ἡν ὁρμᾳς ἐπι τους λογους : ἑλκυσον δε σαυτον και γυμνασαι μαλλον δια της δοκουσης ἀχρηστου εἰναι και καλουμενης ὑπο
στρατιωτας προλαβουσων ἐπιτυχιων . Τουτων οὑτως εἰρημενων δει ταξαι και γυμνασαι ἑκαστον ταγμα . Ἐπειδη δε κατανοουμεν τους στοχασμους της
9999984 γυμνασιου
μεν τις ὡς μερος , ἡ δ ' ὡς εἰδος γυμνασιου : περι μεν δη της ὡς εἰδος ἑξης ἐρουμεν
δυναμις : εὐρυνονται τα ἀγγεια . λοιπον το εἰδος του γυμνασιου εὑρισκεται ἐκ του προηγησαμενου βιου . ἐπι νοσουντων δε
9999981 γυμνασιοις
προς πεδωι βαληις . . Ὀνομαστ . : των δε γυμνασιοις προσηκοντων σκευων . . . και ὠμολινον , οὐ
Ἱπποκρατης ἐν αὐτῳ τῳ παθει και τῃ χαλεπωτατῃ ὀδυνῃ ἐπιταξαι γυμνασιοις . και ταυτα εἰρηκως Ἡρωδικος , τους πυρεταινοντας ἐκτεινας
9999980 γυμναστης
ἀγαμενος την ἐπιστολην εὐψυχιαν ἐνδειξασθαι πασαν , ὡς μητε ὁ γυμναστης ψευσαιτο , μητε ἡ μητηρ ψευσθειη . Ἀτταλος δε
ἀντι του ἐπειτα δε . παιδοτριβης . ὁ ἀλειπτης ἠ γυμναστης . Μαρσυας . Μαρσυας Ὑαγνιδος ὁ πρωτος μετα Ἀθηναν
9999977 πιθανοτητος
' αὐ κακουργειν ἀσεβεια : το δε μετα λογου και πιθανοτητος ἐπιχειρειν τι και πραττειν κακον οὐχ ἁπλη ἐστιν ἀσεβεια
γενεσθαι δια το μελειν αὐτῳ καλλους μαλλον και ἐπιμελειας ἠ πιθανοτητος και ἀληθειας . ταις μεντοι καθ ' ὁλον κωλον
9999977 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999976 συνισταμενη
δε ξηρα και καπνωδης . και ἡ πλεοναζουσα ὑγρα και συνισταμενη νεφη ποιει και κατα μεταβολην ὑετους και ὀμβρους και
ἐπει δε ἀποδειξις προηγουμενως μεν ἡ ἐκ πρωτων και ἀμεσων συνισταμενη , λεγομεν δε ἀποδειξιν κἀκεινην την ἐκ τοιουτων συνισταμενην
9999975 Ἐρατοσθενης
τετραχη αὐ τεμνομενης μεγιστην μεν μοιραν των Ἰνδων γην ποιει Ἐρατοσθενης τε και Μεγασθενης , ὁς ξυνην μεν Σιβυρτιῳ τῳ
εἰη συναπτων πως ἠδη τῃ ἀοικητῳ . φησι δ ' Ἐρατοσθενης τον ὑπο των Ἑλληνων γνωριζομενον περιπλουν της θαλαττης ταυτης
9999975 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999975 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999975 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999975 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999974 βακτηριας
ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας ποιουσιν : ὀπωδης δε και μανη : ταυτην δε
, την δε βασιν προς τῳ ὁρωμενῳ : ὡς δια βακτηριας οὐν του ταθεντος ἀερος το βλεπομενον ἀναγγελλεσθαι . Ἀκουειν
9999974 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999974 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999974 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999974 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999974 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999973 πλατεως
ποιων τῃ αὐτοθι δηλονοτι οἰκησει τον Ἀλφειον τον ποταμον τον πλατεως ῥεοντα , και ὁ τιμων ἀπο κοινου , το
: του γαρ ἐκ κεφαλης ὁλκου μεχρις ὀμφαλου ἁδρου και πλατεως ὀντος , εἰκος ἐστιν ἐχειν και τας φολιδας πλατειας
9999973 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999973 λεαινης
οὐ γονον ἰοβορον παναμειλικτοιο δρακαινης , οὐ σκυμνον παναθεσμον ὀριπλαγκτοιο λεαινης . παιδα λυγρη τον ἐτικτον , ὁν ἀρωμεσθα θεοισι
, ἡ δεσποινα δεινον ὁρᾳ τοις τολμωσιν αὐτῃ πλησιαζειν ἐχουσα λεαινης τετοκυιας το βλεμμα , και ὁμως , οὑτως ἐχουσης
9999973 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999973 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999973 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999973 δακτυλους
, ἐπισπασθαι λαβομενον , εἰ δε συμπεφυκος , ἁπλωσαντα τους δακτυλους ἐνδοθεν πειρασθαι δια της ἐξ ἑκατερου μερους ἀντιπεριαγωγης ἀπολυειν
. ἐπειτα ναρκην ἐλαβον , ἐνθυμουμενος ὁτι δει γυναικος ἐπιφερουσης δακτυλους ἁπαλους ὑπ ' ἀκανθης μηδε ἑν τουτων παθειν .
9999973 χαλεπους
ἠ τους κυνας ποιουσι : τους μεν γαρ κυνας τους χαλεπους τας μεν ἡμερας διδεασι , τας δε νυκτας ἀφιασι
προθυμιᾳ χρησαμενος . ὁθεν ἐν τῃ πολιτειᾳ περιβοητος ἐγενετο και χαλεπους ἐφ ' ἑαυτῳ τους ἐχθρους ἐπεσπασατο τους τε μεγαλων
9999973 ἐπισταμεθα
παιδιοις δε ⋖ β . Τροχισκος ἁπαντων ἀμεινων , ὡν ἐπισταμεθα , προσαγορευομενος Νυμφοδοτου . συγκειται μεν παρα των Φαυστιανων
παραθεσιν τε και ἀντεξετασιν : οὑ γαρ την φυσιν οὐκ ἐπισταμεθα , πως ἀν τουτο προς ἑτερον παραβαλλοιμεν ; δια
9999973 δριμυτατον
' αὐτους χρη μεθ ' ἁλων ἐπι πλειστον . Ἀδαρκιον δριμυτατον ἐστι και θερμαντικωτατον : διο και καθ ' αὑτο
παντι καιρῳ προϲ ἀχωραϲ τεμνον και διαφορουν και ἀποκρουομενον , δριμυτατον δε ἐϲτι . διαφορει δε καλλιϲτα και κρινου ῥιζα
9999973 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999973 Κυπριους
: ἀπεκτεινε δε και ἀλλον ἀδελφον γεγονοτα ἐξ Εὐρυδικης , Κυπριους ἀφισταντα αἰσθομενος . Μαγας δε ἀδελφος ὁμομητριος Πτολεμαιου παρα
διαφορων ἐν Ὀρθαννῃ δια τουτων : δεινον μεν ἰδοντα παριππευσαι Κυπριους ἀρτους : Μαγνητις γαρ λιθος ὡς ἑλκει τους πεινωντας
9999973 συγχωρησομεν
, τον μεν πραως τε και ἐκ μειζονων διαλειμματων ἐντρεχοντα συγχωρησομεν : εἰ δε συντονος τε εἰη και σφοδρος και
τυραννων δωρεαι . δρασομεν τ ' , εἰ και ταυτα συγχωρησομεν αὐτοις , ὁμοια τοις προς ἡδονην θεραπευουσι τους καμνοντας
9999972 ἀφροδισιαζειν
ἀλλας διαθεσεις του σωματος : και γαρ ἐπι πονοις πονηρον ἀφροδισιαζειν , καιτοι διαλυειν πεπιστευται τους πονους : οὐ μην
τξεʹ δοσεις . παραφυλαττεσθω δε ὁ παραλαμβανων μη χολαν μηδε ἀφροδισιαζειν μηδε πινειν οἰνους στυφοντας ἠ πανυ γλυκεις και παντα
9999972 προσεφερετο
και ταυτῃ μαλιστα ἐψευσθησαν : τα μεν γαρ εὐθυς ὡς προσεφερετο κατηκοντισαν οἱ τε Ἀγριανες και οἱ ξυν Βαλακρῳ ἀκοντισται
μαλιστα μεν δια τας των χρηματων ἐπιδοσεις , αἱς ἀφειδως προσεφερετο αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν ,
9999972 Κλεισθενης
εἱπετο δε αὐτῳ μειρακιον των ἐν Σικελιᾳ εὐ γεγονοτων , Κλεισθενης τοὐνομα , και παντων μετειχε των Ἱπποθοου κτηματων ,
μεν εὐνουχοιν τον ἑτερον τουτονι ἐγᾠδ ' ὁς ἐστι , Κλεισθενης ὁ Σιβυρτιου . Ὠ θερμοβουλον πρωκτον ἐξυρημενε . Τοιονδε
9999972 ἐπιζευγνυμενη
, ἡ ἀπο του γενομενου σημειου ἐπι το ληφθεν σημειον ἐπιζευγνυμενη ἐφαψεται της τομης . ἐστω παραβολη , ἡς διαμετρος
κυκλοι ἐφαπτωνται ἀλληλων ἐκτος , ἡ ἐπι τα κεντρα αὐτων ἐπιζευγνυμενη [ εὐθεια ] δια της ἐπαφης ἐλευσεται : ὁπερ
9999972 ἀφαιρουσι
γινεται πλειστη μεν ἐν Κυπρῳ και περιφανεστατη . μικρον γαρ ἀφαιρουσι της γης ὀρυττοντες . ἐν Φοινικῃ δε και ἐν
ἁς ἐποιουν κατ ' ἀρχην σταθεισαι , ὡστε ὁσον ἐκεινων ἀφαιρουσι , τοσουτον προς τῃ κορυφῃ συνεισφερουσαι την τριτην γωνιαν
9999972 ἐλευθερωθηναι
πατριδος αὐτου δουλευουσης αὐτον ἐλευθεριαν ὀρχεισθαι : και δια τουτο ἐλευθερωθηναι την πολιν . εἰτα ἀλλο μεν ἐστι το πολει
Ἀγωνιωσα δε Καλλιροη μη προδοθῃ το ἀπορρητον αὐτης , ἠξιωσεν ἐλευθερωθηναι Πλαγγονα , την μονην αὐτῃ συνειδυιαν ὁτι προς Διονυσιον
9999972 συγχωρητεον
αἰσθητων και ἀντιτυπων ἀφανη και ἀναφη καταλειπτεον αἰτια , και συγχωρητεον τοις οὑτως ἐξ ἀμερων τα μεμεγεθυσμενα γενεσθαι λεγουσιν .
των μαθηματικων ἀριθμων συλλογιζεται ; γενη μεν γαρ ἀριθμων πολλα συγχωρητεον εἰναι , παρ ' ὁσον ἑκαστη ταξις των ὀντων
9999972 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999972 γινομενηϲ
προϲτιθεμενον ἀπαμβλυνει ταϲ εἰϲ την ἐκκριϲιν προθυμιαϲ . ϲυχνηϲ δε γινομενηϲ τηϲ ἐξαναϲταϲεωϲ ἀγαθιον ἐγκειϲθω προϲτετυπωμενον τῃ ἑδρᾳ ἀπο θερμων
τα ὑπερ των ἰξυων τηϲ ϲυναφηϲ τουδε κατα την ὀϲφυν γινομενηϲ παλιν τα περατα των ἱμαντων τουτων ϲυζευξαντεϲ ἑτερῳ τε
9999972 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999972 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999972 συνεστωσης
οἱς λεγει : ἐπειδη γαρ ἐστιν προς ἀνδρα και οὐχι συνεστωσης πολεως ἰσχυν ὁ πολεμος . . . . ἐγραψαςΦορμιωνι
μη ζοφος και ὀμβρος και βρονται βαρειαι της μαχης ἐτι συνεστωσης ἐπιπεσουσαι διεστησαν αὐτους ἀπ ' ἀλληλων και ὁ ἀγων
9999972 Φοινικος
πολιν ὁμωνυμον ἐχουσα προς τῃ Κρητῃ , ἀπο Κυθηρου του Φοινικος . ἐκαλειτο δε Πορφυρουσα δια το καλλος των περι
ἐθνικον Φοινικαιος . Φοινικη , ἡ χωρα , ἀπο της Φοινικος γενικης , ὡς Κρης Κρητος Κρητη , Λιβυς Λιβυος
9999972 Παλαιστινης
τῃ θαλασσῃ ὑπεφιεσαν . Ὁ δε αὐτοματως ἐν Βυβλῳ της Παλαιστινης ηὑρισκετο και τουτον τον κεραμον ὑποδεχομενοι οἱ της Ἀφροδιτης
ἐπι θατερα του ποταμου . ἠκουσα δε ἐγωγε και της Παλαιστινης Συριας ἐν Σκυθων πολει περι τον τοπον , ὁς
9999972 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999972 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999972 προσεθετο
, κατεγινωσκεν ἀει της μοιρας ὡς ἀτυχουσης ἀμειλικτως και Σεξστιῳ προσεθετο , εὐμενιζομενος δι ' αὐτου Καισαρα . προσεθεντο δε
ἀρετη . λεγω δε την ἠθικην . τουτο πανυ ἀκριβως προσεθετο δια τας θεωρητικας , αἱ οὐ τῳ μεσῳ χαρακτηριζονται
9999972 τρεφουσαν
προπαροξυτονως τον δια της μαντικης τρεφομενον , παροξυτονως δε την τρεφουσαν τον λαον , τουτεστι τον ὀχλον . λαοτροφον :
, την φυτικην , οὐ δηπου την αὐξουσαν , ἠ τρεφουσαν ἠ τα ὁμοια γεννωσαν ἐν ἐπιρροῃ τινι και ἀπορροῃ
9999972 δημαρχος
ὁ δε τουτο το πολιτευμα εἰσηγησαμενος ἠν Μαρκος Δοελλιος ὁ δημαρχος ἀχθομενων ἠδη των πολιτων και των πολεμιων γενεσθαι προσδοκωντων
του δημαρχου ἐπαγγειλαντος μη ἀναιρωνται οἱ προσηκοντες , ὁ μεν δημαρχος ἀπομισθωσατω ἀνελειν και καταθαψαι και καθηραι τον δημον αὐθημερον
9999972 συναχθεισης
τιμαις παραπεμποντες εἰς την πολιν . ἐκκλησιας δε μετα τουτο συναχθεισης , ἐν ᾑ διηνεγκαν ὑπερ αὐτου τας ψηφους αἱ
πειθομενων δε αὐτων ἀπειλουντες πολεμησειν αὐτοις μετα των συμμαχων . συναχθεισης οὐν περι τουτων ἐκκλησιας , ὁ Περικλης , δεινοτητι
9999972 θεμελιος
ἐξ ὁλης καρδιας φορουντας το ὀνομα αὐτου . αὐτος οὐν θεμελιος αὐτοις ἐγενετο και ἡδεως αὐτους βασταζει , ὁτι οὐκ
δε περι κατηγορουμενου και ὑποκειμενου . ὁτι δε ῥιζα και θεμελιος ἐστι της λογικης το κατηγορουμενον και ὑποκειμενον , σαφες
9999972 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999972 πολεμικη
ἐπιδους ναυς οὐπω πεπλευκοσιν . ὁθεν ἐπιστημην μεν , ὁποση πολεμικη , και ῥωμην ἐς τα πεζα παρειχοντο , πλεοντες
' Ἰβηριαν και την ἀλλην σχεδον ἁπασαν οἰκουμενην . διοπερ πολεμικη μεν και ἀξια μνημης πραξις οὐδεμια συνετελεσθη κατα τουτους
9999972 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999972 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999972 πηλικου
και ἑστωτος πηλικου ἐξετασιν καταγινομενῃ συλληπτρια ὑπηρξεν ἡ σφαιρικη κινουμενου πηλικου ἐπιγνωμων καταστασα , του τελειοτατου δηλονοτι και τεταγμενην και
του μεν οὐν ποσου στοιχειον ἡ μονας , του δε πηλικου στιγμη , λογου δε και ἀναλογιας ἰσοτης . οὐτε
9999972 σπουδαιοις
δεινοι τινες εἰναι της ἀληθειας καταστοχαζομενοι και του ἀγαθου τοις σπουδαιοις ἡδεις γινονται : οἱ μεν οὐν οὑτω φιλουμενοι οὐ
. Ἀχρειογελως ἀνθρωπος : ὁ ἐπι τοις ἀχρηστοις και μη σπουδαιοις γελων και χαιρων . Ἀχειρ νιφθηναι βουλεται : ἐπι
9999972 λεγομενῃ
μνημης τουτο : διο και χρονος οὐ προσεστι τῃ οὑτω λεγομενῃ μνημῃ . Ἀλλ ' ἰσως εὐχερως περι τουτων ἐχομεν
προσελθῃ το ἀρθρον , ἀκαταλληλοτητα παρεξει . εἰ γαρ τῃ λεγομενῃ ὀρθῃ , το ἐγκειμενον της πλαγιας οὐ παραδεξεται :
9999972 ἀπιστως
. οὑτω χρη παντα τινα μητε ἐπιδρομον την γνωμην μητε ἀπιστως ἐχειν ἐς τα σπανιωτερα , ἐπει τοι και ἐγω
και διακινδυνευειν πολιορκουμενους τους την κορυφην κατεχοντας των Ῥωμαιων : ἀπιστως δε τους Καρχηδονιους ἀντεχειν , των τε πολεμιων πανταχοθεν
9999972 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999972 ὡροσκοπουντος
μαρτυρουντων συγγενης ἐσται ὁ πεισας και φανησεται ἐλευθερος ὠν . ὡροσκοπουντος Ταυρου ἠ Διδυμων ἠ Καρκινου ἠ Λεοντος ἠ Παρθενου
ταχιον τρεπεσθαι , οὑτως και την των ἀρρενικων ἀπο του ὡροσκοπουντος δια το ἀπηλιωτικωτερον : και οἱ μεν ὁμοιως παρ
9999971 μελικρητου
ἠν φυσει φλεγματωδης ᾐ : κνεωρου ποσον τριψας , διειναι μελικρητου κοτυλῃ αἰγινητικῃ , τουτεῳ κλυσαι : ἠν δε χολωδης
ἠν οὐν φλεγματωδεα ᾐ , κνηστρου ὁσον ποσιν διιεναι ξυν μελικρητου κοτυλῃ , και κλυσαι . Καθαρτικον μαλθακον ὑδωρ ἀγει
9999971 γραμματεις
διαγοντες , ἀλλοτριων χειρισται , πιστικοι , ἀγαθοι οἰκονομοι , γραμματεις ἀπο λογων ἠ ψηφων ἀναγομενοι , ὑποκριτικοι , περιεργοι
εὐφυεις κεκινημενους : εἰ δε ἐνδοξοτερα εἰη ἡ γενεσις , γραμματεις βασιλεων ποιει ἠ πολεων ἠ χωρων ἀρχοντας , φιλολογους
9999971 πιστευθεις
αὐτων ἡμιν ἡκει των βασιλειων Εὐανθιος , ἀνηρ πλειστα μεν πιστευθεις ὑπ ' ἐκεινης της ψυχης , ἡ παντας ἐξεπληξε
” εἰργασατο με δεινα βουλομενος την δραχμην πασαν ἐχειν : πιστευθεις γαρ την δραχμην κερματισαι και δουναι μοι το τριωβολον
9999971 χαρακας
μαχαις οἱ μεν Κυρηναιοι προεκινδυνευον , αἱ δε γυναικες αὐτων χαρακας περιεβαλλον , ταφρους ὠρυττον , βελη προσεφερον , λιθους
, μονος οὑτος οὐ παρεπεμπεν , ἀλλ ' ἀμελησας ὑμων χαρακας και βοσκηματα και θυρωμαθ ' ὡς αὑτον και ξυλ
9999971 σκοπουντες
μαλλον ἑτερων τυχον μεν και ἀλλως , ἐτι δε κἀκεινο σκοπουντες ὁτι μηδεν ἰδιᾳ μοι διαφερει , μηδε ὀχλησιν τινα
τε τῃ ἠπειρῳ στρατοπεδευομενοι και προσβολας ποιουμενοι τῳ τειχει , σκοπουντες καιρον εἰ τις παραπεσοι ὡστε τους ἀνδρας σωσαι .
9999971 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999971 ἀπορουντι
ἐπ ' ἀκρῳ τε και τῳ προς την γην : ἀπορουντι δε μοι προφανηναι τον τροφεα Ζωσιμον ἱππον ἐχοντα ἐν
βιασθεις : ἀπαραι δε βουλομενον καταπνεοντες ἐναντιοι ἀνεμοι διεκωλυον . ἀπορουντι δε αὐτῳ ὑπερ των ἐνεστωτων , οἱ μαντεις ἐφασαν
9999971 γλυκυτατον
τον Δια τον σωτηρα , κεχαρισαι γε μοι , ὠ γλυκυτατον , την γραυν ἀπαλλαξασα μου . ὡστ ' ἀντι
ἀντι των φιληματων τα δακρυων χευματα . οἱαν , ὠ γλυκυτατον τεκνον , ὡς φασιν , ἀπο του ἀστεος πομπην
9999971 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999971 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999971 ἀνακαθαρσεως
ὁ ἀριστος γεωργος συνεργει τῃ φυσει δια της ἀροτριασεως και ἀνακαθαρσεως . Τα ἐν τῃ γενεσει και φθορᾳ εἰδη πασχει
ἐστιν αὐταις . ὡστε ὁ χρονος ὁ του τελους της ἀνακαθαρσεως οὐκ ἐσται της σεληνης οὐσης κατα το Δ και
9999971 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999971 μεσογειοι
σκιεροις και δασεσιν ὀρεσι των Μηδων καθημενοι , οἱ δε μεσογειοι , οἱ δε ἐπι τα νοτια μερη μεχρι της
, ὁσαι μεν ἐν ἠπειροις οὐ παραλιοι μονον ἀλλα και μεσογειοι μοιραι κατεποθησαν , ὁση δε χερσος θαλαττωθεισα μυριοφοροις ναυσιν
9999971 χαλκοχιτωνων
Ἀπολλωνα κλυτοτοξον , ὀφρ ' ἡ μεν μετα λαον Ἀχαιων χαλκοχιτωνων ἐλθῃ , και εἰπῃσι Ποσειδαωνι ἀνακτι παυσαμενον πολεμοιο τα
ἀπεσπασαντο . . ὁ μεν Τρωων ὁ δ ' Ἀχαιων χαλκοχιτωνων , Ταλθυβιος τε και Ἰδαιος : ὁτι προς το
9999971 ἐπιεικειᾳ
εἰσιν ἀσυμφορα τῃ ἀρχῃ , οἰκτος , κολακεια και ἀπραγμοσυνη ἐπιεικειᾳ : συγγνωμῃ . βραχεα : οὐδ ' ὁλως .
ἀστεος αὑτων ἐκρατησαν . κρατησαντες δε εὐψυχιᾳ τους ἐχθρους , ἐπιεικειᾳ τους οἰκειους ἐνικησαν . χρησαμενοι δ ' ἀμφοτεροις ,
9999971 Ἱππονικου
ἐοντας ἑτερου πρηγματος εἱνεκα ἀγγελους Ἀθηναιων , Καλλιην τε τον Ἱππονικου και τους μετα τουτου ἀναβαντας , Ἀργειους δε τον
δεοι σε τἀληθη λεγειν , φαιης ἀν εἰναι Καλλιου του Ἱππονικου πλουσιωτερος ; καιτοι οὐκ ἀν ἀμαθεστερος γε ὁμολογησαις ἀν
9999971 συμπληρουσι
, ὁτι ἐπειδη το σημαινομενον ἑν ἐστι , ταυτα δε συμπληρουσι την οὐσιαν του σημαινομενου πραγματος , δια τουτο εἱς
: τα γενη και τα εἰδη των ἀτομων οὐσιων οὐσιαν συμπληρουσι , τα δε οὐσιαν συμπληρουντα οὐσιαι εἰσι , τα
9999971 πλαττει
. Πεμπτον κατα το ἀπιθανον , οἱον εἰ Σωκρατην τις πλαττει πορνοβοσκουντα ἠ Ἀριστειδην ἀδικουντα . Ἑκτον κατα το ἀδυνατον
' ἀν οὐκ ἀπο τροπου , τα λοιπα ἠδη ῥᾳδιως πλαττει και τυποι , λειαν και μαλακην αὑτῳ περιχεας την
9999971 Παναθηναιοις
' Ἀθηναιοις εἰναι μεγιστην προειρηται . ἐπει οὐν ἐν τοις Παναθηναιοις πασαι αἱ ἀπο των Ἀθηνων ἀποικισθεισαι πολεις βουν τυθησομενον
' ὀργης ἀλλα τε ἀμφοτερους προὐπηλακισεν , και ἀδελφην Ἁρμοδιου Παναθηναιοις ἡκουσαν ἐπι την πομπην κανηφορουσαν ἐξηλασεν ἐπ ' ἀτιμιᾳ
9999971 Περσαι
, οἱ δε εἰρξαι τε αὐτων την ἐκβασιν , οἱ Περσαι , και ἐς τον ποταμον αὐθις ἀπωσασθαι . και
των ἀλλων θεων οἱ μαγοι ἐξηγουντο : πολυ γαρ οἰονται Περσαι χρηναι τοις περι τους θεους μαλλον τεχνιταις χρησθαι ἠ
9999971 ἀπουν
λογον ποιεισθαι του ἀνθρωπου , ἀλλα διαιρειν και τουτο εἰς ἀπουν και διπουν και πολυπουν : οὑτω γαρ το τελειον
την περιοδον ταυτην ἁτ ' οὐδεν ποδων δεον ἀσκελες και ἀπουν αὐτο ἐγεννησεν . Οὑτος δη πας ὀντος ἀει λογισμος
9999971 μαρτυρομαι
ἐν Λαμιᾳ πασας . το γαρ συνηθες οὐδαμου παροπτεον . μαρτυρομαι τον φιλιον , ὠ Κρατων , Δια . Μυσων
ἠδη ποιω . Καταθου το δερμα . Ταυτ ' ἐγω μαρτυρομαι και τοις θεοισιν ἐπιτρεπω . Ποιοις θεοις ; Το
9999971 διαφορητικης
τας αὐξησεις ἀφαιρειν μεν τι ταυτης , προστιθεναι δε της διαφορητικης : ὁταν δ ' εἰς την οἰκειαν ἀκμην ὁ
κινναμωμου διπλασιον αὐτο βαλλουσιν : λεπτυντικης τε γαρ ἐστι και διαφορητικης , εἰ ποθειη , δυναμεως . Βρεττανικης τα φυλλα
9999971 στρεφομενη
, δεησει κατ ' αὐτους , ὁταν ἡ εὐθεια γραμμη στρεφομενη και πασι τοις ἑαυτης μερεσι κυκλογραφουσα το διαστημα καταμετρῃ
ὑποζακορος , ἀνα τε δη τας ὁδους και τα χωρια στρεφομενη , ἐμμανης τε οὐσα και ἐνθεος , ἀθροᾳ κεχρηται
9999971 δοκουσαν
ἰστεον δε ὁτι το ἐμμεναι ὁ Ἡρακλειδης οὐ κατα την δοκουσαν τοις πλειοσιν ἀκολουθιαν παραγει , ἀλλα την προπαραληγουσαν αὐτου
και λεγοντας οἱς λεγεις ἐκαλυψας . ὁς γε και την δοκουσαν ὡραν των ἐμων ἐπιστολων παρελη - λυθας . ἀλλ
9999971 ἀνιουσα
τας ἀναποδεικτους και ἀμεσους προτασεις , ἡ δε ἐξ ὑποθεσεως ἀνιουσα ἐπι τας ἀνυποθετους ἀρχας . Ἡ μεν δη πρωτη
ῥαχις ταπεινη κατα μικρον προσαυξανεται μεχρι των κατα το ἀκρωμιον ἀνιουσα χωριων : συναρθρουται δ ' αὐτῃ κατα τουτο ἡ
9999971 πεντακισχιλιους
δε ταυτα ὁ μεν Ἱκετας ἀναλαβων των στρατιωτων τους ἀριστους πεντακισχιλιους ἐστρατευσεν ἐπι τους Ἀδρανιτας ἀντιπραττοντας αὐτῳ και πλησιον της
ἐπανοδον των πρεσβευτων Καρχηδονιοι μεν τοις Αἰγεσταιοις ἀπεστειλαν Λιβυας τε πεντακισχιλιους και των Καμπανων ὀκτακοσιους . οὑτοι δ ' ἠσαν
9999971 κατειληφει
ἰσχνον , ἁ με ἡ νοσος εἰργασατο νοσος γαρ δη κατειληφει την ἐπιδειξινἀλγειν μεν ἐφη , πολεμου δε ἠρχετο και
μετεγνωσαν της πολεως ἠν μονης και ἡ τριηρης την τριηρη κατειληφει . θαυμαζω δε εἰ των μεν ἰδιωτων την ἐργῳ
9999971 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999971 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999971 ψηφισαμενης
βαθος ἀβυσσον και τουτ ' ἐπι πολλας ἡμερας διαμειναι . ψηφισαμενης δε της βουλης οἱ ἐπι των Σιβυλλειων χρησμων ἐπισκεψαμενοι
πολεμους μεχρι του καθ ' ἡμας χρονου διατετελεκε . Ταυτα ψηφισαμενης της βουλης και πρεσβευτας ἑτερους ἑλομενης δεκα ἀνδρας ἐκ
9999971 γυμνικοις
ἀγωνιστικως . ἀλλα τοις μεν κριται καθηνται , τοις δε γυμνικοις ἐφεστασι βραβευται , οὑς και βραβεας ὁ Πλατων καλει
ἐσται καλους κἀγαθους ἐχων συνεργους ; ἀλλα και ἐν τοις γυμνικοις ἀγωσι δηλον ἐστιν , ὁτι , εἰ ἐξην τοις
9999971 ἐκλειπτικων
τον ὁριζοντα . τουτων δ ' ἑκατερον ἐν ἑκαστῳ των ἐκλειπτικων χρονων πλειστην ἀν και ἀπεριληπτον παρασχοι περι τας μετα
μειζων ἡ κατα πλατος μηνιαια παροδος γινηται της ὑπο των ἐκλειπτικων ὁρων του ἡλιου περιεχομενης , κἀν ἀδιαφορως ταις τε
9999971 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999971 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999971 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999971 Ἀρισταρχου
ἀντικρυς , τους δε γραμματικους μηδε λεγοντος ἐκεινου αἰσθανεσθαι ἀπο Ἀρισταρχου και Κρατητος των κορυφαιων ἐν τῃ ἐπιστημῃ ταυτῃ .
ἐν τε γαρ τῳ Περι ἐνιαυσιου μεγεθους συγκρινας την ὑπο Ἀρισταρχου τετηρημενην θερινην τροπην τῳ νʹ ἐτει ληγοντι της πρωτης
9999971 ταραττει
μαστιγουμεθα ἡμεις : Παφλαγων δε περιθεων τους οἰκετας αἰτει , ταραττει , δωροδοκει λεγων ταδε : Ὁρατε τον Ὑλαν δι
και πολλα τα δι ' ὀψεως δειματα προεμπιπτοντα ταις ψυχαις ταραττει το ἀντιπολεμον . Ἐπαγετω δε το στρατευμα και συν
9999971 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε

Back