δε τουτων το καιροφυλακειν και καραδοκειν ἐλεγον . το δε καιριον καθ ' ἑτεραν χρειαν εἰποι ἀν τις και εὐστοχον
Μικρη αἰτιη ἀκεσι λυεται , ἠν μη τι περι τοπον καιριον παθῃ . Διοτι ξυμπαθησις ὑπο λυπης ἐουσα ὀχλεει ,
9999993 ἀπολογουμενου
, ὀργισθεις ἀνεχωρησεν . οὑτως οὐν του Αἰσωπου προς πολλους ἀπολογουμενου ἀνεχωρουν ἁπαντες , ὑβριν τον λογον νομιζοντες εἰναι .
ὡς ἐξαπατωμενον ὑπ ' ἀνθρωπων δολιων μηθεν προσεχειν αὐτοις . ἀπολογουμενου δε του ὑπατου και το ἐργον ἐξ αὐτων λεγοντος
9999993 περιοντι
ἡ τε βουλη και μετα αὐτης ὁ δημος , ἐτι περιοντι ἐψηφισασθε , ὑμετεραν και οὐκ Ἀντωνιου ταδε φωνην εἰναι
καλλιστον τελος εἰληφοτι , την ἐπινικιον τιμην του θριαμβου τῳ περιοντι ὑπατῳ προσθειναι βουλομενων , ἠρνησατο την χαριν αὐτων ὁ
9999993 μαχομενος
δε ἐτυγχανε αὐτος ἐων Μαρδονιος , ἀπ ' ἱππου τε μαχομενος λευκου ἐχων τε περι ἑωυτον λογαδας Περσεων τους ἀριστους
Νεοπτολεμος καταδραμουσαν ἐπι τας ναυς ἰταμωτερον και πειρωμενην ἐμπρησαι , μαχομενος ἐκ της νεως ναυμαχῳ δορατι , και Ἀλεξανδρος ἀποθνῃσκει
9999993 πλανωμενον
τον υἱεα μακρον ἐβωστρει : „ Εἰ τις ἐνι τριοδοισι πλανωμενον εἰδεν Ἐρωτα , δραπετιδας ἐμος ἐστιν : ὁ μανυτας
τον Ἐρωτα τον υἱεα μακρον ἐβωστρει : ὁστις ἐνι τριοδοισι πλανωμενον εἰδεν Ἐρωτα , δραπετιδας ἐμος ἐστιν : ὁ μανυσας
9999993 περδικος
μετα γαλακτος βοειου διδου : πανυ βοηθεει . ὁμοιως ὠα περδικος ἐσθιομενα . ἀλλο . σπερμα πρασου συν ἀκρατῳ οἰνῳ
παραβαλλομενη τῳ γενει των πεζων εὐπεπτοτερα τυγχανει , και μαλιστα περδικος , ἀτταγηνος , περιστερας , ἀλεκτοριδος και φασιανικων .
9999993 πολλαπλασιον
ἐκει τε γαρ ἡ διπλασιον τετραπλασιον και ἐνταυθα οἱ ἀθροοι πολλαπλασιον . διαφορα δε και ἐν τῳ τα κινουμενα τοιαυτα
, δεησει τον ὑποτεινουσης και καθετου του ὑποτεινουσης και καθετου πολλαπλασιον εἰναι κατα τον ὑποτεινουσης και καθετου ὀρθογωνιου τινος .
9999993 ἐνισταμενος
: οὐ γαρ ἡ Σπευσιππου λυσις , καθ ' ἡν ἐνισταμενος λυειν ἐπιχειρει τονδε τον λογον , συμβαινει τῃ ἀληθειᾳ
Παρμενιδου του διδασκαλου αὐτου δοξαν λεγουσαν ἑν το ὀν εἰναι ἐνισταμενος και συνηγορων τηι του διδασκαλου δοξηι ἐπεχειρει δεικνυναι ὁτι
9999993 ἀποπειρωμενος
μετα πολλους ὁ μεν ἀπην του θεατρου , της φωνης ἀποπειρωμενος , των δε προ αὐτου παντων ἐκπεσοντων Ἑρμωνα μεν
ἐποιησα ταυταᾐδη γαρ ὡς οὐ ῥᾳδιον εἰηἀλλ ' ἐνυπνιων τινων ἀποπειρωμενος τι λεγοι , και ἀφοσιουμενος εἰ ἀρα πολλακις ταυτην
9999993 ἀποδεχομενος
προ μοναδος τιμησῃ και δεξιωσεται , μη ἀγνοειτω την ὑλην ἀποδεχομενος μαλλον ἠ θεον . . . § : στοχασται
Φαιδρῳ το περι της Ὠρειθυιας και του Βορεου διηγημα οὐκ ἀποδεχομενος φησι την Ὠρειθυιαν πνευμα βορεου κατα των πλησιον πετρων
9999992 ἀπολογουνται
τους πολιτας ὀλολυζουσα και σπαραττομενη . . ὠ φιλον ] ἀπολογουνται διοτι ἐθορυβησαν . . ἐδεισα ] ἐφοβηθην . .
ἡ διαιρεσις του ὁρισμου προτερευειν . και τινες ὑπερ τουτου ἀπολογουνται ὁτι δια τουτο προεταξε τον ὁρισμον , ὁτι δι
9999992 περιεχομενους
τουτο ποιουσα συνεχωςλεγω δε συνεχως κατα τον χρονονὑπερβαινουσα μεν τους περιεχομενους ὑπο των τασεων τοπους , ἱσταμενη δ ' ἐπ
διαστασεις θεωρου - μενους και οἱον ὑπο μηκους και πλατους περιεχομενους , τους δε ὑπο τριων στερεους , ὡς και
9999992 ἐχομενοις
πυα ἀποχωρεουσιν ὑγιαζεται ἡ νουσος . Τοις μελαγχολικοις μετα φρενιτικων ἐχομενοις αἱμοῤῥοϊδες ἐγγενομεναι ἀγαθον . Ὁσοι μαινονται , αὐτοματοι ἠ
την αὐτην δυναμιν ἐχοντος πραγματος ἐν ὀλιγανθρωπιαις ὑπο πολλης ἀποριας ἐχομενοις , γευσαμενοις δε και ἀναγκασθεισι χρησασθαι τοις συσσιτιοις ἐδοξεν
9999992 πιον
. ὑπερανω δε των ἐντερων το μεσον ὑμενωδες ἐστι και πιον , ἐξηρτηται δε ἐκ της μεγαλης φλεβος και της
ἠλιθα γαστρος ἀφορδια κεινωσειας : ἀλλοτ ' ἀλυσθαινοντι ποθεν γαλα πιον ἀρηξει : ἠε συ γ ' ἀμπελοεντα γλυκει ἐνι
9999992 ἀντιπαρακειμενον
ὑπεραυξηθεντων δε των κατ ' αὐτον παθων , τοτε ἡπαρ ἀντιπαρακειμενον , της ἐξ αὐτου μεταλαμβανει κακιας , και τῳ
δε ἀντιπαρακειμενον το ο δια το ἀλειτης , ἐχει δε ἀντιπαρακειμενον το ο ἀλοιτης : προσκειται μη ἐχοντα ἀπο πλεονασμου
9999992 ἀποδεξαμενος
των ἰδιων περιοδον . Λεωνιδης δε την ἑτοιμοτητα των στρατιωτων ἀποδεξαμενος , τουτοις παρηγγειλε ταχεως ἀριστοποιεισθαι , ὡς ἐν ᾁδου
, ὡς διακοψοντες αὐτα παντως . ὁ δε την ὁρμην ἀποδεξαμενος , “ οὐκ ἀξιως , ” ἐφη , “
9999992 ἀγομενους
παραπικρον , ὁταν καθεψηθῃ . φευγοντας : τους εἰς δικην ἀγομενους . των γραψαμενων ] των κατηγορουντων . Γ ἀπο
κριτηι πιθανον εἰρηκεν Ἑκαταιος ὁ Ἀβδηριτης : λεγει δε τους ἀγομενους γυναικας πολλους παρακαλειν ἐπι την ἑστιασιν ἱνα πολλοι συνειδωσι
9999992 μαχομενον
. τελος δε προαγει ἠδη τεθνηκοτα τον Ἀχιλλεα και ποιει μαχομενον : οὐκ ὀντων δε ὁπλων , ἀλλα του Ἑκτορος
ἀφωνος καθηται . και ἐν αὐτῳ δε τῳ προλογῳ το μαχομενον ἐστι : Μηδεια δ ' ἡ δυστηνος ἠτιμασμενη βοᾳ
9999992 ἀναγκαιον
και πασιν ἀνθρωποις , καθ ' οὑς ἁπαντα ἐπιεικως ὑμιν ἀναγκαιον και πραττειν και ὀνομαζειν , και εἰ περι του
ἐχθρον του μισουμενου . Ἀναγκη . Οὐκουν ταὐτα ἡμιν συμβησεται ἀναγκαιον εἰναι ὁμολογειν , ἁπερ ἐπι των προτερον , πολλακις
9999992 πυνθανομενος
κακου . Μετα δε Λαοδικειαν ἐπ ' Αἰγυπτον ὡρμα , πυνθανομενος μεν Κλεοπατραν βαρει στολῳ διαπλευσεισθαι προς τε Καισαρα και
δυνατωτεροις αὐτων ἐνηγγυα . Μαχαρης δ ' αὐτον ὁ παις πυνθανομενος ὁδον τε τοσαυτην ὀλιγῳ χρονῳ και ἀγρια ἐθνη και
9999992 ἐπιπλαστον
Πηνελοπης , οἱον : ἀχρειον ἡ δ ' ἐγελασεν , ἐπιπλαστον διανοιγειν ' . . . . ἀχρι : ἑως
ἐχοντας ἀνεσταλ - μενας , κρυψιφρονας , ὑποκρισει ἐξαπατωντας , ἐπιπλαστον ἐπιεικειαν ἐχοντας , μυκτηρας πλατεις ἐχοντας , παχυαυχενας ,
9999992 θερμαινομενον
ἀριστων ὁ Ἱπποκρατης , ἐνθα φησιν : ὑδωρ το ταχεως θερμαινομενον και ψυχομενον κουφοτατον . οὐ γαρ ἐπι των βορβορωδων
δυναμει ἐστι , καθ ' ὁ κινειται , οἱον το θερμαινομενον , ὁτι δυναμει ἐστι θερμον , και το ψυχομενον
9999992 ἀναγραφομενον
τριγωνον προς το ἀπο της δευτερας το ὁμοιον και ὁμοιως ἀναγραφομενον . Ἐκ της εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγης . Οὐκ ,
Δ εὐθεια , ὁ δε κζ το ἀπο της Δ ἀναγραφομενον τετραγωνον . και ἐστιν ὁ μεν λϚ τῳ κζ
9999992 μεταλαμβανομενον
Β : και γαρ ἐν τουτοις , εἰ εἰη το μεταλαμβανομενον δειξεως δεομενον , δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου . οἱον
τουτοις το μεν ὑποτιθεται το δε μεταλαμβανεται : προς ὁ μεταλαμβανομενον και συλλογισμου κατηγορικου χρεια : παντες γαρ ἐξ ὑποθεσεως
9999992 καταλαμβανομενον
καταλαμβανεσθαι , ἐπειπερ ἀλογοι εἰσιν και δια τουτο ἀλογως το καταλαμβανομενον αὐτας ἐκινουν . εἰτα τας αἰσθησεις λαμβανουσα παντως αὐτη
δ ' ἀποδειξιν λογον δια των μαλλον καταλαμβανομενων το ἡττον καταλαμβανομενον περαινοντα . Την δε φαντασιαν εἰναι τυπωσιν ἐν ψυχῃ
9999992 κρυπτομενον
ϲυνεχωϲ . Προϲ λευκωματα . δρακοντιου του ἐχοντοϲ το ϲπερμα κρυπτομενον ἐν τῃ γῃ ὁμοιον πεπερει , λαβων αὐτο το
και βελτιον τι ἀλλο του ἐνταυθα εἰναι ὑπο γην σκοτῳ κρυπτομενον ] κἀν δυσερωτες φαινωμεθα και σφοδρα φιλουντες τουτον τον
9999992 συντεινοντων
ἀπαγορευσεως και ἑτερον αἰνιττεσθαι μοι δοκει των προς ἠθοποιϊαν μαλιστα συντεινοντων , διελεγχων οὐ μετριως τους φιλοχρηματους , | οἱ
ὠφελειας ἐργῳ και λογῳ πραγματευεσθαι , μηδενα παραλιποντι καιρον των συντεινοντων εἰς κοινην κατορθωσιν . μονος οὑτος των πωποθ '
9999992 διαλεγομενου
οἱς οὐθεν ἐστιν ἐπιμελες των λογων . ἐτι του Οὐλπιανου διαλεγομενου παιδες ἐπεισηλθον φεροντες ἐπι δισκων ΚΑΡΑΒΟΥΣ μειζονας Καλλιμεδοντος του
γουν ἐπι την ἀκροασιν αὐτου ὁ Μαρκος και ἡσθη μεν διαλεγομενου , ἐθαυμαζε δε σχεδιαζοντος , δωρεας δε λαμπρας ἐδωκεν
9999992 ὁριον
μεν την Ἀσιαν ἀπο της Λιβυης διαιρουσιν ἀξιολογον τουθ ' ὁριον ἐφανη ὁ Νειλος , μηκος μεν ἀνατεινων ἐπι την
τους ὑπερκειμενους Κιλικας τους Τραχειωτας . Λυκαονων τε και Καππαδοκων ὁριον ἐστι το μεταξυ Κοροπασσου κωμης Λυκαονων , και Γαρσαουρων
9999992 προσκαιρον
καταγοητευον ἡμας , ὡς ἀν μη δια μικραν ἀπολαυσιν και προσκαιρον ῥᾳστωνην λαθωμεν τα αἰσχιστα ἑαυτοις περιποιησαμενοι . οὐ γαρ
διαφερει , ⌈ καθοτι [ ὁτι ] το μεν ψηφισμα προσκαιρον ἐστι και κατα μονην κρατει και ἐνεργει την ἀμφισβητησιν
9999992 καταλαμβανομενος
. εὐμαθεις ] εὐμαθης λογος λεγεται ὁ εὐγνωστος και εὐκολως καταλαμβανομενος . ὡς ἐνταυθα και παρα Σοφοκλει : ὡς εὐμαθες
ἀλλ ' ἀορατος , ἀειδης , ψυχῃ μονον ὡς ψυχῃ καταλαμβανομενος . τις ἀν οὐν εἰη πλην ὁ λογος ὁ
9999992 κρατουμενος
παντι οἰσθησεται , συναπενεχθησεται δε τῳ παντι προς ἡμεραν ἑκαστην κρατουμενος την ἀπ ' ἀνατολων ἐπι δυσεις : και γαρ
μαστιξι γυμνον ὀντα . ὁ δ ' ἐν τοιᾳδε ἀναγκῃ κρατουμενος ἐβοα τε φωνας δυσφημους , ἁς ἡ ἀλγηδων ἐβουλετο
9999992 συναναιρειται
ἀναιρεθησεται . και ποτερου ἀναιρεθεντος τροπον τινα και το ἑτερον συναναιρειται . ἐπι μεν οὐν του ὑποκειμενου παραδειγματος ὁ τεχνικος
δε ὁ συντελει τινι προς το εἰναι και οὑ ἀναιρεθεντος συναναιρειται το ὁλον . οἱον το σκυτεως ὀργανον ἐστιν σμιλη
9999992 ἀφρον
ἐκ του χαλινου ὑβρεως . οὐ δη εὐπορει γραφειν ἱππου ἀφρον κεκμηκοτος ἐν ἀγωνι . ἀπορων δε ἐπι πλεον ,
ἀφριαα : ἀφρον ἀποτελει , ἀπογεννᾳ , ἠχον ἀποτελει και ἀφρον . ἱσταται : γινεται , ὑψουται , ἐξισταται .
9999992 τεινοντα
μεγαν αἰδουμαι τον ταδε πραξαντ ' , ἐπ ' Ἀλεξανδρῳ τεινοντα παλαι τοξον , ὁπως ἀν μητε προ καιρου μηθ
μεν ἐπι το στηθος , το δ ' ἐπι νωτον τεινοντα , ταυτα δ ' ἐς το αὐτο ἁπαντα τεινοντα
9999992 καλεισθαι
. . , : Φερεκυδης ἐν ἑκτῳ Εὐηνιαν αὐτην φησι καλεισθαι . . : Ἰοφωσσα : ἡ χαλκειος , ὡς
το συμπερασμα καλως ἐχειν , στοιχεια φαμεν ὑπο των παλαιων καλεισθαι τα γεννητικα των ὁλων αἰτια . πολλων δε εἰρημενων
9999992 λαμβανομενος
λογῳ ἐχει συλλαμβανομενον , και ὁ ἀνθρωπος κατα το συναμφοτερον λαμβανομενος , καθα δη και φυσικως ὁριζεται , και το
συναγει και πιλοι και πυκνοι , ἀλλα και ὡς σιτιον λαμβανομενος . Φυκος ὑγρον ἐστι και χλωρον : ἐξαιρουμενον δε
9999992 καινας
δομων , ἐχηι νεον . ἐα : τι χρημα ; καινας ἐσβολας ὁρω λογων : μητερα γεραιαν βωμιαν ἐφημενην ξενας
ἁβροδιαιτον αὑτων χανδον προς το ἀοριστον και ἀτελευτητον ἀποτεινοντες , καινας ἐπινοουντες ἡδονας , ἀθυτα παρασκευαζουσιν , ἀγχοντες και ἀποπνιγοντες
9999992 περιστερας
, πελειαδας οὐ σημαινει τας ὀρνιθας , ἁς τινες ὑπονοουσι περιστερας εἰναι , ἁμαρτανοντες . ἑτερον γαρ εἰναι φησιν Ἀριστοτελης
, οὑ ὁ καρπος γλυκυς και χρηστος , ὡστε τας περιστερας τερπομενας ἐν αὐτῳ αὐλιζεσθαι και κατασκηνουν . τουτο το
9999992 ἐνισταμενον
, και ταυτης μερος τι εἰς τας μηνιγγας ἀναθυμιασθαι . ἐνισταμενον δε περι ταυτας , ἀπεργαζεται τας ἐκνοιας : ὀχλουνται
σπληνα και ὀρθοπνοιαν ἀνιγρην , και φθισιν ἰωμαι , σπασμον ἐνισταμενον , και σφαλερην πλευριτιν : ἀποπτυων δε τις αἱμα
9999992 ἀπολογειται
ἐλθων οὐδ ' ἁπαξ δια του πορθμου πεπλευκεν Ὀδυσσευς , ἀπολογειται διοτι και οἱ ὑστερον ἐφευγον ἁπαντες τον πλουν τουτον
τις , μηπω ἁλοντος ᾡ δοκει συνειδεναι : προτερον μεν ἀπολογειται ὑπερ ἐκεινου , εἰτα ὑπερ ἑαυτου : χρησιμωτατη οὐν
9999992 συναγομενων
μεν ἀν δοξειε κἀνταυθα το πληθος των ἐκ της ἑπταμηνου συναγομενων σταδιων τρισμυριων ἑξακισχιλιων διακοσιων εἰς ἐλαττον μειουν του ἡμισεως
ὠσι , και πολλαπλασιασαι ἐπι τον μοναδι ἐλαττονα και των συναγομενων λαβειν το ἡμισυ και τοσαυτας ἀποφαινεσθαι εἰναι τας σχεσεις
9999992 ὁμολογουμενου
τα πλειστα , ὁσα γε οὐν ἐγχωρει , λεγεσθω . ὁμολογουμενου δη παρα πασιν ὁτι πρεπον ἐστι το τοις ὑποκειμενοις
τἀγαθου φυσεως ἠ της του κακου : ὁς γε ὡς ὁμολογουμενου του μη κακον ὑπαρχειν αὐτον , εἰ ἀγαθον τυγχανει
9999992 μαντευομενος
δι ' ἡν ἐλυπησε τον Δια . χρειων ἑξειης : μαντευομενος πασιν ἐφεξης και τελειως . παρατιθησι δε αὑτου τας
οὐ παρακελευομενος ταυτα λεγει , ἀλλ ' εἰκαζων και οἱονει μαντευομενος , ἐπει και εὐκτικῳ ἀλλ ' οὐ προστακτικῳ ἐχρησατο
9999992 καιομενης
κιονων σκιας ὁρωμεν ἀποτελουμενας ἠτοι λαμπαδος τινος ἀπ ' ἀντικρυ καιομενης ἠ λυχνου . τουτων δε εἰ και πασι πλειστον
ὑπ ' αὐτῃ δε κρηναι ῥεουσι χλιαρου και ἀσφαλτου , καιομενης , ὡς εἰκος , της βωλου της ἀσφαλτιτιδος :
9999992 περιθεντες
καλλιλογειτε και εἰρωνευεσθε , ὠ Μηνυκιε , ὀνομα καλον ἐργῳ περιθεντες ἀνοσιῳ ; οὐ γαρ δη καθοδον μοι διδοτε ,
. πρωτοι δ ' ἐς αὐτην οἱ βασιλεις ξυλοφορουσι και περιθεντες ἑτεραν ἐν κυκλῳ βραχυτεραν τῃ μεν ἀνω γαλα και
9999992 πολυγονον
ἐν οὐρανῳ θηλυ , καθυγρον , παρυγρον , δισωμον , πολυγονον , λιχηνωδες , λεπιδωτον , νευρωδες , κυρτωτον ,
ἱππομαραθον , λινου ὁ καρπος , κυμινον , ὀροβοι , πολυγονον . ὑγρον δε μισγεται προς ἑκαστην ἀει δυναμιν προσφορον
9999992 ἀλεγεινον
νοημασιν ἐς πονον ἀγρης ἰχθυβολοι σπευδουσιν , ἐπευξαμενοι μακαρεσσι κητοφονοις ἀλεγεινον ἑλειν τερας Ἀμφιτριτης . ὡς δ ' ὁτε δυσμενεων
δε φωτων βαλλομεναι κορυθες τε και ἀσπιδες αἱ τ ' ἀλεγεινον αἰζηων ῥυοντο μορον και ἀμειλιχον αἰσαν . Ἀμφι δε
9999992 ἀπολογησεται
πραγματος , αἰτιαν τις ἀποδωσει και το λεγομενον χρωμα : ἀπολογησεται δ ' οἰμαι ὁ ἀσωτος και ἐρει τι .
αὐτων δικας . Ὁρᾳς ὁτι ἐνταυθα ὁ φευγων οὐκ εὐθυς ἀπολογησεται περι του ἐγκληματος : ἀλλα καθαπαξ ἀνελειν την κρισιν
9999992 λεγομενους
στενοχωριαν μου θεωρησας της δυναμεως παρεκαλεσα τους παρ ' ἡμιν λεγομενους Χριστιανους : και ἐπερωτησας εὑρον πληθος και μεγεθος αὐτων
φλεβοτομιας μγʹ Περι λειεντεριας Ὁπως μεν χρη θεραπευειν τους καρδιακους λεγομενους ἠ ἀλλως ἐπι τῳ του στομαχου παθει συγκοπτομενους ,
9999992 τειρομενον
στερησιν τουτἐστι ' τρυφερον : και ἀπαλον , το εὐχερως τειρομενον : και βλαπτομενον λεγονται δε τεραμνα , τα μη
' αὐτῳ δωκε τισιν θεος αἰψα και ἐδρακεν ἐχθρον ὁμιλον τειρομενον κατα βενθος . Ἑῳ δ ' ἀρα πολλα τοκηι
9999992 ἀπερχομενος
ἐν αὐτῃ τον Θησεα ἠ γυψον : ὁ γαρ Θησευς ἀπερχομενος κατα του Μινωταυρου την Ἀθηναν ποιησας ἀπο γυψου ἐβαστασεν
την ὁδον ἐκεινην και ὁ Λαιος ὁ τουτου πατηρ , ἀπερχομενος και οὑτος ἐρωτησων εἰς το μαντειον περι του παρ
9999992 τετιμημενον
γεραιροντι παν ὁ τι οὐν ἀγαλμα , ἐξεικασμενον αὐτῳ και τετιμημενον . ταις θυγατρασι φαρμακον ὠρεξε , και αὐτος ἐπιε
των Ὠρωπιων : ἐνταυθα δε που και το Ἀμφιαραειον ἐστι τετιμημενον ποτε μαντειον , ὁπου φυγοντα τον Ἀμφιαρεων , ὡς
9999992 καπηλειον
και γαρ ἐτυχεν ὀν κατ ' ἀντικρυ της οἰκιας καινον καπηλειον μεγα , ἐνταυθ ' ἐπετηρουν την τροφον της παρθενου
ὁ Κλεαρχος διψην ἐφη προς τους στρατηγους και πλησιον ἰδων καπηλειον μετ ' αὐτων εἰσελθων φυλακην καταστησας ἐνδον ἀπεκτεινεν ἀμφοτερους
9999992 ἐνοχλουμενοι
ἐπειδη οὑτοι , ἐφη , ὠ συμποσιαρχε , ὑπο λογοδιαρροιας ἐνοχλουμενοι μη πεινωσιν ἠ τα περι της φακης λεχθεντα χλευαζουσιν
οὐτε τους ποδας ἐπι την γην θειναι συσσεσωρευμενων αὐτων , ἐνοχλουμενοι δε και ὑπο της των τετελευτηκοτων ὀδμης , ἐφυγον
9999992 ἀρχομενους
οὐν ἱερων και θυσιας , οὑτω και του βιου τους ἀρχομενους εὐλογιας / μαλιστα πρεπει ἐπιμελεισθαι . . . .
οὐ το αὐτο δικαιον πατρι προς υἱους και βασιλει προς ἀρχομενους : οὐδ ' ἡ φιλια ὁμοια : ἡ δε
9999992 περινοστειν
ἀντι του περιπατειν τον σφαλλομενον και καταπιπτοντα . . 〚 περινοστειν ἐᾳ : Περιερχεσθαι ἀφιησιν , ἀπο τοπου εἰς τοπον
ἀλλ ' αὐτος μεν ἑκαστην ῥαψῳδιαν γραψας και ἐπιδειξαμενος τῳ περινοστειν τας πολεις τροφης ἑνεκεν ἀπελιπεν . ὑστερον δε συνετεθη
9999992 δεχομενους
ἀπορον και λογους ἐχει και οὐ τους αὐτους και πιστιν δεχομενους : ἐκ δε του κατασκευαζομενου το ἀσυστατον : το
Βοιωτοις ἰδιᾳ ξυμμαχιαν πεποιηνται , φασκοντες προτερον κοινῃ τους μη δεχομενους τας σπονδας προσαναγκασειν . τα τε ἀλλα ἐσκοπουν ὁσα
9999992 κωλυομενον
και ἐν τῳ πανυ πολλῳ θορυβῳ τε και πληθει οὐ κωλυομενον πραττειν ἑκαστον το αὑτου ἐργον , ἀλλ ' ὁ
, προαιρετικην ἐχει την σχεσιν : δυναμαι γαρ το μη κωλυομενον ὑπο της φυσεως ἀριστερον ποιησαι δεξιον : ἀμελει τουτο
9999992 περισπωμενων
γαρ ἀπο βαρυτονων θεματων μεταγομενα εἰς την δευτεραν συζυγιαν των περισπωμενων μεταβαλλουσι το ε εἰς ω μεγα : τρωπωμαι ἐτρωπωμην
ποιουμαι ποιῃ . Τα εἰς ΜΑΙ ὑποτακτικα προπερισπωνται μεν ἀπο περισπωμενων ὀντα : ἐαν νοω ἐαν νοωμαι , ἐαν φιλω
9999992 διαλεξομενους
αὐτου πεμφθεντας ἀπρακτους ἠφιει , παρα δε τον βασιλεα τους διαλεξομενους ἐστελλεν , ὡς , εἰ μη γην και χρηματα
τινας των πολεμιων . Ὁτι και ἡνικα τις πρεσβεις ἀποστειλῃ διαλεξομενους τοις πολιταις , ὁπως ἁπαντων ἐπι την αὐτων ἀκροασιν
9999991 ξηραινομενον
το ὠειδες , ὁπερ ἐπιτεγγει αὐτο συνεχως ὑπο των ἐνεργειων ξηραινομενον : και προβολος αὐτῳ ἐστιν , ἱνα μη ἀμεσως
και τακερας γενομενας λειοτριβησας ἐμπλασον εἰς ὀθονιον και ἐπιτιθει : ξηραινομενον δ ' ὑγραινεσθω τῳ ὀξει . Προς ἀνθρακας .
9999991 μελλειν
δε Καισαρ οὐκετι τους λογους καθιει δι ' ἑτερων οὐδε μελλειν ἠξιου , ἀλλ ' αὐτος ἐς τον στρατον συνειλεγμενον
σφαλλομενοις βαδιζουσιν οἱς το μεν κατενεχθησεσθαι προδηλον , το δε μελλειν ἐτι , τουτ ' ἐστιν ἡ δυναμις . ὁ
9999991 περιοικους
την τε Κυνουριακην ἑλοντων αὑτων ἀποτεμνεσθαι τους Ἀργειους και τους περιοικους σφων ὑπηκοους ὀντας ἀφισταναι . τοτε μεν δη παρα
θεων εὐφοριαν γενεσθαι και την γην πολυκαρπησαι , τους δε περιοικους πυθομενους ἱερεα και ἀρχοντα αὐτον καταστησαι . ἐξ αὐτου
9999991 ἀνειναι
ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι τας Νυμφας ταυτας χαριζομενας τηι Ἀρτεμιδι μεγιστην πηγην την
ἠ χονδριλης ἠ ψυλλιου ἠ ὀμφακος ἠ ἀνδραχνης τριβοι ὡς ἀνειναι χυλον τινα , ἀριστον ἑξει φαρμακον προς τα καρκινωδη
9999991 βασιλευσιν
τε δι ' ἐμε ἡκειν , οὐτε ἀνελευθερον τι διελεχθην βασιλευσιν ἠ ὑπερ βασιλεων δημοις οὐτ ' ἐπιστολαις ἐλαμπρυναμην ἠ
ὡς [ ! ! ! ! ! ! ! ! βασιλευσιν ] [ ! ! ! ! ! ! !
9999991 καταρατος
λευκος , ὁταν αὐτην τις , κεκραγε τηλικουτον εὐθυς ἡ καταρατος , ὡστ ' οὐκ ἐστι πολλακις λαθειν . Τον
ἀγαθος ἀν γενεσθαι παιδαγωγος . ὁθεν δη και πολυς ὁ καταρατος ἐν τῳ τυπτειν , ὁ ἐδρα τῃ κωπῃ την
9999991 δεικνυμενον
ὁτι ἐστιν : ἀλλο γαρ ἐκεινο και δι ' ἀποδειξεως δεικνυμενον . και το ἀκολουθουν ἀτοπον ἐπιφερει : ὁ ἀρα
ὁτι ἑτερου ὁ ὁρος και ἑτερου ὁ συλλογισμος ἐστι το δεικνυμενον . ἀλλ ' εἰ και ἑτερον τουτο ἐκεινου ,
9999991 στεφανουνται
εἰδη φυταριων . . . σισυμβρια : Φυλλα τινα οἱς στεφανουνται οἱ νυμφιοι . 〚 νυμφιων βιον : Ἠ ὁτι
Ἀθηναιοι ἐπαινουσι και ὁτε Ἀθηνησιν οἱ παιδες ἐν μηνι ἀνθεστηριωνι στεφανουνται των ἀνθεων τριτῳ ἀπο γενεας ἐτει , κρατηρας τε
9999991 προσταταις
ἐξω πυλων οὐ πανυ θραττει με , ἐπει οὐδε τοις προσταταις συνεχαιρον , ἡνικα περιειργαζοντο : δεισθω δ ' ὑπερ
Ἑλληνικον ἐκινηθη , διαφορων οὐσων ἑκασταχου τοις τε των δημων προσταταις τους Ἀθηναιους ἐπαγεσθαι και τοις ὀλιγοις τους Λακεδαιμονιους .
9999991 τελειον
τελευτησοντα κατα λογον και τα ἑξης ὡς ἐφερμηνευτικα τεθεικε του τελειον βιον οὐχ ὡς ἀλλο τι λεγων ἀλλ ' ὡς
σφαλιζοντες , ὀφρυες [ τε ] οὐ τεταμεναι , μετωπον τελειον οὐ μην τε ὀλιγον φωνη τε ἀπηνεστερα ἰσχυρα μεγαλη
9999991 πολεμουντος
μεν περι Τενεδον τῃ δε κατα τον Αἰγαιον , Λευκολλου πολεμουντος , τους Ποντικους νενικησθαι , και οὐκ ἀξιομαχον αὑτον
Μαριανδυνων , ὁς ἀπεθανεν ἐν Ἡρακλειᾳ τῃ Ποντικῃ , Ἡρακλεους πολεμουντος τοις πλησιον , οὑ εἰς ὀνομα ὁ πατηρ την
9999991 εὐλαβουμενος
συνειδοτος ἐλεγχομενος ἐν οἱς ὑφαιρειται λαθρα , παντως αἰσχυνομενος ἠ εὐλαβουμενος , ὡν το μεν ἐστι σημειον του την πραξιν
: Οὐ μαχεσῃ ἐμοι ; . αἰσχυνομενος : Ἐντρεπομενος , εὐλαβουμενος . . την ἡλικιαν : Το σον γηρας .
9999991 διαμενοι
και δυσπιστον της πλανης , ὁπως ἀκατηγορητος ἡ συνταξις ἡμων διαμενοι , ἐπανιμεν ἐπ ' αὐτον . Ὁποταν μεν γαρ
και τα πραγματα τουτῳ μαρανθειη , ἀλλ ' ἀειθαλης αὐτῳ διαμενοι ὁ βιος μηποτε φθινων μηδε φυλλοῤῥοων . Εὐχομαι ]
9999991 συντελειν
ἑκαστῃ πολει ἀνα μερος ἐς Ἀμφικτυονας και ἐν χρονου περιοδῳ συντελειν ἐστιν . ἐσελθοντι δε ἐς την πολιν εἰσιν ἐφεξης
γενων ἐλαττονων ὀντων ἠ εἰδων και ὑπο τουτοις ἀτομων , συντελειν ἁπαντα εἰς μιαν φυσιν και ἐκ παντων τῳ νοητῳ
9999991 τεκμαιρομενον
τοσουτῳ βελτιων ἡ βλαστησις : την δ ' ἀλλην ἁπασαν τεκμαιρομενον προς τουτο τον χρονον . Χρη δε και την
πηγας , μικροις δη τισι και φαυλοις ὑπερ των τηλικουτων τεκμαιρομενον . ἐπει μεντοι ἀτρεκεστερον ἐξηλεγξε τα ἀμφι τῳ ποταμῳ
9999991 παριοντων
ἀθροαις τιμωριαις , ἀνεμῳ και ἡλιῳ και τῃ ἀπο των παριοντων αἰσχυνῃ και τοις ἐκκρεμαμενοις ἀχθεσι , βιαζομενοι χαλεπως ἀπαγορευωσιν
και θεωρουσαι ἀπο του ὑψηλου και εὐορμιστου τοπου , πολλων παριοντων την ἡδειαν ἐπανοδον ἡρπασαν , τῃ τηκεδονι φθινειν ποιουσαι
9999991 ἀναλυειν
πεττουσα την τροφην ἀναλωσῃ την προςενεχθεισαν , ἀναγκαζεται τηνικαυτα παλιν ἀναλυειν , ἁ προσεθηκε . και δια τουτο πλειονα πτυουσι
φορους αὐτας τε πολεις τας μεν δειν τας τ ' ἀναλυειν , λαινα τειχη τα μεν οἰκοδομειν τα δε αὐτα
9999991 πραττομενοις
τηρησαντες ἀδικως ταις μεγισταις συμφοραις περιεπεσον . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις ἐν τῃ Κερκυρᾳ μεγαλη συνεστη στασις και φιλοτιμια δια
ἀσφαλισαμενος φρουρᾳ διηρεν εἰς την Αἰγυπτον . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Κλεοπατρα τῳ μεν Ἀντιγονῳ προσκοπτουσα , τῃ δ '
9999991 κινουμενοις
δεξιας , και δρομον ἀπεραντον ἐνετιθουν τοις χρωμασιν ἐν οὐ κινουμενοις ποσιν . οἰδα κηρῳ δησας τον Ἀρεα , και
και πνευματι , σωμα ὁμοιον ἡ ψυχη φυσει λαβουσα συγκινειται κινουμενοις και πνευματος τε ἐμμελως και ἐρρυθμως ἠχουντος τῳ παρ
9999991 συντονον
το παντελες αὐτοις ἀπορραγειεν αἱ δυναμεις δια το σφοδρον και συντονον της ἀθλησεως , ἐλαιον ἐπιχεουσιν . εἰθ ' ὁ
εἰναι τας φλεγμονας , μητε το ἀρθρον νευροις και μυσι συντονον . τας δε βηχας τας ξηρας και χρονιους λυει
9999991 παραθεσθαι
ὡστε ταυτῃ πασχειν , ἀλλ ' ἀναλεξας τα πεσοντα , παραθεσθαι παλιν ἐκελευσε τον Ἀλκιβιαδην : ὡς δε ἐκεινος οὐ
ἐφυλαξε το αἐστι . και ἀλλα παμπολλα εἰς το τοιουτον παραθεσθαι . ἀναγκαια ἀρα και ἡ μονη του ι ἐν
9999991 ἀποσχομενος
ὡς δε ἑωρα τους ἑαυτου ὑπο την μαχην Σκριβωνιῳ προστιθεμενους ἀποσχομενος σιτιων ἐτελευτησεν βιους ἐτη τρια και ἐνενηκοντα : Γοαισος
Ἀλεξανδρῳ και ἐπιστρατευσαντι κατα Περσων συνεξηλθεν οὐδε τοτε του φιλοσοφειν ἀποσχομενος . την γαρ ἱστοριαν των σν πολιτειων τοτε συνελεξε
9999991 πλανωμενος
Θεμιστοκλεους πριν ἁπτεσθαι της πολιτειας . , : οὐ γαρ πλανωμενος περι την Ἀσιαν , ὡς φησι Θεοπομπος , ἀλλ
γενους ἀπωλεσε : φυγας τε ἐκ τουτου της αὑτου ἀρχης πλανωμενος και τελευτων προς των ἀμφ ' αὑτον ἐς τα
9999991 προσαπτεσθαι
μοι δοκουμεν οἱον γε τινος ἰχνους ἐφ ' ὁ πορευομεθα προσαπτεσθαι . το γαρ δη των ἱερεων σχημα και το
ἀλληλων ἑψηθεντων , ἀνακογχυλιαζεσθαι δει τῳ ὑδατι ξηροις τε λειωθεισι προσαπτεσθαι του γαργαρεωνος , ἀτρεμα πως προσαγοντας προς τε την
9999991 κωλυομενος
τοις πανηγυρισταις . ἠν δε ὑποθεσις τῳ συγγραμματι ὁ Πυθαγορας κωλυομενος ὑπο τινος Ἀθηναιων , οἰμαι , μετεχειν της Ἐλευσινι
αὐτον ὁ βασιλευς μεθ ' ὁπλων οὐκ εἰα διερχεσθαι : κωλυομενος δε παριεναι και τουτον ἀπεκτεινεν . ἀφικομενος δε εἰς
9999991 ἀμειβομενος
' ἀνεστη διος Ἀλεξανδρος Ἑλενης ποσις ἠϋκομοιο , ὁς μιν ἀμειβομενος ἐπεα πτεροεντα προσηυδα : Ἀντηνορ συ μεν οὐκετ '
γενναιος τῃ παρρησιᾳ . τουτους ὡσπερ της εὐσεβειας ὁ θεος ἀμειβομενος . και τουτο δη το ὑμνουμενον ὀνομα Ἀντερως ἐν
9999991 κατωτερον
πονος καθ ' ἁπαν το σωμα , γαστρος δε το κατωτερον του ὀμφαλου , και βριθος γινεται ἐν τῃσι μητρῃσι
κομην δε ἐχουσι μακροτατην μεχρις ἐπι τα γονατα και ἐτι κατωτερον , και πωγωνα μεγιστον παντων ἀνθρωπων . ἐπειδαν οὐν
9999991 διεσπασμενον
ἐλαττον κακον του προτερου δηλοι . οὑτως οὐν και το διεσπασμενον ἀνωμαλον του διεσπασμενου μεν , ὁμαλως δε φαινομενου μετριωτερον
δι ' ὁλου ἐστι διεσπασμενον , ἀλλα σημερον μεν φαινεται διεσπασμενον , αὐριον δ ' οὐ , ἀλλα συνημμενον :
9999991 κατιοντων
και ἀλλα ἀλλων αἰτιατοτερα τε και μερικωτερα ἀπο των προτερων κατιοντων ἐπι τα ὑστερα . ἀλλα περι μεν αἰτιων και
ἑκαστης οἰκιας . και γαρ τα πληθη δια την των κατιοντων ἀει βασιλεων ἀρεσκειαν εὐθετως εἰχε προς τας μεταβολας .
9999991 καθηκοντος
ἀναλγης διαφερει . ἀναλγητος μεν γαρ ἐστιν ὁ ἀνεπιστρεπτος του καθηκοντος , ἀναλγης δε ὁ μη ἀλγων . ἀντικρυς και
μεν ἡ δικαιοσυνη , ποιητικως δε τιθεται και ἐπι του καθηκοντος . Εὐχη , συνηθως μεν ἡ δεησις , ποιητικως
9999991 σκεμματος
μηδενος ἀξιων ἠσαν . ὠφειλεν εἰπειν “ ὠ μακαριος του σκεμματος , του ἐξευρηματος ” : νυν δε διαγελων ἐφη
: οὐδεν γαρ διασαφει περαιτερω . ἡ μεντοι χαλεποτης του σκεμματος και ἐντευθεν δηλη : εἰτε γαρ εἰδος εἰτε ὑλη
9999991 φθειρομενον
γινομενον γινεσθαι , και εἰς το μη ὀν παν το φθειρομενον φθειρεσθαι , δυναμει της αὐτης ἐχεται τῳ Ξενοφανει στασεως
ὡς λεγει ἡ ὑποθεσις . Εἰ οὐν παν μεν το φθειρομενον προαποβαλλει την ἐνεργειαν , τουτο δε ἐστ ' ἀν
9999991 καινους
τους φιλους ὑπερτερους [ κακου ] γαρ ἀνδρος ἐστι τους καινους φιλους τιμαν , ἀτιμαζειν δε τους παλαιτερους × –
τα φιλια . προς ταυτα ὁρωντες ἐκκλησιαζετε και νομους εἰσφερετε καινους . Ταυτα και πολλα τουτοις ὁμοια εἰπων παρεστησατο τους
9999991 καταπλαττομενον
φακον λεανας καταπλαττε . καλως δε ποιει και το σελινον καταπλαττομενον και το ἡδυοσμον και χολη μαλιστα βοεια καταπλαττομενη .
διαρροιαϲ ὠφελειν . Βρυον θαλαττιον ϲτυφει και ψυχει , ὁθεν καταπλαττομενον ὁϲα ἐϲτι θερμα ἐναργωϲ ἐμψυχει και ὠφελει . Βρυον
9999991 ποικιλον
Ἐρεμβων ἠτοι Τρωγλοδυτων χωρα . Δια δε το πολυχροον και ποικιλον αὐτης οἱ κατοικουντες ἐκει ἀνδρες ὁμοιαν παρδαλει καλουσι :
και δριμυττον την γευσιν , ἁπλουν την χροαν και μη ποικιλον . δολιζουσι δε τινες το ἀμωμον τῃ λεγομενῃ ἀμωμιαδι
9999991 ἀποφαινομενον
δε και το ἐρωτωντα τους ἀκουοντας ἐνια λεγειν και μη ἀποφαινομενον : ἀλλ ' ὁ την Εὐβοιαν ἐκεινος σφετεριζομενος και
? [ ] : χρη γαρ [ οὑτω ] [ ἀποφαινομενον ] ? [ ] λεγειν . Ἐπει ὁ /
9999991 ἀπολομενου
ἀπλετῳ : ἁπασαν γαρ την Βοιωτιην κατειχε ἠχω ὡς ἀνδρος ἀπολομενου μετα γε Μαρδονιον λογιμωτατου παρα τε Περσῃσι και βασιλεϊ
ἀπο της πετρας . παραπλησιως δε και του δευτερου προσαναβαινοντος ἀπολομενου , οἱ λοιποι ταχεως παντες ἐφυγον : ἀπορρωγος δε
9999991 ἀναβαλλομενος
αὐτον ὁ Φαβιος , δικτατωρ ἀναδειχθεις : ὁς ἀει μεν ἀναβαλλομενος την μαχην , ἀει δε αὐτην προςδοκασθαι ποιων ,
δια τριτης , ἐγω δ ' εἰς την τεταρτην ἡμεραν ἀναβαλλομενος ἐνιοτε , και μαλιστα ἐν χειμωνι , χειρον οὐδεν
9999991 ἀπολλυμενους
τουτοις συσχηματισθῃ ὑπο πειρατων ἠ λῃστηριων ἠ κακουρ - γων ἀπολλυμενους , ἐπι δε των μελεοκοπουμενων και ἀτελων ζῳδιων ἠ
προς Ἀθηναιους θανατος ἐστω . Ἡγητοριδης Θασιος ὁρων πολλους πολιτας ἀπολλυμενους μακρῳ πολεμῳ και λιμῳ βροχον τῳ τραχηλῳ περιβαλων ἐς
9999991 ἀναφανησεται
εὐμενως προσιεται την ἐπιμελειαν . και οὑτω σοι αὐτα παιδαγωγουντι ἀναφανησεται χρησιμα τε και ὠφελιμα ἀντι ἀχρηστων και βλαβερων .
: εἰ δε μη , παρα το εἰδος ἀει ἀλλο ἀναφανησεται εἰδος , και ἀν ἐκεινο τῳ ὁμοιον ᾐ ,

Back