: κἀκ τουτου δηλοι , ὁτι ἰδιᾳ τετμημενη προσεφερετο ἡ γλωττα παρα των παλαιων . Γ ἀπενεγκε : ἀποπεμπε .
λαλῳ ἐστι σιωπαν , και ὡς ἐν ὑγρῳ ἐστιν ἡ γλωττα , και ὁτι οὐκ ἀν σιωπησειεν , οὐδ '
9999975 γλωτταν
τοις ἀλλοις ἁπασι συμβεβηκε , διαχεοντα οἰκειως την περι την γλωτταν ὑγροτητα : τους δε λοιπους , τους μεν κυκωντας
των βασανων , ἱνα μη ἐξειποι , αὐτη την αὑτης γλωτταν ἀπεδακεν . Ἀθηναιοι την ἑταιραν τιμησαι θελοντες αὐτην μεν
9999953 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999950 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999949 θαυμασιοι
προσγινεσθαι . Ἀλλ ' ὑμας γε οὐκ ἀξιον , ὠ θαυμασιοι . τα τε γαρ ἀλλα ἀγαθα ὑμιν ὑπερ τους
πολλων ἀνθρωπων ὀρθως μοι ἐδοκει μεμφεσθαι . Ὠ Κριτων , θαυμασιοι εἰσιν οἱ τοιουτοι ἀνδρες . ἀταρ οὐπω οἰδα ὁτι
9999948 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999947 ὁριστικα
ἐκεινου οὑ ἀν ᾐ ἀριθμος οὑτω και τα εἰδη παντων ὁριστικα εἰσι και μετρητικα : ἐπει οὐν λογοι των εἰδων
καταφασει , τα ἐν καταφασει ῥηματα ἀναιρει , ἁπερ ἐστιν ὁριστικα , ἐχοντα ἐν αὑτοις την καταφασιν , ἀνθ '
9999947 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999946 κατηνεχθη
παροιμια δηπου και τουτο και λογος ἐχων ἀξιωμα της ὁθεν κατηνεχθη φιλοσοφιας την ἀρχαιοτητα , ὡστε βοειον ἐπιβλεπειν αὐτῃ :
. Νικιας τις των συγκυνηγετουντων ἀπροοπτως παραφερομενος ἐς ἀνθρακευτων καμινον κατηνεχθη , οἱ δε κυνες οἱ συν αὐτῳ τουτο ἰδοντες
9999946 τελευτωσα
οὐν ἐς αὐτην πηγνυμενων μαλκιει τε και ἀπαγορευει , και τελευτωσα παρειμενη κειται : ὁ δε την ἀντιπαλον ποιειται δειπνον
προελθειν γενεας , ἀσθενης αὐτη δι ' ἑαυτης ἐγενετο και τελευτωσα ὑπο Ῥωμαιων ἠφανισθη . και οὐδε αὑτη μεντοι πασαν
9999946 Πελοποννησιους
ἡλιαιᾳ λαβειν της Ἀττικης πεντωβολον ἐν τῃ Ἀρκαδιᾳ νικησαντα τους Πελοποννησιους . Γ τουτον ] δημον . Γ δει ]
ἐν τῃ Νισαιᾳ δεισαντες , σιτου τε ἀποριᾳ και τους Πελοποννησιους οὐ νομιζοντες ταχυ ἐπιβοηθησειν , τους τε Μεγαρεας πολεμιους
9999946 ἀνεστησε
τε πολλοις ἐχρησατο , και χαλκους ἐλεφαντας ἀντι των σφαγεντων ἀνεστησε τεσσαρας . . . : Ἡ δε των ἐλεφαντων
ἐνεδρευων και ἀει τι ἐνοχλων ἀπο τε Περγαμου τον Σελευκον ἀνεστησε και ἀπο της ἀλλης Εὐμενους χωρας ἐξηλασε . Πολυξενιδᾳ
9999946 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999946 ἑστωσαν
ἐναντιαι ἀλληλαις : ἡ δε ἐναντιωσις την ἀντερεισιν της κινησεως ἑστωσαν ἐχει : ἡ γαρ ἀντιτυπια στασις φορας . αἱ
, ἀει θεωρων ἀνεμποδιστως και ἀπλανως του ἀληθους ἐφαπτομενος , ἑστωσαν ἐχων την οὐσιαν και ἀμεταβλητον και τελειαν την ἐνεργειαν
9999945 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999944 θαυμαστως
καιπερ ὀντων ποτιμων . ἐστι δε και προς βαφην ἐριων θαυμαστως συμμετρον το κατα την Ἱεραν πολιν ὑδωρ , ὡστε
συμπλεοντων τῳ Ὀδυσσει και τῳ Νεοπτολεμῳ . τα τε ἠθη θαυμαστως σεμνα και ἐλευθερια , το τε του Ὀδυσσεως πολυ
9999944 Λευκιππον
λουεσθαι . ἐνθα δη ὡς ἀφικομεναι ἀπεδιδυσκοντο και ἑωρων τον Λευκιππον μη βουλομενον , περιερρηξαν αὐτον . μαθουσαι δε την
ἠν και Πολυστρατος ὁ διαδεξαμενος Ἑρμαρχον . ἀλλ ' οὐδε Λευκιππον τινα γεγενησθαι φησι φιλοσοφον , οὐτε αὐτος οὐτε Ἑρμαρχος
9999944 χειρες
γαρ και ἁ μη βουλομεθα πολλακις ὁραν ἀπελευθεριαζοντες ἀποβιαζονται , χειρες δ ' ἐν τῃ των ὑπηκοων ταξει τεταγμεναι |
γαρ ἐτ ' ἐμπεδα γυια φιλος ποδες , οὐδε τι χειρες ὠμων ἀμφοτερωθεν ἐπαϊσσονται ἐλαφραι . εἰθ ' ὡς ἡβωοιμι
9999944 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999944 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999943 κατελθῃ
την μηρινθον κρατουσιν οἱ ἐν τῳ πλοιῳ : ἡνικα οὐν κατελθῃ ἐν τῳ βυθῳ , ἀποπτυει το ἐλαιον και στιλβει
παρατηρειτωσαν : ἐαν μεν εἰς τα δεξια μερη ὁ βους κατελθῃ , ἀῤῥεν το τεχθησομενον τεκμαιρεσθω : ἀν δε ἐπι
9999943 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999943 κρατοιη
' ἐστι χερειων ἠους γενομενης ” . εἰ δε ταυτα κρατοιη , πασας ἐπαινει τας τετραδας , την πρωτην ,
λαμβανειν . και ταδε οἱ στρατηγουντι περιην : εἰ μεν κρατοιη , πλειους φορους ἐκλεγειν , εἰ δε ὁ πολεμος
9999943 ὁριστικη
κωλυων : οὐκουν ἐν τουτῳ τῳ προβληματι ἡ μεν ἐστιν ὁριστικη ζητησις , εἰ τουτο ἐστιν εἰσηγησασθαι : ἡ δε
μεν ἐστιν ἐμπεριεκτικα πραγματων , ἐφ ' ἁ και ἡ ὁριστικη ἐγκλισις ἐπερειδεται και αἱ ὑπολοιποι , ὡς το γραφω
9999943 τηνικα
το ἠμος , ἡνικα , εἰ μη γενοιτο τημος και τηνικα . οὐ παρειπετο οὐν τῳ ἐνθαδε το τοιουτον :
τῃ πῃ ὁπῃ , οὑ του που ὁπου , ἡνικα τηνικα πηνικα ὁπηνικαἸσως . οὐν τις φησει τα κατα πευσιν
9999943 κατεδικασθη
και ζημιαι : ἐν δε ταις προκειμεναις ἡμεραις ἡ γενεσις κατεδικασθη δικην ἐχουσα ὑπερ γυναικος και προς γυναικα περι νεκρικων
χρηματα περι του την εἰσβολην εἰς την Ἀττικην μη ποιησασθαι κατεδικασθη θανατῳ , και φυγων ἐν Θουριοις της Ἰταλιας διετριβεν
9999942 διαφορητικηϲ
Λιβανωτιδεϲ τρειϲ εἰϲιν ὁμοιαϲ ἁπαϲαι δυναμεωϲ , μαλακτικηϲ τε και διαφορητικηϲ , ὁ δε χυλοϲ ὁ τε τηϲ ῥιζηϲ και
την τριτην ἀποϲταϲιν , ξηραινει δε κατα την δευτεραν : διαφορητικηϲ δε ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ ὑπωπια χρονιζοντα και τα
9999942 σκοποι
ἡ ὁλη , και τινες οἱ ὑπ ' αὐτην μερικοι σκοποι και ποσαχως και εἰς τινα διαιρουμενοι , ποθεν τε
των Ἀλπεων . ἐνθα ὑπαντωμενοι τῳ Μαξιμινῳ οἱ προφυλακες και σκοποι του στρατου ἠγγειλαν κενην ἀνθρωπων εἰναι την πολιν πανδημει
9999942 ἐτιθετο
τιθεσθε , τιθενται . Ἑνικα . Ἐτιθεμην , ἐτιθεσο , ἐτιθετο : πας ἐνεστως παθητικος τρεπων την μαι εἰς μην
παιδα και τις ἐρως ἐπῃει τον Περιανδρον , ἠδη σπουδην ἐτιθετο γνωρισαι την ἀνθρωπον ἡτις ἠν . και ἑως μεν
9999942 ἐλπιζει
μωρος δ ' ὁστις ἀνθρωπων πολιν , κειναν σεβιζειν μουνον ἐλπιζει καλοις * * * εἰσιν γαρ , εἰσιν ἀξιοπαμονες
πολλα και δια χειρος ἐχει το πραγμα και τελος κρατησειν ἐλπιζει ἠν ἐπιδειξῃ ὡς οὐδεν χειρων ἐστιν των τας ἱππους
9999942 σεμνοτητα
το δε ἀναστρεψαι και το παρακολουθουν προθεσιν εἰναι του προσωπου σεμνοτητα μετα γλυκυτητος εἰργασατο , ὡσπερ ἀν ἡ σωφρονεστατη παρθενος
, ἐξ ἰσου γιγνομενοι στερξομεν ; εἰ δ ' ἐπωνυμιας σεμνοτητα σκοπουσιν , ἠ προς δοξαν ὀνοματος τα τοιαυτα κρινουσιν
9999941 ἰσοσυλλαβως
τα ὁμοια . Καν . ιζʹ . Ὁ Μενελαος Μενελαου ἰσοσυλλαβως κλινεται : παντα γαρ ἁπλως τα εἰς ος μικρον
Μηριονου , και Ἀττικοι συναιρουντες την Δημοσθενεος γενικην Δημοσθενους φασιν ἰσοσυλλαβως : ἐπειδη δε πασα εὐθεια εἰς ς ληγουσα ,
9999941 ἀκοντιῳ
μειρακιον ἐναλλαξαν τω ποδε και την χειρα ἐπεχον πεπηγοτι τῳ ἀκοντιῳ ἐν ἀριστερᾳ , ἡ δεξια δε περιηκται εἰς το
τετραποδων ὁλων . Ὁ δ ' ἀκοντιας ὁμοιος ἐστιν τῳ ἀκοντιῳ , κραδαινεται ὁ σιδηρος : οὑ και φανεντος τοτε
9999941 ληφθεισαν
φυλαττοντα της τροφης τεταγμενην , ἀλλα και πριν την πρωτην ληφθεισαν πεφθηναι ἑτεραν προσφερονται : κινουμενων δε αὐτων σφοδροτερον μετα
την δ ' ὡς και προ χρονων παρα των Τουρκων ληφθεισαν και εἰς συναγωγας αὐτων τουτους μετημειψε και ὁτι περιφανες
9999941 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999941 Μενεκλης
ὀντα δυο παιδια , την δε νεωτεραν , ἡν εἰχε Μενεκλης , ἀπαιδα . Και ἐκεινος δευτερῳ μηνι ἠ τριτῳ
και κωδωνες ἐξηπτοντο μου μελος μουσικωτατον ἐκφωνουντες . ὁ δε Μενεκλης ὁ δεσποτης ἡμων , ὡσπερ ἐφην , ἐκ της
9999941 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999941 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999941 κυβερνητου
, ὡσπερ και κυβερνητου μεν ἀρετη , ἀν τα του κυβερνητου ποιῃ και ἀρχῃ των ναυτων , των δε γε
δη . . . : περι του Ἀριστωνος του Κορινθιου κυβερνητου και της συμβουλης αὐτου και οἱ Συρακοσιοι : σημειωσαι
9999941 συνεβαλλετο
ἐλεγε τα περ ὀπωπεε , ὁ δε ἐννωσας τα λεγομενα συνεβαλλετο τον Ὀρεστην κατα το θεοπροπιον τουτον εἰναι , τῃδε
ποιησωμεθα της εἰς τα πολιτικα ἀγαθα ὠφελειας αὐτου , ἡν συνεβαλλετο τοις ἀνθρωποις . Το δη μετα τουτο μηκεθ '
9999941 Ὀλυμπου
τῳ αἰγιαλῳ του Θερμαιου κολπου ἐστιν ἐν ταις ὑπωρειαις του Ὀλυμπου , ἀλλ ' ὁσον ἑπτα ἀπεχει σταδιους : ἐχει
ἀλση : νυν δε το μεταξυ της Ὀσσης και του Ὀλυμπου χωριον , ὁ ἐστι περικαλλες και ὡσπερ ὑπο θειας
9999941 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999940 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999940 λαμβανετε
οὑς δακρυσειεν ἀν τις ἰδων ὡσπερ ἀνευ νομεως ἀγελην , λαμβανετε κατα νουν , ὡς ἐν παισι μεν ὀξυς ,
ὑμιν δοκωσι μαλιστα συνισχυριειν τε ὑμας και συγκοσμησειν , τουτους λαμβανετε . μαρτυρει δε μοι και τοδε προς το ἀγαθον
9999940 ἀκριβεια
μεσον ὑπευθυνους τοις βουληθεισιν ἐσομενους ἐξενεγκειν . ἡ μεν οὐν ἀκριβεια ἐν ἐκεινωι δηλουται τωι λογωι , λεχθησεται δε και
μεσον ὑπευθυνους τοις βουληθεισιν ἐσομενους ἐξενεγκειν . ἡ μεν οὐν ἀκριβεια ἐν ἐκεινῳ δηλουται τῳ λογῳ , λεχθησεται δε και
9999940 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999940 γλωσσαν
το αὐτο την ψυχην το σωμα , τας ἀκοας την γλωσσαν , τας ὀψεις την χροαν , πανθ ' ὡς
οὐρανον και γην ὑδωρ βλυζουσαντο ] μεν ὑδρειον ὁμοιουντες καρδιᾳ γλωσσαν ἐχουσῃ : καρδιᾳ μεν , ἐπειδη παρ ' αὐτοις
9999940 κολοιοι
φαυλα ὠνια ἐωνημενων . Τοτ ' ᾀσονται κυκνοι , ὁταν κολοιοι σιωπησωσι . Το σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον :
. Ἐνταυθα οἱ κωμηται ταραχθεντες ἐπιπηδωσιν αὐτοις ὡσει ψαρες ἠ κολοιοι : και ταχυ μεν ἀφαιρουνται τον Δαφνιν ἠδη και
9999940 θαυμαστικως
, ᾡ τα πολεως πραγματα ἐφορμει , μη καταπλαγεις τους θαυμαστικως ἐχοντας αὐτου , και πολλας μεν ἐμφωλευουσας νοσους εὑρησεις
Γης . βουπαις οὐπω πολλος Τιτυον μεγαν : το μεγαν θαυμαστικως εἰρηται , ὁτι βουπαις ὠν μεγαν ἐτοξευσεν . και
9999940 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999940 Στρατωνα
. προς ἐκεινην δ ' ἠν τις παλαια μοι δια Στρατωνα ὑπονοια : [ ἀλλα ] ταυτην μεν οὐν οὐδεν
δεμας ἠν , εἰ μοι προσεχεις , ἀπο χρισμων : Στρατωνα τουτον φημι σοι , Λαμψακος ὁν ποτ ' ἐφυσεν
9999939 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999939 κολυμβαν
, τοσουτος και ὁ του θανατου φοβος . ἐνιοι δε κολυμβαν πειρωμενοι , προσραγεντες ὑπο του κυματος τῃ πετρᾳ διεφθειροντο
εἰναι , ἐν ᾑ μυς χερσαιους γινεσθαι , και τουτους κολυμβαν ἐν ἐκεινῃ την διαιταν ποιουμενους . Φησιν Ἰσιγονος ἐν
9999939 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω
9999939 κυαμοι
καλωϲ ἐϲκευαϲμενοϲ εὐχυμοϲ : χονδροϲ , πτιϲανη καλωϲ ἐϲκευαϲμενη , κυαμοι . καϲτανα οὐ κακοχυμα , ϲυκα πεπειρα και ϲταφυλη
πτεον : * * Σοφοκλης δε πτυον . πυανοι : κυαμοι , ἀφ ' ὡν Πυανοψια . Πυανοψια : ἑορτη
9999939 Εὐθυδημου
: τα μεν γαρ αὐτος , τα δε Δημητριος ὁ Εὐθυδημου υἱος του Βακτριων βασιλεως : οὐ μονον δε την
δε φησι κατα την ἑκτην , και πρωτον ἐφορον γενεσθαιἐπι Εὐθυδημου , ὡς φησι Σωσικρατης . και πρωτος εἰσηγησατο ἐφορους
9999939 Θεμιστοκλης
τους πρεσβεις , ὡσπερ ἐπεσταλη , κατειχον , και ὁ Θεμιστοκλης ἐπελθων τοις Λακεδαιμονιοις ἐνταυθα δη φανερως εἰπεν ὁτι ἡ
ὑπερ του στρατοπεδου ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω
9999939 θανατοιο
, εἰς ὁτε κεν μιν μοιρ ' ὀλοη καθελῃσι τανηλεγεος θανατοιο , μη τις μοι κατα δημον Ἀχαιϊαδων νεμεσησῃ ,
δεξηται στυγερης τ ' ἐνοπης κωκυτον ἀκουσῃ , οὐ τηλου θανατοιο ταχ ' ἐσσεται , ἀλλα οἱ ἀτην και μορον
9999939 ἑκατερῳ
ἠσαν τα μερη : στροφικον και ἀντιστροφικον λογια , ἑκατερον ἑκατερῳ ἰσαριθμους ἐχον τους στιχους , και μετρων δε των
' ἠδη πορευσομαι , τας ἀριστα δοκουσας ἐχειν παρ ' ἑκατερῳ των ἀνδρων λεξεις προχειρισαμενος και ἀντιπαραθεις αὐταις τας Δημοσθενους
9999939 ὁμολογια
. και τα πραγματα ὁμοφροσυνη , ὁμονοια , ὁμογνωμοσυνη , ὁμολογια , συμφωνια ὁμοφωνια , ἀνακρασις , συνδεσμος . ταυτα
προς ἑαυτο , ἡ δε γνωσις οἱον συγκαταθεσις ἐστι και ὁμολογια του ἑκαστον εἰναι ὁ ἐστιν . Ἐπισυνακτεον δε τῳ
9999939 συγγενεσι
ἐπιμεριζει ὁ Ἡλιος ἐν τῃ γεροντικῃ ἡλικιᾳ , εὐφρανθησεται ἐπι συγγενεσι και τεκνοις και τευξεται ἀξιολογων εὐτυχιων : ἐπιμεριζει δε
Λατινους ἐπι παντα ἐκαλει τα Ῥωμαιων , ὡς οὐκ εὐπρεπως συγγενεσι της βουλης ἀντιστηναι δυναμενης : των τε ἑτερων συμμαχων
9999939 θαυμασιωτερα
εἰ τας στηλας ἀνελοιεν . και ἡ λυσις δε ἐτι θαυμασιωτερα : γινωσκων γαρ ὁπως ἐχουσι γνωμης Ἀρκαδες προσποιειται ἀγνοειν
ἡ περι την φυλακην αὐτου προνοια και οἰκονομια πολυ μαλλον θαυμασιωτερα . πεπιστευμεναι γαρ , ὡς εἰκος , παρα θεων
9999939 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999939 Ἐμπεδοκλεους
σκιεροις ἠσκημενα γυιοις . . . , εἰποντος δε του Ἐμπεδοκλεους ἐν τωι δευτερωι των Φυσικων προ της των ἀνδρειων
ἐπι των πονηρευομενων : εἱς γαρ των Κερκωπων Εὐρυβατος . Ἐμπεδοκλεους ἐχθρα : * * Ὠμην δε , φησιν [
9999939 ἀρτηρια
αἰδοιου : μεχρι μεν γαρ ἐντος των λαγονων ἐστιν ἡ ἀρτηρια και ἡ φλεψ , ἁμα τοις γε ἀλλοις ἁπασι
συγκρισιν του ἐν τῃ ἀρτηριᾳ : † και ἡ μεν ἀρτηρια ὑποκατω κειται της φλεβος , ἡ δε φλεψ ἐπανω
9999939 ἀκριβουν
λογισμου δια την ἀγωνιαν συγκεχυμενου και τας των πραγματων ἀντιληψεις ἀκριβουν ἀδυνατουντος : τοτε γαρ εὐλαβειαν μεν την δειλιαν ,
συνηθειαν διασῳζειν των ὀνοματων ἐπι παντων οἱ πολλοι ἠ το ἀκριβουν την ἑλληνικην φωνην και την ὀρθοτητα την ἐν τῃ
9999939 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999939 Ποντικη
ἐθνικον Φαρμακουσσαιος ἠ Φαρμακουσσιος . Φαρνακεια , χωρα και πολις Ποντικη προσεχης τῃ Τραπεζουντι . το ἐθνικον Φαρνακευς ἀπο του
σμυρνιον , πευκεδανον , ἀναγαλλις , ἡδυοσμος , οἰνανθη , Ποντικη ῥιζα , λιβανωτος , ὀπος σιλφιου , ἠρυγγιον ,
9999939 μυριοι
[ ! ! ! ⌊ ε παρεσσονται ] ⌋ μαλα μυριοι οὐδε ⌊ κεν [ ἀνηρ ⌋ ! ! !
ἑκαστῳ πεντηκοντ ' ἐσαν ἀνδρες παρεχει λογιζεσθαι ὁτι ἠσαν πεντακις μυριοι ἀνευ των συμμαχων . Την δε μουσικην , οἰκειοτατην
9999939 ἀπειργασατο
νους οὑτως : ἀλλ ' Ὁμηρος τῃ ἑαυτου ποιησει τιμιωτατον ἀπειργασατο τον Αἰαντα , ὁστις αὐτου πασαν ἀρετην τοις ἐγκωμιοις
εὐθυς ἀπηχθετο τοις ἀκουου - σιν , ἐπειτα διαβολην ἀν ἀπειργασατο κατα της πολεως οὐ την τυχουσαν . και γαρ
9999939 τεταρτημορια
] ἐαν τοσαυτακις διαιρεθωσι και τα ἰσα τῳ ΒΕ δυο τεταρτημορια διχα , ἰσα εἰσι και τα τμηματα δια λγʹ
παλιν τῃ ταξει χρωμενοι , οἱ δε καθ ' ὁλα τεταρτημορια διαιρουντες και ἑῳα μεν ἡγουμενοι και ἀρρενικα το τε
9999938 τριγενη
συστελλεται . Ὁ ἡδυς του ἡδεος : τα εἰς υς τριγενη και ἑξης . Τριγενη ἐστιν ὁσα ποιει θηλυκον και
δε ἐστι ζητησαι , ὁτι μη γενομενα τα εἰς υς τριγενη δια του ε και ω ἀττικως κατα την γενικην
9999938 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999938 ἀπεστρεψεν
ἐνην και κατα τον Ξενοφωντα τους τουτων ὁτι πορρωτατω ὀχετους ἀπεστρεψεν , οὐδαμη καταισχυνασα το του ὁλου ζῳου καλλος .
μονον των ἐγκληματων ἐρρυσατο Ἡρωδην , ἀλλα και την ὀργην ἀπεστρεψεν ἐπι τους κατηγορους . Ὁ μεν οὐν Ἀραψ ἠδη
9999938 ἐκαλεσεν
ψυχαις ἐνταυθα , Διο κλοπην ὁ μυθος την δοσιν ταυτην ἐκαλεσεν , ὡς ταις ψυχαις ταις εἰς τον ἀλλοτριον αὐταις
δε , ὁν ἐς τους Τρωας ἀφηκεν ὁ ἀετος , ἐκαλεσεν ὀφιν . οὑτω το εἰκος ἐχει και τῃ Ἀντινοῃ
9999938 σπουδην
τιτρωσκομενον ᾐδουντο . πυθομενος δ ' ὁ Ἀντωνιος ἐβοηθει κατα σπουδην . οἱ δε και τονδε , κατιοντα την ἱεραν
και βοησας και παραινεσας , καλλιστῳ δε ἀθλῳ κατακλειων την σπουδην . μιμου δη σαυτον και προσθες τῳ θειῳ τον
9999938 ἀποκατεστησε
τοις Ἀκραγαντινοις μετα των ἀλλων των διαμειναντων παρα τοις Καρχηδονιοις ἀποκατεστησε τον ταυρον , ὁς και τωνδε των ἱστοριων γραφομενων
ὀλιγαρχιαν ἐν τῃ πολει , τῳ μεν δημῳ την ἐλευθεριαν ἀποκατεστησε , παρα δε των ἁψαμενων της ὀλιγαρχιας χρηματων πληθος
9999938 ἐδημιουργει
ὁ δ ' οὐ σκιας , αὐτας δε τας ἀρχετυπους ἐδημιουργει φυσεις . εἰ δη και τα ἁγια ποικιλτικῃ τεχνῃ
πρωτον μετα την οὐρανου και γης και των μεταξυ γενεσιν ἐδημιουργει | τον ἀνθρωπον ὁ ζῳοπλαστης , φησιν ὁτι „
9999938 ἀνιᾳ
ἠ φλεγμα ἐμειν τῳ μεν ὀντι ἐν συμφορᾳ ἠ τινι ἀνιᾳ ἠ νοσῳ ἀναπαυλαν των ἐνεστωτων σημαινει κακων : παντα
τουτων ; εἰ μεν ἐπιτεταμενη γινεται ἡ ὀδυνη , τῃ ἀνιᾳ και τῃ δηξει τῃ ἀπο του πυου , ἰχωρων
9999938 τριποδες
την τελευτην λεγουσι . τουτου τε οὐν ἐστιν εἰκων και τριποδες χαλκοι : τους δε ἀρχαιοτερους δεκατην του προς Μεσσηνιους
τον Διονυσον τεχνιται . Τουτων δ ' ἐφεξης ἐφεροντο Δελφικοι τριποδες , ἀθλα τοις των ἀθλητων χορηγοις : ὁ μεν
9999938 κρηπιδας
ἐστα , και μυχους * δεινασατο ” βαλλομενος [ ] κρηπιδας ἀλσεων . ” οὐκ εὐ δ ' ὁ Ἀλκαιος
μεταβαλουσα και αὐτη το ὀνομα ἀνελομενου Θησεως ὑπ ' αὐτῃ κρηπιδας τας Αἰγεως και ξιφος : προτερον δε βωμος ἐκαλειτο
9999937 ἐμπροσθε
διεσκορπισα . Τον Ἀχωρ βασιλεα ἀνδρα γιγαντων , βαλλοντα τοξα ἐμπροσθε και ὀπισθεν ἐφ ' ἱππου , ἀνελομενος , λιθον
ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους εἰωθεν ἡ πολις ποιειν
9999937 ἀνειλε
χαριν ὡν πεπονθασιν ἀπαιτειν . οὐ γαρ εἰ και Φωκεας ἀνειλε , δια τουθ ' ὑμιν εὐμενως ἐχειν αὐτον ἡγεισθαι
δε και Ἀρην . τουτον μεν οὐν Ἑρμης ἐξεκλεψεν , ἀνειλε δε τους Ἀλωαδας ἐν Ναξῳ Ἀρτεμις δι ' ἀπατης
9999937 ἀποβρεγμα
κατεχειν και το διαλυομενον ὑγρον καταπινειν διδου δε καταρροφειν και ἀποβρεγμα μηλων κυδωνιων ἠ ἀπιων ἠ ὀμφακιου χυλον ἠ ὑδροροϲατον
χαμαιπιτυοϲ κενταυριου μαλιϲτα του λεπτου γληχωνοϲ ἀφεψημα καππαρεωϲ φλοιοϲ κολοκυνθιδοϲ ἀποβρεγμα πινομενον λινοζωϲτιϲ ἐϲθιομενη και το ἀφεψημα πινομενον λαθυριδεϲ μετ
9999937 σωματοειδες
κοσμου ἐκ πυρος και γης . δει δε το γενησομενον σωματοειδες ἀντιτυπικον εἰναι και ὁρατον . . . Θεοφραστος φησιν
προτεραν μεν εἰναι την ψυχην , μετα δε ταυτην το σωματοειδες το ἐκ πυρος μεν και γης πρωτον , ὑδατος
9999937 βροτοισι
ἀλλοτε δ ' αὐτε ἐκποθε κυδαινουσαι , ἐπει μαλα παντα βροτοισι κειναι και στονοεντα και ἠπια μηχανοωνται , αὐται ὁπως
α ? [ ! ! ! ] ! ! [ βροτοισι [ ] † δειταις † σεμνος [ συνωλετ ?
9999937 εἰσομεθα
σαφως των ἀντικρυς ἠδη ταις αἰσθησεσιν ὡμολογημενων , ὡς αὐτικα εἰσομεθα ἐκ της κατ ' αὐτον των τετραχορδων διαιρεσεως .
παρα το ὀν , οὐδεν ἀληθες οὐτε νοησομεν οὐτ ' εἰσομεθα . Ἐστιν οὐν , πατερ , ἀληθεια και ἐν
9999937 αἰσθητως
ἐστι σεληνης , ἀφ ' οὑ ἠρξατο σχηματος λαμβανειν αὐξησιν αἰσθητως , εἰς ἐκεινο κατα μειωσιν ἀνακαμπτουσης : αὐξεται μεν
: οὐχ ὁτι κἀκεινα ἐχουσι τα οὐρανια ἀλλ ' ὁτι αἰσθητως ἡμεις οὐ δυναμεθα αὐτα ἑρμηνευσαι . Φησιν ὁτι ὑπαρχουσι
9999937 Πελοποννησον
ἀπαγειν την στρατιην ἑκατον τε ἐτεων μη ζητησαι κατοδον ἐς Πελοποννησον . Προεκριθη τε δη ἐκ παντων των συμμαχων ἐθελοντης
ἐν Ἱκετισιν ἠ Δαναισι το γενος αὐτων . και την Πελοποννησον δε Πελασγιαν φησιν Ἐφορος κληθηναι : και Εὐριπιδης δ
9999937 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999937 κατηλθε
μεν ἐπι Προυσιαδος ἠγεν , ἐντευθεν δε ἐπι την Ποντικην κατηλθε θαλασσαν , και παρελθων την παραλιαν τοις κατα κορυφην
ἐκεινος , ἀλλ ' ἐκυσε μεν Αἰσχυλον , ὁτε δη κατηλθε , κἀνεβαλε την δεξιαν κἀνεικος ὑπεχωρησεν αὐτῳ του θρονου
9999937 κομιδης
, παραινεε τε προειπειν τοισι ἑωυτων ἑκαστους πυρα ἀνακαιειν : κομιδης δε περι την ὡρην αὐτῳ μελησειν ὡστε ἀσινεας ἀπικεσθαι
θαλατταν , αἰσθοισθε δ ' ἀν αὐτοι της ῥᾳονος αὐτων κομιδης . εἰ μεντοι βραδυτερον ἠ δει ἡμιν ἐλθοι ,
9999937 πικροτατα
ἀναθεωρησεως , μισοπονηρος μεν φαινεται δια το παντων των νομοθετων πικροτατα προστιμα θειναι κατα παντων των ἀδικουντων , δικαιος δ
ὑπο δε της προς τους ἀκληρουντας ὀργης ἡττασθαι , και πικροτατα μισουντας τους ὑπερ ἀνθρωπον φρονουντας , ἐν ταις εὐτυχιαις
9999937 κυριοι
στρατιωται εἰς ἑν ἁπαντες , ὁπλων τε και σημειων ὀντες κυριοι , Σικιννιου τινος Βελλουτου παροξυναντος αὐτους ἀφιστανται των ὑπατων
παντων ἠν ἀκυρος πλην της χλαμυδος , οἱ στρατηγοι δε κυριοι , ταυτα γαρ ἐδεδοκτο τῳ πεπομφοτι τους μεν ἐπιταττειν
9999937 θεολογια
και σοφιαν κρατιστην την ἐπιστημην αὐτου , ἡτις ἐστιν ἡ θεολογια . ἡ δε οὐσια τριττη κατα τους περι Πλατωνα
ὀνοματι προσαγορευεται , των δε ἀλλων ἐνηλλαξε τα ὀνοματα ἡ θεολογια , τον μεν Ποσειδωνα , τον δε Πλουτωνα καλεσασα
9999937 Κυκλωπων
. ὁς ὀψεται : Ὀδυσσευς πλανωμενος ἐπι την γαιαν των Κυκλωπων εἰσελθων εἰς το του Πολυφημου ἀντρον υἱου Ποσειδωνος ἑνα
ὑπεραχθεες αἰει . συρισδεν δ ' ὡς οὐτις ἐπισταμαι ὡδε Κυκλωπων , τιν , το φιλον γλυκυμαλον , ἁμᾳ κἠμαυτον
9999937 Σικελικην
ἑαυτου και ὑπομονητικῃ ψυχῃ ὑπεμεινε μαχας , ἡνικα ἐκτωντο την Σικελικην τυραννιδα , ἡν αὐτοις οἱ θεοι ταις ἑαυτων μηχαναις
γην οὐτε δια θαλασσης πολυ ἀπεχοντα ἐς Ναξον : την Σικελικην . βουλομενοι : φρονουντες . ἐπικαιρως : συντομως ,
9999937 κατοπτρῳ
του ὑψους ἠ το ἀκρον δηλαδη το Α ἐμφανησεται τῳ κατοπτρῳ μετακινουμενῳ : οὐ γαρ κατα πρωτην τυχον προσβολην της
στρεβλῳ κανονι βασανιζοντας εὐθειαν φυσιν ἠ προσωπον ὑδατι κλυδαττομενῳ ἠ κατοπτρῳ διεστραμμενῳ . και ἐπι μεν τον ἐκ της ἀγορας
9999936 νυκτερινα
κινδυνους και πνευματα και βασκανιαν , δαιμονας , ληστας και νυκτερινα συναντηματα , θηρια και ἑρπετα και φαντασματα . δει
, παντοιους δαιμονας οὐ φοβειται , οὐδε την Γελλω και νυκτερινα συναντηματα . δακρυα δε ὀνου συν ἐλαιῳ σμηξας και
9999936 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999936 εἰλικρινες
ἀχροωτερα δε , διοτι οὐκ ἀποκαθαιρει προσπιπτον το πνευμα το εἰλικρινες , ἀλλ ' ἐν τῳ αὐτῳ ἐγγυμναζεται πνευματι :
πιθανωτερον ἐστιν ἐν τῳ ἀερι , πολυ το καθαρον και εἰλικρινες ἐχοντι παρα την γην και το ὑδωρ , ἐμψυχα

Back