Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις ” οὐκ ἐνταυθα δ ' ὁ περι Παλληνης ἑστηκε λογος . φασι γαρ την μεν γην ταυτην
ἀλλοις πολλοις εἰς την νεοκτιστον μετῳκησαν . Ἐκ δε της Παλληνης ἀραντες οἱ Τρωες εἰς Δηλον ἀφικνουνται βασιλευοντος αὐτης Ἀνιου
9999984 Σεληνης
Σεληνην του φυγοντος τον δεσποτην δηλοι ταχεως ἀποθνῃσκειν . της Σεληνης και του οἰκοδεσποτου αὐτης και του ὡροσκοπου ἐν τροπικοις
' ὁμοιον ἀποτελει και ὁ του Ἑρμου ἐπι των της Σεληνης και των οἰκειων ζῳδιων μαρτυρουμενος ὑπο Ἀρεως και Κρονου
9999982 γαληνης
ταυτα ἐχειν ἀμεινον ἠ ἐχει , μετα πολλης ἀδειας και γαληνης , οὐδενος αὐτῳ τοιουτου παρενοχλουντος , ἐσθιει και κοιμαται
γινομενης . Ἐξαυτης : παραυτικα . ἐξ αὐτης : της γαληνης . ἀσπετα : πολλα . φυρματα : ῥυποι ,
9999981 σεληνης
ὁμοιως κειμενου του ἐπικυκλου κατα το ἐλαχιστον δε ἀποστημα της σεληνης ὁπερ ἀποδεδεικται τοιουτων λγ λγ , οἱου ἐστιν ἡ
και πεντηκοντακις καταμετρειται ὁ κυκλος οὑτος ὑπο της διαμετρου της σεληνης , δις δε και ἡμισακις ὁ της σκιας κατα
9999981 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999980 Παλληνην
ἐοικεν , ἀποδεξαμενος οὐτε [ την ] των περι την Παλληνην τους Ἁλιζωνους ὑπολαβοντων , ὁμοιως διαπορει και πως ἐκ
. Φλεγρα , πολις Θρᾳκης , ἡν Εὐδοξος μετα ταυτα Παλληνην φησι κληθηναι . ὁ πολιτης Φλεγραιος και Φλεγραια και
9999980 θαυμαστων
σεαυτου προς αὐτον συγγενειαν ἀνενεωσω και των ταπεινοτερων τουτων , θαυμαστων δε τοις ἀλλοις κατεφρονησας , φιλοτιμιας και πλουτου και
ἱεραν χθονα ] την θειαν Ἀττικην . ζαθεων ] λιαν θαυμαστων ἠ ταχυτατων . κελαδηματα ] ἠχους . κελαδοντα ]
9999979 ταλαινης
ὁσα ἀλλα σιτοπονων τε και ὀψαρτυτων περιεργιαι κατα γαστρος της ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων
δε δη ταφον χωσους ' ἀδελφῳ φιλτατῳ πορευσομαι . Οἰμοι ταλαινης , ὡς ὑπερδεδοικα σου . Μη ' μου προταρβει
9999978 νης
ψοφου ἀνοιγεσθαι . της δε κατα του τεγους δεχομε - νης τον μοιχον , χλευαζοντας τους γειτονας ἐπι των μηδεν
και οἱ του ἐργου ἐπισταται , ὡς ὁ Δημοσθε - νης ἑαυτον τειχοποιον καλει . ἐρεις δε ταφρον ἠλασαντο ,
9999978 Μαντινης
οὑτως ἐς την ξυμμαχιαν προσεδεχοντο τους ἐθελοντας των Ἑλληνων , Μαντινης δ ' αὐτοις και οἱ ξυμμαχοι αὐτων πρωτοι προσεχωρησαν
ἰδιας ὠφελιας Δωριης ἐπι Δωριας μετα Ἀθηναιων Ἰωνων ἠκολουθουν , Μαντινης δε και ἀλλοι Ἀρκαδων μισθοφοροι ἐπι τους αἰει πολεμιους
9999978 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999978 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999978 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999978 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999977 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999977 Ἑλληνικου
ψευδονται . ἀποστασις Κυρου ἀπο του ἀδελφου : και συναγωγη Ἑλληνικου στρατευματος και βαρβαρικου : και στρατηγων Κλεαρχος Ἑλληνων :
Φιλοκτητην , οὐ μην ἐρημον των θεραπευσοντων οὐδε ἀπερριμμενον του Ἑλληνικου : πολλους τε γαρ των Μελιβοιαν οἰκουντων ξυγκαταμειναιστρατηγος δε
9999977 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999977 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999977 στομαχου
γε μην ἀτμων φυσωδων τε και παχυτερων ἀπο τε του στομαχου και των λοιπων σπλαγχνων ἀναγομενων ἐκ διαφορων αἰτιων οὐχ
, γλωττης και στοματος παντος ἐπιγλωττιδος τε και φαρυγγος και στομαχου και γαστρος και λαρυγγος και τραχειας ἀρτηριας . το
9999977 στενης
γης στενης διοδος , ἑκατερωθεν ὑπο θαλασσης περιεχομενη : πορθμος στενης θαλασσης τοπος , ἑκατερωθεν ὑπο γης περιεχομενος . ἱστοριογραφος
. ῥᾳδιως δε ὀλιγοι πολλους ἐκωλυον : της γαρ ὁδου στενης οὐσης το μεν ἑτερον μερος ὑψιστον ὀρος σκεπει ,
9999977 ἀπαλλαγησεσθαι
ποαν τῃ ὑδρᾳ παραπλησιον : ἐκεινης γαρ καταπλασαμενον των ἑλκων ἀπαλλαγησεσθαι . Εὑρε δε τον ποταμον και την πυθοχρηστον ποαν
αὐτην τοισι Ἀχαιοισι , μελλοντα γε δη των παρεοντων κακων ἀπαλλαγησεσθαι . Οὐ μεν οὐδε ἡ βασιληιη ἐς Ἀλεξανδρον περιηϊε
9999977 κρατουμενα
ἀλλων ὑπεροχην , και το κρατιστον κατα την προς τα κρατουμενα δυναμιν , και το ἀγαθον τε και ἐφετον και
την συστασιν χωρει τα χυματα , μη ῥᾳδιως τῃ ἐμφυτῳ κρατουμενα τε και πεττομενα θερμοτητι . Δια τα αὐτα δ
9999977 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999977 ἀποκριτικης
δικην ἀψυχου : δευτερον , το ἐπι πλημμελει βλαβῃ της ἀποκριτικης δυναμεως γινομενον . Τοιγαρ ὁτι της ἀποκριτικης δυναμεως πλημελως
κρισεως παχος ἐχοντα παρυφισταμενα φαινεται , δια ῥωμην μαλλον της ἀποκριτικης δυναμεως γινεται , τα φαυλα και ἀρχεια πανυ διωθουμενης
9999977 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999977 ἐφροντισαν
πλειστοι , τον στρατηγον ἐγκαταλιποντες , της ἰδιας ἀσφαλειας μονον ἐφροντισαν . Ἀντιγονος δε παραδοξως κυριευσας του τ ' Εὐμενους
ἀποβαινον ] [ ] [ ! ! ! ! ! ἐφροντισαν ] [ ! ! ! ! ! ! ]
9999977 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999976 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999976 Μελητου
' ἐγω , ὠ ἀνδρες , τουτο μεν πρωτον θαυμαζω Μελητου , ὁτῳ ποτε γνους λεγει ὡς ἐγω οὑς ἡ
. το μεν οὐν ὀνομα , ὡσπερ ἐφην , ἠν Μελητου του μαθητου αὐτου και διακονου ἁμα : οὑτος γαρ
9999976 ἐπιστωσατο
και ἀνδριαντων ἀναστασεσι ταις τε λοιπαις τιμαις την δοθεισαν χαριν ἐπιστωσατο . ἐπει δε αὐτῳ τα προς τον Ἀλβινον δια
προς την Ὀλυνθιαν γυναικα , ἐκ του ἀλλου βιου ταυτα ἐπιστωσατο : οὐκ ἰσασιν οὑτοι σε το μεν ἐξ ἀρχης
9999976 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999975 εὐστομαχον
, οὐδεν ἀτοπον : ἐχει γαρ τι και εὐκοιλιον και εὐστομαχον και διουρητικον . λαμβανειν δε δει τουτου δια θερμου
οὑτως τε ἐκθλιβειν και ἀποτιθεσθαι . ἱκανως ἐστι στυπτικον και εὐστομαχον ῥευματιζομενῳ τε στομαχῳ και κοιλιᾳ χρησιμον προς τε τας
9999975 καθαρτικου
τοιγαρουν ἀπο των προποματων . Ἐκ των Θεωνοϲ : οἰνου καθαρτικου χοληϲ ϲκευαϲια . Καϲϲιαϲ # α , ϲκαμμωνιαϲ #
. ιζʹ . οἰνος δια μηλων . ιηʹ . οἰνου καθαρτικου σκευασια . ιθʹ . οἰνος ἱκανος γυναικι κατασπασαι γαλα
9999975 ἀνασσαν
, ὁπου σφε μητηρ ἡ παλης ἐμπειραμος την προσθ ' ἀνασσαν ἐμβαλουσα Ταρταρῳ ὠδινας ἐξελυσε λαθραιας γονης , τας παιδοβρωτους
παλης ἐξελυσε τας ὠδινας της λαθραιας γονης την προσθ ' ἀνασσαν Εὐρυνομην ταρταρωσασα . το σφε ἀντι του αὐτου ἀντιπτωσις
9999975 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999975 ῥητορικον
λεγεις ; ἠ οἰειὁτι Γοργιας ᾐσχυνθη σοι μη προσομολογησαι τον ῥητορικον ἀνδρα μη οὐχι και τα δικαια εἰδεναι και τα
ἐκεινους εἰπον τους λογους . ἀναλογια ἀριθμητικη και γεωμετρικη . ῥητορικον . ὁ πολιτικος φιλοσοφος κρειττονως ἐπισταται τα εἰδωλα της
9999975 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999975 σωτηριου
ὡν ὁ μεσαιτατος και της ἁψιδος τῃ κορυφῃ περικειμενος του σωτηριου παθους ἀνεχει το συμβολον ἐκ της αὐτης των κυκλων
τοσαυτα περι της ὁλοκαυτου θυσιας λελεχθαι . την δε του σωτηριου λεγομενην ἑξης ἐπισκεπτεον . ἐπι ταυτης ἀδιαφορει , ἐαν
9999975 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999975 διαλεκτικης
κατα σχολην τοις τοιουτοις καλλυνεσθαι προμηθουμενης , ἀλλ ' οὐ διαλεκτικης ἑτοιμοτητα και λεξιν και διανοιαν ἀποσχεδιαζουσης . τοιαυτα δε
της ἀποδεικτικης ἐν τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε της διαλεκτικης ἐν τοις Τοποις . προς δε την παρουσαν χρειαν
9999975 ποιητικης
παιδικην ἀγωγην ἐφυλαξαν μεχρι των τελειων ἡλικιων , και δια ποιητικης ἱκανως σωφρονιζεσθαι πασαν ἡλικιαν ὑπελαβον : χρονοις δ '
” ; καιτοι λαβομενος ἀν ἐγω των Ἀθηνων ἐπι της ποιητικης ἐξουσιας ἐπεισηγον ἀν ἐρωτας θεων και κρισεις και κατοικησεις
9999975 ἀποστροφης
ἁπαντα πλην της τροφης : οὐδ ' οὑτω δε της ἀποστροφης τυγχανοντες εἰς μεγαλην ἀποριαν ἐμπιπτουσι δια το μητε νησον
βιου ἑκαστην πραξιν ἐνεργῃς , ἀπηλλαγμενος πασης εἰκαιοτητος και ἐμπαθους ἀποστροφης ἀπο του αἱρουντος λογου και ὑποκρισεως και φιλαυτιας και
9999975 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999975 καινα
δι ' οὑπερ και το προτερον λογου , οἰει δη καινα ἀττα δειν ἀκουειν ἀποδειξεις τε ἑτερας , ὡς των
, ὠ δυστηνε συ ; ἀπιστ ' ἀπιστα , καινα καινα δερκομαι . ἑτερα δ ' ἀφ ' ἑτερων κακα
9999975 ὁρμητηριον
κεφαλαιωδη και περι των Ῥωμαιων των κατασχοντων αὐτην και κατεσκευασμενων ὁρμητηριον προς την συμπασαν ἡγεμονιαν , προσειληφθω και ταυτα ,
των ἐν Ἰωνιᾳ : λειπει ἡ ἀπο . ὁρμωμενοι : ὁρμητηριον ἐχοντες . ἐλπιδα δ ' εἰναι : ἐφασκε δηλονοτι
9999975 μαθηματικην
παρ ' αὐτοις ἐπετηδευετο , ἀλλ ' ἑνεκα του την μαθηματικην πραγματειαν ἑνος ἐχεσθαι , του καλου και ἀγαθου ,
μεν γαρ εἰ και μη φυσικην , ἀλλ ' οὐν μαθηματικην ὑλην διδομεν την ὑποβεβλημενην αὐτοις ποσοτητα , τους δε
9999975 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999975 διακαθαιρει
. Σκορδιον ἐχει τι πικρον και στρυφνον και δριμυ : διακαθαιρει τε οὐν ἁμα και θερμαινει τα σπλαγχνα . Σκοροδον
οὐρα και καταμηνια κινει και ἐμβρυα καταϲπᾳ και τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει πινομενοϲ : ταιϲ τε ἐκ θωρακοϲ και πνευμονοϲ ἀναγωγαιϲ
9999975 λογιστεον
γαρ , εἰ μηδεν φαυλον ἀπηντησε , τουτο τῃ τυχῃ λογιστεον , αὐτους δε οὐ προσηκει παραβαλλεσθαι ἐκ χειμωνος εἰς
της ἀνατελλουσης μοιρας ὀντων των κακοποιων ἠ των ἀγαθοποιων ὁλον λογιστεον , κατα το ἀναλογον δε της ἀποχωρησεως ὑφαιρετεον ἑως
9999975 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999975 στεφανωθηναι
παντες γαρ ἐπεθυμουν νικηται ἐν τοις ἀγωσι τουτοις γενεσθαι και στεφανωθηναι : τον γαρ ἐκ σελινων ἠ ἐλαιων στεφανον μυριων
παλαια και λιαν προωμολογημενα , ποτερα αὐτον δει χρυσῳ στεφανῳ στεφανωθηναι , ἠ ψεγεσθαι ; και σε τον ψευδη και
9999975 ὑποτακτικου
Γ . ὀφρα ταχιστα ‖ ἐντυνεαι . † ) ἀντι ὑποτακτικου του ἐντυνηαι , ὡς και ἐπι του ” ἐπει
Το ἐαν τυπτωμαι χρονου μεν ἐστιν ἐνεστωτος και παρατατικου παθητικου ὑποτακτικου , κανονιζεται δε ἀπο του ὑποτακτικου ἐνεργητικου ἐνεστωτος :
9999975 ἀκαθαρτον
ὁ μεν γαρ λογος τροφη διανοιας ἐστι : τουτον δε ἀκαθαρτον ἡ πονηρια ποιει των ἀνθρωπων . Ἀνδοκυδου Πυθαγορειου .
το αἱμα . τουτο οὐν ἀναδιδοται εἰς παν το σωμα ἀκαθαρτον ὀν , και λοιπον καινοτομειται το της φυσεως νομιμον
9999975 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999975 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999975 συμβασης
δ ' ἀν τις το ἀδιαδραστον της Δικης ἐκ της συμβασης τουτῳ τιμωριας . ἀλλα ταυτα μεν οὐχ οἱα τε
φυσιν ὁμιλιαν ὑπομενειν ἀναγκαζομενη . μετα δε ταυτα φλεγμονης αὐτῃ συμβασης περι τον κτενα και δεινων ἀλγηδονων ἐπιγενομενων συνεκληθη πληθος
9999975 λογισμων
, ἡτις ἠν λιθινῃ πλακι κατησφαλισμενη , ἱσταμεθα των πολλων λογισμων τας ψυχας περιαραντες . ᾐδειμεν γαρ μηδεν του λοιπου
βαρυν τονον ἐχουσῃ . παγκαλως οὐν τῳ πληθει των ἀδικων λογισμων ἀντεθηκεν ἑνα τον δικαιον , ἀριθμῳ μεν ἐλαττονα δυναμει
9999975 κορου
τῳ λυπουντι της θερμης . και ὁ μεν ὀμβρους ἀχρι κορου παρεχει τῃ γῃ ψυχος ἀφελων , ἡ δε ἀνιησι
. Ἀχρι κορου : παροιμια ἠν , ὁτι , ἀχρι κορου ἐκεινος ἀναισθητος ἐστιν : και : οὑτος ἀχρι κορου
9999975 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999975 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999974 προσκεφαλαια
παλαι ἀφιγμενην ἐπι την ἐμην εὐνην . κεκομιστο δε αὐτῃ προσκεφαλαια μαλακα και στρωματα εἰσω κατεθεντο και χαμευνιον ἡμιν εὐτρεπες
φυλλαδες , πτεριδες , ποαι , τυλεια , κνεφαλα , προσκεφαλαια ὡς Δημοσθενης και πολλοι . και ποτικρανον δ '
9999974 σωτηριος
, ὀλετηριος ? [ ] ? ? ? ? , σωτηριος , αρ ? ? ! ! ! ! !
, αὐτος ἐν ἑαυτῳ ἑστως , χωρητικος των παντων και σωτηριος των ὀντων , οὑ ὡσπερ ἀκτινες εἰσι το ἀγαθον
9999974 ἀπαιδευσιαν
παλιν ἐμπειριαν ἠμελημενην ; δοκεις δε μοι μαχης ἡμιν ὀνειδιζειν ἀπαιδευσιαν ὑπολαμβανων οὑτως ἀπειροκαλως ἡμας και μειρακιωδως ὁπλοις ἐπιχειρειν .
γυναικος . μεγαλην παιδειαν νομιζε δι ' ἡς δυνησῃ φερειν ἀπαιδευσιαν . μητε την γλωτταν σου χραινετω τις ἀνιαρος και
9999974 ὀργισθηναι
πριν αἱματος μου την ψυχην ἐξαφρισαι , ἀντι του πριν ὀργισθηναι με αὐτηι . δα : γη Δωρικως ὁθεν και
παθητικοι τουτων λεγομεθα , οἱον καθ ' ἁς ἐσμεν δυνατοι ὀργισθηναι ἠ λυπηθηναι ἠ ἐλεησαι . ἑξεις δε οἱ τροποι
9999974 πεφροντικεν
μεν της παιδιας διαφερεται , των ὀστρακιων δ ' οὐ πεφροντικεν , οὑτως δε και οὑτος τας μεν ὑλας παρ
ἐμφαινεται δε ἐντευθεν ὁτι οὐδεις ὡς πατριδος της ἰδιας πολεως πεφροντικεν οὐτε λογου μιᾳ γνωμῃ ἀκροασθαι : οὐτε ὁμονοουντας ἑνος
9999974 τραχηλος
μικροτερα και εὐθυτραχηλος . Του κυτους της μητρας ἐπιπροσθεν ὁ τραχηλος τε και το στομα ἐστιν : του δε στοματος
κακοηθη και μη ἐχοντα ἁπλοτητα μηδε εὐθυμιαν μηδε πραοτητα . τραχηλος εἰς τα δεξια βλεπων κοσμιου και σωφρονος και φροντιστου
9999974 καταλειφθῃ
λι . δ ∠ ʹ ἑψονται , ἑωϲ οὑ μετριον καταλειφθῃ του χυλου , και ἐπιβαλλεται βουτυρου # Ϛ ,
γραφεται και ἀζαι : ἐν τοις ἀγγειοις γαρ ἐπειδαν τι καταλειφθῃ ξηρανθεν , ἀζα λεγεται . γραφεται και αὐται ,
9999974 συλλαβας
δε , ἐπει ἑωρα τα εἰς σος ληγοντα ὑπερ δυο συλλαβας ὀξυνομενα , τῳ η παραληγομενα , ἑτερον ἐχοντα σ
δια διφθογγου γραφεται . Τα δια του υρος ὑπερ δυο συλλαβας , εἰτε κυρια , εἰτε προσηγορικα , εἰτε ὀξυτονα
9999974 δοτικην
το τοιουτο παρηκολουθει , το ἐπι γενικην φερεσθαι ἠ ἐπι δοτικην ἠ αἰτιατικην . ᾡ γαρ λογῳ και ἡ του
ἀφειναι με : ἀντι του ἐκπεμψαι : το δε προς δοτικην ἀντι του συγχωρησαι . ἐγω δ ' ἡξειν ὡμολογησα
9999974 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999974 αἰτιατικην
κατηγορω κατα τινος λεγεται , ὁ και ἀπο γενικης προς αἰτιατικην ἐχει την συνταξιν , ὡς το κατηγορω σου ἀμαθιαν
χρη ἀρα ἀπορειν ἑνεκα τινος το μεν φιλω ἐπ ' αἰτιατικην φερεται , το δε ἐρω ἐπι γενικην . .
9999974 γραφουσι
' ἡμας ἐπιτελουνται χρονων . Ταυτα δε γενεσθαι τινες μεν γραφουσι κατα τον πρωτον ἐνιαυτον της Ῥωμυλου ἀρχης , Γναιος
ἐκεινον φασιν αὐτοι γεγονοτες . εἰτ ' οὐ δικαιως προσπεπατταλευμενον γραφουσι τον Προμηθεα προς ταις πετραις και γινετ ' αὐτωι
9999974 ζητουμενη
' οἱον προς αὐτο συγκεχυσθαι : και αὑτη ἐστιν ἡ ζητουμενη μεσοτης του ἑνος και του ὀντος ἡ συμφυσις τοιν
τα ἀπ ' αὐτων . και ἡ ΡΕ ἀρα περιφερεια ζητουμενη προς τον λοξον κυκλον δοθεισα ἐστιν . και ἐπει
9999974 ἐγκωμιολογικον
κωλων ἑκαστη θʹ . Το αʹ ἐγκωμιολογικον τριμετρον καταληκτικον . ἐγκωμιολογικον δε ἐστι το διπενθημιμερες λεγομενον : πενθημιμερη γαρ εἰσι
Το Ϛʹ ὁμοιον τῳ αʹ της στροφης . Το ζʹ ἐγκωμιολογικον ἐκ δακτυλικου πενθημιμερους και ἰαμβικου ὁμοιου , ὁ και
9999974 Θερσανδρον
, ὑπερβαινων τουσδε τους ἀγριους , Κηδωνιδην και Αὐτοκλειδην και Θερσανδρον , ὡν ἐν ταις οἰκιαις ἀνειλημμενος γεγονε , μη
, φιλοφρονουμενος προσετιθει : “ Βουλομαι δε σοι και τον Θερσανδρον ὁστις ἐστιν εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον ἡσθειης .
9999974 ἁρμονικων
εἰς την ψιλην κιθαρισιν πρωτος εἰσενεγκειν και πρωτος μαθητας των ἁρμονικων ἐλαβε και διαγραμμα συνεστησατο . ἠν δε και ἐν
περιοδους ἐγκυκλιους τε πασας εἰναι και τεταγμενας και τας των ἁρμονικων συστηματων ἀπο - καταστασεις ὁμοιως ἐχειν . ἐπειδηπερ ἡ
9999974 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999974 θατερα
τε και παντα κινει λογον ἁσμενος , τοτε μεν ἐπι θατερα κυκλων και συμφυρων εἰς ἑν , τοτε δε παλιν
του ἀναγκαιου και ἀδυνατου ὡρισται : καθολου γαρ ὡν ἀντιφασεων θατερα μορια συναληθευει , τουτων και τα λοιπα συναληθευει .
9999974 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999974 σπονδειου
γαρ εἰναι πανυ φημι δικην ” διμετρον ἐξ ἀναπαιστου , σπονδειου και δυο ἀναπαιστων : το ιθʹ “ οὐκ εἰναι
σπονδειου : το νεʹ ἐκ βʹ σπονδειων , δακτυλου και σπονδειου : το νϘʹ ἐκ σπονδειου , ἀναπαιστου και αὐ
9999974 πλεονασμου
ἀφ ' οὑ και μεχρι νυν , κατ ' εὐχην πλεονασμου ὑγροτητος , και ἐν τοις ὑδραγωγιοις των χωριων γεμοντες
δια του ω : ὁμοιως δε και ὁσα ἐχει ἀπο πλεονασμου το η κατα την τριτην ἀπο τελους : οἱον
9999974 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999974 παραλογισμοι
Ἐκ ποσων μεν οὐν και ποιων γινονται τοις διαλεγομενοις οἱ παραλογισμοι , και πως δειξομεν ψευδομενον τε και παραδοξα λεγειν
δε παρα το μη διωρισθαι τι ἐστι συλλογισμος Οἱ δε παραλογισμοι παλιν οἱ γινομενοι παρα το μη ἐξακριβουσθαι τις ἐστιν
9999974 παραθες
τους μυς , τιθυμαλον κοψας μετα ἀλφιτων και οἰνομελιτος μιξας παραθες αὐτοις : φαγοντες γαρ τυφλωθησονται . Ὁ δε Ἀνατολιος
; Γεωργια . την δ ' ἀσπιδα ἐπιθημα τῳ φρεατι παραθες εὐθεως . ἰω Λακεδαιμον , τι ἀρα πεισει τημερα
9999974 καθευδοντι
Οὐ προσελευσεται δε ὀντι γε σοι οὐδε ἐν τῃ ἁλῳ καθευδοντι οὐδ ' ἐν ταις ἀρτι φυομεναις βοταναις ἐαρος ὑποφαινομενου
ὑδασιν ἐπιτρεψας το σωμα οὐδε συστρατιωτας ὁτι μη δυο λαβων καθευδοντι τῳ φυλακι των πυλων ἐπιστας τον μεν ὀξεως ἀνειλες
9999974 φυσικης
ὁ μεν οὐκ ὀλιγα ζωπυρα και φιλανθρωπιας ἁμα και φρονησεως φυσικης ἀπεδεικνυτο . . Βουλομενος δ ' αὐτος ὁ Καισαρ
εἰη τουτοις , της ἐφ ' ἑτερα τουτο ῥοπης της φυσικης θερμοτητος συμβολον . Ὁποταν γαρ προς μειζω τε και
9999974 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999974 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999974 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999974 βλαβερος
. βλαβη ] λυπη . ἀνιαρος ] λυπηρος . , βλαβερος . λυσανιας ] ἐλευθερωτης , λυων τας λυπας ,
τον τοιουτον ἐραστην , και δειξαι ὁτι και κακος και βλαβερος ἐστι , και ὁτι αἰσχρος , και λοιπον ὁτι
9999974 βουτυρου
ἐν ταις παρακμαις . Ἐλαιου ἀνηθινου , ἐλαιου χαμαιμηλινου , βουτυρου ἀνα γο εʹ , στεατος χηνειου γο γʹ ,
ὀρνιθειου προσφατου , και μαλιστα χηνος και φασιανικου , ἠ βουτυρου . Μη παροντων δε τουτων , τηλιν και της
9999974 μονοσυλλαβον
φραπις , ὡς λεπω λεπις . οὐδεν γαρ εἰς ις μονοσυλλαβον ἐν μονῳ θηλυκῳ γενει συνεσταλμενον : το γαρ ἰς
δυναται ὀξυνεσθαι : ἀλλ ' οὐτε βαρυνεσθαι δυναται , ἐπειδη μονοσυλλαβον ἐστι , τα δε μονοσυλλαβα οὐδεποτε βαρυνονται , ἀλλ
9999974 μεμνης
τυπτε . , σχετλιαζε , δερε . , τιμωρει . μεμνης ' ] ἐνθυμου . . ὁπως ] ἱνα .
. Ὡς φαμενην προσεειπε πυκα φρονεων Μενελαος : Μηκετι νυν μεμνης ' ἁ τ ' ἐπασχομεν ἀλγεα θυμῳ : ἀλλα
9999974 κινδυνευσειν
τῳ μαγῳ Σμερδι . Ἀντιπεμπει προς ταυτα ἡ Φαιδυμη φαμενη κινδυνευσειν μεγαλως , ἠν ποιῃ ταυτα : εἰ γαρ δη
προηγορευεν : μη καταλαβων δε μη ἀποθανεισθαι μεν ἐδηλου , κινδυνευσειν δε τω ποδε δια την διωξιν : και το
9999974 μελανθεν
οὐτε δ ' ἑλκος οὐτε οὐλη τις , και το μελανθεν ἀφανισθησεται ἐν οὐδε ὁλαις ἡμεραις εἰκοσιν . την δε
χυμα και παρυφισταμενον μελανθεν , οὐ παντελως δε ὀλεθρου παρυφισταμενον μελανθεν , ἡττον δε μελανθεν ἐναιωρημα , ἐτι δε ἡττον
9999974 βουλευτηριον
ὁμονοουντων τινα βοηθειαν εὑρασθε ὑμεις περι μεσας νυκτας εἰς το βουλευτηριον συνελθοντες ; ἡπερ ὠνησεν ὁμολογουμενως παντα τα πραγματα και
. . . . . ἀλλ ' ἐστιν εὐστοχον τι βουλευτηριον ταὐτοματον . ἐπηρεαστικον γε τι ταὐτοματον ἐστι τῳ βιῳ
9999974 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999974 Ἑλληνικοις
των πολλων δικαι ' εἱλομην , οὐτ ' ἐν τοις Ἑλληνικοις τα Φιλιππου δωρα και την ξενιαν ἠγαπησα ἀντι των
θαλαττης δι ' ὑλης ὁρωμεν τινα στηλην χαλκου πεποιημενην , Ἑλληνικοις γραμμασιν καταγεγραμμενην , ἀμυδροις δε και ἐκτετριμμενοις , λεγουσαν
9999974 ἀποφατικην
τηνικαυτα ἀνομοιοσχημονας ἐχουσα τας προτασεις δια το [ εἰς ] ἀποφατικην εἰναι την ὑπαρχουσαν , καταφατικην δε την ἐνδεχομενην ,
τινες τισιν ἀντιστρεφουσι , μη ἀντιστρεφειν μεν ἑαυτῃ την καθολου ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰπομεν , ὑπερεθεμεθα μεντοι την αἰτιαν ἀποδωσειν ,
9999974 Ἀριστοκλεους
σαπερδιον . : Ἀπολλοδωρος δ ' ἐν τῃ προς την Ἀριστοκλεους ἐπιστολην ἀντιγραφῃ , ὁ νυν , φησιν , ἡμεις
, και των περι του ἀνδρος ἱστορουμενων . Ἀπο των Ἀριστοκλεους του Περιπατητικου . . . . . . .
9999974 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε

Back