δυναμει περισυλων και δημευων φορητος οὐδαμα οὐδαμη ἠν . Και κολασαι δε πικροτατα οὐκ ἀν ὠκνησε , και ἀφειδεστατα ἀποκτειναι
ταφους των μετηλλαχοτων : και τινα καλλιονα κοσμον εὑρησετε του κολασαι τους ἐκεινων αὐτοχειρας ; εἰ μη νη Δια πολιτογραφησαντες
9999986 σχολασαι
ἀνω μερος του γραμματος τιθεμεν , και ἐστιν ἀνεσις του σχολασαι ἐπι πλειον . ὁπου δε της διανοιας μηδεπω πληρους
και οἱος τε ἠν την ὁδον ἀναλυειν . Ἐπυθομην σε σχολασαι βασκανιᾳ καθ ' ἡμων και παρα τῳ τυραννῳ ὀνειδιζειν
9999985 ἀπελασαι
βλαπτειν ὑμας και στασεως ἀρχειν και ταραχης , ὁλως ἐχρην ἀπελασαι και μη παραδεχεσθαι ταις ἐκκλησιαις : εἰ δε τροπον
τε ἀνθρωπον ἐκβαλειν και οὐκετι συνοικειν αὐτῃ , και Στεφανον ἀπελασαι ἀπο της παρεδριας και οὐκ ἐαν ἐτι παρεδρευειν αὑτῳ
9999983 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999982 χαλασαι
ταχυ προσδραμοντων και πασαν τωι βασανιζομενωι προσφεροντων τιμωριαν εἰς το χαλασαι το δηγμα , πολυ μαλλον προσενεφυετο . τελος δ
ὑπεραιωρησει ἐπιτηδεια του σφηνοειδους κατ ' ἐξελκυσμον . . . χαλασαι δει την τασιν και το σφαλμα ἁρμοζειν , ταις
9999981 μισθουσθαι
ἱλαριας μετεχειν , ἐναντια δε ἀγοραζειν , οἰκιας ἠ χωρας μισθουσθαι ἠ μετοικιζεσθαι , ἐκτιτρωσκειν δε ἐπικινδυνον και ταις αὐτοματως
δε Ταυρῳ σπειρειν , φυτευειν και ἀργην γην γεωργειν , μισθουσθαι δε χωραν ἀσυμφορον , ἐν δε Διδυμοις γεωργειν και
9999981 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999981 κολασις
δε κα τις σκλαρος και ἀπειθης , τουτῳ δε ἑπεσθω κολασις ἁ τ ' ἐκ των νομων και ἁ ἐκ
' ἀνεδιδασκοντο νηπιων παιδων τροπον μη καταφρονειν : ἡ γαρ κολασις ἑπομενη κατ ' ἰχνος μελλοντων μεν ἐβραδυνε , προς
9999980 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999980 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999980 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999979 λεγομενῳ
οἰνον φραζων . Ἠ και τοὐναντιον ἐχει τουτο τῳ νυνδη λεγομενῳ ; πιοντα τον ἀνθρωπον αὐτον αὑτου ποιει πρωτον ἱλεων
κρανιου ὀστα , ἀνωθεν ὑπο τῳ δερματι , τῳ περικρανιῳ λεγομενῳ ὑμενι , ἐκπεφυκοτι μεν δια των ῥαφων , ἐκ
9999979 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999979 ἐξελασαι
ὁπως οὐν ἱκετευσετε μετ ' αὐτου και πεισετε τον θεον ἐξελασαι τε το λυπουν και ὡς ταχιστα . φησετε δε
μελιτι , λειχετω ἠ προστιθεσθω . Αἱματος καθαρτικον , αἱμα ἐξελασαι ἐκ μητρεων : λευκοϊου καρπον τριβων λειον , οἰνῳ
9999978 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999978 Κασανδρον
ὑπο των κατα την Μακεδονιαν , τον δ ' υἱον Κασανδρον χιλιαρχον και δευτερευοντα κατα την ἐξουσιαν . ἡ δε
Ἀσιαν τοιαυτ ' ἠν . Ἀντιγονος δ ' ὁρων τον Κασανδρον ἀντεχομενον της Ἀσιας Δημητριον μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἐν
9999978 σπουδαζοντες
διατελουσιν , πρωτον μεν ὁπως ἀγαγωσι τους παιδας κοσμιως , σπουδαζοντες , δευτερον δε και ποθεν τουτοις χρηματων πορον καταλειψειαν
, ἐξανισταντο δε των δημοσιᾳ ἱππευοντων οὐχ οἱ τα Ἑλληνων σπουδαζοντες μονον , ἀλλα και ὁποσοι την ἑτεραν γλωτταν ἐπαιδευοντο
9999978 χαλεποις
. οὐκ ᾐδειμεν δε παραπλησιοις ἐν αὐτῃ των πρῳην ὁμιλειν χαλεποις , ἠ και χειροσι , και δια ταυτα γε
. . α . , . Ἀταρτηροις : σκληροις και χαλεποις : παρα την ἀτην , ὁ σημαινει την βλαβην
9999978 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999978 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999978 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999978 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999977 ἀκολουθησαι
τῃ των ἀγαθων ἐταξαν συστοιχιᾳ , οἱς δη και Σπευσιππος ἀκολουθησαι δοκει . ἡ δε συστοιχια των ἀγαθων , ἡν
' οὐχ ἑπῃ τουτο δρωντι : ἐπει ὀφελον και νυν ἀκολουθησαι δυνησῃ . Θαυμαστα λεγεις , εἰ μη δυνησομαι καταμαθειν
9999977 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999977 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999977 χαλκοις
κλιμακα ἠ το ὑδωρ ἠ το ἐλαιον θερμον ἐν ἀγγειοις χαλκοις , περιβληθεντος σχοινιου τροχιλῳ ἀνω κατα το ἀκρον της
, οἱ δε ἐν τῃ της οἰκιας αὐλῃ ὑπο τοις χαλκοις ἀνδριασιν . ἐστι δε οὐδεν τουτων ἀληθες , εἰ
9999977 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999977 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999977 κολοιος
: τι γαρ μοι τον ποτην ἡπτες λυχνον . Ἀει κολοιος παρα κολοιον ἱζανει : ἐπι των ὁμοιοις προσομιλουντων ⋮
ἱρηξ , τα τ ' ἀλλ ' ὁμοιως . και κολοιος ἐγνωσθη . [ Ὠ παι , σεαυτον κοσμον οἰκειον
9999977 κουραι
γαρ γερασμιων ὀσσων ἐλαυνους ' οἰκτρον ἐς γαιαν δακρυ , κουραι τε και πεπλωματ ' οὐ θεωρικα . τι ταυτα
και βασιλευσιν ἁμ ' αἰδοιοισιν ὀπηδει , ὁντινα τιμησωσι Διος κουραι μεγαλοιο γεινομενον τε ἰδωσι διοτρεφεων βασιληων . ἐπη μεν
9999977 χαλκους
και Ἀπολλωνος εἰσι Προοψιου . και ἐν Παρνηθι Παρνηθιος Ζευς χαλκους ἐστι και βωμος Σημαλεου Διος : ἐστι δε ἐν
κρωμακισκος οὑτοσι γαλαθηνος . Ἡνιοχος Πολυευκτῳ : ὁ βους ὁ χαλκους ἠν ἀν ἑφθος δεκαπαλαι , ὁ δ ' ἰσως
9999977 μισθον
τους ἐλευθερους . Λατρις : ὁ ἐπιμισθιος : τον γαρ μισθον λατρον ἐλεγον : νυν δε και ὁ δουλος .
θεους . ἐπει ὁ γερων εἰπεν ἀσυναρτητως : ὁτι ” μισθον σοι ὀμνυω [ καταθησειν ] τους θεους “ ,
9999977 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999977 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999977 τραχηλοις
το φιλοκοσμον : χρυσοφορουσι τε γαρ , περι μεν τοις τραχηλοις στρεπτα ἐχοντες περι δε τοις βραχιοσι και τοις καρποις
σειομενοι τους ἀναβαινειν ἐπ ' αὐτους ἐπιχειρουντας ἀποσειοιντο , τοις τραχηλοις αὐτων ἐμβαλλονται κυκλῳ τομας και κατ ' αὐτας τους
9999977 τραχυτης
βραδυτης ἁδροτης : και τα παρ ' Ἀθηναιοις ὀξυτονα : τραχυτης κουφοτης : το μεντοι ποτης και ἐσθης δισυλλαβα .
τα μηδε κωλα , κομματα δε , ἁ και ἡ τραχυτης ἐχει , πλεον γε μην γινεται το σφοδρον ἐν
9999977 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999977 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999977 μαινομενῳ
πολιτειᾳ τους πονηρους μη παραιτεισθαι . . , . ἐπισφαλες μαινομενῳ δουναι μαχαιραν και μοχθηρῳ δυναμιν . . . .
ὁστις βαλλειν ἐπισκοπωτατος : ταυτα γαρ και Καμβυσῃ ὑπηρχε τῳ μαινομενῳ και Ξερξῃ τῳ ἀλαζονι : ἀλλ ' ὁστις την
9999977 ὀξυνομενα
ληκινδα , ὀστρακινδα , ὀνοματα παιδιων , και ὡς τα ὀξυνομενα συνυπαρχει τοις εἰς δον περατουμενοις , καναχηδον καναχηδα ,
, ἐπει ἑωρα τα εἰς σος ληγοντα ὑπερ δυο συλλαβας ὀξυνομενα , τῳ η παραληγομενα , ἑτερον ἐχοντα σ ,
9999977 κλινομενη
ὁτι πασα εὐθεια ἑνικων εἰς ς ληγουσα μετα μακρας περιττοσυλλαβως κλινομενη και μη συναιρουμενη κατα την γενικην προσθεσει του ι
Και ἐστιν εἰπειν , ὁτι οὐδεποτε γενικη δια του ντ κλινομενη πασχει ἀποκοπην κατα την αἰτιατικην , οἱον Ξενοφων Ξενοφωντος
9999977 Δημοσθενικον
τους εὐδοκιμωτατους διαρρηδην ἀποφαινεσθαι ἀριστον των πολιτικων λογων εἰναι τον Δημοσθενικον : ἀλλα τους μεν δικανικους και συμβουλευτικους των λογων
ἀρχης ἐλθοντες λεγωμεν τας ἰδεας , ἐξ ὡν ἐφην τον Δημοσθενικον συγκεισθαι λογον : τας δε ὑποβεβηκυιας αὐταις ἠ και
9999976 Ἀριστομαχου
βασιλευοντος ἐν Ἠλιδι , τηνικαυτα ὁ Δωριεων στολος συν τοις Ἀριστομαχου παισιν ἠθροιζετο ἐπι καθοδῳ τῃ ἐς Πελοποννησον . γινεται
Ἀριστοδαμιδα του Μεροπος του Θεστιου του Κισσου του Τημενου του Ἀριστομαχου του Κλεοδαιου του Ὑλλου του Ἡρακλεους . ἐνιοι δε
9999976 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999976 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999976 μαθηματικην
παρ ' αὐτοις ἐπετηδευετο , ἀλλ ' ἑνεκα του την μαθηματικην πραγματειαν ἑνος ἐχεσθαι , του καλου και ἀγαθου ,
μεν γαρ εἰ και μη φυσικην , ἀλλ ' οὐν μαθηματικην ὑλην διδομεν την ὑποβεβλημενην αὐτοις ποσοτητα , τους δε
9999976 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999976 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999976 κολπους
διακεκομμενων και ὀστων θαυμαστως : ἐτι ποιει προς ἐπιφορας και κολπους και ἐπι των ἀποστηματων , ὁταν κομισαμενος το ὑγρον
των σπληνων και ἡπατος . προσλαβον δε νιτρον ὀλιγον ῥησσει κολπους και σκολοπας ἀναγει : εἰ δε μιξαις τοις συκοις
9999976 ἀριστευς
δυσμενων νεοτης κεκινητο , φθασας ὁ πλουσιος οὐκ οἰδα πως ἀριστευς ἐπανηρχετο : εἰτα δους ὑποψιαν τῃ νικῃ , σαφως
ἀνενεγκων φονου κρινεται : μικτα δε , οἱον τραυματιας τις ἀριστευς παρεχωρησε της δωρεας ἀτρωτῳ ἀριστει , και ὁ μεν
9999976 κατεχουσα
συνετως δε . Στασις δε ἠλθε πασι τοις τετραποδοις καυχημα κατεχουσα εἰς παιδων πληθη . Και δη ἐφασκον τῃ λεαινῃ
ἡμιονων , ὁτι και ἡ σεληνη τας πλειους ἑαυτης κινησεις κατεχουσα εὐτακτως την πορειαν ποιειται . Ἐστι δε και ἀλληγορικως
9999975 ἱκανωτατον
μεν οὐ νυν ἐχω πρωτον ἐπαινειν , ὡς φρονησαι τε ἱκανωτατον προ πολλου τα μελλοντα και γνωμας τας καλλιστας τε
, τον ? δε ? Θεοδωρον ἐν τοις μαθημασι εἰναι ἱκανωτατον ? . ἐπει οὐν [ ] ὁ τοιουτος ἐπαινει
9999975 τυραννησαι
του μεν γενεσθαι συμφορωτερον ὁρω το μη γενεσθαι , του τυραννησαι δε το μειναι μεχρι ζωης ἰδιωτην . εἰ μεν
, και τεχνιτας ἐπι μισθοις μεγιστοις . Προ δε του τυραννησαι κατασκευασαμενος στρωμνας πολυτελεις και ποτηρια ἐπετρεπε χρησθαι τοις ἠ
9999975 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999975 θεραπαιναις
ἐλθειν ἐπειγεσθαι , δεδιεναι δ ' ὡς ἐν νυκτι και θεραπαιναις το ὑποπτον , μεθ ' ἡμεραν ἡξειν ἐφη .
, την Περσεφονην * ἐβλαψε : ἐπετρεψεν θεραπναις ἠγουν ταις θεραπαιναις ἠ τοποις προς ξενιαν ἐπιτηδειοις . * ὑλην :
9999975 διδαχης
ἡμων . το δη μετα τουτο οὐ πολλης ὑπελαμβανον ὑμιν διδαχης δεησειν , ὁτι καλλιον τε και δικαιοτερον περι της
ἐοικεν , οἱ μεν των χρηστων ἀνθρωπων ἑνεκα γιγνονται , διδαχης χαριν του τινα τροπον ὁμιλουντες ἀλληλοις ἀν φιλοφρονως οἰκοιεν
9999975 αἰδεσθεντες
ἀρετην μεταβολης καταπληξιν ἐργασαμενης τοις δεσποταις : μεθησονται γαρ αὐτους αἰδεσθεντες κρειττονων ἀρχειν . ὁταν δε τυχωσι της ἀπροσδοκητου ταυτης
τε και θαρρειν και αὑτῳ ἑπεσθαι . οἱ δ ' αἰδεσθεντες ἐπι τῳ ἐργῳ ἀνεστρεφον αὐθις και τοις καθ '
9999975 τριακοσιαις
ὁθ ' οἱ μεν την βασιλεως κακως ἡμων ἐποιουν τριηρεσι τριακοσιαις και ἐτι πλειοσιν , οἱ δε Αἰγινῃ προσεκαθηντο ,
Ἀρκτουρον ἐκπλευσωσιν ἐκ του Ποντου ἐφ ' Ἱερον , ἐπι τριακοσιαις τας χιλιας , ἐπι οἰνου κεραμιοις Μενδαιοις τρισχιλιοις ,
9999975 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999975 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999975 ἰδιωτικον
Μειδιου πεποιηκε : φασκοντος γαρ του Μειδιου ὑβριν εἰναι και ἰδιωτικον , ἀλλ ' οὐ δημοσιον ἀδικημα περι την ἑορτην
γιγνεται τουτο λαβειν , ἠ οὐχι του διακρινειν , ποτερον ἰδιωτικον ἐστιν ἠ ἱερατικον το εὑρισκομενον : εἰτα ἐπισυναπτεις δευτερον
9999975 ἀφαιρεισθαι
οὑς λεγεις μονους κακιζων , ἀλλα κοινῃ πασι βασκαινων παντας ἀφαιρεισθαι πειρασθαι τας δωρεας . μαλλον δε οὐκ εἰκαζειν ,
ἀπο μερους ἠ μερος ἀπο ὁλου . ὁλον μεν οὐν ἀφαιρεισθαι λεγειν ἠτοι ἀπο ὁλου ἠ ἀπο μερους ἀπεμφαινει προδηλως
9999975 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999975 ἐπωνομασαν
δεδομενων βιβλιον ὁ Εὐκλειδης ἐξεπονησεν , ὁν και στοιχειωτην κυριως ἐπωνομασαν . πασης γαρ σχεδον μαθηματικης ἐπιστημης στοιχεια και οἱον
αὐτοις ὁ Ἀπολλων , ἐνθα τεμενος κατασκευασαντες Ἑῳον τον θεον ἐπωνομασαν : τα τε περι την Μαριανδυνιαν και ἐνταυθα κειμενην
9999975 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999975 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999975 παρεχουσα
του ἐκτεινομενη ἠ ἐξαπλουμενη ἠ ῥηγνυομενη και ἐκ τουτου ἀλγηματα παρεχουσα . * πιτναμενη : ἀραιουμενη * μυδοεν : σεσηπος
ὁλκασι τε και πλοιοις μακροις ἡ τε ἐμπορια καθειστηκει πολλην παρεχουσα των ἀναγκαιων και των ἀλλων την ἀφθονιαν και ἡ
9999975 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999975 σπουδαζοντων
ἀνερωταν , ὡς μαλιστα περι ταυτα ἡμων τε και ἐκεινων σπουδαζοντων . και μοι τῳ λογῳ συνακολουθησατε . προστησωμεθα γουν
οὑτω γαρ αὐτον ἐκαλει . Πολλων δ ' αὐτῳ συνεκδημειν σπουδαζοντων , δια το μεγεθος της ἐν αὐτῳ ἐλπιδος ,
9999975 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999975 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999975 λογιστεον
γαρ , εἰ μηδεν φαυλον ἀπηντησε , τουτο τῃ τυχῃ λογιστεον , αὐτους δε οὐ προσηκει παραβαλλεσθαι ἐκ χειμωνος εἰς
της ἀνατελλουσης μοιρας ὀντων των κακοποιων ἠ των ἀγαθοποιων ὁλον λογιστεον , κατα το ἀναλογον δε της ἀποχωρησεως ὑφαιρετεον ἑως
9999975 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999975 δακρυσιν
βηματος κραυγη τε παρα παντων ἐξαισιος ἐγινετο και δεησεις μεμιγμεναι δακρυσιν , ἱνα μενῃ τε και διακατεχῃ τα πραγματα μηδενα
πεμψαντος ; ὠ δεινοι λογοι . κατεδακρυσα και βλεφαρον ὑγραινω δακρυσιν : ἁ Διος μ ' ἀλοχος ὠλεσεν . Ἡρα
9999975 φερομενη
μετ ' οὐ πολυν τινα τον χρονον ἐπι τα χειρω φερομενη των ἀξιολογωτερων τινα τῃ τεχνῃ μετεκαλειτο ἀνθρωπον , κἀκεινος
αἰτιος ἐσται . ἐαν ἐπι της ἀποκυησεως εὑρεθῃ ἡ Σεληνη φερομενη προς τους κακοποιους χωρις των ἀγαθοποιων κακως το τικτομενον
9999975 συνησθην
τε και ποθεν , και μαθων ἐκεινῳ τε και ἐμαυτῳ συνησθην , τῳ μεν , ὁτι σος , ἐμαυτῳ δε
χορων . ὡς δ ' ἐγνων , ᾡ διακονει , συνησθην μεν πετεσθαι δυναμενῳ , σου δε ἐθαυμασα μηπω τον
9999975 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999975 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999975 ἀμαρακινου
και διαιταν παραπληϲιωϲ και ἀκοπα τα δια γλευκινου ἐλαιου και ἀμαρακινου και των ὁμοιων ϲκευαζομενα . Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια .
, σκοροδον , κρομμυον , ταυρου χολη , ἰρινου και ἀμαρακινου ὑποσταθμη . Ὑδωρ ψυχρον , ἀειζῳον , ἀνδραχνη ,
9999975 καθαιρεσει
φιλεριν και λογων πιθανοτητας ὡσπερ τινας συμβολας και ἐρανους ἐπι καθαιρεσει του καλου ποριζοντα και ἀκρατῳ φλεγομενον και καταμεθυοντα ἀρετης
, ὁσα δη ἐγκωμιαζομεν ἠ ψεγομεν . δει δε μη καθαιρεσει των ἐξεταζομενων αὐξειν τα ἡμετερα , οὑτω γαρ οὐ
9999975 κατειδεν
εὑρεσιν και περι σωτηριας ἐκινδυνευσε . κοραξ τροφης ἀπορων ὡς κατειδεν ἐν τινι εὐηλιῳ τοπῳ ὀφιν κοιμωμενον τουτον καταπτας ἡρπασε
σιν του ξυνασπισμου των ? ? Μακεδονων ? ? πυκνην κατειδεν και αὐτους ταις ? ? ? ? γνωμαις [
9999975 σημαινομενῳ
ὁρισμου , λεγω δη το αἰτιον , ὀνομασομεν και τινι σημαινομενῳ συνταξομεν ; καθ ' ἑαυτο και τουτο χωριζοντες ,
καθ ' ἡν διαφερειν φησι τοις τονοις τοὐνομα και τῳ σημαινομενῳ . σημειον και τεκμηριον διαφερει . Ἀντιφων ἐν τῃ
9999975 κατασκευαζει
: των γαρ ἡμιφωνων ἀναπληροι το ἐνδεον , ὁλοκληρους δε κατασκευαζει τους φθογγους , των δε ἀφωνων τρεπει τε και
φιλοσοφιαν συλλογισμου : ὡσπερ γαρ ἐκεινος δια των ἀληθων ἀποδειξεων κατασκευαζει το ζητουμενον , οὑτω και οὑτος δια των πιθανων
9999975 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999975 γεγραμμενοι
και ὁ οἰσυπηρος και οἱ παραπλησιοι ἐν τῳ ιδʹ λογῳ γεγραμμενοι . χριονται δε συν οἰνῳ γλυκει , μιγνυνται δε
” φησι “ βουστροφηδον ἠσαν οἱ ἀξονες και οἱ κυρβεις γεγραμμενοι ” δεδηλωκεν Εὐφοριων ἐν τῳ Ἀπολλοδωρῳ . ἠ ἐπει
9999975 μαλακωτεραι
μεν αἱμα πλειον τε και ὑγροτερον , αἱ φλεβεϲ δε μαλακωτεραι : οὑτωϲ δε και το ϲυμπαν ϲωμα , πλην
φασιν αἱ συντονωτεραι των Μουσων [ ] , αἱ δε μαλακωτεραι το μεν ἀει ταυθ ' οὑτως ἐχειν ἐχαλασαν ,
9999975 θεραποντι
μοι χρηματα γραψαντας και κατασημηναμενους δουναι την ἐπιστολην τῳ Κροισου θεραποντι φερειν . ταυτα δε ὁσα ἐλεγε και γραψας και
' ἠν , ἱππῳ δε Ποδαργος και κυνι Ληθαργος και θεραποντι Βαβης : Θεσσαλος , ἐκ Κρητης , Μαγνης γενος
9999975 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999975 θεμελιους
Θρᾳκων ὁ μυς ἀργιλος καλειται , σκαπτοντων δε εἰς το θεμελιους καταβαλεσθαι πρωτος μυς ὠφθη . . . Αὐταριαται :
και ἐξουσιαν λαμβανειν και μαλιστα των προς βορραν τοπων , θεμελιους τιθεναι οἰκοδομης ἀνευ του στεγαζειν , ποταμους διαιρειν ,
9999975 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999975 ἐλευθεροις
εὐτελης . μοθωνας γαρ ἐκαλουν οἱ Λακωνες τους παρεπομενους τοις ἐλευθεροις : ἐστι δε και γενος ὀρχησεως . ΓΘ ἀλλως
τους Αἰτωλους αὑτοις βοηθειν , ἐπει και ὁ Κασσανδρος αὐτοις ἐλευθεροις οὐσιν ἐπεχειρει , ὡς ἐν αὐτῳ τῳ λογῳ γιγνεται
9999975 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999975 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999974 μισανθρωπος
παμπολλα τα δυναμενα παρεπεσθαιἐντευθεν . και αἱ συνθεσεις ἐπενοηθησαν , μισανθρωπος , φερεπονος , φιλολογος , αἱπερ ἐξ ἐπισυμβεβηκοτων ἐνεγινοντο
συνθετοι των λεξεων διηνεκες ἐχουσι το σημαινομενον , καθαπερ ὁ μισανθρωπος , ὁ φιλανθρωπος και φιλοπλατων , πως οὐ γελοιοι
9999974 ἀλληγορικως
: “ διδη μοσχοισι λυγοισιν ” . πρωτα μεν : ἀλληγορικως ἐπι συνουσιας . ἀντι του εἰπειν σχημα συνουσιας τουτο
ὁτι μνησθησεται δια της ᾠδης του Καλλικλεους . φησιν . ἀλληγορικως δε το ποιημα στηλην λεγει . Παριος δε λιθος
9999974 θαυμαστων
σεαυτου προς αὐτον συγγενειαν ἀνενεωσω και των ταπεινοτερων τουτων , θαυμαστων δε τοις ἀλλοις κατεφρονησας , φιλοτιμιας και πλουτου και
ἱεραν χθονα ] την θειαν Ἀττικην . ζαθεων ] λιαν θαυμαστων ἠ ταχυτατων . κελαδηματα ] ἠχους . κελαδοντα ]
9999974 παραδεδωκεν
την της ῥητορικης τεχνην και δυναμιν ἐν τεσσαρσι βιβλιοις συμπεριλαβων παραδεδωκεν , ἁπερ εἰσιν αἱ καλουμεναι Στασεις , αἱ Εὑρεσεις
ἐτει παραδοσις Διος Αἰγοκερῳ Ἀρει Λεοντι ἡ δια ηʹ : παραδεδωκεν οὐν Ζευς Ἀρει ἀπο του γʹ εἰς το ιʹ
9999974 πικρους
, ὁσσα μηδεις των ἐμων τυχοι φιλων . Εἰ δε πικρους , ἀναξ , Ἀτρειδας ἐχθεις , ἐγω μεν ,
μεν ἑκαστα τουτους ἐχει λεγω δ ' οἱον γλυκεις ἠ πικρους ἠ λιπαρους την πρωτην αἰτιατεον συστασιν ὑπερ ἡς οἱ
9999974 ἐξαιρετον
ἀναξ , Ἀτρεως φιλος παις , τησδ ' ἐρωτ ' ἐξαιρετον μαιναδος ὑπεστη : και πενης μεν εἰμ ' ἐγω
φωσι το ὑγιαζειν κοινον ἰατρου τε και οὐκ ἰατρου καθεστηκος ἐξαιρετον γινεσθαι του τεχνιτου , ἐπειδαν ἰατρικως ἀποτελεσθῃ , τοτε
9999974 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999974 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε

Back