και ὡς ἐπι πολυ ἡ σιωπη : ὀψε δε ποτε θαρσησας Κοινος ὁ Πολεμοκρατους ἐλεξε τοιαδε . Ἐπειδη αὐτος ,
ἰχνος τε ἀριστον ἐνεβαινε και ἀπηλαυσε της ὁδου εἰκοτα . θαρσησας δε ἐπι τῳ λεγειν και πεισας ἑαυτον ὡς ἐναμιλλος
9999974 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999974 καταφορα
μαθειν . ὁ δε μισθος ἀργυριον , χρηματα , φορα καταφορα , τελος , εἰσφορα , τελεσμα , εἰσπραξις .
ἡγεμονικον . οἱ δε οὑτως . ὑπνος ἐστιν ἡ ψυχης καταφορα κατα φυσιν ἀπο των περατων ἐπι την ἀρχην .
9999972 γνωσθεντα
κοινον τοις ἐντευξομενοις περιποιουμενος προσθειναι τε και τα προς ἡμων γνωσθεντα τῃ διδασκαλιᾳ , τῳ χρονῳ δε ταυτα γραψας ἐτηρουν
μεν γνωμας εἰσηγουμενον , ἀνενδοτοις δε και ἐρρωμενοις λογισμοις τα γνωσθεντα καλως τελειουντα . και ταυτ ' ἐλεγεν ἰσως οὐ
9999971 καθαρτικων
δε φλεβοτομιας . . . οὐτε τινι των δραστηριων χρηται καθαρτικων φαρμακων . ἐτι δε ἐναργεστερον ἐδηλωσε την ἑαυτου γνωμην
τουτουϲ ἁρμοδιωϲ καθαιροντων ἐϲτιν . ὁϲοι δε τα τοιαυτα των καθαρτικων παραιτουνται φαρμακων , καταποτιοιϲ χρηϲτεον τοιϲδε : ἀλοηϲ ,
9999971 προστεθεισης
ὁμου πα . το δε ἀπο της ἡμισειας και της προστεθεισης ἠγουν των θ μοναδων τετραγωνον ὡσαυτως μοναδων πα .
μο θ ↑ Ϟων Ϛ , ὡστε κοινης της λειψεως προστεθεισης , γινεται δυναμις μια Ϟων Ϛ μο ιβ ἰση
9999971 κοινωνησας
ἐστι . δηλον δε και ἐνθενδε . Ἀφροδιτῃ μεν γαρ κοινωνησας θεατρα τε ἀνοιγνυσι και συμποσιων και θιασων ἐξαρχος γιγνεται
σε ἀφικεσθαι βουλοιμην ἀν : συ δε και ἐμπιων και κοινωνησας σπονδων ἐσῃ τι και πραοτερος . ὁ γαρ τοι
9999971 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999970 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999970 ὀνομασθεντα
δε τηι μεσογαιαι των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και ἡ νυν χωρα Πηδασις λεγεται
δε τῃ μεσογαιᾳ των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και νυν ἡ χωρα Πηδασις λεγεται
9999970 τολμησαντα
αὐτον κατα Δημοσθενους , ὡς κατα της πολιτειας την ἱεροσυλιαν τολμησαντα . τριτον : θαῤῥει μεν οὐν , ὡς ἐοικεν
οὑτω νενομικα των δικαιων καταμελειν , ὡς ἀθῳον τουτον τηλικαυτα τολμησαντα διαδραναι την δικην . ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ . Οὐ νυν δε
9999970 κατασκευαζουσι
γενεσεως : τον δ ' ἀρτιον πρωτον ἐξ ἀνισων τινες κατασκευαζουσι του μεγαλου και μικρου ἰσασθεντων . ἀναγκη οὐν προτερον
τα μελλοντα προγινωσκουσι και θεῳ ἐκθυσιας ἠ εὐχας ἠ ἀναθηματα κατασκευαζουσι , τινες δε και δια θεου προνοιαν ἀσθενειαν ἠ
9999970 ἐγχειρησιν
γενομενου του σκληρωματος πλησιον της ἑδρας , ὑπερτιθεσθαι δει την ἐγχειρησιν : προς δε τῳ ὀσχεῳ [ της ἑδρας ]
ἀναλεξαμενος . δια την ἐξ ἀγνοιας τοινυν συμβασαν τῳ νεῳ ἐγχειρησιν ἐπισκεπτεον ἀν εἰη , τι ποτε βουλεται ἡ ῥηθεισα
9999970 καταπλαττομενη
ἰϲχυρωϲ τε ἁμα και ἀδηκτωϲ . τραυματα οὐν τα μεγιϲτα καταπλαττομενη κολλᾳ , κἀν νευρα ἐπιτεμνομενα τυχῃ , και ταϲ
' ὀλιγον . ἐξωθεν οὐν δια τε μαρϲιππων πυριουμενη και καταπλαττομενη ξηραινειν πεφυκεν . Κεδροϲ ἡ τε θαμνωδηϲ ὁμοια ταιϲ
9999970 ῥητορων
ἰσασι και τα παιδια τα ἐκ των διδασκαλειων και των ῥητορων τους παρ ' ἐκεινων μισθαρνουντας και των ἀλλων τους
πρεσβεις ὁποτε προς τας πολεις πεμποι , των μεν ἀλλων ῥητορων εἰ τινας ἡ των Ἀθηναιων πολις ἀνταποστελλοι τῃ πρεσβειᾳ
9999970 κατεφρονησαν
. . : ἀντι του , προς καιρον τινα δυνηθεντες κατεφρονησαν και της ἀρχης της ἡμετερας και της παρ '
Ἀναξιβιον τον Λακωνα . Ἀβυδηνοι δε ὁρωντες οἰκοδομουντα το τειχος κατεφρονησαν ὡς φοβουμενου και προελθοντες της πολεως κατα την χωραν
9999970 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999969 ἐμπλησας
ἀσθμα . Διονυσος δε αὐτος μεν ἐν περιωπῃ τουτων ἑστηκεν ἐμπλησας την παρειαν χολου , τον δε οἰστρον προσβακχευσας ταις
Και ἀλλος κολοιων θηρας τροπος ἐστιν : ἐλαιου τις ἀγγος ἐμπλησας τιθησιν , ὡστε τους κολοιους ὁραν εἰς αὐτο :
9999969 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999968 γυμνικους
Ὁ μεν δη ἁμαρτων του χρηστηριου προσειχε γυμνασιοισι ὡς ἀναιρησομενος γυμνικους ἀγωνας , ἀσκεων δε πενταεθλον παρα ἑν παλαισμα ἐδραμε
, ἀλλ ' ἐπειδη ἐθος ἠν τοις παλαιοις κατα τους γυμνικους ἀγωνας ἐλαιῳ ἀλειφεσθαι προτερον , κἀντευθεν το ἀλειφεσθαι συμβολον
9999968 Ποντικης
δε τοις ἰσθμοις τῳ τε μεταξυ της Κασπιας και της Ποντικης θαλασσης και τῳ μεταξυ της Ἐρυθρας και του Ἐκρηγματος
ποαν ἐν ὑδατι ἑψοντα πινειν και ἀνηθον ὡσαυτως και της Ποντικης ῥιζης : καλειται δ ' ἐπιχωριως ῥα . τουτο
9999968 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999968 ἐπακολουθησαι
και διψησωσιν αἱ ἀρουραι , οὐδεμια μηχανη μη οὐχι λιμον ἐπακολουθησαι τῳ διψει αὐτων : και ὁτι οὐ μεσουντος θερους
του θωρακος ἐξαιρεθῃ το δορυ , συμβησεται και τον θανατον ἐπακολουθησαι , εὐψυχοτατα την του βιου καταστροφην ἐποιησατο . πρωτον
9999968 γνωσθεις
ἡς ἐγνων ὡν οὐπω ἐγνωκειν πολλα : και σοι γε γνωσθεις ἀρτι την περι αὐτης ἐκεινης γνωσιν εἰσπραττομαι , πολεως
και χωρων ὡστε γνωσθηναι : ἀλλ ' ἐφθη πεσων μη γνωσθεις , καιτοι και την καυσιαν της κεφαλης ἀφελων .
9999968 νωτιαιου
: ἡ δε ξυναρθρωσις αὐτων , ἐν τῳ ὀπισθεν του νωτιαιου : ὀπισθεν δε ἐχουσιν ἐκφυσιν ὀξειην , ἐχουσαν ἐπιφυσιν
, καθαπερ οἰονται τινες , ἀλλ ' ὁ τας του νωτιαιου δυο μηνιγγας ἐξωθεν περιλαμβανων χιτων εἰς την μεταξυ χωραν
9999968 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999968 δοιους
μεν ἀντεινεν καρα , πειρατο δε πˈρωτον μαχας , δισσαισι δοιους αὐχενων μαρψαις ἀφυκτοις χερσιν ἑαις ὀφιας . ἀγχομενοις δε
τ ' ἐξελαων ὑπακουει . ἐνθα κ ' ἀϋπνος ἀνηρ δοιους ἐξηρατο μισθους , τον μεν βουκολεων , τον δ
9999968 γεννησας
την Βακτριανην καταστησας ἀπελυσε τας δυναμεις . μετα δε ταυτα γεννησας ἐκ Σεμιραμιδος υἱον Νινυαν ἐτελευτησε , την γυναικα ἀπολιπων
, περι δε των παιδων , ὁτι ᾐδειν αὐτους θνητους γεννησας . οἱ δ ' εἰς Σολωνα τουτο ἀναφερουσιν ,
9999968 γυμνασιων
και εἰς εὐχυμιαν τρεπειν , δι ' εὐχυμων τροφων και γυμνασιων και αἰωρας και της λοιπης ἀναληπτικης ἀγωγης . Πρωτον
ἐχουσι και παρα τινων προσποιηθεντα : ἐμοι δε ὑπερ των γυμνασιων των ἱππικων ὡρα ἠδη λεγειν . το μεν χωριον
9999968 σημαινουσης
ἐχειν τουβατορας τε και βουκινατορας : και της τουβας τρισσακις σημαινουσης περι ἑσπεραν παυεσθαι των πονων και δειπνουντας ψαλλειν τον
το εἰναι τι λεκτον ἀσωματον , ὁ κεχωρισται της τε σημαινουσης φωνης , οἱον της ” Διων “ , και
9999968 ὠνομασθαι
δε κατεγελασθη το των ἐφετων δικαστηριον . δοκουσι δ ' ὠνομασθαι , ὁτι προτερον του βασιλεως τους ἐπ ' ἀκουσιῳ
Φησι δε Φιλοστεφανος ὑπο των ἐγχωριων τουτον τον χρονον Ῥοδανον ὠνομασθαι . . : Τιτων ποταμος Ἰταλιας ἐγγυς Κιρκαιου ,
9999968 σμικροτατον
, ὁτι οὑτως ἀν παν παντι ὁμοιον γενοιτο και το σμικροτατον τῳ μεγιστῳ , εἰ τις τα μη συμβαντα διεξιοι
, ἁ διηρμενα το στομα και παμμεγεθες κεχηνοτα οὐδε το σμικροτατον φθεγγεται . ἡμεις δε ἐμπαλιν : ὁσῳ γαρ δη
9999968 ἀπειλησας
των δε περι τον Ἀννωνα παρρησιαζομενων προς αὐτον , ὑπερηφανως ἀπειλησας προσεταξεν ἀπιεναι την ταχιστην , ἐπιφθεγξαμενος ὁτι δει τους
δ ' ἐδυσχεραινον οὑτοι το πραγμα και οὐδετερους ἐπειθεν , ἀπειλησας και διαλοιδορηθεις ἀπελθων τι ποιει ; και θεασασθε την
9999968 σημαινουσα
. ἀμφιβολια δε ἐστι λεξις δυο ἠ και πλειονα πραγματα σημαινουσα λεκτικως και κυριως και κατα το αὐτο ἐθος ,
προτακτικη ] [ και ὑποτακτικη παντος ῥηματος ] [ ἀκλιτως σημαινουσα ποσοτητα ] [ ] ἠ ? [ ποιοτητα και
9999968 πρεπουσαν
ἀφροδισιοις λεγομενοις . το δε λεγομενοις προσεθηκεν , εὐλαβειαν φιλοσοφῳ πρεπουσαν εὐλαβηθεις : οὐ γαρ αὐτος ὀνομαζει αὐτα , φησιν
ὡρισατο δε την μεγαλοπρεπειαν ἀπο του ὀνοματος , ἐν μεγεθει πρεπουσαν δαπανην . Οὐ τουτο λεγει δια του ἐν τουτοις
9999968 συμπληρωτικον
ἀν εἰη ἀτοπον ; Ἡ λαλια κεφαλης μεν ἐχει τι συμπληρωτικον και βαρους ἐμποιητικον : ἐστι δε και δυναμεως καταλυτικη
δε κυμινον και δια την πληκτικην ἀποφοραν της κεφαλης ἐστι συμπληρωτικον . Ἀφθης δε γενομενης μικρας μεν ἐσχαρας οὐσης μελιτι
9999968 αἰτιατικας
ὡρη . Των εἰς ω μεγα ληγουσων εὐθειων θηλυκων τας αἰτιατικας [ αὐτων ] εἰς ουν περατουσι : Λητω Λητουν
Χαλκιδεις οἱ ἐν Εὐβοιᾳ τοις ῥημασι τοις συντασσομενοις δοτικαις πτωσεσιν αἰτιατικας προτερον πτωσεις ἐπιφερουσιν , εἰθ ' οὑτως δοτικας ,
9999968 παρασκευαζουσι
παρον ἡμιν της ἡσυχιας ἀπολαυειν , ἡν οὑτοι καλως ποιουντες παρασκευαζουσι , τουτοις τε ἐνοχλουμεν οὐδεν δεομενοις και αὐτοι κακων
φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους ποθους ἐμβαλλοντες παρασκευαζουσι τον παλαι συνθεμενον και ὁμολογησαντα φιλιαν ἀλυτον διαφυλαξειν παλιν
9999968 συγγενει
Κολλατεια , χρειας τινας ὑπηρετησων στρατιωτικας παρ ' ἀνδρι κατηχθη συγγενει Λευκιῳ Ταρκυνιῳ τῳ Κολλατινῳ προσαγορευομενῳ . τουτον τον ἀνδρα
, δυναται παυσαι παραφροσυνην . ὡσπερ και τῳ του Δεξιππου συγγενει . παλιν μερικου ἐμνησθη πασχοντος , ἱνα δηλωσῃ ὁτι
9999968 συγχωρησαντες
μη δυνωμεθα παντη το ὑπο του κατηγορου λεγομενον , ἀλλα συγχωρησαντες ἐλαττωσωμεν αὐτο , ὡς ἐν τῳ προς Λεπτινην „
των ἀνηκεστων οὐδεν . κἀκεινοι ταυτα προκαλουμενων ἡμων μετριασουσι και συγχωρησαντες τῃ πολει νεας ἀρχας ἀποδειξαι και τα προς τον
9999968 ἐρωτας
ταυτης γαρ ἐφιεμενοι μαλιστα ἐνδιδοασι προς τους των εὐ πεφυκοτων ἐρωτας . γραφεται δε και οὑτως : ἐρωτικοι γαρ οἱ
του Ἠλειου , ὁν Θεοφραστος ἐν τῳ Ἐρωτικῳ περι τους ἐρωτας δεινον γεγονεναι λεγει . οὐκ ἀν ἁμαρτοι δε τις
9999968 γεγραμμενας
. διο και κατα τας ταφας των τετελευτηκοτων ἐνιους ἐπιστολας γεγραμμενας τοις οἰκειοις τετελευτηκοσιν ἐμβαλλειν εἰς την πυραν , ὡς
; ἀποδημουντες [ ] ἠγνοησατε τας [ περι ] τουτων γεγραμμενας ὑμειν [ ] ἐπιστολας ; ἀμεινον δ ' αὑται
9999968 βραχυτεραν
και πλεον , ξηραν δε την κεφαλην και ἀσαρκον και βραχυτεραν κατα το παν σωμα , τα δε λοιπα τοις
διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και δηλον ὁτι θερμαινουσι
9999968 κατηνεχθησαν
του τεως ἀπιστουμενου και της γης οὐ φερουσης το ἀχθος κατηνεχθησαν οἱ της ἐπιστολης ἀκηκοοτες εἰς γην ἐξεταζοντες οἱ πολλοι
. ἀναχθεντες οὐν ἐκ του Πειραιεως περιεπλευσαν την Πελοποννησον και κατηνεχθησαν εἰς Κορκυραν : ἐνταυθα γαρ παραμενειν παρηγγελτο και προσαναλαμβανειν
9999967 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999967 ἐρωτασθαι
ὀντα ἀλληλοις προβληματα μη δοκει δια το ἐπι διαφορου ὑλης ἐρωτασθαι , ὡς δυνασθαι προς ἑν αὐτων εὐπορησαντας της αἰτιας
Ἰθι δη , νομισαντες ὑπο Πηλεως και Μενοιτιου και Χειρωνος ἐρωτασθαι την προφασιν , ἡς ἑνεκα τουτους παρειδομεν συμβουλευοντας κοινῃ
9999967 συγχωρεις
Εἰ γαρ οὑτως τις ἐρωτησει τον λογον : ἀρα ὡς συγχωρεις και τιθεσαι και ἁ συγχωρεις και τιθεσαι , οὑτω
τε τεχνητα κατα τα ἐν τῃ τεχνῃ εἰδη και αὐτος συγχωρεις δημιουργεισθαι , ὡς πολλαχου μεν , σαφεστατα δε ἐν
9999967 γυμνασιαν
την μεν εὑρεσιν των ζητουμενων ῥᾳδιαν ἐκεκτημην δια την συνεχη γυμνασιαν και ποικιλης ἀγωγης ὑλην , ἡ δε διακρισις και
ὁ Βιθυνος : ὁ δ ' αὐτος οὑτος και την γυμνασιαν των πεντε αἰσθησεων ἀπεφηνατο εἰναι την ψυχην . ρʹ
9999967 ἀποκλεισαι
και εἰς τας ναυς ἐμβηναι , και Λακεδαιμονιους βασιλει πυλας ἀποκλεισαι . μεγαλα γαρ ταυτα και σεμνοτητος ἐργα και [
. . Ἀλκιβ . ; ἀποτειχισαι το ἀπολαβειν τειχει και ἀποκλεισαι της ἐξοδου , ἀποτετειχισμενος δε ὁ ἀπειλημμενος και ἀποκεκλεισμενος
9999967 μισησας
ὁ μεν Ἀρχιππος ἀνεχωρησεν εἰς Ταραντα , ὁ δε Λυσις μισησας την ὀλιγωριαν ἀπηρεν εἰς την Ἑλλαδα και ἐν Ἀχαϊᾳ
ἀλλος ἀποκοπτει : ἀνθρωπος δε αὐτος ἑαυτον του πλησιον χωριζει μισησας και ἀποστραφεις , ἀγνοει δε ὁτι και του ὁλου
9999967 κινδυνευοντων
' ὁμοιον πεισομεθα ὡσπερ ἀν εἰ τινες σωματων ἐν νηι κινδυνευοντων ἀγωνιωντες και φοβουμενοι περι αὐτων , εἰθ ' ἑτεραν
συναγαγειν ἐπεταξεν . ἀοπλος ἠν ὁ βιος : ὁπλα των κινδυνευοντων προὐβαλετο . ἱππων χρησιν οὐκ ἠπιστατο : μεριζει πρωτη
9999967 ῥοδινου
γινεται κοιλη μηνοειδης , ἡν και προσαναπληρωσαι δει τῃ του ῥοδινου ἐπιχυσει , και τοτε τῳ λεγομενῳ μηνιγγοφυλακι ῥοδινῳ βεβρεγμενῳ
την σαρκα των φοινικων και συγκοψας ἀναλαμβανε κηρωτῃ σκευασθεισῃ δια ῥοδινου , ἐπειτα ἐμπλασας εἰς ὀθονιον ἐπιτιθει κατα του στοματος
9999967 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999967 συμβαινουσαν
εἰς το βουλευτηριον : ἰατροι τε δια νοσον σκοτωδη ἑκαστοτε συμβαινουσαν αὐτῳ και τοτε προσπεσουσαν : ἡ τε γυνη παντων
ταις χερσι καταρτισμον , την | δε εἰς το ἐμπροσθεν συμβαινουσαν καταγραψω χαριν του δυναμενην συνθεωρηθηναι παραιτιαν ὠφελειας γενεσθαι .
9999967 ὀνομασθεις
, θεασαμενος αὐτην Γαϊος Ἰουλιος Καισαρ ὁ δια τας πραξεις ὀνομασθεις θεος ταυτην ἀνεστησεν . Ἐναντια γαρ παθη συνειχε τας
Διζηρου πορῳ „ . ἰσως ἀπο του διζησθαι την Μηδειαν ὀνομασθεις . το ἐθνικον Διζηριος και Διζηριτης , ὡς Ἀλωρος
9999967 ἀναστροφης
ταυτης δε το ὀγδοον ὑπερβιβασασι παρυπατη ὑπατων γενησεται . ἐξ ἀναστροφης δε ἀπο του προσλαμβανομενου τεμνουσι το ὁλον διαστημα εἰς
, γενεσεως τε αὐτων και ταξεως , ὀρθοτητος τε και ἀναστροφης ὑποδειγματα ἀρκειτω ἡμιν προς ὑπομνησιν τα τοσαυτα . ἐκ
9999967 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999967 ἐκλεξασθαι
ἐργον ἁπαντων ἐστι τοις γρα - φουσιν πασιν ἱστοριας ὑποθεσιν ἐκλεξασθαι καλην και κεχαρισμενην τοις ἀναγνωσομενοις . τουτο Ἡροδοτος κρειττον
ὁλη οἰκια ἠ ἀλλη συγγενεια ἡντινα ἀν βουλῃ των ἐνθαδε ἐκλεξασθαι . ἀλλ ' ἐγω σοι εἱς ὠν οὐχ ὁμολογω
9999967 ὑπερβαλλοντι
δε των Ῥωμαιων εἰναι στρατηγον ἐφασαν . καταπλαγεις οὐν τῳ ὑπερβαλλοντι της τιμης ὁ βασιλευς αὐτος στρεψας τον ἱππον ὀπισω
της σκιας ὠνομασεν , οὐ λογων τεχναις , ἀλλα νοηματων ὑπερβαλλοντι καλλει φιλοσοφων . ἐγνω γαρ ὁτι πας ἠ ναυτικος
9999967 ἁρμονικους
. Ἡ δε τετρας ἐτιματο , ὁτι περιειχε παντας τους ἁρμονικους λογους : ὁ γαρ τεσσαρα ἁμα ἐπιτριτος , και
αὐτο συνεστηκυιαν ἐκ των ἐκκειμενων στοιχειων και μεμερισμενην κατα τους ἁρμονικους ἀριθμους τῃ ἑαυτης κινησει και το σωμα συμπεριαγειν ,
9999967 γραμμων
δε προς ἐπιφανειαις ἀναστροφικοι μεν εἰσιν σημειων , διεξοδικοι δε γραμμων : οἱ μεντοι γραμμικοι ἀπο των προς ἐπιφανειαις δεικνυνται
τον κωνον ἐν ἑκαστῳ των κωνων ἀλλη και ἀλλη των γραμμων γινεται , ἡν ὠνομασεν ἀπο της ἰδιοτητος του κωνου
9999967 ἀσθενεστεραι
και προ του παθειν ἀποσκευαζονται την ἀλογιαν , αἱ δε ἀσθενεστεραι μολις ἐκ της προς αὐτην την γενεσιν κοινωνιας εἰς
δ ' ἀν αὐτο μαλακισθεν ἀπαγορευσῃ την οἰκειαν ἐνεργειαν , ἀσθενεστεραι μεν αἱ πεψεις γινονται : πεψεων δε ἀσθενων οὐρα
9999967 Ἀπομνημονευμασιν
γραψαι ἐν ἀπολογιας σχηματι . τουτο και Ξενοφων ἐν τοις Ἀπομνημονευμασιν : ὡς γαρ ἀπολογουμενος ὑπερ Σωκρατους ἐγκωμιον Σωκρατους περαινει
ἀναλαβειν αὐτον και στροφιον ἐπιθεσθαι χρυσουν , ὡς Φαβωρινος ἐν Ἀπομνημονευμασιν , ἐτι τ ' ἐμβαδας χαλκας και στεμμα Δελφικον
9999967 δανεισασθαι
ἐν τῳ προς Λεπτινην : ” λεγονται οἱ τριακοντα χρηματα δανεισασθαι παρα Λακεδαιμονιων ἐπι τους ἐν Πειραιει . ” εἰθ
παλαιας ἐκεινης εὐδαιμονιας Ἀλκιβιαδης και το λεγονται χρηματα οἱ τριακοντα δανεισασθαι και ὁσα τοιαυτα . Ἀλλα σχηματα μεν ταυτα λαμπροτητος
9999967 ἀναρμοστιαν
συμφωνιαν των ἐν αὐτῃ μερων και δυναμεων , την δε ἀναρμοστιαν . ἀπᾳδει γουν ἁρμονιαν λεγειν ἁρμονιαν και ἀναρμοστιαν εἰσδεχεσθαι
λογου χρησιν , τῃ δε κακολογιᾳ ἀσχημοσυνην και ἀρρυθμιαν και ἀναρμοστιαν περι παντα τα γενομενα και μιμουμενα : ὡστε μονος
9999967 γεγραφθαι
τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον ἀρχηθεν τον ἀξιουντα κτεινειν τους μοιχους .
και προκαταστασις γενησεται της διηγησεως , ὁτι μητε ἐκεινον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον
9999967 τελευτησας
Βοιωτιας , κἀκει γημας Πυκιμηδην ἐγεννησεν Ἡσιοδον . Ἀπελλης δε τελευτησας ἐν τῃ πατριδι Κυμῃ κατελιπε θυγατερα Κριθηιδα τοὐνομα ,
και ξενοις . ὠ βιους μεν ὡς ἐν ἱεροις και τελευτησας κρειττον ἠ κατ ' ἀνθρωπον . ὠ κοσμος και
9999967 καθαρτηριον
ὁλως λαβειν φαρμακον ὑπηλατον . μετα δε το ληφθηναι το καθαρτηριον συμφερει της πτισανης ἐπιρροφειν , ὡς φησιν Ἱπποκρατης :
νιτρου και λιβανωτου βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν
9999967 ληγουσαν
του ντ κλινομενον παντως εἰς ας καθαρον ἐχει την εὐθειαν ληγουσαν : Δισυλλαβα δε δια τας ὑπερ δυο συλλαβας και
Ω ληγοντα ῥηματα οὐδεποτε δια δυο φωνηεντων ἐκφερονται κατα την ληγουσαν : εἰ δε το Ρ εὑρισκεται κατα την τελευταιαν
9999967 συγχωρησιν
, ἠ ἐρωτησαι το δια τι ἠ δουναι εἰναι κατα συγχωρησιν , ἀλλ ' οὑτως ἐχειν , ὡς ἀναγκαιων ὀντων
, φησιν ὁ Ἰαμβλιχος , ἐπισκηπτει τῳ λεγοντι ὁτι κατα συγχωρησιν θεου γινεται το κακον , ὡς φησιν ὁ Θουκυδιδης
9999967 ἠλακατην
συμβεβηκος , τῃ δεξιᾳ δορυ ἐχον , λαιᾳ δ ' ἠλακατην και ἀτρακτον . φασι γαρ Ἀθηναν παρα τῳ Τριτωνι
Τελος των Θεοκριτου Βουκολικων . Τουτο το εἰδυλλιον συγκειται εἰς ἠλακατην ἐλεφαντινην , ἡν πλεων ἐπι Μιλητον ὁ Θεοκριτος προς
9999967 κρεμασθαι
κρεας , κἀν μη κατεσθιωσι και τους δακτυλους , ἐθελω κρεμασθαι δεκακις . . . ἐσκωψε δε αὐτον Κρατινος [
κρεας , κἀν μη κατεσθιωσι και τους δακτυλους , ἐθελω κρεμασθαι δεκακις . Ἐφη τε καταβας εἰς διαιταν των κατω
9999967 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999967 ἀντικειμενῳ
ἐστι δε οὐχ ὁ αὐτος : ἐν μεν γαρ τῳ ἀντικειμενῳ ἐστι πραγμα γεγονος , οἱον ἠριστευκεν , οὐκ ἠριστευκε
ἠν ὁ του Λυσιου λογου χαρακτηρ , εἰκοτως αὐτος τῳ ἀντικειμενῳ ἠθελησε χρησασθαι τῳ σεμνοπρεπεστερῳ προς καταπληξιν και χειρωσιν του
9999967 κλειδων
. . . μηχανωνται , και μαλιστα ἐπι τῃ των κλειδων ἀνοιξει . ἐκ της παλαιστρας ] ἐκ του διδασκαλειου
των ὑποχονδριων καλουμεν , ἀλλα και το συμπαν ἀπο των κλειδων μεχρι των αἰδοιων : κεφαλην δε και το τετριχωμενον
9999967 βουλευσασθαι
, ἐστι σοι και τουτων οὑτως ἐχοντων ὁμως τα δεοντα βουλευσασθαι : μαλιστα μεν γαρ ἐγωγε φαιην ἀν την μητερα
Μελανθιον φησι τουτ ' εὐξασθαι λεγων : Τιθωνου Μελανθιος ἐοικε βουλευσασθαι βελτιον . ὁ μεν γαρ ἀθανασιας ἐπιθυμησας ἐν θαλαμῳ
9999967 ἀνθορισμου
του ἀνθορισμου : ὁ τεχνικος οὐν πολλακις συλλογισμον ὠνομακεν ἀντι ἀνθορισμου , εἰδως ὁτι ταὐτον ἐστιν : εἰ δε τις
τα τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον
9999967 κανθου
ἐπιπαν τοιϲ πρεϲβυτεροιϲ μαλιϲτα , ἀπο του προϲ τῃ ῥινι κανθου του κνηϲμου ἀρχομενου , ὡϲπερ ὑπο μυιαϲ ἠ κωνωποϲ
ἐπιφυσεις πτερυγια . γενεσις δε αὐτων ἐστιν ἐκ του μεγαλου κανθου : προϊοντα δε ἐπι την στεφανην ἐπιφυεται τῳ μελανι
9999967 φυλακων
της θηρας ὡς οἱ πολεμιοις νυκτωρ ἐφισταμενοι και εἰ των φυλακων κρατησαιεν ἐπ ' αὐτην ἰοντες εὐθαρσως την ἀκροπολιν και
, και ἐκελευον σφας δεχεσθαι . Βαρυνομενοι δε ὑπο των φυλακων και ἐρωτωμενοι τινες εἰεν , ἐφασαν ὁτι κατα προσταξιν
9999967 κακουργοι
και φευγει τας ἀγορας , καλεισθω μεν , ὡσπερ οἱ κακουργοι , γραμμασι , φανεις δε ὡν τον χρηστον εἰκος
κρυπτοντες τον νουν και τον σκοπον αὑτων , κακομηχανοι , κακουργοι . ὁσοι δε ἁμα τῳ γελωτι ὑποβλεποντες εἰσι και
9999967 θαλαττης
ποτε λεγεται την ἀρχαιαν Ἀνθηδονα και ποας μεν τινος ἐπι θαλαττης γευσασθαι , κυματος δε ὑποδραμοντος αὐτον ἐς τα των
τυπτομενη τοις χαλκωμασι , του ῥευματος εἰσπιπτοντος αὐτανδρος ὑπο της θαλαττης κατεπινετο . ἐνιοι δε καταδυομενων των νεων ἀποκολυμβωντες τοις
9999967 μαλακτικων
ὁ δη και διαυγεϲτερον ἐϲτιν , ἐπι μαλλον ξηραινει των μαλακτικων . χρωνται δε αὐτοιϲ τινεϲ και μαλιϲτα τῳ ἀραβικῳ
φαρμακα προσφερειν χρη και των ἀρωματων ἐχοντα τι και των μαλακτικων και των διαφορητικων , οἱον ἐστι και το δια
9999967 κελευθοις
' ἀν τουτοισι Κρονου βλαβεραυγεος ἀστηρ συννευῃ κατα χωρον ἀνοικειοισι κελευθοις , παμπαθεας , στοματεσσιν ὀπυιομενους , γονοπωτας , μηδεα
: λιπων ἀν εὐκλειαν ἐν δομοισιν τεκνων τ ' ἐν κελευθοις ἐπιστρεπτον αἰω κτισσας πολυχωστον ἀν εἰχες ταφον διαποντιου γας
9999967 γιγνωσκοντας
συγγιγνομενους , και οὐ τα σφισιν μονον πρακτεα ἠ μη γιγνωσκοντας , ἀλλα και τοις ἀλλοις χρησμῳδουντας και ἰδιᾳ και
περι ὡν ἀμφισβητουμεν τον τροπον τουτον , ἀλλως τε και γιγνωσκοντας ὁτι νικηθεντες μεν οὐδεν ἀποβαλειτε , κρατησαντες δε ληψεσθε
9999967 προσθε
δαιμονος , ἐχθρον εἰκασμα βροτοις τε και δαροβιοισι θεοισιν , προσθε πυλαν κεφαλαν ἰαψειν . οὑτως γενοιτο . τον δε
, καταιθε σαρκας , ἐμπλησθητι μου πινων κελαινον αἱμα : προσθε γαρ κατω γης εἰσιν ἀστρα , γη δ '
9999967 μνημονικον
ἀνεγιγνωσκον , πλειστα δε ἐς μνημην ἀνελεγοντο : το τοι μνημονικον ἑκατοντουτης γενομενος και ὑπερ τον Σιμωνιδην ἐρρωτο , και
τουτο των ἐν τῳ λογῳ μερων ταττομεν . ἐστι δε μνημονικον ποιειν ἐν κεφαλαιῳ ἠ διαλογιζομενον ἠ ἀπολογιζομενον περι των
9999966 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999966 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999966 βραχυτερων
χειρω δε τα πλειονα των ἐλαττονων και τα μειζονα των βραχυτερων και τα ταχεωϲ ἀφανιζομενα των πλειονα χρονον ἐπιμενοντων ,
μονων . κατα δη τους λεχθεντας τροπους διχα μυριων ἀλλων βραχυτερων φθειρομενου του πλειστου μερους ἀνθρωπων , ἐπιλειπειν ἐξ ἀναγκης
9999966 ἐμβαλλουσι
ὁπως μη πολυ ἐκπινωσιν . Προς ἑκαστον δε των μυρων ἐμβαλλουσι τα προσφορα των ἀρωματων , οἱον εἰς μεν την
σταφιδας ὁμοιως , των γιγαρτων λειφθεντων , ἐν ὁλμῳ κοψαντες ἐμβαλλουσι τῳ ἐλαιῳ . Ἐλαιῳ καθαρῳ ἀπο πασης ἀμοργης ἀγαν
9999966 δωδεκατον
ἐτεσι του βιου : δευτερον , ἑκτον , ἐννατον , δωδεκατον , συν τουτοις της εἰκοσαδος πρωτιστον , δευτερον σαρανταδος
δε μη , ὑδωρ θερμον καταχειν . Ὀφθαλμων , σποδιου δωδεκατον , κροκου πεμπτον , πυρηνος ἑν , ψιμυθιου ἑν
9999966 κομιζομενοι
το πλειστον της χωρας ἐλαιαις καταφυτον , ἐξ ἡς παμπληθη κομιζομενοι καρπον ἐπωλουν εἰς Καρχηδονα : οὐπω γαρ κατ '
τινες των ὀγκων οἱον προσηρτημενοι εὑρισκονται και εὐμετακινητοι και ῥᾳδιως κομιζομενοι , τινες δε προσφυεις και δυσμετακινητοι και προσοχης δεομενοι
9999966 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999966 ἐξιουσαν
δια τοιουτων χειλων , δι ' ἐκεινων δε των ὀδοντων ἐξιουσαν . ἑωρακας δε και αὐτος ἡν φημι , ὡστε
παιδειαν την ἐν τοις ἐγκυκλιοις χορευουσαν ὁρωμεν Ἀγαρ δις μεν ἐξιουσαν ἀπο της ἀρχουσης ἀρετης Σαρρας , ἁπαξ δε την
9999966 λεγουσης
ἡμερας μεν ἡσυχαζει , νυκτωρ δε ᾀδει . της δε λεγουσης ὡς οὐ ματην τουτο πραττει , ἡμερας γαρ ποτε
λευκον και ἐστιν οὐ λευκον : της γαρ καταφασεως της λεγουσης ἐστι λευκον οὐκ ἐστιν ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον
9999966 καταλυθεισης
προσηκουσι καταχωσαι , το δε δαιμονιον της των ἱκετων σωτηριας καταλυθεισης ἐπεσημηνε : των γαρ Λακεδαιμονιων περι τινων ἀλλων ἐν
, και τα τοιαυτα . Τυραννος τα γεννωμενα ἐπωλει , καταλυθεισης της τυραννιδος , ἀξιουσιν ἐπι των ἀμφικτυονων οἱ πατερες
9999966 Μελιτος
ἑψησας το μελι και ἀπαφρισας ἑνωσον και ἀναδησας ἐα . Μελιτος ξεστην α , οἰνου ξεστια ε , πεπερεως #
ὀστρακου , σμυρνης ἀνα # α . λειοις χρω . Μελιτος # α , των μορων του χυλου # ε
9999966 νεωτεριζειν
γενοιτ ' ἀν , ὁπως μηδενι ἑτοιμα ᾐ των βουλομενων νεωτεριζειν . Εὐηθες γαρ των μεν ἀφικνουμενων ἀνδρων παραιρεισθαι τα
ἁπτεα του ἐργου πριν και των λοιπων ἐπαρθηναι εἰς το νεωτεριζειν τας γνωμας . . . . ἀτασθαλα . .
9999966 χωρουσαν
. Και κυλικα * * θηρικλειον εἰσφερει πλεον ἠ κοτυλας χωρουσαν ἑπτ ' ἀγαθης τυχης . Τις φησι τους ἐρωντας
την φημην , αἰνιττομενος την ἡλιου ἀκτινα δι ' ἀερος χωρουσαν ὀϊστου θαττον , ἀκρατοτεραν της των σωματων συμμετριας .
9999966 ἀνατολικης
οὐσης ὑπο των κακοποιων πραξιν και ἐπικτησιν σημαινει , μαλιστα ἀνατολικης οὐσης : καλοι οἱ χρονοι ἐν πασιν ἀνεγραφησαν ,
∠ ʹʹιβʹ λϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ και ἐν τῳ Αἰγαιῳ πελαγει ἀνατολικης πλευρας Πανορμος λιμην νγʹ γοʹʹ λζʹ Ἀρτεμιδος ἱερον νγʹ
9999966 καθαραις
ψυχρῳ και καθαρῳ προσκλυζειν και ἀπονιζειν καθ ' ἑκαστην ἡμεραν καθαραις ταις χερσι , τα δ ' οὐλα προς τους
πραγματα , ἐπειδη εὐφυης ἐστιν ἡ ἀσωματος οὐσια προσοικειουσθαι ταις καθαραις οὐσιαις των ὀντων , και διοτι τα μαθηματα πασιν

Back