οὐκ ἠν οἰκοι γε καθευδῃς : οὐδ ' ἠν γε θυραζ ' ὡσπερ προτερον : βιοτος γαρ πασιν ὑπαρξει .
ξενεγκειν ὠ μιαρε ” ὁμοιος τριμετρος : το εʹ “ θυραζ ' ἀλλ ' ἀποπνιγομενος ” διμετρον ἀκαταληκτον τον δʹ
9999449 ἡμισφαιριῳ
. ὁ Ἡλιος ὁρων την Σεληνην ἐν τῳ ὑπερ γην ἡμισφαιριῳ ταχεως την μηνυσιν ποιειται δια των συνιστορουντων , ὁ
ζʹ : ἐπει ἡ Σεληνη εὑρεθη ἐν τῳ ὑπο γην ἡμισφαιριῳ , λαμβανω ἀπο της ὡροσκοπουσης μοιρας ἑως της σεληνιακης
9999446 ϲυμμετροϲ
ϲυμμετροϲ ὀλιγη και ϲκληρα ὀλιγη και μαλακη ὀλιγη και ϲυμμετροϲ ϲυμμετροϲ και ϲκληρα ϲυμμετροϲ και μαλακη ϲυμμετροϲ και ϲυμμετροϲ .
και ϲυμμετροϲ ϲυμμετροϲ και ϲκληρα ϲυμμετροϲ και μαλακη ϲυμμετροϲ και ϲυμμετροϲ . Ἐν ταιϲ ἀναφωνηϲεϲιν ἡ μεν εὐμελεια και χρηϲτοφωνια
9999442 δοτικῃ
. ἐστιν οὐν το ἐγω μελω σοι ἐν εὐθειᾳ και δοτικῃ , και ἐτι συ μελεις ἐμοι : ὁπερ ἀπαιτησει
προσωποις την αὐτην ἐχοντα ἐνεργειαν κατ ' ἀλληλων , ἐν δοτικῃ κατα - γινεται , ὡς ἐχει το μαχομαι σοι
9999433 μηρῳ
πιοειδους πηγματος πλησιον περινεου . και τῳ [ ἐν ] μηρῳ κατα τα ἀποληγοντα μερη τα προς τῳ γονατι καρχησιος
ἐχων ⌈ ἐντετυπωμενον τῳ μηρῳ [ ] [ ἐν τῳ μηρῳ ἐντετυπωμενον ] κ , ὡσπερ και σαπφορας ὁ το
9999433 ἑξακισχιλια
πεντηκοντα και ἑκατον : ἐτεα δε δυο και τεσσαρακοντα και ἑξακισχιλια : ἐν δε τουτοισι τρις το παν εἰς ἐλευθεριην
ἡ πολις εἰς τον προς βασιλεα πολεμον . ὁτι γαρ ἑξακισχιλια ταλαντα ἠν το τιμημα της Ἀττικης , και λυθεντος
9999432 Φραστωρ
μαρτυρειν κατα τον νομον . καλει μοι Φραστορα Αἰγιλιεα . Φραστωρ Αἰγιλιευς μαρτυρει , ἐπειδη ᾐσθετο Νεαιρας θυγατερα ἐγγυησαντα αὑτῳ
τἀκολουθ ' αὐτων ἐτι μαλλον . ὡς γαρ εἰσηγεν ὁ Φραστωρ εἰς τους φρατερας τον παιδα ἐν τῃ ἀσθενειᾳ ὠν
9999428 μαθῃ
ὠν εἰς το νοησαι και ἐφευρειν τεχνας , νοησῃ και μαθῃ ἐλαττων και ἐπιδεεστερος ὠν του Διος . εἰτα ὡσανει
εἰπον εἰδως , τουτο εἰρησεται νυν , ἱνα και ἀλλος μαθῃ . ὁ μεν τροχιλος ὀρνις ἐστι των ἑλειων εἱς
9999428 Θεμιστοκλεα
ἐτι και νυν κεκτημενον , χρυσῳ στεφανῳ μελλετε στεφανουν . Θεμιστοκλεα δε και τους ἐν Μαραθωνι τελευτησαντας και τους ἐν
ἐοικεν , ἀν μεν Δημοσθενη , ἠ Μιλτιαδην , ἠ Θεμιστοκλεα , ἠ τον ὁμωνυμον ὑποκρινωμαι , τοτε μεν πολυ
9999427 ἠδικηκε
γαρ ἐγωγε οἰδα , ὁ τι σε Νικοκλης ἐν ἐκεινοις ἠδικηκε τοις χρονοις . ἀλλ ' ἁ μεν συνειπε ,
ἡ γυνη μη πεινησει : ὡστ ' εἰ και σφοδρα ἠδικηκε , κεκολασται . και μεχρι θερους γε δωσει ταυτην
9999424 μυθικα
ἐξ ἑτερων προσωπων . ἐτι των διηγηματων τα μεν ἐστι μυθικα , τα δε ἱστορικα , τα δε πραγματικα ,
' ἱμεροεσσα και Εὐδωρη τανυπεπλος . ἀλλα ταυτα μεν τα μυθικα . ἀλληγορικως δε Ἀτλαντα νοησον τον ὁριζοντα και Πλειονην
9999423 νευρωδες
παρυγρον , δισωμον , πολυγονον , λιχηνωδες , λεπιδωτον , νευρωδες , κυρτωτον , ἀλφωδες , διμορφον , ἀφωνον ,
την σαρκωδη φυσιν : ἐπικρατει δ ' ἐν αὐτοις το νευρωδες και το δερματωδες , οἱον το καθ ' ὁλον
9999423 Γλωσσα
φυλακος ἐκλελοιποτος : ἐπι των ἀνευ μοχθου τἀλλοτρια καρπουμενων . Γλωσσα που πορευῃ : πολιν ἀνορθωσασα , και παλιν καταστρεφουσα
πλευμονα , πονηρα , και ὀξειας καθαρσιας ὀλεθριους σημαινει . Γλωσσα παρα λογον ἁπαλυνομενη , και ἀσωδης , μεθ '
9999422 σανδαραχη
συλλειουται οἰνῳ και ἐλαιῳ . χλιαρον δε συγχριεται , ἠ σανδαραχη ὀλιγη συν αὐτοις ἠ σταφις ἀγρια μετ ' ἐλαιου
, και λευκανθησεται . Τουτο δε αὐτο ποιει και ἡ σανδαραχη , και ὁμου ἀπο χλωρης οἰκονομηθεισα οὑτως τουτον τον
9999421 ἑκκαιδεκατῃ
αὐτοις της πατριδος ὑφ ' Ἡρακλεους . Γενεᾳ δ ' ἑκκαιδεκατῃ μετα τον Τρωικον πολεμον Ἀλβανοι συνοικιζουσιν ἀμφω τα χωρια
κοινον ὀνομα πολλων ἐθνων . λεγονται και Λευκοσυροι . Στραβων ἑκκαιδεκατῃ „ δοκει δε ἀπο Βαβυλωνιας των Συρων το ὀνομα
9999418 αἰσχυνεσθε
' ὑμων τινες ἐνθαδε ποιουσιν ; κἀκει παλιν εἰτα οὐκ αἰσχυνεσθε , εἰ μηδ ' ἁ παθοιτ ' ἀν ,
δια το ἀπαρασκευοι ἐγχειρειν . ὑποστικτεον οὐν εἰς το μη αἰσχυνεσθε ὁ μεμφονται : οἱ Κορινθιοι μεμφονται πολιν : την
9999414 ὁρμη
ὠ τεκνον , προσεσχε , τις προσηγαγεν χρεια ; τις ὁρμη ; τις ἀνεμων ὁ φιλτατος ; Γεγωνε μοι παν
. ὁ δε Ἐρως συν αὐτοις ἐρρηθη γεγονεναι , ἡ ὁρμη ἡ ἐπι το γεν - ναν : ἁμα γαρ
9999414 τιϲ
. χωριϲ δε τηϲ ἑψηϲεωϲ ἐπι των νυγματων και κηρωτῃ τιϲ ἀν χρηϲαιτο τοιαυτῃ : κηρου # γ , εὐφορβιου
ταχιϲτα χωριζομενηϲ τηϲ αἰτιαϲ . και ἡ ὀφθαλμια δε ταραξιϲ τιϲ ἐϲτιν οὐ μονον ἐξωθεν ἀλλα και χωριϲ φανεραϲ αἰτιαϲ
9999412 κυριωτατη
τετραδος θεωρεισθαι . ἡ μεν γαρ μονας ἀρχη παντων και κυριωτατη πα - σων . . . . . .
, του νομου εἰποντος ἀναιρειν , φρουρειν : ἡ δε κυριωτατη λυσις ἐστι συγγνωμονικη : ὁτι ὠργισθη , παρωξυνθη ,
9999412 τμητικηϲ
μικροτεροϲ μεν των κοκκυμηλων , δυναμει δε παραπληϲιοϲ . Μυρικη τμητικηϲ ἐϲτι και ῥυπτικηϲ δυναμεωϲ ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανωϲ .
ἑτερον γενοϲ των ἐρεβινθων καλουμενον ὀροβια δυναμεωϲ εἰϲιν ἐπιϲπαϲτικηϲ διαφορητικηϲ τμητικηϲ ῥυπτικηϲ : διο και ϲπληνα και ἡπαρ και νεφρουϲ
9999410 ναυτικῳ
ἡξειν πυνθανομενοι την νησον πολιορκεισθαι . εἰ γαρ κρατησειαν τῳ ναυτικῳ , το Ῥηγιον ἠλπιζον πεζῃ τε και ναυσιν ἐφορμουντες
ταυτης ἠδη ἐς αὐτον τε τον Θερμαιον κολπον ἐγινετο τῳ ναυτικῳ στρατῳ ὁ πλοος και γην την Μυγδονιην , πλεων
9999410 Μελανα
ἐπι τον Μελανα ποταμον ἐρχεται . διαβας δε και τον Μελανα ἐς Σηστον ἀφικνειται ἐν εἰκοσι ταις πασαις ἡμεραις ἀπο
ἡ Θρᾳκια καλουμενη , ποιουσα την τε Προποντιδα και τον Μελανα κολπον και τον Ἑλλησποντον : ἀκρα γαρ ἐκκειται προς
9999410 δοξω
εἰπε . Ἀλλ ' ἰσως μου καταγελασῃ , ἀν σοι δοξω πρεσβυτης ὠν ἐτι παιζειν . Οὐδαμως , ὠ Σωκρατες
μη φοβησω ὑμας , ἀλλ ' ἑτεραν , ἱνα μη δοξω , φησιν , ὑμας αἰσχυνειν και ὀνειδιζειν . το
9999408 ϲμυρνα
ϲυμπεττει ἁπλα μεν ϲταφιϲ ἡμεροϲ , ϲτυραξ , χαλβανη , ϲμυρνα , λαδανον , πιϲϲα , ῥητινη , βουτυρον ,
δρυϲ , κυπαριϲϲοϲ , πιτυοϲ τε και πευκηϲ φλοιοι , ϲμυρνα , λιβανωτοϲ , ἀϲφαλτοϲ , ἀλοη , ἀριϲτολοχια ,
9999407 μυθωδες
τριπηχυν τοις δε διπλασιαν . Ὑπερεκπιπτων δ ' ἐπι το μυθωδες πεντασπιθαμους ἀνθρωπους λεγει και τρισπιθαμους , ὡν τινας ἀμυκτηρας
αἰτιασθαι μεταβολην ἠ ἀγνοιαν ἠ καταψευσιν των τοπων κατα το μυθωδες . τουτο μεν δη ἀσαφες ὁν [ ἐω ]
9999406 ἐσπουδασε
πλεον θατερον ἡγησαμενος ἀπεργαζεσθαι , τας δε περι το μανθανειν ἐσπουδασε τε και κοσμησας την ψυχην οὐκ ἀλλοτριῳ ἀλλα τῳ
τους οὐν ἐκ φυσεως συναγωνιστας ὑπαρχοντας εἰς ἐχθρων μετελθειν ταξιν ἐσπουδασε κατηγορους ἐπιστησας τους δεοντως ἀν συναγορευοντας , πατερα και
9999405 σκελεα
το καταντες , ἐς τε την ὀσχην και ἐς τα σκελεα και ἐς τους ποδας , και ἐπην νουσος ἐπιγενηται
ὡς εἰθισται τις ὑγιαινων : ὑπτιον δε κεισθαι , τα σκελεα ἐκτεταμενον , οὐκ ἀστειον : εἰ δε και καταῤῥεοι
9999404 Κιμωνι
ἐς Θεσσαλιαν Λεωσθενης ἠγαγε και οἱ πλευσαντες ἐς Κυπρον ὁμου Κιμωνι , των τε συν Ὀλυμπιοδωρῳ την φρουραν ἐκβαλοντων τριων
προ αὐτου γενομενοις ἡγεμοσιν ἐπιφανεστατοις , Θεμιστοκλει και Μιλτιαδῃ και Κιμωνι . ὁ δε Μυρωνιδης μετα την γενομενην νικην Ταναγραν
9999404 ἀστρῳ
ἐνιαυτου , ἐπειδηπερ και το αεγʹ : τῳ ἀρα αʹ ἀστρῳ ἀπο ἑῳας φαινομενης ἐπιτολης ἑῳα δυσις γιγνεται φαινομενη δια
δε δʹ προς μεσημβριαν : λεγω ὁτι τῳ μεν αʹ ἀστρῳ ἀπο ἑῳας φαινομενης ἐπιτολης ἑῳα φαινομενη δυσις γινεται δια
9999403 γυμναστικῃ
την δε ἰατρικην . της δε πολιτικης ἀντιστροφον μεν τῃ γυμναστικῃ την νομοθετικην , ἀντιστροφον δε τῃ ἰατρικῃ την δικαιοσυνην
ὡσπερ λεγω , ἡ ὀψοποιητικη κολακεια ὑποκειται : τῃ δε γυμναστικῃ κατα τον αὐτον τροπον ἡ κομμωτικη , κακουργος και
9999402 Ἀφροδιτῃ
καλειται δε ῥυγχος και τοπος τις περι Αἰτωλιαν . ὁτι Ἀφροδιτῃ ὑς θυεται και μαλιστα παρ ' Ἀργειοις παρ '
Κρονῳ Ϛ , Ϛ , Ἑρμῃ Ϛ , ιβ , Ἀφροδιτῃ η , κ , Διι ε , κε ,
9999401 ἐλλειπῃ
. ὑπερβασις μεν οὐν ἐστιν , ὁταν τις κατα βαθος ἐλλειπῃ τι ἀπο του γενους κατιων , οἱον εἰ τον
μη μονον το δερμα , ἀλλα και ὁ χονδρος αὐτος ἐλλειπῃ , εἰτε κατα τα ὠτα , εἰτε κατα τα
9999400 Αἰγυπτῳ
την ἱεραν συνεγραψε βιβλον , ἡν ὡς μεγα χρημα ἐν Αἰγυπτῳ γενομενος ἐκτησαμην . γʹ Σουφις ἐτη ξϚʹ . δʹ
, ἐπειδη μαγοις Βαβυλωνιων και Ἰνδων Βραχμασι και τοις ἐν Αἰγυπτῳ Γυμνοις συνεγενετο , μαγον ἡγουνται αὐτον και διαβαλλουσιν ὡς
9999398 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,
9999398 τιμιωτατη
τε ἀλλης ψυχης και του νου . και γαρ εἰ τιμιωτατη δυναμις της ψυχης ὁ νους , ἀλλ ' οὐ
ξυμφορης τερμα . Δου . σοφιη ἀθαμβος ἀξιη παντων [ τιμιωτατη οὐσα ] . Δου . μουνοι θεοφιλεες , ὁσοις
9999398 λογισμῳ
των ἀγαθων : ἀφθονον γαρ το θειον και ἀπεριληπτον ἀνθρωπινῳ λογισμῳ , και τα εἰδη δε και οἱ ἀριθμοι θεια
θεων ? , [ εἰ μη ὁμου ] # συν λογισμῳ ? [ . ἑν ] μονον δ ' ἀξιω
9999398 ἰλυωδες
ἀφυλισαι , . , . * . Ἀφυσγετον : το ἰλυωδες και συρφετον : παρα το ἀφυω , ἀφ '
ὡδε κἀκεισε διαφερων τον ἐνδεσμον : οὑτω γαρ το μεν ἰλυωδες και νοστιμον αὐτης ὑπορρυησεται , το δε σκυβαλον ἁπαν
9999398 ἀγρυπνιᾳ
και θοινωνται αὐτων τας σαρκας . παυονται δε της λυττης ἀγρυπνιᾳ την ῥωμην ἐπιτριβεισαι : ἐκχεει γαρ πως την λυτταν
ξηροι . οἱ δε ϲφυγμοι μικροτεροι παϲι τοιϲ ἐπ ' ἀγρυπνιᾳ και λυπῃ και φροντιδι γιγνονται , τοιϲ δε ἐπι
9999397 οἰνελαιῳ
ἐπιδιαιρεσιν διαστελλειν τοις μοτοις , και τοτε ἐξωθεν μοτοφυλακα ἐπιτιθεναι οἰνελαιῳ βεβρεγμενον ἠ σπληνιον δυναμεως ἀφλεγμαντου , και παλιν ἐξωθεν
οὑτως ἐπιδεισθω . Τῃ δ ' ἑξης ἐμβρεχεσθω ὁ τοπος οἰνελαιῳ ἐπικειμενων των ἐπιδεσμων , και τουτο γιγνεσθω μεχρι τριτης
9999397 γλυκυτητι
και τουτων αἱ μεν ὀνομαζομεναι περσαιαι καρπον διαφορον ἐχουσι τηι γλυκυτητι , μετενεχθεντος ἐξ Αἰθιοπιας ὑπο Περσων του φυτου καθ
τε και ὀξυτητος ὡς προσηκουσων τῃ τε ἀφελειᾳ και τῃ γλυκυτητι . Ὁ δε περι ἡδονης οὑτος και γλυκυτητος ἡμιν
9999397 κωμικα
ἐμους : οἰομενοι γαρ σατυρικα και γελοια τινα και κομιδῃ κωμικα παρ ' ἡμων ἀκουσεσθαιτοιαυτα γαρ πεπιστευκασιν , οὐκ οἰδ
και τυμπανα , και μιτραι , προσωπα τε σατυρικα και κωμικα και τραγικα . Τῃ δε τετρακυκλῳ ἱερεις και ἱερειαι
9999395 ἐξεβληθη
περισσον ἠν ἐνταυθα το ἀσβεστον [ πορον ] : διο ἐξεβληθη παρ ' ἐμου : ὁμοιον γαρ χρη το κωλον
ω ῥηματα παντως διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐξεβληθη το υ : οὐ γαρ ἠδυνατο τριφθογγος εἰναι ,
9999393 βιᾳ
ἐλευθερῳ . γρ . βιᾳ ὡς ἐλευθερῳ : γρ . βιᾳ ὡς ἐν ἐλευθερῳ . προστρεπομενου . ἀποπεμπομενου , τρεπομενου
βουκολων ἀλαστορα , λεοντ ' , ἀπλατον θρεμμα κἀπροσηγορον , βιᾳ κατειργασασθε , Λερναιαν θ ' ὑδραν , διφυη τ
9999393 μακαρς
Τιρυνς , ἡ ἑλμινς ὠ ἑλμινς , ὁ μακαρς ὠ μακαρς , ἡ δαμαρς ὠ δαμαρς : οὑτως οὐν και
μονον ἀλλα μεθ ' ἑτερου τινος συμφωνου , οἱον ὁ μακαρς και ὁ τιρυνς και ὁ ἁλς , και ἑτε
9999392 Στρυμονι
, ἡ την κατ ' αὐλου εὑρεν εὐεπειαν , συνοικησασα Στρυμονι τεκνοι Ῥησον ὁς ὑπο Ὁδυσσεως και Διομηδους ἀναιρειται .
τους ψιλους τελευταιους ἐπιταξας , τας δε τριηρεις ἐν τῳ Στρυμονι ποταμῳ πληρωσαι οὐ δυνηθεις ἐνεπρησεν : και ταυτα παντα
9999391 φοβηθεισα
, αὐτος γαρ ταυτα λεγει , ματην φασκων γεγονεναι , φοβηθεισα γαρ δηλαδη , μη πως ἐπιλαθηται της τεχνης ,
ἡ δε Λουκρητια δια το παραδοξον ἐκπλαγης γενομενη , και φοβηθεισα μηποτε ταις ἀληθειαις δοξῃ δια την μοιχειαν ἀνῃρησθαι ,
9999391 ἐθαυμασα
' οἱ παροντες ἡμιν οὐκ εἰχον μη πηδαν ἀναγινωσκομενης . ἐθαυμασα οὐν ὁτι ταυτῃ την προτεραν καθελειν ἐπιχειρησας τῳ φαναι
' ἀμφοιν μιαν ἐνηνοχεναι πληγην . ὡς δε τον λογον ἐθαυμασα , και δοκιμασαι την ἀληθειαν ἐγνωκα , σωζεσθαι τον
9999391 φιλῳ
περιβαληται . και Κυρος δε ὁ μεγας Πυθαρχῳ τῳ Κυζικηνῳ φιλῳ ὀντι ἐχαρισατο ἑπτα πολεις , ὡς φησιν ὁ Βαβυλωνιος
. και συντασσουσι το μεν ἐνεργητικον δοτικῃ οἱον τιμωρω τῳ φιλῳ , ἠγουν βοηθω : το δε παθητικον αἰτιατικῃ οἱον
9999390 ἀπηνεα
ἠϋτ ' ἐπεγγελοωσα παρισταται : ὡδε κε φαιης μυθεισθαι μυραιναν ἀπηνεα κερτομεουσαν : τι πτωσσεις δολομητα ; τιν ' ἐλπεαι
δη τοι , γαιηοχε κυανοχαιτα , τονδε φερω Διι μυθον ἀπηνεα τε κρατερον τε , ἠ τι μεταστρεψεις ; ταυτα
9999389 δυτικῳ
ὁταν δε ὁ το σινος σημαινων ἀστηρ εὑρεθῃ ἐν τῳ δυτικῳ κεντρῳ ἠ ἐν τῳ ὀγδοῳ ἐξ ἐκεινου του παθους
ἐλευθεριαν προμηνυτεα και χρονους ζωης . Μηνη δ ' ἐν δυτικῳ συν ἑοι φθοροποιον ἐχουσα αἰψα κεν ἐξολεσειε πεφευγοτα δουλιον
9999388 κινδυνῳ
κρειττονες , ἐαν ἐξω του τειχους ὀντες οἱ ἡττονες ἐν κινδυνῳ δοκωσιν εἰναι , ἀλλ ' ἐπειδαν γε εἰσω του
ἀπατην γεγοητευμενου . ἐοικε των ἀνθρωπινων ἀγαθων ὀντως ἑκαστον εἰναι κινδυνῳ κεκαλυμμενον , μηδεν τε ἀκρατον του ἐναντιου , και
9999388 κτισθεισα
, και οὐδετερως Μυριναιον . Μυρκινος , τοπος και πολις κτισθεισα παρα τῳ Στρυμονι ποταμῳ . το ἐθνικον Μυρκινιος και
, . . . . Αὐλωνια : πολις ὑπο Κροτωνιατων κτισθεισα και ἀπο των προκειμενων αὐλων ἐχουσα το ὀνομα :
9999387 χαιρω
φορτου . ” διαπαυσαι δε ὁ Θεσπεσιων τα τοιαυτα ” χαιρω „ ἐφη „ Ἀπολλωνιε , ὁτι ἀχθῃ ὑπερ ὡν
γαρ νοσουντων και το μαινεσθαι καλον . το μεν τι χαιρω , το δε τι και λυπουμεθα . των εὐτυχουντων
9999385 εὐθεωϲ
γενεϲεωϲ αὐτου , ἠτοι ϲυνελθοντων δυο παροξυϲμων εἰϲ ἑνα , εὐθεωϲ ἐξ ἀρχηϲ κεραννυμενων ἀλληλοιϲ ἀμφοτερων ἠ κατ ' ἰδιαν
. χρυϲοκομα φιλομολπε . Ἀλκμανοϲ ἡ ἀρχη . ὡϲ δικαιον εὐθεωϲ / καταπαλαιειν [ ] ἐϲτι τουτουϲ ? ? [
9999384 τερεβινθινηϲ
, πιϲϲηϲ ξηραϲ , ταυρειου ϲτεατοϲ ἀνα # κ , τερεβινθινηϲ # γ , κηρου # ε , ἰου ξυϲτου
χυλου , ἀμυγδαλων πικρων , κομμεωϲ ἰϲα . Ἀλλο . τερεβινθινηϲ # α ∠ ʹ , κηρου , λιβανου ,
9999384 ὑδρομελιτοϲ
' ἐκεινων εἰρημενα . εἰϲι δε εὐβοηθητοι μαλιϲτα ὠφελουμενοι ὑπο ὑδρομελιτοϲ ϲυνεχωϲ αὐτο πινοντεϲ μιγνυμενων αὐτῳ πηγανου φυλλων . Γυψοϲ
ἀνιϲου ϲπερμα ἀριϲτολοχιαϲ ἀφεψημα βραθυοϲ λειοτατου ⋖ α μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἐπι δε των ἀπυρετων μετ ' οἰνου βαλϲαμου
9999384 εὐωδιᾳ
ἐν τῃ πολει πηγην αὐτοματως ἐκ της γης οἰνου ῥειν εὐωδιᾳ διαφεροντος : των δ ' ἀλλων οἱ μεν ἱεραν
ἐδοκει , και προς την του ἀερος φθοραν ἀντεχειν ἐλεγετο εὐωδιᾳ τε της των δαφνων ἀποφορας και τῃ των δενδρων
9999384 Κελτικη
Ἀλοη ἀνθεμιϲ ἀγαρικον ἀψινθιον λαδανον λινοϲπερμον μαλαβαθρου φυλλον ναρδοϲταχυϲ ναρδοϲ Κελτικη οἰνοϲ νεοϲ ὀρροϲ γαλακτοϲ τυροϲ ϲυκα ξηρα . Ὁϲα
μαλλον οὑτοι και εὐεργετικοι και κοινωνικοι : Τυρρηνια δε και Κελτικη και Σπανια τῳ Τοξοτῃ και τῳ του Διος ,
9999384 βρετη
ταις πυλαις . προ του κινδυνου ἐδραμον εἰς τα ἀρχαια βρετη των θεων . Ξ οὐτε ἐκεινος τουτο ποιει ,
ἀνθεσι . πολλα δε και ἀλλα τεμενη και βωμους και βρετη θεων καθωσιωσαν , ἁγισμους τε και θυσιας κατεστησαντο πατριους
9999383 ἀρτοϲ
βραχεια οἱον γᾰρ , δαϲεια οἱον ῥημα , ψιλη οἱον ἀρτοϲ , ἀποϲτροφοϲ οἱον ὡϲ ἐφατ ' , ὑφεν ὡϲ
ὁ δε ἀμυλοϲ ὀλιγοτροφοϲ ἐϲτιν , ὡϲπερ και ὁ πεπλυμενοϲ ἀρτοϲ . αἱ δε κριθαι ψυχραϲ εἰϲι δυναμεωϲ και ῥυπτικηϲ
9999383 ἑκκαιδεκα
δ ' ἡμιμεδιμνος τεσσαρες και εἰκοσιν , ὁ δε τριτευς ἑκκαιδεκα , ἑκτευς δ ' ὀκτω , ἡμιεκτον τετταρες .
. Φησαντος δε του Ἐφορου διοτι την χερρονησον κατοικει ταυτην ἑκκαιδεκα γενη , τρια μεν Ἑλληνικα τα δε λοιπα βαρβαρα
9999383 μακραϲ
οἱον Κλεοβουλοϲ : παιων τεταρτοϲ ἐκ τριων βραχειων % και μακραϲ – πενταχρονοϲ , οἱον Ἐπιγενηϲ : ἰωνικοϲ ἀπο μειζονοϲ
ἑξαχρονοϲ , οἱον Ἀλεξανδροϲ : διιαμβοϲ ἐκ βραχειαϲ ˘ και μακραϲ – και βραχειαϲ ˘ και μακραϲ – ἑξα -
9999382 Λευκιππης
: οὐ παρελιπε δε οὐδε ὁσα ἰδιᾳ προ των της Λευκιππης θυρων διελεχθησαν προς ἀλληλους περι αὐτης . και ὁ
την ναυαγιαν , την Αἰγυπτον , τους βουκολους , της Λευκιππης την ἀπαγωγην , την παρα τῳ βωμῳ πλαστην γαστερα
9999382 Εὐρυτιωνα
μηδ ' αἰσιμα πινῃ . οἰνος και Κενταυρον , ἀγακλυτον Εὐρυτιωνα , ἀας ' ἐνι μεγαρῳ μεγαθυμου Πειριθοοιο , ἐς
τηλικουτον Κυκλωπα ὑπο μικρου σωματος δια ταυτην ἀπολλυμενον παριστησι και Εὐρυτιωνα τον Κενταυρον : τους τε παρα Κιρκῃ λεοντας ποιει
9999382 Τριτωνιδα
οὐνομα Τριτων ἐστιν : ἐκδιδοι δε οὑτος ἐς λιμνην μεγαλην Τριτωνιδα ” . το ἐθνικον Φιλαιος , της νησου δε
Περσευς ἐν τῃ παραδοσει , λαβων ἐρριψεν αὐτον εἰς την Τριτωνιδα λιμνην , και οὑτως ἐλθων ἐπι τας Γοργονας ὑπνωκυιας
9999382 βελτιστῳ
εἰς δε την Ἀκαδημειαν ἠ εἰς το Λυκειον ἐλθοντα τῳ βελτιστῳ τουτῳ Διαλογῳ συμπεριπατειν ἠρεμα διαλεγομενους , των ἐπαινων και
δυναμενους ἀποδεδοται , ὡστε τον χειριστον των αὐτων τυγχανειν τῳ βελτιστῳ : οὑτως , ὠ ἀνδρες , ταυτην την ὑβριν
9999378 δυοκαιδεκα
Σεληνης ἀνωμαλους δρομους των τε λοιπων ἀστερων δυναμεις και κυκλον δυοκαιδεκα ζῳδιων ἐν ἀποκρυφοις ταυτα ἐχειν και τοις ἀπαιδευτοις ἠ
ἐπανω της χειρος , ὁς Ῥοπαλον καλειται , τους παντας δυοκαιδεκα φερει τοδε το ζῳδιον . Τους δε Διδυμους διεισιν
9999377 κεδριᾳ
. Τελλιναι ταριχηραι καυθειϲαι καυϲτικην ἐργαζονται τεφραν , ἡτιϲ μιγνυμενη κεδριᾳ των τριχων των βλεφαριτιδων ἐκ ῥιζηϲ ἐκτιλθειϲων ἐνϲταζομενη κωλυει
και ὀφρυων και γενειων λιποτριχιας συν κηκιδιοις και χαλκανθῳ και κεδριᾳ και λυχνου θρυαλλισι . καθ ' ἑαυτο δε το
9999376 δυϲπεπτοϲ
δε βραδυποροϲ ἡ ἀπ ' αὐτων τροφη και παχυχυμοϲ και δυϲπεπτοϲ . ἀριϲται δε των βαλανων παϲων εἰϲιν αἱ καϲτανεαι
ἡ δε οἱον ϲαρξ τροφιμοϲ μεν , και αὐτη δε δυϲπεπτοϲ : το δε ἐντοϲ , εἰτε ὀξωδεϲ εἰτε ὑδατωδεϲ
9999375 ἑλικα
λαβουσης την ΓΒ της ΑΒ , και ποιειτω την ΒΗΑ ἑλικα . ἐστιν ἀρα ὡς ἡ ΑΒ προς ΒΗ ,
ἐστι μεν γαρ φοινιξ το ἐλυτρον , ἐχει δε και ἑλικα διηνθισμενην και πεποικιλμενην ὑπο της φυσεως . στεφανον ἀν
9999375 δηλαδη
τοις ἱπποις χρωνται . Ἀμειψαντες ] Οἱ της Θηρας ἀποικοι δηλαδη . Κεινος ὀρνις ] * Ἐπειδη ὀρνις ἐστιν ἡ
μαχης ταὐτο δηλουσα τῃ ὑστερον ἐπινοηθεισῃ ἠχῃ της σαλπιγγος , δηλαδη το καταρχεσθαι της μαχης : ἀλλως : ἐπει δ
9999375 ἐζηλωσεν
τοὐναντιον ἐποιησεν : την γαρ φανεραν ἁπασι και τετριμμενην λεξιν ἐζηλωσεν ἐγγιστα νομιζων εἰναι του πεισαι τον ἰδιωτην το κοινον
ἀγελας κεκτημενος οὐ μονον την τρυφην των κατα Σικελιαν Ἰταλικων ἐζηλωσεν , ἀλλα και το κατα τους οἰκετας πληθος και
9999373 ἐνεπλησθη
ἐπι Σαρδις . Ταυτα ἐπιλεγομενῳ Κροισῳ το προαστειον παν ὀφιων ἐνεπλησθη . Φανεντων δε αὐτων οἱ ἱπποι , μετιεντες τας
τε ἐπραξαν οἱ τοτε Καδμειοι και ὁ μετα ταυτα χρονος ἐνεπλησθη του παραδειγματος . ὀρθως ἀρα ὁ Θηβαιος Ἐπαμεινωνδας μετα
9999373 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999373 ἐξειμι
ἰδουσα γαρ Ὀρεστην ἐπι του βωμου και τας Ἐριννυς κοιμωμενας ἐξειμι τεταραγμενη . ὡραιον . Ἐμφαντικως παριστησι τον νεωστι ηὐθεντηκοτα
ει διφθογγον φιλει † , οἱον μετειμι και συνειμι και ἐξειμι : ὁμοιως και μετα των λοιπων προθεσεων το εἰμι
9999373 Ἰωνιᾳ
ἐκλειψας σημαινει Ἀρμενιᾳ , Καππαδοκιᾳ , Λυδιᾳ , Φρυγιᾳ , Ἰωνιᾳ , Ἑλλησποντῳ ἀηδη τοις τε ἀρχουσιν αὐτων , τῃ
ἐν τῃ Μασσαλιωτων Πολιτειᾳ γραφων οὑτως : Φωκαεις οἱ ἐν Ἰωνιᾳ ἐμποριᾳ χρωμενοι ἐκτισαν Μασσαλιαν . Εὐξενος δε ὁ Φωκαευς
9999373 χαλασῃ
οὑ το μεν ὑδωρ βλεπεται , ἡλικον δε ἀν τις χαλασῃ σχοινιον , οὐκ ἐφαπτεται του ὑδατος , ἀλλ '
παυεσθαι , και διαλιπων αὐθις ποιεειν ταὐτα ἐστ ' ἀν χαλασῃ ἡ περιωδυνιη : και ἠν ἡ κοιλιη μη ὑποχωρεῃ
9999372 κτισμα
τε Καρησος τε Ῥοδιος τε . ” ἡ δε Δαρδανος κτισμα ἀρχαιον , οὑτω δ ' εὐκαταφρονητον ὡστε πολλακις οἱ
, δοκω ἐγω τον Τυριον εἰναι Ἡρακλεα , ὁτι Φοινικων κτισμα ἡ Ταρτησσος και τῳ Φοινικων νομῳ ὁ τε νεως
9999372 δριμυτητι
ἑως οὑ ἀπολεπτυναν τα βλεφαρα ἐκπλυνῃ , και σμηξῃ τῃ δριμυτητι . Τον ὑπο νευρων ὀχλουμενον καταντλητεον αὐτα τε τα
ἐαν μεν ἀμικτος ἡ χολη συρρεουσα τυχῃ , τῃ σφοδρᾳ δριμυτητι τον ἐσθιομενον ἑρπητα συνιστησι μετ ' ἀναβρωσεως το συνεχες
9999372 εὐνουχῳ
ἀληθειᾳ καλον μη ἐπιτηδευειν . ὁθεν καιτο παραλογωτατον γυνη τῳ εὐνουχῳ τουτῳ συνοικει : μναται γαρ ὀχλος ἐπιθυμιαν , ὡσπερ
, ἐφ ' ᾡ ὁ βασιλευς ἀνηκε τον θανατον τῳ εὐνουχῳ . Μελλων δε ποτε προς θηρᾳ γιγνεσθαι των ἐν
9999371 ἀπηλλαξε
την ἐρημιαν την ἀπο του καλου , ἑαυτον του ζην ἀπηλλαξε λιμῳ βιαιοτατῳ . Νοουσι δε ἀρα ἀτταγας μεν ἀλεκτρυονι
πολεμιους νικησαντι , ὁτι μη συμβαλων , μηδε τραυματιας γενομενος ἀπηλλαξε πολιορκιας την πολιν . ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ . Εἰτα ἑξης συλλογισμῳ
9999371 ἐμετοϲ
, ὁθεν και οὑτωϲ προϲηγορευθη . ϲυμβαινει δε τοιϲ πεπληγμενοιϲ ἐμετοϲ και ἰχωροϲ ἐκκριϲιϲ ἀπο τηϲ τρωϲεωϲ , και οἰδημα
, ἐκλυϲιϲ , φρικωδηϲ διαδρομη , ποτε δε και χοληϲ ἐμετοϲ , ϲτροφοϲ , βαροϲ κεφαληϲ και ὀϲφυοϲ , ϲκοτοδινια
9999369 πλανῃ
μεν οὐν το πλανῃ οὑτω λεγε , ἀποσφαλεις φρενων ἐν πλανῃ , τουτεστιν ἐκπεσων και πλανηθεις του φρονειν : εἰ
κατα την των Ἰταλων γλωσσαν τον ἐκ πλανης τους ἐν πλανῃ και ἐρημιᾳ σῳζοντα . και ἐξ ἐκεινου λεγεται παρα
9999369 θησαυρῳ
ἑξ χρυσεοι ἀνακεαται . Ἑστασι δε οὑτοι ἐν τῳ Κορινθιων θησαυρῳ σταθμον ἐχοντες τριηκοντα ταλαντα : ἀληθεϊ δε λογῳ χρεωμενῳ
θησαυρος και μεγαλοπρεπης : χρησθαι δε και χρηματων και τιμων θησαυρῳ , και μη τοις ἐκγονοις παραδιδοναι , αἰσχρον και
9999368 διηνεγκε
ποτερον Θεμιστοκλης δια συνουσιαν τινος των σοφων ἠ φυσει τοσουτον διηνεγκε των πολιτων , ὡστε προς ἐκεινον ἀποβλεπειν την πολιν
, ὡν ἠν ἐπιφανεστατος Διοκλης . τοσουτο γαρ των ἀλλων διηνεγκε συνεσει και δοξῃ , ὡστε της νομοθεσιας ὑπο παντων
9999367 ὑδατωδη
οὐτε της ἐλαιωδους , ἀλλ ' ἐστιν ἀποια πως και ὑδατωδη . πεττεται δε το καρυον μαλλον του λεπτοκαρυου και
ἀλλ ' οὐδεπω καυστικον : ὁσα δ ' ἐλαιωδη παντα ὑδατωδη τε ἐστι και ἀερωδη . ἑπεται δε δηπου και
9999367 χρῳ
! ! ! ! ! ] ν ? ὑποσμος ἐν χρῳ ! [ . ] οὑτως ἐρευναν και π [
ὡς ξυραμενοις μεν παχυτερον χρη προσφερειν το φαρμακον , ἐν χρῳ δε κειραμενοις ὑγροτερον . πολλης δ ' οὐσης της
9999367 μαχωμεθα
φραζωμεσθα τι λωιον ἀμμι γενηται , ἠ ἐτι που στυγεροισι μαχωμεθα δυσμενεεσσιν , ἠ ἠδη φευγωμεν ἀπ ' ἀστεος ὀλλυμενοιο
: τον δ ' ἐμε φασι γεινασθαι : νυν αὐτε μαχωμεθα φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . Ὡς φατ ' ἀπειλησας ,
9999367 χρυσεα
οἱ δε ὀλιγα δι ' ὀλιγων . οἱον ἐδοξε τις χρυσεα ὀμματα ἐχειν . ἐτυφλωθη δια το μη ἰδιον ὀμματων
. χρυσεα τοι κεινων μεν ἐπι χροϊ τευχεα φωτων , χρυσεα δ ' ἱππειοισιν ἐπι στοματεσσι χαλινα , χρυσῳ δ
9999366 λαμπαδι
κλινεται και την αὐτην ἐχει ὀρθην και κλητικην . τῃ λαμπαδι , την λαμπαδα , ὠ λαμπας . Δυϊκα .
δοξα : το μεν γαρ φαινομενον αὐτης λαμπρον ὁμοιον τῃ λαμπαδι , την δε μαστιγα τοις κροτοις τις ἀν οἰμαι
9999366 εὐχωμεθα
Σωσια : σπονδη : καλως . ἐγχει . θεοις Ὀλυμπιοις εὐχωμεθα Ὀλυμπιαισι πασι πασαις : λαμβανε την γλωτταν ἐν τουτῳ
των ὀντων τε νυν ἀγαθων ὀνησιν πασι . ταυτ ' εὐχωμεθα . και παρα Σιμωνιδῃ δε φησιν ἑτερος : ὑν
9999366 ῥοωδες
. προς ῥοδα : ῥοδον παρα το θαττον ἀπορρειν : ῥοωδες γαρ ἐστιν ἠτοι συντομως φθειρομενον . ἠ ἀπο του
το δακρυον . χρονιζειν δε εἰωθε το παθος τῳ γενει ῥοωδες ὑπαρχον . διο προσφατου μεν αὐτου τυγχανοντος ὡσπερ ἐν
9999365 ἐκβολῃ
εὐφροσυνη , και του εἰδω το λεγω γινεται Ἡσιοδος , ἐκβολῃ του ι και τροπῃ του ε εἰς ο .
ἀνθρωποι ὀνομαζουσιν , ἱκανος τεκμηριωσαι Ὁμηρος , λεγων ἐπι τῃ ἐκβολῃ του Αἰγυπτου ποταμου τον Μενελεων στησαι τας νεας .
9999365 μηλεα
Τα δ ' ἀργα των εἰργασμενων πρωϊβλαστοτερα καθαπερ ἀμπελος , μηλεα , ἐλαα , συκη , τα ἀλλα , δια
δρυς , τα δ ' ἐπιπολαιορριζα , καθαπερ ἐλαα ῥοια μηλεα κυπαριττος . ἐτι δε αἱ μεν εὐθειαι και ὁμαλεις
9999365 ἐσεσθε
κινδυνων και δαπανης , ἠ καλην και δικαιαν προφασιν εἰληφοτες ἐσεσθε του πολεμου . το γαρ μη των ἀλλοτριων ἐπιθυμειν
. νικησαντες μεν γαρ ἁπαντων τουτων ὑμεις ὡσπερ προσθεν κυριοι ἐσεσθε : εἰ δ ' ἡττηθησεσθε , εὐ ἰστε ὁτι
9999365 Σικελικα
ἠ ἐφ ' ὁ τι , καταγελαστος ἐγω του πλου Σικελικα μεν πελαγη και Τυρρηνους κολπους ἀναμετρων , οὐκ εἰδως
και πεντε κλινας Σικελικας . λεγ ' ἀλλο τι . Σικελικα προσκεφαλαια πεντε . τριποδες οὑτοι πεντε σοι . και
9999364 μαθε
, ἰδιᾳ δε ἡδονῃ . ὀργην πληθους μη παροξυνε . μαθε τοινυν τι δει ποιειν τον εὐδαιμονησοντα . κρειττον ἀποθανειν
ἀεκουσα φιλα Μουσα δωρον δεχεται : τυ δε τεᾳ φρενι μαθε Πινδαρειον ἐπος Ἁνθρωπος ἡμων οὐκ ἀπαλλαχθησεται . Νομαδεσσι γαρ
9999363 ἐβουλεσθε
φιλοσοφειν και τοις σοις ἑταιροις ἐγενετο και πλειν ἐλευθερως ὁποι ἐβουλεσθε και ἐχειν ἡμων μνησθηναι , και ἐπειτα , εὐγνωμον
δεησει δε μεγαλῃ καταλυσαμενοι τον πολεμον και τυχοντες εἰρηνης οἱας ἐβουλεσθε : τα δε τελευταια φιλοι γενεσθαι της πολεως ἡμων
9999363 χελωνη
λαβων σκυτινῃ ποτ ' ἐν χυτρᾳ ταριχος ἐλεφαντινον ἡψε ποντιας χελωνη πευκινοισι κυμασιν , καρκινοι ποδηνεμοι τε και τανυπτεροι λυκοι
, ταττει προ παντος του λοιπου σωματος τα κερατα : χελωνη δε συναισθανομενη τινος ἐπιθεσεως την κεφαλην και τους ποδας
9999363 ἐξεβαλε
ἐν τῳ πλησιον ὀρει καταστρατοπεδευσαμενος , ὁθεν την Ῥωμαιων φρουραν ἐξεβαλε , της ἐπεκεινα του Τεβεριος ποταμου χωρας ἁπασης ἐκρατει
. ” ὁ δε εὐθεως δια τον ἐρωτα ἑκατερα ῥᾳδιως ἐξεβαλε και ἀπελθων κατα το συνηθες ἐζητει την κορην .
9999362 γλοιωδες
τοτηνικαυτα ἐπιβαλλειν δει το των πιτυρων ἀποζεμα : ἐστι γαρ γλοιωδες και χαλαστικον , ἐτι γε μην και συγγενειαν ἐχον
Λιθαργυρον , θειον ἀπυρον ἰσα μετ ' ὀξους και οἰνου γλοιωδες ἐπιχριε : ἐγω ἐλαιον οὐ μιγνυμι και ἀντ '

Back