ὁπου δε ἐν
του κατηγορου ὁτι ἠγαγετο ὁ τουτου πατηρ ἐπι γνησιᾳ παιδων σπορᾳ ἐλπιζων γηροκομεισθαι : εἰτα ὁτι πεποιηκε παιδα : ἀνηγαγε
9999056 αἰχμη
, πως ἐπιφερει , τηλε δ ' ἀπ ' αὐτου αἰχμη χαλκειη χαμαδις , ὡς προτερον μη ἀποκεκομμενου , ἀλλ
? ? μεταμορφετο ? [ ] ? ? Ἀρεος ? αἰχμη θηοιτετκνιαλ ! ? ? ? ? ? ! !
9999056 ῥινοϲ
τοιϲ ἀλλοιϲ ἐρρινοιϲ τοιϲ προγεγραμμενοιϲ ἐν τῳ περι των τηϲ ῥινοϲ παθων λογῳ . πινετωϲαν δε προ τηϲ τροφηϲ ὑϲϲωπον
οἰνῳ λειου . Ἀλλο προϲ τα ἐν τοιϲ ποροιϲ τηϲ ῥινοϲ ἁπλουϲτερα ἑλκη . λιθαργυρου ⋖ Ϛ ψιμμυθιου ⋖ η
9999055 ἐδεηθη
ἀλλος ἐν τε ἱστοριας μνημῃ και κινησεως καλλει διενεγκων , ἐδεηθη του Δημητριου εὐγνωμονεστατην , οἰμαι , την δεησιν ,
εἰναι και ποτοις κοινον των βασιλεων : διοπερ οὐδε πιστεως ἐδεηθη προς τουτο , ὡς των ἀκροατων αὐτοθεν συγχωρουντων .
9999049 νευρῳ
χρηϲομεθα : οὐ γαρ ὀλιγοϲ ὁ κινδυνοϲ ἐγκεφαλου γειτνιωντοϲ ἀκουϲτικῳ νευρῳ φλεγμαινοντι . καλωϲ οὐν τουτο παρηγορει : ὀπιου μεροϲ
βραχεντα αὐτα μητε νοτισθεντα μηδεν δεινον πασχειν : τῳ δε νευρῳ παν το τοιουτον ἐστι πολεμιον : οὐ γαρ οἱον
9999046 ἱππεα
οἱ μεν γαρ Ἑλληνες οὐτε τοξοτην εἰχον οὐτε ἀκοντιστην οὐτε ἱππεα : οἱ δε προσθεοντες και προσελαυνοντες ἠκοντιζον : ὁποτε
ἱερεια βραχεως την ἐσχατην και βαρυτονως την παρατελευτον Ἑλληνες . ἱππεα ἁλιεα βασιλεα μακρως Ἀττικοι . ἱερειον Ἀττικοι , θυμα
9999044 Ἀλκινοοιο
χαλκον . και τα μεν εὐ κατεθηχ ' ἱερον μενος Ἀλκινοοιο , αὐτος ἰων δια νηος , ὑπο ζυγα ,
και ἐστιν ἐκ τε φιλων παιδων ἐκ τ ' αὐτου Ἀλκινοοιο και λαων , οἱ μιν ῥα θεον ὡς εἰσοροωντες
9999044 Ἐπι
τουτο λυσιτελησει τῳ λογῳ και ἀλλως χαριεν ὀν λεγομενον . Ἐπι τινα θεραπειας τινος δεομενον ἀφικομην , ἑπετο δε και
του κυκλου , κατα μηκος της φυσιος του ἀνθρωπου . Ἐπι παντι ἑλκεϊ ἐρυσιπελατος ἐπιγενομενου , καθαρσιν δει ποιεεσθαι του
9999043 σιδηρῳ
δε περι τους χαλινους και στομια και φαλαρα χρυσῳ , σιδηρῳ δε οὐδ ' ἀργυρῳ χρεωνται οὐδεν . Οὐδε γαρ
αὐτος φοβερος γινεται . πως οὐν ἀκροπολις καταλυεται ; οὐ σιδηρῳ οὐδε πυρι , ἀλλα δογμασιν . ἀν γαρ την
9999043 πυξιδα
μισγε γλυκεος Κρητικου παλαιου , και συλλεανας ὑγρον ἀνελου εἰς πυξιδα κεραμιαιαν και ὑπαλειφε . Ὁταν ἡ κορη τῳ μεν
θυειας τριβε εὐτονως , και ἐξιπωσας ἀνελου το ἀπορρεον εἰς πυξιδα ἐρυθρου χαλκου : τουτο γαρ ἐστιν ὡσπερει ἀνθος λεπιδος
9999041 Πελιᾳ
προς ἀμυναν των θηριων . τινες δε ἐν τῳ ἐπι Πελιᾳ ἀγωνι φασι τον Πηλεα λαβειν δια σωφροσυνην ἡφαιστοτευκτον μαχαιραν
εἰτε δια μηνιν Ἡρας , ἱν ' ἐλθοι κακον Μηδεια Πελιᾳ , “ το χρυσομαλλον δερας ” ἐφη “ προσεταττον
9999040 Ἀρκαδα
λεγω τον Ἀργειον και Νουμηνιον τον Ἡρακλεωτην , Παγκρατην τον Ἀρκαδα , Ποσειδωνιον τον Κορινθιον και τον ὀλιγῳ προ ἡμων
πολιν ἀρκειν . και ὁ των Σπαρτιατων βασιλευς προς τον Ἀρκαδα τον ξενον εἰ - ποντα προς αὐτον ὁτι φιλολακων
9999040 χαλκουϲ
χαλκουϲ ηʹ . Το ἡμιωβολον ἐχει κερατιον αʹ ʂ , χαλκουϲ δʹ . Θερμοϲ ἐχει κερατια βʹ , χαλκουϲ εʹ
χʹ , θερμουϲ Ϡʹ , κε - ρατια ͵αωʹ , χαλκουϲ ͵δωʹ [ ἀλλοι ͵γχʹ ] . ἡ Πτολεμαϊκη μνα
9999040 ἰδιωτῃ
οὐκ εἰς ἀλλο τι ἠ εἰς ἀγαν δουλειαν μεταβαλλειν και ἰδιωτῃ και πολει . Εἰκος γαρ . Εἰκοτως τοινυν ,
. οἰδα δε και τουτο , ὁτι πολλῳ κρειττον ἐστιν ἰδιωτῃ δανεισαντα χρεωκοπεισθαι ἠ πολει : ὑπο ἰδιωτου μεν γαρ
9999037 ἠελιοιο
εἰσι , παλιν δ ' , ἀγκωνας ἑλιξας , ἀντην ἠελιοιο μεσην Βαβυλωνα περησας , Περσιδος εἰς ἁλος οἰδμα θοην
αἰψα δ ' ἰαινετο κηρος , ἐπει κελετο μεγαλη ἰς ἠελιοιο . οὐ παντως δε , εἰ τι ἰαινεται ,
9999036 ἐξηγγελθη
και τα προσωπα ὡς ἐπι μεγαλῳ κακῳ . ταυτα ὡς ἐξηγγελθη Ἀλεξανδρῳ , κελευσαι στρεβλωθηναι τον καθισαντα , μηποτε ἐξ
γενομενοι ἐφευγον ἀπολιποντες τας πολεις . και Ἀλεξανδρος , ἐπειδη ἐξηγγελθη αὐτων ἡ φυγη , σπουδῃ ἐδιωκεν : ἀλλα οἱ
9999027 γαμῳ
πολλα βουλευομενοις παραμυθησασθαι τον χρησμον ὡς οἱον τε και συζευξαι γαμῳ τους παιδας , ὡς τουτο και του θεου βουλομενου
σου ὀντος ἡ φιλονικια των παρθενων των ἐπιδοξαζομενων τῳ σῳ γαμῳ ἀπωλετο : ἁμιλλα κοραις : φιλονικια ἐναντιωσις ἑνεκεν των
9999027 ἐγραψε
δικαστας , ὁρους και κανονας αὐτοις ταξας , οὑς αὐτος ἐγραψε νομους . ἐπει δ ' αὐτῳ τα ἐν τῃ
ἀνανεουσθαι , εἰ τοτ ' ἠξιωσε τυχειν τουτων και τις ἐγραψε των ἀφεθεντων ὑπ ' αὐτου , ἐαν τις ἀποκτεινῃ
9999022 σφεα
μελεα διαταμοντας ὡς μεγιστα κομιζειν ἐς ταυτα τα χωρια και σφεα θεντας ἀγχου των νεοσσιεων ἀπαλλασσεσθαι ἑκας αὐτεων : τας
. ἰομεν αὐτις ἑκαστοι ἐπι σφεα : οὐχ ὑγιως το σφεα κειται , ἰσοδυναμει γαρ τῳ σφα ἐπι τριτου προσωπου
9999019 ὁρῳ
εἰ ὑπηρξεν ἠ εἰ ὑπαρξει ζητουμεν , ἐν δε τῳ ὁρῳ το ἰδιον του πραγματος , ὁπως το ὀνομα ὁρισθῃ
κεκωλυκεν αὐτον λεγειν . Ἡ πηλικοτης , ὡς ἐν τῳ ὁρῳ : ὁτι μεγα το γινομενον : ὁ βιαιος ὁρος
9999017 θηλεα
γαρ ἀνδριαν , και εἰ ποτε μιγεισαι γεννησειαν , τα θηλεα ἐτρεφον , και τους μεν δεξιους μαστους ἐξεθλιβον ,
διαμηριζειν μηδεν μαλλον μηδε ἡσσον παιδικα ἠ μη παιδικα μηδε θηλεα ἠ ἀρρενα : οὐ γαρ παιδικοις ἀλλα ἠ μη
9999017 κλεα
: και παλιν Μους ' ἀρ ' ἀοιδον ἀνηκεν ἀειδεμεναι κλεα ἀνδρων . ὁ δε γε Ἀλκινους αὐτος συνιστας αὐτον
ἐν Ἰλιαδι Ἀχιλλευς , ὁ τῃ κιθαρᾳ προσᾳδων και τα κλεα των προτερων δια του μελους ἐς μνημην ἑαυτῳ ἀγων
9999011 σκεψωμεθα
εἰπειν ἐν τῳ παροντι , ὠ Σωκρατες . Ἀλλα ὡδε σκεψωμεθα αὐτο . φερε , εἰ τις βουλοιτο ταυτην την
φαινεται τισιν το ἀξιουμενον ὑπο των φιλοσοφων , ὁμως δε σκεψωμεθα κατα δυναμιν , εἰ ἀληθες ἐστι το δειν ἁμα
9999008 ἐλπιζω
εἰς τα ἁμαρτηματα ἐπι τῃ ἐμῃ προφασει δοιη δικην . ἐλπιζω μεν οὐν αὐτον και δωσειν δικην , θαυμασιον δε
μεγαλης Ἀσιας ἀνωθεν ἐπιρρεων και ἀνθρωποι τρυφωντες και ἀπραγμονες : ἐλπιζω δε τινας αὐτοθεν εὑρησειν και γνωριμους . ” ὑδρευσαμενοι
9999008 ὡροσκοπῃ
ἐναντιῳ αὑτου τριγωνῳ εὑρετικος γινεται , ἐαν δε ἐν τουτοις ὡροσκοπῃ ἀνευρετον δηλοι το κλεμμα . Ἐφ ' ὡν δε
ἑκουσιως ὑποστρεφουσιν , ἐαν δε της Σεληνης ἐν Κριῳ οὐσης ὡροσκοπῃ Λεων ἠ Τοξοτης ἠ Ἰχθυες ἠ Διδυμοι οὐχ εὑρεθησεται
9999007 νεφη
ἐκεινος ἀναμελπει χρυσην . ἑπεται δε αὐτῃ των περιστερων τα νεφη των λοιπων , και ἑορτη παλιν Ἐρυκινοις και πανηγυρις
κατα συστροφας ἀνεμων και νεφων και ἐμπτωσεις πνευματων εἰς τα νεφη , ἀστραπας δε κατα τας των ἀναθυμιωμενων ἐξαψεις ,
9999007 ἐσωσε
. ὁ γαρ δη θειος Θεοδοσιος ἁμαρτοντας μεν ἠδη τινας ἐσωσε , δικην δε παρ ' οὐδενος οὐδεν ἀδικουντος ἐλαβεν
συμπαντα ἁ κεκτηται διδοντα ἀξια σφων εἰναι νομισαι , ὡστε ἐσωσε τον πρεσβευτην το σχημα της προξενιας . οὐ μην
9999003 ἰσχυσῃ
και ἀκατακαλυπτῳ τῃ ἀκαθαρσιᾳ χρωμεθα : ἐαν δε ὁ λογος ἰσχυσῃ ἀνακαθαραι το παθος , οὐτε πινοντες μεθυσκομεθα οὐτε ἐσθιοντες
κρισιν αὐθις παραγραφεσθαι : ἠ και ὁτι ἀν το παραγραφικον ἰσχυσῃ σχολαζει των λοιπων κεφαλαιων ἡ ἐξετασις : ἠ ὁτι
9999003 Ἀρτεμισιῳ
ἐπιβαλλειν . και ὁ Οὐλπιανος ἐφη : μα τους ἐν Ἀρτεμισιῳ κινδυνευσαντας , οὐδεις τινος γευσεται πριν λεχθηναι που κειται
Κορινθιοι δε το αὐτο πληρωμα παρεχομενοι το και ἐπ ' Ἀρτεμισιῳ : Σικυωνιοι δε πεντεκαιδεκα παρειχοντο νεας , Ἐπιδαυριοι δε
9999002 ἀσπιδα
μενειν , ἀλλ ' ἠ συν αὐτῳ σε κρατειν την ἀσπιδα και γην μολυνειν αἱμασιν των βαρβαρων . Ἐπει δε
δοσις : και ὀργισθεις ἐτυψε τινα και φοβηθεις ἐρριψε την ἀσπιδα , παθος ἡ ὀργη και ὁ φοβος , πραξις
9999000 μορφῃ
μορφης συνισταται ἠ ἐκ των ἀναλογουντων τῃ ὑλῃ και τῃ μορφῃ : ἀναλογει δε τῃ μεν ὑλῃ το γενος ,
ἡ Ἑλενη του Τηλεμαχου τον πατερα εὑρουσα τῃ του Τηλεμαχου μορφῃ οὐδε γε ὁ Μενελεως ὁμολογησας τῃ γυναικι και εἰπων
9998999 πυλιδα
τας ὑποσχεσεις ἡ Ταρπεια τοις μεν πολεμιοις ἀνεῳξε την συγκειμενην πυλιδα , τους δ ' ἐν τῳ χωριῳ φυλακας ἀναστησασα
ἐξεπιπτον , εἰσι δ ' οἱ το τειχος ὑπερβαντες και πυλιδα ἀνεῳξαν , ἡ προεσταυρωτο πυκνοτατοις σταυροις , και τους
9998999 Καλλιππῳ
. ιθ : . . . Αἰγυπτιοις και Εὐδοξῳ και Καλλιππῳ ἐπισημαινει . . κβ : Αἰγυπτιοις νοτος ἠ ἀπηλιωτης
ἡλιος ἐν ἡμεραις λ . Ἐν μεν οὐν τῃ βᾳ Καλλιππῳ Λεων ἀρχεται δυνειν : ὑετια . Ἐν δε τῃ
9998999 ἐδακρυσε
συγγνωμην , οἱον Κλεωνος τους ἐκ Πυλου τριακοσιους εἰσαγοντος Νικιας ἐδακρυσε , και κρινεται ὑπο Κλεωνος ὑβρεως : την γαρ
ἐξῃει των Σαρδεων . και ὁ Θεοδωρος τον συγγραφεα μεταπεμψαμενος ἐδακρυσε την ἐξοδον , και ἀνδρι τἀλλα γε ἀτεραμονι και
9998998 λοπαδι
θριδαξ δ ' ἑψομενη ὁμοιως τῳ ἀπο κραμβης ἀσπαραγῳ ἐν λοπαδι , ὡς Γλαυκιδης ἱστορει , κρειττων των ἀλλων ἑψητων
τριμμα συκαμινινον . γλαυκου φερω κεφαλαια παμμεγεθη δυο , ἐν λοπαδι μεγαλῃ ταυτα , λιτως προσαγαγων χλοην , κυμινον ,
9998997 Ἰστρῳ
* γην . ἐρχεσθαι . ἐκινει . την ἐν τῳ Ἰστρῳ . * * Ἰστριανην γραφε δια το μετρον ,
δευτερῳ , περι Ἀλεξανδρειαν . Ὀργαμη , πολις ἐπι τῳ Ἰστρῳ . Ἑκαταιος Εὐρωπῃ . εἰσι και Ὀργομεναι πολις Ἰλλυριας
9998997 ἠμεσε
: οὐροισιν ὑποστασις , πελιδνη , ὑπογλισχρος . Τεταρτῃ , ἠμεσε χολωδεα , ξανθα , ὀλιγα : διαλιπων ὀλιγον ,
ἐγινοντο ἑκαστης ἡμερης . Πεντεκαιδεκατῃ , ζωμιον νεοσσου ῥυφων , ἠμεσε χολην : και κοιλιη κατω ἐξεταραχθη : και ὁ
9998996 εὐσεβη
ἡμιν ἡλιος και φεγγος ἱλαρον ἐστιν , ὁσοι μεμυημεθ ' εὐσεβη τε διηγομεν τροπον περι τους ξενους και τους ἰδιωτας
, ἀλλα τας σχεσεις τηρουντα τας φυσικας και ἐπιθετους ὡς εὐσεβη , ὡς υἱον , ὡς ἀδελφον , ὡς πατερα
9998995 ἐδωκε
, ἀλλ ' αὐτου τερποιτο μενων : μεγα γαρ οἱ ἐδωκε Ζευς ἀφενος , ναιεν δ ' ὁ γ '
ἐδωκε τα ὀργανα ἠ ἀμφω . Ἀλλ ' εἰ μεν ἐδωκε και τας αἰσθησεις , οὐκ ἠσαν αἰσθητικαι προτερον ψυχαι
9998992 Ἰωνικῃ
της ὁ Οἰδιποδης του Οἰδιποδου , και Οἰδιποδαο , διαλυσει Ἰωνικῃ . Ἐστι δε και ἑτερα εὐθεια , ὁ Οἰδιπος
, οὑτως ἀγω ἀγαζω και πλεονασμῳ της αλ ἀγαλαζω και Ἰωνικῃ τροπῃ του α εἰς η ἠγηλαζω . . .
9998991 Μεγαρεα
και ἐδειτο αὐτου συστησας Φιλωνδαν , ἀνδρα το μεν γενος Μεγαρεα , μετοικουντα δ ' Ἀθηνησιν , πιστως δε τουτῳ
. ἠν δε σχολη φιλοσοφων Μεγαρικων λεγομενη , διαδεξαμενων Εὐκλειδην Μεγαρεα Σωκρατικον , ὡς Στραβων ἐνατῃ . το θηλυκον ἐπι
9998989 δωκε
δ ' Ἀθηναιη πεπνυμενῳ ἀνδρι δικαιῳ , οὑνεκα οἱ προτερῃ δωκε χρυσειον ἀλεισον : αὐτικα δ ' εὐχετο πολλα Ποσειδαωνι
συνωνυμιαν κλιμαξ , ὡς ἐχει το Ὁμηρικον , Ἡφαιστος μεν δωκε Διϊ Κρονιωνι ἀνακτι : αὐταρ ἀρα Ζευς δωκε διακτορῳ
9998989 Πρωταρχε
δε ἐπιστημαι και διαφοροι . Την τοινυν διαφοροτητα , ὠ Πρωταρχε , [ του ἀγαθου ] του τ ' ἐμου
τοιαυτ ' ἐστιν ; Λεγω τουτ ' αὐτο , ὠ Πρωταρχε . Τι οὐν οὐκ αὐτος ἀπεκρινω σαυτῳ , ὠ
9998988 ϲκληριαϲ
και ὀδυνηρου παυϲαμενου , μενοντοϲ δε του ὀγκου και τηϲ ϲκληριαϲ . τουτοιϲ οὐν και το ϲτομα δυϲωδεϲ γινεται ,
ἠ κολοκυνθῃ ὠμῃ . χρονιου δε τηϲ διαθεϲεωϲ οὐϲηϲ μετα ϲκληριαϲ ϲικυου ἀγριου ῥιζαν ἑψηϲαϲ ἐν μελικρατῳ και λειοτριβηϲαϲ μετα
9998985 ᾠηθη
περι του σωφρονος ἐρωτος λογους , και ὁτι συμμετρους αὐτῳ ᾠηθη τῳ Φαιδρῳ εἰναι τους περι τουτου του ἐρωτος λογους
και εἰ τις ἑτερα τεχνη . ὁθεν και φησιν Σωκρατης ᾠηθη ἐπιστημην εἰναι την ἀνδρειαν . λεγει γαρ ἐν Λαχητι
9998984 κομισῃ
Διατετακται παρα Δελφοις τῃ θυσιᾳ των θεοξενιων , ὁς ἀν κομισῃ γηθυλλιδα μεγιστην τῃ Λητοι , λαμβανειν μοιραν ἀπο της
γαρ παρα Δελφοις τῃ θυσιᾳ των Θεοξενιων , ὁς ἀν κομισῃ γηθυλλιδα μεγιστην τῃ Λητοι , λαμβανειν μοιραν ἀπο της
9998982 ἐγχεα
. . Ε . τω δ ' ἐκσπασσαμενω δολιχ ' ἐγχεα χερσιν ἁμ ' ἀμφω συν ῥ ' ἐπεσον ,
. ἑπταχα εἰς ἑπτα μερη . ἐπτυσσοντο ἐκραδαινοντο : “ ἐγχεα δ ' ἐπτυσσοντο . ” ἐπωχατο τοις ὀχευσι λεγομενοις
9998982 Πολυϊστωρ
σπουδην . Φαγρωριον , πολις , ὡς Ἀλ . ὁ Πολυϊστωρ ἐν Αἰγυπτιακοις . Ἐξ οὑ συνθετον Φαγρωριοπολις και Φαγρωριοπολιτης
ἐν τριτῳ Λιβυκων . Δρακοντος νησος , Λιβυης , ὡς Πολυϊστωρ ἐν τριτῳ Λιβυκων . Εὐφραντα , πολις Λιβυκη .
9998982 ἀμιδα
ἀπωθεισθαι προσποιουμενων , ἁ μηδεις αὐτοις διδωσι . Σιτιον εἰς ἀμιδα μη ἐμβαλλειν : ἐπισημαινει γαρ ὁτι εἰς πονηραν ψυχην
' ὁλην διακονειν . το μισθαριον γαρ ἀν ἀπαιτῃς , ἀμιδα μοι ἐνεγκε πρωτον φησιν . ὀξος ἡ φακη οὐκ
9998981 δρομῳ
Σκιπιωνες , ἐπει της ἀναχωρησεως αὐτου ἐπυθοντο , Λυσιμαχειαν τε δρομῳ κατελαβον και των ἐν Χερρονησῳ θησαυρων τε και ὁπλων
ἀποκτενειν με . ἐγω δε ὁρων του δεινου το μεγεθος δρομῳ εἰσω παρερχομαι ἐνθα οἱ ἐμοι δεσποται κοιμηθησεσθαι ἐμελλον .
9998979 θωρακα
τας ἐπιδρομας και ἀναχωρησεις ἐπιτηδειοι και τῃ ὁπλισει κουφοι : θωρακα γαρ ἠ ἀσπιδα εἰχεν οὐχ ἑκαστος , ὁσοι δε
λεπτυνειν μετα και του θερμαινειν την ψυξιν : τον δε θωρακα και τον πνευμονα διακαθαιρειν και τα εἰς τον στομαχον
9998978 φαρεα
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα λευκα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα καλα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
9998975 βλεπε
. ” παλιν δ ' εἰποντος του Λυσιμαχου , “ βλεπε ὁπως μη παρεσῃ προς ἡμας ἐτι , ” “
κατ ' εἰκονα φερει : Ὁδηγον αὐ λαμβανε ταυτην και βλεπε : Εἰ μεν Σεληνη γαρ ἀγαθυνοιτο σοι , Νεμει
9998972 ϲτρογγυληϲ
⋖ η γεντιανηϲ ῥιζηϲ ⋖ Ϛ δαφνιδων ⋖ ιϚ ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ ⋖ β μελιτοϲ ἀπηφριϲμενου το ἀρκουν . ἡ δοϲιϲ
ἀνθουϲ γληχωνοϲ ἀνα ⋖ δ ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ ⋖ β και ϲτρογγυληϲ ⋖ β μελιτοϲ ἀπηφριϲμενου το ἱκανον . ἡ τελεια
9998972 Κρητῃ
Μιμαλλονες και Ναϊδες και Νυμφαι προσαγορευομεναι . Ἐν δε τῃ Κρητῃ και ταυτα και τα του Διος ἱερα ἰδιως ἐπετελειτο
υἱα κατεκτανον Ἰδομενηος , Ὀρσιλοχον ποδας ὠκυν , ὁς ἐν Κρητῃ εὐρειῃ ἀνερας ἀλφηστας νικα ταχεεσσι ποδεσσιν , οὑνεκα με
9998969 Μυτιληνῃ
δε μαλιστα ἐστι θεριζομενου σιτου . λαβε δ ' ἐν Μυτιληνῃ αὐτην . ἐν δε Θασῳ τον σκορπιον ὠνου ,
προς Λεοντιον ἐπιστολῃ γραφει και ἐν ταις προς τους ἐν Μυτιληνῃ φιλοσοφους . συνειναι τε αὐτῳ τε και Μητροδωρῳ ἑταιρας
9998969 σκυτεα
οὑτος δε τοὐναντιον συνεπερανατο , το τον Σιμωνα ἀγαθον ὀντα σκυτεα μοχθηρον εἰναι . ἡ δε ἀγωγη του σοφισματος τοιαυτη
ἐτι δε δοξαν ὑπαρχειν αὐτῳ . ἀναγιγνωσκοντος δε αὐτου τον σκυτεα ἐφη προσεχειν ἁμα ῥαπτοντα . και τον Κρατητα εἰπειν
9998967 ἐβραχε
. . Ἀϊσθων : ὁ ἐκπνεων : ὁ δ ' ἐβραχε θυμον ἀϊσθων . ἀπο του ἀϊω ῥηματος γινεται παραγωγον
' ἐστρεψεν ὀπωπας νηον ἐς ὑψοροφον , περι δ ' ἐβραχε θειον ἀγαλμα και δαπεδον νηοιο μεγ ' ἐτρεμεν :
9998966 Ἀκαδημιᾳ
ὡς ἀν μηδεν των πανταχου σοφως εὑρημενων διαλαθῃ τους ἐν Ἀκαδημιᾳ φιλοσοφουντας . Οἰον και περι της ὑλης πῃ μεν
μεν Ἀριστοτελης ἐν Λυκειῳ ἐπαιδευεν , ὁ δε Ξενοκρατης ἐν Ἀκαδημιᾳ : ὑστερον δε τοις μεν ὁ τοπος ἐξελιπε και
9998966 τυγχανω
. ἐστι δε τοιουτος : Εἰ και πολυ σου διαστημα τυγχανω κεχωρισμενος , τῳ σωματι μονον πασχω τουτο . οὐδε
μεντοι ἀορας οὐδε λεβητας οὐδε κρατηρας οὐδε κλινας και τραπεζας τυγχανω κεκτημενος , ὡς τινες φασι κεκτησθαι Δαρειον ἐν Περσαις
9998966 ἱερῳ
τοποις της ἀφιξεως ἀλλα τε και φιαλην χαλκην ἐν Ἡρας ἱερῳ γραφῃ δηλουσαν ἀρχαιᾳ του δωρησαμενου τῃ θεῳ Αἰνειου τοὐνομα
νομιζουσι : και θυουσιν οἱ Ὁσιοι θυσιαν ἀπορρητον ἐν τῳ ἱερῳ του Ἀπολλωνος , ὁταν αἱ θυιαδες ἐγειρωσι τον Λικνιτην
9998966 ἐγραψα
λογῳ και τῳ γραφω το γραφειν παρακεισεται , τῳ τε ἐγραψα το γραψαι . . Ἀλλ ' ἐστιν γε προς
δεκαπλασιον . ταυτ ' ἐγω οὐχι δεδοικως σου τας ἀπειλας ἐγραψα , ἀλλ ' οὐ βουλομενος σε δι ' ἐμε
9998966 Πατροκλῳ
οὐν λεγεσθαι , ὁτι χρησθαι αὐτοις μελλει εἰς τον ἐπι Πατροκλῳ ἀγωνα προς τα ἐναντια τοις τραυμασιν ἀγωνισματα . ὑπεξαιρουμενος
: ὁ ἀστερισκος , ὁτι ἐντευθεν μετενηνεκται εἰς τον ἐπι Πατροκλῳ ἀγωνα ἐπ ' Ὀδυσσεως τρεχοντος . . . Ν
9998965 γνωμῃ
τιμης ἀφαιρειν ἐδοκει , και ταυτα της καλλιονος μοιρας ἠν γνωμῃ θεων . ὁτε γουν ἀφῃρεθης την του βαδιζειν ὁποι
τε γελωτα . τοιαυτη δε ποσις σωματι τ ' ὠφελιμος γνωμῃ τε κτησει τε : καλως δ ' εἰς ἐργ
9998963 μυκτηρ
κοιλοι γινομενοι θανατον ἀπαγγελλουσι πελιδνος ] ὁ ὠχρος , μολιβδοχρους μυκτηρ ] ἡ μυτις , ἡ ῥις στρεβλος ] καμπυλος
. Κοιλιης ἀποληψις μικρα μελανα σπυραθωδεα προς ἀναγκην χαλωσα , μυκτηρ τουτοισι ῥηγνυμενος , κακον . Γλισχρον ἀκρητον , ἠ
9998963 βαθοϲ
αἱ ἑλμινθεϲ ὑποβιβαζοιντο κατω . εἰ δε ϲαπειϲαι κατα το βαθοϲ μη ἐκκρινοιντο , ἀλλα μαλλον ἀναθυμιαϲειϲ ἐργαζοιντο , δει
και την ἐν τῳ βαθει ὑλην ἐφελκεται και ἐμψυχει το βαθοϲ και πολλακιϲ ἱδρωταϲ ἠνεγκεν ἐξατμιϲαι το πολυ των δριμεων
9998963 κινῃ
. . . καλουμενος ] , κἀν πολλακις την μελιαν κινῃ κατ ' Ἰλιον , κἀν μονος | . .
α οὐχ εὑρησεις δανεισασθαι β τικτει μετα ἀγωνιας γ οὐ κινῃ ἐκ του τοπου ἀρτι δ οὐ βλαπτῃ . μη
9998962 ξηρανθῃ
ὑπο Κυνα καυμασι , κινων ῥαβδῳ ἐρυθρου χαλκου , ἑως ξηρανθῃ : ἀποτιθεσο δ ' ἐν κεραμιαιῳ τευχει . ποιει
ἑτερος ἀντειπεν : ” ἐαν οὐν και το ἐνθαδε ὑδωρ ξηρανθῃ , πως δυνησομεθα ἀνελθειν ; ” ὁ μυθος δηλοι
9998962 ψευδεα
οὐτε εἰς το γαμηθηναι , οὐτε εἰς το γεννηθηναι . ψευδεα θ ' αἱμυλιους τε λογους : ὁ δε τοτε
' ἐλεγξασα εἰτ ' ἐστ ' ἀληθεα πρωτον εἰτε και ψευδεα ; ἀ δ ' αὐτος εἰπας ἀρτι τηι ἰδιηι
9998962 δορυ
“ μεταβαλλου ἐπι δορυ , ” ἀλλ ' “ ἐπι δορυ μεταβαλλου ” φησαιμεν , οὐδ ' “ ἐξελισσε τον
θελοι ἀμφι σοις λογοισιν εἰργειν . το δε ναιον Ἀργοθεν δορυ οὐτε πριν τιν ' οὐτε νυν ἀνδρων ἐπορευσε σεθεν
9998961 ὠκεανοιο
' ἀν Ποταμοιο και αὐτικ ' ἐπερχομενοιο Σκορπιου ἐμπιπτοιεν ἐϋρροου ὠκεανοιο : ὁς και ἐπερχομενος φοβεει μεγαν Ὠριωνα . Ἀρτεμις
δ ' Ὑπεριονιδας δεπας ἐσκατεβαινε χρυσεον , ὀφρα δι ' ὠκεανοιο περασας ἀφικοιθ ' ἱαρας ποτι βενθεα νυκτος ἐρεμνας ,
9998961 ἠρκεσθη
γινεσθαι τα ἐξαρθρηματα . οὐ μονον δε ταυταις ἡ φυσις ἠρκεσθη , ἀλλα και συνδεσμοις ἐδησεν το ἀρθρον : και
δυναστης και πλειστον ἰσχυσας των καθ ' αὑτον βασιλεων οὐκ ἠρκεσθη ταις παρα της τυχης δωρεαις , ἀλλ ' ἐπιβαλομενος
9998960 Αἰητῃ
κριον και διασωσαντα σφαξας και το δερμα ἀποδειρας ἐδωκεν ἑδνον Αἰητῃ της θυγατρος αὐτου . ὁρα δε πως και τα
τοις ὀπισθεν εἰρηκειν και πασαν την ἱστοριαν , ὁτι Ἡλιος Αἰητῃ και Ἀλωει * τοις * παισι την ἀρχην διενειματο
9998960 θαυμαζε
εἰδως . ὀργην πληθους μη παροξυνε . ἐπαινον πληθους μη θαυμαζε ἠ μη ἀτιμαζε . θορυβον τματων [ . .
, εἰκοτως οἰει ταυτῃ παντα ταυτα γεγονεναι . και μη θαυμαζε : κακος γαρ ἀν ἐχοντι γε νουν ἀνδρι φαινοιμην
9998959 πυκνῳ
δε ὑπο των τροχων και των περιπατων πνευ - ματι πυκνῳ ἀνακινευμενα . Κρηναι δε και φρεατα περι την κυστιν
και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και ψυχρον και τα ἀλλα τοις
9998957 ἑποιτ
' εὐπατειρα φιλογελως τε παρθενος Νικη μεθ ' ἡμων εὐμενης ἑποιτ ' ἀει . παιδισκαριον με καταδεδουλωκ ' εὐτελες ,
⌋ δε φιλογελωϲ θεα Νικη μεθ ⌋ ' ἡμων εὐμενηϲ ἑποιτ ⌊ ⌋ ' ἀει . Ἀποκλειομενη ΠΟϹΕΙΔΙΠΠΟΥ ] πελανον
9998957 ἐσηι
τινα ξενων ; ὁπου χθονος τησδ ' ἐκποδων μαλιστ ' ἐσηι . οὐκουν σε φραζειν εἰκος , ἐκπονειν δ '
γε : σεσωμαι , κατ ' ἐμε δ ' εὐκλεης ἐσηι . πως εἰπας ; οὐ πενθειν με σην ψυχην

Back