τα ξηρα οἰνελαιῳ . Ἀλλο εἰς τα αὐτα . Λιθου Φρυγιου κεκαυμενου τρις και ἐσβεσμενου το μεν πρωτον βουτυρῳ ἠ
και ὁ μεν Ποσειδωνιος φησιν τριων μελῳδιων αὐτον μνημονευειν , Φρυγιου τε και Δωριου και Λυδιου : ταυταις γαρ μοναις
9999976 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999973 ἀγανακτων
λαβοντα ἀποχωρειν . και μηδεις νομισῃ ὡς ἐγω ὑπερ ἐμαυτου ἀγανακτων ταυτα εἰρηκα μαλλον ἠ ὑπερ ὑμων δεδιως μηποτε ἀρα
ἐπι τῃ τυραννιδι αἰτιαν σχων και φυγῃ ἀιδιῳ ἐλασθεις , ἀγανακτων τ ' ἐπι τῃ συμφορᾳ και τιμωριαν παρα των
9999973 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999972 κτισθηναι
και την Ῥωμην και την Καρχηδονα προ της πρωτης ὀλυμπιαδος κτισθηναι . Σοφοκλης δε ἐπι των καιρων Τριπτολεμου ᾠκισθαι την
ἐκτεκειν , και τοσουτοις ἐνιαυτοις ὑστερον ὑπο των Τρωων ἑτερα κτισθηναι πολις κατα το θεσφατον , ὑπερ ἡς ἐν τῳ
9999972 συντιθεμενα
ὁμοιως και το χαριστος . Ἰστεον ὁτι τα παρα πολις συντιθεμενα του ἁπλου φυλαττει την κλισιν , Νικοπολεως Ἀμφιπολεως :
ἐστιν , οὑ ἐν ἀρχῃ τα φυλλα λαχανευεται εἰς ἁλμαιας συντιθεμενα . ἐστι δε πλατεα , τραχεα τοις περιξ ,
9999972 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999971 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999971 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999971 γεωμετρικην
κοινων νομην τοις πολιταις ἐκεινο το δικαιον και προς την γεωμετρικην ἀναλογιαν ἐστι νεμομενον , ὡς δεδεικται . ἀν τε
δυο γαρ τετραγωνων συνεχων εἱς μονος εὑρισκεται μεσος ἀναλογιαν σωζων γεωμετρικην , προλογος μεν προς τον ἐλαττονα , ὑπολογος δε
9999971 ἐπιτυγχανουσι
σπουδαια και μεταδιωκειν το ἀγαθον , εἰ μη του τελους ἐπιτυγχανουσι , ματην λεγονται και ματην ἀκουονται . ἐπει τοινυν
τους ἀνδρας οὐθεν των δικαιων ποιησαντες : και οἱ πρεσβεις ἐπιτυγχανουσι τοις Οὐιεντανοις λειαν ἐκ της αὐτων χωρας ἀγουσι .
9999971 ἐπιτιθεμενη
ὀδονταλγιας ἐξωθεν ἐπιτιθεμενη , και προς δυσουριας κατα του ἠτρου ἐπιτιθεμενη και προς σκορπιοδηκτους και προς πασας φλεγμονας τας περι
ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων ἀπληκτους φυλασσει συγχριομενα μαλαχης
9999971 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999971 βουλευου
σκοτεινα . . προς ταυτα βουλευ ' ] προς ταυτα βουλευου και σκοπει το προσηκον , ὁτι ταυτα ἁ σοι
στρατευμ ' ἁπτομενον πυρι δαϊῳ . μη μοι θεους καλουσα βουλευου κακως : πειθαρχια γαρ ἐστι της εὐπραξιας μητηρ ,
9999971 ἀνακαθαρσεως
ὁ ἀριστος γεωργος συνεργει τῃ φυσει δια της ἀροτριασεως και ἀνακαθαρσεως . Τα ἐν τῃ γενεσει και φθορᾳ εἰδη πασχει
ἐστιν αὐταις . ὡστε ὁ χρονος ὁ του τελους της ἀνακαθαρσεως οὐκ ἐσται της σεληνης οὐσης κατα το Δ και
9999971 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν
9999971 συμβουλευουσι
προαιρησονται συμβουλευειν μη ὀρθως . εἰ δ ' αὐ ταὐτα συμβουλευουσι , τι δει παντας αὐτους συμβουλευειν ; εἱς γαρ
φυτευειν . ἀλλοι δε ἀπο τεταρταιας αὐτης ἑως ὀκτωκαιδεκατης φυτευειν συμβουλευουσι . τινες ταις προσεληνοις μοναις , τουτεστι ταις πρωταις
9999970 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999970 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999970 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999970 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999970 θεραπευομεν
ἡμεις δ ' ὑπερ ἡμων αὐτων λεγοντες και το σον θεραπευομεν . μαλλον δε της μεν σης ἀπολογιας και ἡμεις
ἐχειν οἰκειοτερον : ἐπει και του σωματος ἀει το καμνον θεραπευομεν και πλειονα ποιουμεθα προνοιαν ποδων ἠ ὀφθαλμων , ὁταν
9999970 ἀνειλοντο
μαλιστα συμφεροι . εἰ μεν γαρ ὑφ ' ὑμων πεισθεντες ἀνειλοντο τον πολεμον , σφαλεροι συμμαχοι και μεχρι του ταυτ
, ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι ἀρχοντος Καλλιου ,
9999970 ἀνηγοντο
' ἑαυτων το ἀναγκαιον , ἀλλα δια τουτο και μονον ἀνηγοντο ὡστε σαφεστεραν ἡμιν την δειξιν δια των γνωριμωτερων γενεσθαι
προ του δουλειαν λῃστρικην ἰδειν . Ταυτα λεγοντες οἱ μεν ἀνηγοντο , οἱ δε κατεφλεγοντο . Ἐν τουτῳ δε ὁ
9999970 νομιζουσι
! ! ! και οἱ Πυθαγορειοι δε ἑνα ἀριθμον εἰναι νομιζουσι : και τινα τουτον ; τον μαθηματικον , πλην
στασιν , και ταυτην ἐν μιᾳ ὡρᾳ ποιησαμενοι , εἰσκρινειν νομιζουσι τι πνευμα : καιτοι τι ἀν γενοιτο ἀπο τουτων
9999970 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999970 λιπαραι
Ἀλονη και Φυσια και Ὀφιοεσσα και Βεσβικος , γονιμοι και λιπαραι . : Ἀδραστεια , μεταξυ Πριαπου και του Παριου
τῳ ἀπολλωνι . ὡς και καλλιμαχος . τερπουσιν [ ] λιπαραι φοιβον ὀνοσφαγιαι . διδυμος δε φησι : ταυτα μετα
9999970 φιλονικιαν
τις παρ ' αὐτῳ φονου ἀφ ' ὡν προηπειλησεν εἰς φιλονικιαν καταστας : σημειον , φησιν , ὁτι συ αὐτον
ταυτα , παλιν δε τἀναντια , δι ' ὀργην ἠ φιλονικιαν ἠ χρημασι πληγεντες , ὡσπερ ἐπι τρυτανης , ἐφη
9999970 μετωνομασεν
: ὁς ἀκμασας εἰς τιμην του συγκυρηματος τον ποταμον Τιγριν μετωνομασεν , καθως ἱστορει Ἀριστωνυμος ἐν γʹ * * .
δε ὡς οὐδε Πρωτευς ἐτι καλεισθαι ἀξιοι , ἀλλα Φοινικα μετωνομασεν ἑαυτον , ὁτι και φοινιξ , το Ἰνδικον ὀρνεον
9999970 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999970 ἁμαρτανουσι
φησι , και καθολου ὑποτιθενται τας ἰδεας οὐσιας εἰναι . ἁμαρτανουσι δε μη ἐχοντες ἀποδουναι τινες εἰσιν αἱ τοιαυται οὐσιαι
δηλωσαι των ἁμαρτηματων , ἀφ ' ὡν κινουμενοι οἱ ἀνθρωποι ἁμαρτανουσι : και φησιν ὁτι οἱ μεν ὑπο πενιας ἀναγκαζονται
9999970 φιλονεικων
περι των ἀλλων σωματων , ὑπεξαιρουμενου του πεμπτου , φαινεται φιλονεικων Ἀριστοτελης μη τα αὐτα λεγειν Πλατωνι . Ζητησαντος γαρ
ἀνθρωποι ὀντες πολυλογουσιν . ἑλκομενος ] συρομενος . φιλονικειν , φιλονεικων , διαμαχομενος , κινουμενος . πραγματιου ] εὐτελους πραγματος
9999970 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999970 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999970 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999970 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999970 πιτυων
δια το πολλας ἐχειν πιτυς : οἱ γαρ τοποι των πιτυων φθιραι προσαγορευονται . οἱ δε ὁτι τα των πιτυων
ἀφηκεν ἀν τα δενδρα ἀνω φερεσθαι : ἐνταυθα ἑκατερα των πιτυων τον δεθεντα ἐφ ' αὑτην εἱλκε , και του
9999969 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999969 ἐγρηγοροτων
ἠ μεταξυ του ἐγρηγορεναι και καθευδειν ὀντων ἠ και παντελως ἐγρηγοροτων αἱ φωναι ἀκουονται . Και ποτε μεν ἀναφες και
σοι και δοξαν , ὁσην δικαιον , και πληθος ὁμιλητων ἐγρηγοροτων . ἐν δ ' αὐ τοις πολλοις ἀγαθοις ἑνος
9999969 παρεθηκεν
θεων ὀπιν ᾐδεσατ ' οὐδε τραπεζαν , την ἡν οἱ παρεθηκεν : ἐπειτα δε πεφνε και αὐτον . καιτοι θεος
Πολυδωρον τον υἱον Πριαμου : αὐτωι γαρ ὁ βασιλευς Πριαμος παρεθηκεν μικρον ὀντα μετα των χρηματων , ἱνα αὐτος περισωθηι
9999969 κολπος
δε καλουμενων μελεαγριδων ἐκτρεφουσα πληθος . Τουτοις δ ' ἐγγιζει κολπος , ὁν καλουσιν Ἀκαθαρ - τον : ὁν παραπλευσαντι
ἀλλοις καρποις ἀφορωτερα . ἐνταυθα δ ' ἐστι και ὁ κολπος ὁ ποιων τον ἰσθμον προς τον ἐν τῃ Ναρβωνιτιδι
9999969 θεατρου
ἡ ἀπο των ἐσχατων . αἰγειρος γαρ ἐπανω ἠν του θεατρου , ἀφ ' ἡς οἱ μη ἐχοντες τοπον ἐθεωρουν
ζῳα προσαχθεντα ἐξ Ἰνδιας ὡς θαυμα ἐπι του της Κωνσταντινουπολεως θεατρου ἑκαστοτε τῳ λαῳ ἐπεδεικνυντο . κεφ . κεʹ .
9999969 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999968 πυρωσεως
της σκληριας δυσεργειαν , ἐχει δε και την ἀπο της πυρωσεως : ὁ γαρ χαλκος θερμαινεται μαλλον : δια τουτο
φυσιν ὑγρα , ἀναξηρανθεντα και οἱονει φρυγεντα ὑπο της τοπικης πυρωσεως , της λημης γενεσιν ἀποτελει ; Δια τι ἐπι
9999968 τιμιωτατων
ἠ φιλων θανοντων ἠ τεκνων ἠ τινων ἀλλων των νομιζομενων τιμιωτατων ἠμεν . εἰτα κλαιοντες και ὀδυρομενοι λεγοντι αὑτους μονους
ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν ἐπιστημῃ τε και ἐμπειριᾳ και ἐν
9999968 ἀνασκευης
ἐν τῃ κεφαλῃ μετα ὀστου διακοπης : ὑγιαζει γαρ χωρις ἀνασκευης , ποιει και προς νυγματα και σκολοπας , ἀνθρωποδηκτα
της τροφης πληθος . τοις δε δευτεροις βαλανειοις τους μεν ἀνασκευης χαριν πυρετων λουομενους τοις αὐτοις οἰνοις ἐπιμενειν δει :
9999968 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999968 παραλλαγην
ἡ δε δευτερα δυο , ἐπι τετραγωνον ἐγηγερμενη , μιαν παραλλαγην ἐχουσα παρα της ἐπι της βασεως γωνιας , ὑπο
γαρ τον ἰχθυν ἐγχυλον , μικραν ἐχοντα των ὠμων την παραλλαγην , οὐχ οἱον ὑγραν τροφην ἐπιζητουσιν , ἀλλ '
9999968 Ἀριστιππου
' ἀποριαν ὑπο μεν Πλατωνος παροφθηναι , ὑπο δ ' Ἀριστιππου συσταθηναι . τους τε λογους οὑς Κριτωνι περιτεθηκεν ἐν
Ἠλειαις ἑταιραις συνῳκει φανερως και προς τους διασυροντας προεφερετο τας Ἀριστιππου χρειας . φιλομειρακιος τε ἠν και καταφερης : ὁθεν
9999968 ἐνθυμηθηναι
πυρ , δια τι ἐνθυμηθεις κοσμον πρωτον μεν γαρ ἐδει ἐνθυμηθηναι το ὁλονοὐ κοσμον ἀθροως ἐποιει ; Ἐμπεριειχετο γαρ κἀκεινα
ἐστι καιρος , ἀντιλαβεσθε των πραγματων . Ἀξιον δ ' ἐνθυμηθηναι και λογισασθαι τα πραγματ ' ἐν ᾡ καθεστηκε νυνι
9999968 ἀθροιζειν
βασιλικην ἐσθητα περιετιθει της συνηθους οὐκ ἐλαττουμενην , και λαον ἀθροιζειν συνεβουλευεν , ἐχων και αὐτος δυναμιν οὐκ ὀλιγην ,
μεγαλῃ δυναμει στρατευσουσιν ἐπι τους Φωκεις ὁ Φιλομηλος ἐκρινε μισθοφορων ἀθροιζειν πληθος . προσδεομενου δε του πολεμου χρηματων πλειονων ἠναγκαζετο
9999968 τρια
πρεμνων . Χρη δε κοπριζειν τας ἐλαιας παρα δυο ἠ τρια ἐτη . δει δε τον φυτευοντα ἐλαιαν παντι τροπῳ
ἑνος τον τρια προς ἑνα τριπλασιον , καταλειπεται δυο προς τρια ὑποημιολιος . Ὁτε οἱ τρεις ὁροι οὐκ εἰσιν ἐν
9999968 συγκρισει
μεν εἰναι και ἀφθαρτα , φαινεσθαι δε γινομενα και ἀπολλυμενα συγκρισει και διακρισει μονον , παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων
γαστριμαργου , παρευδοκιμουμενου δε ὑπο του Ἱπποδαμου , κεχρηται τῃ συγκρισει χρησιμωτατα : ὁμου γαρ και τον Ἱπποδαμον και τον
9999968 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999968 γιγνωσκεσθαι
ἀγνοειν του παιδος : ἱκανος γαρ και ἀπο μονου τουτου γιγνωσκεσθαι . Λεγεσθω , ἠν δ ' ἐγω , οὑτινος
ὁμοιῳ : κοινη γαρ και τουτων αὑτη ἡ δοξα το γιγνωσκεσθαι τῳ ὁμοιῳ το ὁμοιον . δια τουτο δε τον
9999968 φαλακρους
οἱ κωμικοι εἰσηγον δια γελωτα . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Εὐπολις : † ἐποιησα τῳ φαλακρῳ κἀδωρησαμην †
ὠνειδισε . , ὑβρισε . . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Ἑρμιππος τις ἠν κωμικος ποιητης : εἰσηξε δε
9999968 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999968 παρασκευη
, φιλοσοφιας δε οὐδεν ἐστιν οἰκειον ἐργον οὐδε πραγμα οὐδε παρασκευη ; Πανυ μεν οὐν . Ἀλλα ταυτα μεν ἀδηλα
προτερῳ και οὑτος της Λακωνων πολιτειας . : Ἐστιν ἡ παρασκευη των λεγομενων ἐπαϊκλων οὐχ ἁπλη , καθαπερ ὁ Πολεμων
9999968 τιμωρησασθαι
των ὁσιων χρηματων , ἠ τον τουτους πειρωμενον σῳζειν μη τιμωρησασθαι ; και τι κωλυσει ἁπαντας εἰναι πονηρους , ὠ
ὁτι καλον , ὑπηκοον ἐχειν υἱον , ὁτι δικαιον αὐτον τιμωρησασθαι , ὁτι συμφερει , ἱνα ὠσιν οἱ παιδες πειθηνιοι
9999968 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999968 ἀμνηστιαν
ἁμαρτανειν δια της θυσιας του περι ἁμαρτιας : ὁ γαρ ἀμνηστιαν ἐφ ' οἱς ἡμαρτεν αἰτουμενος οὐχ οὑτως ἐστι κακοδαιμων
ἠρεθισε τον δημον , και το πυρ ἡψε μετα την ἀμνηστιαν , και ἐς τας οἰκιας των ἐχθρων ἐπεμψε και
9999968 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999968 συντομια
ἠ πολυλογιᾳ χαιρων . και τα πραγματα δε ταχος , συντομια , αὐταρκεια , βραχυλογια , σαφηνεια , ἀρτιφωνια ἀρτιλογια
τοις ἀκριβεστεροις δοκει , τρεις εἰσι μοναι , σαφηνεια , συντομια , πιθανοτης . χρη δε εἰδεναι , ὁτι σφοδρα
9999968 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999968 πολυπραγμοσυνης
σωφρονισται ἀποτρεπειν πειρασθε . χαλεπον δε ἠδη το ἀποτρεψαι ἡμας πολυπραγμοσυνης : πολυπραγμονειν λεγει το πολλοις ἐπιχειρειν και πολλαχου .
ἀγροικικης ἁπλοτητος . , ἀπεριττοτητος , αὐταρκειας , ἀντι του πολυπραγμοσυνης : το α ἐνταυθα το ” πολυ “ σημαινει
9999968 ἐγγραφου
δεδεικται : εἰκοτως οὐν ἰσχυροτερον ἐστι το ἀπο ῥητου και ἐγγραφου τινος ἰσχυρισασθαι , ἠ ἐν - νοιᾳ χρησασθαι ἀντιῤῥησιν
μετα ταυτην την ἀντιθεσιν νομικη πεσειται ἑτερα ἀπο του δικαιου ἐγγραφου . ἠ ὁτι ἐδεξαμην κατα νομον την δωρεαν λαβων
9999968 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999968 τρεφουσαν
προπαροξυτονως τον δια της μαντικης τρεφομενον , παροξυτονως δε την τρεφουσαν τον λαον , τουτεστι τον ὀχλον . λαοτροφον :
, την φυτικην , οὐ δηπου την αὐξουσαν , ἠ τρεφουσαν ἠ τα ὁμοια γεννωσαν ἐν ἐπιρροῃ τινι και ἀπορροῃ
9999968 ἀλληγορικως
: “ διδη μοσχοισι λυγοισιν ” . πρωτα μεν : ἀλληγορικως ἐπι συνουσιας . ἀντι του εἰπειν σχημα συνουσιας τουτο
ὁτι μνησθησεται δια της ᾠδης του Καλλικλεους . φησιν . ἀλληγορικως δε το ποιημα στηλην λεγει . Παριος δε λιθος
9999968 ἐκρινοντο
, ὡς Δημοσθενης . . ἐπι Παλλαδιῳ ] ἐπι τουτῳ ἐκρινοντο οἱ ἀκουσιοι φονοι . οἱ δε ἐν τουτῳ τῳ
τεσσαρες μεν ἐχειροτονουντο δι ' εὐγενειαν ἀρρηφοροι , δυο δε ἐκρινοντο , αἱ της ὑφης του πεπλου ἠρχον και των
9999968 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999968 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999968 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999968 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999968 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999968 κατειληφει
ἰσχνον , ἁ με ἡ νοσος εἰργασατο νοσος γαρ δη κατειληφει την ἐπιδειξινἀλγειν μεν ἐφη , πολεμου δε ἠρχετο και
μετεγνωσαν της πολεως ἠν μονης και ἡ τριηρης την τριηρη κατειληφει . θαυμαζω δε εἰ των μεν ἰδιωτων την ἐργῳ
9999968 τεταμενα
τε ξυνεχουσι τενοντες Ἀγκωνος : ἡ διπλη ὁτι παντα τα τεταμενα νευρα τενοντας Ὁμηρος λεγει . . . . αὐταρ
αὐτοις της ἐπιφανειας ὁλης : τα μεντοι κατα της γαστρος τεταμενα ἀγγεια πελιουνται . Πολλη δε δυσελπιστια ἐστιν , εἰ
9999968 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999968 μετοπισθεν
εἰη τειρομενῃσιν : ἐοικε γαρ ἐν δαϊ μαλλον τεθναμεν ἠ μετοπισθεν ὑπ ' ἀλλοδαποισιν ἀγεσθαι νηπιαχοις ἁμα παισιν ἀνιηρῃ ὑπ
ἀρηρει , βριθυν : ἀταρ κεινον γε θεοπροπιαις Ἑκατοιο Νηλεϊδαι μετοπισθεν Ἰαονες ἱδρυσαντο ἱερον , ἡ θεμις ἠεν , Ἰησονιης
9999967 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999967 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999967 ἐξεταζουσι
του προς τα μειζω συμφεροντος . ὁλως δ ' ἀν ἐξεταζουσι φανειεν ἀν οἱ το ἀχρηστον της καταληψεως ἐπιμεμφομενοι προς
. φροιμιαστεον μεν οὐν σχεδον ὁμοιοτροπως τοις διαβεβλημενοις και τοις ἐξεταζουσι ταυτα , ὡστε προφασεις ἐν ἀρχαις εὐλογους ἐνεγκοντες ,
9999967 ψηφισασθαι
. φησι δ ' Ἀμφιπολιν ἑαυτου εἰναι : ὑμας γαρ ψηφισασθαι ἐκεινου εἰναι , ὁτ ' ἐψηφιζεσθε ἐχειν αὐτον ἁ
† μαθων τα ὑπο των ἐφορων ἐπεσταλμενα , μηδεν ἀλλο ψηφισασθαι ἠπερ ταυτα ἁπερ οἱ μαθοντες ἐκ Λακεδαιμονος παραινουσιν ἀντεστη
9999967 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999967 ἐκκλησιων
ὁπερ εἰπον , εἰρηκει προτερον , ἀναστας τῃ προτερᾳ των ἐκκλησιων ἐν αἱς περι της εἰρηνης ἐβουλευεσθε , ἠρξατ '
ἠδη βεβουλευσθαι . Εἰρηκε δε ὡς ἐν τῃ προτερᾳ των ἐκκλησιων δημηγορησαντος Φιλοκρατους , ὑστερον ἀναβας ἐγω κατεμεμψαμην ἡν εἰσηγειτο
9999967 δοκουσαν
ἰστεον δε ὁτι το ἐμμεναι ὁ Ἡρακλειδης οὐ κατα την δοκουσαν τοις πλειοσιν ἀκολουθιαν παραγει , ἀλλα την προπαραληγουσαν αὐτου
και λεγοντας οἱς λεγεις ἐκαλυψας . ὁς γε και την δοκουσαν ὡραν των ἐμων ἐπιστολων παρελη - λυθας . ἀλλ
9999967 ἀφανισθηναι
λιμενος : ἐτι δε λεγοντος αὐτου καταρραγηναι γνοφον και τελος ἀφανισθηναι την ναυν . Τουτοις δε ἐπιγενομενος Πυθαγορας , Μνησαρχου
* κατα συγκοπην * . ἐπειδη γαρ ἐν πυρι ἐμελλεν ἀφανισθηναι την Τροιαν ἐξ αἰτιας του Ἀλεξανδρου , ἐπρεπε κατακαυθηναι
9999967 ἐπιστασθε
τῳ τι νεωτεριζειν ἐπιχειρουντι ; και μην τοσουτον γ ' ἐπιστασθε , ὁτι εἰ τοτ ' ἐν τοις Ἑλλησιν ἐνικησε
κατ ' ὑμεας τεταγμενους Ἑλληνων , τωνδε εἱνεκα : ὑμεις ἐπιστασθε τους Μηδους και την μαχην αὐτων ἐν Μαραθωνι μαχεσαμενοι
9999967 γραψωμεν
ἀν δη περι τα Θ Κ Λ Μ Ν σημεια γραψωμεν ἐλλειψιν , ὁ ἐλασσων αὐτης ἀξων διαμετρος ἐσται του
θκ ἐκβληθεισης ἐφ ' ἑκατερα , ἐαν κεντρῳ τῳ θ γραψωμεν ἰσον τῳ ἐκκεντρῳ τον μλνξ , δηλον ὡς οὑτος
9999967 Ἡρακλειδου
ἐπι δε ἡ Σωπολιδος του Ἑρμοδωρου , ἐπι δε ἡ Ἡρακλειδου του Ἀντιοχου , ἐπι ταυτῃ δε ἡ Δημητριου του
, κυρια δε τινων . εἰ τις οὐν τον του Ἡρακλειδου υἱον πατρωνυμικως βουλοιτο σημηναι , ὁμωνυμως ἀν παλιν [
9999967 κοινωνουσα
τοπους ἑκαστης ἰδεας , καθ ' οὑς μηδεμιᾳ των λοιπων κοινωνουσα εὑρισκεται : ἐκεινοι γαρ αὐτην και χαρακτηριζειν μαλιστα δυνανται
, διῃει της ἀγορας ἐν μεσῳ , ταις ἀλλαις γυναιξι κοινωνουσα του θρηνου και δεινον ἀλαλαζουσα . μονασται δε και
9999967 συνισταμενη
δε ξηρα και καπνωδης . και ἡ πλεοναζουσα ὑγρα και συνισταμενη νεφη ποιει και κατα μεταβολην ὑετους και ὀμβρους και
ἐπει δε ἀποδειξις προηγουμενως μεν ἡ ἐκ πρωτων και ἀμεσων συνισταμενη , λεγομεν δε ἀποδειξιν κἀκεινην την ἐκ τοιουτων συνισταμενην
9999967 λελεγμενα
πεμψω σον κασιγνητον ταχυ , ᾡ παντα λεξεις τἀξ ἐμου λελεγμενα , και αὐτος λαλησει βασιλεως ἐναντιον , συ μεν
τοι των αἰτιων , πιστωσαιτ ' ἀν τις μαλλον τα λελεγμενα . Και ὁ μεν περι της διαγνωσεως οὐρων λογος
9999967 φυλαττεϲθαι
χλιαρῳ ϲπογγιζομεν : πυρια γαρ ἐπι τουτων οὐ ϲυμφερει : φυλαττεϲθαι γαρ δει , μη ποτε ἀποτευχθῃ ἡ ἐνδον κολληϲιϲ
εἰϲ ὠτα ἐγχυϲιϲ , ἐπιδηματοϲ θερμου ὑποθεϲιϲ τῳ γενειῳ : φυλαττεϲθαι δε αἰφνιδιαν ἐξ ὑπνου διεγερϲιν , καπνον , κονιορτον
9999967 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999967 σκοπουντες
μαλλον ἑτερων τυχον μεν και ἀλλως , ἐτι δε κἀκεινο σκοπουντες ὁτι μηδεν ἰδιᾳ μοι διαφερει , μηδε ὀχλησιν τινα
τε τῃ ἠπειρῳ στρατοπεδευομενοι και προσβολας ποιουμενοι τῳ τειχει , σκοπουντες καιρον εἰ τις παραπεσοι ὡστε τους ἀνδρας σωσαι .
9999967 Ὑδρου
ἀνατελλουσης ὁ μεν Ἀρατος φησι δεδυκεναι τα τε λοιπα του Ὑδρου και τον Κενταυρον , ἀνατεταλκεναι δε τον Νοτιον Ἰχθυν
δʹ δʹ ὁ ἐπ ' ἀκρου του ποδος κοινος του Ὑδρου . . . . . . . . .
9999967 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999967 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999967 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999967 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .

Back