, οὐδε χειρων οὐδε ποδων . δημου δε ἠν ὁ Χαιρεφων Σφηττιος . τουτῳ και ἡ Πυθια δοκει τον περι
εἰληφοτας και στεφανον . εἰεν . καλος ὁ καιρος , Χαιρεφων . Και συ μεν την δευτεραν τραπεζαν εὐτρεπη ποιει
9999983 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999977 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999977 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999977 ἀντειχοντο
ὡς και οἱ φιλοσοφοι : οἱ δε ῥητορες ἀδιαφορως καλουσιν ἀντειχοντο : ἐφροντιζον και ἀντεποιουντο και ἐπεμελοντο , ἐρωτι δηλονοτι
ὁτι , οἰμαι , της σεμνοτητος ὡς οἱον τε μαλιστα ἀντειχοντο και κρειττονα ἠ κατα τους πολλους τα ἠθη παρειχοντο
9999975 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999975 ἀμφισβητουντας
ἐχοντας δε αὐτους ἀποκρινασθαι θανατῳ ζημιουν , ἁτε οὐ προσηκοντως ἀμφισβητουντας γενους τε και ἀρχης . Οἰδιπους δε ἀρα ἀφικετο
δυναστειων κατεσκευασεν , ἐπιεικως προσφερομενος τοις κρατηθεισιν . Ἀθηναιους γαρ ἀμφισβητουντας της ἡγεμονιας νικησας ἐπιφανει μαχῃ , τους μεν τετελευτηκοτας
9999975 καταλληλα
και σφοδροτητα ἐργαζηται . ἐστωσαν δ ' ἁπαντα μετρια και καταλληλα κατα τε ποιοτητα και ποσοτητα τῃ του καμνοντος φυσει
μη καταλληλα ἐν τοις προκειμενοις , ταυτα δια της ἐγκλισεως καταλληλα ποιησαι , των ἀγρων μου ὁ καρπος , τῳ
9999975 προεθετο
ἐστιν ἡ ζητησις , δειξαι τουτο και ἐκ της ἐναργειας προεθετο , ἐδει δε τουτο και ἐπι των τεσσαρων προβληματων
τῳ ἐξ ἀρχης σκοπῳ , ὁν περι της ἀποδεικτικης ἐπιστημης προεθετο , οὑτως ἐνταυθοι παραδιδωσι . δοκει δε τῃ ἀποδεικτικῃ
9999974 παραλληλα
αἱ κοιναι αὐτων τομαι παραλληλοι εἰσιν . Δυο γαρ ἐπιπεδα παραλληλα τα ΑΒ , ΓΔ ὑπο ἐπιπεδου του ΕΖΗΘ τεμνεσθω
ΒΓ παραλληλοι εἰσιν ἀλληλαις . παλιν , ἐπει δυο ἐπιπεδα παραλληλα τα ΝΗΞ , ΒΕΓ ὑπο τινος ἐπιπεδου του ΑΗΚ
9999974 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999974 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999974 ἀκριβολογεισθαι
. Ὀνυχιζειν και ἐξονυχιζειν ταὐτον , τιθεται δε ἐπι του ἀκριβολογεισθαι : το δε ἀπονυχιζειν το τας ὑπεραυξησεις των ὀνυχων
κυμινα πριστειν † : ὁτι δει τον ἐν κακοις ὀντα ἀκριβολογεισθαι . Κακον κακῳ ἑπεται . Κενην ψαλλεις : ἐπι
9999974 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999974 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999974 ἀμφισβητουντων
διπλους ὁρος γινεται , ἀλλα και ἀλλως ὡς ἐπι των ἀμφισβητουντων περι της ἱερωσυνης : ἐνταυθα γαρ οὐκ ὀντος κατορθωματος
ἐπι των δυο ἰατρων των ἀνελοντων φαρμακῳ τον τυραννον και ἀμφισβητουντων ἀλληλοις της δωρεας , ἐν δε τῳ ὁρῳ ἐκ
9999974 Χαιρεας
? ? , αἰδουμενη ? ? ? καταφωρος γενεσθαι . Χαιρεας ? ⌈ δε νεανιας ⌉ ⌈ εὐφυης και μεγαλοφρων
χειμων εἱστηκει και πανταπασιν ἀδυνατον ἐδοκει τον Ἰονιον περαιουσθαι : Χαιρεας δε ἐσπευδεν , ἑτοιμος ὠν δια τον ἐρωτα ζευξας
9999974 ἀποκαθαιρει
. και ὁ χυλοϲ δε του καρπου τα ἐν ὀφθαλμοιϲ ἀποκαθαιρει . Δρυοϲ ἁπαντα τα μορια ϲτυφουϲηϲ μετεχει ποιοτητοϲ ,
, χρηϲιμον δε ἐϲτι προϲ πιτυρα και ἀχωραϲ και ἐφηλειϲ ἀποκαθαιρει και το προϲωπον λευκαινει και ἀποϲμηχει και προϲφατον ποιει
9999974 προσεθετο
, κατεγινωσκεν ἀει της μοιρας ὡς ἀτυχουσης ἀμειλικτως και Σεξστιῳ προσεθετο , εὐμενιζομενος δι ' αὐτου Καισαρα . προσεθεντο δε
ἀρετη . λεγω δε την ἠθικην . τουτο πανυ ἀκριβως προσεθετο δια τας θεωρητικας , αἱ οὐ τῳ μεσῳ χαρακτηριζονται
9999973 παραλλαγην
ἡ δε δευτερα δυο , ἐπι τετραγωνον ἐγηγερμενη , μιαν παραλλαγην ἐχουσα παρα της ἐπι της βασεως γωνιας , ὑπο
γαρ τον ἰχθυν ἐγχυλον , μικραν ἐχοντα των ὠμων την παραλλαγην , οὐχ οἱον ὑγραν τροφην ἐπιζητουσιν , ἀλλ '
9999973 στρατευματι
τῃ ἐπιγιγνομενῃ ἡμερᾳ ἐξηταζοντο και ἐλαθον αὐτους παντι ἠδη τῳ στρατευματι ἐκ της Κατανης σχοντες κατα τον Λεοντα καλουμενον ,
' αὐ Κυρος ταυτα ἰδων περιισταται τον λοφον τῳ παροντι στρατευματι , και προς Χρυσανταν πεμψας ἐκελευε φυλακην του ὀρους
9999973 σκοπουντες
μαλλον ἑτερων τυχον μεν και ἀλλως , ἐτι δε κἀκεινο σκοπουντες ὁτι μηδεν ἰδιᾳ μοι διαφερει , μηδε ὀχλησιν τινα
τε τῃ ἠπειρῳ στρατοπεδευομενοι και προσβολας ποιουμενοι τῳ τειχει , σκοπουντες καιρον εἰ τις παραπεσοι ὡστε τους ἀνδρας σωσαι .
9999973 πολυτελεσι
των ναυτων και ταις ὑπηρεσιαις και τἀλλα σημειοις και κατασκευαις πολυτελεσι χρησαμενων , και ἐς τα μακροτατα προθυμηθεντος ἑνος ἑκαστου
αὐτος δε ἐπιλεξαμενος τετρακοσιους Περσων τους μεγιστους , ἐσθησι τε πολυτελεσι και χρυσῳ κεκοσμημενους ἱππων τε και τοξων παρασκευῃ ,
9999973 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999973 Κυπριους
: ἀπεκτεινε δε και ἀλλον ἀδελφον γεγονοτα ἐξ Εὐρυδικης , Κυπριους ἀφισταντα αἰσθομενος . Μαγας δε ἀδελφος ὁμομητριος Πτολεμαιου παρα
διαφορων ἐν Ὀρθαννῃ δια τουτων : δεινον μεν ἰδοντα παριππευσαι Κυπριους ἀρτους : Μαγνητις γαρ λιθος ὡς ἑλκει τους πεινωντας
9999972 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν
9999972 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999972 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999972 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999972 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999972 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999972 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999972 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999972 εὑρισκομενης
ἀνισου τε και ἀνωμαλου και της ἀκριβους ὁμοιοτητος οὐδε παμπαν εὑρισκομενης , οὐπω λεγω κατα τα προσωπα , ἀλλα κατα
ἐστι , και της διαιρεσεως των κεφαλαιων φανερως ἐκ τουτων εὑρισκομενης : εἰ γαρ το πολιτικον ζητημα περι προσωπα και
9999972 σκοπος
ἰασιν ; και λεγομεν ὁτι οὐδε προς μιαν αἰτιαν ὁ σκοπος : το μεν γαρ τευτλον συνθετον κεκτηται την δυναμιν
πρωτον μεν γαρ αὐτου δει του που ποθ ' ὁ σκοπος στοχασασθαι , και ὁ τοτ ' ἠν παρα των
9999972 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999972 διαφορητικης
τας αὐξησεις ἀφαιρειν μεν τι ταυτης , προστιθεναι δε της διαφορητικης : ὁταν δ ' εἰς την οἰκειαν ἀκμην ὁ
κινναμωμου διπλασιον αὐτο βαλλουσιν : λεπτυντικης τε γαρ ἐστι και διαφορητικης , εἰ ποθειη , δυναμεως . Βρεττανικης τα φυλλα
9999972 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999972 πλατεως
ποιων τῃ αὐτοθι δηλονοτι οἰκησει τον Ἀλφειον τον ποταμον τον πλατεως ῥεοντα , και ὁ τιμων ἀπο κοινου , το
: του γαρ ἐκ κεφαλης ὁλκου μεχρις ὀμφαλου ἁδρου και πλατεως ὀντος , εἰκος ἐστιν ἐχειν και τας φολιδας πλατειας
9999972 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999972 σημαντικοι
ἀγορᾳ μαγειροι οἱ τα κρεα κατακοπτοντες και πιπρασκοντες κινδυνων εἰσι σημαντικοι [ και βλαβης ] . και τους νοσουντας ταχιον
ταις δικαις συνηγορους σημαινει . Διοσκοροι τοις πλοϊζομενοις χειμωνος εἰσι σημαντικοι , τοις δε ἐν γῃ οὐσι στασεων ἠ δικων
9999972 ἀπορουντι
ἐπ ' ἀκρῳ τε και τῳ προς την γην : ἀπορουντι δε μοι προφανηναι τον τροφεα Ζωσιμον ἱππον ἐχοντα ἐν
βιασθεις : ἀπαραι δε βουλομενον καταπνεοντες ἐναντιοι ἀνεμοι διεκωλυον . ἀπορουντι δε αὐτῳ ὑπερ των ἐνεστωτων , οἱ μαντεις ἐφασαν
9999972 ἀνασκευης
ἐν τῃ κεφαλῃ μετα ὀστου διακοπης : ὑγιαζει γαρ χωρις ἀνασκευης , ποιει και προς νυγματα και σκολοπας , ἀνθρωποδηκτα
της τροφης πληθος . τοις δε δευτεροις βαλανειοις τους μεν ἀνασκευης χαριν πυρετων λουομενους τοις αὐτοις οἰνοις ἐπιμενειν δει :
9999972 ποριζει
νους : ὁταν ᾐ πεποικιλμενος ὁ πλουτος συν ἀρετῃ , ποριζει τα εὐφραινοντα , και τα ἑαυτου και τα ἀπο
και μηδεν μερος ἐων του παντος ἀδιερευνητον ἀει και πανταχου ποριζει ταυτα , δι ' ὡν ἡδονην συναυξησει : καθαπερ
9999972 ἐκλειπτικων
τον ὁριζοντα . τουτων δ ' ἑκατερον ἐν ἑκαστῳ των ἐκλειπτικων χρονων πλειστην ἀν και ἀπεριληπτον παρασχοι περι τας μετα
μειζων ἡ κατα πλατος μηνιαια παροδος γινηται της ὑπο των ἐκλειπτικων ὁρων του ἡλιου περιεχομενης , κἀν ἀδιαφορως ταις τε
9999972 κιθαριζειν
, ἀμφω γαρ ἐργα πολεμου : τους δε φωνασκειν και κιθαριζειν εἰδοτας φιλονεικεις ἀναμιγνυναι τοις στρα - τιωταις . μη
παθος . τον γαρ Ἡρακλη ὁ Λινος ἐτι παιδα ὀντα κιθαριζειν ἐπαιδευεν : ἀμουσοτερον δε ἁπτομενου του ὀργανου , ἐχαλεπηνε
9999972 ἐρωτικας
ἐκτρωσμους και φιλων ἀχαριστιας και ψογον δια γυναικα και διαθεσεις ἐρωτικας ἠ μοιχειας και χωρισμους γυναικων και συγκρουσεις ἠ και
πιεσθωσιν , οὐκετι κρατειν ἑαυτων δυνανται , προς δε τας ἐρωτικας μιξεις ἐπειγομενοι κωμαζουσι και θυραυλουσι , μεχρις ἀν τον
9999972 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999972 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999972 Τειρεσιου
το ἐκ της περιφρασεως νοητον ἀπηντησε . ψυχη γαρ Θηβαιου Τειρεσιου ἐστιν ὁ Τειρεσιας . διο ἐπηνεγκεν ἐχων , οὐκ
Μοψιον δ ' ὠνομασται οὐκ ἀπο Μοψου του Μαντους της Τειρεσιου , ἀλλ ' ἀπο του Λαπιθου του συμπλευσαντος τοις
9999971 συμπληρουσι
, ὁτι ἐπειδη το σημαινομενον ἑν ἐστι , ταυτα δε συμπληρουσι την οὐσιαν του σημαινομενου πραγματος , δια τουτο εἱς
: τα γενη και τα εἰδη των ἀτομων οὐσιων οὐσιαν συμπληρουσι , τα δε οὐσιαν συμπληρουντα οὐσιαι εἰσι , τα
9999971 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999971 δριμυτατον
' αὐτους χρη μεθ ' ἁλων ἐπι πλειστον . Ἀδαρκιον δριμυτατον ἐστι και θερμαντικωτατον : διο και καθ ' αὑτο
παντι καιρῳ προϲ ἀχωραϲ τεμνον και διαφορουν και ἀποκρουομενον , δριμυτατον δε ἐϲτι . διαφορει δε καλλιϲτα και κρινου ῥιζα
9999971 συμβουλευουσι
προαιρησονται συμβουλευειν μη ὀρθως . εἰ δ ' αὐ ταὐτα συμβουλευουσι , τι δει παντας αὐτους συμβουλευειν ; εἱς γαρ
φυτευειν . ἀλλοι δε ἀπο τεταρταιας αὐτης ἑως ὀκτωκαιδεκατης φυτευειν συμβουλευουσι . τινες ταις προσεληνοις μοναις , τουτεστι ταις πρωταις
9999971 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999971 σκευαζειν
. τιμωρεισθαι . και ἀντικαταλλασσεσθαι . ἀρτυειν γʹ : το σκευαζειν . το ἐπιβουλευειν . και το τελειουν . ἀσαι
ψυχρα δυσκρασια , τουτῳ μαλλον ἁρμοζει κεχρησθαι . δει δε σκευαζειν και αὐτο οὑτω : κροκου . . . .
9999971 ἀνακαθαρσεως
ὁ ἀριστος γεωργος συνεργει τῃ φυσει δια της ἀροτριασεως και ἀνακαθαρσεως . Τα ἐν τῃ γενεσει και φθορᾳ εἰδη πασχει
ἐστιν αὐταις . ὡστε ὁ χρονος ὁ του τελους της ἀνακαθαρσεως οὐκ ἐσται της σεληνης οὐσης κατα το Δ και
9999971 κατηντησεν
ἐτους ἐκεινου , ἀλλ ' ὁρωμεν το ζῳδιον ἐν ᾡ κατηντησεν ὁ περιπατος ἀπο του ἀφετου εἰτε αὐτος ὁ Ἡλιος
, οὐκ ὀλιγην δε ἐρημον διελθων ἐπι τα Ὠρειτιδος ὁρια κατηντησεν . εἰς τρια δε μερη την δυναμιν διελομενος του
9999971 ἀπειρεσιην
σφετερον δεμας εὐρυστερνος Οὐρανος ὠμηστηρος ὑπαι παλαμῃσι Κρονοιο δῃωθεις εἱλιξεν ἀπειρεσιην ἐπι γαιαν αἰθερος ἐκ διης πεσεειν οὐδαςδε μενοινων ,
γαρ μιν δεσμος περιβαλλεται ” ἠπειροιο , ἀλλ ' ἐς ἀπειρεσιην κεχυται : το μιν οὐτι „ μιαινει . ”
9999971 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999971 χιτωνισκους
τους παλμους , εἰ σωτηριοι : πολλακις δε και τους χιτωνισκους ἀναστειλαντες , εἰ περιπληθης ἐσθ ' ἡ γαστηρ ἐξεταζουσιν
ἐδειτο γαρ Χαιρεας ἐρανον συνεφηβοις ἀπενεγκειν . ὀθονας γαρ και χιτωνισκους τι ἀν λεγοιμι ; και ὁλως ἑρμαιον τι ἡμιν
9999971 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999971 κολασθηναι
θαυμαστοτερον τον δις και τρις ἀδειας ἀξιωθεντα ὑπο τυραννου τοτε κολασθηναι . Συ μεν ἰσως και ἀλλοι συγγενεις , ὁσοις
γαρ εἰ κοιναι τινες ἐμπιπτουσιν , οἱον ὁτι καλον το κολασθηναι τονδε ἠ ἀφεθηναι ἠ τι των τοιουτων , ταυτα
9999971 θεμελιος
ἐξ ὁλης καρδιας φορουντας το ὀνομα αὐτου . αὐτος οὐν θεμελιος αὐτοις ἐγενετο και ἡδεως αὐτους βασταζει , ὁτι οὐκ
δε περι κατηγορουμενου και ὑποκειμενου . ὁτι δε ῥιζα και θεμελιος ἐστι της λογικης το κατηγορουμενον και ὑποκειμενον , σαφες
9999971 τετυχηκεναι
αὑτο . Δει οὐν , εἰ καταμανθανει αὑτο , ἀκαταμαθητον τετυχηκεναι εἰναι αὐτου και τῃ αὐτου φυσει ἐλλιπες εἰναι ,
: ἀλλ ' ὁτι φανταζεται μεχρι νυν δια το μη τετυχηκεναι τουτου ἐμποδιζεσθαι και δυσροειν . ἀν ἀφεθω , φησιν
9999971 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999971 δακτυλους
, ἐπισπασθαι λαβομενον , εἰ δε συμπεφυκος , ἁπλωσαντα τους δακτυλους ἐνδοθεν πειρασθαι δια της ἐξ ἑκατερου μερους ἀντιπεριαγωγης ἀπολυειν
. ἐπειτα ναρκην ἐλαβον , ἐνθυμουμενος ὁτι δει γυναικος ἐπιφερουσης δακτυλους ἁπαλους ὑπ ' ἀκανθης μηδε ἑν τουτων παθειν .
9999971 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999971 κροταφους
μητε ἀχροοι ἐοντες ἀλγεουσι πολλακις την τε κορυφην και τους κροταφους , ἠν μη τινα ἀλλην φανερην ἐχωσιν ἀποστασιν ἐν
τους ὀφθαλμους , κροκυδας φοινικινας παρακολλαν και τοις προς τους κροταφους κανθοις , ὁπως προς ταυτας ἀτενιζοντες διορθωσι τους ὀφθαλμους
9999971 ξηραντικην
, ἐχουσα τι και ὑποθερμον και ἑλκτικον : και καθολου ξηραντικην ἐχουσι δυναμιν και ἀδηκτον . Ἀναγυρις δυσωδης ἐστι και
: Ἀφροι χαζαρμες : παραπλησιαν ἐχει δυναμιν τῳ αἱματιτῃ , ξηραντικην και ῥυπτικην και ἑλκτικην , ψυχραν , και ξηραν
9999971 ἐξαιρετος
τῃ χωρᾳ . των μεν αὐτοφυων , ἀηρ τε οὑτος ἐξαιρετος του πολλου και λιμενες τοσουτοι , ὡν εἱς ἑκαστος
ἁπαντας , το δ ' ἀληθες , των ἀνδρων τουτων ἐξαιρετος . οἱ μεν γαρ τους ἀλλους ἐπαινειν σπουδαζοντες ,
9999971 βελτιον
, ὡστε και το χειρον προς το χειρον ὡς το βελτιον προς το βελτιον , οἱον ὡς ὀμμα προς ὀμμα
ἀναμφισβητητως ἀγαθον ἐστι : ποιον γαρ ἀν τις πραγμα οὐ βελτιον πραττοι σοφος ὠν ἠ ἀμαθης ; Τι δε ;
9999971 δραπετου
των Χιων τα ἐπικηρυχθεντα χρηματα και θαψας το σωμα του δραπετου εἰς την ἰδιαν ἐχωρησε . και οἱ Χιοι παλιν
το Ϛʹ περι τετραποδων , το ζʹ περι ἀηδιας ἠ δραπετου , το ηʹ περι κλεμματος ἠ ἀποβολης , το
9999971 σκουλκας
ιβʹ . Περι αἰσιας ἐκβασεως πολεμου . ιγʹ . Περι σκουλκας . ιδʹ . Περι του μη φαινεσθαι προχειρως την
αὐτοις τους σκουλκατορας ὁδηγουμενους παρ ' αὐτων . Χρη τας σκουλκας ἐν τοις ἀναγκαιοις μη εἰναι ἁπλας ἠ ἐξ ἑνος
9999971 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999971 ἐξαιρετον
ἀναξ , Ἀτρεως φιλος παις , τησδ ' ἐρωτ ' ἐξαιρετον μαιναδος ὑπεστη : και πενης μεν εἰμ ' ἐγω
φωσι το ὑγιαζειν κοινον ἰατρου τε και οὐκ ἰατρου καθεστηκος ἐξαιρετον γινεσθαι του τεχνιτου , ἐπειδαν ἰατρικως ἀποτελεσθῃ , τοτε
9999971 γενετο
αὐταρ ἐπει δη τειχος ἐπεσσυμενους ἐνοησαν Τρωας , ἀταρ Δαναων γενετο ἰαχη τε φοβος τε , ἐκ δε τω ἀϊξαντε
εὐχωλη των ὀλλυντων . . . . ὡς των μισγομενων γενετο ἰαχη τε πονος τε . φοβος : ἡ διπλη
9999970 φιλοσοφοι
ᾑ ἀξιοι εἰσιν θανατου και οἱου θανατου οἱ ὡς ἀληθως φιλοσοφοι . εἰπωμεν γαρ , ἐφη , προς ἡμας αὐτους
λογους ἐποιουντο διατριβας . ἐκαλουντο δε και ἐκ ταυτης Ἀκαδδημαϊκοι φιλοσοφοι . Ἀκαδημια ἐλεγετο ἡ σχολη του Πλατωνος . ἐσχε
9999970 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999970 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999970 ῥηθεισαις
δεικνυται : ἐπι δε ταις τρισι ταυταις φαυλαις ὑποστασεσι ταις ῥηθεισαις χειριστη και ταυταις ὑπερβαλλουσα φαινεται ἡ κριμνωδης , τοσουτον
λιμῳ διαλυθεντων ἠ ἐν ταις μαχαις . Προς δε ταις ῥηθεισαις ἐτι και αὑται Καμπαναι πολεις εἰσιν ὡν ἐμνησθημεν προτερον
9999970 ταραττει
μαστιγουμεθα ἡμεις : Παφλαγων δε περιθεων τους οἰκετας αἰτει , ταραττει , δωροδοκει λεγων ταδε : Ὁρατε τον Ὑλαν δι
και πολλα τα δι ' ὀψεως δειματα προεμπιπτοντα ταις ψυχαις ταραττει το ἀντιπολεμον . Ἐπαγετω δε το στρατευμα και συν
9999970 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999970 κηρωτας
δευτεραν ἠ τριτην ἡμεραν . κατα των ἀνθρακων ἐπιρριπτεον κεφαλικας κηρωτας ἀνιεμενας , καλη τε ἡ τε δια βοτανων και
μετα τας ἐμβροχας παραλαμβανομενων των ἀκοπων , ὡς παραλαμβανεται μετα κηρωτας και μαλαγματα . διαφοραι δε των ἀκοπων τρεις ,
9999970 ἐγχειριδιον
πολιτειας . ‖ Τι ἐστι : Το [ γαρ ] ἐγχειριδιον σου [ , και τα ἑξης ] ‖ ;
. εἰ γαρ ἐγω ἐν ἀγορᾳ πληθουσῃ λαβων ὑπο μαλης ἐγχειριδιον λεγοιμι προς σε ὁτι ” Ὠ Πωλε , ἐμοι
9999970 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999970 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999970 Ἡρακλειδου
ἐπι δε ἡ Σωπολιδος του Ἑρμοδωρου , ἐπι δε ἡ Ἡρακλειδου του Ἀντιοχου , ἐπι ταυτῃ δε ἡ Δημητριου του
, κυρια δε τινων . εἰ τις οὐν τον του Ἡρακλειδου υἱον πατρωνυμικως βουλοιτο σημηναι , ὁμωνυμως ἀν παλιν [
9999970 Παλαιστινης
τῃ θαλασσῃ ὑπεφιεσαν . Ὁ δε αὐτοματως ἐν Βυβλῳ της Παλαιστινης ηὑρισκετο και τουτον τον κεραμον ὑποδεχομενοι οἱ της Ἀφροδιτης
ἐπι θατερα του ποταμου . ἠκουσα δε ἐγωγε και της Παλαιστινης Συριας ἐν Σκυθων πολει περι τον τοπον , ὁς
9999970 κρατησαντα
και των ἀλλων οὐκ ὀλιγους ἀνελειν , το δε τελευταιον κρατησαντα των βασιλειων την μεν Κλεοπατραν [ ἐκ ] της
ἐτι και βασιλεα μονον ἐφ ' ἁπαντων γενεσθαι τῳ ἀστραγαλῳ κρατησαντα , ὡς μητε ἐπιταχθειης γελοια ἐπιταγματα και αὐτος ἐπιταττειν
9999970 καταντικρυ
ἱναπερ ὁ στολος ἐσαλευε , και της ἀκρης , ἡντινα καταντικρυ ἀφεωρων ἀνεχουσαν ἐς το πελαγος , ὁ κολπος ἐμοι
ἐχομενω ἀλληλοιν και του οὐρανου αὐ ἐν τῳ ἀνω ἀλλα καταντικρυ . δικαστας δε μεταξυ τουτων καθησθαι , οὑς ,
9999970 ἀθροιζειν
βασιλικην ἐσθητα περιετιθει της συνηθους οὐκ ἐλαττουμενην , και λαον ἀθροιζειν συνεβουλευεν , ἐχων και αὐτος δυναμιν οὐκ ὀλιγην ,
μεγαλῃ δυναμει στρατευσουσιν ἐπι τους Φωκεις ὁ Φιλομηλος ἐκρινε μισθοφορων ἀθροιζειν πληθος . προσδεομενου δε του πολεμου χρηματων πλειονων ἠναγκαζετο
9999970 κατορθωμασι
ἀναιδως ὁ Κλεων ἀλλοτριᾳ ἐπεπηδησε νικῃ και της ἐπι τοις κατορθωμασι δοξης αὐτους ἀφειλετο , και αἱ ἑταιραι δε ἀναισχυντοι
προθεσιν καταχρηται . εἰ δε τῳ δοξειεν ἐπι τοις μειζοσι κατορθωμασι και μικροτερας ἁπτεσθαι πραξεως , οὑτος εἰ προσσχοι ταις
9999970 βλαβηναι
σωζομενον , μητε τους αἰχμαλωτους : εἰθ ' ὁτι και βλαβηναι μαλλον ἠν : ποθεν γαρ ἐτι δειξαι την νικην
και δι ' αὐτου τους ἐχθρους δυναται βλαψαι και μη βλαβηναι παρ ' αὐτων . Χρη προ παντων τον στρατηγον
9999970 κατεστησαντο
μεθ ' ὁπλων διαπραττονται , ἠ και προ τουτου φοβησαντες κατεστησαντο την τοιαυτην πολιτειαν . ἠ οὐχ οὑτως ; Οὑτω
των παλαιοτερων οὐδεμιαν ἡκει μνημην , αὐτοι δε ἀρεσαν σφισι κατεστησαντο Ἠλειοι . δρομου μεν δη και παλης ἐτεθη παισιν
9999970 διαιρεθεισης
οὐσαν την στιγμην και οἱον λανθανουσαν ὑστερον ἀναφαινεσθαι το και διαιρεθεισης γραμμης δυο σημεια γιγνεσθαι ποιειται : οὐ γαρ δη
και τεταρτου Νισου , και της Ἀττικης εἰς τετταρα μερη διαιρεθεισης , ὁ Νισος την Μεγαριδα λαχοι και κτισαι την
9999970 κατεθηκεν
ἀπο στομαχους ἀρνων ταμε νηλει χαλκῳ , και τους μεν κατεθηκεν ἐπι χθονος ἀσπαιροντας θυμου δευομενους : ἀπο γαρ μενος
διεγνωσαν . και ἡ μεν νυκτερις ἀργυριον δανεισαμενη εἰς μεσον κατεθηκεν , ἡ δε βατος ἐσθητα ἐνεβαλετο , ἡ δε
9999970 Ἀρτεμισιον
μαχων : προς γαρ τῃ περι Σαλαμινα την περι το Ἀρτεμισιον σοι προσθησω κατα θαλατταν μαχην . ἀλλα γαρ ἀποβλεποντες
Μαγνησιης : ἐκ δε του στεινου της Εὐβοιης ἠδη το Ἀρτεμισιον δεκεται αἰγιαλος , ἐν δε Ἀρτεμιδος ἱρον . Ἡ
9999970 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999970 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999970 γυμναστης
ἀγαμενος την ἐπιστολην εὐψυχιαν ἐνδειξασθαι πασαν , ὡς μητε ὁ γυμναστης ψευσαιτο , μητε ἡ μητηρ ψευσθειη . Ἀτταλος δε
ἀντι του ἐπειτα δε . παιδοτριβης . ὁ ἀλειπτης ἠ γυμναστης . Μαρσυας . Μαρσυας Ὑαγνιδος ὁ πρωτος μετα Ἀθηναν

Back