αἰθερ ' ἱκανε καλου δαιδαλεου : περι δε τρυφαλειαν ἀειρας κρατι θετο βριαρην : ἡ δ ' ἀστηρ ὡς ἀπελαμπεν
' ἀμαρ ἀνητινον ἠ ῥοδοεντα ἠ και λευκοϊων στεφανον περι κρατι φυλασσων τον Πτελεατικον οἰνον ἀπο κρατηρος ἀφυξω παρ πυρι
9999979 κρατουσα
. Οὑτω συμβουλευσαμενη ἡ Ἀθηνα ἀνεβη εἰς τον διφρον , κρατουσα ἐν ταις χερσι νικην και δοξαν , τουτεστι ,
δυναται . εἰ δ ' ἐπι πλεον ἡ θερμασια φαινοιτο κρατουσα , και την των ψυχοντων δυναμιν ἐπιτεινειν σε χρη
9999979 κρατουν
, φασιν , τους νομους ἐν τῃ πολει ἑκαστοτε το κρατουν . ἠ γαρ ; Ἀληθη λεγεις . Ἀρ '
εἰ θεον καλειν σε δει . δει δε : το κρατουν γαρ νυν νομιζεται θεος . ἐφ ' ὁσον βαδιζεις
9999978 κρατιστε
, βλαστημα χθονος , οἱον ἐρωτα βροτοισι φλεγεις , παντων κρατιστε , παντων τυραννε . πολεμουσι δ ' Ἀρεως κρεισσον
ἐννοιαν ἀριστην μεν και τελειοτατην ἀνθρωποις θεος ἐδωκεν , ὠ κρατιστε Μεγεθιον , ἐκ μερους δε που και των ἀλογων
9999976 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999975 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999975 ἐντελες
μοι τουτο Ἰλλυρικον ἐστιν , ὡς ἀν εἰη το συγγραμμα ἐντελες , ἐδοκει προειπειν , ὁτι και Μυσους Λευκολλος τε
ἰδων μηκετι νυν μ ' ἐρεθιζε , γερον το δε ἐντελες του λογου τοιουτον τι ἐσται , εἰασας εἰς λογους
9999975 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999974 αἰσθητηριοις
αὐτους παθων ἱκανως ἐκτεθειμενων . Ὀσφρησεως δε κοινα τοις ἀλλοις αἰσθητηριοις παθη , ὁσα δια τε το μερος του ἐγκεφαλου
και μη παροντων των αἰσθητων μεχρι τινος μενει ἐν τοις αἰσθητηριοις το ἐγκαταλειμμα , και ἐκ τουτων δηλον . παραπλησιον
9999974 συγγραμματι
περιεχομενον νουν , δηλονοτι τον ὀντα νουν και ἐγκειμενον τῳ συγγραμματι . Ἀναγιγνωσκομεν δε τα μεν ἡρωϊκα ἡρωϊκως , ἠγουν
των ὀντων : θεολογησαι γαρ αὐτῳ προκειται ἐν τῳ παροντι συγγραμματι . ἀμελει τοι και περι στοιχειων διαλεγεται και περι
9999973 Εὐρυμαχος
δ ' ἐν Ὀστολογοις ἀγκυλητους λεγει κοτταβους δια τουτων : Εὐρυμαχος , οὐ γαρ ἀλλος , οὐδεν ἡσσον . .
ξεινοδοκος μεν ἐγων , ἐπι δ ' αἰνειτον βασιληες , Εὐρυμαχος τε και Ἀντινοος , πεπνυμενω ἀμφω . ” ὡς
9999973 ἐθαυμασας
ποδαπα εἰσι ταυτα τα θηρια ἠγουν οἱ μαθηται ; ” ἐθαυμασας ] ἐξεθαμβηθης , ἐξεπλαγης . ἐοικεν ἀντι του φαινεται
ἡγειτο και εἰπεν μοι Ἑνωχ , τι ἐρωτᾳς και τι ἐθαυμασας ἐν τῃ ὀσμῃ του δενδρου , και δια τι
9999973 κατεστρατοπεδευσεν
δε ὡς ἀφικετο προς την πολιν , τῃ μεν πρωτῃ κατεστρατοπεδευσεν ᾑ μαλιστα ἐπιμαχον αὐτῳ ἐφαινετο το τειχος , και
τοις Λακεδαιμονιοις , τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας
9999972 Κασσανδρου
και το συμμαχικον τουτο ἐγενετο Ἀθηναιοις αἰτιον μαλιστα διαφυγειν τον Κασσανδρου πολεμον . Ὀλυμπιοδωρῳ δε τουτο μεν ἐν Ἀθηναις εἰσιν
ἀνδρας Μακεδονας , και δια ταυτα οὐκ ἀναξια ὑστερον ὑπο Κασσανδρου παθειν νομισθεισης , Αἰακιδην [ οὐν ] κατ '
9999972 εὑρισκομενα
τε γαρ εὐποριστα ἐστι και κατα πασαν καιρων περιστασιν εὐχερως εὑρισκομενα , και εἰς τας ἐπικρισεις των συνθετων δυναμεων εὐχρηστος
, ὡς ἐπιπαν ἐν τοις των ἀδηφαγων | παιδιων διαχωρημασιν εὑρισκομενα . οἱ γαρ ἐλλογιμωτατοι των συγγραφεων εἰδος αὐτα σκωληκων
9999972 τριγενες
και Ταρπαιον ὀρος . και ἐθνικον Ταρπαιος ὡς Ῥωμαιος , τριγενες . Ταρρα , πολις Λυδιας . [ ἀφ '
: ψαμαθος κυαθος καλαθος και λαπαθος . το μεντοι ἀγαθος τριγενες . το δε ὁρμαθος και γυργαθος ὀξυνεται ἀπο μακρας
9999972 παραλαμβανεσθω
ἐνδειξιν [ ἐλαβεν ] , ὡστε το μεν πρωτον λουτρον παραλαμβανεσθω δια την διαθεσιν , το δε δευτερον δια την
ἡ δε διαιτα ἐστω λεπτη και ξηραινουσα . και χρησις παραλαμβανεσθω αὐτοφυων ὑδατων στυπτηριωδων και νιτρωδων μαλλον , εἰτα θειωδων
9999972 θαυμαστοι
λεγοντα περι του Πειριθου και Δρυαντος και των ἀλλων ὁτι θαυμαστοι τε φυσει ὀντες και πολυ κρειττους ἐκεινων προσεδεοντο της
οὐδε οἱ ναυται λεγουσιν ὡς αὐτοι μεν φυλακες της ὑγιειας θαυμαστοι τινες εἰεν και γυμναζοιεν ἁπαντας τους βουλομενους , ἐκεινοι
9999972 τυγχανουσαν
τοιαυτα : την δε μιαραν μητρυιαν πολεμιον τῳ προγονῳ φυσει τυγχανουσαν , δια τον φονον εἰκος μηδε μιας ἀποσχεσθαι κατα
αὐτου δεσποινης γεννητορων οἰκιαν , μητε ταυτην εἰδεναι προσποιουμενος ἐκεινων τυγχανουσαν , μητε μην ἐν αὐτῃ την δεσποιναν μενουσαν .
9999972 γραμματι
, την τιμωριαν ἀποφυγγανει , του συνειδοτος οὐ προκειμενου τῳ γραμματι : εἰτα παραδειγμασι τουτο βεβαιωσον : ὁ φονευς ἀν
και πινομενον δε ὁϲον γρ . γ ἠ δ ϲυν γραμματι καϲτοριου ἐν τῃ ἐμβαϲει του λουτρου προμαϲηϲαμενων αὐτων ἰϲχαδα
9999972 ἐπρεσβευσαν
και ὁτι ληφθεισης αὐτης περι εἰρηνης πρωτοι Λακεδαιμονιοι προς Ἀθηναιους ἐπρεσβευσαν . οὐχ ὡς ὡρισμενην τινα πολιν , ἀλλ '
ψηφισαμενων δε Ῥωμαιων Κρησι πολεμειν δια ταδε , οἱ Κρητες ἐπρεσβευσαν ἐς Ῥωμην περι διαλλαγων . οἱ δε αὐτους ἐκελευον
9999972 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999971 δεδομενῳ
πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς τῳ δεδομενῳ : τα δε περι τας του κυκλου περιφερειας παλιν
του παραβληματος . Ἐαν δοθεν παρα δοθεισαν παραβληθῃ ἐλλειπον εἰδει δεδομενῳ τῳ εἰδει , δεδοται τα πλατη του ἐλλειματος .
9999971 σκευαζομενα
ὀξους και χλιαρον ἐπιχεομενον και τα δια γλαυκιου και κροκου σκευαζομενα παντα τον αὐτον τροπον και αὐτα προς μετριας φλεγμονας
παρωτιδας δυναμενων , οἱα ἐστι τα δια ζυμης και ἰξου σκευαζομενα βοηθηματα , οὑτοι φανερως αἰτιοι του πνιγηναι τους καμνοντας
9999971 ἐθαυμαζον
ἐπιεζε και ἐκολαζε παντα τροπον . τινες μεν οὐν αὐτον ἐθαυμαζον ὡς σοφωτατον παντων , τισι δε μαινεσθαι ἐδοκει ,
των του σωτηρος ἐντολων ἐδεξαντο , τινες μεν ἐξ αὐτων ἐθαυμαζον με , ἀλλοι δε ὠργιζοντο και θυμουμενοι ἐλεγον :
9999971 ξηραντικωτερα
ἀναπλαττοντες . ἐστι δε και τα ξηρα φυλλα των χλωρων ξηραντικωτερα . ὁ δε χυλος οὐκ ἐκ των φυλλων μονον
και ξηροτριβειϲθωϲαν ἐν ἡλιῳ : και ἡ λοιπη δε διαιτα ξηραντικωτερα παραλαμβανεϲθω . ταριχουϲ οὐν ἐϲθιετωϲαν και ναπυ και ϲκορδα
9999971 τουνεκα
ἐκεδασσαν , ᾑ ἐνι πειρομεν οἰδμα κατα χρεος ἐμβεβαωτες . τουνεκα νυν ὑμεας γουναζομεθ ' , αἰ κε πιθησθε ,
ἐπεσι φησιν ἀστροφαη Διονυσον ἐν ἀκτινεσσι πυρωπον , Ὀρφευς δε τουνεκα μιν καλεουσι Φανητα τε και Διονυσον . φασι δε
9999971 ἀφικομενῳ
δωσεις ; „ ” δεκα ” ἐφη „ νυν , ἀφικομενῳ δε ἐς την Ῥωμην τἀμα παντα . „ και
ὁσιωτερον , οὐδε ἀλλῳ των σων οὐδενι , οὐτε ἐκεισε ἀφικομενῳ ἀμεινον ἐσται . ἀλλα νυν μεν ἠδικημενος ἀπει ,
9999971 συμπεπλεγμενα
της ἰχνευσεως φησιν ὁ Ξενοφων . ἰχνη ὀρθα , εὐθεα συμπεπλεγμενα , εὐναια δρομαια , ὀξεα . ὀζει τα ἰχνη
συγκεχυμενως . συμπεφυωτα : συγκεχυμενα , συγκεκρατημενα , συνηνωμενα , συμπεπλεγμενα , και συνηρμοσμενα . ἀθροα : ὁμου παντα ,
9999971 πατριῳ
δε Ἀριστοβουλος και της κατ ' Ἀριστοτελην φιλοσοφιας προς τῃ πατριῳ μετειληχως , ὁποια περι των ἐν ταις ἱεραις βιβλοις
ἐχειν λογαδας περι αὑτον , οὑς καλεισθαι ὑπο Γαλατων τῃ πατριῳ γλωττῃ σιλοδουρους : τουτο δ ' ἐστιν Ἑλληνιστι εὐχωλιμαιοι
9999970 παραλληλογραμμῳ
. ἐστι δε και το μεν ΓΖ παραλληλογραμμον τῳ ΒΜ παραλληλογραμμῳ ἰσον , το δε ΓΗ τῳ ΒΝ : ἀπεναντιον
ἐστι [ και ὁμοιον ] το ΚΛ παραλληλογραμμον τῳ ΓΝ παραλληλογραμμῳ . δια τα αὐτα δη και το μεν ΚΜ
9999970 συμπιπτετωσαν
ἡ ΔΕ ἐλασσων ἐστι της ἐν τῃ σφαιρᾳ διαμετρου . συμπιπτετωσαν κατα το Ζ σημειον . ἐπει οὐν ἀπο τινος
, εἰπερ και αὑται κἀκειναι δυο ὀρθαις εἰσιν ἰσαι . συμπιπτετωσαν οὐν αἱ ΖΑ , ΗΓ κατα το Λ .
9999970 Πυθαγορικων
Περι φυσιος [ ] πολλα διεξιασιν . . και των Πυθαγορικων δε πολλοι την αὐλητικην ἠσκησαν , ὡς Εὐφρανωρ τε
Θηβαιον αὐλειν μαθειν παρα Ὀλυμπιοδωρῳ και Ὀρθαγορᾳ . και των Πυθαγορικων δε πολλοι την αὐλητικην ἠσκησαν , ὡς Εὐφρανωρ τε
9999970 ἀναγεγραμμενα
τοιγαρουν ἐπι τοις ἠριοις μαρτυρια ἐστιν ἰδειν της ἀρετης αὐτων ἀναγεγραμμενα ἀληθη προς ἁπαντας τους Ἑλληνας , ἐκεινοις μεν :
και τα ἀπ ' αὐτων εὐθυγραμμα ὁμοια τε και ὁμοιως ἀναγεγραμμενα ἀναλογον ἐσται . Και αἱ λοιπαι ἀρα πλευραι .
9999970 πικροτερα
ὑγιαινοντας , τους σοφωτερους μιμητεον των ἰατρων , οἱ τα πικροτερα των φαρμακων μελιτι την κυλικα περιχρισαντες πινειν διδοασι .
Ἀριστοτελης δε ἐν τοις φυσικοις προβλημασι φησιν : οἱ μονοσιτουντες πικροτερα τα ἠθη ἐχουσιν μαλλον ἠ οἱ δις τροφαις χρωμενοι
9999970 πιστευουσι
και Τανταλον γεννησας , ὡς οἱ μυθοι λεγουσι και παντες πιστευουσι , το μεν ὡς οἱ μυθοι λεγουσιν ἀναφορα ,
: ἀλλ ' ἰδου γιγνωσκει , διαφοιτᾳ γαρ , και πιστευουσι μεν ἠδη μυριοι , πηδωσι δ ' ὑφ '
9999970 χαιρουσα
ΑΛΛΩΣ . Ἀμφιβολον το κακοχαρτον , ἠτοι γαρ ἡ κακοις χαιρουσα , ἠ ἐφ ' ᾑ οἱ κακοι ἐπιχαιρουσι .
, και μετα του ἀναγωγου ἡγεμονος ἀκολουθει τῃ ἀγαθῃ θελησει χαιρουσα , και αὐτη την οἰκειαν ἑαυτῃ ταξιν ἐπι των
9999970 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999970 Αἰγυπτιαν
τε την ἡμεραν και την ἐπιουσαν νυκτα ἐφεροντο ἀναμετρουντες την Αἰγυπτιαν καλουμενην θαλατταν : τῃ δε δευτερᾳ ἐπεπαυτο μεν ὁ
την Ἑλλαδα ἐμαθε την Ἑλλαδα φωνην , ἐχων και την Αἰγυπτιαν . ὁ δε λογος ὁ λεγων αὐτοχθονας εἰναι Ἀθηναιους
9999970 Μενανδρου
τοιαυτα πιπρασκουσιν ἐθελοις καλειν , εὑροις ἀν ἐν ταις Συναριστωσαις Μενανδρου το ὀνομα . εἰποις δ ' ἀν την πρασιν
ἀριστησαι , ἠριστησα συνηριστησα , ἀριστοποιουμενους , ἀριστωσαι και το Μενανδρου δραμα Συναριστωσαι , και ὁ παρα Ξενοφωντι ἀναριστος και
9999970 δικαστηρια
δικανικου , συμβουλευτικου , πανηγυρικου , τοποι του μεν δικανικου δικαστηρια , του δε συμβουλευτικου ἐκκλησιαι και δικαστηρια , του
ἁπαντας μεν γαρ τους ὁμιλουντας οὐ . πολλοις γαρ τα δικαστηρια μεταλλα . δει δε οὐδε ἁπαντων κατεγνωκεναι κακιαν .
9999970 κατελαμβανε
τα προς ἡμας ἐν τοις περι σου λογοις ὀντας ἡμας κατελαμβανε πολλοις τε ῥεουσι και ἀπο πολλων στοματων , πολλοι
ἀιδια ἐγινετο . Ἐγινετο δε , ὁτι λογος πασαν ὑλην κατελαμβανε και εἰχεν ἐν αὑτῳ παντα ὀντων αὐτων ἐκει ἐν
9999970 σμικροτης
οὐ μονον ὀξυτης και βαρυτης , ἀλλα και μεγεθος και σμικροτης και λειοτης και τραχυτης φωνης , εὑροι δ '
ἐν τῃ διαστολῃ του σφυγμου ; ὀκτω , μεγεθος , σμικροτης , σφοδροτης , ἀμυδροτης , ταχυτης , βραδυτης ,
9999970 γιγνωσκομεν
μηδενος ὁλως ἀποτυγχανειν : ἀλλ ' ὡσπερ ἡμεις τα ζῳα γιγνωσκομεν ὁρωντες , ὁτι τουτο μεν ἐστι προβατον , εἰ
οὐ προσδιδασκουσιν , οὐκ ἐννοουντες ὁτι πολλοστον μερος ἐστιν ἁ γιγνωσκομεν ὡν ἀγνοουμεν : ἀλλως τε ὁτι και των ἐναντιων
9999970 λαμβανετωσαν
και ῥυπτικον των κατα τον θωρακα παθων . ἀμυγδαλων οὐν λαμβανετωσαν ἠ πιστακιων ἠ σταφιδων ἠ στροβιλιων και τας ἐκ
εὑροι τουτου τοις ὑδεριωσι καλλιον βοηθημα ; των δε προποματων λαμβανετωσαν ἀψινθατου και μαλιστα του ἐχοντος και ναρδοσταχυος πλειονος ἠ
9999970 κατεσκευασμενη
διαλλαττει της Θουκυδιδου λεξεως ἡ Δημοσθενους ἡ παρα τον αὐτον κατεσκευασμενη χαρακτηρα , εἰπωμεν : ἀπαιτει γαρ ὁ λογος .
Διωνος φιλοσοφια ῥητορικωτερα τῳ Ἀπολλωνιῳ ἐφαινετο και ἐς το εὐφραινον κατεσκευασμενη μαλλον , ὁθεν διορθουμενος αὐτον φησιν ” αὐλῳ και
9999970 εὐμενες
δηλονοτι ἐρωτωντος και του την ἀποκρισιν διδοντος , ὑπερ του εὐμενες αὐτοις ἐσεσθαι το θειον και το ἐσομενον ἀποκαλυψαι κατα
χυμοις ἠ πυκνωσει δερματος συνισταμενων . ἐστι δε και ὑποχονδριῳ εὐμενες , εἰπερ τι και ἀλλο . ἐξανθηματων δε δια
9999970 ἀτεραμονα
των ὀσπριων ἠ και του παντος σιτου κυαμον και φακον ἀτεραμονα γινεσθαι ψευδος ὑποληπτεον ἀλλα μαλιστα διαπειρωμενοι τουτων δια την
δε και το χωριον ὁτε μεν τεραμονα φερειν ὁτε δε ἀτεραμονα της αὐτης ἐργασιας τυγχανον : και των συνεχων αὐλακος
9999969 ἐδεισαν
φοβον οὐχ ἡττω της Ἀννιβου τυραννιδος . Περι αὐτης γουν ἐδεισαν Ῥωμαιοι της πολεως . Πολλακις γουν συμμιξαντες και πολλακις
. οἱ δε Ἀθηναιοι της πολεως ταυτης ξυνοικιζομενης το πρωτον ἐδεισαν τε και ἐνομισαν ἐπι τῃ Εὐβοιᾳ μαλιστα καθιστασθαι ,
9999969 ποτηρια
ἐπι τεινας εὐρειης στιβαδος , παρεθηκ ' αὐτοισι θαλειαν δαιτα ποτηρια τε , στεφανους δ ' ἐπι κρασιν ἐθηκεν .
σατυρικων ζῳων , ἀληθινον ἐχοντων ἱματισμον , οἱς παρεκειτο και ποτηρια χρυσα . Κατα μεσον δε των ἀντρων νυμφαι ἐλειφθησαν
9999969 μνημονευουσι
ἀφειλετο και ἀνθρωπων εἰκονας χαλκας . ἀρχαιοτατον δε ἀγωνισμα γενεσθαι μνημονευουσι και ἐφ ' ᾡ πρωτον ἀθλα ἐθεσαν , ᾀσαι
πολεων των μετεχουσων της Ἀμφικτυονιας τινες οἱπερ ἐκαλουντο Πυλαγοραι : μνημονευουσι δε και τουτων πολλοι , ὡσπερ και Δημοσθενης ἐν
9999969 λιθαργυρος
ἡ Κρητικη , καδμεια , κισηρις ἀκαυστος και κεκαυμενη , λιθαργυρος μετριως , σμυρις ἱκανως , το ἐκ των κριβανων
, φακη , Χια γη και Σαμια , καδμεια , λιθαργυρος . Ἀγνου τα φυλλα και το σπερμα μετριως ,
9999969 μελανες
, και ὁ οἰνος μελας , ἐπειδη των οἰνων οἱ μελανες εἰσι φυσει παχυτεροι . Και ταυτα και τα ψυχοντα
τε οὐσαις ; οὐτε γαρ αἱ μεν λευκαι αἱ δε μελανες . θεσιν δε οὐ δυνατον εἰπειν , ἐπει οὑτως
9999969 βελτιων
ἡ ψυχη του σωματος ἐν τῳ ζην το ζῳον χωριζομενη βελτιων γινεται ἑαυτης ἐν τε τοις ὑπνοις κατα τους ὀνειρους
σκυταριοις ῥαπτοισι φορων Ἐφεσηια γραμματα καλα . ποσῳ γαρ τουτων βελτιων Γοργιας ὁ Λεοντινος , περι οὑ φησιν ὁ αὐτος
9999969 κατελιπεν
πολλοι φρονιμοι γεγονασι : ταυτην γαρ μιαν ὁ νους ἑαυτῳ κατελιπεν διδασκαλον , ὡσπερ δικαστην ἠ κριτην ἠ κυριον .
τουτων μαρτυρουντων , ἐγω δε ἀπεστερηθην ὡν ὁ πατηρ μοι κατελιπεν χρηματων και του δικην λαβειν περι ὡν ἀδικουμαι .
9999969 ἰδιωτης
κοινων ἐπιτροπευσειν : και ταυτ ' ἐντος ἑξ μηνων διοικησαμενος ἰδιωτης αὐθις ἐσται το τιμασθαι μονον ἐκ τουτων λαβων ,
Λυσικρατην ὑπερ Νικομαχου βλαβης : ἀνδρες δικασται , ὁτι μεν ἰδιωτης . Συνηγορια Παρμενοντι ὑπερ ἀνδραποδου βλαβης : και παραγεγενημενος
9999968 πιθανοτης
κατεπιπτεν ὁ Ἀλφειος εἰς τι βαραθρον , ἠν τις ἀν πιθανοτης ἐντευθεν διηκειν κατα γης ῥειθρον μεχρι της Σικελιας ἀμιγες
. Ἀρεται δε διηγησεως τρεις , σαφηνεια , συντομια , πιθανοτης . διο μαλιστα μεν , εἰ δυνατον ἐστιν ,
9999968 παραλλαγη
ἡ δ ' ἀναφορα προς την ἡμετεραν αἰσθησιν ἐν ταυτῃ παραλλαγη γινεται των μερων : οὐδεν γαρ κωλυει την μεν
παραγεταιΟὐ . πιθανην ἀπολογιαν τινες φασιν , ὡς ἐν ῥημασι παραλλαγη προσωπων : διωκετον γαρ ἀντι του διωκετην : και
9999968 μυριαδας
ἐφηδρευε προς ἀναπληρωσιν των κενουμενων ταξεων , ὡς αὐτοβοει πολλας μυριαδας καταστορεσαι και μηδενα της ἀντιταχθεισης νεοτητος ἀπολιπεσθαι : κτεινουσι
του βασιλεως και μελλοντος ὀλιγοις στρατιωταις προς τους σατραπας διαγωνιζεσθαι μυριαδας ἑπτα στρατιωτων ἐχοντας , συμμαχησαντος αὐτῳ Χαρητος πασῃ τῃ
9999968 κομισθεις
ἐδιωκεν ἁμα τῃ παρουσῃ φρουρᾳ : κἀγω δε συνανεβην φοραδην κομισθεις . Ὡς δε εἰδον οἱ λῃσται προσιουσαν ἠδη την
ὀνομα Περιηρης ἐν Ὀγχηστωι Ποσειδωνος τεμενει τιτρωσκει : ὁ δε κομισθεις εἰς Ὀρχομενον ἡμιθνης ἐπισκηπτει τελευτων Ἐργινωι τωι παιδι ἐκδικησαι
9999968 ἀπεστερησεν
ἑνεκα ἐπεβουλευσα αὐτῳ : ὁ γαρ πρεσβυτερος ἀδελφος παντα λαβων ἀπεστερησεν ἡμας . Ἰσως δ ' ἐρει ὡς οὐκ ἐστι
, ὁς δια τα Συρων πατρια και ἡμας των ἰχθυων ἀπεστερησεν ἑτερ ' ἐκ Συριας παρεισφερων . καιτοι γε Ἀντιπατρος
9999968 παρεσκευαζοντο
κειμενην χωραν , αὐτοι δε δογμα γραψαντες ἀκολουθον τοις προειρημενοις παρεσκευαζοντο τα προς την στρατειαν . Περδικκας δε τους τε
του πολεμου παραδοξος ἁπασι γενομενη και ὁ χρονος ἐν ᾡ παρεσκευαζοντο πολυς ἐφελκυσθεις διεχεεν αὐτων τα βουλευματα . των γαρ
9999968 Πατροκλεους
το παραπετασμα αὐλαιαν καλειν , Ὑπερειδου εἰποντος ἐν τῳ κατα Πατροκλεους . οἱ δ ' ἐννεα ἀρχοντες εἱστιωντο ἐν τῃ
ἐν τῳ κατα Μειδιου , και ἐν τῳ κατα των Πατροκλεους παιδων Δειναρχου . Πλινθειον : ὁ τοπος ἐν ᾡ
9999968 κομης
, και ἠγον αὐτον οἱ ἀμφι την γυναικωνιτιν ἐπισπωντες της κομης , ὁν δη ἀγονται τροπον οἱ βασιλεως δουλοι .
αἱ δε τελαμωνας ἠ μιτρας , αἱ δε ἀθυρματα [ κομης ] παρθενικα , και που τινες και πλοκαμων ἀποκειραμεναι
9999968 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999968 πλανωμενη
κυνηγετουντος ἐρασθεισα ἐθηρευεν μεταθεουσα ταις ἐπιθυμιαις . φοιτωσα γαρ και πλανωμενη παντας τους ὀρειους ἐπεξῃει δρυμους , ὡς μυθον εἰναι
τοι ] ἠγουν προσελθειν και ἀκουσαι τα κατ ' ἐμε πλανωμενη ] φερομενη . γνωμικον Ἡ πημονη , φησι ,
9999968 Σικελικων
. και Ἀνδρεας ὁ Πανορμιτης ἐν τῳ τριακοστῳ τριτῳ των Σικελικων των κατα πολιν , ὡς ἀπο δυο νεων προσαγοιτο
δευτερῳ . : Ὑκκαρον , φρουριον Σικελιας , ὡς Φιλιστος Σικελικων πρωτῳ . Ἀπολλοδωρος δ ' ἐν δευτερῳ Χρονικων πολιν
9999968 τοιουτοϲ
και ϲυμπαντα ϲημεια και ϲυμπτωματα ὀλεθρια , τεθνηξεται μεν ὁ τοιουτοϲ ἀρρωϲτοϲ , ἀλλ ' εἰ μεν ὀξεωϲ κινοιτο κατα
ταπεινοϲ τιϲ ἠ ϲτενοϲ ἠ και βραχυϲ φαινομενοϲ οὐκ ὠν τοιουτοϲ , ἀλλα δια παχοϲ πιμεληϲ τινοϲ ἠ ϲαρκων ἠ
9999968 ἐνεστωσης
, οὐδεν τουτων ὑπολογον ποιησαμενοι , οὐδε της τοτ ' ἐνεστωσης κρισεως και των ὁρκων , οὑς ὀμωμοκοτες φερετε την
μελικρατῳ μεθ ' ἁλων και λιτρου , παρακμης δ ' ἐνεστωσης μιγνυειν ὑσσωπον ἠ ὀριγανον ἠ κολοκυνθιδα : χρεια γαρ
9999968 γυμναστικην
θαυμαστον δ ' οὐδεν ἐστιν ἀγνοειν ὑμας την των τηλικουτων γυμναστικην , ἡν βουλοιμην ἀν ὑμιν καιπερ ἀτοπον οὐσαν δηλωσαι
πρακτικωτεροι ἐκ του ἐχειν ἐν ἑαυτοις την πρακτικην ἠ την γυμναστικην . εἰπε δε τας δυο ταυτας ὡς συντελουσας ἀμφοτερας
9999968 ἀλεκτοριδος
αἰγειον ποτε στεαρ ὠφελησε τα οὑτως ἐσκληρυσμενα και το της ἀλεκτοριδος : ἀλλα ταυτα μεν ἀσθενεστερα τε ἐστι και τας
γλευκινον μετα βουτυρου , ἐντακεντων αὐτοις στεατων τινων χηνος ἠ ἀλεκτοριδος ἠ μυελου ἐλαφειου . Ὑπελθουσης δε της γαστρος ,
9999968 ὠνομασθησαν
' ἀπο του συνοικησαντος αὐτῳ Μεγαρεως του Ποσειδωνος οἱ Μεγαρεις ὠνομασθησαν . ἀριστευοντες ἐρετμοις : ναυτικοι γαρ εἰσι . μαρ
ἀνηλωκεναι κρομμυων και σκοροδων και τυρου ταλαντα μυρια πεντακοσια . ὠνομασθησαν δε πυραμιδες ἀπο των πυρων , οὑς ἐκει συναγαγων
9999968 ἐστρατευσαντο
οἱ Τεγεαται ἐπεμψαν ἐς Δελφους , Λακεδαιμονιους ὁτε ἐπι σφας ἐστρατευσαντο αἰχμαλωτους ἑλοντες : Λακεδαιμονιων δε ἀπαντικρυ τουτων ἀναθηματα ἐστιν
τετελευτηκοτα : ἠτοι γαρ οὐδε ὁλως ἐστρατευσαντο , ἠ εἰπερ ἐστρατευσαντο , παντες ἐφυγον . Ἀντισθενης μεν οὐν και Διογενης
9999968 ἀποδιδουσα
ψυχογονιᾳ αὐτῃ , τοις μεν πλανωμενοις κατα τους ἑπτα φθογγους ἀποδιδουσα την των εἰκοσιοκτω φυσι - κων τε και ψυχικων
καταβαινει , ἐστ ' ἀν ἀφικηται ὁθεν ἠρξατο μετεωριζεσθαι , ἀποδιδουσα τῃσι πλευρῃσι τῃσιν ἐπιλοιποισιν ἁπασαις , και ἐνθεν και
9999968 αἰσθητηριου
δοξειεν ἀν μεταβαλλων ἠ του σωματος μεταβαλλοντος , τουτεστι του αἰσθητηριου , δια τινα χυμον συρρευσαντα ἐκεισε ποτε μεν εἰναι
, οὐκ ὀψεται , οὐχ ὡς οὐκ ὀντος του ὀπτικου αἰσθητηριου , ἀλλ ' ὡς του μεταξυ μη ὀντος ,
9999968 ἐνεποιησεν
λαβειν . την δ ' ἐπιθυμιαν ὁ γενναιος ἡμιν ἐκεινος ἐνεποιησεν ἀγων , ὁν δειξας ἐπειτα κατεκλεισας ἀδικων σαυτον τε
δη και ποτε ὀμοσας τους ὁρκους τουτους τῳ δημῳ θορυβον ἐνεποιησεν ὡσπερ και ἐπι τῳ ὀμνυναι τον Ἀσκληπιον , χρωμενος
9999968 Πεισανδρου
ἐξοισων ἐπιγυον . ἠ δωρ ' αἰτων ἀρχην πολεμου μετα Πεισανδρου πορισειεν . ἠ βοιδαριων τις ἀπεκτεινε ζευγος χολικων ἐπιθυμων
Ἀρισταγορου ἀρετης εὐμαρες ἠν διαγνωναι συμβαλοντας , ὁτι του Λακωνικου Πεισανδρου ἀπογονος ἠν , του ποτε συν τῳ Ὀρεστῃ ἀποικιαν
9999968 κατηρασατο
αὐτοις ἐσται ἡ των χρηματων διανομη . οὐ μονον Οἰδιπους κατηρασατο τοις παισι σιδηρῳ το δωμα διαλαχειν , ἀλλα και
ὁ Μελεαγρος εἰς τον πολεμον οὐκ ἐξῃει μεμφομενος ὁτι αὐτῳ κατηρασατο ἡ μητηρ δια τον των ἀδελφων θανατον . ἠδη
9999968 παρεσχετο
μελεταν . ὁτι δ ' ἐν τοσουτῳ λογῳ οὐδαμου μαρτυρας παρεσχετο ὑμιν , ὡς ἠ διατιθεμενῳ τῳ πατρι τῳ ἐμῳ
τραπεζαν ἑνδεκα ταλαντα εἰς τας παρακαταθηκας . Ἁς μεν τοινυν παρεσχετο συνθηκας ὡς κατα ταυτας μισθωσαμενος την τραπεζαν , αὑται
9999968 Μακεδονικων
Θερμαιου κολπου προς ἀρκτον ἐχουσης τον πλουν παραλιας και των Μακεδονικων κολπων μεχρι της Θρᾳκιας χερρονησου . Κατα δε ταυτην
Ἀκαρνανες [ και τινα ] των Ἠπειρωτικων ἐθνων και των Μακεδονικων : [ δει δε , ] ὁπερ ἐφαμεν και
9999968 ἀναλογια
ἀριθμου της δυαδος . γεωμετρικη δε ἐστι μεσοτης ἡ και ἀναλογια κυριως λεγομενη ἡ τῳ αὐτῳ λογῳ ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη
ἐπι των ἐπιμοριων δε ὁ αὐτος λογος : συνεχης μεν ἀναλογια ἐν λογῳ ἡμιολιῳ θʹ Ϛʹ δʹ , διῃρημενη δε
9999968 ἐπεβαλετο
γραμματικος ὠν , ὡς φησιν ὁ Ταραντινος Ἡρακλειδης , πρωτος ἐπεβαλετο τας τοιαυτας ἐξαπλουν φωνας . ὡς δε και ὁ
των ἐκ Συρακουσης ἐνεχθεισων αὐτῳ , και δια της μεταλλειας ἐπεβαλετο τα τειχη σαλευσαι . των δε Καρχηδονιων ἀντιμαχομενων δια
9999968 ἀξιωματι
βʹ Ἀτθιδος φησιν ὡς Ἐριχθονιου βασιλευοντος πρωτον κατεστησαν αἱ ἐν ἀξιωματι παρθενοι φερειν τα κανα τῃ θεῳ , ἐφ '
γραμμασι . και ἰσως εἰκοτως τοδε ἐπραττετο : τῳ γαρ ἀξιωματι προσηκει το φρονημα ἀντιπαλον εἰναι . το δ '
9999968 ἐσπουδακει
Ἀμυνανδρε , μη παρεργῳ τῃ ποιησει κατεχρησατο , ἀλλ ' ἐσπουδακει καθαπερ ἀλλοι , τον τε λογον ὁν ἀπ '
πολλων δε ὁ Φιλαδελφος βασιλεων πλουτῳ διεφερε και περι παντα ἐσπουδακει τα κατασκευασματα φιλοτιμως , ὡστε και πλοιων πληθει παντας
9999968 τετελευτηκεν
τιμαν ὡστε τοσουτων ὁσων ἀκηκοατ ' ἀξιουν , ἐπειδη δε τετελευτηκεν , [ μηδεμιαν ποιησαμενους τουτων μνειαν ] ἀφελεσθαι τι
κρατηρας ἡλατο ὡν συνεγγυς ὀντων οὐδε μνειαν ποτε ἐπεποιητο ; τετελευτηκεν οὐν ἐν Πελοποννησωι . οὐδεν δε παραδοξον ταφον αὐτου
9999968 ἐλευθεριοτητα
οὐν ὑπο ἐθους ἠ ὁπωσουν μεταβαλλοι , ἐλθοι ἀν εἰς ἐλευθεριοτητα : ἀλλ ' ὁ μεν τῳ ὀντι ἀσωτος βελτιων
του προκειμενου ἐργου , ὡς ἐρει . Ὁτε ἐλεγε την ἐλευθεριοτητα περι χρηματων μεσοτητα . ὡς γαρ ἡ ἐλευθεριοτης ἀπο
9999968 Σικελιαν
ταυτης δ ' ἐτι καθεστωσης ἐν πολεμῳ διεβησαν εἰς την Σικελιαν , ἀφελομενοι δε Καρχηδονιων αὐτην ἐπανηλθον ἐπι τους περι
ὑπαρχοντα σωζειν . ἐπειδη δε ἐτελευτησεν ἐκεινος , ὠνειροπολουν μεν Σικελιαν , ἐφιεντο δε Ἰταλιας , ὠρεγοντο δε Καρχηδονος και
9999968 δακρυων
προς τουτοις θολωδη καπνον και βαρυτατην ὀδμην τοις πλησιον μετα δακρυων παρεχεται , τοις δε πορρωθεν θρυαλλον μεγαν , τον
προ των ἀλλων , ἀπο δε του τυχοντος παιδισκαριου και δακρυων ἐπιπλαστων και στεναγμων ἑαλως ὁ γενναιος ; ὁ μεν
9999968 μηνες
ι ἡμερας η ὡρας ιγ ἐγγιστα , ὁμου ἐτη γ μηνες η ἡμεραι ιζ ὡραι γ ἐγγιστα . και δηλοι
. ἐμερισαμεν ταυτα εἰς τρια , και ἐπεβαλον ἑκαστῃ μεριδι μηνες η ἡμεραι Ϛ ὡραι ιϚ . δεδωκαμεν οὐν την
9999968 παιδα
, ἀφ ' οὑ τῃ πολει το ὀνομα ἐγενετο , παιδα Ἀργου του Διος εἰναι λεγουσι . το δε τειχος
Ξεινος Ἀταρνειτης τις ἀνηρετο Πιττακον οὑτω , τον Μιτυληναιον , παιδα τον Ὑῤῥαδιου : ἀττα γερον , δοιος με καλει
9999967 ἀποδιδοασι
. . . οἱ δε φασιν ἐκ πληρους σπιδεος και ἀποδιδοασι πολλου και μακρου . και γαρ Αἰσχυλος πολλακις την
ἀλλα παρα χρονους τινας ἀναπαυλης τυγχανουσιν , εἰτα ἀναπαυσαμεναι παλιν ἀποδιδοασι πλειονας τους καρπους . ἀμειβομεναι οὐν αἱ ἀρουραι .
9999967 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999967 ἐνεργητικην
ξενιτευων και σχεδον ὡς εἰ κατα προθεσιν ἀπειπαμενος και την ἐνεργητικην την περι τας πολεμικας και πολιτικας πραξεις και την
μετα της ὁριστικης ἐγκλισεως και ἐτι των ὑπολοιπων διαθεσιν δηλουν ἐνεργητικην , οὐ μην ἐπιδεχομενοις την παθητικην . ἐστιν δε
9999967 κραματι
χρηϲιϲ μετα πολληϲ τηϲ ἱδρωϲεωϲ , και οἰνοποϲια ζωροτερα τῳ κραματι . ἀντιδοτιον ϲκορπιοπληκτοιϲ δοκιμον : ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ , μελανθιου
πινοντοϲ κυπαριϲϲου ἀφεψημα μετα οἰνου ἠ ϲφαιριων κυπαριϲϲου τριωβολον ἐν κραματι : το δε φαρμακον ἐπι παιδων ποιει . Ἀλλο
9999967 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999967 νησιωτης
κτισαντος . ἐκαλειτο δε και Ὀφιουσα και Δρυοπις . ὁ νησιωτης Κυθνιος . και Κυθνιος τυρος και Κυδιας ὁ ζωγραφος
τον Μενελαου φησι . και δη ἁπαντα ἐσκοπιαζον ὁσα ὁ νησιωτης ἐκεινος νεανισκος . ὁρω δε οὐχ Ἑλενην , μα
9999967 θεωρητικης
, ὁσων οὐκ ἐστιν ὑπερβολη , οἱον της ἑξεως της θεωρητικης ὑπερβολη οὐκ ἐστιν , οὐδε της ἡδονης της ἐκ
ἡ εὐδαιμονια ἐξ ἐνεργειων μιας τινος ἑξεως , ἠτοι της θεωρητικης , ὡστε εἰ ἡ εὐδαιμονια συνισταται ἐκ των ἐνεργειων
9999967 συνηνεγκεν
καιρον , οὐκ ἐποιησαν τουτο . ἀλλ ' ὁτι οὐ συνηνεγκεν αὐτοις φεισαμενοις ; και μην δια τουτο γε εἰσονται
εἰ της Φιλιππου μεριδος ἡ πολις ἐγενετο , οὐκ ἀν συνηνεγκεν , ἐπιστωσατο μεν αὐτο και κατα ἐθνη και κατα
9999967 κατεθετο
δια των φυσικων δυναμεων , ἁς ἠρνησατο μεν Ἐρασιστρατος , κατεθετο δε ὁ Γαληνος , ἐδιδου δε Ἱπποκρατης . νυν
λυσαι , και ὁτι τον βωμον , ὁν περων Δαρειος κατεθετο ἐπ ' ὀνοματι Διαβατηριου Διος , ἠφανισαν . Δατις
9999967 κοιλης
παχειας ἀρτηριας : δυο μεν γαρ ἀποσχιζονται φλεβες ἀπο της κοιλης φλεβος , δυο δ ' ἀρτηριαι ἀπο της παχειας
και ἐν Αἰγυπτῳ και Φοινικῃ και της Συριας δε της κοιλης , ἐν ᾑ γ ' οἱ πλειστοι τυγχανουσιν ,
9999967 πειραστικη
λεγει την ἀτεχνον και ἀλογον τριβην . διαιρειται τοινυν ἡ πειραστικη εἰς τε την ἀλογον ἐμπειριαν και εἰς την μετα
εἰναι . περι ἁ οὐν , φησι , ἡ διαλεκτικη πειραστικη ἐστικαι εἰρηται κατ ' ἀρχας πως ἐστιπερι ταυτα ἡ

Back