ἠπειρου ταυτης ἐστι , τα τε χωματα ἁ δη καλουσι Σεμιραμιδος , και τειχη και ἐρυματων κατασκευαι και συριγγων των
και τριακοντα ποδων οὐσα το πλατος , οὐδενος ἐδοκει των Σεμιραμιδος ἐργων τηι φιλοτεχνιαι λειπεσθαι . ἐξ ἑκατερου δε μερους
9999984 πυραμιδος
οὑτως το της ΔΕΖΘ πυραμιδος ὑψος προς το της ΑΒΓΗ πυραμιδος ὑψος . Συμπεπληρωσθω γαρ τα ΒΗΜΛ , ΕΘΠΟ στερεα
πυραμις τῃ ΕΖΗΘ πυραμιδι , και ἐστι της μεν ΑΒΓΔ πυραμιδος ἑξαπλασιον το ΒΔΜΛ στερεον , της δε ΕΖΗΘ ἑξαπλασιον
9999979 καινα
δι ' οὑπερ και το προτερον λογου , οἰει δη καινα ἀττα δειν ἀκουειν ἀποδειξεις τε ἑτερας , ὡς των
, ὠ δυστηνε συ ; ἀπιστ ' ἀπιστα , καινα καινα δερκομαι . ἑτερα δ ' ἀφ ' ἑτερων κακα
9999978 ἀμιδος
πειρωμεναι και τον μεταξυ αὐτων και της ἐπιφανειας του της ἀμιδος πυθμενος τοπον ἐξαφανισαι , οὑτως ἀκριβως περασασαι του χυματος
χωρουντα ὑποστασεις λεγεται , τα δε ἐπαιρομενα προς το της ἀμιδος μεσον ἐναιωρηματα , νεφελαι δ ' αὐ ὁσαι προς
9999978 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999978 ἀκριδος
, . , . * . ? Βρουχος : εἰδος ἀκριδος . εἰρηται παρα το βρυκειν , ὁ σημαινει το
το ἐτος ἀποδεικνυει , ἐν δε Ταυρῳ σιτου φθοραν ὑπο ἀκριδος , ἐν δε τοις Διδυμοις λιμον ἰσχυρον , ἐν
9999977 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999977 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999977 Λακωνικας
ἐνδεδυκως , χλαμυδα δε ἐφεστριδα περιβεβλημενος πολυτελη και ὑποδουμενος λευκας Λακωνικας , στεφανον δαφνης χρυσουν ἐστεμμενος , και διανεμων τα
μα τον Διονυσον , οὐδ ' ἐγω γαρ τας ἐμας Λακωνικας , ἀλλ ' ὡς ἐτυχον χεζητιων , ἐς τω
9999976 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999976 κατεφαγεν
ἡ γη και οὑς διεμερισαντο τα θηρια , και οὑσπερ κατεφαγεν το πυρ δια τους ἐμους λογους : νυν ἐγνωκα
ἐκλεξασθαι τουτους προὐτρεπετο . και ὁ λεων θυμωθεις τον ὀνον κατεφαγεν . εἰτα τῃ ἀλωπεκι μεριζειν ἐκελευσεν . ἡ δ
9999976 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999976 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999976 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999975 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999975 θεωρητικος
σωματος , ὁ δε λογος της οὐσιας : του καλου θεωρητικος ἐστι , το δε αἰσθητικον πνευμα των φαινομενων κριτικον
και λουτροις ἐνθεν και γυμνασιοις χρηται : οὐχ ᾑ δε θεωρητικος , ἀλλ ' ᾑ πρακτικος , ὡς εἱς τῳ
9999975 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999975 γεγραμμενοι
και ὁ οἰσυπηρος και οἱ παραπλησιοι ἐν τῳ ιδʹ λογῳ γεγραμμενοι . χριονται δε συν οἰνῳ γλυκει , μιγνυνται δε
” φησι “ βουστροφηδον ἠσαν οἱ ἀξονες και οἱ κυρβεις γεγραμμενοι ” δεδηλωκεν Εὐφοριων ἐν τῳ Ἀπολλοδωρῳ . ἠ ἐπει
9999975 χονδρος
οὐκ εἰπε χονδρους ἁλας . Περι δε της συνταξεως του χονδρος ἁλς , εἰτε ὁμοιοπτωτως δει συνταττειν εἰτε ἀνομοιοπτωτως ,
οἱ οἰκαδ ' ἰοντι παλιν ποτιδορπιον εἰη . . . χονδρος δ ' ἡδυπροσωπος , ὁν Ἡφαιστος καμεν ἑψων Ἀττικῳ
9999975 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999975 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999975 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999975 αὐλητριδος
. , εἰ γνησιος . . και Νεμεαδος δε της αὐλητριδος Ὑπ . μνημονευει ἐν τῳ κατα Πατροκλεους . .
δε της Πυθιονικης Θεοπομπος φησιν ὡς Βακχιδος ἠν δουλη της αὐλητριδος , ἐκεινη δε Σινωπης της Θρᾳττης της ἐξ Αἰγινης
9999975 ἐνεργητικος
. Ἐαν τυπωμεντυπητετυπωσιν . Ἑνικα . Ἐαν τυπτωμαι : ὁ ἐνεργητικος ἐνεστως των ὑποτακτικων προσθεσει της μαι παθητικος γινεται ,
: ἡ φωνη ἀοριστου ἠ παρακειμενου , οὐδεποτε δε παρακειμενος ἐνεργητικος ἀοριστῳ εἰς α ληγοντι συνεπεσεν , εἰ μη οὑτος
9999974 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999974 γινωσκομεν
ἑκαστον γνωριζομεν , ταυτα ἐκεινου ἀρχη ἐκ δε των ὁρισμων γινωσκομεν ἑκαστον των ὀντων , οἱ ὁρισμοι ἀρα ἀρχαι .
ἠ βραδεως . και φησιν ἐκ τεσσαρων τινων σημειων τουτο γινωσκομεν , ἀπο τε της ὀδυνης και της βηχος και
9999974 τρισχιλιων
εἰς τρισχιλιους , και μην ἐξ Εὐβοιας ἁπασης οὐκ ἐλαττους τρισχιλιων . ὁπλιτικον μεν δη τοσουτον : ἱππεις δε Βοιωτων
; Οὐκ ἀν διαλεχθειην διεσπλεκωμενῃ ὑπο μυριων τε τωνδε και τρισχιλιων . Ὁμως δ ' ἐπειδη και τον οἰνον ἠξιους
9999974 θανουσης
εἰργειν : ἐγω δε σου προμηθιαν ἐχω . ἠ της θανουσης θαλαμον ἐσβησας τρεφω ; και πως ἐπεσφρω τηνδε τωι
μονον γαρ ζωσης αὐτης βλαπτει ὁ ἰος , ἀλλα και θανουσης , οὐ μονον ζωα βλαπτει , ἀλλα και φυτα
9999974 ἀποκριτικης
δικην ἀψυχου : δευτερον , το ἐπι πλημμελει βλαβῃ της ἀποκριτικης δυναμεως γινομενον . Τοιγαρ ὁτι της ἀποκριτικης δυναμεως πλημελως
κρισεως παχος ἐχοντα παρυφισταμενα φαινεται , δια ῥωμην μαλλον της ἀποκριτικης δυναμεως γινεται , τα φαυλα και ἀρχεια πανυ διωθουμενης
9999974 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999974 ἐπιστευετο
ἐλασσον ἐχων ἀπειμι . τοιαυτης ὑπογενομενης ἀλλοτριοτητος πρωτον μεν Ἡφαιστιων ἐπιστευετο λεγων ὁτι συνθεμενος προς αὐτον ὁ Καλλισθενης προσκυνησαι ψευσαιτο
πως γαρ , εἰπερ μουσικη περι της των παθων ἐπανορθωσεως ἐπιστευετο , τον μεν Ἀγαμεμνονα ἡ Κλυταιμνηστρα ἐπι της ἰδιας
9999974 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999974 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999974 καθαρτικου
τοιγαρουν ἀπο των προποματων . Ἐκ των Θεωνοϲ : οἰνου καθαρτικου χοληϲ ϲκευαϲια . Καϲϲιαϲ # α , ϲκαμμωνιαϲ #
. ιζʹ . οἰνος δια μηλων . ιηʹ . οἰνου καθαρτικου σκευασια . ιθʹ . οἰνος ἱκανος γυναικι κατασπασαι γαλα
9999974 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999974 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999974 ἀκρατως
ἐξειργασμενος . δικαιου δε της γνωμης φανεισης και δεχθεισης , ἀκρατως οἱ πολλοι μετετιθεντο , μεχρι Κατων ἠδη σαφως ἀνακαλυπτων
, ἐκπαλαι . ἐπνιγομην τα σπλαγχνα : ἠγουν ἐφλεγομην και ἀκρατως εἰχον , ὡστε συνταραξαι παντα , ἁπερ οὑτος εἰπεν
9999974 θεραπαιναις
ἐλθειν ἐπειγεσθαι , δεδιεναι δ ' ὡς ἐν νυκτι και θεραπαιναις το ὑποπτον , μεθ ' ἡμεραν ἡξειν ἐφη .
, την Περσεφονην * ἐβλαψε : ἐπετρεψεν θεραπναις ἠγουν ταις θεραπαιναις ἠ τοποις προς ξενιαν ἐπιτηδειοις . * ὑλην :
9999974 ἱστοριαις
παρα του παιδος ἁρπασας κατετραγεν . ὁτε τουτο ἀνελεξαμην ἐν ἱστοριαις Συβαριτικαις , ἐγελασα : ἐδωκα δε αὐτο ἐς μνημην
αἱ πασαι των σπερματων φυσεις : ὁπερ και ἐν ταις ἱστοριαις ἐλεχθη περι τε της ἰτεας και της πτελεας .
9999974 Δαφνιδος
δεδοικεναι τον Πανα αὐτος παρακαλει τον ποιμενα ᾀσαι τα του Δαφνιδος παθη δωρα τε ἐπαγγελλεται αἰγα διδυματοκον [ ὡς .
ἠλθεν ὁ Ἑρμης πρωτιστος ἠ ὡς νομιος ἠ ὡς φιλος Δαφνιδος ἠ ὡς ἐραστης . το δε λ εἰς ν
9999974 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999974 μισθουσθαι
ἱλαριας μετεχειν , ἐναντια δε ἀγοραζειν , οἰκιας ἠ χωρας μισθουσθαι ἠ μετοικιζεσθαι , ἐκτιτρωσκειν δε ἐπικινδυνον και ταις αὐτοματως
δε Ταυρῳ σπειρειν , φυτευειν και ἀργην γην γεωργειν , μισθουσθαι δε χωραν ἀσυμφορον , ἐν δε Διδυμοις γεωργειν και
9999974 τεθνεως
, παντας δε ἐφοβησεν , ἐφυλαξε δε την στασιν και τεθνεως : ὁ δε σος υἱος ὡδε την ἐπινοιαν ἐκαρπωσατο
γαρ της ὁ τεθνεως ἀνθρωπος ἐστι καταφασεως ἀποφασις το ὁ τεθνεως ἀνθρωπος οὐκ ἐστι και της ὁ τεθνεως νεκρος ἐστι
9999974 ἀναλογιαις
του αὐτου δη πνευματος πεφυκοτος , διαφοραι αἰσθητικων πνευματων ταις ἀναλογιαις των αἰσθητηριων γινονται . Ἠ δηλονοτι και τουτο της
ναυς και καταδυειν , μετροις τισι και σταθμοις προτερον και ἀναλογιαις ἀπευθυνουσι τε και διευθετουσιν αὐτοις προς τας ὁλκαδας την
9999974 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999973 ταὐτοτητα
ἠ παρειναι ἐκεινῃ φαμεν . Το δε σεμνον ἑκατερον εἰναι ταὐτοτητα οὐ δηλοι : ἰσως γαρ ἀν και τῳ ἑτερῳ
και παντα ἑν , εἰς ταὐτον αὐ συναγων και βλεπων ταὐτοτητα εἰδε γενομενην και οὐσαν ; Οὐκουν προς τρισιν ἐκεινοις
9999973 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999973 ἀπαλλαγησεσθαι
ποαν τῃ ὑδρᾳ παραπλησιον : ἐκεινης γαρ καταπλασαμενον των ἑλκων ἀπαλλαγησεσθαι . Εὑρε δε τον ποταμον και την πυθοχρηστον ποαν
αὐτην τοισι Ἀχαιοισι , μελλοντα γε δη των παρεοντων κακων ἀπαλλαγησεσθαι . Οὐ μεν οὐδε ἡ βασιληιη ἐς Ἀλεξανδρον περιηϊε
9999973 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999973 ἐπιγραφομενῃ
ὁς ᾠκισε Χερρονησον . μαρτυρει τουτοις και Ἑλλανικος ἐν τῃ ἐπιγραφομενῃ Ἀσωπιδι . ἀλλ ' οὐκ ἀν εἰποι τις ,
καλως ἐδεξατο τον νουν των Ὁμηρου ποιηματων ἐν τῃ Μνημοσυνῃ ἐπιγραφομενῃ φασκουσα την ἀμβροσιαν τῳ Διι τας Πλειαδας κομιζειν .
9999973 Κρητικοις
Ἐλυμνιατης . Ἐλυρος , πολις Κρητης , ὡς Ξενιων ἐν Κρητικοις . ὁ πολιτης Ἐλυριος . Ἐλωρος , πολις Σικελιας
ἐναντια ἡγησαμενον ἀνεθεσαν οἱ Αἰτωλοι . ἐστι δε ἐν τοις Κρητικοις ὀρεσι και κατ ' ἐμε ἐτι Ἐλυρος πολις :
9999973 βελτιστοις
ἐτι δρωντος , την αὐτην δε ἰοντος οὐχ ὁμοια τοις βελτιστοις ἡ χαρις . ἡ γαρ ἐπι τῳδε λυπη βαπτιζουσα
ἐπισταμενους ὁτι ὁ θανατος κοινος και τοις χειριστοις και τοις βελτιστοις ; οὐτε γαρ τους πονηρους ὑπερορᾳ οὐτε τους ἀγαθους
9999973 ποιητικης
παιδικην ἀγωγην ἐφυλαξαν μεχρι των τελειων ἡλικιων , και δια ποιητικης ἱκανως σωφρονιζεσθαι πασαν ἡλικιαν ὑπελαβον : χρονοις δ '
” ; καιτοι λαβομενος ἀν ἐγω των Ἀθηνων ἐπι της ποιητικης ἐξουσιας ἐπεισηγον ἀν ἐρωτας θεων και κρισεις και κατοικησεις
9999973 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999973 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999973 δεικνυουσι
[ ] ἐν ταις βιβλοις του πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης
το οὐνομα ἐπι τοιουτῳ πρηγματι ὀνομαζειν , την δε δευτερην δεικνυουσι ὑποδεεστερην τε ταυτης και εὐτελεστερην , την δε τριτην
9999973 τουτεοισι
και τριηκοντα ἐτεσι και γεραιτεροισιν ἡσσον , ἀλλα τους ἐμετους τουτεοισι προσδεχεσθαι . Τοισι δε παιδιοισι σπασμοι γιγνονται , ἠν
μη ᾑ δει ῥεπῃ : ἠν δε ὁπῃ δει , τουτεοισι δει στομουν οἱως ἑκαστα ῥεπει . κθʹ . Τα
9999973 ἀναιδεια
ποιουντες : ἐαν δ ' ἐκ των νεων αὐθαδεια και ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους
τῃ ληγουσῃ της γενικης του ἀρσενικου δια το εὐσεβεια και ἀναιδεια και εὐγενεια : ταυτα γαρ συνεσταλμενον ἐχουσι το α
9999973 κατεχουσης
δυσπειθης , ἀλλα καιπερ τοσαυτης τρυφης και ἀπονιας τον νυν κατεχουσης βιον , ὁμως σπανιος ἐστιν ὁ μη και δι
εἰς το θεατρον εἰσπηδωντος ὁπως τυχοι , και τοιαυτης αἰσχυνης κατεχουσης την πολιν , ᾐδειν μεν οὐδ ' ὁτιουν τουτων
9999973 αἰγιδος
, : Ὁ δε γραμματικος Ἀριστοφανης ἰδιον τι συγγραμμα περι αἰγιδος προενεγκων ἀλλα τε τινα λεγει οὐ πανυ γλαφυρα και
ἀντεχεσθαι παλιν Σιγειου , λεγων την θεον ἐκειθεν ἐληλυθεναι . αἰγιδος ] ὡς ἀρμενωι χρωμενη τηι αἰγιδι . ὑμας τ
9999973 βουλευου
σκοτεινα . . προς ταυτα βουλευ ' ] προς ταυτα βουλευου και σκοπει το προσηκον , ὁτι ταυτα ἁ σοι
στρατευμ ' ἁπτομενον πυρι δαϊῳ . μη μοι θεους καλουσα βουλευου κακως : πειθαρχια γαρ ἐστι της εὐπραξιας μητηρ ,
9999973 πινακος
Οὐδ ' ὀλιγη μεγεθος ] Και δια τουτο και ἰδιου πινακος ἐτυχεν ἡ Αἰγυπτος , ἐπειδη οὐκ ἐστιν ὀλιγη .
του προσηκοντος λογου τε και σχηματισμου των ὑφ ' ἑκαστου πινακος περιλαμβανομενων προς ἀλληλα κατα τον αὐτον τροπον της ἐνταξεως
9999973 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999973 πιτυροις
, τους δε ποδας κατα νυκτα ἀντλει θερμῳ ὑδατι συν πιτυροις . [ Περι κεφαλαλγιας . ] Ἀμυγδαλα λιτρ .
, πεπερι , λιμνηστις , κοκκος Κνιδιος , εὐφορβιον . πιτυροις δε και τοις ψωρωδεσιν , ἐτι δε φθειριασεως σμηγματα
9999973 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999972 βουλομενη
και θεους αὐτους ἡ ποιησις , ὡσπερ παραμυθεισθαι τους ἀριστους βουλομενη των ἀνδρων , ὁτι και ἀχρι οὐρανου βαλλει το
οὐκ ἐθελουσα . φαινεται δε ἐκ τουτων ἡ Θετις μη βουλομενη γαμηθηναι θνητῳ : μετεβαλλετο οὐν ὡσπερ ὁ Ὁμηρικος Πρωτευς
9999972 συμπλεκομενα
ὁμονοητικην κοινωνιαν συμπλεκοντα και προς αὐτην ἐν μετροις τοις προσηκουσι συμπλεκομενα . Τοιαυτα δη οὐν νοεισθω των πρωτων θειων γενων
αὐτῳ τινα τε και ὁποσα και πως ἐχει προς ἀλληλα συμπλεκομενα τε και διαιρουμενα δεδηλωται . ἐκ δε τουτων φανερον
9999972 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999972 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999972 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999972 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999972 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999972 ἡγεμονικον
και ὀλιγον και ὑδατωδες , ὡς ὁ Σφαιρος φησιν . ἡγεμονικον δ ' εἰναι το κυριωτατον της ψυχης , ἐν
στασιν και Ἀσκληπιαδην τον ἰατρον αἰνιττεσθαι , ἀναιρουντα μεν το ἡγεμονικον , κατα δε τον αὐτον χρονον αὐτῳ γενομενον .
9999972 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999972 ποταμιοι
. ἐστι δε ἡδυς εἰς βρωσιν και καλος . Καρκινοι ποταμιοι λειοι ποθεντες συν γαλακτι αἰγειῳ θεραπευουσιν σκορπιοπληκτους , φαλαγγιοδηκτους
μαλθακης σαρκος ποιητικοι , αἱματος γονιμοι , λαπακτικοι γαστρος : ποταμιοι δε και λιμναιοι κακοστομαχοι , παχυμερους ὑλης δραστικοι ,
9999972 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999972 ὀλιγου
ἀποβλεψας εἰς τον Ἁβροκομην ὁ Ἱπποθοος ἀλλο ἐφη σοι [ ὀλιγου ] διηγημα παρηλθον οὐκ εἰπων : προ ὀλιγου του
φλογα λασιῳ ὑλῃ κεχυμενῃ . κατα δε τον μεγαν κατακλυσμον ὀλιγου δεω φαναι του συμπαντος ἀνθρωπων γενους φθειρομενου , ἑνα
9999972 τετταρων
και τα τραπεζοειδη κοινῳ προσειρηκεν ὀνοματι τραπεζια περιγραφων αὐτα των τετταρων ἐκεινων , οἱς ἐπαληθευει το των παραλληλογραμμων ἰδιον .
προς τον Ἁρπαγον ὀνομαζομενον ποταμον , ὀντα το πλατος πλεθρων τετταρων . ἐντευθεν δε δια της Σκυτινων πορευ - ομενοι
9999972 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999972 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999972 τρια
πρεμνων . Χρη δε κοπριζειν τας ἐλαιας παρα δυο ἠ τρια ἐτη . δει δε τον φυτευοντα ἐλαιαν παντι τροπῳ
ἑνος τον τρια προς ἑνα τριπλασιον , καταλειπεται δυο προς τρια ὑποημιολιος . Ὁτε οἱ τρεις ὁροι οὐκ εἰσιν ἐν
9999972 κατεμειναν
' Ἀγαμεμνονος τινες δια νοσον την περι τας πυγας ἐνταυθα κατεμειναν . Πτωματα ἐλαιων : Λυσιας ἐν τῳ κατα Νικιδου
θεου το ἀτρεπτον εἰναι : ἀλλ ' οἱ μεν τραπεντες κατεμειναν ἀχρι παντελους φθορας , οἱ δ ' ὁσον μονον
9999972 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999972 Ἀρισταρχος
κακα . δυσηλεγεος . ἐν τῃ Χ της Ὀδυσσειας ὁ Ἀρισταρχος “ ὁταν μεν λεγῃ τον θανατον τοιουτον , σημαινει
διωρθωσαντο . τας δε γε ποιητικας Ζηνοδοτος πρωτον και ὑστερον Ἀρισταρχος διωρθωσαντο . καιτοι τας ὁμηρικας ἑβδομηκοντα δυο γραμματικοι ἐπι
9999972 φερομενη
μετ ' οὐ πολυν τινα τον χρονον ἐπι τα χειρω φερομενη των ἀξιολογωτερων τινα τῃ τεχνῃ μετεκαλειτο ἀνθρωπον , κἀκεινος
αἰτιος ἐσται . ἐαν ἐπι της ἀποκυησεως εὑρεθῃ ἡ Σεληνη φερομενη προς τους κακοποιους χωρις των ἀγαθοποιων κακως το τικτομενον
9999972 Χαλκιδικον
ὡμολογηκει , ὁτε την ξυμμαχιαν ἐποιειτο , τον ἐπι Θρᾳκης Χαλκιδικον πολεμον καταλυσειν . ἀμφοτερων οὐν ἑνεκα την ἐφοδον ἐποιειτο
αἱ οἰκουνται ξυμμεικτοις ἐθνεσι βαρβαρων διγλωσσων , και τι και Χαλκιδικον ἐνι βραχυ , το δε πλειστον Πελασγικον , των
9999972 ἐσθιομενη
και κεφαλαλγιαν την ἐξ οἰνου . ὁμοιως και ἡ ἀκορος ἐσθιομενη και ἡ Θηβαια . ἀμεθυσος διατηρειται ὁ προφαγων ἀμυγδαλα
του ἐν ἀγροις γεινεσθαι . ἠ ἀγροεσθις ἡ ἐν ἀγροις ἐσθιομενη : παρα γαρ τῳ ποταμῳ αἱ της Ναυσικαας ἡμιονοι
9999972 τουτ
εἰς το στρατοπεδον ἐπανελθοντος και την ὑποκρισιν ἐκφηναντος , οὐδε τουτ ' ἐδιδασκε τον Τερεντιον πανθ ' ὑπονοειν τα Ἀννιβου
εἰμι . κἀν τι τυχῃ λεγων ὁ πλουταξ , πανυ τουτ ' ἐπαινω και καταπληττομαι δοκων τοισι λογοισι χαιρειν .
9999972 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999972 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999972 ἀναστρεψας
, προς ταχος ἐμαυτον ἀπορρυψας ἀπειμι κοσμιως μαλα ἐσχηματισμενος , ἀναστρεψας το τριβωνιον ὡς ἐπι του καθαρωτερου γενοιτο ἡ ἀναβολη
ἀπηγαγε την δυναμιν . ὡς δε νυξ ἐπηλθε , συντονως ἀναστρεψας ἐπι τας Σαρδεις ἠγαγε και προσπεσων τοις τειχεσιν ἀφυλακτοις
9999972 ἐπιλαβουσης
Τιμολεοντα . ἐκεινων δε προειληφοτων ἱκανον διαστημα και της νυκτος ἐπιλαβουσης ἐφθασαν οἱ περι τον Τιμολεοντα ἀποπλευσαντες εἰς το Ταυρομενιον
πυργον ἐς τους ὀδοντας κεχαραγμενον , τοις δε οὐδεννυκτος δε ἐπιλαβουσης την μαχην ἡττηθηναι μεν τους ἐπισημους φησι , φυγειν
9999972 πεφροντικεν
μεν της παιδιας διαφερεται , των ὀστρακιων δ ' οὐ πεφροντικεν , οὑτως δε και οὑτος τας μεν ὑλας παρ
ἐμφαινεται δε ἐντευθεν ὁτι οὐδεις ὡς πατριδος της ἰδιας πολεως πεφροντικεν οὐτε λογου μιᾳ γνωμῃ ἀκροασθαι : οὐτε ὁμονοουντας ἑνος
9999972 πιθανωτερος
; τινας δε ὁρκους προτεινωμεν ; κἀν Σειρηνων τις γενηται πιθανωτερος , ὁ ἀνδροφονος οὐκ ἀκουει . μονοις ἱκετευειν με
συνεβη καταπορνευθεισας , ὡς εἰρηκε Τιμαγενης , αἰσχρως ἀπολεσθαι . πιθανωτερος δ ' ἐστιν ὁ Ποσειδωνιου λογος : τα μεν
9999972 διεφθαρμενην
: ἐπιθυμιᾳ δε την πανταχῃ διαρρεουσαν και ὑπο τρυφης ἀκολαστου διεφθαρμενην , ταπεινα και γυναικεια φρονουσαν , δειλιᾳ συνοικον και
, ἐκπεμφθεις δε στρατηγος εἰς Σικελιαν , κατελαβε την ἐπαρχιαν διεφθαρμενην , ἀνεκτησατο δε την νησον χρησαμενος τοις καλλιστοις ἐπιτηδευμασιν
9999972 ἀκοντια
Ἀθηναιοις . Γ πελτη μηχανη τις ἐστιν ἀφ ' ἡς ἀκοντια και ἀλλα τινα ἀφιασιν , οἱ δε ἀσπις φασιν
και κρανη και δορατα , ἐτι δε θωρακας τε και ἀκοντια και βελων διαφορων πολυ τι χρημα , των τε
9999972 Κυκνου
ἐκτυπωμασι των ἀσπιδων : ἑρμηνευων γαρ οὑτος ποτε την του Κυκνου ἀσπιδα το της Γοργους εἰδος ὑπτιως τε και οὐ
Κατεβληθη δε ἡ μεγαλη ἰσχυς του ἀνδρος , ἠγουν του Κυκνου . Κατεπεσε γαρ , ὡσπερ καταπιπτει δρυς , ἠ
9999972 ἐπιστωσατο
και ἀνδριαντων ἀναστασεσι ταις τε λοιπαις τιμαις την δοθεισαν χαριν ἐπιστωσατο . ἐπει δε αὐτῳ τα προς τον Ἀλβινον δια
προς την Ὀλυνθιαν γυναικα , ἐκ του ἀλλου βιου ταυτα ἐπιστωσατο : οὐκ ἰσασιν οὑτοι σε το μεν ἐξ ἀρχης
9999972 ἐϲθιομενα
και ὁ ὀποϲ αὐτου , ἀριϲτολοχια ἀρκευθιδεϲ ϲτοιχαϲ πραϲα κεφαλωτα ἐϲθιομενα ἑφθα ϲυν πτιϲϲανῃ ὠον νεαρον καταρροφουμενον βουτυρον καθ '
ταδε : ἀλλα βαθεα και οὐχ ἱϲταμενα , ἀλλ ' ἐϲθιομενα , ἀδενωδεα , ἑρποντα και ἐπιϲφακελιζοντα , θανατωδεα .
9999971 φυσικης
ὁ μεν οὐκ ὀλιγα ζωπυρα και φιλανθρωπιας ἁμα και φρονησεως φυσικης ἀπεδεικνυτο . . Βουλομενος δ ' αὐτος ὁ Καισαρ
εἰη τουτοις , της ἐφ ' ἑτερα τουτο ῥοπης της φυσικης θερμοτητος συμβολον . Ὁποταν γαρ προς μειζω τε και
9999971 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν

Back