λογιστικον ἐπισκιαζουσαι και κωλυουσαι προφανημεν αὐξηθεν . ἐγκαταδεδυκαντι δε τῳ δασει τουτῳ παντοιαι κακοτατες ἐκβοσκομεναι και κωλυουσαι και μηδαμως ἐωσαι
ὁτι ἀρα ἁλισκεσθαι μελλει , την οὐραν ἀπεκρυψεν ἐν τινι δασει , αὐτο δε ἀντιπροσωπον ἑστηκε , και δοκευει τους
9999978 ἀποθανουσης
ὑπερηρκε κατασκευην , ἀνηρ δε Ἀθηναιος ἐποιησεν Ἡρωδης ἐς μνημην ἀποθανουσης γυναικος . ἐμοι δε ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ το
αὐτων ἐμαθε την ἀληθειαν . τοτε ἐλεος αὐτον εἰσηλθε της ἀποθανουσης και ἀποκτειναι μεν ἑαυτον ἐπεθυμει , Πολυχαρμος δε ἐκωλυε
9999977 τελευτησει
μγʹ , νβʹ , ξϚʹ , οδʹ , πθʹ : τελευτησει δε ἐπι της ἰδιας κοιτης . ὁ δε το
διαγινωσκειν , ὁπη ἑκαστον , και οἱως , και ὁκοτε τελευτησει , ἠν τε ἐς το ἀκεστον τραπηται , ἠν
9999975 ἀποκριτικης
δικην ἀψυχου : δευτερον , το ἐπι πλημμελει βλαβῃ της ἀποκριτικης δυναμεως γινομενον . Τοιγαρ ὁτι της ἀποκριτικης δυναμεως πλημελως
κρισεως παχος ἐχοντα παρυφισταμενα φαινεται , δια ῥωμην μαλλον της ἀποκριτικης δυναμεως γινεται , τα φαυλα και ἀρχεια πανυ διωθουμενης
9999975 κινδυνευσειν
τῳ μαγῳ Σμερδι . Ἀντιπεμπει προς ταυτα ἡ Φαιδυμη φαμενη κινδυνευσειν μεγαλως , ἠν ποιῃ ταυτα : εἰ γαρ δη
προηγορευεν : μη καταλαβων δε μη ἀποθανεισθαι μεν ἐδηλου , κινδυνευσειν δε τω ποδε δια την διωξιν : και το
9999974 ὠκεανος
ληπτεον . Ὁπου γαρ μεσος ἐστι τις τοπος , μεσος ὠκεανος λεγεται , ὁπου δε παρα τουτο , τελευταιος .
Ἡρακλειον πορθμον και τον ναον της Ἡρας ἐκδεχεται μεν ὁ ὠκεανος , ἀναπεπταμενος ἐφ ' ἑκατερας τας ἠπειρους , την
9999974 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999974 ἐμισει
αὐτος ἠν και χολην εἰχε , και ἠγαπα τινα και ἐμισει . και εἰ γε ἀληθης ἐστιν ὁ περι του
Μαντω εἰς Ἀντιοχειαν , ἐμνησικακει μεν και την Ῥοδην , ἐμισει δε και την Ἀνθιαν . Και δη την μεν
9999974 ἀκουσαντι
[ ] σπουδασαι ? ? τωι [ μεν ] ? ἀκουσαντι [ ] σκεψασθαι ? τον ἐπαινεθεντα ? ? ἀρα
οὐ κατα το οὐραιον : ὁ δε ἐστι θαυμα και ἀκουσαντι και ἰδοντι , ὑπ ' αὐτην την ῥινα ,
9999974 λαμπροτητος
' αὐταις , ἀρκεσθησεσθαι δε τῳ θ ' ἱππῳ της λαμπροτητος των σημειων ἑνεκεν και ἑνι αἰχμαλωτῳ , ὁς ἐτυχεν
τα ἑξης . Ἀλλ ' ὁπερ ἐλεγομεν , κατα μεν λαμπροτητος σχηματα οὑτως ἀκμη γινεται : κατα δ ' αὐ
9999974 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999974 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999974 Ἀριστοκλεους
σαπερδιον . : Ἀπολλοδωρος δ ' ἐν τῃ προς την Ἀριστοκλεους ἐπιστολην ἀντιγραφῃ , ὁ νυν , φησιν , ἡμεις
, και των περι του ἀνδρος ἱστορουμενων . Ἀπο των Ἀριστοκλεους του Περιπατητικου . . . . . . .
9999974 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999974 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999974 ἀφαιρεισθαι
οὑς λεγεις μονους κακιζων , ἀλλα κοινῃ πασι βασκαινων παντας ἀφαιρεισθαι πειρασθαι τας δωρεας . μαλλον δε οὐκ εἰκαζειν ,
ἀπο μερους ἠ μερος ἀπο ὁλου . ὁλον μεν οὐν ἀφαιρεισθαι λεγειν ἠτοι ἀπο ὁλου ἠ ἀπο μερους ἀπεμφαινει προδηλως
9999973 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999973 μονομερες
, Ἑρμογενει δε οὐκ εἰρηται , ὁ καλουσι τινες διπλουν μονομερες , ἐν ᾡ δυο πραγματα ἐστι και προσωπα κρινομενα
και τους ἐξ ἑκατερου μερους λο - γους δια το μονομερες : το γαρ μονομερες τους ἐξ ἑκατερου μερους λογους
9999973 θρασει
Ἀφροδιτας ἀτιμασθεις ἑλικοβλεφαρου ἠ περι χρημασι μοχθιζει βιαιως ἠ γυναικειῳ θρασει ψυχραν φορειται πασαν ὁδον θεραπευων . ἀλλ ' ἐγω
, ἠγουν τα παροντα κακα , ἐν νεῳ και νηπιωδει θρασει . Ἑλλησποντον και Βοσπορον τον αὐτον καλει , ἀπο
9999973 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999973 ἑψησει
μαλλον τε ῥυπτον και το πλεον του πνευματος ἐν τῃ ἑψησει διαφορουν : εἰ δε προσεπιμιξειας αὐτῳ και τινα των
ἀρτυτον γενομενον . δει δε και κοριανον αὐτου ἐν τῃ ἑψησει μιγνυειν . εἰ δε και ἐμφραξεως τις ὑπονοια εἰη
9999973 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999973 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999973 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999973 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999972 ἐκλυσεως
θηριων δακετων αἰτιαις ἠ συμπτωσεων ναυαγιων καθυγρων τοπων σεληνιασμου πηρωσεως ἐκλυσεως . Αἰγοκερως ὑπο Λεοντος , Κρονος ὑπο Ἡλιου :
της εὐνης παλιν ἀνισταμενων , του νυκτερινου καρου και της ἐκλυσεως και της νωχελιας αὐτους ἀπηλλασσε δια τινων ἰδιοτροπων ᾀσματων
9999972 κτησει
, και γινεται τι τοις κτωμενοις και το ἐπι τῃ κτησει ἡδυ . Ἀλλα το μεν εἰ μη ἑποιτο ἡδονη
ἀργη . χρηματων ] των . κτησιων ] των ἐν κτησει ὀντων . βαλων ] τρωσας : ὁ γαρ ὀκνος
9999972 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999972 κυτει
και θειου τεταρτον μερος προσεμπλασας ὁλῳ τῳ της γαστρος ἐπιβαλλε κυτει : ἠ σπυραθους αἰγος ἐν οὐρῳ παιδος ἠ αἰγος
ὡς . ἀλειφα ] ἐλαιον . ταυτωι ] ἑνι . κυτει ] ἀγγειωι . διχοστατουντ ' ] μαχομενα . φιλως
9999972 εὐγενης
γαρ ὀξυνονται : προσκειται κοινολεκτουμενα , ἐπειδη το εὐσεβης και εὐγενης οἱ Βοιωτοι δια της ει διφθογγου προφερονται : προσκειται
Ἑν γαρ τι τουτων των τριων ἐχει κακον . Θρᾳξ εὐγενης εἰ προς ἁλας ἠγορασμενος . Οὐδεις γαρ ἀγαπων αὐτος
9999972 ἀποτροπην
περιεχουσιν ἰνες ὁμοιαι ῥυτισιν ἠ και γραμμαις . Τουτον προς ἀποτροπην παντων των ἑρπετων φασι χρησιμωτατον εἰναι και οἱ γε
παρακλησεσιν ἱκετευουσα . . φλαυρον ] κακον , φοβερον . ἀποτροπην τελειν ] ἀποδιωξιν πληρουν . . φθιτοις ] νεκροις
9999972 αὐταρκως
ἡμερας δυο ἠ τρεις , ἐπειτα ἑψονται , μεχρι τακερωθωσιν αὐταρκως : μετα δε τουτο δει λαβειν ῥοδων ἀνθους ἠ
ὡδε γαρ προσηκει μαλλον διαιτα λεπτυνουσα . Ἐπει δ ' αὐταρκως περι διαγνωσεως παθων της τε κοινης αἰσθησεως και των
9999972 καθαιρεσει
φιλεριν και λογων πιθανοτητας ὡσπερ τινας συμβολας και ἐρανους ἐπι καθαιρεσει του καλου ποριζοντα και ἀκρατῳ φλεγομενον και καταμεθυοντα ἀρετης
, ὁσα δη ἐγκωμιαζομεν ἠ ψεγομεν . δει δε μη καθαιρεσει των ἐξεταζομενων αὐξειν τα ἡμετερα , οὑτω γαρ οὐ
9999972 ἀκολουθους
υἱον , ἠ παιδα τον ἀκολουθον : και γαρ τους ἀκολουθους παιδας ἐκαλουν : παραδειγμα και τουτο : ἐθετο ὁ
δε τους ἑπομενους και τους τελευταιους του στρατοπεδου οὐκ ὠκνησεν ἀκολουθους ὀνομασαι . και ἐν τοις Ἀπομνημονευμασι θαυμαζω οὐν φησι
9999972 κονιν
. μη ] δεδοικα . λειπει το φοβουμαι . εἰς κονιν ῥιφεις ἠτοι καταβληθεις εἰς γην . κλεος . ὑψωσεν
προτεινειν . ἀπηνες ] ἀναισχυντον . συμψησαι ] καθομαλισαι την κονιν ⌈ : ἐν γαρ ψαμμῳ λεπτοτατῃ ἐγυμναζοντο / .
9999972 αἰδεσθεντες
ἀρετην μεταβολης καταπληξιν ἐργασαμενης τοις δεσποταις : μεθησονται γαρ αὐτους αἰδεσθεντες κρειττονων ἀρχειν . ὁταν δε τυχωσι της ἀπροσδοκητου ταυτης
τε και θαρρειν και αὑτῳ ἑπεσθαι . οἱ δ ' αἰδεσθεντες ἐπι τῳ ἐργῳ ἀνεστρεφον αὐθις και τοις καθ '
9999972 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999972 διακαθαιρει
. Σκορδιον ἐχει τι πικρον και στρυφνον και δριμυ : διακαθαιρει τε οὐν ἁμα και θερμαινει τα σπλαγχνα . Σκοροδον
οὐρα και καταμηνια κινει και ἐμβρυα καταϲπᾳ και τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει πινομενοϲ : ταιϲ τε ἐκ θωρακοϲ και πνευμονοϲ ἀναγωγαιϲ
9999972 ὑποκοριστικως
και ἀμπελος ἡ ἐμπηλος οὐσα . . καπηλις δε ὀξυτονως ὑποκοριστικως , ἡ ταυτης ὑπηρετις της καπηλεως . . ἡ
μεγα τρυφος Ὑψιζωρου ἀστυρον εἰσανεβαινεν . εἰρηται παρα το ἀστυ ὑποκοριστικως ἀστυρον . οὑτως Θεων ἐν Ὑπομνηματι των του βʹ
9999972 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999972 ὑποτακτικου
Γ . ὀφρα ταχιστα ‖ ἐντυνεαι . † ) ἀντι ὑποτακτικου του ἐντυνηαι , ὡς και ἐπι του ” ἐπει
Το ἐαν τυπτωμαι χρονου μεν ἐστιν ἐνεστωτος και παρατατικου παθητικου ὑποτακτικου , κανονιζεται δε ἀπο του ὑποτακτικου ἐνεργητικου ἐνεστωτος :
9999972 προσαγορευομεν
και φιλα τοις οἰκειοις ὀνομασι και κειμενοις ὑπο του νομου προσαγορευομεν , προς ἁ δ ' ἀν ἐχθρως ἐχωμεν ,
ἐπιτηδευματα και τους νομους , σχεδον τι παντα ταυτα καλα προσαγορευομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ : ἀποβλεποντες προς ἑκαστον αὐτων ᾑ
9999972 εὐστομαχον
, οὐδεν ἀτοπον : ἐχει γαρ τι και εὐκοιλιον και εὐστομαχον και διουρητικον . λαμβανειν δε δει τουτου δια θερμου
οὑτως τε ἐκθλιβειν και ἀποτιθεσθαι . ἱκανως ἐστι στυπτικον και εὐστομαχον ῥευματιζομενῳ τε στομαχῳ και κοιλιᾳ χρησιμον προς τε τας
9999972 μετωνομασθησαν
Θρᾳκων ἐθνος , ὡν τινες διαβαντες εἰς την Ἀσιαν Φρυγες μετωνομασθησαν : μετα δε Θεσσαλονικειαν ἐστι τα λοιπα του Θερμαιου
τετταρες , Κεκροπις Αὐτοχθων Ἀκταια Παραλια , ἐπι δε Κραναου μετωνομασθησαν Κραναϊς Ἀτθις Μεσογαια Διακρις , ἐπι δε Ἐριχθονιου Διας
9999972 σκοπους
. το δε μη παρελκον . σκοπους ] ἐπιτηρητας . σκοπους ] κατασκοπους . θ κατοπτηρας ] ἐπιτηρητας . κατοπτηρας
και εἰ φιλανθρωπως προσφερομαι τοις καταιρουσιν , ὁς γε και σκοπους ἐπι των λιμενων ἐχω και πευθηνας , τινες ὁθεν
9999972 κληρονομησεις
, ὡς ἡ τυχη θελει . εἰτ ' ἀν εἰπῃ κληρονομησεις , ὡς παρ ' αὐτου την κληρονομιαν εἰληφοτες εὐχαριστουμεν
ὀψει θανατον ἐπικερδη θ νικησεις . ἀγωνιζου ἑως τελους ι κληρονομησεις ταχεως α οὐχ εὑρησεις δανεισασθαι β τεξεται καλον και
9999972 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999972 σημαντικην
ὀνοματος τα σημαινομενα : και γαρ πασαν φωνην κατα συνθηκην σημαντικην ὁτουουν των ὀντων της του ὀνοματος ἀξιοι προσηγοριας ,
δηλον ὡς οὐκ ἀποδεξομεθα τον Διαλεκτικον Διοδωρον πασαν οἰομενον φωνην σημαντικην εἰναι και προς πιστιν τουτου καλεσαντα των ἑαυτου τινα
9999972 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999972 διορισμου
συμπερασμα , το ἁπλως ἀναγκαιον λεγω και οὐ το μετα διορισμου , τουτεστιν ἐξ ὑποθεσεως . Ὁμοιως δε ἑξει και
την λεξιν , ὡς εἰρηται , πεσουνται παντες ἐκτος του διορισμου , ὁτι οὐκ ἀληθη συναγουσιν ἀντιφασιν , ὁπερ ἠν
9999971 ἀνηγοντο
' ἑαυτων το ἀναγκαιον , ἀλλα δια τουτο και μονον ἀνηγοντο ὡστε σαφεστεραν ἡμιν την δειξιν δια των γνωριμωτερων γενεσθαι
προ του δουλειαν λῃστρικην ἰδειν . Ταυτα λεγοντες οἱ μεν ἀνηγοντο , οἱ δε κατεφλεγοντο . Ἐν τουτῳ δε ὁ
9999971 γεγενημενην
λαμπροτεραν οὐχ ὁτι Καρχηδονιοις ἀλλ ' οὐδ ' ἀλλοις τοιαυτην γεγενημενην ῥᾳδιως ἀν εὑροις περι τουτους τους χρονους , και
παρακαλων μητε την Ἑλλαδα χωλην μητε την πολιν ἑτεροζυγα περιιδειν γεγενημενην . . . , : ὁ δε ποιητης Ἰων
9999971 συμποσιοις
προς τε τους καιρους , οἱον ἐν ἑορταις και ἐν συμποσιοις , και ἐν ἐπιπληξεσιν δε προς τους τρυφερωτερους ,
ὁλης ἡμερας ἀξει και τελεσει ἡ πολις τους ἐν τοις συμποσιοις χορους ταις των κυλικων φιλονικιαις . λεγει δε τας
9999971 ἀναδιδασκει
μονον ἐνειπων ‖ . Προς δε τουτοις μαθημα ἡμας αἰσιωτατον ἀναδιδασκει δηλων ὁτι οὐτε ἀρτος οὐτε ὑδωρ καθ ' ἑαυτα
ἐν τε τῳ Ι ταυτης της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου
9999971 ἀναξυριδας
προτερον δε Λακεδαιμονιοι και Μακεδονες , ἀλλους δε τιαραν και ἀναξυριδας , καθαπερ οἰμαι Περσαι τε και Βακτριοι και Παρθυαιοι
. μοιραν μιαν ἐταξε γυμνα τα σωματα , μοιραν ἑτεραν ἀναξυριδας , κανδυς , στρεπτα και ὁσα τοιαδε . οἱ
9999971 τικτουσαν
ἐς ἀροτρα βοων ἐβιησατο [ φυτλην ] [ ὠμοβορῳ ] τικτουσαν [ ] ἐοικοτα τεκνα [ λοχειῃ ] : [
τοις ἀρτοις πονηρον γιγνεται . ἀχθομαι δ ' ἀπολωλεκως ἀλεκτρυονα τικτουσαν ᾠα παγκαλα . χλαιναν δε σοι λαβων παχειαν ἐπιβαλω
9999971 σπερματικως
πανηγυρικος ὁ λογος ἐστιν : εἰ και τουτ ' ἠδη σπερματικως ἡμιν ἀποδεδεικται , πρωτον μεν τοινυν ἀναγκαιον ἐστιν ἐν
πλειω , ἠ παντα ὁσα γενη του ὀντος ἐκει προϋπαρχειν σπερματικως , ἐπει και παντα τις ἐθελει ἁπλως ὡς ἐν
9999971 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999971 ἀλληγορικως
: “ διδη μοσχοισι λυγοισιν ” . πρωτα μεν : ἀλληγορικως ἐπι συνουσιας . ἀντι του εἰπειν σχημα συνουσιας τουτο
ὁτι μνησθησεται δια της ᾠδης του Καλλικλεους . φησιν . ἀλληγορικως δε το ποιημα στηλην λεγει . Παριος δε λιθος
9999971 συμβαντι
εἰκασθεις . το μεν δη παραυτικα την Δημητρα ἐπι τῳ συμβαντι ἐχειν ὀργιλως , χρονῳ δε ὑστερον του τε θυμου
κατεφαγεν τα δε συνεπατησεν , αὐτον δ ' ὑπεραγανακτησαντα τῳ συμβαντι , πελεκεως τινος πλησιον ἀκονωμενου , τουτον ἁρπαξαντα ,
9999971 βλαβερος
. βλαβη ] λυπη . ἀνιαρος ] λυπηρος . , βλαβερος . λυσανιας ] ἐλευθερωτης , λυων τας λυπας ,
τον τοιουτον ἐραστην , και δειξαι ὁτι και κακος και βλαβερος ἐστι , και ὁτι αἰσχρος , και λοιπον ὁτι
9999971 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999971 ἡγεμονικον
και ὀλιγον και ὑδατωδες , ὡς ὁ Σφαιρος φησιν . ἡγεμονικον δ ' εἰναι το κυριωτατον της ψυχης , ἐν
στασιν και Ἀσκληπιαδην τον ἰατρον αἰνιττεσθαι , ἀναιρουντα μεν το ἡγεμονικον , κατα δε τον αὐτον χρονον αὐτῳ γενομενον .
9999971 φυλαττου
, ἐνδυσον ἐν ἐλαφειῳ δερματι και περιαπτε ἀριστερῳ βραχιονι και φυλαττου μη χαμαι πεσῃ : και κορεως δε του σπερματος
ἀριθμοις προστιθεισαν και τῳ πλατει και μαρτυρουμενην ὑπο ἀγαθοποιων , φυλαττου δε των κακοποιων τας προς αὐτην τε και τον
9999971 χαλκους
και Ἀπολλωνος εἰσι Προοψιου . και ἐν Παρνηθι Παρνηθιος Ζευς χαλκους ἐστι και βωμος Σημαλεου Διος : ἐστι δε ἐν
κρωμακισκος οὑτοσι γαλαθηνος . Ἡνιοχος Πολυευκτῳ : ὁ βους ὁ χαλκους ἠν ἀν ἑφθος δεκαπαλαι , ὁ δ ' ἰσως
9999971 ὑπεναντιως
μεγιστα , ἀλλ ' ἐξοριζειν μονον μετα των τεκνων , ὑπεναντιως τοις Δερβιξι : και γαρ ἐπι μικροις οὑτοι σφαττουσι
και ὡσαυτως περιπολουντων , των δ ' ἀνομοιως τε και ὑπεναντιως διτταις περιοδοις χρωμενων , χορειας τε παντων ἐμμελεις νομοις
9999971 ἀποφαντικως
παραταξωμαι : προς τι με ἐρωτᾳς τοδε : ἐπιθυμια : ἀποφαντικως , ἀντι του : ἐαν μαχησησθε , παντως ἀπολεισθε
ἐστι δε και λογικως περι τουτων , τουτ ' ἐστιν ἀποφαντικως και πρεποντως τῃ λογικῃ θεωριᾳ , ζητειν . πρεπει
9999971 παρεχουσα
του ἐκτεινομενη ἠ ἐξαπλουμενη ἠ ῥηγνυομενη και ἐκ τουτου ἀλγηματα παρεχουσα . * πιτναμενη : ἀραιουμενη * μυδοεν : σεσηπος
ὁλκασι τε και πλοιοις μακροις ἡ τε ἐμπορια καθειστηκει πολλην παρεχουσα των ἀναγκαιων και των ἀλλων την ἀφθονιαν και ἡ
9999971 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999971 δοξασει
ὁτῳουν ὁ λεγεται , και τις ἀνθρωπων το μη ὀν δοξασει , εἰτε περι των ὀντων του εἰτε αὐτο καθ
τις μηχανη προβι - βασει ἀνδρα , τουτεστιν αὐξησει , δοξασει ἐκ των ἱερων ἀγωνων μελλοντα φερειν , ἀντι του
9999971 ἀδικησει
μεγα ἐν ταυτῃ τῃ πολει δυνησεται , τουτον οὐδεις χαιρων ἀδικησει . οὐχ οὑτως ἐχει ; Ναι . Εἰ ἀρα
νους ἀδικησαι ὑστερησῃ και πεσῃ εἰς τα ὀπισω , οὐκ ἀδικησει : ἐαν δε ἐπι παθος κινηθεις ἀλογον μη ἐπεκδραμῃ
9999971 μισανθρωπος
παμπολλα τα δυναμενα παρεπεσθαιἐντευθεν . και αἱ συνθεσεις ἐπενοηθησαν , μισανθρωπος , φερεπονος , φιλολογος , αἱπερ ἐξ ἐπισυμβεβηκοτων ἐνεγινοντο
συνθετοι των λεξεων διηνεκες ἐχουσι το σημαινομενον , καθαπερ ὁ μισανθρωπος , ὁ φιλανθρωπος και φιλοπλατων , πως οὐ γελοιοι
9999971 ἀκουσαν
εἰπε ταδε : Ὁτι μεν , ὠ Πολυδαμα , και ἀκουσαν την ὑμετεραν πολιν [ Φαρσαλον ] δυναιμην ἀν παραστησασθαι
Κλυταιμνηστραν Τανταλῳ , ὡς Εὐριπιδης εἰσαγει αὐτην λεγουσαν ” ἐγημας ἀκουσαν με κἀλαβες βιᾳ τον προσθεν ἀνδρα Τανταλον κατακτανων ”
9999971 διηκουσαν
εὐρυχωριαν ἐχοντος και παντος ὑπαρχοντος ἀργου δια την ἐν αὐτῳ διηκουσαν ἁλμυριδα τοσουτον συνεβη ὑπο των ἱππεων ἐξαιρεσθαι κονιορτον ὡστε
' ὡς πρεσβυτεραν αὐτων και ἀρχικωτεραν προειληφοτα , οὐ μην διηκουσαν δι ' αὐτων , ἀλλα προτεταγμενην προ των ἰδιων
9999971 μνημονευοντα
ποιητης ἐν τοις Χειρογαστορσιν ; ἐγω γαρ και τουτον εὑρισκω μνημονευοντα των μυστρων ὁταν λεγῃ : μεμβραδοπωλαις , ἀνθρακοπωλαις ,
στιχους . ἐδει σε , φησιν , ὠ Βουκαιε , μνημονευοντα του θειου Λιτυερσου ἐπ ' ἐργον τον νουν ἐχειν
9999971 ἀνασσαν
, ὁπου σφε μητηρ ἡ παλης ἐμπειραμος την προσθ ' ἀνασσαν ἐμβαλουσα Ταρταρῳ ὠδινας ἐξελυσε λαθραιας γονης , τας παιδοβρωτους
παλης ἐξελυσε τας ὠδινας της λαθραιας γονης την προσθ ' ἀνασσαν Εὐρυνομην ταρταρωσασα . το σφε ἀντι του αὐτου ἀντιπτωσις
9999971 Χαλκιδικον
ὡμολογηκει , ὁτε την ξυμμαχιαν ἐποιειτο , τον ἐπι Θρᾳκης Χαλκιδικον πολεμον καταλυσειν . ἀμφοτερων οὐν ἑνεκα την ἐφοδον ἐποιειτο
αἱ οἰκουνται ξυμμεικτοις ἐθνεσι βαρβαρων διγλωσσων , και τι και Χαλκιδικον ἐνι βραχυ , το δε πλειστον Πελασγικον , των
9999971 μακαριας
και της του παραδεισου διαγωγης ἐξορισαντα και της ἐκεισε στερησαντα μακαριας ζωης , ἀλλα και μετα την ἀπορρητον οἰκονομιαν και
τριχῃ δε διειλε και αὐτος τας ἀνοδους και εὐδαιμονας και μακαριας θεας : τας μεν ἐντος του οὐρανου εἰπων αἱτινες
9999971 τραγικην
τραγικος ὑποκριτης ἠν ὁ Σθενελος , ὁς δια πενιαν την τραγικην ἀπεδοτο σκευην κακως πραττων ⌈ ἐν τῃ τεχνῃ .
και Σιμωνιδης ἁμα , δεκας ἀριστη παντελης πληρεστατη . την τραγικην μανθανε και κωμῳδιαν . ἀμφω προς ὠφελειαν εὑρηνται βιου
9999971 γινομενῃ
οὑ ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν τῃ ὑπο της ΔΓ γινομενῃ ἐπιφανειᾳ , ὑψος δε το αὐτο : και ὁλον
οὐκ ἐνεργειᾳ λεγω κατα περιοχην οὐδε τῃ κατ ' αὐξησιν γινομενῃ μεταβολῃ του γενους και των σωματων , ἀλλα τῃ
9999971 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999971 κομιζειν
Μυκηνας . τεταρτον ἀθλον ἐπεταξεν αὐτῳ τον Ἐρυμανθιον καπρον ζωντα κομιζειν : τουτο δε το θηριον ἠδικει την Ψωφιδα ,
και της ἐρυγης συνεθηκε την λεξιν . ταυτα γαρ εἰωθασι κομιζειν εἰς τον πολεμον . ἐξ ὡν δυσωδης και ὁ
9999971 ἀποτροπης
του γενους των ἀνθρωπων αἰει ποιησομενον εὐχας ὑπερ τε κακων ἀποτροπης και μετουσιας ἀγαθων . παραλαβων δε την ἀρχην οὐχ
μανιαν ἠ τινα ἀνοιαν κακον τι ἐπιχειρωσιν πραττειν , τοτε ἀποτροπης ἑνεκα ὡς φαρμακον χρησιμον γιγνεται ; και ἐν αἱς
9999971 διελυσαν
των ἀνδρων των τοτε ναυμαχησαντων , ὁτι τον ἐχομενον φοβον διελυσαν των Ἑλληνων και ἐπαυσαν φοβουμενους πληθος νεων τε και
ὁμολογω . παρακαλω δε συλλυθηναι τας συνθηκας . ” και διελυσαν τας συνθηκας . Αἰσωπος τῳ Ξανθῳ λεγει “ δεσποτα
9999971 Κασανδρον
ὑπο των κατα την Μακεδονιαν , τον δ ' υἱον Κασανδρον χιλιαρχον και δευτερευοντα κατα την ἐξουσιαν . ἡ δε
Ἀσιαν τοιαυτ ' ἠν . Ἀντιγονος δ ' ὁρων τον Κασανδρον ἀντεχομενον της Ἀσιας Δημητριον μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἐν
9999971 δηλουσης
ἰδιαιτατα ὑπερθετικῃ φωνῃ χρησαμενοι : πλεον γαρ της ἀχωριστον συμβεβηκος δηλουσης ἡ σημαινουσα οὐσιαν ἀχωριστον ἐστιν : ἐπι γαρ των
χρονον ἀγωνιζομαι σημειον ὑπολειπεσθαι τοις μετ ' ἐμε ἀνθρωποις διανοιας δηλουσης ἀνδρα και οὐπω δοκω μοι της δοξης ταυτης τυγχανειν
9999971 δοκιμαζειν
ἀγωγῃ χρησθαι , ἐτι δε φλεγμονης οὐσης μετα την διαμοτωσιν δοκιμαζειν τα καταπλασματα . κατα κροταφου δε του τραυματος γεγονοτος
ἐν Ἰχθυσι λεγων αἱρουμενους τε πραγματων ἐπιστατας ἀποδοκιμαζειν , εἰτα δοκιμαζειν παλιν . ἠν οὐν ποιωμεν ταυτα , κινδυνος λαθειν
9999971 πικρους
, ὁσσα μηδεις των ἐμων τυχοι φιλων . Εἰ δε πικρους , ἀναξ , Ἀτρειδας ἐχθεις , ἐγω μεν ,
μεν ἑκαστα τουτους ἐχει λεγω δ ' οἱον γλυκεις ἠ πικρους ἠ λιπαρους την πρωτην αἰτιατεον συστασιν ὑπερ ἡς οἱ
9999970 βουλευσεως
και βουλευεται , ἡ δε φυσις ἀπο της ἀρχης ἀπροσδεης βουλευσεως . Και δει του παντος την διοικησιν και τον
, δωροξενιας δωρων , συκοφαντιας , ψευδοκλητειας , ψευδεγγραφης , βουλευσεως , ἀγραφιου , μοιχειας . εἰσαγουσι δε και δοκιμασιας
9999970 δεκατης
νησῳ χρυσεων και ἀργυρεων μεταλλων , οὑτω ὡστε ἀπο της δεκατης των γινομενων αὐτοθεν χρηματων θησαυρος ἐν Δελφοισι ἀνακειται ὁμοια
Κορκυραιων πολλαπλασια και οἰκοδομησασθαι την στοαν ἀπο των λαφυρων της δεκατης . ἐστι δε ἡ κατασκευη της στοας Δωριος και
9999970 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999970 Μαντινης
οὑτως ἐς την ξυμμαχιαν προσεδεχοντο τους ἐθελοντας των Ἑλληνων , Μαντινης δ ' αὐτοις και οἱ ξυμμαχοι αὐτων πρωτοι προσεχωρησαν
ἰδιας ὠφελιας Δωριης ἐπι Δωριας μετα Ἀθηναιων Ἰωνων ἠκολουθουν , Μαντινης δε και ἀλλοι Ἀρκαδων μισθοφοροι ἐπι τους αἰει πολεμιους
9999970 ἐκτασει
ὑποστρεφειν αὐτην ἐφ ' ἑαυτην , ὁμοιον τι πασχουσαν τῃ ἐκτασει της χειρος και τῃ ἐπι τον ὠμον ἀντεπιστροφῃ .
του διον λειδιον δια διφθογγου , ὡς γραφειδιον ἀγγειδιον και ἐκτασει του ε εἰς η λῃδιον συν και τῳ ι
9999970 χοιριδιον
του Γ ἐλευθερωσας ἐκ του πορνοβοσκειου . Γ ⌈ ” χοιριδιον “ δε : Γ [ οὑτω ] ⌈ τα
στ ' ἀποθανειν ; Εὐ ἰσθ ' ὁτι . Εἰς χοιριδιον μοι νυν δανεισον τρεις δραχμας : δει γαρ μυηθηναι
9999970 ὑποχονδριοις
ἐν τῳ περι ἐμπλαστρων παραδωσομεν τοπῳ . ἁρμοζει δε τοις ὑποχονδριοις και τοις μεσοις πασι κοινως μεν τα δια των
λυσιτελες . εἰ δε και φλεγμονη τις ὁμου ἀμφι τοις ὑποχονδριοις εἰη , πανυ ἀγαθον ἐπιπλασμα γινεται : ὀλιγον γαρ
9999970 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999970 εἰπουσης
τι μονη ἐπι το δειπνον οὐκ ἠλθε . της δε εἰπουσης : ” οἰκος φιλος , οἰκος ἀριστος „ ἀγανακτησας
προς τας σοφιστικας ἐνοχλησεις ” . εἰ δε της καταφασεως εἰπουσης ἀνθρωπος δικαιος ἐστι και ἀληθευουσης δια τον Σωκρατην την
9999970 ποιητικης
παιδικην ἀγωγην ἐφυλαξαν μεχρι των τελειων ἡλικιων , και δια ποιητικης ἱκανως σωφρονιζεσθαι πασαν ἡλικιαν ὑπελαβον : χρονοις δ '
” ; καιτοι λαβομενος ἀν ἐγω των Ἀθηνων ἐπι της ποιητικης ἐξουσιας ἐπεισηγον ἀν ἐρωτας θεων και κρισεις και κατοικησεις
9999970 ἀκουσιοι
Δημοσθενης . . ἐπι Παλλαδιῳ ] ἐπι τουτῳ ἐκρινοντο οἱ ἀκουσιοι φονοι . οἱ δε ἐν τουτῳ τῳ δικαστηριῳ δικαζοντες
κοινωνειν αὐτῳ της ἐπι τῳ πολεμῳ τυχης ἀρξαμενοι οὐδε ἡμιν ἀκουσιοι πολεμιοι φανεισθε . Ἐδηλωσαμεν σοι και προτερον περι Δολοβελλα
9999970 δυσουριαν
πεφυκε : και το σπερμα δε αὐτου ἁμα γλυκει ποτιζομενον δυσουριαν ἰαται . Συνεχως δε ἐσθιομενον ἀμαυροι τας ὀψεις ,
και ἡπατος και σπληνος και νεφρων , ἰαται δε και δυσουριαν και τυλους ἐμπαγεντας ἐν ἀρθροις ἀκρως λυει . ἐστι
9999970 εὐθυγραμμος
ἡ δοθεισα εὐθεια ἡ ΑΒ , ἡ δε δοθεισα γωνια εὐθυγραμμος ἡ προς τῳ Γ : δει δη ἐπι της
ὁ δοθεις κυκλος ὁ ΑΒΓ , ἡ δε δοθεισα γωνια εὐθυγραμμος ἡ προς τῳ Δ : δει δη ἀπο του

Back