. αὐτικα τους ἐκ του γηγενους φυντας τις οὐκ ἀν εὐπατριδας εἰποι και εὐπατριδων ἀρχηγετας ; οἱ γενος ἐξαιρετον ἐλαχον
προδοσεταιρον , οἱους ἀνδρας ἀπωλεσας μαχεσθ ' ἀγαθους γε και εὐπατριδας , ὁποτ ' ἐδειξαν οἱων πατερων ἐσαν . Ἐπι
9999980 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999979 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999979 λαμβανουσης
. ἐν δε τοις ὑστερον χρονοις της πολεως πολλην ἐπιδοσιν λαμβανουσης δια τε τας ἀπο της θαλαττης ἐργασιας και δια
ἀκεραιοι διηγωνιζοντο . τελος δε της μεν ἐνδον δυναμεως ἀφαιρεσιν λαμβανουσης , των δε πολεμιων ἀει πλειονων εἰς την πολιν
9999978 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999978 εὐγενεστατοι
τῳ πρυτανειῳ τοις Μυτιληναιοις . και παρα Ῥωμαιοις δε οἱ εὐγενεστατοι των παιδων την λειτουργιαν ταυτην ἐκτελουσιν ἐν ταις δημοτελεσι
σατυρους και βουκολους ὁρωντες . και ὀρχουνται γε ταυτα οἱ εὐγενεστατοι και πρωτευοντες ἐν ἑκαστῃ των πολεων , οὐχ ὁπως
9999978 Θεσσαλιας
και τῳ της χωρας ἐθει Κυτερινος . Κυτινα , πολις Θεσσαλιας , ὡς Θεων ἐν ὑπομνηματι Λυκοφρονος . ὁ πολιτης
Ἐχινου ἑνος των σπαρτων ἐνταυθα ἐνοικησαντος . × Ἐχινοςἐστι και Θεσσαλιας Ἐχινου κτισμα . . * Τιταρος ὀρος και πολις
9999978 ἀκριδας
παρειμι . ἀνασχου δε μου μικρον ἀκουσαι . ἀνηρ τις ἀκριδας συλλεγων και ἀποκτιννυς , εἱλε και τεττιγα . ἐπει
ὀρνεον ἐστιν εὐπεπτον και ἀκορεστον και πανουργον [ και τας ἀκριδας χανδον λαφυσσον . ] . . „ , ,
9999978 συμμαχιδας
μυριους συνταξιν αὐτοι τε ἁπαντας συνεξεπεμπον , και εἰς τας συμμαχιδας πολεις σκυταλας διεπεμπον , κελευοντες ἀκολουθειν Τελευτιᾳ κατα το
της Ὀλυνθιας εἰ τι ὑπολοιπον ἠν ἐδῃου και εἰς τας συμμαχιδας ἰων αὐτων ἐφθειρε τον σιτον : Τορωνην δε και
9999978 συνεγενετο
ᾡ πραγματι ἐπιθεωρειται δεκας αὐτοδεκας ἐσται . Ἀλλ ' ἀρα συνεγενετο και συνεστη τοις οὐσιν ; Ἀλλ ' εἰ συν
ἐτελευτησε δε τριτον ἀγων και πεντηκοστον ἐτος . ὁτε δε συνεγενετο ἐν Αἰγυπτῳ Χονουφιδι τῳ Ἡλιου - πολιτῃ , ὁ
9999977 βλεπουσαν
δ ' ἰατρου τους συμφωνηθεντας μισθους αὐτην ἀπαιτουντος ὡς καθαρως βλεπουσαν ἠδη και τους μαρτυρας παραγαγοντος : ” μαλλον μεν
ἱστου θοἰματιον καθελομενην ἡμιεργον ἀμφιεσασθαι , εἰς τε το κατοπτρον βλεπουσαν προς την παρ ' αὐτης ἐμφασιν εἰς αὐτο γιγνομενην
9999977 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999977 θυγατριδους
ὁτι κατα διαλυσιν ἐγενοντο , οἱον ἀπο του ἀδελφιδους και θυγατριδους το ἀδελφιδεος και θυγατριδεος κατα διαλυσιν της ου διφθογγου
Τα εἰς ΟΥΣ πολυσυλλαβα ἁπλα μεν ὀντα περισπαται : ἀδελφιδους θυγατριδους διπλους τριπλους , πλην του ὀδους . τα δε
9999977 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999977 κατελαβοντο
ἐχοντας ὡς θεραπαινιδας δωρα τῃ κορῃ κομιζουσας . ἐπει δε κατελαβοντο την οἰκιαν , οἱ μεν τας μαχαιρας ἐσπασαντο ,
. Ὡς Ἀθηναιοι διαπλευσαντες εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων κατελαβοντο τους περι το Ὀλυμπιον τοπους . Ὡς Ἀθηναιοι τας
9999977 θεραπευσας
δε τον Προαιρεσιον : μονος γαρ ἀπολελειπτο : ὁ δε θεραπευσας τινα των οἰκειων αὐτου και παντα ἐξειδοτων , μαθων
λεληθε σε μεν ἐργον θεμενος , οὐκ ἀηδως δε κἀκεινο θεραπευσας . εὐδηλον οὐν ὁτι αὐτον ἡμεροις ὀψει τοις ὀμμασι
9999977 ἐντυγχανουσι
του διδοντος , ὡς τινος γαρ οὐκ αἰτιαι κακου τοις ἐντυγχανουσι , διαβολην ἐπεδειξεν ἐφ ' ἑαυτης ἀδικον : οὑτω
γαρ και ποικιλως δοκει τεταχθαι , σαφεστερα μεντοι γε τοις ἐντυγχανουσι γενησεται . Ὁ περι τεκνων τοπος [ ὁς ]
9999977 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999977 ἀναγινωσκουσι
[ ] την ? Ἀφροδιτην Θεων [ και Τυραννιων ] ἀναγινωσκουσι [ χρυσω ] κατα γενικην , ἱν ' ἠι
των πλεοναζοντων ὑγρων ποιειται τας ἐκκρισεις , τοις μεν συντονωτερον ἀναγινωσκουσι μαλλον και δι ' ἱδρωτων , τοις δ '
9999977 εὐφροσυναις
. θυμον ἀλδαινουσαν ] την ψυχην αὐξουσαν . . ἐν εὐφροσυναις ] ἁς ἐχω εἰς τους θεους τιμαις . .
μηδεν περι της αὑτου τελευτης εὐλαβηθεις , ἀλλα ταις ἀρχαιαις εὐφροσυναις νεας ἑτερας προσειληφως οὐ μονον δια μνημην των προτερον
9999977 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999976 κατεκτανεν
ἐκβολης . ἰαμβικα ζʹ . οὐδ ' ἱκεθ ' ὡς κατεκτανεν : ὁ Ἐτεοκλης : πρωτος γαρ κατεκτανε τον Πολυνεικη
μαλα σχεδον ἠλυθον αὐτων . ἐνθ ' Ἑκτωρ δυο φωτε κατεκτανεν εἰδοτε χαρμης εἰν ἑνι διφρῳ ἐοντε , Μενεσθην Ἀγχιαλον
9999976 χωρουσης
φευγειν ὁρμησαντες εἰς το πεδιον ὑπο της Ῥωμαϊκης φαλαγγος ὁμοσε χωρουσης ἀπεθνησκον , οἱ δε πλειους αὐτων ὠθουμενοι τε ὑπ
πεπονθα παθος . αἰσθομενος γαρ τα περι ταυτης θρυλλουμενα μη χωρουσης μου της διανοιας ἐπιμελες μεν ἐθεμην ἐκκλιναι τους ταυτα
9999976 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999976 ὁποτερως
και τα Θησει συμβαντα και Δαιδαλωι . ταυτα μεν οὐν ὁποτερως ἐχει , χαλεπον εἰπειν . ἐστι δε και ἀλλος
. . ὁποτερα ] καθ ' ὁποτερον , ὁποιως , ὁποτερως , ὁπως . , πως εἰκῃ ; ὁποτεραν ]
9999976 καθηκουσης
ἀσκαριζω . ἀρωματοπωλαι δοκιμον . ἀωροθανατος : ὁ προ της καθηκουσης ὡρας ἀποθανων , ἀνηρ και γυνη . ἀστρατηγια :
ιϚʹ . Ἐντευθεν τα μερη Θρᾳκης της εἰς τον Ποντον καθηκουσης ἐκδεχεται , και ὁροι των Θρᾳκων . Τα δε
9999976 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999976 δασυνει
μωλωπας ταχιστα θεραπευσει . ἀποσμηχει και φακους , και ἀλωπεκιας δασυνει : τελευταια δε ἐσθιομενη πνευματος ἀποκαθαρσιν ποιειται . Μεγαλα
και παν ἑλκος εὐθεως εἰς οὐλην ἀγει . ἀλωπεκιας δε δασυνει μετα στεατος ἀρκειου ἠ δελφινιου ἠ ὑειου ἀλειφομενον .
9999976 ἐριδας
παντες κεκακωμενοι , δηλουσι φοβους και φυλακας και φιλονεικιαν και ἐριδας μετα των ἐχθρων . Ὁτε δε εἰσιν ὁ χρονοκρατωρ
: οἱον τις τουτον τον Μελησιαν ἐπαινων τας των ἀλλων ἐριδας καταπαλαιοι : οἱον , και περιγινοιτο . διαπρεπει γαρ
9999975 διδασκουσι
φυουσιν ἀλληλοις και κροκοδειλους ποιουσι και τα τοιαυτα ἀπορα ἐρωταν διδασκουσι τον νουν . Ἀλλα ἐμε ἀμαθη και ἀπαιδευτον εἰναι
ἐκδιδασκει . και αἱ Ἰδεαι δε το βιβλιον εὑρεσεις τινων διδασκουσι . τι οὐν ἐστιν εἰπειν ; ἠ ὁτι ἐν
9999975 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999975 πρεπουσης
μαλιστα τουτων στοχαστεον τῳ παιδευοντι δια μουσικης , ἐννοιας τε πρεπουσης και λεξεως και προς τουτοις ἁρμονιας τε και ῥυθμου
ἀποκρισεως συγκειμενος περι τινος των φιλοσοφουμενων και πολιτικων μετα της πρεπουσης ἠθοποιιας των παραλαμβανομενων προσωπων και της κατα την λεξιν
9999975 θεραπευσαι
ἐμβαλειν , και δουναι προσθεσθαι . Ἑτερον κυητηριον : γυναικα θεραπευσαι , ὡστε ξυλλαβειν ἐν γαστρι : οὐρον λαβων παλαιον
ἀπενεμε τῳ Ἐρασιστρατῳ , ὁτι τυχον εἰ μη θελεις αὐτον θεραπευσαι , φονευω σε . και φησιν ὁ Ἐρασιστρατος τι
9999975 προσαγορευομενη
ἀπηλλακται δε του ξηραινειν και στυφειν . ἡ λυκαψος δε προσαγορευομενη ῥιζαν ἐχει στυπτικωτεραν ταυτης . της δ ' ὀνοχειλου
κατ ' ἀντικρυ νησος ἐστι πελαγια κατα τον ὠκεανον ἡ προσαγορευομενη Βασιλεια . εἰς ταυτην ὁ κλυδων ἐκβαλλει δαψιλες το
9999975 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999975 Ἐπαφροδιτος
του Διος , ὡς δηλοι Νυμφιος ὁ φιλοσοφος . Οὑτως Ἐπαφροδιτος ἐν Ὑπομνηματι θʹ Ἰλιαδος , παρατιθεμενος Κλειταρχον Αἰγινητην λεξικογραφον
οἱ δικασται : ἠσαν δε κογχαι τινες , ὡς φησιν Ἐπαφροδιτος ἐν ταις Λεξεσιν . τας χοιρινας ] ἠγουν τας
9999975 πληθουσης
διελεγετο τοις προσιουσιν , ὁποσα ἠρωτων , και οὑτως ἀγορας πληθουσης ἀφικνειται γραμματευς κελευων ἐπι θυρας ἠδη εἰναι „ μη
αἱ χειροτονουσιν . ἐν ἀλλαις δε των πολεων οὐτε προ πληθουσης ἀγορας νεον φαινεσθαι οὐτε μετα δειλην ὀψιαν καλον ,
9999975 Ἀγαμεμνον
τ ' ἐπ ' ἀλλους . ὠ Πανελληνων ἀναξ , Ἀγαμεμνον , ἡκω παιδα σοι την σην ἀγων , ἡν
Εὐριπον ἐχουσιν . τι δε συ σκηνης ἐκτος ἀισσεις , Ἀγαμεμνον ἀναξ ; ἐτι δ ' ἡσυχια τηνδε κατ '
9999975 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999975 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999975 ἀναθημασι
και γνωριζουσι μεν οὐχι , θαυμαζουσι δε ὁστις ὠν ἀλλοτριοις ἀναθημασι παραμενοι . Και δη ὁ Λευκων ἐφη ὠ μειρακιον
, ἐνθα ἠν ἱρον Ἀπολλωνος πλουσιον , θησαυροισι τε και ἀναθημασι πολλοισι κατεσκευασμενον : ἠν δε και τοτε και νυν
9999975 τελευτωσαν
ὁμως ἐτεσιν ἀντεσχε πολεμῳ τοσῳδε και λιμῳ , τοτε ἀρδην τελευτωσαν ἐς πανωλεθριαν ἐσχατην , λεγεται μεν δακρυσαι και φανερος
μηκος δ ' ἐκτεταμενα ὁσον τριακοσιων σταδιων και ποιουντα ῥαχιν τελευτωσαν πως ἐπι τα στενα . ἐν μεσῳ δ '
9999975 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999974 Λακεδαιμονιος
ἐποιησε πολιν . βοηθησαντες δε ἐς αὐτο Πασιτελιδας τε ὁ Λακεδαιμονιος ἀρχων και ἡ παρουσα φυλακη προσβαλοντων των Ἀθηναιων ἠμυνοντο
σε , σπευδων τοι ξενος γενεσθαι . . Χιλων Δαμαγητου Λακεδαιμονιος . οὑτος ἐποιησεν ἐλεγεια εἰς ἐπη διακοσια , και
9999974 ἐπαισεν
ἑαυτον , παντως δυο αἰτιατικας σημαινει : αὐτος γαρ αὑτον ἐπαισεν . Κἀκεινο δε ἐπιστατεον , εἰ ὁλως συν τῳ
' ἡς και πυκτης , πυκτευειν , ἐξεπυκτευσεν , πυξ ἐπαισεν , πυξ ἐπαταξεν , πυξ ἐπληξεν : ἡ δε
9999974 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999974 κυουσαν
δεησεως την πτηνην και μεταρσιον ἀρετην Σεπφωραν Μωυσης λαβων εὑρισκει κυουσαν ἐξ οὐδενος θνητου το παραπαν . ταυτα , ὠ
τῃ Ὀρχομενου μιγεις , ὠσεν αὐτην εἰς την γην ἠδη κυουσαν , δεδιως την της Ἡρας ζηλοτυπιαν . Ἐκεινης δε
9999974 καταλαμβανω
ἡμων ἀπαγγελλομενων . Και ἡ ἀκαταληπτω δε και ἡ οὐ καταλαμβανω φωνη παθους οἰκειου ἐστι δηλωτικη , καθ ' ὁ
και μετ ' ὀλιγον εἰσεκληθην πανυ δεδιως και τρεμων , καταλαμβανω τε παντας ἁμα συγκαθημενους οὐδε αὐτους ἀφροντιδας : ὑπεταραττε
9999974 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999974 εὐπρεπους
και στρατιας κατηναγκασμενης , και στρατηγιας ἀκουσιου , και φυγης εὐπρεπους . Ταυτα τοινυν φημι τας περιστασεις διαφευγειν ἐκεινον τον
τοιαυτην . Τισιφονη μια των Ἐρινυων εἰς ἐπιθυμιαν ἐμπεσουσα παιδος εὐπρεπους , Κιθαιρωνος τοὐνομα , και μη στεγουσα την ἐπιτασιν
9999974 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999974 ἀποκλιματι
παρατηρησεως ἐν τῳ δυτικῳ κεντρῳ τυχουσα ἠ ἐν τῳ τουτου ἀποκλιματι μακρας τας ἀποδημιας παρεχει , τοις τε ἀπο ξενης
ἐν τῳ δυτικῳ κεντρῳ τυχουσα ἡ Σεληνη ἠ ἐν τῳ ἀποκλιματι μακρας τας ἀποδημιας παρεχει , τοις δ ' ἀπο
9999974 εὐφροσυνας
ἐαν δε ἡ Ἀφροδιτη δια φιλικας προφασεις ἠ ἑταιρειας ἠ εὐφροσυνας ἠ γυναικας , ἐαν δε ὁ Ἑρμης δια πανουργιας
παθειν . οὐ γαρ ἐπιστανται κατεχειν κορον , οὐδε παρουσας εὐφροσυνας κοσμειν δαιτος ἐν ἡσυχιῃ . . . . .
9999974 ἀπειχοντο
. οἱ μεν γαρ δια τας προϋπαρχουσας ἐχθρας οὐδεμιας ἐπηρειας ἀπειχοντο κατα των μισουμενων , ἐχοντες ἐξουσιαν διατιθεναι παν το
ἐχειν . Εἰ μεν γαρ των αὐτων νεκρων σωματων και ἀπειχοντο της ἁφης και ἡπτοντο , ἠν ἀν τουτο προς
9999974 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999974 σπουδαζοντα
Και τους ἐπιτηδειους καιρους δεινως στοχαζομενα τουτοις ἀνυπερθετως κεχρηνται , σπουδαζοντα οὐ τοσουτον τους ἐχθρους χειρι καταγωνισασθαι , ὁσον ἀπαταις
ἡν ἐκεινας ἀνεστησαν ” . Ἀριστοτελης ὁ φιλοσοφος ἰδων νεον σπουδαζοντα περι τας θεας , „ ὁρα „ , εἰπεν
9999974 δωδεκατημοριον
ῥητον τοιουτον τι δει νοειν οἱον ἐν τοις διαστηματικοις το δωδεκατημοριον του τονου και εἰ τι τοιουτον ἀλλο ἐν ταις
και ὁσα τουτοις παραπλησια δηλοι . Το δε Καρκινου πρωτον δωδεκατημοριον σημαινει περι ἀρχης ἠ ἀρχιερωσυνης ἠ ἱερουργιας , το
9999974 διδασκαλεια
] [ εν ] : αλλα μοι αλ [ ] διδασκαλεια [ ] [ η ] τα ανθρωπ [ ]
Κλαυδιος ὁ της δεκαδαρχιας ἡγεμων ἀναγινωσκουσαν ἐν γραμματιστουἠν δε τα διδασκαλεια τοτε των παιδων περι την ἀγορανεὐθυς τε ὑπο του
9999974 Σικυωνιος
ὁ Ἀργειος εἰσηγαγεν , μετεστησεν δε ταυτην πρωτος Λυσανδρος ὁ Σικυωνιος μακρους τονους ἐντεινας και την φωνην εὐογκον ποιησας και
ἐπι τι των ἐδεσματων ἀναφερειν . Μαχων δ ' ὁ Σικυωνιος των μεν κατα Ἀπολλοδωρον τον Καρυστιον κωμῳδιοποιων εἱς ἐστι
9999974 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999974 διδακτεον
ἀνθρωποις παθηματα , ἐν πασιν τοις τοιουτοις της ἑκαστων διαθεσεως διδακτεον και ὁριστεον το τε καλον και μη . μετα
τα προτερον προς τους ἀναλογιστικους των γραμματικων εἰρημενα , και διδακτεον ὁτι τῃ συνηθειᾳ προσεκτεον μαλλον ἐστι θελοντας εὐ λεγειν
9999974 Συρακουσαι
Ἀλεξανδρειας προς δυσεις ὡρᾳ α ∠ ʹιε : αἱ δε Συρακουσαι την μεγιστην ἡμεραν ἐχουσιν ὡρων ιδ ∠ ʹη ,
δε Κατανη πολις , ὑπερ δε ὀρος Αἰτνη . . Συρακουσαι : πολις Σικελιας μεγιστη , ὡς Ἑκαταιος Εὐρωπηι .
9999974 φοινικος
: ἀθληταις δε ἀγαθος , τοις δε λοιποις ἀτοπος . φοινικος δε και ἐλαιας στεφανοι γαμους ἐλευθερων περιποιουσι γυναικων δια
πολλα δηλουσων ἡ λεξις . το μεν γαρ δενδρον “ φοινικος ἐην ἐρνος . ” δηλοι και το κυριον ὀνομα
9999974 κατελεξα
τρυγωντας , θεριζοντας ἀλλους . εἰχε μεν ἡ ἀσπις ὁσην κατελεξα τερψιν , ἡγειτο δε μαλλον ὁ ταυτης δημιουργος ἀτελη
χρηστῳ Σευηρῳ σεσωκεναι τον οἰκον μηδεν ἡττω σοι κοσμον ὡν κατελεξα τουτων ἐχειν . τας γαρ πολεις οὐχ οἱ πλουτουντες
9999974 συμμετρια
, συνωμοτης , συμπρεσβεις , συνιστορες , και συστασις , συμμετρια , συμφωνια , συναυλια , συγχυσις ὁρκων . συναρχων
ἡ των κωλων συνθεσις , τριτη δε ἡ των περιοδων συμμετρια . τον δη βουλομενον ἐν τουτῳ τῳ μερει κατορθουν
9999974 δοξαζουσι
εἰδοτες διαφοραν ἀκολαστου και ἀκρατους συγκεχυμενως , ἠτοι ἀδιαφορως , δοξαζουσι τον ἀκολαστον ἀκρατη εἰναι και τον ἀκρατη ἀκολαστον .
Εἰ οὐν δικαιως , τα ἐργα και το παρα τοις δοξαζουσι βελτιον : εἰ δ ' οὐ δικαιως , ἐπι
9999974 θεραπευσει
ἀλλ ' εἰ γαμοιμην , και τις σε τυφλον ὀντα θεραπευσει , πατερ : πεσων ὁπου μοι μοιρα : πεσων
τουτοις ἐγενετο ὁμοσκηνος . ἀλλα και αὐτος ὁ παις ὁπως θεραπευσει τους ἐκ του αὐτου χορου φροντιζετω : τουτων γαρ
9999974 ἐθελησας
και ἐξελεγξει αὐτος αὑτον ὁτι οὐδεν ὑγιες λεγει , οὐκ ἐθελησας παραδουναι εἰς βασανους τας θεραπαινας ἁς ἐγω ἐξῃτουν αὐτον
προς δε ἀλλον οὐδεν ἀν γραψαιμι τοιουτον λογιζομενος , ὡς ἐθελησας μεν ἀρκεσεις και μονος , οὐ βουληθεντος δε σου
9999974 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999973 συνεβαινεν
κατα τας ἐκκειμενας ὑποθεσεις ἐπιλογιζομενων , ὁπερ ἀν αἰσθητον πανυ συνεβαινεν μη συμπαραλαμβανομενης της περι την ἀνισοτητα του ἐνιαυσιου χρονου
υι διφθογγου γινεσθαι ἐκβαλλομενου του ο , καθοτι δυο ἀτοπα συνεβαινεν ἀν , το τε ληγειν εἰς συμφωνον την υι
9999973 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999973 τεκουσης
κελευσας γαρ , πριν ἀποτιτθον γενεσθαι , μη ἀποσπαν της τεκουσης μητε ἀρνα μητε ἐριφον μητε ἀλλο τι των ἐν
θεραπαιναν ἐπεπλεκετο αὐτῃ . ταυτης οὐν εἰτ ' ἐξ αὐτου τεκουσης , εἰτ ' ἐξ ἀλλου τινος , ὁμωνυμος Ἀθηνιωνι
9999973 Ἀτρειδας
φερων τοις Ἀχαιοις και παντας μεν , διαφεροντως δε τους Ἀτρειδας ἱκετευεν εὐχομενος , εἰ δοιεν την Χρυσηιδα , την
εἰς τους Ἀχαιους ἱκετευειν παντας μεν , διαφεροντως δε τους Ἀτρειδας , συνευχομενον ἐκεινοις μεν ἑλειν την Τροιαν και σωθηναι
9999973 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999973 παρειχετο
Ξερξης , ἠιε μεν το μεσον αὐτεων , στρατηγους δε παρειχετο Σμερδομενεα τε και Μεγαβυζον . Ὁ μεν νυν ναυτικος
παλαιου Πελοποννησιοις πασιν αἰδεσιμον και τοις αὐτοθι ἱκετευουσιν ἀσφαλειαν μαλιστα παρειχετο : ἐδηλωσαν δε οἱ τε Λακεδαιμονιοι τον Παυσανιαν και
9999973 πικριαν
ἐγω βεβαιοτεραν την της πατριδος ἡγουμενος μαρτυριαν ἠ την Τιμαιου πικριαν , θαρσων ἀποφαινομαι , μηδενι τον Δημοχαρους βιον ἐνοχον
, ἐαν τον ἰδιον χυλον ἀπολεσῃ , τουτεστι την ἰδιαν πικριαν , και τας γαστερας ἐμφραττῃ : γλυκαινε δε την
9999973 πολιτειᾳ
ὁ Δελφος ἐν Ὑπομνημασιν , ὡν ἀρχη ἐν τῃ ἀριστῃ πολιτειᾳ , φησιν : ὁ καλουμενος κοτταβος παρηλθεν εἰς τα
το τινα δι ' αὐτου ὡς ὀργανου κατορθουν ἐν τῃ πολιτειᾳ , και αὐλους τελος ὀντας του αὐλοποιου προς το
9999973 δοθεν
, ] δεδεικται ἐν τῳ δʹ βιβλιῳ Γεωμετριας περι το δοθεν τριγωνον κυκλον περιγραψαι . ὡστε δυνατον ἐστι τῳ βουλομενῳ
ἑτερου δοθεντι μειζον ἐστιν ἠ ἐν λογῳ . ἐπει γαρ δοθεν ἐστιν ἑκατερον των ΑΒ , ΓΔ , λογος ἀρα
9999973 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999973 φευγουσαν
ἐπλεο κιρρος , Τυνδαρεην ? μεθεπεις , ἀλλ ' οὐ φευγουσαν , ἀκοιτιν . ὀψεαι και μετα ? ? ταυτα
μη διαλειπειν αὐτην ὁτε μεν διωκουσαν τον ἡλιον ὁτε δε φευγουσαν , εἰτα ἐν τῳ ζῳδιακῳ μετερχομενην ζῳδια και ταχεως
9999973 λεπιδας
, καθ ' ὁ συμβαινει κολλωδη ὑγρασιαν και οἱον πιτυρωδεις λεπιδας ἐπιφερεσθαι . μαλιστα δε περι την κεφαλην εἰωθε γινεσθαι
, ἠ σιδιοις μετα μυρσινης και μελιτος . ἀποσπᾳ δε λεπιδας και μυρμηκιας κυκλαμινου ῥιζα λεια μετα μελιτος διαχριομενη ,
9999973 καθηκουσα
ὁμορουσα Γερμανια , μεχρι δρυμου Ἑρκυνιου και των Ῥιπαιων ὀρων καθηκουσα , ἡ δ ' ἐπι θατερα τα προς μεσημβριαν
Ἀραξος . Ἡ δε της Ἠλειας μεση και Σικυωνιας , καθηκουσα μεν ἐπι την προς ἑω θαλασσαν , Ἀχαϊαν δε
9999973 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999973 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999973 πεντακισχιλιων
ὑπαρχουσῃ τῳ σχηματι , την δε περιμετρον ἐχουσῃ σταδιων ὡς πεντακισχιλιων . ἠδη δ ' αὐτων ἐγγιζοντων τῃ νησῳ των
στεφανοι ὑπο των πρεσβευτων και των λοιπων ταλαντων ἠσαν μυριων πεντακισχιλιων . Πολυκλειτος δ ' ὁ Λαρισαιος ἐν τῃ ὀγδοῃ
9999973 Ἀτρειδαις
δε των ἀλλων οὐκ ἐβουλοντο ὀμνυειν οἱ Τρωες οὐδε τοις Ἀτρειδαις ἐμελε . τουτων δε ὀμοσθεντων , ὁ τε ἱππος
μεγιστας ἀρετας ἀφιλα παρ ' ἀφιλοις ἐπες ' ἐπεσε μελεοις Ἀτρειδαις . Ἠ που παλαιᾳ μεν ἐντροφος ἁμερᾳ , λευκῳ
9999973 ἀποδοτε
προβουλευμα ἐπικυρωσετε και τα κριθεντα ὑπο της βουλης , λογον ἀποδοτε τοις ἀπολογουμενοις ὑπερ του νομου και τοις κατηγορουσι :
μηδε ἐν ἀλλῳ μηδενι , ἀλλα τῃ γῃ ὡς ταχιστα ἀποδοτε . τι γαρ τουτου μακαριωτερον του γῃ μειχθηναι ,
9999972 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999972 γραμματικης
' ὡς θεωριαι ἁπλως τῳ εἰδει διαφοροι : και μερη γραμματικης ἀναγνωστικον ἐξηγητικον κριτικον , ὡς δε θεωριαι τινες και
ὁ περι των ἰδεων λογος ῥητορικης ἐστι , καιτοι δια γραμματικης πολλης κατασκευαζομενος : και γαρ εἰς τοσουτον χρειας ἠλθεν
9999972 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999972 γεγραφοτες
της παλαιστρας κλεπτειν τα ἱματια . ἐπει τοι παντες οἱ γεγραφοτες περι Σωκρατους παντα τἀναντια αὐτῳ προσμαρτυρουσιν , ὁτι ἡδυς
τυχειν ἐθελειν δωρεας . σκοπειτε γαρ : τους νομους οἱ γεγραφοτες , ὁσα των πραττομενων συμβαινειν εὐκολως οὐ πεφυκεν ,
9999972 ἐπιζευγνυουσης
την ἐκτος ἀπολαμβανομενην μεταξυ της τομης και της τας ἁφας ἐπιζευγνυουσης , οὑτως τα γινομενα τμηματα της εὐθειας ὑπο των
μη παντως του ἡλιου πιπτοντος ἐπι της αὐτης εὐθειας της ἐπιζευγνυουσης το τε Ε κεντρον του δια μεσων και το
9999972 ὑπηκουσαν
και οὐ πολεμιοις , και ὁτι οὐδε οἱ πατερες ὑμων ὑπηκουσαν μηδενι , μητε Ξερξῃ μητε Μαρδονιῳ μητε Δαρειῳ μητε
προς ἁρπαγην ὡρμησαν : των δε ἡγεμονων διωκειν κελευοντων οὐχ ὑπηκουσαν ὠφελειαν φανεραν οὐ καλον ἡγουμενοι προεσθαι . Μιθριδατης δε
9999972 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999972 ἀπεφαινοντο
εἰ τι ἀλλο τυγχανει τουτοις ὁμοιογενες ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν
και ἀριθμους κραθεντων των πρωτων στοιχειων . σχεδον οὐν ταὐτον ἀπεφαινοντο τοις ἁρμονιαν αὐτην τιθεμενοις , πλην ὁσῳ σαφεστερον οὑτοι
9999972 πεττει
το βρεγμα και ἐπιβρεχειν ἀφεψηματι πηγανου και δαφνινῳ ἐλαιῳ : πεττει γαρ ταυτα και παχυνει τον καταρρουν : συνεργειν δε
το θερμον ὑπο του περιξ ἀερος . και τα σωματα πεττει τας τροφας μαλλον και ὁλως ἰσχυροτερα τοις χειμωσιν ἐστιν
9999972 ἀποπροθεν
νουσοισι τυπῃσι τε μουνον ὀλεθρος ἀντιαει , και δη τις ἀποπροθεν ἀμμε χαλεπτει , ὡς ὁγε , χαλκειος περ ἐων
δε σφεων εἰσιν ἑλισσομενων ἐνιαυτοι , μακρα δε σηματα κειται ἀποπροθεν εἰς ἑν ἰοντων , οὐδ ' ἐτι θαρσαλεος κεινων
9999972 Ἑλληνικης
' αὐτοις Ἐτεοκρητας λεγομενους . πρωτους δε Κρητας φασι της Ἑλληνικης ἀρξαι θαλαττης τας τε νησιωτιδας πολεις κατασχειν , ἁς
οὐν Δαρειος Ὑστασπου βουλεται της σης ἀκροασεως μετασχειν και παιδειας Ἑλληνικης . ἐρχου δη συντομως προς ἐμην ὀψιν και βασιλειον
9999972 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999972 πικραις
βιος ἡμων ἐστι και ἡττον του ζην το θανειν ἐστι πικραις οὑτω βαλλομενοις καθ ' ἑκαστην ὀδυναις ; Ἠ που
κἀγω γαρ οὐ καυλοισιν οὐδε σιλφιῳ οὐδ ' ἱεροσυλοις και πικραις παροψισι βολβοις τ ' ἐμαυτον χορτασων ἐληλυθα . ἁ
9999972 ἀνατολικωτερα
ἡ τε Βαγρανδαυηνη και ὑπ ' αὐτην Γορδυηνη , ἡς ἀνατολικωτερα ἡ Κωταια , και ὑπ ' αὐτην Μαρδοι .
πυλων εἰς Θαψακον , ὡστε τῃ ὑπεροχῃ ἐγινετ ' ἀν ἀνατολικωτερα ἡ Βαβυλων της Θαψακου , ᾑ ὑπερεχει ἡ ἐκ

Back