λαβειν φαντασιαν . οὐχ ὁρᾳς ὁτι και δρυν ὑψηλην ἐν Συχεμ πεφυτευσθαι φησιν αἰνιττομενος τον ἀνενδοτον και ἀκαμπη , στερρον
ἐντυγχανοντας ἀναιρειν , ἐπειτα δε και τον Ἐμμωρ και τον Συχεμ φονευσαι . Λεγει δε περι της ἀναιρεσεως αὐτων οὑτως
9993959 ἀθροωϲ
ἐντερου τῳ περιτοναιῳ περιϲφιγγομενου , τοιϲ δε κατα ῥηξιν το ἀθροωϲ ἐξ ἀρχηϲ γινεϲθαι την κατολιϲθηϲιν και ἐπι βεβαιοιϲ αἰτιαιϲ
γαρ τηϲ ἀθροαϲ κενωϲεωϲ λειποθυμηϲαϲιν αὐτοιϲ πνιγμου κινδυνοϲ ἐπιγινεται ϲυρρεουϲηϲ ἀθροωϲ εἰϲ το πεπονθοϲ μοριον τηϲ ὑληϲ . μη κουφιζομενων
9993955 φυϲωδεϲ
καταμηνια προκαλειται πινομενον . κεφαλαλγεϲ δε ἐϲτι πλειον λαμβανομενον και φυϲωδεϲ δια την ὑγροτητα . Μορεαϲ ὁ καρποϲ ϲυκαμινα και
ἀργια και τα τουτοιϲ ϲυμφωνα . τοιϲ δε δια πνευμα φυϲωδεϲ ὀδυνωμενοιϲ ταϲεωϲ μαλλον ϲυναιϲθηϲιϲ γινεται . τοιϲ δε δια
9993911 Κυκλωπα
κιθαρῳδιας οἱ περι τον ἐξ Ἰταλιας Οἰνωπαν , ὁς και Κυκλωπα εἰσηγαγε τερετιζοντα και ναυαγον Ὀδυσσεα σολοικιζοντα , ὁ αὐτος
ὀφθαλμους , και τυφλος ἐγενετο , οὐχι δια τον περι Κυκλωπα μυθον , ἀλλα δια τον τριτον ὀφθαλμον , ὁς
9993902 Ξερξεω
ἐφηνε ὁ θεος : ἐπι γαρ Δαρειου του Ὑστασπεος και Ξερξεω του Δαρειου και Ἀρτοξερξεω του Ξερξεω , τριων τουτεων
ἐτι και νυν τους ἀνεμους ἱλασκονται . Ὁ δε ναυτικος Ξερξεω στρατος ὁρμωμενος ἐκ Θερμης πολιος παρεβαλε νηυσι τῃσι ἀριστα
9993901 ἑψηϲεωϲ
δε και δευτεριον οὑτωϲ : τοιϲ καταλειφθειϲιν ἀπο τηϲ τριτηϲ ἑψηϲεωϲ ἐπιβαλλονται ἐλαιου ξεϲται Ϛʹ και ἑψεται ἐφ ' ἱκανον
ἑψηϲθω ἑωϲ λειφθῃ το τεταρτον : ἐπι τελει δε τηϲ ἑψηϲεωϲ ἐπιβαλλε μελιτοϲ το ϲυμμετρον και βραχυ ἑψηϲαϲ και διηθηϲαϲ
9993673 κϚʹ
Περι Εὐμενους και των περι αὐτον γενομενων παραδοξων μεταβολων . κϚʹ . Ὡς Πτολεμαιος την τε Φοινικην και την Κοιλην
ἑξει . παλιν τας ιδʹ προσεθηκα ταις ιβʹ και γινονται κϚʹ : ταυτας ὁ Τοξοτης ἑξει ἐπι της αʹ μοιρας
9993504 Ἡσιοδῳ
. και τουτοιν μεν δη ἀμφοιν οὑτος ὁ τροπος . Ἡσιοδῳ δε τῳ Ἀσκραιῳ δορατα μεν φριττοντα και ἀσπιδας συνερειδουσας
ἡδειαν ἐχει και θαυμαστην . ῥᾳον δ ' ἀν τις Ἡσιοδῳ και Ὁμηρῳ πιστευσειεν ἡρωολογουσι και τοις τραγικοις ποιηταις ἠ
9993456 ὀλωλε
θἠμεραι κριθησεται εἰτ ' ἐστ ' ἐτι ζων εἰτ ' ὀλωλε Τηλεφος . οὑτος συ τολμαις πτωχος ὠν λεγειν ταδε
οἰκον , ἐκσωσον δ ' ἐμε : ὡς τἀμ ' ὀλωλε παντα και τα Πελοπιδων , οὐρανιον εἰ μη ληψομεθα
9993338 Ξανθιππη
. Οἱος ὁ Σωκρατης το κῳδιον ὑπεζωσμενος , ὁτε ἡ Ξανθιππη λαβουσα το ἱματιον ἐξω προηλθεν : και ἁ εἰπεν
] , προαγωμεν δη φησιν ἐξω : φαινεται γαρ ἡ Ξανθιππη ὀξυρεγμιᾳ σπαρασσειν ἡμας . εἰτα μετ ' ὀλιγας ἡμερας
9993325 ϲπογγοιϲ
, καλλιϲτον ἐϲτιν ἐπουλωτικον φαρμακον . Λιθοι οἱ ἐν τοιϲ ϲπογγοιϲ . Εἰϲι δε και ἀλλοι οἱ ἐν τοιϲ ϲπογγοιϲ
δε τουτο : βαλϲαμου καρπου , λιθου του ἐν τοιϲ ϲπογγοιϲ , γληχωνοϲ ξηραϲ , μαλαχηϲ ἀγριαϲ του ϲπερματοϲ ἰϲα
9993305 ʹʹγʹʹ
Ϛʹʹ μβʹ Ϛʹʹ Βαικουλα ιζʹ μβʹ δʹʹ Γερουνδα ιζʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ μβʹ δʹʹ Και μετ ' αὐτους Καστελλανοι ,
ʹʹγʹʹ Καταρρακτου ποτ . ἐκβολαι νδʹ ∠ ʹʹδʹʹ λδʹ ∠ ʹʹγʹʹ Ληθαιου ποτ . ἐκβολαι νδʹ ∠ ʹʹγʹʹ λδʹʹ ∠
9993293 ἐβη
! ! ! ! ! ! ! ] η ? ἐβη οἰκονδε [ νεεσθαι [ ] ! ! ον ?
δ ' εἰσενοησεν ἀποπροθι πολλον ἐοντας Σκαιῃς ἀμφι πυλῃσιν : ἐβη δ ' ἀρα πατρι ἐοικως ἀντια δυσμενεων οἱ μιν
9993269 ἡδιω
τοὐπιτιμιον , ἐμοι δε προς τῳ την ἡδονην παρα πολυ ἡδιω πεφυκεναι και το τελος ἀγαθον ἀποβεβηκεν : οὐ γαρ
κεφαλος ἀκτισιν πυρος . ταυτα δε τα βρωματα ὁτι πολλῳ ἡδιω ἐστι των παρα σοι περισπουδαστων κοττα και λεπιδι ,
9993201 Εὐδοξῳ
τῃ ιδ Εὐδοξῳ ὑετια . . ἐν δε τῃ ιη Εὐδοξῳ Σκορπιος ἀρχεται ἐπιτελλειν ἑῳος . . ἐν δε τῃ
Εὐδοξῳ Ἀρκτουρος ἑῳος δυνει . . ἐν δε τῃ ιη Εὐδοξῳ Δελφις ἀκρονυχος ἐπιτελλει . . ἐν δε τῃ κδ
9993197 χοα
ῥιζης οὐγκιας ιε : ὀρυττεται πυραμητῳ : ἐμβαλλεται εἰς γλευκους χοα λεια ἐν ὀθονιῳ ἐφ ' ἡμερας τριακοντα . καθαιρει
οὐδε συ . ἑτερον τριηρης : τουτ ' ἰσως χωρει χοα . περι δε του τριτου λεγων φησιν : ὁ
9993172 ϲτυψεωϲ
ταϲ καθ ' ἡπαρ ἐμφραξειϲ ἐκκαθαιρει . μετεχει δε και ϲτυψεωϲ βραχειαϲ , δι ' ἡν τονον ἐντιθηϲι τῳ ἡπατι
χυλοϲ αὐτου πολυ τηϲ ποαϲ θερμοτεροϲ . μετεχει δε και ϲτυψεωϲ οὐκ ἀμυδραϲ και μαλιϲτα το ποντικον , διο ῥυπτει
9993138 Ἀγχισαο
Ψ , . . Δαρδανιων αὐτ ' ἠρχεν ἐυς παις Ἀγχισαο : ἡ διπλη ὁτι των Δαρδανων ἠρχεν Αἰνειας ,
' ἐκ Θετιδος καλλιπλοκαμου ἁλοσυδνης : αὐταρ ἐγων υἱος μεγαλητορος Ἀγχισαο εὐχομαι ἐκγεγαμεν , μητηρ δε μοι ἐστ ' Ἀφροδιτη
9993131 ἠε
φησι που : ἀλλ ' ὁποτ ' ἠ ἐριφοιο νεοσφαγεος ἠε κεν ἀρνος ἠ αὐτου ὀρνιθος ἐφοπλιζεαι ἐδωδην , χιδρα
παρα το βδαλλειν , ὁ ἐστιν ἀμελγειν : Νικανδρος : ἠε συγε βδηλαιο νεον γλαγος . ὡς λιμνητις ἁπαν ἐκ
9993114 ὀσμῃ
τις διακρινειν οὑτως : το μεν γαρ ἀριστον και τῃ ὀσμῃ και τῃ γευσει προσηνες και ἡδυ που φανησεται και
πραγματα , και ὁ γλυκυς τῃ γευσει χυμος και τῃ ὀσμῃ γλυκυς , ὡσπερ του μελιτος : πολλα δε ἡδεα
9993071 ἀδηκτωϲ
Πομφολυξ . Εἰ πλυθειη ϲχεδον ἁπαντων πρωτευει , ὁϲα ξηραινειν ἀδηκτωϲ πεφυκεν , ὁθεν εἰϲ τα καρκινωδη των ἑλκων ἐϲτιν
γουν ὑδατι ἀκριβωϲ τριϲ ἠ τετρακιϲ ἀποχεομενου του ὑδατοϲ ξηραντικον ἀδηκτωϲ γιγνεται φαρμακον , διαφορητικον δε γιγνεται πλυθειϲα θαλαϲϲῃ .
9993046 ὀπη
κατεχουσι , καθοπλιζονται . Πορος : το αἰδοιον , και ὀπη , ὁ αὐλισκος : πορος ἀρσενος το αἰδοιον ,
οἱ Ἀττικοι λεγουσι δια του ἑνος κ . σαλαμβη : ὀπη , δι ' ἡς το σελας βαινει , καπνοδοκη
9993036 ναρδοϲταχυοϲ
, βδελλιου , ξυλοβαλϲαμου ἀνα # β , μαλαβαθρου , ναρδοϲταχυοϲ , πυρεθρου , κροκου ἀνα # α , ὀποβαλϲαμου
# ι . βʹ ἐμβολη : φυλλου , ἀμωμου , ναρδοϲταχυοϲ , κοϲτου , καρυοφυλλου , καϲϲιαϲ , καϲαμου ἀνα
9992985 δοϲιϲ
ἀνα γϼ γ , ἐπιθυμου # ∠ ʹ . ἡ δοϲιϲ γϼ δ , τινεϲ γϼ Ϛ : διδοται ἑωθεν
, βελτιον δια μελιτοϲ αὐτο ϲκευαζειν : ἡ δε ϲυμμετροϲ δοϲιϲ ἐϲτω δυοιν κοχλιαριων : αὐξηϲειϲ δε και μειωϲειϲ το
9992943 ϲαρκαϲ
χαλκου . ἡ δε του χαλκου καθαιρει και τηκει ταϲ ϲαρκαϲ . ἁπαϲαι δε λεπιδεϲ δακνωδειϲ εἰϲιν ἱκανωϲ . Λιθαργυροϲ
γη παϲα καδμια : Ἀϲϲιαϲ πετραϲ το ἀνθοϲ ταϲ πλαδαραϲ ϲαρκαϲ ἐκτηκει . πομφολυξ πλεονακιϲ πλυθειϲα τιτανοϲ γενναιωϲ , ὠου
9992940 Αἰθιοψι
δε και Νιγρητες οἱ ὑπερ τουτων οἰκουντες προς τοις ἑσπεριοις Αἰθιοψι και τοξευουσι , καθαπερ και οἱ Αἰθιοπες : χρωνται
ἡλιος ἀνυων πορειαν την βορειον ἀναψυχει το της θερμοτητος λαβρον Αἰθιοψι . και θαυμασειεν ἀν τις οὐ τοσουτον τον ἡλιον
9992852 βηχοϲ
θερμῳ κεραϲαϲ : θωρακα δε πεπληρωμενον ὑγρων κενωϲαι βουλομενοϲ δια βηχοϲ ὀξυμελι το ποικιλον προϲπλεξαϲ τῃ δοϲει διδου θερμῳ κεραϲαϲ
αὐτοιϲ φιλον . ἀλλα και φλεγματικα περιττωματα : οὑτοι μετα βηχοϲ ἀναπτυουϲιν : αἱ δε του πνευμονοϲ ξηροτητεϲ ἀπεριττοι εἰϲι
9992841 ΑΓΖ
' ἁς αἱ ἰσαι πλευραι ὑποτεινουσιν , ἡ μεν ὑπο ΑΓΖ τῃ ὑπο ΑΒΗ , ἡ δε ὑπο ΑΖΓ τῃ
ὑπο ΖΓΔ συναχθησεται τλθ ιϚ , λοιπη δε ἡ ὑπο ΑΓΖ των αὐτων κ μδ : ὡστε και ἡ μεν
9992837 γοα
, ὀποβαλσαμου , ἀνα γοαζʹ . κροκου . σμυρνης ἀνα γοα . στυρακος γοι . οἰνου εὐωδους παλαιου και μελιτος
ὑπνου λιτ . α . ῥακους ξηρου γοστ . ὀνυχων γοα . Γης σαμιας λιτ . α . στυρακος ,
9992800 ϲαρκι
τουϲ ἰχωραϲ του ὀνυχοϲ αὐθιϲ τε παλιν ἐπιτιθεναι τῃ ὑποκειμενῃ ϲαρκι , καθαπερ ἐφην , οἱον ἐπιθεμα τον ὀνυχα .
ταιϲ ῥιϲι γεννωμενοϲ ἐοικωϲ κατα την οὐϲιαν τῃ του πολυποδοϲ ϲαρκι . τηϲ αὐτηϲ δε οὐϲιαϲ ἐϲτι και το ϲαρκωμα
9992789 Φοιβε
, φανερον ποιει αὐτος λεγων “ ἀμφι μοι αὐτε , Φοιβε ” , τουτεστι παλιν . οὐδαμου γαρ νυν του
συν εὐφωνοις θαλιαις ὀνυμασταν . Λυκιε και Δαλοι ' ἀνασσων Φοιβε Παρνασσου τε κραναν Κασταλιαν φιλεων , ἐθελησαις ταυτα νοῳ
9992784 ἡσυχῳ
γραφου : δι ' ὠτων δε συν - τετραινε μυθον ἡσυχῳ φρενων βασει . τα μεν γαρ οὑτως ἐχει ,
του συνεχους της ἐνεργειας μεγεθος προφαινομενον τῃ σῃ προσβολῃ ἐν ἡσυχῳ κειμενον , ἑνος δε και δυο ὀντων και τριων
9992760 Ἐρυθρᾳ
και πολις . . . . γʹ νησος προς τῃ Ἐρυθρᾳ θαλασσῃ . ὁ πολιτης Ἰκαριος „ ποντου Ἰκαριοιο ”
εἰτα ναυτιλλομενοι ἐνεμιγησαν τῳ τε του Ὠκεανου πελαγει και τῃ Ἐρυθρᾳ θαλασσῃ και των Λημνιων γυναικων των ἀνδροφονων τῳ ἐθνει
9992725 ἐβλαψε
ἡ και φυτα και καρπους και ζῳα και ἀνθρωπους μεγαλα ἐβλαψε , τουτοις προσεπτησαν : οὐχ ὑετων , οὐ χαλαζης
δε φησι τοιουτον ἐστιν : ὁ ὑμας ἐκ του παρελθοντος ἐβλαψε χρονου , τουτο ἀποθεμενοι παλιν ὠφεληθησομεθα . ἐπειτα ἐνθυμητεον
9992686 Κυμῃ
, ὡς τον υἱον αὐτου Τυρραιον καθημενον ἐπι κουρειου ἐν Κυμῃ χαλκευς τις πελεκυν ἐμβαλων ἀνελοι . των δε Κυμαιων
ὀντος ἀναισθητου . Οἱ δ ' ἀπο του προς τῃ Κυμῃ χωριου της Βλακειας , οὑ μνημονευει και Ἀριστοτελης .
9992673 Κορῃ
ὡς χορικα δε . χθονιαις δε τῃ Δημητρι και τῃ Κορῃ . εὐπιστως ἐχω προς το τους θεους ὑμνησαι και
και της μιλακος : εὐχομαι δη τῃ Δημητρι και τῃ Κορῃ . πρεσβυτερος ἐστι της Δειναρχου ἀκμης . εἰρηται γαρ
9992650 ΓΒ
. Ἐστι δε και τουτο φανερον ὁτι ἡ των ΘΓ ΓΒ εὐθειων τριτη ἀναλογον λαμβανομενη εὐθεια ἰση ἐσται τῃ ΒΕΔ
ἀλληλαις εἰσιν . και ἐπει διπλη ἐστιν ἡ ΑΓ της ΓΒ , τριπλη ἀρα ἡ ΑΒ της ΒΓ . ὡς
9992646 Ἀτρεϊδαο
ὁς τις ὁδ ' ἐστι : μειων μεν κεφαλῃ Ἀγαμεμνονος Ἀτρεϊδαο , εὐρυτερος δ ' ὠμοισιν ἰδε στερνοισιν ἰδεσθαι .
κληρον ἐσημηναντο ἑκαστος , ἐν δ ' ἐβαλον κυνεῃ Ἀγαμεμνονος Ἀτρεϊδαο . λαοι δ ' ἠρησαντο , θεοισι δε χειρας
9992644 ἁρπη
το πρωτοτυπον . το δε ἁρπω αὐτο παραγωγον ἀπο του ἁρπη παρηγμενον . ἁρπη δε ἐστιν εἰδος ὀρνεου : ἁρπακτικον
το δε ἁρπω αὐτο παραγωγον ἀπο του ἁρπη παρηγμενον : ἁρπη δε ἐστιν εἰδος ὀρνεου , ἁρπακτικον γαρ : ὡς
9992620 ΑΗ
. , ] ὁτι δε ὁμοιον ἐστι το ΑΒ τῳ ΑΗ , δηλον : παντος γαρ παραλληλογραμμου εἱς μονος ἐστι
τῳ τεταρτῳ μερει του ἀπο της ΔΗ ἰσον παρα την ΑΗ παραβληθῃ ἐλλειπον εἰδει τετραγωνῳ , εἰς συμμετρα αὐτην διαιρει
9992618 Γλαυκῳ
και της Εὐβοιας Ἀθηναι αἱ Διαδες , ὡν μεμνηται ἐν Γλαυκῳ Ποντιῳ Αἰσχυλος : „ κἀπειτ ' Ἀθηνας Διαδας παρεκπερων
: ἐστι δε και ἑτερα τεχνη γραμματων , ἡν ἀνατιθεασιν Γλαυκῳ Σαμιῳ , ἀφ ' ἡς ἰσως και ἡ παροιμια
9992596 ιθʹ
ὀγδοος , Ἑρμου ἑβδομος , λυπηρος σκληρος . νζʹ Κρονου ιθʹ , χαλεπωτατος . ξʹ Κρονου κʹ , Ἀφροδιτης δωδεκατος
ʹ και γʹ α ὡρας ἰσημερινης του μεσονυκτιου και του ιθʹ ἐτους Ἀδριανου Χοϊακ βʹ εἰς την γʹ προ μιας
9992589 Ἀλυαττεω
, οἱον Κροισου ὀντος Λυδου μεν γενος , παιδος δε Ἀλυαττεω , τυραννου δε ἐθνων των ἐντος Ἁλυος ποταμου :
Πανταλεοντι γενεσθαι την Λυδων ἀρχην . Ὁ δε Πανταλεων ἠν Ἀλυαττεω μεν παις , Κροισου δε ἀδελφεος οὐκ ὁμομητριος :
9992582 ἀθλιε
χολαις . ὁν ἀπωλεσεν ] . τον δακτυλιον θες , ἀθλιε . τον ἡμετερον ] σοι θω ; ποθεν δ
δαιμονιε ] δυστυχεστατε , εὐτυχεστατε , κακοτυχε . , ἠ ἀθλιε , κακοδαιμων . ⌈ δρω το κοιμωμαι , και
9992571 ΑΕΔ
: και ὡς ἀρα το ὑπο ΑΒΔ προς το ὑπο ΑΕΔ , οὑτως το ἀπο ΒΓ προς το ἀπο ΓΕ
βασει τῃ ΔΒ ἰση ἐστι : γωνια ἀρα ἡ ὑπο ΑΕΔ γωνιᾳ τῃ ὑπο ΔΕΒ ἰση ἐστιν : ὀρθη ἀρα
9992550 θωρηκι
μαζαν τετριμμενοι ξυν ναρδῳ , ἀλφιτοιϲι , οἰνανθῃ , προϲηνεϲ θωρηκι ἐπιπλαϲμα . ψυκτικον δε και μηλα θλαϲθεντα ξυν μαϲτιχῃ
. παραφορη μεν γαρ μετεξετεροιϲι ἐκ τινοϲ των ἐν τῳ θωρηκι . ἀναπνοη θερμη τε και ξηρη , διψοϲ δριμυ
9992517 ΑΔΗ
διαφορον της ὁμαλης κινησεως παρα την φαινομενην ὑπο της ὑπο ΑΔΗ γωνιας περιεχεται , φανερον , ὁτι και ἡ ὑπεροχη
των ΑΔ , ΕΘ , αἱ ἐναλλαξ γωνιαι αἱ ὑπο ΑΔΗ , ΗΖΘ ἰσαι εἰσιν . εἰσι δε δια τον
9992505 ζῳῳ
ὁτι διαφοροι ἐνεργειαι διανοιας . φαινεται δε ὁτι και ἑκαστῳ ζῳῳ οἰκεια τις ἐστιν ἡδονη , καθαπερ και ἐργον ἐστιν
ἀνθρωπον το λογικον αἰτιον , ἀλλ ' οὐ ταὐτον τῳ ζῳῳ . ἐπι των τοιουτων οὐν αἰτιων ἁπερ ἀλλα ἐστι
9992500 Ζυγῳ
. Ἡλιος Ἑρμης Ἀφροδιτη Λεοντι , Σεληνη Παρθενῳ , Κρονος Ζυγῳ , Ζευς Αἰγοκερῳ , Ἀρης Κριῳ , ὡροσκοπος Καρκινῳ
εἰτα ἐν Παρθενῳ προσνευσει τοις Διδυμοις , εἰτ ' ἐν Ζυγῳ γενομενη προσνευσει Ταυρῳ , εἰτα Σκορπιῳ γενομενη προσνευσει Κριῳ
9992478 ΔΕΖΘ
λογου ἑνεκεν το Χ στερεον τινων Ϛ , ἡ δε ΔΕΖΘ τοιουτων ι και δ , ὡστε ἡ ὑπεροχη της
ἡ ΔΕΖ βασις προς την ΑΒΓ βασιν , οὑτως ἡ ΔΕΖΘ πυραμις προς ἐλαττον τι της ΑΒΓΗ πυραμιδος στερεον .
9992453 Ἀλυβη
ἐν Ποτηριοκλεπτῃ : ὁστις ἐμην κελεβην Ἀλυβηϊδα μουνος ἀπηυρα . Ἀλυβη ἐστιν ὀνομα πολεως . οἰος ἀωτῳ : προβατου ἀνθει
μεν Εὐρωπαιᾳ κατα μεν βαρβαρους Καλπη , κατα δε Ἑλληνας Ἀλυβη : τῃ δε Λιβυκῃ κατα μεν Ἑλληνας Κυνηγετικη ,
9992398 κῃ
, αὐτη δηλοι . Ἐν γαρ μεσῃ τῃ λιμνῃ μαλιστα κῃ ἑστασι δυο πυραμιδες , του ὑδα - τος ὑπερεχουσαι
τον βιον . Σκοπεειν χρη παντος χρηματος την τελευτην , κῃ ἀποβησεται . Πολλοισι και δη ὑποδεξας ὀλβον ὁ θεος
9992396 Ταναϊν
. Εὐξεινου Ποντου , . : . . . ἐπι Ταναϊν ποταμον . . , ὁς λεγεται ὁριζειν ἀπο της
πραγμασιν εὐαποδοτοις και ψευδος ἐστι το ἀπο θερινης ἀνατολης τον Ταναϊν ῥειν : ἁπαντες γαρ οἱ ἐμπειροι των τοπων ἀπο
9992376 ΕΖΒ
ὑπο ΑΕΒ γωνια μειζων ἐστιν ὀρθης , τουτεστιν της ὑπο ΕΖΒ , τῃ ὑπο ΕΒΖ γωνιᾳ , ἡ δ '
διδοται οὐν ἑκατερα των ΔΘ , ΘΗ , της ὑπο ΕΖΒ γωνιας δο - θεισης . ἰση γαρ αὑτη ἐστιν
9992375 ΕΔ
, ΑΖ , ΒΓ , ΒΖ , και ἐπιζευχθωσιν αἱ ΕΔ , ΕΓ , [ ὁτι ] γινεται εὐθεια ἡ
της ΔΕ προς το ἀπο της ΔΖ , οὑτως ἡ ΕΔ προς την ΟΠ . ἀλλ ' ἠν ὡς το
9992354 νω
πολει τιμαν ἁπαντας οὑνεκ ' ἀνδρειας χρεων . Τοιαυτα τοι νω πας τις ἐξερει βροτων , ζωσαιν θανουσαιν θ '
' ἀποθανωμεν , κατορυχησομεσθα που γης ; Ὁ Κεραμεικος δεξεται νω . Δημοσιᾳ γαρ ἱνα ταφωμεν , φησομεν προς τους
9992351 σαλπιγγι
Τιμαιος κακως και παρεργως ἱστορησας ἐσχεδιασε . το δε τηι σαλπιγγι πειθαρχειν οὐκ ἐστι θαυμασιον κτλ . . . ,
πολλους , κατατετρωμενους δε σχεδον ἁπαντας τους προσβαλλοντας ἀνεκαλεσατο τῃ σαλπιγγι τους στρατιωτας ἀπο της μαχης . ἀναχωρησας δε ἀπο
9992351 ἁλι
ἐξαπλου . δυσβοητον . βοητικην . φωνην . τζουκνιζομενοι . ἁλι ] ἐν . τυπτονται , ὀχλουνται . προς ]
, ἡμιβρωτα λειψανα συντιθεις , οἰνῳ διαινων , ἐντερ ' ἁλι και σιλφιῳ σφενδονων , ἀλλαντα τεμνων , παραφερων χορδης
9992326 μιγνυε
συστασεως . ἐπι δε της χρησεως ἐν μεν ταις ἀρχαις μιγνυε , καθαπερ εἰρηται , τα ἀποκρουστικα , κατα δε
αὐτα ἑλμινθων τε φαρμακον ἐστιν . και ἐπειδαν ἑψηθωσι , μιγνυε λειων μελανθιου και μελιτος , ὁμου τε λειωθεντων και
9992313 Σαρδω
προ της εἰς Κρητην προς Μινω ἀφιξεως , ἐλθειν εἰς Σαρδω και διαφθειραι πολλους , οὑς σεσηρεναι τελευτωντας . Ὠ
ʹʹγʹʹ ιβʹʹ λϚʹ ∠ ʹʹ Νησοι δε εἰσι περι την Σαρδω Φιντωνος νησος λʹ γοʹʹ λθʹ δʹʹ Ἰλουα νησος λʹ
9992310 ψωραϲ
των προϲ τουϲ ἐλεφαντιωνταϲ ϲμηγματων κοινωϲ ἐπι τε λεπραϲ και ψωραϲ ἁρμοζει . Μιχθεντων ἰχωρων λεπτων και δριμεων ἑτεροιϲ παχυχυμοιϲ
ἀκροχορδοναϲ και θυμουϲ ἀφαιρουϲιν : ἀπορρυπτουϲι δε και λειχηναϲ και ψωραϲ . του δε χαρακιτου λεγομενου ὁ φλοιοϲ τηϲ ῥιζηϲ
9992304 ξγʹ
ἀκαρπον καρποφορειν ποιησαι . ξβʹ . περι ἐγκεντρισμου ἀμυγδαλης . ξγʹ . περι καιρου φυτειας καστανων . ξδʹ . περι
ζʹ , ιβʹ , κγʹ , μαʹ , νζʹ , ξγʹ , οβʹ , πϚʹ . ὁ δε ἐπι του
9992286 δοιδυκι
τινα των στυφοντων ἁμα και ψυχοντων λειου ἐν ἡλιῳ , δοιδυκι μολυβδινῳ χρωμενος , μεχρις ἀν παχυτερος γενηται , και
στυρακα και τακεντος αὐτου ἐπιβαλε ἐν θυειᾳ και λειου τῳ δοιδυκι ἐπι πολυ , ὡς λευκοτατον γενεσθαι , και χρω
9992284 ΖΗΘ
και κεντρῳ τῳ Β γεγραφθω ὁ ἐπικυκλος της σεληνης ὁ ΖΗΘ , περιαγεσθω δ ' ὁ μεν ἐπικυκλος την εἰς
κοινη ἀρα αὐτων τομη ἡ ΠΔΡ ὀρθη ἐστι προς το ΖΗΘ : και προς πασας ἀρα τας ἁπτομενας αὐτης εὐθειας
9992279 ϲυϲταϲεωϲ
# α : παντα κοπεντα και ϲυμμετρωϲ ἑψηθεντα ἀχρι ζωμου ϲυϲταϲεωϲ ἀφελε και ψυξαϲ ϲυνθεϲ ὁμου τα τεμαχη ϲυν τῳ
α , ὀξουϲ δριμυτατου # α ἑψε ἁμα μεχρι μελιτωδουϲ ϲυϲταϲεωϲ , εἰτα ἐπιβαλων ἐπιπετρου κεκομμενου και ϲεϲηϲμενου # α
9992252 ἡβη
ἡβᾳ ] * Το κεχλαδοντας ἡβᾳ ἀντι του πληθυνοντας τῃ ἡβη , διο και σημειουται την λεξιν τῳ Χ .
: βελτιον γαρ ἐπεξηγειται γαρ εἰπων “ του περ χαριεστατη ἡβη . ” αἰσημα τα προσηκοντως και κατ ' ἀξιαν
9992252 κζʹ
λογον των αὐτων ͵βιϚʹ , ταυτα μεν ποιησει τον ἐπι κζʹ προς τα ͵αϠμδʹ και τοσουτων ἐσονται παλιν ἐν τοις
ιδ : ὁ λαμπρος του βορειου Στεφανου ἑσπεριος ἀνατελλει . κζʹ . Καισαρι βορρας πνει . Ἱππαρχῳ ὑετια . κηʹ
9992245 Γαγγῃ
και Ἐρεννεσις ἐν Μαθαις , ἐθνει Ἰνδικῳ , συμβαλλει τῳ Γαγγῃ . τουτων λεγει Μεγασθενης οὐδενα εἰναι του Μαιανδρου ἀποδεοντα
ἀξιον ξυμβαλειν πληθους ἑνεκα του ὑδατος , μη ὁτι τῳ Γαγγῃ τῳ μεγιστῳ , ὁτῳ οὐτε Νειλου ὑδωρ του Αἰγυπτιου
9992226 ἑλκωϲειϲ
φλυκτιϲιν ὁμοιαι ὑπερεχουϲαι τηϲ ἐπιφανειαϲ : τα δε ἐξανθηματα ἐπιπολαιαι ἑλκωϲειϲ εἰϲιν ὑπερυθροι και τραχειαι : ἀμφοτερα δε θεραπευεται δυναμεϲι
ἐντοϲ ἑλκωϲειϲ παϲαϲ και ἱδρωταϲ παυει , ταϲ τε ἐκτοϲ ἑλκωϲειϲ παϲαϲ ἰαται μετα γαλακτοϲ ἐπιχριϲθειϲ . ταϲ δε ἐν
9992196 Κλεαρχῳ
σκοπειν , ὡς ὁρᾳς , ἀσφαλεστερα εἰς το παθειν ἠ Κλεαρχῳ εἰς το δρασαι , και το γ ' ἐμον
ταυτα βουλευεσθαι . ἐδοξε ταυτα , και ἀνδρας ἑλομενοι συν Κλεαρχῳ πεμπουσιν οἱ ἠρωτων Κυρον τα δοξαντα τῃ στρατιᾳ .
9992132 Θρᾳξ
: ὡς αὐτος φησι , καρποι μελιτι δεδευμενοι . Διονυσιος Θρᾳξ : θεοις ἀπαρχαι τινες . λεγεται δε πελανος και
τον προσαγοντα τῳ † ἑρματι το ποτηριον . ἐνταυθα ὁ Θρᾳξ Διονυσιος φησι την παροιμιαν „ πολλα μεταξυ κυλικος „
9992129 λβ
ιη ο με ο λ ο οϚ ε ιβ ο λβ Ϛ Ϛ ο κ ο ια ιβ κ λα
. . . . . . . . λζ δʹ λβ Ϛʹ Οὐζικια ἠ Οὐζετια . . . . .
9992116 ὁκωϲ
ἐγχεειν και ῥητινηϲ τηϲ ξηρηϲ τηϲ ἀπο πιτυοϲ ἐμπαϲϲειν , ὁκωϲ το θειον κρεϲϲον εἰη , και τηϲ ἀπο τερμινθου
ἐν τῳ ϲκηνεϊ το ὑγρον οὐ μιμνει , ἀλλ ' ὁκωϲ διαβαθρῃ τῳ ἀνθρωπῳ ἐϲ ἐξοδον χρεεται . διαρκεουϲι δε
9992105 Φωκιδι
πολλοις ἐξενικησε και ἁπασῃ γενεσθαι τῃ ἐφ ' ἡμων καλουμενῃ Φωκιδι , Αἰγινητων ναυσιν ἐς την χωραν διαβαντων ὁμου Φωκῳ
την μεγιστην γυναικα το ἀγαλμα . τῃ δε γῃ τῃ Φωκιδι ἐστιν ὁμορος ἡ ὀνομαζεται μεν ἀπο Βουλωνος ἀγαγοντος την
9992105 Σφιγγα
το παθος δια του γ . τῃ Σφιγγι , την Σφιγγα , ὠ Σφιγξ : τα εἰς διπλουν ληγοντα την
] . „ κηρυττει δε ὁ Καδμος τῳ ἀποκτενουντι την Σφιγγα χρηματα δωσειν πολλα . ἐλθων οὐν ὁ Οἰδιπους ,
9992089 ΑΓΒΔ
, δια δε των πολων αὐτων μεγιστος κυκλος γεγραφθω ὁ ΑΓΒΔ . λεγω , ὁτι ὁ ΑΓΒΔ κυκλος διχα τεμει
δια καταγραφης ποιησομεν φανερας οὑτως : ὁριζοντος γαρ ὀντος του ΑΓΒΔ , και μεσημβρινου του ΤΩ , και ζῳδιακου του
9991986 κγʹ
χωρας καʹ . Περι χρονου κβʹ . Περι οὐσιας χρονου κγʹ . Περι κινησεως κδʹ . Περι γενεσεως και φθορας
δε κβʹ παραχρημα ἐπιτελει τα του ὀνειρου , ἡ δε κγʹ ἐν ἡμεραις η , ἡ δε κδʹ ἐν ἡμεραις
9991979 νθʹ
, Οὐιρουεδρουμ ἀκρον λαʹ ξʹ Οὐερουβιουμ ἀκρον λʹ ∠ ʹʹ νθʹ γοʹʹ Ἰλα ποταμου ἐκβολαι λʹ νθʹ γοʹʹ Ὀχθη ὑψηλη
καλειται Μυσαρις ἀκρα νθʹ ∠ ʹʹδʹʹ μζʹ ∠ ʹʹ Κεφαλονησος νθʹ ∠ ʹʹδʹʹ μζʹ ∠ ʹʹγʹʹ Καλος λιμην νθʹ ∠
9991970 ἡκῃ
και οὐδεις εἰπειν ἐχει τινα ἀποδειλιασαντα τουτων τον θανατον ὁταν ἡκῃ βασιλει ἠ διεκδυντα . Φιλιππον δε φησι Θεοπομπος ἐν
ὁ τι οὐκ ἐσεσθαι : ἐπειδαν δε ὁ του πραττειν ἡκῃ καιρος , λιπων την ταξιν και ῥιψας τας ὑποσχεσεις
9991947 ΕΒ
: συμμετρον ἀρα ἐστι και το ὑπο των ΑΕ , ΕΒ τῳ ὑπο των ΓΖ , ΖΔ . εἰτε οὐν
ἰσακις ἀρα ἐστι πολλαπλασιον το ΑΕ του ΓΖ και το ΕΒ του ΖΔ . ἰσακις δε ὑποκειται πολλαπλασιον το ΑΕ
9991940 ΒΕ
ἰσαι εἰσι και γωνιας ἰσας περιεχουσιν , βασις ἀρα ἡ ΒΕ βασει τῃ ΒΔ ἰση ἐστιν , και το ΑΒΕ
τα ΕΒΔ , ΓΖΔ ὀρθογωνια δια το παραλληλους εἰναι τας ΒΕ , ΖΓ : ὡς ἀρα ἡ ΒΔ προς ΔΓ
9991929 Ἀθυρ
. Οὐρ . διδ . Εὐδοξῳ , Δημοκριτῳ χειμεριναι τροπαι Ἀθυρ ὁτε μεν κ ὁτε δε θι . Ἀπο ἰσημεριας
ταυτας εἰς τοὐπισω ἀπο της γενεθλιου ἡμερας τε και ὡρας Ἀθυρ λʹ ὡρᾳ Ϛʹ ἐφθασεν εἰς Μεχειρ κϚʹ εἰς κζʹ
9991922 ΓΖ
των ὑπο ΒΓΔ , ΓΔΕ γωνιων διχα ὑπο ἑκατερας των ΓΖ , ΔΖ εὐθειων : και ἀπο του Ζ σημειου
ὑπο των ΑΕΖ , τουτῳ ὑπερεχει το ὑπο των ΑΕ ΓΖ του ὑπο των ΒΓ ΖΕ : ᾡ δε ὑπερεχει
9991895 Θεῳ
τινα σαφως κατα το κειμενον παραδιδει . ἐν οἱς συν Θεῳ ἡ θεωρια ] Ἠν ἡ γονη μεινῃ ἐπ '
γνωμαι και ἀβεβαιοι ὡς τα πραγματα πολλης γεμοντα ἀδηλοτητος . Θεῳ δε οὐδεν ἀδηλον οὐδε ἀκαταληπτον : ἰσχυρογνωμονεστατος γαρ και
9991835 ιγ
ἡ κατα το Η παραλλαξις της σεληνης συναγεται μοιρας α ιγ κϚ , της ἀπο του κατα κορυφην Ῥοδου δοθεισης
: γινονται μοναδες μθ . συγκεισθωσαν ὁ τε ὑπο των ιγ και ζ περιεχομενος [ ἠγουν ] ὁ Ϙα [
9991824 ΑΕΒ
ἰση . ἐδειχθη δε και ἡ ὑπο ΒΓΑ τῃ ὑπο ΑΕΒ ἰση : και ὁλη ἀρα ἡ ὑπο ΒΓΔ ὁλῃ
και ἡ προς τῳ Π σημειῳ γωνια ἰση τῃ ὑπο ΑΕΒ γωνιᾳ . ἐπει οὐν μειζων ἐστιν ἡ προς τῳ
9991769 μυχῳ
της γης ἀει ζοφωδης ἐστι , δια τουτο ἐπηγαγε το μυχῳ χθονος εὐρυοδειης , και γαρ τον ὑποκατω της γης
τε και Τρικκῃ . κειται δ ' ἡ πολις ἐν μυχῳ του Σαρωνικου κολπου , τον περιπλουν ἐχουσα σταδιων πεντεκαιδεκα
9991758 ιθ
∠ ʹ ὡρας ἐγγιστα , ὁ δε μεσος δηλονοτι μετα ιθ γʹ ὡρας ἰσημερινας . ἐν Ἀλεξανδρειᾳ παλιν ἀρα γεγονεν
Ἐφορος ιθ . . Ὠτιεις : μοιρα Κυπριων . Ἐφορος ιθ : Ἀμαθουσιοι δε και Σολιοι και Ὠτιεις ἀντεχοντες ἐτι
9991754 ὑψοθι
: δοιαων δε μιης ἐφυπερθεν ὀρουσας , δεξιτερῃ χρυσειον ἀνεσχεθες ὑψοθι τοξον , μαρμαρεην δ ' ἀπελαμψε βιος περι παντοθεν
αὐτων κληθηναι κατα την Ἡρακλειαν Δαρδανιδα τε και Ποιμενα . ὑψοθι δε τεινειν αὐτην φησι , τουτεστι ὑψηλη ἐστιν .
9991744 ναρδῳ
αὐτουϲ ποτιζειν μετα οἰνου ἀψινθιῳ και κιναμωμῳ ἠ ϲμυρνῃ ἠ ναρδῳ Κιλικιᾳ , ἡν ἐνιοι ϲαιτιν ἐκαλεϲαν , ἠ ναρδοϲταχυοϲ
δε τον μυν ἐαν καυσῃς και λειωσῃς συν οἰνῳ και ναρδῳ ἠ ῥοδινῳ , ὠταλγιας χρονιας παραδοξως χρισας ἰασῃ .
9991736 Δυο
χρειαν δεομενῳ αὐτης , μητε καθ ' ἡδονην ἀσπαζομενῳ ; Δυο γαρ ὀντων τουτων , ὑφ ' ὡν Ὁμηρος και
, εἰ δικαιον , και τα ἑξης . Συριανου . Δυο ἀει ζητηματα ἐστι περι την ἐγγραφον μεταληψιν : το
9991705 ὀγκοϲ
του ὑγρου και μεταβαλλομενου εἰϲ λεπτην οὐϲιαν , τοτε ὁ ὀγκοϲ ὁμοχρουϲ και ἀνωδυνοϲ γινεται . τηϲ δε ϲυλλογηϲ ὑπο
γινομενον δε κἀν τοιϲ ἀλλοιϲ μερεϲιν . παρεπεται δε αὐτῳ ὀγκοϲ ὁμοχρουϲ ἀντιτυποϲ ἀναλγηϲ : εἰ δε τιϲ βιαιωϲ θλιβει
9991701 Θρᾳξι
, του προϋπαρξαντος : διαφυλαχθεντος δε χαριν ἑξειν ὀφειλομενην τοις Θρᾳξι παρα του σωθεντος , και τα φρουρια τα προτερον
Χιαι , ὁπλιταις δε χιλιοις ἑαυτων και τοξοταις ἑξακοσιοις και Θρᾳξι μισθωτοις χιλιοις και ἀλλοις των αὐτοθεν ξυμμαχων πελτασταις :
9991670 οδʹ
ιδʹ , λϚʹ , μαʹ , νηʹ , ξγʹ , οδʹ , πηʹ . ὁ δε ἐπι του τριτου γεννωμενος
Κορωνις ἑτερα ὁμοια : οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι οδʹ , ὡν τελευταιος ἱν ' εὐθεως διακονικος εἰναι μοι
9991665 Θηβῃ
Ἀρκεσιλα , ποιαν πηγην προσφατον ἀμβροσιων ἐπεων εὑρε ξενωθεις τῃ Θηβῃ , τουτεστιν ἡλικος ποιητης γεγονεν ἐμοι συγγενομενος : ὁ
ἠπειρων προς την δυσιν κειμενων : ὁπου και του ἐν Θηβῃ γεννηθεντος Διονυσου αἱ στηλαι περι τα ἐσχατα του ὠκεανου
9991625 ΕΖΔ
ὑπο των ΗΘΔ γωνια . και ἐστι τῃ ὑπο των ΕΖΔ ἰση . δοθεισα ἀρα και ἡ ὑπο των ΕΖΔ
ὑπο ΒΘΑ γωνια τῃ ὑπο ΕΖΔ . ἀλλα ἡ ὑπο ΕΖΔ τῃ ὑπο ΒΓΑ ἐστιν ἰση : τριγωνου δη του
9991505 ΓΕ
ΒΔ προς την ΔΕ , οὑτως ἡ ΑΒ προς την ΓΕ : και ὁ συγκειμενος ἀρα λογος ἐκ τε του
. ὡστε ὁταν λεγωμεν , ὡς ἡ ΔΓ προς την ΓΕ , οὑτως το ἀπο της ΑΒ προς το ἀπο
9991498 Σκυθῃ
* και συνταττε λεγων ὡπλισε τας χειρας ἐν τῳ ῥαιβῳ Σκυθῃ δρακοντι τῳ λυροκτυπῳ , τῳ δρακοντι των ἀφυκτων γομφιων
οἱ δ ' ἐπισταται , δισσω στρατηγω , διελαχον σφυρηλατῳ Σκυθῃ σιδηρῳ κτηματων παμπησιαν . ἑξουσι δ ' ἡν λαβωσιν
9991494 Μηδῳ
ὁ Ἀντιοχος αὐτῳ συνηλθεν , ἐπολεμησε δε και Δαρειῳ τῳ Μηδῳ , μεχρις ἐφυγεν , εἰτε Ἀντιοχῳ συμμαχων εἰτε Τιγρανῃ
' ὁ Θυατειρηνος το χωρις ὠτιων ποτηριον ὠνομακεναι Θεοπομπον ἐν Μηδῳ . Φιλημων Φασματι : ἐπει δ ' ἡ Ῥοδη
9991473 σκιρτᾳ
εὐαγγελιων πιστις ἱδρυται και ἀποστολων παραδοσις φυλασσεται και ἐκκλησιας χαρις σκιρτᾳ . Ἡν χαριν μη λυπων ἐπιγνωσῃ ἁ λογος ὁμιλει
] λιαν καυστικαι στρομβοι ] στροφαι ἀνεμων ἑλισσουσι ] συστρεφουσι σκιρτᾳ ] κινειται ἀνεμων ] † ἠγουν ἀνεμοι πνευματα ]
9991438 αϲ
ὀπτηθειϲηϲ ⋖ ε κοϲτου ναρδοϲταχυοϲ ἀνα Γρʹ δ καρυοφυλλου Γρʹ αϲ ἐρυθροδανου ῥιζηϲ Γρʹ β : ἐπιθυμου Γρʹ β :
! ! [ πα ? ? ! [ ] ! αϲ ? [ ! ] ! ? ! [ ]

Back