. Πως ; Ὁπως ; οὐκ ἐσθ ' ὁπως ὠνησεται δηπουθεν , ἠν συ μη παρων αὐτος διδῳς τἀργυριον ,
και μηδεν χειρονος δοξης ἀποφαινων ἐπιτυγχανοντας , ἠν μεν ἀν δηπουθεν εὐηθης , μαλλον δε ἀναιδης : πλην κατα γε
9999972 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999971 λογισμου
των ἀνθρωπων γινομενα παθη , δι ' ὡν ἐξισταμεθα του λογισμου : ταυτα δ ' ἐστιν ἐρως ὀργη μεθη φιλοτιμια
. θυμομαντις : οὐ Φυσει μαντις , ἀλλ ' ὑπο λογισμου κρινων και ὑπο ἐνθυμησεως . ἀλλα μην εὐνους :
9999971 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999971 χειρονες
πανυ με θραττει , πως ὡς κρειττονες παρακαλουμενοι ἐπιταττονται ὡς χειρονες : ἐγω δε σοι ἐρω την ὁλην περι των
ἐργων οὐ γνωμῃ διαφεροντες ἀλληλων οἱ μεν βελτιονες οἱ δε χειρονες εἰσιν , ἀλλα σαφως ἐπιμελειᾳ . ἁ γαρ και
9999971 ἀπολαβουσα
ἐτι μετεωρος τυγχανουσα , παλιν προσεπιδιισταται και τοτε την ὀφειλομενην ἀπολαβουσα συστολην , ὁμοιως ἐξερεθιζει την ἁφην διπλην ἐν τῃ
συμβολικως τελειοτητος τι οἰκειον μετρον δηλουσιν , ὁ το προσηκον ἀπολαβουσα ἡ ψυχη και την ἑαυτης σχουσα τελειοτητα ἀποκαθισταται .
9999971 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999971 ἀσθενεστεροι
, οἱ μεν ἀγαθοποιοι τους ἐνιαυσιους χρονους λαβοντες ἠ ἐπεμβαντες ἀσθενεστεροι εἰς το εὐεργετειν γενησονται , παραχωρησουσι δε τοις κακοποιοις
, ᾡ μονῳ προσεστι το εἰναι . ἐαν δ ' ἀσθενεστεροι τας φυσεις ὀντες ἐπιζητωσι προσρησιν , δηλωσον αὐτοις μη
9999971 εὐδοκιμησαι
παθειν ἐστιν ὀφειλομενον . και τουτον ἐν τε τῳ παραυτικα εὐδοκιμησαι και ἐπιτηδειοτερον ἐς το ἐπειτα Ἀλεξανδρῳ γενεσθαι . Ἐν
ἐς ἁπαν και ἐς ληθην ὀλιγου δειν ἡκουσαν ἀνθρωποις . εὐδοκιμησαι δε Γοργιαν λογων ἑνεκα ἐν τε πανηγυρει τηι Ὀλυμπικηι
9999970 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999970 ἀποτυγχανει
τινων μεν τυγχανει του ὀντος , ἐπι δε των πολλων ἀποτυγχανει . Οὐ μην οἱ γε θεοπεμπτοι καλουμενοι ὀνειροι τουτον
παντα τελειοι , ἡ δε διψυχια μη καταπιστευουσα ἑαυτῃ παντων ἀποτυγχανει των ἐργων αὐτης ὡν πρασσει . βλεπεις οὐν ,
9999970 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999970 Συρακουσας
ἐν Ἱμερᾳ στρατηγος συνεβουλευσε τοις ναυαρχοις την ταχιστην ἐκπλειν εἰς Συρακουσας , ἱνα μη συμβῃ κατα κρατος ἁλωναι την πολιν
τῳ Διονυσιῳ , και τους ἀριστους των στρατιωτων ἀπεσταλκοτες εἰς Συρακουσας , ἠναγκασθησαν διατηρησαι την προς Διονυσιον συμμαχιαν , καιπερ
9999970 παρεταξαντο
προηγουμενου στρατευματος ἱππικον πλην των περι ἑαυτον . ὡς δε παρεταξαντο ἀλληλοις , οἱ μεν Θετταλοι , νομισαντες οὐκ ἐν
εἰπειν ἐκεινον . 〛 ὁ μεν οὐν τοπος ἐν ὡι παρεταξαντο Κουναξα καλειται , και Βαβυλωνος ἀπεχει σταδιους πεντακοσιους .
9999970 τειχισαι
εὐβατου τε γαρ οὐσης ἐτι και εὐεπιδρομου τοις σοφισταις , τειχισαι τε Ἀριστοτελη και περιφραξασθαι πανταχοθεν και ἀποκλεισαι τας ἐπιβουλας
. Δημοσθενης δε στρατευσας ἐπι Πυλον ἐπεβαλετο τουτο το χωριον τειχισαι κατα της Πελοποννησου : ἐστι γαρ ὀχυρον τε διαφεροντως
9999970 ἀνενεικατο
ὁ δ ' ἐπειτα , θεοπροπιας Ἑκατοιο θυμῳ πεμπαζων , ἀνενεικατο φωνησεν τε : “ Ὠ πεπον , ἠ μεγα
πριν πολεμου στομα δυμεναι αἱματοεντος . μνησαμενος δ ' ἁδινως ἀνενεικατο φωνησεν τε : ἠ ῥα νυ μοι ποτε και
9999970 ἐκελευεν
ἐπετελλε περιφρων Νηλεος υἱος . Αὐταρ ὁ οἱς ἑταροισιν ἐπισπερχων ἐκελευεν ὑδατος ἐν πυρι θεντας ἀφαρ κρυεροιο λεβητας θερμηναι λουσαι
παις ὁ της Μισμης Ἀσκαλαβος ἰδων ἐποιησατο γελωτα και αὐτις ἐκελευεν ὀρεγειν αὐτῃ λεβητα βαθυν ἠ πιθακνην . Δημητηρ δε
9999970 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999970 ὀξυμελιτος
: παχεος δε και γλισχρου , | ῥαφανιδας μετ ' ὀξυμελιτος και ταριχου και το δια ναπυος και ὑσσωπον δι
τελεια δοσις ⋖ δ συν οἰνομελιτι . ἡ δι ' ὀξυμελιτος πικρα κατα βραχυ κενοι μηδεν των δυναμεων ὑποκοπτουσα :
9999970 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999970 ἐτυμολογιαν
το ἑλληνιζειν του ἀττικιζειν : κατα ἀναλογιαν , παρα την ἐτυμολογιαν , παρα τα σχηματα , παρα τον σχηματισμον των
οὐραν ἐν τῳ μυκασθαι . και Ἀπιων δε εὑρων την ἐτυμολογιαν παρα Ἀπολλοδωρῳ ταυτην , ὁτι ταυρος λεγεται παρα το
9999969 ὑπεστησατο
μετα την ὑπαρξιν των πολλων αὐτα ἐν ἑαυτῃ ἡ ψυχη ὑπεστησατο . δια τουτο και το ζῳον το καθολου οὐδεν
μηνα των εἰρημενων σημειων βραδειαν αὐτης την ἐπι δυσμων κινησιν ὑπεστησατο . Τοσαυτα μεν δη και περι σεληνης , περι
9999969 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999969 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999969 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999969 δημιουργος
πυρετου . και παλιν ἐαν εἰπω ὁτι ῥητορικη ἐστι πειθους δημιουργος , οὐκ ἀντιστρεφει : εἰ τι μεν γαρ ῥητορικη
ἐστιν την φυσιν , ἡνπερ θεος τοιωσδε ποιησας παλαι ὡς δημιουργος ἐκτισε , προς συστασιν τρεψαι φυσιν , μη οὐσαν
9999968 Συρακουσων
κατα την προτεραν φιλιαν πεισθεντες . ἀφικομενων οὐν ἐκ μεν Συρακουσων Ἑρμοκρατους και ἀλλων ἐς την Καμαριναν , ἀπο δε
κολπωι , μικρον ὑστερον της [ ἀπο ] Κροτωνος και Συρακουσων κτισεως ἀποικισθεντες ὑπο Εὐανθους : Ἐφορος δ ' οὐκ
9999968 Συριακου
κατα παντα ἀπεβη μοι καλλιστα . ἐμιξα δε και σισωνος Συριακου , σεσελεως , ἀνα δραχ . βʹ , και
πεπερεως μελανος . . . . γρ . ιεʹ σισωνος Συριακου . . . . . γρ . ιβʹ στυρακος
9999968 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999968 δακρυοις
τε φερεσβιος ἠδ ' Ἀιδωνευς Νηστις θ ' , ἡ δακρυοις τεγγει κρουνωμα βροτειον . Ζηνα μεν εἰπε τον αἰθερα
τον ὑπνωι παρειμενον ἐασετ ' ἐκλαθεσθαι κακων ; κατα σε δακρυοις στενω , πρεσβυ , και τεκεα και το καλλινικον
9999968 συνεβουλευεν
. ὡς δε ἐγενοντο κατα τι φρεαρ , ὁ ἑτερος συνεβουλευεν ἀμελετητως καθαλλεσθαι . ὁ δε ἑτερος ἐλεγεν : ”
της Γελωνος γενομενης προς τον πατερα αὐτων εὐεργεσιας , και συνεβουλευεν αὐτοις ἠδη την ἡλικιαν ἠνδρωμενοις ἀπαιτησαι λογον παρα Μικυθου
9999968 ἐποιουντο
. ὡς το εἰκος οὐν , οἱ ξυγγενεις αὐτων σπουδην ἐποιουντο πρασσειν : την εἰρηνην δηλονοτι . οὐπως ἠθελον :
ἀλλας ὑπερ των ἀνδρων πρεσβειας τε και ἱκεσιας ἐπιπεμποντων λογον ἐποιουντο οὐδενα . ἑπτακαιδεκατῳ δε ὑστερον ἐτει τριακοσιους ἠ και
9999968 Ἀριστειδην
τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε ὁτι ἐταξε φορους τοις τας νησους ἐχουσιν Ἑλλησι
το ἀπιθανον , οἱον εἰ Σωκρατην τις πλαττει πορνοβοσκουντα ἠ Ἀριστειδην ἀδικουντα . Ἑκτον κατα το ἀδυνατον , οἱον εἰ
9999968 Πελιαν
ἀθλον , ὑφ ' ἡς εἰκος αὐτον σεσωσθαι ἱνα τον Πελιαν φονευσῃ ἐχθρον ὀντα της Ἡρας . ἐτι δε και
ἐν τοις κατα τον Ποντον τοποις ἀπολωλασι . διοπερ τον Πελιαν καιρον ἐχειν ὑπολαμβανοντα τους ἐφεδρους της βασιλειας παντας ἀρδην
9999968 μελαινα
ἐθεντο . τουτῳ δε ἡ μεν χροα παρα τους ἑτερους μελαινα : ὀλιγην δε ἐχει την οὐραν , των ἀλλων
σημαντικη καθ ' ὡν ἀν μαλιστα ποιηται την προσνευσιν . μελαινα δε ἠ χλωρα και παχεια θεωρουμενη χειμωνων και ὀμβρων
9999968 δισυλλαβου
ἐχει τρεπομενην κατα τον προτερον ποδα εἰς τα τεσσαρα του δισυλλαβου σχηματα , τας δ ' [ δε β ]
χερειον , ἀμεινον : το γαρ ἀμεινον ἀπο του μειον δισυλλαβου γινεται πλεονασμῳ του Ν και προσθεσει του Α .
9999968 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999968 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999968 τολμης
: ὁδε οὐ βουλεται τουδε εἰναι πατηρ : καρτερικη της τολμης χαριν : τῃ Περσεφονῃ : πολλους μεν ἠδη :
ὑπομενουσι δ ' οὐ , δια το την ἐπιστημην της τολμης ἡσσω ἐχειν . παραστητω δε τινι και τοδε ,
9999968 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999968 οὐδετερῳ
ποταμοι οὐδαμου τουτο πασχουσιν , οὐδ ' ἐπεστιν αὐτων ταξις οὐδετερῳ τῳ παθηματι : εἰκοτως , ὁτε γε μηδ '
μεμφονται δε οἱ φιλοι τῳ διαλλακτηρι αὐτων σιδηρῳ , ὡς οὐδετερῳ χαρισαμενῳ , ἀλλ ' ἀνελοντι και τους δυο .
9999968 μυστηριοις
φυλαξασθαι ] ἐξελθειν εἰς Χαιρωνειαν . . . . τοις μυστηριοις ] μυστηρια δει νοειν τα Κορης και Δημητρος .
την θεον θυσιαις τ ' ἐπιφανεσταταις και τοις ἐν Ἐλευσινι μυστηριοις , ἁ δια την ὑπερβολην της ἀρχαιοτητος και ἁγνειας
9999968 ἐπεμελειτο
και τους βιους ταττων ἀνομοθετητον ἑαυτῳ τον βιον κατεσκευαζεν . ἐπεμελειτο δε και της ὀψεως , την τε τριχα την
ἀλλα συνεσπειραμενην ἐχων την των συν ἑαυτῳ ἑξακοσιων ἱππεων ταξιν ἐπεμελειτο ὁ τι ποιησει βασιλευς . και γαρ ᾐδει αὐτον
9999968 ἀπολωλεκεν
δε , ἁ μεν πλευσασιν ἠν σωσαι , βαδιζειν κελευων ἀπολωλεκεν οὑτος , ἁ δ ' εἰπουσι τἀληθη , ψευδομενος
των ἀνοητων πλουτος ἐοικε πολεμουμενῃ πολει : ἁ μεν γαρ ἀπολωλεκεν , ἁ δε μελλει , ἁ δε φοβειται .
9999968 Ἀμφιλοχος
προειδοτες και προειπειν δυναμενοι τοις ἐρομενοις . Ὠ Μενιππε , Ἀμφιλοχος μεν οὑτος ἀν εἰδειη ὁ τι αὐτῳ ἀποκριτεον ὑπερ
εἰτ ' Ἀμφιλοχικον Ἀργος λεγομενον : τουτο δε κτισαι δοκει Ἀμφιλοχος , υἱος Ἀμφιαραου μαντεως . Εἰσι δ ' ἐπανω
9999968 κρατουντι
γινεται , μεγιστε βασιλευ , και ἐλπιδες ἐπι θεῳ καλαι κρατουντι σοι της ἀρχης εὐσεβως . Ὡς δε συνηκουσαν παντες
ὁλοις πελαγεσι , ταυτα ὁρων , ταυτα θεωμενος , τῳ κρατουντι ὑπηκουσα , και προς τον καιρον ἡρμοσαμην τοις ὁλοις
9999968 ἀπαγγελιας
και τα δημηγορικα . τον αὐτον δε τροπον και τας ἀπαγγελιας συναψομεν τῳ προοιμιῳ ἠ παρα τα μερη πιστας και
μεν ἱστοριαν παραδιδωσι , το δε ὑπτιον και ἀνειμενον της ἀπαγγελιας σοι οὐκ ἐπιτηδειον . . Π . ἰδ .
9999968 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999968 διακοσιοι
ναυσιν . και ἐκ Χερρονησου ἐς Αὐλαιου τειχος πεντηκοντα και διακοσιοι . ἐνθενδε ἐς Θυνιαδα ἀκτην εἰκοσιν και ἑκατον .
μηκος , πεντακοσιοι ἑξηκοντα : εἰτ ' ἐπι την Μηθυμναν διακοσιοι δεκα . Μιτυληνη δε κειται μεταξυ Μηθυμνης και της
9999968 ἀποστρεφει
δε ὑαινης κυνας διωκει προ θυρων κρεμαμενη και πασαν ἐπιβουλην ἀποστρεφει . Φωκη ζῳον ἐστι τετραπουν , ἐνυδρον , ἀμφιβιον
ἀριστον ἐστι . τουτο δε ἐπι του Ἱερωνος ἀκουστεον . ἀποστρεφει γαρ εἰς τουτον τον λογον : ὁ συ ἐχεις
9999967 μαλακοι
. τους δε φακους ἑψησαι δεησει , κἀπειτα , ὁταν μαλακοι γενωνται , τριβειν λειους , εἰτα ξηραναι κἀπειτα οὑτως
ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι παρεισι . και ἰσως ἑτερος ἀν εἰη του παρ
9999967 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999967 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999967 κατεπλευσεν
Μεγαρεων , Αἱλωρων , Νεαιτινων , Ταυρομενιων . τουτων πραττομενων κατεπλευσεν Ἀννιβας μετα ναυτικης δυναμεως εἰς την Ξιφωνιαν βοηθησων τῳ
Ἰμιλκων δε τοις ἀπο των πολεμιων σκυλοις κοσμησας τας ναυς κατεπλευσεν εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων , και πολλην
9999967 διεβαλλοντο
οἱ Χαονες . Γερητοθεοδωρους ] Γερητος και Θεοδωρος εἰς μαλακιαν διεβαλλοντο . ἐν Καμαρινῃ κἀν Γελᾳ κἀν Καταγελᾳ : Καμαρινα
ἐδωκεν ἡμιν * ληϊστορα : κλεπτην ἐνιπτον δε ἀντι του διεβαλλοντο , ἐλοιδορουντο τῳ Προμηθει ὁτι μη ἀει αὐτους νεους
9999967 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999967 ὑποστρεψαι
” . του μετιοντος : τον δοιδυκα . ὡστε μη ὑποστρεψαι αὐτον . ἐναντιαν αὐτῳ την εἰς το δευτερον γενεσθαι
ἱερον ἀποκομιζει τον δραπετην , πολλακις δε και ἑκουσιως αὐτον ὑποστρεψαι ποιει . Τοξοτης ἐχων την Σεληνην ἠ τον ὡροσκοπον
9999967 ἐδιδαξαμεν
παλιν του λογου τα καιρια . περι ποιητων πολλακις ὑμιν ἐδιδαξαμεν και διαρκως ἑκαστα ἐξεπιστασθε , εἰδη τε τουτων και
ἐκ προσωπου μητε ἐκ πραγματος ὑλην ἐχει . Φθασαντες γαρ ἐδιδαξαμεν , ὁπερ και αὐτος ἐπαγει , ὁτι και ἐξ
9999967 ἐγχειρησαι
, εἰτε πυρεκτικως ἐχοιεν εἰτε και μη , και εἰτε ἐγχειρησαι ἠ ἀπαγορευσαι . Αἱ μεν οὐν ὀλεθριως διακειμεναι καταφερονται
τοις νομοις , ἰσμεν ἁπαντες . ἐγω μεντοι οὐδ ' ἐγχειρησαι οἰμαι προτερον τον Λυκουργον ταυτην την εὐταξιαν καθισταναι πριν
9999967 συλλογισμοις
εἰπομεν τροπον . λογικη δε ἠ ἐν προτασεσιν ἠ ἐν συλλογισμοις . και ἐν μεν προτασεσιν , ὁταν την δοθεισαν
και Ἀλκιβιαδης καθηνται , ἀλλα τους ἐν τοις ὑποθετικοις καλουμενοις συλλογισμοις κατα το συνημμενον ἠ το διεζευγμενον λεγομενον παραλαμβανομενους ,
9999967 δοξαζουσι
εἰδοτες διαφοραν ἀκολαστου και ἀκρατους συγκεχυμενως , ἠτοι ἀδιαφορως , δοξαζουσι τον ἀκολαστον ἀκρατη εἰναι και τον ἀκρατη ἀκολαστον .
Εἰ οὐν δικαιως , τα ἐργα και το παρα τοις δοξαζουσι βελτιον : εἰ δ ' οὐ δικαιως , ἐπι
9999967 ἀγαθοποιοι
κακοποιοι σκοπει ποτε ἀλλαξουσι τους τοπους και ἀντ ' αὐτων ἀγαθοποιοι εἰσελευσονται , και τοτε την ἐπανοδον ὑπονοητεον ἠ ὁτε
ἐαν οὐν κακοποιος τυχῃ , ἐτι χειρον . οἱ δε ἀγαθοποιοι ἀφαιρουντες τα αὐτα ἀπεργαζονται , ἐπι τουτοις δε και
9999967 μετεχειριζετο
κατηνθιστο και πεπλος ἀφετος κατα νωτου εἰς σφυρον κατῃει , μετεχειριζετο δε την λυραν , ἡ δε ἰσαριθμους ταις Μουσαις
ὡς φησιν Ἀλεξανδρος ἐν Διαδοχαις . οὑτος και τα Παρμενιδεια μετεχειριζετο , και οἱ ἀπ ' αὐτου Μεγαρικοι προσηγορευοντο ,
9999967 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999967 συλλογιστικην
ἀλλων , περι δε τας νεφελας ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον
ἡ ἐγγινομενη τῃ ψυχῃ , ἀποδειξις δε ἡ ὑπο την συλλογιστικην ἐπιστημην και ἡ ὁδος ἡ οὑτω γινομενη . Εἰ
9999967 ἀσφαλεως
ἑκαθεν τε βαλειν σχεδοθεν τε δαμασσαι : ἀμφω δ ' ἀσφαλεως γαιης ἐπι θηρ τε και ἀνηρ μαρνανται , σκυλακες
. Και δ ' ἀν που γερανοι μαλακης προπαροιθε γαληνης ἀσφαλεως τανυσαιεν ἑνα δρομον ἠλιθα πασαι , οὐδε παλιρροθιοι κεν
9999967 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999967 Αἰγυπτιος
τα ἱερα „ . ” ποια ; ” εἰπεν ὁ Αἰγυπτιος „ ὁρω γαρ οὐδεν ἐνθαδε . „ ὁ δε
πολυμαθιας . , . . Παμπρεπιος ἠν δε ὁ Παμπρεπιος Αἰγυπτιος . ποιητικος δε ὠν και προς ποιησιν εὐφυης ἀφικετο
9999967 κινδυνευομεν
τους νομους . Ἐχ ' ἡσυχῃ , ὠ Ἱππια : κινδυνευομεν γαρ τοι , ἐν τῃ αὐτῃ ἐμπεπτωκοτες ἀποριᾳ περι
Κλεινιας . Και ἐγω ἀναμνησθεις εἰπον ὁτι Ναι μα Δια κινδυνευομεν γε το μεγιστον των ἀγαθων παραλιπειν . Τι τουτο
9999967 ἐγενομεθα
οἱ δ ' ἡμας ἐκελευον εἰσιεναι . ἐπειδη δε ἐνδον ἐγενομεθα , ἐμε μεν ἐκβαλλουσιν ἐκ της οἰκιας , τουτονι
ἡμεις ἀρα , οἱ φθονῳ ἐμετρηθημεν και οὐκ ἐλασσονες φθονου ἐγενομεθα , ἀλλα την ἀρετην των παροντων ἐχομεν αἰτιασθαι και
9999967 ὑποδημασι
ἀληθειαις μαλλον ἁρμοσει ἐπι Ἑρμου : ἰδιον γαρ αὐτου τοιουτοις ὑποδημασι κεχρησθαι . και ἡ του δορατος ἀναληψις προς οὐδεν
πολυσχιδη σανδαλια του θερους , του δε χειμωνος ἐν γυναικειοις ὑποδημασι διετελουν περιπατουντες κομας τε ἐτρεφον και πλοκαμιδας ἐχειν ἠσκουν
9999967 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999967 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999967 αἰσθητικων
, ὡστε και τας κρειττους ἀποτυπουται ἐνεργειας ᾑ ὑπο των αἰσθητικων κινειται εἰδων . πως οὐν και μη παροντων των
ἐπιστημαι οὑτως ἐχωσι προς ἀλληλας , το μεν ὁτι των αἰσθητικων εἰδεναι , το δε διοτι των μαθηματικων : οὑτοι
9999967 ἐνδεχομενη
' ἐστιν ἡ μεν ἀναγκαια των προτασεων ἡ δ ' ἐνδεχομενη . Ὁτι της ἀναγκαιας καθολου ἀποφασεως οὐσης και ἐνδεχομενον
σχηματι την ἐλαττονα εἰναι καταφατικην , και ὁτι ἡ ἀποφατικη ἐνδεχομενη κατα τον ἐνδεχομενου προσδιορισμον δυναται μεταληφθηναι εἰς την καταφατικην
9999967 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999967 στεφανης
ἀσαφως δε και αἰνιγματωδως δοκει ἐπι ποδων και ζωνης και στεφανης ἐπιγεγραφθαι της Ἀρτεμιδος τα τοιαυτα γραμματα . και παροιμια
κυκλοειδης , κυκλοτερης , σκοτωδης . ἐστεφανωται : ἐπικειται δικην στεφανης , κεκυκλωται . Δοιω : δυσι , διπλοις .
9999967 τετραμμενη
ἐννοιαι τραχεως ἐκει και μεθωδευθησαν . Λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και [ ἡ ] ἀφ ' ἑαυτης σκληρα ,
φεροι , ἡ δε δια των ὀρεων και προς ἀρκτον τετραμμενη ὁτι εἰς Καρδουχους ἀγοι . τουτους δε ἐφασαν οἰκειν
9999967 Εὐρωπαιων
ταυτα τοις ἐπι της Ἀσιας κατοικουσιν , ἀλλοτρια δε των Εὐρωπαιων . οὐ γαρ ἀπο πολεως ἠ δημου κατα τουτον
. και των μεν Ἀσιανων οὑτως : των δ ' Εὐρωπαιων Θρᾳκης μεν και Χερρονησου Λυσιμαχος : Ἀντιπατρος δε ἐπι
9999967 αἰσχυνομαι
ἐμαυτου παθος , ὁ μυριακις παθων οἰδα , διηγουμενος οὐκ αἰσχυνομαι : βουληθεις ἐστιν ὁτε κατα την συνηθη των κατα
Σαβαζιον . Διεφθορας τον ὁρκον ἡμων . Την γυναικα δε αἰσχυνομαι τω τ ' οὐ φρονουντε παιδιω . Ὁ δ
9999967 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999967 διεφθαρησαν
πλειστοι φευγοντες ἐπι τον ἑτερον χαρακα ὑπο των ἱππεων καταλαμβανομενοι διεφθαρησαν . Τουτον δε τον τροπον ἁλοντος του των Σαβινων
. Ἀλλα γαρ τἀληθη εἰρησεται . Ἐπει γαρ αἱ νηες διεφθαρησαν και ἡ πολιορκια ἐγενετο , ἐβουλευσασθε περι ὁμονοιας ,
9999967 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999967 μαλακης
' ἀρ ' Εὐρυνομη τε ἰδε τροφος ἐντυον εὐνην ἐσθητος μαλακης δαϊδων ὑπο λαμπομεναων . αὐταρ ἐπει στορεσαν πυκινον λεχος
και ὑποτροποι ἀπτερυονται . Και δ ' ἀν που γερανοι μαλακης προπαροιθε γαληνης ἀσφαλεως τανυσαιεν ἑνα δρομον ἠλιθα πασαι ,
9999967 πιστεως
μυριας ὁσας ἀγελας ἐγχειρισας αὐτοις . Ὁ δε νεανιας τοσαυτῃ πιστεως ἐχρησατο ὑπερβολῃ , ὡστε των καιρων και των πραγματων
μεμερισμενους συνελθειν εἰς ταυτον ὑπερ της προς ἀλληλους ὁμονοιας και πιστεως και μιαν ἐξ ἁπασων πολιν οἰκησαι , ὑμας δε
9999967 ἐκτοσθεν
' Ὀλυμπου , παντες δ ' ἀστερες ἀλλοι ὑποχθονιοι φορεωνται ἐκτοσθεν κεντρων , τημος ξεινης ἀπο γαιης ἀξεται ἀλλοτριων φωτων
τον μεν πρωτον γε κατεκτανεν ἁρπαξασα ἐχθιστος γαλεη , τρωγλης ἐκτοσθεν ἑλουσα . τον δ ' ἀλλον παλιν ἀνδρες ἀπηνεες
9999967 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999967 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999967 Παφλαγονιαν
, τρωθεις ἀνεχωρησεν και ἀπεθανε καθ ' ὁδον περι την Παφλαγονιαν . την δε περι Σθενελου ἱστοριαν ἐλαβε παρα Προμαθιδα
εἰς Εὐαρχον ποταμον σταδιοι πʹ : οὑτος ὁ ποταμος ὁριζει Παφλαγονιαν και την ἐχομενην Καππαδοκιαν . Οἱ παλαιοι γαρ την
9999967 εὐπετεως
των τε πυρων και των κριθεων το πλατος γινεται τεσσερων εὐπετεως δακτυλων : ἐκ δε κεγχρου και σησαμου ὁσον τι
δυναμι τῃ ἑωυτου κατεστρεψατο σφεας : ὁτεων δε ἀμαχητι και εὐπετεως παρελαβε τας πολις , τουτοισι δε ἐνεγραφε ἐν τῃσι
9999967 Αἰγυπτιων
. Του δε κοσμου ἠν ἐτος ͵γσξθʹ . . Θηβαιων Αἰγυπτιων ιγʹ ἐβασιλευσε Ῥαυωσις , ὁ ἐστιν ἀρχικρατωρ , ἐτη
Φυσικων ἐπιτομηι και Ἑκαταιος ἐν τηι πρωτηι περι της των Αἰγυπτιων φιλοσοφιας : κατασκευαζειν δε ἀγαλματα και τεμενη τωι μη
9999967 Αἰγισθον
προς ἀνδρα νηπιον . στενω ] εὐγνωμονως ἐλεουσι τους περι Αἰγισθον . ἐπηκρισεν ] ἐπ ' ἀκρον ἠλθεν . διπλους
γυναι , δηλωσον εἰσελθους ' ὁτι Φωκης ματευους ' ἀνδρες Αἰγισθον τινες . Οἰμοι ταλαιν ' , οὐ δη ποθ
9999967 μυθολογουμενα
τας κατα την Αἰγυπτον πραξεις των ἀρχαιων βασιλεων και τα μυθολογουμενα περι των παρ ' Αἰγυπτιοις θεων , προς δε
. περι δε παιδειαν ἀσχοληθεις και τα περι της θεολογιας μυθολογουμενα μαθων , ἀπεδημησε μεν εἰς Αἰγυπτον , κἀκει πολλα
9999967 ἐφθαρησαν
Ἀγδαβαται γαρ , ὁ ἐστιν ἐθνος Περσων , ἐξεφθινται και ἐφθαρησαν , πολλοι φωτες , ἀνθος και καλλωπισμα της χωρας
αἰθω το καιω , ἐν ᾡ πολλαι νηες των Ἑλληνων ἐφθαρησαν . αἰγιπυρος : ἀκανθωδες φυτον . κνυζα : κονυζα
9999967 ἀποδημια
ὁδου καταρχεσθαι και ἐπανιεναι οἰκοι . ἐν Διδυμοις χρονιος ἡ ἀποδημια ἐσται . ἀπο δε της ξενης ἀρχεσθαι εἰς τα
μεν αὐτων ] , θυγατριον δε θατερωι . ἐπειτ ' ἀποδημια ] τιϲ ἀμφοτεροιϲ ἁμα εἰϲ την Ἀϲιαν ] ἐκει
9999967 ἀποκεκλικως
μοιρᾳ γʹ ἠ ζʹ , κατ ' ἀμφοτερα οὑτος ἐσται ἀποκεκλικως , και μοιρικως και ζῳδιακως , και οὐκ ἐστιν
τον τουτου συνεργον , ποτερον ποτε ἐπικεντρος ἠ ἐπαναφερομενος ἠ ἀποκεκλικως , ἀνατολικος ἠ δυτικος , ἠ ἐν οἰκειοις ζῳδιοις
9999967 σκοπωμεν
ἐχων ἀνειργεσθαι της ἀπατης και του ἐν αὐτῃ ὑπνου . σκοπωμεν οὐν τα γεγραμμενα : γραφῃ γαρ παρεστηκαμεν . περικεινται
δει δε τους ἑτερους ἑλομενους μη καταλιπειν μηδε προδουναι , σκοπωμεν ποτερων μαλλον προνοηθηναι προσηκει . φερε δη προς του
9999967 μακαρεσσιν
προχεοντο , χερσι δε και μυθοισιν ἐδεικανοωντο ἑκαστον , εὐχομεναι μακαρεσσιν ἀπημονα νοστον ὀπασσαι . ὡς δε και Ὑψιπυλη ἠρησατο
: βιοτοιο μεν ὁς κ ' ἐπιδευης / στρωφαται , μακαρεσσιν ἐπι ψογον αἰνον ἰαπτει / ἀχνυμενος , σφετερην δ
9999966 μεταλλικα
λιτραν μιαν , μυρσινινου λιτραν μιαν . οἰνῳ λειου τα μεταλλικα . Αὑτη ἐπουλοι τα χρονια και κακοηθη και ἐν
: εἰ δε παν ἐπιχυθειη το ὑγρον , τα μεν μεταλλικα ὑφιζανει , τα δ ' ἀρωματικα ἐπιπολαζει , και
9999966 Αἰσχινου
Ἱερωνυμος Μεγαλοπολιτης , οὑ μνημονευει Δημοσθενης ἐν τωι κατ ' Αἰσχινου . ὁτι δ ' οὑτος ἠν των μακεδονιζοντων μαλιστα
τολμαν . ὡς ἐν δημοκρατιᾳ δεινα ποιω ] μιμειται του Αἰσχινου τους λογους , το πιθανον αὐτοις εἰς ἀπατην διδους
9999966 πρηνες
ὑπτιον φασιν εἰναι το κατα φυσιν , ἀλλοι δε το πρηνες , και τουτους ἀνατρεψαι βουλεται και φησιν ὡσανει κακως
ἡμας το ἐπι πλευρων κεισθαι . ἐγγυτερω δε τουτου το πρηνες τις ἀν οὐχ ὑπολαβοι φυσεως τοιαυτης μετεχον ἀλλ '

Back