„ ἐπικρατειν μεντοι Θεστιον της Πλευρωνιας , τον πενθερον του Οἰνεως Ἀλθαιας δε πατερα , ἡγουμενον των Κουρητων : πολεμου
δυστυχη τε και βαρυν , ἡτις πατρος μεν ἐν δομοισιν Οἰνεως ναιους ' ἐτ ' ἐν Πλευρωνι νυμφειων ὀκνον ἀλγιστον
9999971 θατερα
τε και παντα κινει λογον ἁσμενος , τοτε μεν ἐπι θατερα κυκλων και συμφυρων εἰς ἑν , τοτε δε παλιν
του ἀναγκαιου και ἀδυνατου ὡρισται : καθολου γαρ ὡν ἀντιφασεων θατερα μορια συναληθευει , τουτων και τα λοιπα συναληθευει .
9999969 ἡγεμονικον
και ὀλιγον και ὑδατωδες , ὡς ὁ Σφαιρος φησιν . ἡγεμονικον δ ' εἰναι το κυριωτατον της ψυχης , ἐν
στασιν και Ἀσκληπιαδην τον ἰατρον αἰνιττεσθαι , ἀναιρουντα μεν το ἡγεμονικον , κατα δε τον αὐτον χρονον αὐτῳ γενομενον .
9999969 ἀποδοκιμαζειν
διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν ] σημειωσαι ὡς
γεγενημενην , δι ' ἡν οὐ δυναμενοι αἱρεισθαι τι ἠ ἀποδοκιμαζειν καταληγομεν εἰς ἐποχην . ὁ δε ἀπο της εἰς
9999968 κατεδυσαν
ὑπο των ἀλλων πλην Σιδωνιων ἐπανηχθη τῳ Δολοβελλᾳ , και κατεδυσαν μεν ἑκατερου νηες ἱκαναι , πεντε δε αὐτοις ἀνδρασιν
ἐν τῳ λιμενι . και ἑνδεκα μεν ναυς των Συρακοσιων κατεδυσαν , και τους πολλους των ἀνθρωπων ἀπεκτειναν , πλην
9999968 παρεσχεν
την Ἰωνιαν ἀποθανειν . Τουτων οὐδεν ἐγγραφον ὁ Κρατερος τεκμηριον παρεσχεν , οὐτε δικην οὐτε ψηφισμα , καιπερ εἰωθως ἐπιεικως
ἱερα , τοις δε Πλαταιευσιν ὁ τροπος της ἁλωσεως σωτηριαν παρεσχεν ἐν ἰσῳ πασιν : ἐκπεσοντας δε σφας ἐδεξαντο αὐθις
9999968 ἐμποιουσι
τι ἡ πολυυπνια και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιπολυ γενομενη βαρος ἐμποιουσι τῃ κεφαλῃ ; και οὐκ ἐστι λεγειν ὁτι ὡς
μαλλον , λυμαινονται δε τα σωματα και τοις σωμασι νοσους ἐμποιουσι , τι δει λεγειν ; τι δε και λεγειν
9999968 βουλευτηριον
ὁμονοουντων τινα βοηθειαν εὑρασθε ὑμεις περι μεσας νυκτας εἰς το βουλευτηριον συνελθοντες ; ἡπερ ὠνησεν ὁμολογουμενως παντα τα πραγματα και
. . . . . ἀλλ ' ἐστιν εὐστοχον τι βουλευτηριον ταὐτοματον . ἐπηρεαστικον γε τι ταὐτοματον ἐστι τῳ βιῳ
9999968 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999968 ὑφαντικην
ποτε οὐν οὐκ εὐθυς ἀπεκριναμεθα πλεκτικην εἰναι κροκης και στημονος ὑφαντικην , ἀλλα περιηλθομεν ἐν κυκλῳ παμπολλα διοριζομενοι ματην ;
τοὐπισω ἀνακαμπτουσαι τουτο συνιστωσιν : ἀπο μερους δε την ὁλην ὑφαντικην ἐδηλωσε . Και Ὁμηρος : Ἱστον ἐποιχομενην και ἐμον
9999968 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999968 ληγουσαν
του ντ κλινομενον παντως εἰς ας καθαρον ἐχει την εὐθειαν ληγουσαν : Δισυλλαβα δε δια τας ὑπερ δυο συλλαβας και
Ω ληγοντα ῥηματα οὐδεποτε δια δυο φωνηεντων ἐκφερονται κατα την ληγουσαν : εἰ δε το Ρ εὑρισκεται κατα την τελευταιαν
9999967 βουλευσεως
και βουλευεται , ἡ δε φυσις ἀπο της ἀρχης ἀπροσδεης βουλευσεως . Και δει του παντος την διοικησιν και τον
, δωροξενιας δωρων , συκοφαντιας , ψευδοκλητειας , ψευδεγγραφης , βουλευσεως , ἀγραφιου , μοιχειας . εἰσαγουσι δε και δοκιμασιας
9999967 κολπους
διακεκομμενων και ὀστων θαυμαστως : ἐτι ποιει προς ἐπιφορας και κολπους και ἐπι των ἀποστηματων , ὁταν κομισαμενος το ὑγρον
των σπληνων και ἡπατος . προσλαβον δε νιτρον ὀλιγον ῥησσει κολπους και σκολοπας ἀναγει : εἰ δε μιξαις τοις συκοις
9999967 προτροπαδην
ταξεις γενναιως ἐξωρμων κατα των Τουρκων . Οἱ δε φευγοντες προτροπαδην εἱλκον ἐκεινους προς τας ἐνεδρας , ἑως ἐγγυς πρωτης
ὀντας . Ὑποστρεφοντες οὐν κυκλουν αὐτους ἐσπευδον : οἱ δε προτροπαδην φευγοντες τε και ἀπιοντες , ἐπει ἐγγυς των ἰδιων
9999967 ὀνειδιζειν
γε τι πλημμελουνθ ' ὡς φασιν : ὁπερ οὐδ ' ὀνειδιζειν ἀξιον . τους Ἑρμας περιεκοπτεν . ἁπαντα μεν ,
την ἀλκην ἐπι του παροντος , μηδενα των παροντων ὡς ὀνειδιζειν μελλοντα φυλασσομενος : γαμου γαρ παιδες ἁπαντες , και
9999967 κατειδεν
εὑρεσιν και περι σωτηριας ἐκινδυνευσε . κοραξ τροφης ἀπορων ὡς κατειδεν ἐν τινι εὐηλιῳ τοπῳ ὀφιν κοιμωμενον τουτον καταπτας ἡρπασε
σιν του ξυνασπισμου των ? ? Μακεδονων ? ? πυκνην κατειδεν και αὐτους ταις ? ? ? ? γνωμαις [
9999967 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999967 τεκουσαν
μοι χεροιν σαιν αὐτος ἐξ οἰκου λαβων ἐς χειρα την τεκουσαν , ὡς εἰδω σαφα εἰ τοὐμον ἀλγεις μαλλον ἠ
θροει τις . Ὠ τεκνον , τεκνον , οἰκτιρε την τεκουσαν . Ἀλλ ' οὐκ ἐκ σεθεν ᾠκτιρεθ ' οὑτος
9999967 τριακοσιους
τροφας τῳ στρατευματι παρ ' αὐτων λαβων ἐσθητας τε και τριακοσιους υἱους εἰς ὁμηρειαν ἐκ των ἐπιφανεστατων οἰκων ἐπιλεξαμενος ᾠχετο
ΟΡΩ ΑΠΟ ΤΟΥ ΚΛΕΩΝΟΣ . Ἀλλ ' οὐκ ἠγαγες τους τριακοσιους : διο ταυτης τυχειν οὐκ εἰ ἀξιος της δωρεας
9999967 ἀναπαυλης
και φροντιδων και των ἀτρυτων πονων και κινδυνων και πειρασμων ἀναπαυλης γουν ἐδειτο προσκαιρου και θεραπειας . δια τουτο μενειν
το κτημα , δει δε και της ἐκ των μιμων ἀναπαυλης μετεχειν . ἐστι γαρ , ἐστιν ἁμα τῃ θυμηδιᾳ
9999967 κιναιδος
τι του χθιζου αὐτῳ ζωμου ἐγκατεμεμικτο . και ὁ γε κιναιδος , ὁ συνεδρος , οὐκ ἀμουσως ποτε και εἰς
στρουθωδης . ὁ δε Διδυμος μητερα Κλεοκριτου , ὁτι ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι
9999967 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999967 ἀποδεικτικου
λογων , του τε συνακτικου και του ἀληθους και του ἀποδεικτικου , εἰ μεν τις ἐστιν ἀποδεικτικος , οὑτος πολυ
ἀποδεικτικον , διαλεκτικον , σοφιστικον , και περι μεν του ἀποδεικτικου διδασκει ἐν τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε διαλεκτικου
9999967 ἀναξιως
τοιαυτα ἡμιν οἱ νεοι σπουδῃ ἀκουοιεν και μη καταγελῳεν ὡς ἀναξιως λεγομενων , σχολῃ ἀν ἑαυτον γε τις ἀνθρωπον ὀντα
, ὡς φαυλως αὐτοις προσφερομενας : ἐγω δε ἐπειπερ ἁπαξ ἀναξιως ὡν ἐπολιτευσαμην ἠτυχησα , και κατηγορων ἀλλων αὐτος ἑαλων
9999967 ἀκουσαν
εἰπε ταδε : Ὁτι μεν , ὠ Πολυδαμα , και ἀκουσαν την ὑμετεραν πολιν [ Φαρσαλον ] δυναιμην ἀν παραστησασθαι
Κλυταιμνηστραν Τανταλῳ , ὡς Εὐριπιδης εἰσαγει αὐτην λεγουσαν ” ἐγημας ἀκουσαν με κἀλαβες βιᾳ τον προσθεν ἀνδρα Τανταλον κατακτανων ”
9999967 ἀκροπολεως
των πολιορκουντων ἀπεκτεινον και κατετραυματιζον , συνεργον ἐχοντες την της ἀκροπολεως ὀχυροτητα : ὡς δ ' ἡ μεν των ἀναγκαιων
τοις δε πιστοτεροις ἐν τῳ μικροτερῳ τροχῳ και προς της ἀκροπολεως μαλλον ὀντι διετετακτο ἡ φρουρα , τοις δε παντων
9999967 καθαιρεσις
μετα το της ΘΚ μηκος ἡ ἐπι τους ὀξυτερους τοπους καθαιρεσις , ὁπερ συνεβαινεν ἐπι της προτερας ἀγωγης , ἑτερων
το ἀπειρον , δηλον . και γαρ ἡ των μεγεθων καθαιρεσις ἡ ἐπ ' ἀπειρον και ἡ προσθεσις ἡ ἀντιστροφος
9999967 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999967 μαλακτικων
ὁ δη και διαυγεϲτερον ἐϲτιν , ἐπι μαλλον ξηραινει των μαλακτικων . χρωνται δε αὐτοιϲ τινεϲ και μαλιϲτα τῳ ἀραβικῳ
φαρμακα προσφερειν χρη και των ἀρωματων ἐχοντα τι και των μαλακτικων και των διαφορητικων , οἱον ἐστι και το δια
9999967 ἁρμονικος
„ . κρουμα , διασχεσιν . εἰσουμενα ἐπι Ἀριστοξενους λεπτοετι ἁρμονικος . Ἐνεπισκηψασθαι και Ἐγγυην καταβολης . καταδικασθεντων τινων δημευεσθαι
και τἀποβαινον : ὀξυ το περικομμ ' , ἀφες . ἁρμονικος , οὐ μαγειρος . ἐπιτεινον το πυρ . ὁμαλιζετω
9999967 σποδος
εἰναι στοιχειον , ὡσπερ δοκει πολλοις των ἀνθρωπων γη και σποδος . ἀλλα και ὁ ποιητης τουτο λεγει ἀλλ '
ξυμμιξαντα και ἑψησαντα , λιπαρον διδοναι ἐκλειχειν . Ὀφθαλμων : σποδος πεπλυμενη , λιπαρῳ πεφυρημενη , ὡς σταις μη ὑγρον
9999967 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999967 Παν
θυπτην τυρον μιξας ἐρυθρῳ μελιτῳ , κατα των σων , Παν δικερως , τιθεμαι βωμων ἁγιων . ἰδε σοι Βρομιου
: σεσημειωται το εἰα ἐπιῤῥημα και το εἰασα ῥημα . Παν ὀνομα Ἑλληνικον τε και βαρβαρον ἐκ της ιε συλλαβης
9999967 ἐγκωμιαστικων
ἐξουσιαν βοᾳς ; ἐκτεινειν δε το κεφαλαιον ἐχεις ἐκ των ἐγκωμιαστικων τοπων : οἱον ὠ ποσους νομους μελλοντας ὑπο του
μεν ᾐ ὡρισμενον το προσωπον , ἀπο παντων δηλαδη των ἐγκωμιαστικων , εἰ δε ἀλλως ἀοριστον , εἰ μεν των
9999966 παρεληλυθεν
ἐμεμνηντο , ὡσπερ ὁ Ἰξιων . εἰ μη ἀρα καθολου παρεληλυθεν ὁ Ἰξιων , ὁτι τον εὐεργετην προσηκει τοις αὐτοις
Ἰουδαιων . αὑτη δ ' εἰς πασαν πολιν ἠδη και παρεληλυθεν και τοπον οὐκ ἐστι ῥαιδιως εὑρειν της οἰκουμενης ,
9999966 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999966 παραθες
τους μυς , τιθυμαλον κοψας μετα ἀλφιτων και οἰνομελιτος μιξας παραθες αὐτοις : φαγοντες γαρ τυφλωθησονται . Ὁ δε Ἀνατολιος
; Γεωργια . την δ ' ἀσπιδα ἐπιθημα τῳ φρεατι παραθες εὐθεως . ἰω Λακεδαιμον , τι ἀρα πεισει τημερα
9999966 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999966 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999966 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999966 τετελευτηκεναι
κακον τι αὐτον πεπονθοτα , ἐν γηρᾳ μετ ' εὐδαιμονιας τετελευτηκεναι . ῥᾳδιως δε και πλειονων εὐπορησομεν ἐπιχειρηματων , ἐαν
προσεστι δε τουτῳ και το μη εἰς ἁ ἐδει κεφαλαια τετελευτηκεναι την ἱστοριαν . ἐτη γαρ ἑπτα και εἰκοσιν περιειληφοτος
9999966 αἰθριαν
ἀσκωλιαζε και ἐστερημενος της κωλης και πεινων ἐνταυθα προς την αἰθριαν και τον ἡλιον διαγε . “ παρ ' ὑπονοιαν
, κοινον τι ἀπαστραπτουσι και διπλασιαν του ἐρυθηματος ἐκφαινουσι την αἰθριαν . Τα μεν δη ὑψηλα και κορυφαια του οἰκου
9999966 σμικροτατον
, ὁτι οὑτως ἀν παν παντι ὁμοιον γενοιτο και το σμικροτατον τῳ μεγιστῳ , εἰ τις τα μη συμβαντα διεξιοι
, ἁ διηρμενα το στομα και παμμεγεθες κεχηνοτα οὐδε το σμικροτατον φθεγγεται . ἡμεις δε ἐμπαλιν : ὁσῳ γαρ δη
9999966 Βακτριανην
Ἰταλιαν ἠ Ἰβηριαν οὐδαμως ἠ τοις κατα την Κασπιαν και Βακτριανην . κατα πασαν οὐν την μεσημβρινην παραλιαν του ὠκεανου
πολυν ἀργυρον τε και χρυσον , και τα κατα την Βακτριανην καταστησας ἀπελυσε τας δυναμεις : μετα δε ταυτα γεννησας
9999966 σπληνικους
πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐνιεμενον κωλικους ἰαται . πινομενον δε στομαχικους , σπληνικους , ληθαργικους και ὀπισθοτονους ἀκρως ἰαται . εἰς δε
: ἡλους και σκολοπας ἐπισπαται : ἀκρως δε ποιει προς σπληνικους και ποδαγρικους και ἡπατικους μαλιστα και ῥευματιζομενους : ἐχει
9999966 ὀνομασθεις
, θεασαμενος αὐτην Γαϊος Ἰουλιος Καισαρ ὁ δια τας πραξεις ὀνομασθεις θεος ταυτην ἀνεστησεν . Ἐναντια γαρ παθη συνειχε τας
Διζηρου πορῳ „ . ἰσως ἀπο του διζησθαι την Μηδειαν ὀνομασθεις . το ἐθνικον Διζηριος και Διζηριτης , ὡς Ἀλωρος
9999966 καθαιρεσει
φιλεριν και λογων πιθανοτητας ὡσπερ τινας συμβολας και ἐρανους ἐπι καθαιρεσει του καλου ποριζοντα και ἀκρατῳ φλεγομενον και καταμεθυοντα ἀρετης
, ὁσα δη ἐγκωμιαζομεν ἠ ψεγομεν . δει δε μη καθαιρεσει των ἐξεταζομενων αὐξειν τα ἡμετερα , οὑτω γαρ οὐ
9999966 κοιλιακων
δε και τα των ὀφθαλμιωντων και τα των δυσεντερικων και κοιλιακων και τα αἱματικα ἀπο της αὐτης προφασεως ἐπιγινεται ,
εἰπειν , τῃ αὐτῃ ἀγωγῃ της θεραπειας χρηστεον τῃ ἐπι κοιλιακων και δυσεντερικων προειρημενῃ : ἀξιον δε ἡμιν παρασημηνασθαι ,
9999966 γελοιοτερα
το δε και των φιλοσοφειν προσποιουμενων πολλους πολλῳ ἐτι τουτων γελοιοτερα δραν , τουτ ' ἠδη το δεινοτατον ἐστι .
παρεσχε μοι την διατριβην , τα δε των ἰδιωτων πολυ γελοιοτερα : και γαρ αὐ κἀκεινους ἑωρων , Ἑρμοδωρον μεν
9999966 βουλευσαι
εἰπειν δ ' ἐν τῳ δημῳ οὐκ ἐξην αὐτοις οὐδε βουλευσαι . Τουτων ἠσαν οὑτοι ἀτιμοι : αὑτη γαρ ἠν
εἰς χρειαν της σης καταστησαι βοηθειας , ὁπως ἀφεις το βουλευσαι γνωμην ἐχῃ το κηδος συναψασθαι . θορυβου γαρ ἡκοντος
9999966 ἀπαγγειλαντων
ἐπεθετο τουτων ἡμαρτεν οὐδενος . Δυο νεανισκων κεκονιμενων και ἀγγελιαν ἀπαγγειλαντων . Ὁτι Ὁμηρος πρωτος περι της ἐν τοις πολεμοις
. ἀνελθοντων δε των πρεσβεων και την εὐποριαν των Ἐγεσταιων ἀπαγγειλαντων , συνηλθεν ὁ δημος περι τουτων . προτεθεισης δε
9999966 ὀνομαζομενη
〛 . μετα 〚 γαρ 〛 τας προειρημενας νησος ἐστιν ὀνομαζομενη μεν Πιτυουσσα , την δε προσηγοριαν ἐχουσα ἀπο του
νησος ἐστιν ἀπο των ἐναυλιζομενων ἐν αὐτῃ ζῳων Φωκων νησος ὀνομαζομενη : τοσουτο γαρ πληθος των θηριων τουτων ἐνδιατριβει τοις
9999966 ἀφροντιστως
ἐπηγαγοντο : και συνεχης δ ' ὡσαυτως , οὐ μην ἀφροντιστως , ἀλλ ' ὡστε δεισαι περι τῳ ἀνθρωπῳ ,
ἐργα ταυτα σωφρονος . ὑμιν δε , παιδες , οὐκ ἀφροντιστως πατηρ πολλην ἐθηκε συν θεοις σωτηριαν : οἰμαι γαρ
9999966 ἀκουσαντι
[ ] σπουδασαι ? ? τωι [ μεν ] ? ἀκουσαντι [ ] σκεψασθαι ? τον ἐπαινεθεντα ? ? ἀρα
οὐ κατα το οὐραιον : ὁ δε ἐστι θαυμα και ἀκουσαντι και ἰδοντι , ὑπ ' αὐτην την ῥινα ,
9999966 συστειλαι
: τον δε Μωυσον παλιν τῃ ῥαβδῳ παταξαντα το ὑδωρ συστειλαι το ῥευμα . Τουτου δε γενομενου , τον βασιλεα
ἡδεως ὁρων την ταπεινωσιν αὐτων και βουλομενος τα Λευκτρικα φρονηματα συστειλαι των Βοιωτων ὀλιγους ἀπεστειλε στρατιωτας , αὐτο μονον φυλαττομενος
9999966 καταρατε
κληθηναι και κληθεντι φησι : „ λεγε μοι , ὠ καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας , ὡς εἰς το ταμιειον
παρεγενετο . και φησιν ὁ δεσποτης ” λεγε μοι , καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας ὁτι εἰς το ταμειον εἰσελθων
9999966 πλανωμενην
πριν ἠ Ναον ἀφικεσθαι [ γαρ ] και ἐνταυθα Δημητρα πλανωμενην : ὁσοι δε Φενεατων οἰκῳ τε και ξενιοις ἐδεξαντο
, κεντουσα βελεσι φοιταλεοις , τοις ποιουσιν ἐμε ἁπανταχου πορευεσθαι πλανωμενην . . : ἐτυμα προσθροεις ] ἐτυμως προσφωνεις .
9999966 τυχουσαν
σωματικας . τοιουτος γαρ ὁ μαλακος , οἱος μηδε την τυχουσαν ἐνεγκειν διψαν ἠ μηδε πειναν μηδε ἀλλην ἀλγηδονα μηδεμιαν
ἀει βιωσεσθαι ὁ ματαιος νομιζων . πλην ἐμοιγε οὐ την τυχουσαν τερπωλην παρεσχον τοτε στενοντες . ἀλλ ' ἠδη μεν
9999966 κοιμηθηναι
διοτι ἐλεγεν : οὐ προσηκει ἀνδρι θεοσεβει προ των γαμων κοιμηθηναι μετα της γυναικος αὐτου . Και ἀνεστη Ἰωσηφ τῳ
, και σου δεομαι μη στεφανουσθαι μονον , ἀλλα και κοιμηθηναι ἐπ ' αὐτων , και γαρ ἐστιν ἰδειν μεν
9999966 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999966 κατεφρονησαν
. . : ἀντι του , προς καιρον τινα δυνηθεντες κατεφρονησαν και της ἀρχης της ἡμετερας και της παρ '
Ἀναξιβιον τον Λακωνα . Ἀβυδηνοι δε ὁρωντες οἰκοδομουντα το τειχος κατεφρονησαν ὡς φοβουμενου και προελθοντες της πολεως κατα την χωραν
9999966 ἀνασσαν
, ὁπου σφε μητηρ ἡ παλης ἐμπειραμος την προσθ ' ἀνασσαν ἐμβαλουσα Ταρταρῳ ὠδινας ἐξελυσε λαθραιας γονης , τας παιδοβρωτους
παλης ἐξελυσε τας ὠδινας της λαθραιας γονης την προσθ ' ἀνασσαν Εὐρυνομην ταρταρωσασα . το σφε ἀντι του αὐτου ἀντιπτωσις
9999966 διδασκων
. μονη σιωπη μεταμελειαν οὐ φερει . Γυναιχ ' ὁ διδασκων γραμματ ' οὐ καλως ποιει , ἀσπιδι δε φοβερᾳ
της σης μονης . μη οὐν θαυμασῃς , εἰ παλαι διδασκων ἡμας , ὡς κἀν τοις ἀμηχανοις ἰσχυεις , ἀπαιτῃ
9999965 πινομενη
προσαγορευουσιν . αὑτη ξηραντικης μετεχει φυσεως . και συν οἰνῳ πινομενη ἰσχιαδικους και δυσεντερικους ἰαται , και σπληνα ἐσκιρωμενον θεραπευει
σμυρνης σπερματος ἰσον : και ἀριστολοχια δε μαλιστα ἡ στρογγυλη πινομενη ὁσον δραχμης πληθος πνευματα διαλυει και τους βραδυπεπτουντας ὠφελει
9999965 παραλογισμοι
Ἐκ ποσων μεν οὐν και ποιων γινονται τοις διαλεγομενοις οἱ παραλογισμοι , και πως δειξομεν ψευδομενον τε και παραδοξα λεγειν
δε παρα το μη διωρισθαι τι ἐστι συλλογισμος Οἱ δε παραλογισμοι παλιν οἱ γινομενοι παρα το μη ἐξακριβουσθαι τις ἐστιν
9999965 Ἰωνικου
ζʹ Ἰωνικον ἀπο μειζονος διμετρον καταληκτικον ἐκ παιωνος βʹ και Ἰωνικου καταληκτικου ἠτοι διτροχαιου . Το ηʹ τετραμετρον βραχυκαταληκτον ἐκ
εἰς τροχαιον . το ηʹ συνθετον ἀπο παιωνος και διμετρου Ἰωνικου ἀκαταληκτου , του τε ἀνακλωμενου και του ἀπο μειζονος
9999965 ἀποπεμψαι
μεν οὐδενι τροπῳ ἐτι αὐτας , ἑωυτων δε τους νεωτατους ἀποπεμψαι ἐς αὐτας , πληθος εἰκασαντας ὁσαι περ ἐκειναι ἠσαν
ἀπ ' αὐτου , δοκεοντες τον Ἀπριην ἐκ προνοιης αὐτους ἀποπεμψαι ἐς φαινομενον κακον , ἱνα δη σφεων φθορη γενηται
9999965 δημοσιου
ζευγους : του ἁρματος . ἀνακηρυχθεντος : ἀποδεχθεντος . Βοιωτων δημοσιου : του δημοσιου των Βοιωτων . ʃ ὑπηρετου δημοτικου
. Πως δει ἐν μεθοριοις λαθρα κτιζειν ὀχυρωμα χωρις πολεμου δημοσιου ; ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΑΣΤΟΥ ΕΘΝΟΥ ΕΘΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΤΑΞΕΩΝ
9999965 ἐργαστηριου
και ὁ σιδηρος ἡκεν ἐν ἀκμῃ της μαχης ὑπ ' ἐργαστηριου πονηρου πεμφθεις ἀπο σκηνης μιαρας και βουλευματων ὀλεθριων .
' αὐτοις . Ταυτας τοινυν ἐχει τριακοντα μνας ἀπο του ἐργαστηριου , και το ἐργον αὐτων ὀκτω ἐτων : ὁ
9999965 παραλογῳ
προδοσιαν ἐς την πολιν παραπεσοντων οἱ μεν ἀνδρες εὐρωστως ἐν παραλογῳ κινδυνῳ παρετασσοντο , αἱ δε γυναικες ἐπι τας στεγας
κατεφρονουν , ἑως ἐντυχοντες ὁπλοις τε καινοις και ἀνδρων προθυμιᾳ παραλογῳ κατεπλαγησαν και ὑπεχωρουν . και εὐθυς αὐτοις τουτο πρωτον
9999965 στεφανωθηναι
παντες γαρ ἐπεθυμουν νικηται ἐν τοις ἀγωσι τουτοις γενεσθαι και στεφανωθηναι : τον γαρ ἐκ σελινων ἠ ἐλαιων στεφανον μυριων
παλαια και λιαν προωμολογημενα , ποτερα αὐτον δει χρυσῳ στεφανῳ στεφανωθηναι , ἠ ψεγεσθαι ; και σε τον ψευδη και
9999965 ἀρτηριαν
κεχυμενης της σαρκος εἰς ἀραιωσιν , διισταντας ἐπιτηδες την τε ἀρτηριαν και τας ἀλλας διεξοδους του πνευματος κατα τας βαρυτατας
καλουμενος σφυγμος παντελη μεν ἀφανισμον οὐ ποιει της κατα την ἀρτηριαν κινησεως , ἀθροως δε ἀποκοπεις και ἐφησυχασας κατα την
9999965 περιστατικα
δακρυα οὐκ ἐστιν ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , ἀλλα περιστατικα , μονην τῳ ἀποκηρυκτῳ την βουλησιν την κατα του
ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι . Τοπικα δε προοιμια Ἁρποκρατιων φησι τα περιστατικα . σκοπος δε του προοιμιου το τοιονδε παρασκευασαι τον
9999965 Σικανων
βλαβην , καθιερωσει Μυνδιας ἀνακτοροις . Ἀλλοι δ ' ἐνοικησουσι Σικανων χθονα πλαγκτοι μολοντες , ἐνθα Λαυμεδων τριπλας ναυταις ἐδωκε
ῥηθεισιν . 〛 περι δε των κατοικησαντων ἐν αὐτηι πρωτων Σικανων 〚 ἐπειδη τινες των συγγραφεων διαφωνουσιν , ἀναγκαιον ἐστι
9999965 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999965 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999965 πιστευσαντες
ὡσπερ ἐνεχυρον αὐτο τουτ ' ἐχοντες ἐπαρθηναι και τουτῳ μαλιστα πιστευσαντες ἁμαρτειν , οὐ τῳ δια τελους κρατησειν της πολεως
' ἀγνοησαιεν ὁσῳ λαμπροτερος και μειζων ἀνηρ , τοσουτῳ προχειροτερον πιστευσαντες αὐτῳ , μηδε ἡν οὐ θεμις οὐδεν φλαυρον ἀκουσαι
9999965 γοργοτητος
και δριμυτητος οὐδε ταυτης οὐσης . Μεθοδος τοινυν ὁπερ ἐλεγον γοργοτητος μια , το ταις ἀπαντησεσι ταχειαις χρησθαι και βραχειαις
ὁτι και στερεος ὠν εἰς την του θηλεος εἰκασιαν ἐμαλαττετο γοργοτητος διορθουμενης το θηλυ και εἰς ἐξουσιαν ἀμοιρων κινησεως ᾐδει
9999965 ἀναπνευσαι
ἐς την ἰδιαν ἀρχην , πριν ἠ γουν και μικρον ἀναπνευσαι , τῃ τε λυπῃ κατεργασθεις ὁλος και νοσῳ βαρειᾳ
παν σωμα τῳ δειλαιῳ ὡς στεγην , ἀναδυναι τε και ἀναπνευσαι κωλυων αὐτον . οὐκουν ἐπισχεθεντος οἱ του πνευματος ,
9999965 κλειουσι
τῳ κοινῳ προσκτωμενους . Τας δε θυρας των οἰκιων οὐδεποτε κλειουσι . , : Ὀμβρικοι ἐν ταις προς τους πολεμιους
και προς την κυστιν προσ - ιστανται και πιεζουσι και κλειουσι την κυστιν και στραγγουριην παρεχουσιν : ἐστι δ '
9999965 ἁρπακτικον
ἁμα δε και ὡς κλεπτην και ἁρπαγα των κοινων . ἁρπακτικον γαρ ζῳον ὁ ἀετος . το δε ἀγκυλοχειλης ἐπιθετον
ἠκουσαν . ὁν ὁντινα Πελοπα δις ἀκμασαντα και φυγοντα τον ἁρπακτικον ποθον του Ναυμεδοντος ἠτοι του Ποσειδωνος του των νεων
9999965 τρισυλλαβον
του ἐνεστωτος ὁ παρακειμενος : το μεν τιθημι ὁ ἐνεστως τρισυλλαβον , το δε θησω ὁ μελλων δισυλλαβον : ὁσον
νενευκυια δια την ἀνταποδοσιν . και ἐστι το μεν πρωτον τρισυλλαβον κατα παλιμβακχειον : το δε βʹ παιων πρωτος :
9999965 ἀνα
ʹ , λιθαργυρου λι . α , κηρου , πιτυϊνηϲ ἀνα # ζ ∠ ʹ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # δ
ἀποβασιν του πραγματος και την καταστασιν , [ ὡστ ' ἀνα βωμῳ θεας κοιταξατο : ] ὁπως τε ἐπι του
9999965 ὠνομασθαι
δε κατεγελασθη το των ἐφετων δικαστηριον . δοκουσι δ ' ὠνομασθαι , ὁτι προτερον του βασιλεως τους ἐπ ' ἀκουσιῳ
Φησι δε Φιλοστεφανος ὑπο των ἐγχωριων τουτον τον χρονον Ῥοδανον ὠνομασθαι . . : Τιτων ποταμος Ἰταλιας ἐγγυς Κιρκαιου ,
9999965 θελωμεν
ἀναγκην συμβαινον οὐκ ἐστιν ἐκκλιναι , ἀλλ ' ἐαν τε θελωμεν ἐαν τε μη θελωμεν , ἐκβηναι δει το τοιουτο
φυσικως αὐτο ἐνδεικνυται ὁτι θηλυκον ἐστι , κἀν ἡμεις μη θελωμεν . ἀλλα το μεν πρωτον οὐκ ἀν εἰποιεν .
9999965 βραχυτεραν
και πλεον , ξηραν δε την κεφαλην και ἀσαρκον και βραχυτεραν κατα το παν σωμα , τα δε λοιπα τοις
διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και δηλον ὁτι θερμαινουσι
9999965 ἐντυγχανειν
ἰδου γε τοι τολμω μη μονον τοις ἱεροις Μωυσεως ἑρμηνευμασιν ἐντυγχανειν , ἀλλα και φιλεπιστημονως διακυπτειν εἰς ἑκαστον και ὁσα
, προς τῃ ἀνατολῃ οἰκουντες , τεσσαρσιν ὡραις πρωτοι λεγονται ἐντυγχανειν τῃ ἐκβολῃ του ἡλιου των Ἰβηρων , προς δυσμαις
9999965 κως
μεν Κροισον ἀπεπαυσε , ἐνεβησε δε ἐς φροντιδα , εἰ κως δυναιτο , πριν μεγαλους γενεσθαι τους Περσας , καταλαβειν
νυν ἐπ ' ἰσης ἐχει . Εἰδεναι δε ἀνθρωπον ἐοντα κως χρη το βεβαιον ; Δοκεω μεν οὐδαμως . Τοισι
9999965 δοκιμασιαν
. του δε διερωτωντος , εἰ οὑτως ἀξιαν αὐτου την δοκιμασιαν ἐποιησατο , ὑπολαβων εἰπεν : „ ἀλλ ' ἐγωγε
τῳ εὐλογῳ των ὑποτεθειμενων και προς την δια της ἐνεργειας δοκιμασιαν , τουτεστι τας μεμεθοδευμενας ἡμιν κανονικας χρειας , φιλοτιμησαμενους
9999965 θεραπαιναις
ἐλθειν ἐπειγεσθαι , δεδιεναι δ ' ὡς ἐν νυκτι και θεραπαιναις το ὑποπτον , μεθ ' ἡμεραν ἡξειν ἐφη .
, την Περσεφονην * ἐβλαψε : ἐπετρεψεν θεραπναις ἠγουν ταις θεραπαιναις ἠ τοποις προς ξενιαν ἐπιτηδειοις . * ὑλην :
9999965 ταραχθεις
πιστων ἀναγνωσθησομενον πεμπει τῳ Λαιτῳ . ὁ δε και αὐτος ταραχθεις ἀφικνειται προς Μαρκιαν ὡς δη συσκεψομενος αὐτοις περι ὡν
, το δε πυρ οὐ φυσωσι ; ὁ δε οὐδεν ταραχθεις ὑπο του ἐρωτηματος τουτι μεν , ἐφη , σοι
9999965 καταφανες
ποιησεις : ἐκ δε των ἐναντιων ὡδε το συμφερον ἐσται καταφανες : εἰ γαρ λυσιτελει τους ἐπιεικεις τιμαν των πολιτων
τον τροπον δει λαμβανειν : ἐκ δε των ἐναντιων χρη καταφανες ποιειν αὐτο ὡδε : καθαπερ γαρ τους κακον τι
9999965 συστελλουσι
ἐπει οἱ Αἰολεις , ἡνικα μακρᾳ παραληγεται ἡ κλητικη , συστελλουσι την ἐσχατην , οὐ μην και ἀναβιβαζουσι τον τονον
και ἡ γαστηρ , οὐ συναιρουσι το μηκος , ἀλλα συστελλουσι και στενουσι την εὐρυτητα , και παρ ' αὐτου
9999965 ἀσθενεστεροις
, διδου ⋖ αʹ μετ ' οἰνου , τοις δε ἀσθενεστεροις μετα γαλακτος . Εὐζωμου σπερματος ⋖ βʹ , κυμινου
δ ' αὐ δια την του χυμου συγγενειαν ἐπ ' ἀσθενεστεροις , εἰ μη που τις προσαποδοθεισα αἰτια κἀπι τουτου
9999965 κεφαλαις
Γ † ὁ δε εἰπεν † ὡσει ἐλεγε δρακοντων ἑκατον κεφαλαις αὐτον καθωπλισθαι . Γ ὡσει ἐλεγεν ὀφεων . Γ
προγενεστερους Φλαμινας ἀπο των περικρανιων πιλων , οὑς περι ταις κεφαλαις φορουσι , πιλαμενας τινας ὀντας , ὡς ἱστορουσι ,
9999965 ἀντικρυς
ὀντος αὐτῳ και προξενου , εἰ δε τι παθοι , ἀντικρυς ἐσεσθαι δεδωκως , ὡσπερ και ἐβουλετο , ἠ ἐπι
την ἡδονην ἠσπασαντο ὡς ἀγαθον , τινες δε κακον αὐτην ἀντικρυς εἰναι φασιν , ὡστε και τινα των ἐκ φιλοσοφιας
9999965 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999965 αἰσθησεως
, αὑτη και σοφιᾳ συνοικος και οἰκειως ἀν ὑποκεοιτο . αἰσθησεως μεν οὐν και νου ἀφαιρεθεις ἀνθρωπος φυτῳ γιγνεται παραπλησιος
εἰς ἐπιστασιν δ ' ἐρχονται τουτων , και ἠ ἀπο αἰσθησεως ἠ ἀπο λογου ποδηγουνται ὡσπερ ἐξυπνιζομεναι . ἀλλ '
9999965 οἰκειοτερα
ἐστι και πολιαις κατηρτυμενης ἡλικιας [ ἡ τουτων καταληψις ] οἰκειοτερα , πολλῃ μεν ἱστοριᾳ λογων τε και ἐργων ,
ᾡ θεωρειται ἀληθεια ἠ ψευδος . Ῥητορικης γαρ ἠ ποιητικης οἰκειοτερα ἡ σκεψις . οὐ γαρ περι λογους ἡ φιλοσοφια
9999965 Χαλκιδικον
ὡμολογηκει , ὁτε την ξυμμαχιαν ἐποιειτο , τον ἐπι Θρᾳκης Χαλκιδικον πολεμον καταλυσειν . ἀμφοτερων οὐν ἑνεκα την ἐφοδον ἐποιειτο
αἱ οἰκουνται ξυμμεικτοις ἐθνεσι βαρβαρων διγλωσσων , και τι και Χαλκιδικον ἐνι βραχυ , το δε πλειστον Πελασγικον , των

Back