πυργου , τον δε πεσοντα ἐλαβε πορφυρεος θανατος και μοιρα κραταιη . ἐκ δ ' ἑλεν Ἀνδρομαχην , ἠυζωνον *
! ! ] ! ! ετο ? ? ? Μοιρα κραταιη ? ? [ ? ] ? [ [ ]
9999976 κρατουμενα
ἀλλων ὑπεροχην , και το κρατιστον κατα την προς τα κρατουμενα δυναμιν , και το ἀγαθον τε και ἐφετον και
την συστασιν χωρει τα χυματα , μη ῥᾳδιως τῃ ἐμφυτῳ κρατουμενα τε και πεττομενα θερμοτητι . Δια τα αὐτα δ
9999974 κρατηθεντα
τοὐπισω πεπλεγμενοις , κατ ' ἀνακλασιν πεπλεγμενοις . ἁλοντα : κρατηθεντα . Ὑπεξεκλεψε : κρυφιως ἠλθεν . ἐξειρυσεν : διεσωσεν
Και τα μεν οὑτω καιρια των μοριων ἐφ ' οἱῳδητινι κρατηθεντα παθει ῥᾳδιως ἀν τα οὐρα ἀλλοιωσει τῃ καιριοτητι ,
9999974 κρατει
και τοτε μεν ἡ ἑτερα , ἀλλοτε δε ἡ ἑτερα κρατει . δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης
Τοὐργον παρεσται φανερον : ἀλλα δεξιαν προτεινε χειρα , και κρατει των σων ὁπλων . Ἐγω δ ' ἀπαυδω γ
9999974 κρατηθηναι
ἀνατειλαντος βορεου και ἀπηλιωτου πνεοντος ἀναβασιν κατα λογον ἐσεσθαι και κρατηθηναι τα Αἰθιοπων δι ' ἀλκης σημαινει . μελας δε
θελησητε . μηποτε σχεθειν ] ἐθελησητε . θ σχεθειν ] κρατηθηναι . θ σχεθειν ] ὑπειξαι . Ξ ἀλκη ]
9999973 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999973 παρεχουσα
του ἐκτεινομενη ἠ ἐξαπλουμενη ἠ ῥηγνυομενη και ἐκ τουτου ἀλγηματα παρεχουσα . * πιτναμενη : ἀραιουμενη * μυδοεν : σεσηπος
ὁλκασι τε και πλοιοις μακροις ἡ τε ἐμπορια καθειστηκει πολλην παρεχουσα των ἀναγκαιων και των ἀλλων την ἀφθονιαν και ἡ
9999973 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999972 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999972 κρατυνει
ἐσθλον , ἐπην τα πρωτα γενηται και ἐν οἱς ἀλλοις κρατυνει την δυναμιν της εἱμαρμενης . ἡγειται μεντοι και αὐτος
και ὠφελιμους τῳ μαθηματικῳ λογῳ βεβαιωθεισας , ἀποδειξει τε μαθηματικῃ κρατυνει αὐτων τους λογους και ποιει ἀψευδεις . Πεφηνεν οὐν
9999972 συνῳκισαν
δουλοις , ἀλλα των περιοικων ποιησαμενοι πολιτας τους ἀριστους , συνῳκισαν τας γυναικας : ἐδοκουν δε και τουτους ἀτιμαζειν και
ἐποιησαν . ὑστερον δε ἐτεσιν ὀκτω προς τοις πεντηκοντα Θετταλοι συνῳκισαν , και μετ ' ὀλιγον ὑπο Κροτωνιατων ἐξεπεσον [
9999972 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999971 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999971 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999971 ὑποκοριστικως
και ἀμπελος ἡ ἐμπηλος οὐσα . . καπηλις δε ὀξυτονως ὑποκοριστικως , ἡ ταυτης ὑπηρετις της καπηλεως . . ἡ
μεγα τρυφος Ὑψιζωρου ἀστυρον εἰσανεβαινεν . εἰρηται παρα το ἀστυ ὑποκοριστικως ἀστυρον . οὑτως Θεων ἐν Ὑπομνηματι των του βʹ
9999971 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999971 εὐστομαχον
, οὐδεν ἀτοπον : ἐχει γαρ τι και εὐκοιλιον και εὐστομαχον και διουρητικον . λαμβανειν δε δει τουτου δια θερμου
οὑτως τε ἐκθλιβειν και ἀποτιθεσθαι . ἱκανως ἐστι στυπτικον και εὐστομαχον ῥευματιζομενῳ τε στομαχῳ και κοιλιᾳ χρησιμον προς τε τας
9999971 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999971 κατασκευασθεν
ἀκουσιῳ , το ἑκουσιον , εἰς την του παντος συμπληρωσιν κατασκευασθεν ἀναδειχθηναι . τουτο μεν δη ταυτῃ λελεχθω . προσηκει
τῃ σαμαινῃ , ὁ ἐστι πλοιον δικροτον ὑπο Πολυκρατους πρωτον κατασκευασθεν του Σαμιων τυραννου , ὡς Λυσιμαχος ἐν βʹ Νοστων
9999970 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999970 τετταρων
και τα τραπεζοειδη κοινῳ προσειρηκεν ὀνοματι τραπεζια περιγραφων αὐτα των τετταρων ἐκεινων , οἱς ἐπαληθευει το των παραλληλογραμμων ἰδιον .
προς τον Ἁρπαγον ὀνομαζομενον ποταμον , ὀντα το πλατος πλεθρων τετταρων . ἐντευθεν δε δια της Σκυτινων πορευ - ομενοι
9999970 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999970 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999970 καταλλασσῃ
, οὐ καλως δε ζ ἀπολυεσαι της συνοχης η οὐ καταλλασσῃ τῃ γυναικι θ οὐκ ἐχεις ἱερατευσαι ι οὐ καταλαμβανῃ
λαμβανεις ληγατον ὀλιγον η πεφαρμακευσαι . ἑαυτῳ βοηθησον θ οὐ καταλλασσῃ τῃ γυναικι ι λανθανει σου ὁ δρασμος α γινῃ
9999970 δηλουσα
. Τι ἐστι μεταληψις ; λεξις ἐκ συνωνυμιας το ὁμωνυμον δηλουσα . Συνεστιον : συνοικον , ὁμοδιαιτον . Ἐξ οὑ
προς την διαιρεσιν : ἐαν μεν γαρ ᾐ ἡ χρεια δηλουσα , ὁποια ἐστι τα πραγματα , μετα το προοιμιον
9999970 ἡγεμονικον
και ὀλιγον και ὑδατωδες , ὡς ὁ Σφαιρος φησιν . ἡγεμονικον δ ' εἰναι το κυριωτατον της ψυχης , ἐν
στασιν και Ἀσκληπιαδην τον ἰατρον αἰνιττεσθαι , ἀναιρουντα μεν το ἡγεμονικον , κατα δε τον αὐτον χρονον αὐτῳ γενομενον .
9999970 ἀποδεικνυων
πεδαις δεσμευων εἰς τας συνεργασιας ἐνεβαλλε , τους δε νομεις ἀποδεικνυων οὐτ ' ἐσθητας οὐτε τροφας ἐχορηγει τας ἁρμοττουσας .
, ὁ δε διωκων ἀδικον αὐτο δια των ἐναντιων λογισμων ἀποδεικνυων . ἐν μεν γαρ ἀντιληψει λεγοντος του φευγοντος εἰ
9999970 θαυμαστων
σεαυτου προς αὐτον συγγενειαν ἀνενεωσω και των ταπεινοτερων τουτων , θαυμαστων δε τοις ἀλλοις κατεφρονησας , φιλοτιμιας και πλουτου και
ἱεραν χθονα ] την θειαν Ἀττικην . ζαθεων ] λιαν θαυμαστων ἠ ταχυτατων . κελαδηματα ] ἠχους . κελαδοντα ]
9999970 ὁρμητηριον
κεφαλαιωδη και περι των Ῥωμαιων των κατασχοντων αὐτην και κατεσκευασμενων ὁρμητηριον προς την συμπασαν ἡγεμονιαν , προσειληφθω και ταυτα ,
των ἐν Ἰωνιᾳ : λειπει ἡ ἀπο . ὁρμωμενοι : ὁρμητηριον ἐχοντες . ἐλπιδα δ ' εἰναι : ἐφασκε δηλονοτι
9999970 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999970 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999970 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999970 μανθανουσι
τους διδασκαλους , παρα μεν των εὐφυων , ὁτι πολλα μανθανουσι , παρα δε των ἀφυων , ὁτι πολυν κοπον
. , : ὁ Πυθαγορας προς τοις ἀλλοις παρηγγελλε τοις μανθανουσι σπανιως μεν ὀμνυναι , χρησαμενους δε τοις ὁρκοις παντως
9999970 κατηρεν
, ἐξεπλευσεν ἐκ της Ταραντος , και δεκαταιος εἰς Λοκρους κατηρεν . ἐντευθεν καταπλευσας τον πορθμον και διαρας Σικελιαν ,
τραφηναι τον Δια . ποιησαμενος οὐν τον ἐκ ταυτης πλουν κατηρεν εἰς την Λιβυην , και πρωτον μεν Ἀνταιον τον
9999970 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999970 ἐξαγγελλειν
μεχρι τινος ἀνεβαλλομην τας ἐπι τοις οὐροις ἐξευρημενας μοι αἰτιας ἐξαγγελλειν , παλαι παραλειφθεισας τῃ των μετιοντων την τεχνην ἀπραγμοσυνῃ
κοινωνον της ἀρχης αὐτον λαβειν ὡς τα παρα των θεων ἐξαγγελλειν ἱκανον : και κατ ' ἀρχας μεν ἱερεα κατασταθηναι
9999970 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999969 κατεχουσα
συνετως δε . Στασις δε ἠλθε πασι τοις τετραποδοις καυχημα κατεχουσα εἰς παιδων πληθη . Και δη ἐφασκον τῃ λεαινῃ
ἡμιονων , ὁτι και ἡ σεληνη τας πλειους ἑαυτης κινησεις κατεχουσα εὐτακτως την πορειαν ποιειται . Ἐστι δε και ἀλληγορικως
9999969 κυκλοτερης
, στεφανη : κατα δε μεταφοραν ὁ τροχος δια το κυκλοτερης [ ] εἰναι . Ἀμυρις μαινεται : θεωρος γαρ
λεπτη , σκοτωδης , μαυρα . περιδρομος : κυκλοειδης , κυκλοτερης , σκοτωδης . ἐστεφανωται : ἐπικειται δικην στεφανης ,
9999969 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999968 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999968 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999968 ἀγανακτων
λαβοντα ἀποχωρειν . και μηδεις νομισῃ ὡς ἐγω ὑπερ ἐμαυτου ἀγανακτων ταυτα εἰρηκα μαλλον ἠ ὑπερ ὑμων δεδιως μηποτε ἀρα
ἐπι τῃ τυραννιδι αἰτιαν σχων και φυγῃ ἀιδιῳ ἐλασθεις , ἀγανακτων τ ' ἐπι τῃ συμφορᾳ και τιμωριαν παρα των
9999968 ἀληθευουσαν
την του θειου Πτολεμαιου μεθοδον ἡν εὑρισκομεν σχεδον ἐπι παντων ἀληθευουσαν . Εὐλογως δε φησιν ὁ Πτολεμαιος : εἰ τις
κατα την ἀναγκαιαν ὑλην λαμβανοις , ἀει την μεν καταφασιν ἀληθευουσαν εὑρησεις την δε ἀποφασιν ψευδομενην , εἰ δε κατα
9999968 μισθουσθαι
ἱλαριας μετεχειν , ἐναντια δε ἀγοραζειν , οἰκιας ἠ χωρας μισθουσθαι ἠ μετοικιζεσθαι , ἐκτιτρωσκειν δε ἐπικινδυνον και ταις αὐτοματως
δε Ταυρῳ σπειρειν , φυτευειν και ἀργην γην γεωργειν , μισθουσθαι δε χωραν ἀσυμφορον , ἐν δε Διδυμοις γεωργειν και
9999968 νης
ψοφου ἀνοιγεσθαι . της δε κατα του τεγους δεχομε - νης τον μοιχον , χλευαζοντας τους γειτονας ἐπι των μηδεν
και οἱ του ἐργου ἐπισταται , ὡς ὁ Δημοσθε - νης ἑαυτον τειχοποιον καλει . ἐρεις δε ταφρον ἠλασαντο ,
9999968 ἰδιωτικον
Μειδιου πεποιηκε : φασκοντος γαρ του Μειδιου ὑβριν εἰναι και ἰδιωτικον , ἀλλ ' οὐ δημοσιον ἀδικημα περι την ἑορτην
γιγνεται τουτο λαβειν , ἠ οὐχι του διακρινειν , ποτερον ἰδιωτικον ἐστιν ἠ ἱερατικον το εὑρισκομενον : εἰτα ἐπισυναπτεις δευτερον
9999968 δημοτικου
αὐτος εἰμι : μεγα το χρημα και δεομενον προστατου οὐ δημοτικου , μα Δια , οὐδε ἐρχομενου χαμαι , οὐδε
Ἀγαθαρχος Κερκυραιος ἀρχοντος Ἀθηνησι Θηρικλεους . οὑτος ὑπεριδων μεν του δημοτικου πληθους , ὑπεριδων δε των πατρικιων , ὑφ '
9999968 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999968 ποιη
Ὁ μεν οὐν Ἱππαρχος ἐπεχειρησε μεν και την τοιαυτην διορθωσιν ποιη - σασθαι . πανυ δ ' ἀναισθητως ἀνεπιστατως και
δε και σκυλτικος ἐν ἀρχῃ , ὑστερον δε και κερδη ποιη - σει και προκοπας και ἐχθρων ταπεινωσιν . ἐπι
9999968 ἀπροσδιοριστως
οὑτως ἐχοντων , ἐπειδη δεδεικται τοις φιλοσοφοις ἁπασιν ὁτι το ἀπροσδιοριστως τι λεγειν ἰσοδυναμει τῳ μετα προσδιορισμου μερικου οἱον του
εἰδη διαιρουμενον πλειονα , εἰς τον κατ ' ἐξοχην και ἀπροσδιοριστως λεγομενον ποιητην , εἰς λυρικον * ποιητην * ,
9999968 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999968 ἀκρατως
ἐξειργασμενος . δικαιου δε της γνωμης φανεισης και δεχθεισης , ἀκρατως οἱ πολλοι μετετιθεντο , μεχρι Κατων ἠδη σαφως ἀνακαλυπτων
, ἐκπαλαι . ἐπνιγομην τα σπλαγχνα : ἠγουν ἐφλεγομην και ἀκρατως εἰχον , ὡστε συνταραξαι παντα , ἁπερ οὑτος εἰπεν
9999968 Ἐπιμερισμοις
και πλεονασμῳ του ρ , ῥοδον . οὑτως Ἡρωδιανος ἐν Ἐπιμερισμοις . Ῥυθμος . ῥυω ἐστι ῥημα , οὑ μελλων
δ ' ἐκεινος οὐ καταπροϊξεται . ὁ δε Ἡρωδιανος ἐν Ἐπιμερισμοις παρα το ἰσσω φησι , ὡς και Ἀρχιλοχος :
9999968 τικτουσαν
ἐς ἀροτρα βοων ἐβιησατο [ φυτλην ] [ ὠμοβορῳ ] τικτουσαν [ ] ἐοικοτα τεκνα [ λοχειῃ ] : [
τοις ἀρτοις πονηρον γιγνεται . ἀχθομαι δ ' ἀπολωλεκως ἀλεκτρυονα τικτουσαν ᾠα παγκαλα . χλαιναν δε σοι λαβων παχειαν ἐπιβαλω
9999968 κρατηρων
θεοις τοις ἐγχωριοις και δαιμοσι , ἱνα σπονδων ἁμα και κρατηρων ἁψαμενοι μετα Θηβαιων ἐπι τους Περσας ὁρμησωμεν . ταυτα
ζωμον τε φερειν ἐν χοϊ χρυσῃ , και γευομενον των κρατηρων προτερον μεθυειν των πινοντων . αὐλειν δ ' αὐτοις
9999968 Λιβυων
. Ἀπικομενος δε ἐς την Κινυπα οἰκισε χωρον καλλιστον των Λιβυων παρα ποταμον . Ἐξελασθεις δε ἐνθευτεν τῳ τριτῳ ἐτεϊ
δε και Λιβυες ἐπεβησαν του λογου : και γαρ το Λιβυων μαντηιον το Ἀμμωνος , και τουτο ἐς τον ἠερα
9999968 Κρητικων
ὁμοια τοις Σαρδιανοις . ἰδιωτατη δε ἡ φυσις ἡ των Κρητικων , παραπλησια δε τροπον τινα τοις Ἀσκαλωνιοις , εἰ
' ὑπο τινων ὡς Λακωνικα εἰη τα πολλα των νομιζομενων Κρητικων , το δ ' ἀληθες εὑρησθαι μεν ὑπ '
9999968 χαρακτηριζεται
, εἰπων δε το ζῳῳ εἰναι ἐσημανε καθ ' ὁ χαρακτηριζεται , τουτ ' ἐστι το εἰδος : το γαρ
τῳ θεῳ , δηλον ἐντευθεν : οἱς γαρ το θειον χαρακτηριζεται , τουτοις και ὁ τελειος φιλοσοφος χαρακτηριζεται : και
9999968 Τιμοκρατης
Την δ ' οἰκιαν την ἐν Μελιτῃ παρεχετωσαν Ἀμυνομαχος και Τιμοκρατης ἐνοικειν Ἑρμαρχῳ και τοις μετ ' αὐτου φιλοσοφουσιν ,
γραφεσθαι . εἰ μεν οὐν μη πασιν ἠν ἐνοχος τουτοις Τιμοκρατης , και παρα παντα ταυτ ' εἰσενηνοχει τον νομον
9999968 ἀπαγγειλαντων
ἐπεθετο τουτων ἡμαρτεν οὐδενος . Δυο νεανισκων κεκονιμενων και ἀγγελιαν ἀπαγγειλαντων . Ὁτι Ὁμηρος πρωτος περι της ἐν τοις πολεμοις
. ἀνελθοντων δε των πρεσβεων και την εὐποριαν των Ἐγεσταιων ἀπαγγειλαντων , συνηλθεν ὁ δημος περι τουτων . προτεθεισης δε
9999968 κατεμειναν
' Ἀγαμεμνονος τινες δια νοσον την περι τας πυγας ἐνταυθα κατεμειναν . Πτωματα ἐλαιων : Λυσιας ἐν τῳ κατα Νικιδου
θεου το ἀτρεπτον εἰναι : ἀλλ ' οἱ μεν τραπεντες κατεμειναν ἀχρι παντελους φθορας , οἱ δ ' ὁσον μονον
9999968 ἀκουσαντι
[ ] σπουδασαι ? ? τωι [ μεν ] ? ἀκουσαντι [ ] σκεψασθαι ? τον ἐπαινεθεντα ? ? ἀρα
οὐ κατα το οὐραιον : ὁ δε ἐστι θαυμα και ἀκουσαντι και ἰδοντι , ὑπ ' αὐτην την ῥινα ,
9999968 ἀναστρεψας
, προς ταχος ἐμαυτον ἀπορρυψας ἀπειμι κοσμιως μαλα ἐσχηματισμενος , ἀναστρεψας το τριβωνιον ὡς ἐπι του καθαρωτερου γενοιτο ἡ ἀναβολη
ἀπηγαγε την δυναμιν . ὡς δε νυξ ἐπηλθε , συντονως ἀναστρεψας ἐπι τας Σαρδεις ἠγαγε και προσπεσων τοις τειχεσιν ἀφυλακτοις
9999968 πλεονασμου
ἀφ ' οὑ και μεχρι νυν , κατ ' εὐχην πλεονασμου ὑγροτητος , και ἐν τοις ὑδραγωγιοις των χωριων γεμοντες
δια του ω : ὁμοιως δε και ὁσα ἐχει ἀπο πλεονασμου το η κατα την τριτην ἀπο τελους : οἱον
9999968 βουλευσεως
και βουλευεται , ἡ δε φυσις ἀπο της ἀρχης ἀπροσδεης βουλευσεως . Και δει του παντος την διοικησιν και τον
, δωροξενιας δωρων , συκοφαντιας , ψευδοκλητειας , ψευδεγγραφης , βουλευσεως , ἀγραφιου , μοιχειας . εἰσαγουσι δε και δοκιμασιας
9999968 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999968 ἀναιδης
ἐρεις περι τουτων ? ? ? διαλεγομενον : ἐγω δε ἀναιδης ἀν ἠμην λαθραι πειρων και κλεπτομενην ἀπολαυσιν ἁρπαζων και
: κυνωπιδος , ἀναιδους : κυνειρον ἁπαλον : κυνοθρασυς , ἀναιδης : σεσημειωται το κοιλον , ἐξ οὑ και το
9999968 ὑπουσης
το της χορηγιας , χρηματων βασιλικων ἠ τινος μεγαλης ἰδιωτικης ὑπουσης οὐσιας , ἐν πολλῃ και ἀφθονῳ κυλινδουμενον ἀσελγειᾳ μεχρι
ὁρμαις ἑπομενος και μηδεμιαν ἐων ὑποσκελιζεσθαι : διο και της ὑπουσης δυναμεως ἐστιν ὁτε πλεον ἐνεανιευετο | δυναμιν ἀκαθαιρετον το
9999968 κοιτης
: λοιπον ὁ ποιητης ταυτα : ἀνηλατο δε ἐκ της κοιτης και ἐστη . ἀσμενως . περιχαρης ὠν . συλλαβων
ἐκκλινων τας Διος ἀπειλας , ἐφυγεν εἰς την ἀκρωρειαν Βορεου κοιτης , και εἰς κροκοδειλον μεταμορφωθεις ἐλαθεν : ὁ δε
9999968 φυλαχθηναι
το πληθος των αἰτιων και την ὑπεροχην εἰς το ἀδιαμαρτητον φυλαχθηναι . και ταυτα δε παντα ἐξ οὐρων τε και
την καρδιαν σου ἠδη ἀναβῃ μη δυνασθαι αὐτας ὑπο ἀνθρωπου φυλαχθηναι , οὐ φυλαξεις αὐτας . νυν δε σοι λεγω
9999968 ὑποτακτικου
Γ . ὀφρα ταχιστα ‖ ἐντυνεαι . † ) ἀντι ὑποτακτικου του ἐντυνηαι , ὡς και ἐπι του ” ἐπει
Το ἐαν τυπτωμαι χρονου μεν ἐστιν ἐνεστωτος και παρατατικου παθητικου ὑποτακτικου , κανονιζεται δε ἀπο του ὑποτακτικου ἐνεργητικου ἐνεστωτος :
9999968 νηστιν
ἀνερχομενος ἐμε την ἀθλιαν ὀπισω καταδιωκει , και ποιει πλανασθαι νηστιν . . : ἈΛΛΩΣ : το γαρ φασμα του
δε χρη μαλιστα , ὁσον πληθος ἀν ᾐ κοχλιαριου , νηστιν ὀντα ἠ εἰς κοιτην . βλαπτει δε οὐδεν ,
9999968 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999968 λογισμων
, ἡτις ἠν λιθινῃ πλακι κατησφαλισμενη , ἱσταμεθα των πολλων λογισμων τας ψυχας περιαραντες . ᾐδειμεν γαρ μηδεν του λοιπου
βαρυν τονον ἐχουσῃ . παγκαλως οὐν τῳ πληθει των ἀδικων λογισμων ἀντεθηκεν ἑνα τον δικαιον , ἀριθμῳ μεν ἐλαττονα δυναμει
9999968 εὑρισκον
ἁπαντα ὡς οὐτε στιβον ἱππων οὐτ ' ἰχνος ἀνθρωπων οὐδεν εὑρισκον ἐξω των δια της ὁδου , πραγμα ἀμηχανον ὑπελαμβανον
εἱλωτας τα χρηματα . Οἱ δε ἀνα το στρατοπεδον σκιδναμενοι εὑρισκον σκηνας κατεσκευασμενας χρυσῳ και ἀργυρῳ , κλινας τε ἐπιχρυσους
9999968 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999968 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999968 τετρακισμυριων
δ ' Ἀντιγονου χωρις των ἐλεφαντων πεζοι μεν πλειους των τετρακισμυριων , ἱππεις δε ὑπερ τους ἑπτακισχιλιους . ἁμα δε
παραλαβοντες τους συμμαχους μυριοις στρατιωταις ἐβοηθουν τοις Ἀκραγαντινοις . Ὡς τετρακισμυριων Καρχηδονιων ἀπαντησαντων ἐνικησαν οἱ Συρακοσιοι και πλειους των ἑξακισχιλιων
9999967 πρεπουσαν
ἀφροδισιοις λεγομενοις . το δε λεγομενοις προσεθηκεν , εὐλαβειαν φιλοσοφῳ πρεπουσαν εὐλαβηθεις : οὐ γαρ αὐτος ὀνομαζει αὐτα , φησιν
ὡρισατο δε την μεγαλοπρεπειαν ἀπο του ὀνοματος , ἐν μεγεθει πρεπουσαν δαπανην . Οὐ τουτο λεγει δια του ἐν τουτοις
9999967 ἀναξυριδας
προτερον δε Λακεδαιμονιοι και Μακεδονες , ἀλλους δε τιαραν και ἀναξυριδας , καθαπερ οἰμαι Περσαι τε και Βακτριοι και Παρθυαιοι
. μοιραν μιαν ἐταξε γυμνα τα σωματα , μοιραν ἑτεραν ἀναξυριδας , κανδυς , στρεπτα και ὁσα τοιαδε . οἱ
9999967 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999967 ἐκκλησιαζειν
μετα βακτηριας . ἐθος ἠν τους ἐντιμους γεροντας τριβωνας φορουντας ἐκκλησιαζειν και βακτηριας ἐν ταις χερσι φεροντας . τοισι προβατοις
την οὐσαν ὁμολογουμενως Ἀθηναιων : πλειους δε ἐκκλησιας συγκλητους ἠναγκαζεσθε ἐκκλησιαζειν μετα φοβου και θορυβου , ἠ τας τεταγμενας ἐκ
9999967 Παγκρατης
μελανοστικτα ὡσπερ κοσσυφος , τα δε ποικιλοστικτα ὡσπερ κιχλη . Παγκρατης δ ' ὁ Ἀρκας την κιχλην ὀνομασι πολλοις φησι
θεριζομενου σιτου . λαβε δ ' ἐν Μιτυληνῃ αὐτην . Παγκρατης ἐν ἐργοις θαλασσιοις : σαλπαι τ ' ἰσομηκεες ἰχθυς
9999967 παραληγουσῃ
ἀζενος , ἐχει γαρ και αὐτο το α ἐν τῃ παραληγουσῃ και σημαινει μερος σωματικον , τον γαρ πωγωνα ,
Τα εἰς ΠΟΣ δισυλλαβα μη ἐπιθετικα ἐχοντα Ο ἐν τῃ παραληγουσῃ μετα συμφωνου ἠ συμφωνων , εἰ μη διαφοραν τινα
9999967 Λευκιον
, Γαιον Σερουιλιον , Λευκιον Κοϊνκτιον , Λευκιον Κορνηλιον , Λευκιον Οὐαλεριον Αὐλον Μαλλιον . ἐπι δε τουτων Καρχηδονιοι στρατευσαντες
, δια δε Φουλβιαν ὁμως και δια Μανιον ἐς τον Λευκιον ἰοντων και τους ἀποκλειοντας βιαζομενων , ὁ Καισαρ ὑπηντα
9999967 Σαλαμινιον
δε ὁ ἱστορικος Κυμαιον . οὐκ ὠκνησαν δε τινες και Σαλαμινιον αὐτον εἰπειν ἀπο Κυπρου , τινες δε Ἀργειον ,
σοφισταις διελεγετο και καρτερικωτερον ἐν τῳ παγῳ διενυκτερευε και τον Σαλαμινιον κελευσθεις ἀγειν γεννικωτερον ἐδοξεν ἀντιβηναι και “ ἐν ταις
9999967 Λακεδαιμονιον
κατα την ὀγδοην και τριακοστην , ὁτε νικησαι μεν Εὐτελιδαν Λακεδαιμονιον , την δε ἰδεαν ταυτην μηκετι ἀγωνισασθαι παιδα ἐν
τοτε ἐτυχον ἐπιδημουντες , συνηρπαζον δε παντα τινα και ὁν Λακεδαιμονιον σαφως ὀντα ἠπισταντο και ὁτῳ κουρας ἠ ὑποδηματων ἑνεκα
9999967 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999967 κορεσθηναι
: και βαρειας οὐσης της κεφαλης μου δια το μη κορεσθηναι με του ὑπνου πεπλανημαι την ὁδον . Θαυμαστον εἰπειν
ἐστι το ἐκ καματου της κυνηγιας εὑρειν τραπεζαν γεμουσαν και κορεσθηναι : τραπεζα πληρης : προτεθεισα δηλονοτι . [ και
9999967 θεραποντι
μοι χρηματα γραψαντας και κατασημηναμενους δουναι την ἐπιστολην τῳ Κροισου θεραποντι φερειν . ταυτα δε ὁσα ἐλεγε και γραψας και
' ἠν , ἱππῳ δε Ποδαργος και κυνι Ληθαργος και θεραποντι Βαβης : Θεσσαλος , ἐκ Κρητης , Μαγνης γενος
9999967 βλαβερος
. βλαβη ] λυπη . ἀνιαρος ] λυπηρος . , βλαβερος . λυσανιας ] ἐλευθερωτης , λυων τας λυπας ,
τον τοιουτον ἐραστην , και δειξαι ὁτι και κακος και βλαβερος ἐστι , και ὁτι αἰσχρος , και λοιπον ὁτι
9999967 κοιμηθηναι
διοτι ἐλεγεν : οὐ προσηκει ἀνδρι θεοσεβει προ των γαμων κοιμηθηναι μετα της γυναικος αὐτου . Και ἀνεστη Ἰωσηφ τῳ
, και σου δεομαι μη στεφανουσθαι μονον , ἀλλα και κοιμηθηναι ἐπ ' αὐτων , και γαρ ἐστιν ἰδειν μεν
9999967 λανθανων
κηπῳ . Σεληνης Παρθενῳ : ὁ φυγων πολλας ἡμερας κρυβησεται λανθανων ἐν ἀμφιλαφει και δασει τοπῳ . Σεληνης Ζυγῳ :
ἐλθωσιν . Εἰ δε βουλοιτο ποτε νυκτωρ ἀναστησαι το στρατευμα λανθανων τους πολεμιους , ἠ τοπους προκαταλαβεσθαι προαιρουμενος ἠ τους
9999967 σχοινιοις
ἐν αὐταις ἀλλας ὑπερθησῃ , δυναται γεφυρωσαι και διαπερασαι δηλονοτι σχοινιοις αὐτας ἐφελκομενος παρα τινων μετα εὐρωστων ἱππων προπερασαντων .
σοφος δε οὐδαμως . οὐτε γαρ πιττῃ την ψυχην οὐτε σχοινιοις ἐπιτρεπουσιν οὐτε τριδακτυλον αὐτους σῳζει ξυλον πευκινον , ἀλλ
9999967 λεγομενῳ
οἰνον φραζων . Ἠ και τοὐναντιον ἐχει τουτο τῳ νυνδη λεγομενῳ ; πιοντα τον ἀνθρωπον αὐτον αὑτου ποιει πρωτον ἱλεων
κρανιου ὀστα , ἀνωθεν ὑπο τῳ δερματι , τῳ περικρανιῳ λεγομενῳ ὑμενι , ἐκπεφυκοτι μεν δια των ῥαφων , ἐκ
9999967 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999967 ἀπαγγελλειν
διεφθαρη ἡ ναυς , παρειναι τους οἰκετας τους ἑαυτου και ἀπαγγελλειν ἑαυτῳ , και ὁτι ἡ ναυς κενη διεφθαρη παραπλεουσα
ἀπηγγειλε , τινα δε ἠν ταυτα ; πρωτον του μεν ἀπαγγελλειν τι περι των πρεσβευομενων ἠ περι των ἐν τῃ
9999967 ἀληθεστερα
σοφως μεν εἰπεν ἐπινενοησθαι ταυτα , σοφωτερα δε εἰναι τα ἀληθεστερα . „ ὡς δε γιγνωσκοιτε τον νουν του Μιλωνος
, και νυν μετεωροι παντες εἰσιν , ὁποτερος κρατησει και ἀληθεστερα δοξει λεγειν . ὁρατε τον κινδυνον , ὡς ἐν
9999967 ἀνασσαν
, ὁπου σφε μητηρ ἡ παλης ἐμπειραμος την προσθ ' ἀνασσαν ἐμβαλουσα Ταρταρῳ ὠδινας ἐξελυσε λαθραιας γονης , τας παιδοβρωτους
παλης ἐξελυσε τας ὠδινας της λαθραιας γονης την προσθ ' ἀνασσαν Εὐρυνομην ταρταρωσασα . το σφε ἀντι του αὐτου ἀντιπτωσις
9999967 δεκατης
νησῳ χρυσεων και ἀργυρεων μεταλλων , οὑτω ὡστε ἀπο της δεκατης των γινομενων αὐτοθεν χρηματων θησαυρος ἐν Δελφοισι ἀνακειται ὁμοια
Κορκυραιων πολλαπλασια και οἰκοδομησασθαι την στοαν ἀπο των λαφυρων της δεκατης . ἐστι δε ἡ κατασκευη της στοας Δωριος και

Back