Του τε δια των ἐχιδνων φαρμακου πινειν διδοναι . Την θηριακην φησι την συνηθη τουτοις παρεχεσθαι . αὑτη γαρ λεπτυνουσα
ἐμουμεναι . Δοτεον δ ' ἐσθιειν μετα τον ἐμετον την θηριακην Ἀνδρομαχου , καταντλητεον τε την πληγην μετα τον κατασχασμον
9999977 διενοηθησαν
και ταις [ τε ] ναυσιν ἀντιπρῳροις χρωμενοι , ὡσπερ διενοηθησαν , των ἐμβολων τῃ παρασκευῃ ἀνερρηγνυσαν τας των Ἀθηναιων
οὐν ἀριστευουσι το κρατιστον ὁμοιως και καλλιστον ἐπιτιθεναι καλως ἐχειν διενοηθησαν . Ἐνιοι των φιλοσοφων , καθαπερ Διαγορας ὁ Μηλιος
9999975 Παλαιστινην
το πλεον της οἰκουμενης ἐπελθων ἁπαντα σοι πιστευων παραδους την Παλαιστινην ἀγειν λαμπροτητος ἀφορμας παρεδωκεν . ἀλλ ' εἰς ταυτα
και την θαυμαστην σοφιαν των Χριστιανων ἐξεμαθεν , περι την Παλαιστινην τοις ἱερευσιν και γραμματευσιν αὐτων ξυγγενομενος . και τι
9999975 ἀπειρεσιην
σφετερον δεμας εὐρυστερνος Οὐρανος ὠμηστηρος ὑπαι παλαμῃσι Κρονοιο δῃωθεις εἱλιξεν ἀπειρεσιην ἐπι γαιαν αἰθερος ἐκ διης πεσεειν οὐδαςδε μενοινων ,
γαρ μιν δεσμος περιβαλλεται ” ἠπειροιο , ἀλλ ' ἐς ἀπειρεσιην κεχυται : το μιν οὐτι „ μιαινει . ”
9999974 Αἰγυπτιον
ὁτε ἠκουσε του Μεμνονος ὁ σεβαστος Ἀδριανος . Μεμνονα πυνθανομαν Αἰγυπτιον , ἀλιω αὐγαι αἰθομενον , φωνην Θηβαικω ' πυ
” και ὁ μεν ἀπηλθεν : ἐγω δε προς τον Αἰγυπτιον εἰσελθων τυπτων τε αὐτον πυξ κατα των προσωπων και
9999973 στερητικου
των δυο εε εἰς η τρηρος , μετα του α στερητικου ἀτρηρος και τροπῃ του α εἰς ο ὀτρηρος .
: παρα το χω , το χεω , μετα του στερητικου α ἀχος , το μη διαχεομενον . . .
9999973 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999973 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999973 λαβου
ὑπνον πεσων . βουληι θιγω σου κἀνακουφισω δεμας ; λαβου λαβου δητ ' , ἐκ δ ' ὀμορξον ἀθλιου στοματος
κλιτικην ἐκτασιν συστειλας το ἰδιον προστακτικον ποιει , ἐλαβομην ἐλαβου λαβου , ἐπραθομην ἐπραθου πραθου : ταυτα δε παραλογως Ἀττικοι
9999973 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999972 ἀντειχοντο
ὡς και οἱ φιλοσοφοι : οἱ δε ῥητορες ἀδιαφορως καλουσιν ἀντειχοντο : ἐφροντιζον και ἀντεποιουντο και ἐπεμελοντο , ἐρωτι δηλονοτι
ὁτι , οἰμαι , της σεμνοτητος ὡς οἱον τε μαλιστα ἀντειχοντο και κρειττονα ἠ κατα τους πολλους τα ἠθη παρειχοντο
9999972 ἀπαιτησεως
ἀπο βουλησεως , ἀπο δυναμεως , ἀπο της των ἐλεγχων ἀπαιτησεως : τουτῳ γαρ και πανυ ἰσχυει ὁ φευγων ,
ὁμοιως στοχαστικη τοις ἐμπιπτουσι πρωτοις τοποις ἐκ της των ἐλεγχων ἀπαιτησεως . οἱον , οὐκ εἰ τις παρεστιν ἁπλως ,
9999972 σφοδροτητος
ἐπιφοραν φησι την καταφοραν , οἱ δε καταφορικοι των λογων σφοδροτητος οἰκειοι . [ , ] τι γαρ δηποτε ,
ἐμβαλοντα . ἐμβεβληκοτα ] ἐπαγαγοντα . θΞ ἐμβεβληκοτα ] μετα σφοδροτητος . Ξ εἰ και δικαιως προς τον πολεμον ὡρμησας
9999972 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999972 ἀμφιβολου
ὁμολογουμενον ἐξ ὁμολογουμενου , ἀμφιβολον ἐξ ἀμφιβολου , ὁμολογουμενον ἐξ ἀμφιβολου , ἀμφιβολον ἐξ ὁμολογουμενου . και τα μεν τρια
οὐτε συμβεβηκος ὑπαρχει ; το τοιουτον δε ποιουντες ἀμφιβολον ἐξ ἀμφιβολου ἐμελλομεν πιστουσθαι , ὁπερ ἀτοπον . ἐπι μονου δε
9999972 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999972 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999972 Κολοφωνος
την νοσον , ἀλλα τυφλωθηναι ἐνθαυτα . ἐκ δε της Κολοφωνος τυφλος ἐων ἀπικνεεται εἰς την Σμυρναν και οὑτως ἐπεχειρει
. οὐχ οὑτω Φαιδρον ἀπωλεσαμεν ; Ἀρχεανασσαν ἐχω την ἐκ Κολοφωνος ἑταιραν , ἡς και ἐπι ῥυτιδων πικρος ἐπεστιν ἐρως
9999972 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999972 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999972 στρατιωτικης
Σκηψιος την των Καρνιων παρα Λακεδαιμονιοις ἑορτην μιμημα φησιν εἰναι στρατιωτικης ἀγωγης . τοπους μεν γαρ εἰναι ἐννεα τῳ ἀριθμῳ
οἱον τε , το της ληθης ὑδωρ πιοντα ἐκ της στρατιωτικης χλαμυδος την ἁλουργιδα μεταμφιασασθαι . ἀλλ ' ἐκεινο ὑπειληφα
9999972 λιθοις
το πελαγος και εὐθυνων ἐπι τον ἐσπλουν . ἐχου δε λιθοις τε μεγαλοις και πυκνοις , ἱνα μη ὑπο του
, ἐπι τουτοις ἐστι και ἡ λαμπροτης : οἱον οὐ λιθοις ἐτειχισα την πολιν οὐδε πλινθοις ἐγω , οὐδ '
9999972 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999972 τεταρτης
την ἀνθυπατον ἀρχην κατα τον τριτον ἐνιαυτον της ὀγδοηκοστης και τεταρτης ὀλυμπιαδος ἀρχοντος Ἀθηνησι Διφιλου . μετασχοντες δ ' αὐτης
συμμετρου ἑαυτῃ [ μηκει ] , και ἡ τριτη της τεταρτης μειζον δυνησεται τῳ ἀπο συμμετρου ἑαυτῃ [ μηκει ]
9999972 ἀμφισβητουντων
διπλους ὁρος γινεται , ἀλλα και ἀλλως ὡς ἐπι των ἀμφισβητουντων περι της ἱερωσυνης : ἐνταυθα γαρ οὐκ ὀντος κατορθωματος
ἐπι των δυο ἰατρων των ἀνελοντων φαρμακῳ τον τυραννον και ἀμφισβητουντων ἀλληλοις της δωρεας , ἐν δε τῳ ὁρῳ ἐκ
9999972 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999972 προσεθετο
, κατεγινωσκεν ἀει της μοιρας ὡς ἀτυχουσης ἀμειλικτως και Σεξστιῳ προσεθετο , εὐμενιζομενος δι ' αὐτου Καισαρα . προσεθεντο δε
ἀρετη . λεγω δε την ἠθικην . τουτο πανυ ἀκριβως προσεθετο δια τας θεωρητικας , αἱ οὐ τῳ μεσῳ χαρακτηριζονται
9999972 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999972 Τειρεσιου
το ἐκ της περιφρασεως νοητον ἀπηντησε . ψυχη γαρ Θηβαιου Τειρεσιου ἐστιν ὁ Τειρεσιας . διο ἐπηνεγκεν ἐχων , οὐκ
Μοψιον δ ' ὠνομασται οὐκ ἀπο Μοψου του Μαντους της Τειρεσιου , ἀλλ ' ἀπο του Λαπιθου του συμπλευσαντος τοις
9999972 παρεστωτα
: ἀλλα με οὐχ ἑωρας καιτοι πλησιον μαλα τῃ κορῃ παρεστωτα . Σοι μεν οὐν ἐκεινην ἐδωκα : και ἠδη
ἀποτεμειν , καιτοι μυριων ἀγωνισμα τιθεμενων τουτο , πριν ἠ παρεστωτα οἱ κυνα ἀποκτειναι , ὑπ ' αὐτου τραφεντα και
9999972 Κυπριους
: ἀπεκτεινε δε και ἀλλον ἀδελφον γεγονοτα ἐξ Εὐρυδικης , Κυπριους ἀφισταντα αἰσθομενος . Μαγας δε ἀδελφος ὁμομητριος Πτολεμαιου παρα
διαφορων ἐν Ὀρθαννῃ δια τουτων : δεινον μεν ἰδοντα παριππευσαι Κυπριους ἀρτους : Μαγνητις γαρ λιθος ὡς ἑλκει τους πεινωντας
9999972 κληθηναι
τουτῳ γαρ τῳ ἀγωνι Ἀθηναια ὀνομα ἠν , Παναθηναια δε κληθηναι φασιν ἐπι Θησεως , ὁτι ὑπο Ἀθηναιων ἐτεθη συνειλεγμενων
ὀκτω . Μερος Ἰλλυρικιανων βανδα ὑπερκερασται βανδα ἡμισεος δευτερου Λεγει κληθηναι ὡς ἑκαστον μερος του ἐν αὐτῳ στρατου εἰς τα
9999972 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999972 ἐμπλησθηναι
εἰναι και το περιστενεται ἀντι του περιτεινεται , δια το ἐμπλησθηναι του αἱματος . . ” . . , .
Ἑλληνας ἁπαντων ὡς εἰπειν ἀνθρωπων , ὡστε την μεν θαλατταν ἐμπλησθηναι τριηρων , την δε γην πεζων , εἰναι δε
9999972 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999972 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999972 μελικρητου
ἠν φυσει φλεγματωδης ᾐ : κνεωρου ποσον τριψας , διειναι μελικρητου κοτυλῃ αἰγινητικῃ , τουτεῳ κλυσαι : ἠν δε χολωδης
ἠν οὐν φλεγματωδεα ᾐ , κνηστρου ὁσον ποσιν διιεναι ξυν μελικρητου κοτυλῃ , και κλυσαι . Καθαρτικον μαλθακον ὑδωρ ἀγει
9999972 ἀγανακτων
λαβοντα ἀποχωρειν . και μηδεις νομισῃ ὡς ἐγω ὑπερ ἐμαυτου ἀγανακτων ταυτα εἰρηκα μαλλον ἠ ὑπερ ὑμων δεδιως μηποτε ἀρα
ἐπι τῃ τυραννιδι αἰτιαν σχων και φυγῃ ἀιδιῳ ἐλασθεις , ἀγανακτων τ ' ἐπι τῃ συμφορᾳ και τιμωριαν παρα των
9999972 ἀναμφισβητητον
, και ᾐδεσαν ταυτην ὁποια ἠν , και ἐπ ' ἀναμφισβητητον παντες κατεχωριζοντο . καλον μεν γαρ ἡγειτο ὁ Κυρος
πολλην ἐχοντες ὑπερβολην , εἰτα κατα την ψυχην , ὡστε ἀναμφισβητητον εἰναι και φανεραν την ὑπεροχην τοις ἀρχομενοις την των
9999971 γενετο
αὐταρ ἐπει δη τειχος ἐπεσσυμενους ἐνοησαν Τρωας , ἀταρ Δαναων γενετο ἰαχη τε φοβος τε , ἐκ δε τω ἀϊξαντε
εὐχωλη των ὀλλυντων . . . . ὡς των μισγομενων γενετο ἰαχη τε πονος τε . φοβος : ἡ διπλη
9999971 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999971 ἐκλειπει
, οὐκ ἐπι γραφῃ και τοις εὐτελεστατοις ἐκπωμασιν : ” ἐκλειπει οὐν το ἀπο του προσωπου , ἀντεισαγεται δε το
. διο πανυ καλως ἡ ἀρετη Σαρρα ” τα γυναικεια ἐκλειπει ” , περι ἁ πονουμεθα οἱ τον ἀνανδρον και
9999971 ὁποτεροι
δητ ' ἐγνωκας ὡς οὐδεν λεγεις ; και των θεατων ὁποτεροι πλειους σκοπει . και δη σκοπω . τι δηθ
ἐκεινοις οὐ ξυμμαχησειν και σφισι προσιεναι και οὐ διαμελλησειν περισκοπουντας ὁποτεροι κρατησουσιν . ναυσταθμον δε ἐπανα - χωρησαντας και ἐφορμηθεντας
9999971 γνωστικην
ὡς ἐστι πως καθ ' ἑκαστον αἰτιον ἐπιουσι δεικνυναι την γνωστικην αὐτου σοφιαν οὐσαν , ὁτι εἰκοτως ἑκαστον αἰτιον γινωσκει
ἠδη ἐπιστημαι . ἰδιον γαρ ἐπιστημης το ἑξιν εἰναι ἀποδειξεως γνωστικην . τοιαυτη δε οὐσα και βεβαιος ἐστι , και
9999971 ἀμαρακινου
και διαιταν παραπληϲιωϲ και ἀκοπα τα δια γλευκινου ἐλαιου και ἀμαρακινου και των ὁμοιων ϲκευαζομενα . Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια .
, σκοροδον , κρομμυον , ταυρου χολη , ἰρινου και ἀμαρακινου ὑποσταθμη . Ὑδωρ ψυχρον , ἀειζῳον , ἀνδραχνη ,
9999971 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999971 συλλογισμον
ταυτα του πατρος , ὁ ἐστι του κατηγορου , τον συλλογισμον ἐπαγοντος , και ὡς μηδεν διαφερουσι λεγοντος , οὐ
εὑρισκεται το προς τι ἀπο του ἰσου , σιωπωμεν τον συλλογισμον , εἰ μη ἀρα δυναμεθα αὐτον μεθοδῳ τινι εἰσαγαγειν
9999971 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999971 παρεθηκεν
θεων ὀπιν ᾐδεσατ ' οὐδε τραπεζαν , την ἡν οἱ παρεθηκεν : ἐπειτα δε πεφνε και αὐτον . καιτοι θεος
Πολυδωρον τον υἱον Πριαμου : αὐτωι γαρ ὁ βασιλευς Πριαμος παρεθηκεν μικρον ὀντα μετα των χρηματων , ἱνα αὐτος περισωθηι
9999971 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999971 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999971 Ὑδρου
ἀνατελλουσης ὁ μεν Ἀρατος φησι δεδυκεναι τα τε λοιπα του Ὑδρου και τον Κενταυρον , ἀνατεταλκεναι δε τον Νοτιον Ἰχθυν
δʹ δʹ ὁ ἐπ ' ἀκρου του ποδος κοινος του Ὑδρου . . . . . . . . .
9999971 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999971 Μελισσον
δε [ . την κινησιν ] οἱ περι Παρμενιδην και Μελισσον , οὑς ὁ Ἀριστοτελης στασιωτας τε και ἀφυσικους κεκληκεν
. , [ . ] οὐδε κατα Π . και Μελισσον ἑν το παν λεγοντας εἰναι και δια το τας
9999971 Μαρδονιον
κιθωνας κατηρειξαντο παντες βοῃ τε και οἰμωγῃ ἐχρεωντο ἀπλετῳ , Μαρδονιον ἐν αἰτιῃ τιθεντες . Οὐκ οὑτω δε περι των
εὐ ἠπιστεατο ὡς ἐκ παντος νοου παρεσκευασται μενων πολεμησειν : Μαρδονιον δ ' οὐδεν τουτων ἐλανθανε ὡς μαλιστα ἐμπειρον ἐοντα
9999971 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999971 χιτωνισκους
τους παλμους , εἰ σωτηριοι : πολλακις δε και τους χιτωνισκους ἀναστειλαντες , εἰ περιπληθης ἐσθ ' ἡ γαστηρ ἐξεταζουσιν
ἐδειτο γαρ Χαιρεας ἐρανον συνεφηβοις ἀπενεγκειν . ὀθονας γαρ και χιτωνισκους τι ἀν λεγοιμι ; και ὁλως ἑρμαιον τι ἡμιν
9999971 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999971 ἡμισεως
δε δωδεκα ὑποδιπλασιος , μειζων δε ὁ ὑπεπιτριτος λογος του ἡμισεως . το ΑΒ ἀρα προς το Δ μειζονα λογον
βοταναις , βρεχε ὁλην νυκτα : ἑωθεν δε ἑψησας ἑως ἡμισεως και διηθησας , ἐπιβαλλε μελιτος καλου το ἀρκουν και
9999971 δοκουσαν
ἰστεον δε ὁτι το ἐμμεναι ὁ Ἡρακλειδης οὐ κατα την δοκουσαν τοις πλειοσιν ἀκολουθιαν παραγει , ἀλλα την προπαραληγουσαν αὐτου
και λεγοντας οἱς λεγεις ἐκαλυψας . ὁς γε και την δοκουσαν ὡραν των ἐμων ἐπιστολων παρελη - λυθας . ἀλλ
9999971 Εὐριπιδειον
Ϛʹ δακτυλικον πενθημιμερες . το ζʹ ἐγκωμιολογικον . το ηʹ Εὐριπιδειον . το θʹ ἀναπαιστικον Ἀριστοφανειον ἡμισυ ἀκροτελευτιον . το
πενθημιμερων . Το βʹ δακτυλικον τριμετρον ἀκαταληκτον . Το γʹ Εὐριπιδειον ἠ ληκυθιον . Το δʹ ἀναπαιστικον τριμετρον βραχυκαταληκτον .
9999971 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999971 πλατεως
ποιων τῃ αὐτοθι δηλονοτι οἰκησει τον Ἀλφειον τον ποταμον τον πλατεως ῥεοντα , και ὁ τιμων ἀπο κοινου , το
: του γαρ ἐκ κεφαλης ὁλκου μεχρις ὀμφαλου ἁδρου και πλατεως ὀντος , εἰκος ἐστιν ἐχειν και τας φολιδας πλατειας
9999971 Ἀριστομαχου
βασιλευοντος ἐν Ἠλιδι , τηνικαυτα ὁ Δωριεων στολος συν τοις Ἀριστομαχου παισιν ἠθροιζετο ἐπι καθοδῳ τῃ ἐς Πελοποννησον . γινεται
Ἀριστοδαμιδα του Μεροπος του Θεστιου του Κισσου του Τημενου του Ἀριστομαχου του Κλεοδαιου του Ὑλλου του Ἡρακλεους . ἐνιοι δε
9999971 ἀπηνης
θεραπευεσθαι † καιρος , ὠ βασιλεια † . ἐκβητ ' ἀπηνης , Τρωιαδες , χειρος δ ' ἐμης λαβεσθ '
νεφεεσσι μεταχρονιη πεποτητο . αὐτοματοις δε ποδεσσι θοης ἐπεβησατ ' ἀπηνης , και ῥ ' ἑτερῃ μεν χειρι λαβ '
9999971 διελεγοντο
ζευγισιον ἠν , εἰς ὁ οἱ τελουντες ἀπο διακοσιων μετρων διελεγοντο , ἀνηλισκον δε εἰς το δημοσιον δεκα μνας .
, ἀλλα και περι των φυσικων ἐν αὐτοις τοις συγγραμμασι διελεγοντο και δια τουτο ἰσως οὐ παρηιτουντο Περι φυσεως ἐπιγραφειν
9999971 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999971 ἀπαγγελλειν
διεφθαρη ἡ ναυς , παρειναι τους οἰκετας τους ἑαυτου και ἀπαγγελλειν ἑαυτῳ , και ὁτι ἡ ναυς κενη διεφθαρη παραπλεουσα
ἀπηγγειλε , τινα δε ἠν ταυτα ; πρωτον του μεν ἀπαγγελλειν τι περι των πρεσβευομενων ἠ περι των ἐν τῃ
9999971 ἡλιακου
. και ἐπι μεν των ἡμερινων γενεσεων την ἐκ του ἡλιακου περιπατου γινομενην προς την του Ἀρεως κολλησιν ἐπικινδυνον εἰναι
. λειπεται οὐν ἠ ἐντος περιλαμβανεσθαι το θ ὑπο του ἡλιακου κυκλου ἠ ἐκτος ἀπολειπεσθαι . ὁποτερως δ ' ἀν
9999970 ἀποδεικτικην
εἰπων δε την τοιαυτην δειξιν λογικην εἰναι ἀλλ ' οὐκ ἀποδεικτικην ἑξης προτιθεται ζητησαι , εἰ ὁλως ἐνδεχεται , πως
χειρας ποδας κεφαλην φλεβας σαρκας ὀστα . προς δε την ἀποδεικτικην ἐναντιως ἐχει ἡ ἀναλυτικη , ὁτι ἡ μεν ἀποδεικτικη
9999970 τεταρτην
τρεις οὐ ποιει συμβεβηκοτα ἡ Πλατωνικη ὑπογραφη , την δε τεταρτην , τουτ ' ἐστι την δευτεραν και μερος ,
, την νεαν και προσφατον κληδονα , οἱτινες φυλασσοντες την τεταρτην φυλακην προκαθημεθα : λυσον βλεφαρων : ἀντι του :
9999970 κολπος
δε καλουμενων μελεαγριδων ἐκτρεφουσα πληθος . Τουτοις δ ' ἐγγιζει κολπος , ὁν καλουσιν Ἀκαθαρ - τον : ὁν παραπλευσαντι
ἀλλοις καρποις ἀφορωτερα . ἐνταυθα δ ' ἐστι και ὁ κολπος ὁ ποιων τον ἰσθμον προς τον ἐν τῃ Ναρβωνιτιδι
9999970 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999970 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999970 σημαντικοι
ἀγορᾳ μαγειροι οἱ τα κρεα κατακοπτοντες και πιπρασκοντες κινδυνων εἰσι σημαντικοι [ και βλαβης ] . και τους νοσουντας ταχιον
ταις δικαις συνηγορους σημαινει . Διοσκοροι τοις πλοϊζομενοις χειμωνος εἰσι σημαντικοι , τοις δε ἐν γῃ οὐσι στασεων ἠ δικων
9999970 μαντικην
Τυφωνος εἰς την θαλασσαν ἐωσαν . Ἐκ τουτου τα παιδαρια μαντικην δυναμιν ἐχειν οἰεσθαι τους Αἰγυπτιους , και μαλιστα ταις
. Οἱ δε Ἐναρεες οἱ ἀνδρογυνοι την Ἀφροδιτην σφισι λεγουσι μαντικην δουναι : φιλυρης ὠν φλοιῳ μαντευονται : ἐπεαν την
9999970 ἀναπαιστικοι
οἱ ὑποκριται . και εἰσιν οἱ πρωτοι ἐν ἐπεκθεσει στιχοι ἀναπαιστικοι δʹ . στρατηγος φιλοπολεμος . εἰρηται δε παρ '
τραγῳδιαις και ταις κωμῳδιαις και τοις κυκλιοις χοροις . στιχοι ἀναπαιστικοι τετραμετροι καταληκτικοι ρκεʹ . λεληθοτως ἑαυτον ἐπαινει : σεμνον
9999970 ὀξυτης
των ὀντων ἐν ἡμιν χυμος ὀνομαζεται . εἰσι δε ποιοτητες ὀξυτης , αὐστηροτης , στρυφνοτης , δριμυτης , ἁλυκοτης ,
περι μεθοδων ἀφελειας ἐφη , ὁτι ἡ δριμυτης και ἡ ὀξυτης ἡ αὐτη οὐσα ἰδεα ἐπιπολαιος ἐστι βαθυτης και τῳ
9999970 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999970 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999970 ἀπην
ἠδη παρουσαν , της δ ' ὠφελειας ἡ δηλωσις ἐτι ἀπην . ἀλλ ' ὡςπερ ταυτα οὐκ ἐπαινω οὐτε κατα
γαρ ἐδειτο ἀγορασαι , ἐχων οἰκοι . Γ χὠ πριων ἀπην : τουτο παιδια καλειται . ἀπο γαρ του πριω
9999970 πιθανοτητος
' αὐ κακουργειν ἀσεβεια : το δε μετα λογου και πιθανοτητος ἐπιχειρειν τι και πραττειν κακον οὐχ ἁπλη ἐστιν ἀσεβεια
γενεσθαι δια το μελειν αὐτῳ καλλους μαλλον και ἐπιμελειας ἠ πιθανοτητος και ἀληθειας . ταις μεντοι καθ ' ὁλον κωλον
9999970 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999970 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999970 δημαρχος
ὁ δε τουτο το πολιτευμα εἰσηγησαμενος ἠν Μαρκος Δοελλιος ὁ δημαρχος ἀχθομενων ἠδη των πολιτων και των πολεμιων γενεσθαι προσδοκωντων
του δημαρχου ἐπαγγειλαντος μη ἀναιρωνται οἱ προσηκοντες , ὁ μεν δημαρχος ἀπομισθωσατω ἀνελειν και καταθαψαι και καθηραι τον δημον αὐθημερον
9999970 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999970 κοσμικου
μουσικων λογων ἐστιν ὁ η ἀριθμος και εἰσιν ὁροι του κοσμικου συστηματος οὑτοι : α ἀριθμος ὁ η ἐχει ἐπογδοον
βασιλεων κγʹ , ἐτων δε φϘδʹ , ἀρξαμενος ἀπο του κοσμικου ͵γυοζʹ ἐτους και ληξας εἰς το ͵δοʹ ἐτος ,
9999970 ἀφαιρεθηναι
τε ὑποδεχονται τον πολεμον οὐκ ἀξιουντες τους δυνατωτατους των ἀστων ἀφαιρεθηναι , και πριν ἀφικεσθαι Ῥωμαιων δυναμιν ἐπι σφας αὐτοι
προσθεσθαι δειν σιτια , οὐτε ἐπι την ἀῤῥωστιην , ὡστε ἀφαιρεθηναι : προστεκμαρτεα δη και ἡ ἰσχυς και ὁ τροπος
9999970 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999970 ἀπογραφης
φαινεται . ὁ κἀμοι δοκει οὐδενος ἐλαττον εἰναι τεκμηριον της ἀπογραφης ὁτι ἀληθης οὐσα τυγχανει : εἰ γαρ μη πολλα
. τουτ ' ἐσθ ' ἡ τεχνη , οὐκ ἐξ ἀπογραφης οὐδε δι ' ὑπομνηματων . και μαγειρων μεν ἁλις
9999970 ῥητινην
: ὁταν δε ἡμιεφθος γενηται , ἐπιβαλλε κηρον , εἰτα ῥητινην , εἰτα τον λιβανον λειοτατον , και ἑψε ἑως
, τουτῳ περιπλυνας , εἰσω ἀπωθεειν , εἰτα μελι και ῥητινην μιξας ἐγχειν : και κατακεισθω ὑπτιη και ἀνω τους
9999970 σκευαζειν
. τιμωρεισθαι . και ἀντικαταλλασσεσθαι . ἀρτυειν γʹ : το σκευαζειν . το ἐπιβουλευειν . και το τελειουν . ἀσαι
ψυχρα δυσκρασια , τουτῳ μαλλον ἁρμοζει κεχρησθαι . δει δε σκευαζειν και αὐτο οὑτω : κροκου . . . .
9999970 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999970 ἐμπειριαις
το ἀνδρια δια του ι . δαημοσυνῃσι : ἐπιστημαις , ἐμπειριαις . Ἐντεσι : ὁπλοις : ἐντεα τα ἁρματα ἀπο
τον Βαρκαν το του πληθους ἐλλιπες ταις ἀρεταις και ταις ἐμπειριαις ἐπειρωντο διορθωσασθαι . οἱ μεν οὐν πασιν ἐδοξαν ἐμφρονως
9999970 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999970 ἐκλειπτικων
τον ὁριζοντα . τουτων δ ' ἑκατερον ἐν ἑκαστῳ των ἐκλειπτικων χρονων πλειστην ἀν και ἀπεριληπτον παρασχοι περι τας μετα
μειζων ἡ κατα πλατος μηνιαια παροδος γινηται της ὑπο των ἐκλειπτικων ὁρων του ἡλιου περιεχομενης , κἀν ἀδιαφορως ταις τε
9999970 καταλειφθῃ
λι . δ ∠ ʹ ἑψονται , ἑωϲ οὑ μετριον καταλειφθῃ του χυλου , και ἐπιβαλλεται βουτυρου # Ϛ ,
γραφεται και ἀζαι : ἐν τοις ἀγγειοις γαρ ἐπειδαν τι καταλειφθῃ ξηρανθεν , ἀζα λεγεται . γραφεται και αὐται ,
9999970 ἐκινδυνευον
και ἀλλης πεντε . και περι της πολεως αὐτης πολλακις ἐκινδυνευον , και λιμοι τε και λοιμοι συνεχεις και στασεις
μεν οὑ ἐκεινοι ἐταττον ἐμενον ὡσπερ και ἀλλος τις και ἐκινδυνευον ἀποθανειν , του δε θεου ταττοντος , ὡς ἐγω
9999970 νοσου
σικυαζεσθωσαν ἐνεργως κατα μεταφρενου και ῥαχεως . ἐπιμενουσης δε της νοσου , και πταρμικα ἐν ἀνεσει των παροξυσμων προσαγεσθω .
ἡνικα ἐρωτᾳ τα προκαταρκτικα αἰτια και λεγει την αἰτιαν της νοσου . ἐν οἱς συν θεῳ και ἡ παρουσα πραξις
9999970 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999970 σχολαστικος
οἱ Σαμιοι ἀνεβοησαν εὐφημουντες αὐτον και θαυμαζοντες . ὁ δε σχολαστικος προσπεσων τηνικαυτα τῳ Ξανθῳ , νενικησθαι τε ὡμολογει και
, οἱον ὁλος ὁ φορος ἠλθε και ὁ δεινα ὁ σχολαστικος . Παρονομασια δε ἐστι παραποιησις ὀνοματος προς παραπλησιον ἐγγυς

Back