βασιλεα των Καινινιτων , ὑπαντησαντα συν καρτερᾳ χειρι , μαχομενος αὐτοχειριᾳ κτεινει , και τα ὁπλα ἀφαιρειται . Τουτον δε
ἡμερας παρελθῃ τις ἐπι την ἀρχην , κελευει την Ἐπινομιδα αὐτοχειριᾳ γραψαι κεφαλαιωδη τυπον περιεχουσαν ἁπαντων των νομων , βουλομενος
9999974 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999973 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999973 Ὀλυμπικον
αὐθαιρετον συμφοραν ἀπεχθανομενοι τε Ἠλειοις και σπουδην ποιουμενοι τιθεναι τον Ὀλυμπικον ἀγωνα ἀντι Ἠλειων , οἱγε ὀλυμπιαδι μεν τῃ ὀγδοῃ
. . ωνα [ ] Ῥοδιον : ἀγωνα τε και Ὀλυμπικον . . . λοκρινωλε . . . . .
9999972 Ποσειδωνιος
, τοσουτον εἰποντες μονον ὁτι των Παρθυαιων συνεδριον φησιν εἰναι Ποσειδωνιος διττον , το μεν συγγενων το δε σοφων και
πολιους : ἐκπινεται γαρ ἡ οἰκεια της τριχος ὑγροτης . Ποσειδωνιος δε φησιν : ἐν Συριᾳ ἐν τοις βασιλικοις συμποσιοις
9999971 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999971 Κατανης
και εὐτακτως ἐσθιων και ἀνθρωπικως . και Ὀνομαρχος δε ὁ Κατανης τυραννος και ὁ Κλεομενους υἱος συσσιτους εἰχον λεοντας .
μεγα , ἐξ ἡς καταρρει παμφαγου πυρος ναμα μεχρι πολιχνης Κατανης λεγομενης : ῥοιβδει δε δεινως ὡς ποταμος ἐκρεον :
9999970 διεκαρτερουν
' ἐπι των ἐλεφαντων ἐφεστηκοτες το μεν πρωτον ἀντειχον και διεκαρτερουν πανταχοθεν κατατιτρωσκομενοι , βλαψαι δ ' οὐδεν τους πολεμιους
παντων των ἀναγκαιων ἐκεινην μεν την ἡμεραν και την νυκτα διεκαρτερουν ὑπαιθριοι , πολλοις συνεχομενοι κακοις : δια γαρ το
9999970 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999970 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999970 μελαινα
ἐθεντο . τουτῳ δε ἡ μεν χροα παρα τους ἑτερους μελαινα : ὀλιγην δε ἐχει την οὐραν , των ἀλλων
σημαντικη καθ ' ὡν ἀν μαλιστα ποιηται την προσνευσιν . μελαινα δε ἠ χλωρα και παχεια θεωρουμενη χειμωνων και ὀμβρων
9999970 βλαστοι
, κυαμος ἐξωθεν ἐπιτιθεμενος , κυπαρισσου τα φυλλα και οἱ βλαστοι και τα σφαιρια τα νεα και μαλακα , κυπερου
μαλαχη ἀγρια , μαστιχη Χια , μελι , περσικης οἱ βλαστοι και τα φυλλα , ῥοδοδαφνη , ὀλυνθοι , ὀποβαλσαμον
9999970 ἀμεινονα
' ἐμειο πιθεσθε ἐνι φρεσιν : οὐ γαρ ὀιω ἀλλον ἀμεινονα μητιν ἐνι Τρωεσσι φρασασθαι . Αἰθ ' ὀφελον και
, εἰναι τε αὐτῳ παιδας : και Ὀνηγησιῳ τραπεζης κοινωνουντα ἀμεινονα του προτερου τον παροντα βιον ἡγεισθαι . τους μεν
9999970 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999970 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999969 γιγνωσκεις
, ἠδη διελθε μοι ταυτα τε και ὁσα του Πρωτεσιλεω γιγνωσκεις : και γαρ ἀν χαριζοιο τοις ἡρωσιν , εἰ
διανοουμαι ; οὐ τουτο λεγεις ; Ναι . Οὐκουν εἰ γιγνωσκεις ἐμου φθεγγομενου , δηλωμα σοι γιγνεται παρ ' ἐμου
9999969 τετρα
] τα ? [ τοιαυτα , δις , τρις , τετρα ] - κις : ὀλιγακις ? [ , πολλακις
ΑΒ της ΒΓ μηκει διπλασιων . λεγω , ὁτι δυναμει τετρα - πλασιων ἐστιν ἡ ΑΒ της ΓΒ . ἀναγεγραφθω
9999969 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999969 ἀπικοντο
στρατηγος Τιγρανης μαχομενοι τελευτωσι . Ἐτι δε μαχομενων των Περσεων ἀπικοντο Λακεδαιμονιοι και οἱ μετ ' αὐτων και τα λοιπα
ιζʹ . Χρονῳ δε οὐ πολλῳ μετεπειτα ἀνδρες Χιοι ἐμποροι ἀπικοντο ἐς την Φωκαιην : ἀκουσαντες δε των ἐπεων του
9999968 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999968 ἐστρατευοντο
γαρ ἐφερον ἐς ἀπιστιαν ὀνειδιζομενοι , εἰ και πολεμιῳ Ῥωμαιων ἐστρατευοντο : ἀλλ ' αὐτο δη τουτο και μαλιστα ὑπεδακνεν
ἡ συναφεια , μεγεθους αἰτιον γινεται μαλλον , οἱον ὁτι ἐστρατευοντο Ἑλληνες τε και Καρες και Λυκιοι και Παμφυλοι και
9999968 ἡμικυκλιου
ἀρα τριγωνον μειζον ἐστιν ἠ το ἡμισυ μερος του ΓΖΔ ἡμικυκλιου . ὁμοιως δη δειξομεν , ὁτι και το ΓΗΔ
ἐπι της ΑΓ τμημα κυκλου ἐφεστατω το ΑΕΓ μη μειζον ἡμικυκλιου κεκλιμενον προς το μη μειζον ἡμικυκλιου το ΑΔΓ ,
9999968 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999968 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999968 διεβαλλοντο
οἱ Χαονες . Γερητοθεοδωρους ] Γερητος και Θεοδωρος εἰς μαλακιαν διεβαλλοντο . ἐν Καμαρινῃ κἀν Γελᾳ κἀν Καταγελᾳ : Καμαρινα
ἐδωκεν ἡμιν * ληϊστορα : κλεπτην ἐνιπτον δε ἀντι του διεβαλλοντο , ἐλοιδορουντο τῳ Προμηθει ὁτι μη ἀει αὐτους νεους
9999968 ἀλλοτριᾳ
. Και τα μεν ὑμετερα εἰναι ἐγκτηματα λεγων ὡς ἐν ἀλλοτριᾳ . Ἐγκτηματα : τα ἐν τῃ ὑπεροριᾳ κτηματα .
περιεστηκεν ἡ δοκουσα ἡμων προτερον σωφροσυνη , το μη ἐν ἀλλοτριᾳ ξυμμαχιᾳ τῃ του πελας γνωμῃ ξυγκινδυνευειν , νυν ἀβουλια
9999968 φαυλοτερα
μικρα τα προ του προς τα νυν και τιμιωτερα τα φαυλοτερα και ἀτιμοτερα τα κρειττω , τι με την φθοραν
χειρων δε το εἰδος , αὐτῳ γε τῳ γραφοντι γιγνεται φαυλοτερα . δει γαρ με προτερον και αὐτον γενεσθαι Συμμαχον
9999968 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999968 γεγραμμενην
το ἐπιπεδον εὐθειας φαντασιαν ἀπολιπειν και την ἐν τῳ ἐπιπεδῳ γεγραμμενην περιφερειαν . και γαρ το ἐπιπεδον το ἐπ '
τας ἀληθινας : ἀσκησιν δε παριδων την ἀληθινην ἐπι την γεγραμμενην ὁρμᾳς . “ Προς τε τον ὀνειδισαντα αὐτῳ την
9999968 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999968 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999968 φυλαττουσι
χαρακτηριζεται . ἀλλως τε δη τουτο το ἑν στοιχειον εἰδοπεποιημενον φυλαττουσι , λεγοντες αὐτο εἰναι ὑλικον αἰτιον . ὡστε συμβησεται
Καλως δε εἰρηται , ὁτι τα συνῃρημενα την των ἐντελων φυλαττουσι κλισιν , και οὐχι τα πεπονθοτα την των ἀπαθων
9999968 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999968 συμφωνια
δʹ του γʹ ἐπιτριτος , ἐν ᾡ ἡ δια τεσσαρων συμφωνια . εἰ δε ἐν τῳ δʹ ἀριθμῳ το παν
ἀνειμενον πλειον ἐπιμιγνυται εἰς το ἰσοδυναμησαι : ὡστε ἐστι τις συμφωνια και ἰσοτης των ἐξ ὡν γινεται . Εἰ γαρ
9999968 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999968 ἀπεφαινοντο
εἰ τι ἀλλο τυγχανει τουτοις ὁμοιογενες ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν
και ἀριθμους κραθεντων των πρωτων στοιχειων . σχεδον οὐν ταὐτον ἀπεφαινοντο τοις ἁρμονιαν αὐτην τιθεμενοις , πλην ὁσῳ σαφεστερον οὑτοι
9999968 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999968 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999968 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999968 μαχομενη
καταλελειπται ἀρα μια προτασις ἡ λεγουσα οὐ πας ἀνθρωπος ἀντιφατικως μαχομενη : και γαρ ἐπι παντος χρονου και ἐπι πασης
ἀλογος κατα την εἰρημενην , ἀλλα πῃ μετεχουσα λογου και μαχομενη προς τον λογον . διο και τον του ἐγκρατους
9999968 περιεβαλετο
μυριαδας διακοσιους . ἀπολαβουσα δε τον Εὐφρατην ποταμον εἰς μεσον περιεβαλετο τειχος τηι πολει σταδιων ἑξηκοντα και τριακοσιων , διειλημμενον
και ὑγιης ἀφριζοντι ] ἀφρουντι εἰδηνατο ] καθ ' ὁμοιωσιν περιεβαλετο χροιην ] κατα το χρωμα πελλισι δε σκαφισι ,
9999968 κατεκαυσεν
ἐγημε : τας δ ' ἀλλας ζωσας ἐν κωμηι τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν Ἱεραν
τον των ἀργυρασπιδων ἡγουμενον συλλαβων και καταθεμενος εἰς σειρον ζωντα κατεκαυσεν , Εὐδημον δε τον ἐξ Ἰνδων καταγαγοντα τους ἐλεφαντας
9999967 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999967 κτητικαι
ϲυ ἱ , αἱ δε παραγωγοι , ὡϲ παϲαι αἱ κτητικαι , αἱ και διπροϲωποι καλουνται . παραγον - ται
ἡ ἐγκλινομενη γενικη πρωτοτυπος κτητικην συνταξιν ἀνεδεξατο , εἰπερ αἱ κτητικαι των ἀντωνυμιων ἐγκλισιν ἀνεδεχοντο : κἀν οὑτω γαρ κατεκρατησεν
9999967 Λακεδαιμονιος
ἐποιησε πολιν . βοηθησαντες δε ἐς αὐτο Πασιτελιδας τε ὁ Λακεδαιμονιος ἀρχων και ἡ παρουσα φυλακη προσβαλοντων των Ἀθηναιων ἠμυνοντο
σε , σπευδων τοι ξενος γενεσθαι . . Χιλων Δαμαγητου Λακεδαιμονιος . οὑτος ἐποιησεν ἐλεγεια εἰς ἐπη διακοσια , και
9999967 ἐφησεν
εὑρηται ἡ παις πεφονευμενη και παρεστως ὁ παις ἐπερωτωμενος οὐκ ἐφησεν ἀνῃρηκεναι την παιδα , ἐδεδετο κατα τον νομον ,
προσωπον γινομενης , ὁ Κατιλινας κατ ' οὐδενα των τροπων ἐφησεν ἑαυτου καταγνωσεσθαι φυγην ἑκουσιον και ἀκριτον . ὁ δε
9999967 Συρακουσων
κατα την προτεραν φιλιαν πεισθεντες . ἀφικομενων οὐν ἐκ μεν Συρακουσων Ἑρμοκρατους και ἀλλων ἐς την Καμαριναν , ἀπο δε
κολπωι , μικρον ὑστερον της [ ἀπο ] Κροτωνος και Συρακουσων κτισεως ἀποικισθεντες ὑπο Εὐανθους : Ἐφορος δ ' οὐκ
9999967 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999967 προσαγορευομενη
ἀπηλλακται δε του ξηραινειν και στυφειν . ἡ λυκαψος δε προσαγορευομενη ῥιζαν ἐχει στυπτικωτεραν ταυτης . της δ ' ὀνοχειλου
κατ ' ἀντικρυ νησος ἐστι πελαγια κατα τον ὠκεανον ἡ προσαγορευομενη Βασιλεια . εἰς ταυτην ὁ κλυδων ἐκβαλλει δαψιλες το
9999967 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999967 Ἐπαφροδιτος
του Διος , ὡς δηλοι Νυμφιος ὁ φιλοσοφος . Οὑτως Ἐπαφροδιτος ἐν Ὑπομνηματι θʹ Ἰλιαδος , παρατιθεμενος Κλειταρχον Αἰγινητην λεξικογραφον
οἱ δικασται : ἠσαν δε κογχαι τινες , ὡς φησιν Ἐπαφροδιτος ἐν ταις Λεξεσιν . τας χοιρινας ] ἠγουν τας
9999967 δοξαζουσι
εἰδοτες διαφοραν ἀκολαστου και ἀκρατους συγκεχυμενως , ἠτοι ἀδιαφορως , δοξαζουσι τον ἀκολαστον ἀκρατη εἰναι και τον ἀκρατη ἀκολαστον .
Εἰ οὐν δικαιως , τα ἐργα και το παρα τοις δοξαζουσι βελτιον : εἰ δ ' οὐ δικαιως , ἐπι
9999967 στρατευμασι
Ξερξης ἐξηρτησε την θαλασσαν ναυσι και κατεσπειρε την ὁλην γην στρατευμασι και ἐσκεπασε τοις ὁπλοις τον ἀερα και ἐπληρωσε την
ἑτερα κωλων ιζʹ . + εἰωθασιν οἱ περιλειφθεντες ἐν τοις στρατευμασι κομιζειν εἰς τους οἰκους των ἀπολωλοτων ὁσαπερ ἐτι ζωντες
9999967 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999967 φανεισαν
μεν „ εἰπε ” μη παραστηναι σοι την φαντασιαν ἠ φανεισαν ἡσυχασθηναι ἠ , εἰ και διηγειτο τις , μακραν
σεληνιακων ἐκλειψεων , ὡς την ἐν μεν Ἀρβηλοις πεμπτης ὡρας φανεισαν , ἐν δε Καρχηδονι δευτερας , ἀναγραφης ἠξιωσθαι ,
9999967 φαυλοτεροι
ἰοβολου . Καππαδοκαι φαυλοι μεν ἀει , ζωνης δε τυχοντες φαυλοτεροι , κερδους δ ' εἱνεκα φαυλοτατοι . ἠν δ
ἀκολαστος εὐμαθης : κρεισσων ἰδιωτης δικαιος ἠ ἀρχων ἀδικος . φαυλοτεροι : ἀντι του ἀμαθεστεροι προς τους ξυνετωτερους : συγκρινομενοι
9999967 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999967 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999967 συνεβαινεν
κατα τας ἐκκειμενας ὑποθεσεις ἐπιλογιζομενων , ὁπερ ἀν αἰσθητον πανυ συνεβαινεν μη συμπαραλαμβανομενης της περι την ἀνισοτητα του ἐνιαυσιου χρονου
υι διφθογγου γινεσθαι ἐκβαλλομενου του ο , καθοτι δυο ἀτοπα συνεβαινεν ἀν , το τε ληγειν εἰς συμφωνον την υι
9999967 ἱδρωτας
καμνουσιν ἐπιτιθεμενον ἐπι το στερνον ὀνηϊστον : ἀγει γαρ αὐτοις ἱδρωτας την χροιαν χολοειδεας . Των ἀνθεων της ἀνεμωνης κεκαθαρμενων
προσωπον και τινας περι τον τραχηλον και το προσωπον ὀλιγους ἱδρωτας προσκαλεσασθαι . των δε κωλων τινος παθοντος , καμψεις
9999967 Ἀμφιτρυωνος
μαλλον παρ ' Αἰγυπτιων και Ἑλληνων οὑτοι οἱ θεμενοι τῳ Ἀμφιτρυωνος γονῳ τοὐνομα Ἡρακλεα , πολλα μοι και ἀλλα τεκμηρια
ἀρετην ἠξιωθη της αὐτης τῳ θεῳ προσηγοριας ὁ Ἀλκμηνης και Ἀμφιτρυωνος υἱος , ὡστε δυσδιακριτα γεγονεναι τα του θεου ἰδια
9999967 ἐνεργητικου
βιας . προβουλευοντες δε εἰρηκως προβουλευομενοι ἐδηλωσε : δια του ἐνεργητικου το παθητικον . , , . = , ,
λογῳ της παραληγουσης του πρωτου προσωπου των πληθυντικων του ἰδιου ἐνεργητικου ὠφειλε γραφεσθαι τετυφαμμαι και ἐτετυφειμην . Το γαρ πρωτον
9999967 ἀπεκαλουν
ὡς θαυμαστον τι θεαμα θεωμενοι : και μακαριον τον βασιλεα ἀπεκαλουν , ὁτι ἐξεστιν αὐτῳ τουτων ἀπολαυειν , και ἑτερα
: τοις γαρ δυνατωτατοις φθονουντες την ἐκεινων ὑπεροχην δεσποτειαν αὐτων ἀπεκαλουν . διοπερ ἐξεπεμψαν πρεσβεις τους ἐπαινουντας ἐν Συρακουσαις και
9999967 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999967 ἀδελφοις
την οἰκιαν και των ὀντων ἁπαντων μετεδωκα , οὐχ ὡς ἀδελφοις οὐσιν , νομιζων δ ' ἀναγκαιον εἰναι μοι ,
αὐξηθηναι τον Ἐρωτα . ἐσται δε αὑτη φυσις τοισδε τοις ἀδελφοις : ἀλληλοις αἰτιοι της αὐξης ἀμφω γενησονται . ὁρωντες
9999967 ἀφροδισιοις
, ἐπει παντες χαιρουσι πως και ὀψοις και οἰνοις και ἀφροδισιοις , ἀλλ ' ὁ ἀκολαστος οὐχ ὡς δει .
πασχει δε και ἀνηρ τοιουτῳ παθει , ὁταν μη κεχρηται ἀφροδισιοις ἐπι πολυν χρονον . Κισσα λεγεται , ὁταν ἐν
9999967 πικριαν
ἐγω βεβαιοτεραν την της πατριδος ἡγουμενος μαρτυριαν ἠ την Τιμαιου πικριαν , θαρσων ἀποφαινομαι , μηδενι τον Δημοχαρους βιον ἐνοχον
, ἐαν τον ἰδιον χυλον ἀπολεσῃ , τουτεστι την ἰδιαν πικριαν , και τας γαστερας ἐμφραττῃ : γλυκαινε δε την
9999966 ἀδελφιδους
, ἀλλα και ὁ ἀνεψιος και ὁ ὑιδους και ὁ ἀδελφιδους και ἱνα νομικωτερον σοι περι τουτων ἐπεξελθοιμι , οἱ
' ἐχειν : και ἐπ ' ἐκεινῳ Καλλιστρατος δυναμενος και ἀδελφιδους ὠν αὐτου οὐκ ἐτιθει νομους . και Μυρωνιδης ὁ
9999966 σφοδροτερα
. ἁμα δε και δια το ὀξεις οἱ μελαγχολικοι εἰναι σφοδροτερα ἐχουσι τα παθη : το δε ὑπο μειζονος ἡττηθηναι
παρ ' ὑμιν οὐκ οὐσα οὐκ ἠν ἀρετη , ἀλλα σφοδροτερα κακα ἀπελαυνουσα ὑμων ; ποια ἀττα ; εἰπεν .
9999966 χαλεπωτερος
ἀποκεχωρισται : Ἡσιοδος ἐν Θεογονιᾳ : ἀλλος ἐξ ἀλλου δεχεται χαλεπωτερος ἀθλος : εἰναετες δε θεων ἀπαμειρεται αἰεν ἐοντων ,
: ἐπει και ὁλως ἀν διειργασμενην λαβῃ την γην , χαλεπωτερος : μανης γαρ οὐσης , ἐσικνειται μαλλον : ἀπαθεστεραι
9999966 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999966 οἰκοθεν
οὐτ ' εἰ ἐστι τι αὐτος τοπαραπαν , οὐτε εἰ οἰκοθεν ἐλαυνεται , οὐτ ' εἰ οἰκαδε ἐπιθυμει : ἀλλ
αὐτους ] τους ἀδελφους . . αὐτοστονος , αὐτοπημων ] οἰκοθεν στεναζουσα , αὐτοβλαβης . . ἐν ἑαυτῳ τον στονον
9999966 μισθοφορους
παρ ' αὐτον ἀφικετο ἐκ Μηδιας , ἐχων τους τε μισθοφορους ἱππεας , ὡν ἡγειτο αὐτος , και Θεσσαλων τους
και των ὁπλων του γενους ἑκαστου τυπον δια το τους μισθοφορους ἐκ πολλων ἐθνων συνεστηκεναι : ἐσπευδε γαρ ἑκαστον των
9999966 ἐκοσμησαν
φιαλαις , ἁ ἠν ἐπαθλα των ἀγωνων , τον ἑαυτων ἐκοσμησαν οἰκον , των της νικης στεφανων μεταλαβοντες . λαμπει
κατασκευασμασιν ἀνυπερβλητοις , τας δε πολεις ἀναθημασι πολυτελεσι και παντοιοις ἐκοσμησαν . και τα μετα την τελευτην δε γινομενα των
9999966 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999966 Κορωνιδος
ἑαυτου οἰδεν . γνωμαν : την προγνωσιν την περι της Κορωνιδος . πεπιθων : ἀντι του πεισθεις ὑπο του κοινωνου
] * Οὑτω λεγε τουτο : Το λημα της καλλιπεπλου Κορωνιδος , ἠτοι ἡ Κορωνις , ἐσχε και ἐλαβε τοιαυτην
9999966 εὐδοκιμησαι
παθειν ἐστιν ὀφειλομενον . και τουτον ἐν τε τῳ παραυτικα εὐδοκιμησαι και ἐπιτηδειοτερον ἐς το ἐπειτα Ἀλεξανδρῳ γενεσθαι . Ἐν
ἐς ἁπαν και ἐς ληθην ὀλιγου δειν ἡκουσαν ἀνθρωποις . εὐδοκιμησαι δε Γοργιαν λογων ἑνεκα ἐν τε πανηγυρει τηι Ὀλυμπικηι
9999966 ἀφαιρεθεις
γαρ ὁ ΑΒ ἀριθμου του ΓΔ μερη ἐστω , ἁπερ ἀφαιρεθεις ὁ ΑΕ ἀφαιρεθεντος του ΓΖ : λεγω , ὁτι
' οὐδεν : ἐπει δε μετεκληθη , ἀπετισε Παυσανιας και ἀφαιρεθεις την ἀρχην ἰδιωτης ἀντι στρατηγου γινεται . εὐθυς γαρ
9999966 αὐτοκρατορ
ζωπυρησας καθαπερ ἐκ παλιγγενεσιας ἀνηγειρας : διατηρησον την χαριν , αὐτοκρατορ , ἱνα μη ὁ σος Ἀγριππας ἀποταξηται τῳ βιῳ
εὐϲαρκιην . Τας προσταχθεισας ἐπιτομας παρα της σης Θειοτητος , αὐτοκρατορ Ἰουλιανε , προτερον , ἡνικα διετριβομεν ἐν Γαλατιᾳ τῃ
9999966 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999966 ἀπεκτειναν
τουτους μεν οὐν οἱ ταχθεντες ὑπο των νομων ἑνδεκα ἀρχοντες ἀπεκτειναν , οὐχ οἱον ἠδικηκοτας τι την πολιν , ἀλλα
δε κυριευσαντες τον Μελαγχρον και την Κλεομητραν βαλλοντες τοις λιθοις ἀπεκτειναν . και τον ταφον αὐτων δεικνυουσιν και νυν ἐτι
9999966 πατρικα
Κρονος συν Ἡλιῳ τον μεν πατερα κακοθανατον , τα δε πατρικα φθειρει , και πλειον το κακον ἐν νυκτερινῃ γενεσει
και φειδωλος και σεσινωμενος , τα τε κτηματα και τα πατρικα φθειρεται ὁσα τῳ παιδι καταλειπεται , ἀλλ ' οὐτε
9999966 ἀπειχοντο
. οἱ μεν γαρ δια τας προϋπαρχουσας ἐχθρας οὐδεμιας ἐπηρειας ἀπειχοντο κατα των μισουμενων , ἐχοντες ἐξουσιαν διατιθεναι παν το
ἐχειν . Εἰ μεν γαρ των αὐτων νεκρων σωματων και ἀπειχοντο της ἁφης και ἡπτοντο , ἠν ἀν τουτο προς
9999966 ὀνειδιζεις
τυχοις , εὐχης ἀν ἐφιχθαι δοξαις , ταυθ ' ἡμιν ὀνειδιζεις ; και ὡν χαριν ἀν τοις θεοις ἐχοις ,
Θηβων θαυμαζεις , ἐμε δε εἰ μη εἰμι πολιτης , ὀνειδιζεις ; και Ἡρακλεα μεν ὡς ἀριστον ἀνδρα γεγονοτα ἐπαινουμεν
9999966 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999966 πιστευει
ἁμα και ἐπεστρεψε τους ἀκουοντας και την πιστιν προκατελαβε : πιστευει γαρ ἑκαστος των ἀκουοντων ἐννοων , ὁτι οὐκ ἀν
τους λογους και των φιλων οἱ ἐντιμοτατοι και οἱς μαλιστα πιστευει τα τοιαυτα οὐκ ἀπετρεψαν : ἐτι δε και ἡ
9999966 πλησιαζει
και φιλανθρωπια , ἐκεινοις οὐ προσεισι κακοηθεια , ἐκεινοις οὐ πλησιαζει συκοφαντια , διαβολη δε και πορρωθεν ἀπεληλαται . Εἰς
ἀνομοιῳ . και ἐφ ' ὁσον μεν τῳ κατα φυσιν πλησιαζει , ἡττον ἐστι κινδυνωδες , ἐφ ' ὁσον δε
9999965 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999965 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999965 σπουδαζοντα
Και τους ἐπιτηδειους καιρους δεινως στοχαζομενα τουτοις ἀνυπερθετως κεχρηνται , σπουδαζοντα οὐ τοσουτον τους ἐχθρους χειρι καταγωνισασθαι , ὁσον ἀπαταις
ἡν ἐκεινας ἀνεστησαν ” . Ἀριστοτελης ὁ φιλοσοφος ἰδων νεον σπουδαζοντα περι τας θεας , „ ὁρα „ , εἰπεν
9999965 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999965 λαμβανουσα
. , . : γαστηρ : ἡ παντα τον βιον λαμβανουσα και μη πληρουμενη . οὑτω Φιλοξενος . . .
, και μη οὐσῃ : τῃ γαρ του πεπονθοτος εὐφροσυνῃ λαμβανουσα την συστασιν , οὐ τῃ αὑτης φυσει , ἱκανως
9999965 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999965 Σελευκεια
. . . . . . ξθ ∠ ʹ λε Σελευκεια προς Βηλῳ . . . . . . .
πολεως της Τρωϊκης , ἱερευς ἱερειτης , Μαρωνεια Μαρωνειτης και Σελευκεια Σελευκειτης ' . . . α . το α
9999965 ἐργαζομενη
των σχηματων διαφορας : οὐ μονον ἐν τῳ ἀερι μεγαλας ἐργαζομενη τροπας και κατακρατουσα αὐτου και μυρια ἐπιτηδεια ἐργαζομενη ,
προδηλοι κριϲιν ἱδρωταϲ τιναϲ ἠ νοτιδαϲ ἠ τιναϲ τοιαυταϲ μερικαϲ ἐργαζομενη κενωϲειϲ ἠ ϲημαϲιαϲ μη γεγονυιαϲ προτερον ἠ και πεψεωϲ
9999965 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999965 Αἰθιοπικον
ἀρχης αὐτου ἐκπτωσιν αὐταρκεις , οὐχ ἡττον γε και στρατοπεδον Αἰθιοπικον προς φυλακην ἐπεταξε τοις παρ ' Ἀμενωφεως του βασιλεως
παλαιον . Ἠν τας ἰξυας ἀλγεῃ , ἀνισον και κυμινον Αἰθιοπικον πινετω , και θερμῳ λουεσθω , και ἀπο θερμου
9999965 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999965 αὐτοκρατορι
μεν ἀπεβιω , ὁ δε μεγιστος Ἰουστινιανῳ τε τῳ Ῥωμαιων αὐτοκρατορι και τοις Γοτθοις πολεμος ξυνερραγη , τοτε δη οἱ
κατ ' ἐπιτομην και την αἰτιαν δηλουσα της ξυγγραφης . αὐτοκρατορι μεγιστῳ , βασιλει βασιλεων Μεχεμετει , εὐτυχει , νικητῃ
9999965 ἐπεμελειτο
και τους βιους ταττων ἀνομοθετητον ἑαυτῳ τον βιον κατεσκευαζεν . ἐπεμελειτο δε και της ὀψεως , την τε τριχα την
ἀλλα συνεσπειραμενην ἐχων την των συν ἑαυτῳ ἑξακοσιων ἱππεων ταξιν ἐπεμελειτο ὁ τι ποιησει βασιλευς . και γαρ ᾐδει αὐτον
9999965 χαρακτηρων
οὐτε καινον οὐτε περιττον ἐπετηδευσαν , ἀλλα ἀπο τουτων των χαρακτηρων και παρα τουτους τους κανονας τας ἑαυτων λεξεις κατεσκευασαν
και ἀλλων ἀπογραφεσθαι γραμματων , ὡς αἱ των ἰδιογραφων λεγομενων χαρακτηρων ἐπινοιαι δηλουσι , και τα αὐτα νοηματα δι '

Back